Ο Αριστοτέλης δεν διαφοροποιείται από τη βασική ιδέα του πρωταγόρειου μύθου: η δημιουργία της πολιτικής κοινωνίας είναι αποτέλεσμα μιας φυσικής εξελικτικής πορείας, που απέβλεπε τόσο στην επιβίωση όσο και στην ευτυχία των ανθρώπων και ουσιαστική, δομική προϋπόθεση για τη δημιουργία των πόλεων αλλά και την αντοχή τους μέσα στον χρόνο είναι το αίσθημα του δικαίου και οι θεσμοί εύρεσης και πραγμάτωσής του μέσα στις πόλεις. Στο πλαίσιο αυτό, τονίζει ο φιλόσοφος, οι πανάρχαιοι ιδρυτές των διαφόρων πόλεων, για τους οποίους καθεμιά είχε τις δικές της μυθολογικές παραδόσεις, λειτούργησαν ως καταλύτης της φυσικής εξέλιξης.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
Φύσει μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν [: την πόλιν]· ὁ δὲ πρῶτος συστήσας μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος. Ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτιστον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ δίκης χείριστον πάντων. Χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα ὅπλα· ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ ἀρετῇ, οἷς ἐπὶ τἀναντία ἔστι χρῆσθαι μάλιστα. Διὸ ἀνοσιώτατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἐδωδὴν χείριστον. Ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν· ἡ γὰρ δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις.
Φυσική, επομένως, είναι η ορμή που σπρώχνει όλους τους ανθρώπους σ' αυτή την κοινωνία. Κι εκείνος που τη σύστησε πρώτος έγινε αιτία των μεγαλυτέρων αγαθών. Γιατί, αν ο άνθρωπος είναι το ανώτερο από τα όντα, όταν φθάσει στην τελειότητά του, έτσι κι όταν διακόπτει κάθε σχέση με το νόμο και τη δικαιοσύνη, γίνεται το χειρότερο απ' όλα. Γιατί η αδικία είναι ανυπόφορη όταν διαθέτει όπλα, και ο άνθρωπος γεννιέται έχοντας όπλα την φρόνηση και την αρετή, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει και για αντίθετους σκοπούς. Γι' αυτό ο χωρίς αρετή άνθρωπος είναι το πιο ανόσιο, το πιο άγριο ον, και το πιο επιρρεπές στις ερωτικές ηδονές και τη λαιμαργία. Η δικαιοσύνη είναι πολιτική αξία και αποτελεί κανόνα της κοινωνίας. Και η ορθή εφαρμογή της καθορίζει τι είναι δίκαιο. (μετάφραση Β. Μοσκόβης) |
Αφ' ενός λοιπόν φύσει υπάρχει εις τον άνθρωπον η προς την τοιαύτην κοινωνίαν ενόρμησις, αφ' έτερου δε μεγίστων αγαθών αίτιος κατέστη ο πρώτος συστήσας ταύτην. διότι ο άνθρωπος, ως ακριβώς είναι το υπεροχότερον των ζώων εάν τελειοποιηθεί, ούτω και εάν αποχωρισθεί «νόμου» και «δίκης» αποβαίνει το χείριστον όλων. Τούτο δε διότι κατ' εξοχήν φοβερά είναι η έχουσα όπλα αδικία, ο δε άνθρωπος γεννάται έχων εκ φύσεως όπλα, όπως μεταχειρισθεί ταύτα επί φρονήσει και αρετή, τα οποία όμως δύναται και διά τα άκρως αντίθετα να χρησιμοποιήσει. Διό και ο άνευ αρετής άνθρωπος είναι το ανοσιότατον και αγριότατον των όντων και ως προς τα αφροδίσια και την λαιμαργίαν το χείριστον. Απ' εναντίας, στοιχείον της πολιτείας είναι η δικαιοσύνη· διότι τάξις της πολιτειακώς οργανωμένης κοινωνίας είναι η «δίκη»· «δίκης» δε είναι η εν πάση περιπτώσει διακρίβωσις του δικαίου. (μετάφραση Π. Λεκατσάς) |
φύσει: Όπως θα δούμε στη 16η Διδακτική Ενότητα, τόσο η κοινωνικότητα του ανθρώπου όσο και η σύσταση της πόλεως ανάγονται στη φύση, είναι φυσικά φαινόμενα.
