[2.40.1] «Φιλοκαλοῦμέν
τε γὰρ μετ’
εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ
μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ
λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ
τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ
αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον.
[2.40.1] Αγαπούμε το ωραίο στην απλότητα του και καταγινόμαστε με τα γράμματα χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Και χρησιμοποιούμε τα πλούτη μας πιο πολύ για να έχουμε τη δυνατότητα για κάποιο έργο, παρά για κομπορρημοσύνη και θεωρούμε ότι δεν είναι ντροπή να ομολογεί κανείς τη φτώχεια του, αλλά μεγαλύτερη θεωρούμε πως είναι ντροπή το να μην προσπαθεί να ξεφύγει (απ' αυτή) δουλεύοντας.
[2.40.2] ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ
ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις τὰ πολιτικὰ
μὴ ἐνδεῶς γνῶναι· μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ
ἀπράγμονα, ἀλλ’
ἀχρεῖον
νομίζομεν, καὶ οἱ αὐτοὶ ἤτοι κρίνομέν γε ἢ
ἐνθυμούμεθα
ὀρθῶς τὰ πράγματα, οὐ τοὺς λόγους τοῖς ἔργοις βλάβην ἡγούμενοι, ἀλλὰ μὴ προδιδαχθῆναι μᾶλλον λόγῳ πρότερον ἢ ἐπὶ ἃ δεῖ ἔργῳ
ἐλθεῖν.
[2.40.2] Και συμβαίνει οι ίδιοι να φροντίζουμε μαζί και για τα ιδιωτικά μας ζητήματα και για τα ζητήματα της πόλης και, ενώ ο καθένας μας καταγίνεται με διαφορετική απασχόληση, να γνωρίζουμε σε ικανοποιητικό βαθμό τα πολιτικά πράγματα. Γιατί μόνοι εμείς εκείνον που δεν παίρνει μέρος σ' αυτά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο, αλλά άχρηστο και οι ίδιοι εμείς είτε διατυπώνουμε ορθές σκέψεις ή μελετούμε σωστά τις υποθέσεις της πόλης, γιατί νομίζουμε ότι οι συζητήσεις δεν βλάπτουν τα έργα, αλλά περισσότερο (βλάπτει) το να μην διαφωτιστούμε εκ των προτέρων με τη συζήτηση, πριν προβούμε σε ενέργειες για όσα πρέπει.
[2.40.3] διαφερόντως γὰρ δὴ καὶ τόδε ἔχομεν ὥστε
τολμᾶν τε οἱ αὐτοὶ μάλιστα καὶ περὶ ὧν ἐπιχειρήσομεν
ἐκλογίζεσθαι·
ὃ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μὲν
θράσος, λογισμὸς δὲ
ὄκνον φέρει.
κράτιστοι δ’ ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε
δεινὰ καὶ
ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ
διὰ ταῦτα
μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων ![]()
[2.40.3] Μας διακρίνει κάτι ξεχωριστό και στο σημείο αυτό, ώστε να τολμούμε να υπολογίζουμε με ακρίβεια τις συνέπειες για όσα σκοπεύουμε να επιχειρήσουμε. Ενώ αντίθετα στους άλλους η έλλειψη γνώσης φέρνει αλόγιστο θάρρος και η επίγνωση δισταγμό. Δίκαια μπορούν να θεωρηθούν πολύ δυνατοί στην ψυχή όσοι, παρόλο που γνωρίζουν πολύ καλά και τους κινδύνους του πολέμου και τις απολαύσεις της ειρήνης, εντούτοις δεν προσπαθούν ν' αποφύγουν τους κινδύνους.
[2.40.4] καὶ τὰ ἐς ἀρετὴν ἐνηντιώμεθα τοῖς πολλοῖς· οὐ γὰρ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους. βεβαιότερος δὲ ὁ δράσας τὴν χάριν ὥστε ὀφειλομένην δι’ εὐνοίας ᾧ δέδωκε σῴζειν· ὁ δὲ ἀντοφείλων ἀμβλύτερος, εἰδὼς οὐκ ἐς χάριν, ἀλλ’ ἐς ὀφείλημα τὴν ἀρετὴν ἀποδώσων.
[2.40.4] Και όσον αφορά την ευεργετική διάθεση, είμαστε αντίθετοι με τον πολύ κόσμο. Γιατί αποκτούμε φίλους όχι ευεργετούμενοι, αλλά ευεργετώντας. Γιατί ο ευεργέτης είναι πιο σταθερός φίλος, εφόσον επιδιώκει να παραμένει η ευγνωμοσύνη του ευεργετημένου, με τη συμπάθεια που δείχνει σ' αυτόν. Ο ευεργετημένος αντίθετα, είναι πιο απρόθυμος, γιατί ξέρει ότι θα ανταποδώσει την ευγνωμοσύνη σαν εξόφληση χρέους και όχι για να του χρωστούν ευγνωμοσύνη.
