01 παῦ (παύομαι,
β' ενικό αορίστου) πρὶν ὀργῆς κἀμὲ μεστῶσαι λέγων 02 κεί (κεῖμαι,
γ' ενικό ενεστώτα) δὲ νῦν ταῦτα τῷ λόγῳ; 03 Ἀλλά, ὦ ἀγαθέ, ἐμοὶ
πείθ (πείθομαι,
β' ενικό ενεστώτα) 04 Τοιοῦτος γίγν (γίγνομαι,
β' ενικό ενεστώτα), περὶ τοὺς γονεῖς. 05 Πάντες οἱ λησταὶ
πεφονεύ (φονεύομαι,
γ' πληθ. παρακειμένου) 06 ἀλλὰ τοὺς ἐφ’ ὑμῶν αὐτῶν ἀναλογί (ἀναλογίζομαι,
β' πληθ. αορίστου) 07 εἰ δὲ μή, σκε (σκέπτομαι,
γ' πληθ. αορίστου) Εὐθυκράτη καὶ Λασθένη 08 ἐμοὶ μὲν δὴ μέχρι
τούτου γραφ (γράφομαι,
γ' ενικό ενεστώτα) 09 πείθε (πείθομαι,
β' πληθ. ενεστώτα) τοῖς τῶν γερόντων λόγοις. 10 Μὴ οἴ (οἴομαι,
β' ενικό ενεστώτα) τὰ ὅπλα παραδώσειν βασιλεῖ. |