Ο τέταρτος μήνας του αρχαίου ρωμαϊκού ημερολόγιου με 29 ημέρες. Σήμερα είναι ο 6ος μήνας του χρόνου και έχει 30 ημέρες. Κατά μια άποψη πήρε το όνομά του από τη ρωμαϊκή θεά Γιούνο που ήταν αντίστοιχη με την ελληνική Ήρα, στην οποία ήταν αφιερωμένος. Κατά μια άλλη άποψη το όνομα του οφείλεται στον πρώτο ύπατο της Ρώμης Λεύκιο Ιούνιο Βρούτο. Στις 21 Ιουνίου έχουμε το θερινό ηλιοστάσιο. Ο Ιούνιος αντιστοιχεί με το τέλος του αρχαίου ελληνικού μήνα Θαργηλίωνα και με τις αρχές του Σκιροφορίωνα. Είναι ο μήνας του θερισμού και πολλών άλλων γεωργικών εργασιών. Έχει πολλές ονομασίες, από τις οποίες η πιο διαδεδομένη είναι «θεριστής» που προέρχεται από τον θερισμό των σιτηρών. Επίσης Πρωτόλης ή Πρωτογιούλης, δηλ. πρώτος μήνας και αρχή του καλοκαιριού, Αλυθτσατσής (Κάλυμνος), Ρινιαστής (Πάρος), Ορνιαστής (Άνδρος), Λιοτρόπης, Κερασάρης (Γρεβενά) & Κερασινός (Πόντος), γιατί τότε ωριμάζουν τα κεράσια.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ:
Θερίζουν σιτάρια, κριθάρια, όσπρια, σανά.
Ποτίζουν & σκαλίζουν τα χωράφια.
Φυτεύονται σπανάκια, φασόλια, κουνουπίδια.
«Χαρακώνουν» τ’ αμπέλια. Καταπολεμούν τις ασθένειες τους.
Μάζεμα ντομάτας, μελιτζάνας, πιπεριάς, κολοκυθιάς.
Μεταφορά κυψελών στο θυμάρι.
Απογαλακτισμός των ζώων, που είναι 3 μηνών.
Πρώιμο ζευγάρωμα προβάτων.
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ: Στο Δρυμό θεσ/κης & αλλού, το πρώτο δεμάτι σταχυών που δένουν, το στήνουν όρθιο και το προσκυνούν, ενώ ο νοικοκύρης ρίχνει νομίσματα.
Στη Σκύρο σαν αποθερίσουν, αφήνουν δύο λημάρια αποθέρι στο χωράφι άθερα, για χαρά του χωραφιού και για να φάνε τα πουλιά και τα αγρίμια.
Στο Μανιάκι Πυλίας αφήνουν ένα κομμάτι αθέριστο και λένε ότι είναι τα γένια του νοικοκύρη, τον οποίο σηκώνουν στα χέρια ψηλά & τον αφήνουν να πατήσει στη γη, μόνο αν τάξει στους θεριστές κρασί και κότα.
Στην Κάρπαθο χαράσσουν με το δρεπάνι ένα κύκλο, που περιλαμβάνει τα τελευταία στάχυα. Στον κύκλο μπαίνει η νεαρότερη θερίστρια, σταυροκοπιέται και πετάει επάνω το δρεπάνι της φωνάζοντας: «Και του χρόνου, καλαλωνεμένα, καλοφαωμένα, καλοπρουκισμένα!»
ΤΟ ΤΖΙΤΖΙΡΟΚΛΙΚΟ (Νέο Σούλι Σερρών) Η λέξη είναι σύνθετη από το τζίτζιρας (= τζίτζικας) και το κλίκι (= τσουρέκι, το κικλίσκιον των Βυζαντινών). Το ζύμωναν, τον Ιούνιο με Ιούλιο, με το πρώτο αλεύρι από την καινούργια σοδειά σιταριού. Ήταν ένα μικρό καρβέλι, βάρους ενός κιλού περίπου, με μια τρύπα στη μέση, όπου έβαζαν ένα κλωνάρι βασιλικό. Το πήγαιναν στη βρύση της γειτονιάς, στο «σουλ’ ναρ», και πριν το τοποθετήσουν κάτω από τη βρύση, απ’ το «λουλά», έκοβαν βιαστικά, μικροί μεγάλοι, από ένα κομμάτι. Παράλληλα ακουγόταν και η ευχή: «όπως τρέχ’ του νιρό, να τρέχ’ κι του μπιρικέτ’ ». Ό,τι απέμενε, το άφηναν στη μια εσοχή της βρύσης, για να το φάει ο τζίτζικας το χειμώνα.
KΛΗΔΟΝΑΣ (24/6). Μαντική πρακτική, πανελλήνια γνωστή. Την παραμονή της γιορτής πήγαινε ένα παιδί, που ζουν και οι δυο γονείς του, και έφερνε «αμίλητο» νερό στο σπίτι όπου είχαν συμφωνήσει να γίνει το έθιμο. Στην Κρήτη, τα κορίτσια έπαιρναν από το αμίλητο νερό του Κλήδονα και μεσημέρι το έριχναν στο πηγάδι. Η κοπέλα έστεκε στο χείλος του, κρατώντας ένα καθρέφτη με τρόπο ώστε οι ακτίνες του ήλιου να αντανακλώνται στο νερό, στην επιφάνεια του οποίου, όπως έλεγαν, σχηματιζόταν το είδωλο του μέλλοντα συζύγου τους.
TΟ «ΣΤΙΦΑΔΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ». Η αρχή αυτού του εθίμου τοποθετείται, σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις, στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Όπως λέγεται, ένας χριστιανός, από τα ΣΠΑΤΑ ΑΤΤΙΚΗΣ, κατόρθωσε να αποφύγει τη σύλληψη και τη θανάτωσή του από τους Τούρκους με τη βοήθεια του Αγίου Πέτρου, γι’ αυτό κι έταξε να θυσιάσει ένα μοσχάρι στη γιορτή του. Αλλά όταν ήρθε η μέρα αυτή, μετάνιωσε για το τάμα του και θυσίασε ένα αρνί. Το ταμένο όμως ζώο ήρθε μοναχό του και ξεψύχησε μπροστά στην εκκλησία. Το γεγονός αυτό έκανε μεγάλη εντύπωση και οι Σπαταναίοι άρχισαν από τότε να κάνουν θυσία κάθε χρόνο στον άγιο.
Σήμερα αγοράζεται με κοινή εισφορά ένας μεγάλος αριθμός από βοοειδή και με το κρέας τους παρασκευάζεται «στιφάδο». Αντιμετωπίζουν μάλιστα σαν θαύμα το γεγονός, ότι τα μάτια δεν δακρύζουν από το πολύωρο καθάρισμα τόνων κρεμμυδιών. Το πρωί μετά τη θεία λειτουργία, μοιράζεται στους πανηγυριστές, αφού βράσει όλο το βράδυ σε μεγάλα καζάνια.
ΓΙΟΡΤΕΣ:
«Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ, ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ». Η γενέθλιος ημέρα της εκκλησίας του Χριστού. Την ίδια μέρα γίνεται μεσολογγίτικη γιορτή στη μνήμη και την ψυχανάπαυση των πεσόντων της Εξόδου, στο μοναστήρι του Αγίου Συμεών, στους πρόποδες του βουνού Ζυγός, κοντά στο Μεσολόγγι (τόπος συνάντησης των «Ελεύθερων πολιορκημένων», αν βέβαια τα είχαν καταφέρει).
«Του Αϊ-Γιαννιού του Λαμπαδάρη ή Φανιστή ή Ριζικάρη ή Ριγανά» (24/6). Την ημέρα αυτή άναβαν φωτιές συνήθως σε σταυροδρόμια κατά γειτονιές, με ανταγωνιστική διάθεση, κάθε γειτονιά θέλει να ανάψει τη μεγαλύτερη φωτιά. Σ’ αυτήν έριχναν και εύφλεκτα παλιοσύνεργα του χωρικού νοικοκυριού και απαραίτητα το μαγιάτικο στεφάνι.
Μικροί & μεγάλοι, πηδώντας τις φωτιές («φωτάρες»-Ίος), κάνουν και μια ευχή για καλή υγεία και απαλλαγή από το κακό. Η ευχή ήταν: «Πηδώ τον χρόνο τον παλιό και πάω στον πιο καλό».
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:
«Αρχές του θεριστή, του δρεπανιού μας η γιορτή».
«Ο Μάης θέλει το νερό κι ο θεριστής (=Ιούνιος) το ξύδι».
«Όποιος έχει την κατάρα του παππού, πάει τον Μάη εργάτης κι όποιος έχει του πρωτόπαππου πάει τον Ιούνιο».
«Από το θέρος ως τις ελιές δεν απολείπουν οι δουλειές».
«Γενάρη πίνουν το κρασί, το Θεριστή το ξίδι» [δηλ. Το κρασί που μπαίνει στα βαρέλια τον Οκτώβρη, ωριμάζει το Γενάρη αλλά τον Ιούνιο έχει γίνει πια ξίδι]
«Θέρος, τρύγος, πόλεμος ...και στο αλώνισμα χαρές!»
«Θέρος, τρύγος, πόλεμος, στασιό δεν έχουν» [δηλ. Ο θερισμός, ο τρύγος και ο πόλεμος δεν επιτρέπουν ξεκούραση, μέχρι να τελειώσουν]
«Θέρος, τρύγος, πόλεμος, αποσταμό δεν έχουν».
«Μάρτης έβρεχε, θεριστής εχαίρονταν».
«Μάρτης έβρεχε, Θεριστής τραγούδαγε».
«Μη σε γελάσει ο βάτραχος και το χελιδονάκι, αν δε λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είν' καλοκαιράκι».
«Πρωτόλη (Ιούνιε), Δευτερόλη (Ιούλιε) μου, φτωχολογιάς ελπίδα».
«Το τραγούδι του Θεριστή, η χαρά του Αλωνιστή».
«Τον Ιούνιο αφήνουν το δρεπάνι και σπέρνουν το ρεπάνι».