[2.40.5] καὶ μόνοι οὐ τοῦ ξυμφέροντος μᾶλλον λογισμῷ ἢ τῆς
ἐλευθερίας τῷ πιστῷ ἀδεῶς
τινὰ ὠφελοῦμεν. ![]()
2.40.5] Και μόνοι εμείς κάνουμε το καλό σε κάποιον, χωρίς να μας νοιάζει, όχι τόσο από υπολογισμό του συμφέροντός μας, όσο από φιλελεύθερο φρόνημα.
Μετάφραση Στάθης Παπακωνσταντίνου
| Μετάφραση Ά. Βλάχου | Μετάφραση Ε. Βενιζέλου | Μετάφραση Ε. Λαμπρίδη | |
| [2.40.1] «Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ᾽ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον. | [2.40.1] »Αὐτά εἶναι, μαζὶ μὲ πολλὰ ἄλλα, ποὺ κάνουν θαυμαστὴ τὴν πόλη μας. Ἀγαποῦμε τὸ ὡραῖο, ἀλλά μένομε ἁπλοὶ καὶ φιλοσοφοῦμε χωρὶς νὰ εἴμαστε νωθροί. Τὸν πλοῦτο μας τὸν ἔχομε γιὰ νὰ τὸν χρησιμοποιοῦμε σὲ ἔργα καὶ ὄχι γιὰ νὰ τὸν καυχιόμαστε. Δὲν θεωροῦμε ντροπὴ τὴ φτώχεια. Ντροπὴ εἶναι νὰ μὴν τὴν ὰποφεύγη κανεὶς δουλεύοντας. | [2.40.1] »Διότι είμεθα ερασταί του ωραίου, αλλά και φίλοι συγχρόνως της απλότητος, και καλλιεργούμεν το πνεύμα μας χωρίς θυσίαν του ανδρισμού μας. Ο πλούτος, εξ άλλου, μας χρησιμεύει ως ευκαιρία μάλλον προς εκτέλεσιν έργων, παρά ως έλατήριον κομπορρημοσύνης. Ούτε θεωρούμεν εντροπήν την ομολογίαν της πενίας, αλλά μεγαλητέραν εντροπήν το να μη καταβάλλη κανείς κάθε προσπάθειαν δια να την διαφύγη. | [2.40.1] »Αγαπούμε δηλαδή και δουλεύομε την ομορφιά χωρίς να τη συγχέομε με την πολυτέλεια, και κυνηγούμε τη γνώση και τη σοφία χωρίς για τούτο να χάνομε τον αντρισμό μας· γιατί χρησιμοποιούμε τα πλούτη μας μάλλον σαν ευκαιρία για έργα παρά για καυχησιάρικα λόγια, και δε θεωρείται ντροπή να ομολογήσει κανείς πως είναι φτωχός, αλλά χειρότερη ντροπή να μην προσπαθήσει να ξεφύγει τη φτώχεια του έμπρακτα. |
| [2.40.2] ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι· μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ᾽ ἀχρεῖον νομίζομεν, καὶ οἱ αὐτοὶ ἤτοι κρίνομέν γε ἢ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τὰ πράγματα, οὐ τοὺς λόγους τοῖς ἔργοις βλάβην ἡγούμενοι, ἀλλὰ μὴ προδιδαχθῆναι μᾶλλον λόγῳ πρότερον ἢ ἐπὶ ἃ δεῖ ἔργῳ ἐλθεῖν. | [2.40.2] Οἵ ἴδιοι, ἐμεῖς, φροντίζομε καὶ τὶς ἰδιωτικὲς μας ὑποθέσεις καὶ τὰ δημόσια πράγματα κι ὲνῶ ὁ καθένας μας φροντίζει τὶς δουλειές του, τοῦτο δὲν μᾶς ἐμποδίζει νὰ κατέχωμε καὶ τὰ πολιτικά. Μόνο ἐμεῖς θεωροῦμε πὼς εἶναι ὄχι μόνον ἀδιάφορος, ἀλλὰ καὶ ἄχρηστος ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐνδιαφέρεται στὰ πολιτικά. Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κρίνομε κι ἀποφασίζομε γιὰ τὰ ζητήματά μας καὶ θεωροῦμε πὼς ὁ λόγος δὲν βλάφτει τὸ ἔργο. Ἀντίθετα, πιστεύομε πὼς βλαβερὸ εἶναι τὸ νὰ ἀποφασίζη κανεὶς χωρὶς νὰ ἔχει φωτιστῆ. | [2.40.2] Εις την πόλιν μας, άλλωστε, εκείνοι που επιμελούνται τας προσωπικάς των υποθέσεις δεν αμελούν δια τούτο τας δημοσίας, και μολονότι άλλοι μεν είναι απησχολημένοι εις τούτο, άλλοι δε εις εκείνο το επιτήδευμα, όλοι εννοούν επαρκώς τα πολιτικά πράγματα. Διότι μόνοι ημείς εκείνον που δεν μετέχει εις αυτά θεωρούμεν όχι φιλήσυχον, αλλ' άχρηστον πολίτην, και εφόσον δεν λαμβάνομεν οι ίδιοι την πρωτοβουλίαν των ληπτέων αποφάσεων, κρίνομεν τουλάχιστον ορθώς περί των μέτρων, τα οποία άλλοι εισηγούνται, πιστεύοντες, ότι τα έργα ζημιώνει όχι η συζήτησις, αλλά το να μη διαφωτισθή κανείς προηγουμένως δια της συζητήσεως, πριν έλθη η ώρα της δράσεως. | [2.40.2] Και νοιάζονται οι ίδιοι άνθρωποι και τις ιδιωτικές τους δουλειές και τα πολιτικά, κι ενώ άλλοι σ' άλλα επαγγέλματα ασχολούνται, όμως γνωρίζουν όλοι τα πολιτικά ζητήματα κατά βάθος· γιατί μόνον εμείς θεωρούμε όποιον δεν ανακατεύεται σ' αυτά, όχι σαν άνθρωπο που κοιτάζει τη δουλειά του, αλλά σαν άνθρωπο άχρηστο· κι οι ίδιοι άνθρωποι κρίνουνε για τις πολιτικές πράξεις, και προσπαθούν να επινοήσουνε σωστές λύσεις για τα πολιτικά ζητήματα· γιατί δεν πιστεύομε πως η συζήτηση ζημιώνει την πράξη, αλλά πως είναι πιο βλαβερό να μη μάθει κανείς από τα πριν με τον λόγο σε τι πρέπει να προχωρήσει με την πράξη. |
| [2.40.3] διαφερόντως γὰρ δὴ καὶ τόδε ἔχομεν ὥστε τολμᾶν τε οἱ αὐτοὶ μάλιστα καὶ περὶ ὧν ἐπιχειρήσομεν ἐκλογίζεσθαι· ὃ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μὲν θράσος, λογισμὸς δὲ ὄκνον φέρει. κράτιστοι δ᾽ ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων. | [2.40.3] Διαφέρομε ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ σὲ τοῦτο. Εἴμαστε τολμηροί, κι ὅμως ζυγίζομε καλὰ τὴν κάθε ἐπιχείρησή μας, ἐνῶ τοὺς ἄλλους ἡ ἄγνοια τοὺς κάνει θρασεῖς κι ἡ γνῶση ἀναποφάσιστους. Ἐκεῖνοι πρέπει νὰ κρίνωνται γενναιότεροι, ὅσοι ξέρουν καλὰ ποιὸ εἶναι τὸ εὐχάριστο καὶ ποιὸ τὸ φοβερὸ κι ὅμως δὲν προσπαθοῦν ν' ἀποφύγουν τὸν κίνδυνο. | [2.40.3] Διότι και κατά τούτο διαφέρομεν τωόντι πολύ από τους άλλους, ότι είμεθα εξαιρετικώς τολμηροί εις την δράσιν και συγχρόνως μελετώμεν οι ίδιοι κατά βάθος όσα πρόκειται να επιχειρήσωμεν, ενώ εις τους άλλους αντιθέτως η μεν αμάθεια γεννά θράσος, η δε σκέψις ενδοιασμόν. Εκείνοι, άλλωστε, θα εθεωρούντο δικαίως ως έχοντες μεγίστην ευψυχίαν, όσοι, μολονότι έχουν καθαρωτάτην αντίληψιν και των δεινών του πολέμου και των τερπνών της ειρήνης, δεν υποχωρούν εν τούτοις απέναντι των κινδύνων. | [2.40.3] Γιατί εξέχομε και σε τούτο: πως οι ίδιοι άνθρωποι τολμούν το περισσότερο, και είναι άξιοι να σκεφτούν ως τις άκρες λογικές τους συνέπειες εκείνα που πρόκειται να επιχειρήσουν· ενώ στους άλλους η άγνοια φέρνει την αποκοτιά και η σκέψη τον δισταγμό. Όμως πιο γενναιόκαρδοι θα ήταν σωστό να θεωρηθούν εκείνοι που ενώ ξέρουν καθαρότατα και τι είναι πιο φοβερό, και τι είναι πιο ευχάριστο, όμως για τούτο δεν αποτρέπονται από τους κιντύνους. |
