Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Ελένη


Ηρόδοτος, Ιστορία 2.112 - 2.120




Δες το αρχαίο κείμενο κάθε κεφαλαίου πατώντας στο α ή
εμφάνισε - απόκρυψε όλο το αρχαίο κείμενο πατώντας εδώ

α[2.112.1] Τον Φερώ, μου είπαν, τον διαδέχθηκε στην βασιλεία κάποιος από τη Μέμφιδα, που τ᾽ όνομά του στα ελληνικά είναι Πρωτεύς· στη Μέμφιδα υπάρχει σήμερα τέμενος αυτού του Πρωτέα, όμορφο και πολύ ωραία στολισμένο, το οποίο βρίσκεται στα νότια του Ηφαιστείου· [2.112.2] γύρω στο τέμενος κατοικούν Φοίνικες από την Τύρο, και όλη αυτή η περιοχή ονομάζεται Στρατόπεδο των Τυρίων. Στο τέμενος μάλιστα του Πρωτέα υπάρχει ιερό που ονομάζεται της Ξένης Αφροδίτης· και συμπεραίνω ότι το ιερό αυτό είναι της Ελένης του Τυνδάρεω, τόσο επειδή έχω ακούσει το λεγόμενο ότι η Ελένη έμεινε κοντά στον Πρωτέα, όσο και επειδή, κυριότερα, το ιερό έχει το όνομα της Ξένης Αφροδίτης: γιατί απ᾽ όσα άλλα ιερά της Αφροδίτης υπάρχουν, κανένα δεν ονομάζεται της Ξένης.

α[2.113.1] Όταν τους ρώτησα πάντως, οι ιερείς μού είπαν ότι τα σχετικά με την Ελένη έγιναν ως εξής: ο Αλέξανδρος άρπαξε την Ελένη από τη Σπάρτη και έβαλε πλώρη για τον τόπο του, όταν όμως βρέθηκε στο Αιγαίο, ενάντιοι άνεμοι τον έριξαν στο αιγυπτιακό πέλαγος, και από εκεί, καθώς οι άνεμοι δεν σταματούσαν, έφτασε ο Αλέξανδρος στην Αίγυπτο, και συγκεκριμένα στο σήμερα λεγόμενο Κανωβικό στόμιο του Νείλου και στα παστωτήρια· [2.113.2] στην ακτή λοιπόν υπήρχε —αυτό που υπάρχει και σήμερα— ιερό του Ηρακλή, όπου αν καταφύγει οποιουδήποτε ανθρώπου ο δούλος και βάλει απάνω του ορισμένα ιερά σημάδια αφιερώνοντας έτσι τον εαυτό του στον Θεό, κανένας δεν επιτρέπεται να τον αγγίξει. Από την αρχή του ώς τις ημέρες μου ο νόμος αυτός συνεχιζόταν απαράλλακτος. [2.113.3] Το λοιπόν, μερικοί υπηρέτες του, μαθαίνοντας τον νόμο που υπήρχε σχετικά με το ιερό και θέλοντας να του κάνουν κακό, πρόδωσαν την πίστη τους στον Αλέξανδρο, κατέφυγαν ικέτες στον Θεό και εξιστόρησαν όλα τα σχετικά με την Ελένη, καθώς και την αδικία προς τον Μενέλαο· τις κατηγορίες αυτές μάλιστα τις διατύπωσαν τόσο στους ιερείς όσο και στον φύλακα του στομίου, που το όνομά του ήταν Θώνις.

α[2.114.1] Όταν τα άκουσε αυτά ο Θώνις, στέλνει με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα στη Μέμφιδα, στον Πρωτέα, μήνυμα που έλεγε τα εξής: [2.114.2] «Ήρθε ένας ξένος, Τευκρός στην καταγωγή, που όμως στην Ελλάδα έκανε ανόσια πράξη, ξεμυάλισε δηλαδή τη γυναίκα του ανθρώπου που τον φιλοξενούσε και έφυγε αρπάζοντάς την μαζί με πολλά πλούτη, αλλά οι άνεμοι τον έριξαν στη χώρα σου· τί να κάνουμε λοιπόν, να τον αφήσουμε να σαλπάρει απείραχτος ή να του πάρουμε τα όσα έφερε ερχόμενος;» [2.114.3] Απαντώντας σε αυτά ο Πρωτεύς στέλνει μήνυμα και λέει τα εξής: «Τον άνθρωπο αυτόν, που έπραξε ανόσια σε βάρος εκείνου που τον φιλοξενούσε, όποιος κι αν είναι, να τον πιάσετε και να μου τον φέρετε εμένα, να δω τί έχει να πει».