τελειοῦμαι (τέλος): Με τον όρο τέλος ο Αριστοτέλης δηλώνει τον απώτερο σκοπό, τον λόγο, μιας σειράς ενεργειών ή την ολοκληρωμένη μορφή προς την πραγμάτωση της οποίας τείνει ένα ον. Έτσι, το τέλος δεν είναι αποτελείωμα αλλά τελείωση, ολοκλήρωση (βλ. και το εισαγωγικό σημείωμα της 16ης Διδακτικής Ενότητας). Ο άνθρωπος τελειοῦται, όταν ολοκληρώσει τη σωματική και πνευματική του ανάπτυξη και φτάσει στην πληρότητα των δυνατοτήτων του. Τότε μόνο μπορεί να πετύχει την ευτυχία.
Βλ. Ἠθικὰ Μεγάλα, 1.4.5, 1185a1-4: «Αφού, πάλι, η ευτυχία είναι τέλειο αγαθό και τελικός στόχος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι και ο άνθρωπος που θα την έχει θα είναι τέλειος - ολοκληρωμένος (την ευτυχία δεν θα την έχει ένα παιδί, ούτε υπάρχει παιδί ευτυχισμένο, αλλά θα την έχει ο ενήλικος, για τον λόγο ότι αυτός είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος)» (μετάφραση Β. Μπετσάκος). Ασφαλώς και δεν αποστερεί ο Αριστοτέλης τη δυνατότητα της ευτυχίας από το παιδί· δεν λέει πως δεν υπάρχουν παιδιά ευτυχισμένα! Αυτό που ο φιλόσοφος αρνείται στην παιδική ηλικία είναι η ευτυχία στην ολοκληρωμένη της μορφή, η ευτυχία ενός ενήλικου· αυτήν και μόνο αυτήν δεν μπορούν να έχουν τα παιδιά.
φρόνησις: Εδώ σημαίνει τη διανοητική ικανότητα του ανθρώπου στο σύνολό της. Ο όρος, δηλαδή, δεν έχει την ειδική σημασία της πρακτικής σοφίας, της ικανότητας να παίρνει ο άνθρωπος τις σωστές αποφάσεις σε καθημερινά συμβάντα της ζωής του. Με αυτή την ειδικότερη σημασία χρησιμοποιεί συχνά ο Αριστοτέλης τον όρο φρόνησις στα Ἠθικὰ Νικομάχεια, όπως θα δούμε στη 12η Διδακτική Ενότητα.
φύεται ἀρετῇ: Η φράση δεν σημαίνει ότι η αρετή είναι έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα και τις προϋποθέσεις να την αποκτήσει, ίσως και έχει μια έμφυτη τάση προς αυτήν.
Ενδεικτικές δραστηριότητες
Α. Τι λέει το κείμενο;
Β. Ας εμβαθύνουμε στο νόημα του κειμένου
Γ. Για τη γλώσσα του κειμένου
1. ΝΙΚΟΛΟ ΜΑΚΙΑΒΕΛΙ Ο Ηγεμόνας, 15 - 2 |
Ο Ιταλός συγγραφέας και πολιτικός Niccolo Machiavelli (1469-1527), σε ένα από τα πιο διάσημα έργα της παγκόσμιας γραμματείας, τον Ηγεμόνα (γραμμένο το 1513), δίνει συμβουλές στον επίδοξο πολιτικό ηγέτη. Σε μια τέτοια ρεαλιστική πολιτική τέχνη δεν έχουν θέση όσα έγραψαν, αρχαίοι και μεσαιωνικοί συγγραφείς, για ιδανικές πολιτείες και για τον καθορισμό της πολιτικής από την ηθική.
Μένει τώρα να δούμε ποιοι πρέπει να είναι οι τρόποι και η συμπεριφορά ενός ηγεμόνα προς τους υπηκόους του και τους φίλους του. Και επειδή ξέρω ότι πολλοί έχουν γράψει γι' αυτό το θέμα, φοβούμαι μήπως, γράφοντας κι εγώ, θεωρηθώ φαντασμένος, μια και, ιδιαίτερα κατά την εξέταση του εν λόγω ζητήματος, απομακρύνομαι από τις αρχές των άλλων. Καθώς πρόθεσή μου είναι να γράψω κάτι χρήσιμο γι' αυτόν που καταλαβαίνει, μου φάνηκε ορθότερο να φτάσω μέχρι την πραγματική αλήθεια του πράγματος παρά να μείνω στη φανταστική. Πολλοί έπλασαν με τη φαντασία τους δημοκρατίες και ηγεμονίες, που ποτέ κανείς δεν τις είδε ούτε έμαθε πως υπάρχουνε στ' αλήθεια. Γιατί η απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στο πώς ζούμε και στο πώς θα έπρεπε να ζούμε είναι τόσο μεγάλη, ώστε όποιος αφήνει αυτό που γίνεται για εκείνο που θα έπρεπε να γίνεται, προετοιμάζει την καταστροφή του μάλλον παρά τη σωτηρία του: γιατί ένας άνθρωπος που θέλει να φανεί σ' όλα καλός, εύλογο είναι να καταστρέφεται ανάμεσα σε τόσους που δεν είναι καλοί. Γι' αυτό είναι απαραίτητο σ' έναν ηγεμόνα, εφόσον επιθυμεί να κρατηθεί στην εξουσία, να μάθει να μπορεί να μην είναι καλός και να χρησιμοποιεί ή όχι τη γνώση αυτή ανάλογα με την ανάγκη.
