Ο
κατά κόσμον Αλέξανδρος Γρηγόρεβιτς
Κούντιουκ γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1927 στο Κράσνογε Σέλοτης Επαρχίας
Μπιέλσκ του Βοϊβοδάτου Μπιελοστόκ της Πολωνίας. Το
1945 μετακόμισε με τους γονείς του στην πόλη Σλόνιμ του Γροδνό της Λευκορωσίας.
Το 1948 αποφοίτησε από το Θεολογικό Σεμινάριο Μόσχας. Το 1950 εκάρη
μοναχός στη Λαύρα του Σεργιέβου Ποσάντ. Στις 23 Μαΐου 1950 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον
Πατριάρχη Ρουμανίας
Ιουστινιανό, ο οποίος διέμενε εκείνες της ημέρες στη Λαύρα του Σεργιέβου Ποσάντ.
Στις 9 Ιουνίου 1952 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον Μητροπολίτη
Νέας Σιβηρίας και
Μπαρναούλης Βαρθολομαίο. Το ίδιο έτος αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία
Μόσχας. Το 1955 υπηρέτησε στην Επισκοπή Τασκένδης ενώ το 1956 πήγε στο Μοναστήρι
του Ζιροβίτσυ (Λευκοροωσία) όπου διορίστηκε καθηγητής του εκεί Θεολογικού
Σεμιναρίου. Το 1958 έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη και μετέβη στην Επισκοπή
Άλμα Άτα. Από το 1961 υπηρέτησε στην Επισκοπή Μίνσκ. Στις 31 Αυγούστου 1980
χειροτονήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Πνεύματος Μίνσκ τιτουλάριος Επίσκοπος Πίνσκ, Βικάριος της Επισκοπής
Μίνσκ. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης
Ταλλίνης και Εσθονίας Αλέξιος,
συμπαραστατούμενος από τον Μητροπολίτη
Μίνσκ και Λευκής Ρωσίας Φιλάρετο, τον
Αρχιεπίσκοπο Σμολένσκ και Βιασμά Θεοδόσιο και τον Επίσκοπο
Βίλνας και Λιθουανίας Βικτωρίνο. Στις 28 Μαρτίου 1984 εξελέγη Επίσκοπος Πέρμης και Σολικάμσκ. Στις 25
Φεβρουαρίου 1995 προήχθη σε Αρχιεπίσκοπο. Στις 13 Μαρτίου 2002 παραιτήθηκε.
Εκοιμήθη στην Πέρμη την 1 Μαΐου 2002 συνεπεία εγκεφαλικού επεισοδίου. |