α[2.115.1] Μόλις τα άκουσε αυτά ο Θώνις, πιάνει τον Αλέξανδρο, του κάνει κατάσχεση στα πλοία και ύστερα τον ανεβάζει στη Μέμφιδα, αυτόν, την Ελένη, τους θησαυρούς, αλλά και τους ικέτες μαζί· [2.115.2] μόλις λοιπόν έφτασαν όλοι εκεί, ρώτησε ο Πρωτεύς τον Αλέξανδρο ποιός είναι και από πού έρχεται. Αυτός πάλι ανέφερε για τη γενιά του, είπε το όνομα της πατρίδας του και περιέγραψε το ταξίδι του, από πού ερχόταν. [2.115.3] Ύστερα ο Πρωτεύς τον ρώτησε από πού είχε πάρει την Ελένη· και όταν ο Αλέξανδρος άρχισε να τα στρίβει στην κουβέντα και να μη λέει την αλήθεια, μπήκαν στη μέση εκείνοι που είχαν καταφύγει ικέτες στον ναό και εξιστόρησαν όλα τα σχετικά με την αδικία. [2.115.4] Στο τέλος ο Πρωτεύς τούς ανακοίνωσε την απόφασή του λέγοντας ότι, «εγώ, αν δεν το θεωρούσα πολύ σπουδαίο πράγμα να μη σκοτώνω κανέναν από τους ξένους όσοι παρασύρονται από τους ανέμους και έρχονται στη χώρα μου, θα σε τιμωρούσα ο ίδιος για λογαριασμό του Έλληνα, εσένα, παλιάνθρωπε, που σε φιλοξένησαν κι εσύ έκανες πράξη ανοσιότατη, έσμιξες με τη γυναίκα του ανθρώπου που σε φιλοξενούσε· και μάλιστα, δεν σου έφτασε αυτό, παρά την ξεσήκωσες κιόλας, την έκλεψες και το έσκασες παίρνοντάς την μαζί σου. [2.115.5] Και δεν σου έφτασε ούτε αυτό, αλλά έγδυσες και το σπίτι του ανθρώπου και μας κουβαλήθηκες. [2.115.6] Τώρα λοιπόν επειδή το θεωρώ σπουδαίο πράγμα να μην σκοτώσω ξένον, τη γυναίκα τούτη και τους θησαυρούς δεν θα σου επιτρέψω να τα πάρεις και να φύγεις αλλά θα τα φυλάξω εγώ για τον Έλληνα ξένο ώσπου να θελήσει να έρθει ο ίδιος να τα πάρει· όσο για σένα τον ίδιο και τους συνταξιδιώτες σου, σας προειδοποιώ, μέσα σε τρεις ημέρες να φύγετε από τη χώρα μου και να αρμενίσετε για αλλού, διαφορετικά θα έχετε τη μεταχείριση εχθρών».

