Ένα παιδί περίμενε τη δασκάλα της μουσικής σπίτι. Μαζί με αυτό κι ο παππούς του. Η δασκάλα θα ερχόταν για πρώτη φορά στο σπίτι. Αγωνία δικαιολογημένη λοιπόν. Φτάνει, τους χαμογελά και τους καλησπερίζει. Ακούς την ανάσα του παιδιού, και τη φωνή του παππού να λέει:
– Είδες ένας ήλιος που μπήκε στο σπίτι μας;
Κάθε χαμόγελο και μια ελπίδα λοιπόν.
«Ερωτευόμαστε ένα χαμόγελο, μια ματιά, ένα ώμο. Αυτό φτάνει και τότε, στις ατέλειωτες ώρες ελπίδας ή θλίψης , κατασκευάζουμε έναν άνθρωπο, συνθέτουμε ένα χαρακτήρα »
Και η ελπίδα ξαναμπαίνει στη ζωή μας. Όνειρα γράφονται ξανά, νέα ξεκινήματα στη σκέψη, το σώμα αλλάζει στάση. Γίνεται πιο καμαρωτό και τα μάτια αποκτούν μια ξεχωριστή λάμψη. Ξαφνικά οι δυσκολίες αποκτούν άλλη ελαφρότητα κι η πυκνότητα τους αλλάζει, αποκτούν τη ροή του νερού που φεύγει και χάνεται όταν μπει στο ρυάκι.
Ένα χαμόγελο καμιά φορά παραμιλά στα δύσκολα. Τέσσερις λέξεις στο παραλήρημα : Συγνώμη, αγάπη, ησύχασε, χαίρε.
Το πρωινό μήνυμα ενός ερωτευμένου στη καλή του : » η όμορφη μέρα, ξεκινά με σένα να χαμογελάς»
Η μέρα προχωρά… και εκεί που πας να νιώσεις το βάρος της, μια ματιά σε απογειώνει.
“Η πιο ωραία καμπύλη του σώματος σου είναι το χαμόγελό σου.”
Περπατάς στο δρόμο. Η σκέψη σου έχει μπλοκάρει. Και άξαφνα το βλέμμα σου πέφτει σε ένα έρημο σπίτι και το βλέμμα σου σταματά στο γραμμένο μήνυμα του τοίχου: «Όχι πολλά. Μόνο να χει ήλιο , καφέ και το χαμόγελό σου»
Ένα χαμόγελο και μια ελπίδα λοιπόν…
«Κι όταν αργότερα γνωρίζουμε καλύτερα το αγαπημένο πρόσωπο, δε μπορούμε πια, όσο σκληρή κι αν είναι η πραγματικότητα, την οποία αντιμετωπίζουμε, να του αφαιρέσουμε τον καλό αυτό χαρακτήρα, την ερωτευμένη φύση, από το άτομο που έχει εκείνο το βλέμμα, εκείνο τον ώμο, όπως δε μπορούμε να τον αφαιρέσουμε από έναν άνθρωπο που γερνάει και τον γνωρίζουμε από τότε που ήταν νέος.»
Λίγες σκέψεις από μένα μετά από την αφιέρωση από τον αδερφό Αριστείδη ενός αποσπάσματος από το βιβλίο του Μαρσέλ Προυστ «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο»
Νεκταρία Αρχοντάκη
Χημικός
Μάης 2020