|
|
Οι γαιάνθρακες χρησιμοποιούνταν σαν καύσιμα από την αρχαιότητα. Για όσο χρονικό διάστημα ήταν άφθονο το ξύλο, δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως το κάρβουνο, με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και την αποψίλωση των δασών, έγινε επιτακτική η στροφή προς το κάρβουνο. Η εκμετάλλευση του ως καύσιμο, βοήθησε χώρες με σημαντικά αποθέματα κάρβουνου ( Βρετανία, Γερμανία ), να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση με την χρήση του στην βιομηχανική παραγωγή κάτι που μετά τον 13ο αιώνα εξαπλώθηκε. Οι γαιάνθρακες (γαία = γη και άνθρακας = κάρβουνο) σχηματίστηκαν κατά στρώματα , κατά τη διάρκεια πολλών εκατομμυρίων ετών, από υπολείμματα φυτικής ύλης (δέντρα, φυτά, θάμνους, φύκια) που θάφτηκαν μετά από φυσικές καταστροφές (επιχωματώσεις, καθιζήσεις, σεισμούς, κατακρημνίσεις) μετά από την συνδυασμένη δράση θερμότητας, πίεσης και βακτηριδίων σε απουσία αέρα (ανθρακοποίηση ) αντιδρώντας με την νεκρή ύλη δημιούργησαν τους υδρογονάνθρακες από τους οποίους έγινε στη συνέχεια το κάρβουνο. Το κάρβουνο έχει χρώμα μαύρο ή καφέ ανάλογα με την ηλικία του. Η ηλιακή ενέργεια, που είχε δεσμευτεί σ' αυτές τις ουσίες κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης τους, αποδίδεται από τους γαιάνθρακες κατά την καύση τους με τη μορφή θερμότητας. Υπολογίζεται ότι άρχισε να σχηματίζεται 300-500 εκατομμύρια χρόνια πριν και ολοκληρώθηκε ο σχηματισμός του μέσα σε 85 εκατομμύρια χρόνια περίπου πριν από 250 εκατομμύρια χρόνια. Επειδή αποτελείται κύρια από άνθρακα και υδρογόνο έχει ικανοποιητική θερμογόνο δύναμη(Kcal/Kg) άρα είναι σημαντική καύσιμη υλη και γι'αυτό επέδρασε καθοριστικά στην πορεία της βιομηχανικής επανάστασης. Χρησιμοποιήθηκε για περισσότερο από έναν αιώνα, τροφοδοτώντας με ενέργεια τόσο την βιομηχανία, βιοτεχνία όσο και τις μεταφορές συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη των βιομηχανικών χωρών. Με τον όρο κάρβουνο, χαρακτηρίζουμε διάφορα ορυκτά καύσιμα που διαφοροποιούνται μεταξύ τους τόσο στη υφή όσο και στη θερμογόνο δύναμη τους. Αυτή η διαφοροποίηση οφείλεται στην διαφορετική προέλευση και ηλικία τους. Κατά την ανθρακοποίηση δημιουργούνται κατά σειρά
Στην Ελλάδα υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα λιγνίτη ( Πτολεμαΐδα, Μεγαλόπολη από τα όποια παράγεται το μεγαλύτερο ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας στους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς της ΔΕΗ της χώρας μας) και τύρφης (Δράμα, η εκμετάλλευση της τύρφης δεν έχει προχωρήσει, κυρίως για περιβαλλοντικούς λόγους). Τα αποθέματα κάρβουνου είναι σε μεγαλύτερες ποσότητες από υπόλοιπα ορυκτά καύσιμα, πρόσφατες εκτιμήσεις στον πλανήτη μας τα υπολογίζουν σε 638-1034 δισεκατομμύρια τόνους άνθρακα δεσμευμένοι στις διάφορες μορφές κάρβουνου. Έχει υπολογιστεί ότι, με τους σημερινούς ρυθμούς χρήσης σε παγκόσμιο επίπεδο, τα κοιτάσματα γαιανθράκων επαρκούν για μια περίοδο περίπου 300 χρόνων, αυτό όμως δεν είναι απολύτως βέβαιο διότι αφενός τα γνωστά κοιτάσματα διαφοροποιούνται ως προς τον όγκο τους, αφετέρου ανακαλύπτονται νέα αυξάνοντας το συνολικό απόθεμα. Ένα όμως είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα εξαντληθούν. Περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη χρήση του κάρβουνου Οι επιπτώσεις της χρήσης γαιανθράκων εμφανίζονται:
Στη χώρα μας η καύση των γαιανθράκων για την παράγωγη ενέργειας προκαλεί τεράστιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις καθώς παράγονται αέριοι ρύποι και διοξείδιο του άνθρακος, επιπλέον υπάρχουν τοπικά προβλήματα με την εξόρυξη τους, αλλά και τη μεταφορά τους, κύρια στα επιφανειακά ορυχεία, ( Πτολεμαΐδα, Μεγαλόπολη). Η εργασία και η οίκηση στους χώρους αυτούς αποδεδειγμένα επιβαρύνει την ανθρώπινη υγεία και οι ρύποι που εκλύονται προκαλούν σοβαρές αναπνευστικές παθήσεις και όχι μονό. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να λαμβάνονται ιδιαίτερα μέτρα για την προφύλαξη των εργαζόμενων αλλά και των κάτοικων της ευρύτερης περιοχής. Αυτά όλα καθιστούν προβληματική την χωρίς όρια εκμετάλλευση όλων των κοιτασμάτων κάρβουνου.
|
Αποστολή αλληλογραφίας προς
omixara@sch.gr με
ερωτήσεις ή σχόλια για αυτήν την τοποθεσία Web.
|