α[2.116.1] Έτσι λοιπόν μου είπαν οι ιερείς ότι έγινε ο ερχομός της Ελένης στον Πρωτέα. Μου φαίνεται μάλιστα ότι αυτή την ιστορία τη γνώριζε και ο Όμηρος· αλλά δεν ταίριαζε τόσο πολύ με το έπος όσο η άλλη που χρησιμοποίησε, γι᾽ αυτό και την έκανε πέρα, δείχνοντας ωστόσο ότι την ήξερε και τούτη την ιστορία. [2.116.2] Αυτό φαίνεται από τα όσα παρεμβάλλει στην Ιλιάδα (και πουθενά αλλού δεν υπαναχωρεί) ως προς την περιπλάνηση του Αλεξάνδρου, ότι δηλαδή παρασύρθηκε κουβαλώντας μαζί του την Ελένη, και εκτός από τους άλλους τόπους όπου περιπλανήθηκε, έφτασε και στη Σιδώνα της Φοινίκης. [2.116.3] Το μνημονεύει αυτό στη «Διομήδους αριστεία», όπου οι στίχοι λένε τα εξής:
όπου τα πέπλα βρίσκονταν τα ξομπλιασμένα, έργα
των Σιδωνίων γυναικών που από τη Σιδώνα
τις έφερε ο Αλέξανδρος ο θεϊκός ο ίδιος
στα πλάτη αρμενίζοντας της θάλασσας, στη ρότα
οπούθε την αρχοντοπούλα έφερε Ελένη.
[2.116.4] [Το μνημονεύει μάλιστα και στην Οδύσσεια, στους ακόλουθους στίχους:
Τέτοια είχε φάρμακα καλά του Δία η θυγατέρα,
σοφά, που της τα χάρισε του Θώνα η γυναίκα,
η Πολυδάμνα, Αιγύπτια — εκεί η γης η πλούσια
φάρμακα βγάζει ένα σωρό, οπού πολλά καλά είναι,
κι άλλα πολλά φαρμακερά, όλα ανακατεμένα.
[2.116.5] Ο Μενέλαος πάλι λέει τα εξής στον Τηλέμαχο:
Στην Αίγυπτο με κράτησαν, ενώ για δω κινούσα,
οι θεοί, τι δεν τους έκανα πρεπούμενες θυσίες.]

"

α[2.117.1] Από αυτούς τους στίχους και από αυτή την περικοπή φαίνεται και με το παραπάνω ότι τα Κύπρια Έπη δεν είναι του Ομήρου αλλά κάποιου άλλου· γιατί στα Κύπρια Έπη λέγεται ότι ο Αλέξανδρος κουβαλώντας την Ελένη έφθασε από τη Σπάρτη στο Ίλιο σε τρεις ημέρες, χάρη στον ευνοϊκό άνεμο και στη γαλήνια θάλασσα· στην Ιλιάδα ωστόσο λέγεται ότι περιπλανήθηκε κουβαλώντας την Ελένη. Ας είναι όμως — αρκετά με τον Όμηρο και τα Κύπρια Έπη.

α[2.118.1] Ρώτησα ωστόσο τους ιερείς αν τα όσα λένε οι Έλληνες ότι έγιναν στο Ίλιο είναι κούφια λόγια ή όχι, και αυτοί μου απάντησαν τα εξής, από πληροφορίες, μου είπαν, που τις ήξεραν από τον ίδιο τον Μενέλαο: [2.118.2] μετά την αρπαγή της Ελένης έφτασε στην Τευκρίδα πολύς ελληνικός στρατός για να βοηθήσει τον Μενέλαο, και αφού αποβιβάστηκε ο στρατός στην στεριά και στρατοπέδευσε, έστειλε στο Ίλιο αγγελιαφόρους και μαζί τους πήγε και ο Μενέλαος. [2.118.3] Πέρασαν λοιπόν τα τείχη οι αγγελιαφόροι και ζήτησαν πίσω την Ελένη και τους θησαυρούς που ο Αλέξανδρος είχε κλέψει φεύγοντας, καθώς και αποζημίωση για τις αδικοπραγίες· οι Τευκροί όμως, και τότε και αργότερα, και με όρκο και χωρίς όρκο, είπαν το ίδιο πράγμα, ότι δηλαδή την Ελένη δεν την είχαν αυτοί ούτε τους θησαυρούς, αλλά ότι όλα βρίσκονται στην Αίγυπτο και ότι δεν ήταν δίκαιο να θεωρούνται υπόλογοι για πράγματα που κρατούσε ο Πρωτεύς, ο βασιλιάς της Αιγύπτου. [2.118.4] Οι Έλληνες όμως νόμισαν ότι τους κοροϊδεύουν και έστησαν πολιορκία, ώσπου πήραν την πόλη· πέρασαν ωστόσο τα τείχη και η Ελένη δεν φαινόταν πουθενά, μόνο άκουγαν πάλι οι Έλληνες τα όσα τους είχαν πει παλιότερα, και έτσι πίστεψαν στα πρώτα εκείνα λόγια και έστειλαν τον ίδιο τον Μενέλαο στον Πρωτέα.