(μετάφραση Ζ. Ζωγραφίδου)
2. ΤΟΜΑΣ ΧΟΜΠΣ Περί του πολίτη, 1.2 |
Ο Χομπς στο έργο του Περί του πολίτη ή Φιλοσοφικά στοιχεία για την κυβέρνηση και την πολιτική κοινωνία (1651) εκθέτει την πολιτική του σκέψη, προσπαθώντας να θεμελιώσει θεωρητικά το νεότερο αστικό κράτος και τη νομιμότητα της κρατικής εξουσίας πάνω σε μια νέα σύλληψη του δικαίου. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή αντίληψη, περιγράφει συχνά τον άνθρωπο σαν ένα εγωιστικό πλάσμα που χαρακτηρίζεται από έλλειψη κοινωνικότητας, συμπόνοιας και αλτρουιστικής διάθεσης.
Το μεγαλύτερο μέρος εκείνων που έχουν συγγράψει οτιδήποτε σχετικά με τις πολιτικές κοινότητες είτε υποθέτουν ότι πιστεύουμε είτε απαιτούν από εμάς να πιστέψουμε είτε μας παρακαλούν να πιστέψουμε ότι ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα εκ φύσεως κατάλληλο για την κοινωνία· οι Έλληνες τον ονομάζουν ζώον πολιτικόν, και πάνω σε αυτή τη βάση κατασκευάζουν τη θεωρία τους για την πολιτική κοινωνία, λες και για τη διατήρηση της ειρήνης και τη διακυβέρνηση της ανθρωπότητας δεν απαιτείτο τίποτε άλλο, παρά μόνο να συμφωνήσουν οι άνθρωποι να συνάψουν από κοινού ορισμένες συμφωνίες και να θέσουν όρους, τους οποίους στη συνέχεια θα πρέπει οι ίδιοι να αποκαλούν νόμους. Το συγκεκριμένο αξίωμα, αν και έγινε αποδεκτό από τους περισσότερους, εντούτοις είναι εσφαλμένο· πρόκειται για ένα σφάλμα που δημιουργείται από την επιπόλαιη μελέτη της ανθρώπινης φύσης. Γιατί όσοι εξετάσουν με πιο ενδελεχή τρόπο τις αιτίες για τις οποίες οι άνθρωποι συναθροίζονται και απολαμβάνουν τη μεταξύ τους συναναστροφή, θα διαπιστώσουν εύκολα ότι αυτό δεν συμβαίνει επειδή δεν θα μπορούσε εκ φύσεως να συμβεί διαφορετικά, αλλά από σύμπτωση γιατί αν ένας άνθρωπος εκ φύσεως αγαπούσε κάποιον άνθρωπο ως άνθρωπο, δεν θα μπορούσε να απαντηθεί το γιατί κάθε άνθρωπος να μην αγαπά εξίσου κάθε άνθρωπο, σαν ίσο άνθρωπο, ή γιατί να συναναστρέφεται περισσότερο εκείνους των οποίων η συντροφιά τού εξασφαλίζει τιμή ή όφελος. Επομένως, δεν αναζητούμε εκ φύσεως την καθαυτό συντροφιά, αλλά την αναζητούμε επειδή μπορεί να αποκομίσουμε κάποια τιμή ή όφελος από αυτή.
(μετάφραση Η. Βαβούρας & Ε. Φιριπή)
3. ΤΖΟΝ ΛΟΚ Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως, VIII 95 |
Ο Άγγλος φιλόσοφος John Locke (1632-1704), πατέρας του πολιτικού φιλελευθερισμού, εισηγήθηκε μία θεωρία κοινωνικού συμβολαίου. Στη Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως: Δοκίμιο με θέμα την αληθινή αρχή, την έκταση και τον σκοπό της πολιτικής εξουσίας (1689) εκτιμά ότι, παρόλο που η ανθρώπινη φύση είναι έλλογη και ανεκτική, ο φυσικός νόμος δεν επαρκεί για την προστασία της περιουσίας και της ελευθερίας των ατόμων και έτσι προκύπτει η ανάγκη για τη συγκρότηση της πολιτικής κοινωνίας. Εισερχόμενο σε αυτήν, το άτομο αποδέχεται να συμμορφωθεί προς τους κανόνες και τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, η οποία πρέπει να κυριαρχεί, για πρακτικούς λόγους.
Επειδή οι άνθρωποι είναι, όπως ελέχθη, εκ φύσεως ελεύθεροι, ίσοι και ανεξάρτητοι, κανένας δεν μπορεί να τεθεί έξω από αυτή την κατάσταση και να υπαχθεί στην πολιτική εξουσία κάποιου άλλου, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Ο μόνος τρόπος, με τον οποίο οιοσδήποτε απεκδύεται της φυσικής του ελευθερίας και αναδέχεται τα δεσμά της πολιτικής κοινωνίας είναι η σύναψη συμφωνίας με άλλους ανθρώπους για να συνενωθούν και να συμπήξουν μία κοινότητα, ούτως ώστε να κατορθώσουν να ζουν με άνεση, ασφάλεια και ειρήνη αναμεταξύ τους, έχοντας εξασφαλίσει την απόλαυση των ιδιοκτησιών τους και μεγαλύτερη ασφάλεια έναντι όσων δεν μετέχουν στην κοινότητά τους. Αυτό μπορεί να το πράξει οποιοσδήποτε αριθμός προσώπων, διότι δεν πλήττει την ελευθερία των υπολοίπων· αυτοί παραμένουν, όπως και προηγουμένως, στην ελευθερία της φυσικής καταστάσεως. Οταν άνθρωποι ανεξαρτήτως αριθμού έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους στη δημιουργία μιας κοινότητας ή κυβερνήσεως, συσσωματώνονται έτσι αμέσως και δημιουργούν ένα πολιτικό σώμα, στο οποίο η πλειοψηφία έχει το δικαίωμα να δρα και να καθορίζει τα υπόλοιπα ζητήματα.
(μετάφραση Π. Κιτρομηλίδης)
Ενδεικτική δραστηριότητα
Τα παραπάνω κείμενα ασκούν κριτική στη θεωρία του Αριστοτέλη ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ον. Αφού τα μελετήσετε προσεκτικά, να παρουσιάσετε συνοπτικά τις παραπάνω απόψεις και να διατυπώσετε τη γνώμη σας σχετικά με την κριτική αυτή.
1. ΠΛΑΤΩΝ Λάχης 190b-d |
Αφορμή του διαλόγου του Πλάτωνα Λάχης είναι η πρόσκληση που απηύθυναν δύο γονείς, ο Λυσίμαχος και ο Μελησίας, στους διάσημους Αθηναίους Νικία και Λάχη να παρακολουθήσουν μαζί μια επίδειξη οπλομαχίας και να τους συμβουλευτούν αν τέτοια θεάματα είναι χρήσιμα για την αγωγή των νεαρών γιων τους. Στη συζήτηση καλείται να συμμετάσχει και ο Σωκράτης που έχει επιστρέψει από τη μάχη του Δηλίου, όπου διακρίθηκε για την ανδρεία του.
Σωκράτης: Oὐκοῦν, ὦ Λάχης, καὶ νῦν ἡμᾶς τώδε παρακαλεῖτον εἰς συμβουλήν, τίν’ ἂν τρόπον τοῖς ὑέσιν αὐτῶν ἀρετὴ παραγενομένη ταῖς ψυχαῖς ἀμείνους ποιήσειε;
Λάχης: Πάνυ γε.
Σωκρ.: Ἆρ’ οὖν ἡμῖν τοῦτό γ’ ὑπάρχειν δεῖ, τὸ εἰδέναι ὅτι ποτ’ ἔστιν ἀρετή; εἰ γάρ που μηδ’ ἀρετὴν εἰδεῖμεν τὸ παράπαν ὅτι ποτε τυγχάνει ὄν, τίν’ ἂν τρόπον τούτου σύμβουλοι γενοίμεθ’ ἂν ὁτῳοῦν, ὅπως ἂν αὐτὸ κάλλιστα κτήσαιτο;
Λάχης: Οὐδένα, ἔμοιγε δοκεῖ, ὦ Σώκρατες.
Σωκρ.: Φαμὲν ἄρα, ὦ Λάχης, εἰδέναι αὐτὸ ὅτι ἔστιν.
Λάχης: Φαμὲν μέντοι.
Σωκρ.: Οὐκοῦν ὅ γε ἴσμεν, κἂν εἴποιμεν δήπου τί ἐστιν.
Λάχης: Πῶς γὰρ οὔ;
Σωκρ.: Μὴ τοίνυν, ὦ ἄριστε, περὶ ὅλης ἀρετῆς εὐθέως σκοπώμεθα –πλέον γὰρ ἴσως ἔργον– ἀλλὰ μέρους τινὸς πέρι πρῶτον ἴδωμεν εἰ ἱκανῶς ἔχομεν πρὸς τὸ εἰδέναι: καὶ ἡμῖν, ὡς τὸ εἰκός, ῥᾴων ἡ σκέψις ἔσται.
Λάχης: Ἀλλ’ οὕτω ποιῶμεν, ὦ Σώκρατες, ὡς σὺ βούλει.
® Λεξιλόγιο τώδε παρακαλεῖτον = (δυικός αριθμός) οἵδε παρακαλοῦσι
Ενδεικτικές δραστηριότητες
2. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ Νικοκλῆς ἢ Κύπριοι, 5-7 |
Ο Νικοκλής, γιος του Ευαγόρα Α', ήταν βασιλιάς της αρχαίας Σαλαμίνας στην Κύπρο (374-361 π.Χ.). Στον ομώνυμο λόγο του ο Ισοκράτης εμφανίζει τον Νικοκλή να απευθύνει παραινέσεις στον λαό του. Στο απόσπασμα τονίζεται ότι η λογική αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση της ηθικότητας.
Τοῖς μὲν γὰρ ἄλλοις οἷς ἔχομεν οὐδὲν τῶν ἄλλων ζῴων διαφέρομεν, ἀλλὰ πολλῶν καὶ τῷ τάχει καὶ τῇ ῥώμῃ καὶ ταῖς ἄλλαις εὐπορίαις καταδεέστεροι τυγχάνομεν ὄντες· ἐγγενομένου δ’ ἡμῖν τοῦ πείθειν ἀλλήλους καὶ δηλοῦν πρὸς ἡμᾶς αὐτοὺς περὶ ὧν ἂν βουληθῶμεν, οὐ μόνον τοῦ θηριωδῶς ζῆν ἀπηλλάγημεν, ἀλλὰ καὶ συνελθόντες πόλεις ᾠκίσαμεν καὶ νόμους ἐθέμεθα καὶ τέχνας εὕρομεν, καὶ σχεδὸν ἅπαντα τὰ δι’ ἡμῶν μεμηχανημένα λόγος ἡμῖν ἐστιν ὁ συγκατασκευάσας. Οὗτος γὰρ περὶ τῶν δικαίων καὶ τῶν ἀδίκων καὶ τῶν αἰσχρῶν καὶ τῶν καλῶν ἐνομοθέτησεν· ὧν μὴ διαταχθέντων οὐκ ἂν οἷοί τ’ ἦμεν οἰκεῖν μετ’ ἀλλήλων. Τούτῳ καὶ τοὺς κακοὺς ἐξελέγχομεν καὶ τοὺς ἀγαθοὺς ἐγκωμιάζομεν. Διὰ τούτου τούς τ’ ἀνοήτους παιδεύομεν καὶ τοὺς φρονίμους δοκιμάζομεν· τὸ γὰρ λέγειν ὡς δεῖ τοῦ φρονεῖν εὖ μέγιστον σημεῖον ποιούμεθα, καὶ λόγος ἀληθὴς καὶ νόμιμος καὶ δίκαιος ψυχῆς ἀγαθῆς καὶ πιστῆς εἴδωλόν ἐστιν.
Ενδεικτικές δραστηριότητες
τις δ. προτάσεις εδώ
τα είδη των προτάσεων εδώ
τις δ. προτάσεις εδώ
το έναρθρο - άναρθρο, ειδικό - τελικό απαρέμφατο εδώ
τη σύνταξη του απαρέμφατου (ταυτοπροσωπία - ετεροπροσωπία) εδώ
τους επιρρηματικούς προσδιορισμούς κατά σχέση εδώ
τους επιρρηματικούς προσδιορισμούς κατά τρόπο εκφοράς εδώ
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ |
Κατά πόσο ο πρωταγόρειος μύθος συμφωνεί με τη δική σου αντίληψη για την κοινωνία που ζεις και τη θέση σου μέσα σ' αυτήν; |