| [2.40.4] καὶ τὰ ἐς ἀρετὴν ἐνηντιώμεθα τοῖς πολλοῖς· οὐ γὰρ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους. βεβαιότερος δὲ ὁ δράσας τὴν χάριν ὥστε ὀφειλομένην δι᾽ εὐνοίας ᾧ δέδωκε σῴζειν· ὁ δὲ ἀντοφείλων ἀμβλύτερος, εἰδὼς οὐκ ἐς χάριν, ἀλλ᾽ ἐς ὀφείλημα τὴν ἀρετὴν ἀποδώσων. | [2.40.4] Καὶ στὴν διάθεση μας ἀπέναντι στοὺς ξένους διαφέρομε ἀπ' τοὺς πολλούς, γιατὶ ἀποκτοῦμε φίλους εὐεργετώντας τους καὶ ὄχι περιμένοντας ἀπ' αὐτοὺς κάποιο καλό. Ἡ φιλία τοῦ εύεργέτη εἶναι πιὸ σταθερή, γιατὶ προσπαθεῖ νὰ διατηρήση τὸν δεσμό του μὲ τὰν ἄλλο, ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ χρωστάει χάρη εἶναι λιγότερο πρόθυμος, θεωρώντας τὴν εὐγνωμοσύνη του σὰν χρέος κι ὄχι σάν αἴσθημα. | [2.40.4] Και ως προς την ευγένειαν ακόμη των αισθημάτων μας απέναντι των άλλων, ευρισκόμεθα εις αντίθεσιν προς τους πολλούς. Διότι τους φίλους μας επιδιώκομεν ν' αποκτήσωμεν όχι ευεργετούμενοι από αυτούς, αλλ' ευεργετούντες αυτούς. Καθόσον ο ευεργετήσας είναι φίλος ασφαλέστερος από τον ευεργετούμενον, διότι επιδιώκει δια της συνεχίσεως της προς αυτόν ευμενείας να διατηρήση την ευγνωμοσύνην του. Ενώ ο ευεργετηθείς είναι μάλλον αδιάφορος φίλος, καθόσον γνωρίζει, ότι θ' ανταποδώση την προς αυτόν χάριν όχι ως εύνοιαν, αλλ' ως εξόφλησιν χρέους. | [2.40.4] Και είμαστε αντίθετοι προς τους περισσότερους και στις καλές μας πράξεις γιατί δεν κάνομε φίλους εκείνους που μας ευεργετούν, αλλά εκείνους που ευεργετούμε εμείς. Πιο σίγουρος φίλος είναι όποιος έχει κάνει το καλό, έτσι ώστε να το διατηρεί σα χρέος από τον άλλον με την καλή του προαίρεση σ' εκείνον που αυτός την έδωσε. Εκείνος όμως, που χρωστάει αντίχαρη, δεν είναι τόσο πρόθυμος, ξέροντας πως θ' ανταποδώσει μια παλιά γενναιοψυχία, κι όχι για να του χρωστούνε χάρη αλλά σα χρέος. |
| [2.40.5] καὶ μόνοι οὐ τοῦ ξυμφέροντος μᾶλλον λογισμῷ ἢ τῆς ἐλευθερίας τῷ πιστῷ ἀδεῶς τινὰ ὠφελοῦμεν. | [2.40.5] Μόνοι ἐμεῖς σκορποῦμε ἁπλόχερα τὶς εὐεργεσίες μας, ὄχι ὰπὸ συμφεροντολογικούς ὑπολογισμούς, ἀλλὰ ἀπὸ φιλελεύθερη γενναιοδωρία. | [2.40.5] Καί μόνοι αφόβως ωφελούμεν άλλους όχι από υπολογισμόν δια το ιδικόν μας υλικόν συμφέρον, αλλ' από εμπιστοσύνην προς το ελευθέριον πνεύμα, από το οποίον εμπνεόμεθα. | [2.40.5] Και μόνοι εμείς παρέχομε την ευεργετική μας βοήθεια χωρίς δισταγμό στηρίζοντάς την όχι στον υπολογισμό του συμφέροντος, αλλ' από πίστη στην ελευτερία. |