α[2.119.1] Έφτασε λοιπόν ο Μενέλαος στην Αίγυπτο, ανέβηκε από τον ποταμό στη Μέμφιδα, είπε πώς είχε η υπόθεση, συνάντησε λαμπρή φιλοξενία και πήρε πίσω την Ελένη σώα και αβλαβή και μαζί όλους τους θησαυρούς του. [2.119.2] Μολονότι όμως του φέρθηκαν μ᾽ αυτόν τον τρόπο, ο Μενέλαος φάνηκε άδικος στους Αιγυπτίους, γιατί ξεκίνησε να φύγει και τον εμπόδισε ενάντιος άνεμος, και επειδή το πράγμα παρατραβούσε, αυτός σκαρφίστηκε τούτη την ανόσια πράξη: [2.119.3] πήρε δύο παιδιά ντόπιων γονέων και τα θυσίασε· όταν όμως μαθεύτηκε ότι έκανε τέτοιο πράγμα, τον μίσησαν και τον καταδίωξαν, και αυτός έφυγε γρήγορα με τα πλοία του ίσα για τη Λιβύη. Πού πήγε ο Μενέλαος ύστερα, οι Αιγύπτιοι δεν ήξεραν να πουν, μου είπαν πάντως ότι ένα μέρος από αυτά τα ήξεραν από πληροφορίες, αλλά για τα όσα είχαν γίνει στον τόπο τους, μιλούσαν έχοντας σίγουρη γνώση.

α[2.120.1] Αυτά λοιπόν μου είπαν οι ιερείς των Αιγυπτίων, και όσο για μένα συντάσσομαι με την ιστορία που μου αφηγήθηκαν για την Ελένη, γιατί σκέπτομαι ως εξής: αν η Ελένη βρισκόταν στο Ίλιο, θα την έδιναν πίσω στους Έλληνες, ήθελε δεν ήθελε ο Αλέξανδρος. [2.120.2] Γιατί βέβαια δεν ήταν τόσο τρελός ο Πρίαμος ούτε οι άλλοι οι προσκείμενοι σ᾽ αυτόν ώστε να θέλουν να κινδυνέψουν και οι ίδιοι και τα παιδιά τους και η πόλη τους μόνο και μόνο για να συζεί ο Αλέξανδρος με την Ελένη. [2.120.3] Αλλά ακόμη και αν έτσι σκέπτονταν τα πρώτα χρόνια, όταν ύστερα τόσοι και τόσοι χάνονταν όποτε συμπλέκονταν με τους Έλληνες, και από τους άλλους Τρώες αλλά και από του Πριάμου τα παιδιά, όταν δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει μάχη και να μη σκοτωθούν δύο, τρία ή και περισσότερα —αν βέβαια μπορεί κανείς να μιλήσει βασιζόμενος στους ποιητές— όταν τέτοια πράγματα συνέβαιναν, εγώ τουλάχιστον έχω τη γνώμη ότι ακόμη και αν ο ίδιος ο Πρίαμος συζούσε με την Ελένη, πάλι θα την έδινε πίσω στους Αχαιούς αν ήταν να γλιτώσει από τις συμφορές που τον είχαν βρει. [2.120.4] Άλλωστε, η βασιλεία δεν επρόκειτο να περιέλθει στον Αλέξανδρο ώστε να κάνει αυτός κουμάντο επειδή ο Πρίαμος ήταν πολύ γέρος, αλλά μετά τον θάνατο του Πριάμου θα την έπαιρνε ο Έκτωρ, που ήταν μεγαλύτερος και πιο άνδρας από τον Αλέξανδρο και που δεν του ταίριαζε να επιτρέπει στον αδελφό του να κάνει τις αδικίες του, όταν μάλιστα εξαιτίας του τόσο μεγάλες συμφορές είχαν βρει και τον ίδιο τον Έκτορα και όλους τους άλλους Τρώες. [2.120.5] Αλλά την Ελένη δεν την είχαν για να τη δώσουν, και οι Έλληνες δεν τους πίστευαν ότι λένε την αλήθεια, επειδή —για να εκφράσω τη δική μου γνώμη τουλάχιστον— ο θεός τα είχε κανονίσει να αφανιστούν εντελώς για να κάνουν έτσι φανερό στους ανθρώπους ότι για τις μεγάλες αδικίες μεγάλες είναι και οι τιμωρίες από τους θεούς. Τα όσα είπα πάντως είναι δική μου άποψη.

 

Μετάφραση: Η. Σπυρόπουλος, Πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα