Παίξτε το παιχνίδι μας

enter

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

    

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

    

 

 

Τουρκοκρατία (1645-1899)

 

 

 

 

Ελλειψοειδής επεξήγηση: Λίγο μπερδεμένα μου φαίνονται αυτά
            

 

 

                    

 

Ελλειψοειδής επεξήγηση: -Οι νέοι κατακτητές, οι Τούρκοι, τις πρώτες  μέρες παρουσιάστηκαν σαν ελευθερωτές. Ήρθαν δηλαδή να ελευθερώσουν την Κρήτη από τους Βενετούς.

                                                         

                                              

 

 

 

Ελλειψοειδής επεξήγηση: Οι νέοι κατακτητές, οι Τούρκοι, τις πρώτες  μέρες παρουσιάστηκαν σαν ελευθερωτές. Ήρθαν δηλαδή να ελευθερώσουν την Κρήτη από τους Βενετούς.

           Ελλειψοειδής επεξήγηση: -    Σωστό μου φαίνεται αυτό.
 

Ελλειψοειδής επεξήγηση: Ναι, είναι, και πολύ μάλιστα. Οι Τούρκοι, λοιπόν, για ν' αποχτήσουν τη συμπάθεια των Ελλήνων, έδιωξαν τους Βενετούς ιερείς και μοίρασαν την περιουσία τους.  Όριζαν επίσης: «Να μην ενοχλείται κανείς στη θρησκεία, στην οποία ανήκε από τη γέννησή του».
 
                                              

 

Ελλειψοειδής επεξήγηση: Τι, έχουμε στην πόλη μας και μουσουλμανικό τζαμί;
 

 

Ελλειψοειδής επεξήγηση: Ναι, όμως αυτό δυστυχώς δε σημαίνει πως ήταν έτσι τα πράγματα. Έτσι επέτρεψαν μόνο σε δυο εκκλησίες να είναι χριστιανικές: των Αγ. Αναργύρων και του Αγ. Λουκά, εδώ στο νεκροταφείο, στη γειτονιά μας. Δεν επιτρεπόταν όμως να χτυπούν τις καμπάνες τους. Έχτισαν επίσης και δικές τους εκκλησιές, που τις ονομάζουν τζαμιά.
 

 

 

 

                                                                  

                                                     

 

Τουρκοκρατία (1645-1899)

 

 

 

Οι νέοι εισβολείς παρουσιάστηκαν, από τις πρώτες κιόλας μέρες της απόβασής τους, στον ντόπιο πληθυσμό ως ελευθερωτές, ζητώντας του παράλληλα υποταγή και να γίνει ραγιάς. Μετά την κατάληψη των Χανίων, οι Τούρκοι πρόσφεραν, σ’ όσους βοήθησαν στις επιδιορθώσεις των οχυρών, πενταετή απαλλαγή από το χαράτσι και υποσχέθηκαν στους χωρικούς κατάργηση της υπηρεσίας στις  γαλέρες.[1]

Ανασυστάθηκε η ορθόδοξης ιεραρχία στην Κρήτη και συνοδεύτηκε με τα προνόμια, που παραχωρούνταν, σύμφωνα με την τουρκική παράδοση, στους ορθόδοξους αρχιερείς. Η Εκκλησία ήταν η φυσική κεφαλή του υπόδουλου κλήρου και του λαού, στην οποία όφειλαν όλοι να υποτάσσον­ται. Τα προνόμια των αρχιερέων, πνευματικά, διοικητικά, δικαστικά και οικονομικά, κατοχυρώνονταν με το διοριστήριο έγγραφο της Υψηλής Πύλης (μπεράτι) και έπρεπε να είναι σεβαστά και από τους μουσουλμά­νους. Οι τουρκικές αρχές δεν είχαν το δικαίωμα να επεμβαίνουν στα έργα των αρχιερέων και των κατώτερων κληρικών. Το οικογενειακό δίκαιο των χριστιανών της Κρήτης (ζητήματα γάμων, διαζυγίων, κληρονομιών, δωρεών κ.λπ.) ρυθμιζόταν σύμφωνα με τους κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας και όχι σύμφωνα με τους μουσουλμανικούς νόμους. Τα πρόσωπα των αρχιερέων και των κληρικών γενικότερα ήταν απαραβίαστα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και οι σουλτανικές προστατευτι­κές διαταγές ήταν σαφείς: «να μην υφίσταται (ο μητροπολίτης), παρά τον νόμον, καταπιέσεις και επιθέσεις παρά των διοικητών, υποδιοικητών, σουμπασήδων, βοϊβόδα, ταμιών, εισπρακτόρων, αξιωματικών των χωρίων και λοιπών στρατιωτικών».[2] Αυτά όμως δεν εμπόδιζαν τους γενίτσαρους να βιαιοπρα­γούν, ακόμη και να φονεύουν ιερωμένους. Την ασφάλειά τους οι αρχιερείς και οι άλλοι κληρικοί εξαγόραζαν συνήθως με χρηματικά ποσά και δώρα.

Οι πρώτες δραστικές ενέργειες των Τούρκων έκαμαν τους αρχοντοβενετούς, που κατοικούσαν στις επαρχίες, να σπεύσουν να δηλώσουν πως αλλάζουν τη θρησκεία τους για να συγκρατήσουν τις περιουσίες τους και την καλοπέ­ρασή τους.[3] Στον εξισλαμισμό τους ακολούθησαν κι άλλοι με μικρότερη σημασία και ισχύ. Αμέσως μόλις δήλωναν αλλαγή θρησκείας, όχι μόνο ήταν ελεύθεροι στην εκ­μετάλλευση των κτημάτων τους, αλλά άρπαζαν και ό,τι εκλεκτό γειτονι­κό κτήμα ανήκε σε χριστιανούς. [4]

Ο B. Lucca, στα 1660, έγραφε: «Εξισλαμίζονται για να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής του. Ορισμένοι θέλουν μέσω του εξισλαμισμού τους να αποκτήσουν γη, άλλοι να πάρουν αμνηστεία, για κάποια πράξη τους, που θα επέφερε τιμωρία, άλλοι τέλος για να απαλλαγούν από  τους φόρους».[5]

Πολλοί απ’ αυτούς δέχτηκαν χωρίς πο­λύ συζήτηση την περιτομή τους, αμέσως μόλις έκαμαν τη δήλωσή τους. Ωστόσο η υποχρέωση της περιτομής, αργότερα, τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικες, ατόνησε.

Η θρησκευτική ζωή των μουσουλμάνων πλαισιώνεται με τον προσεταιρισμό ορισμένων χριστιανικών ναών που μετατρέπονται σε τεμένη, αλλά στις θρησκευτικές εκδηλώσεις δεν φαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε ιδιαίτερη δραστηριότητα γύρω από τη σχολαστική ισλαμική θεολογία ή τη νομολογία του Ισλάμ. Δεν φαίνεται επίσης να υπήρξε οποιοδήποτε φημισμένο Ισλαμικό κέντρο, στο νησί, που να θεωρείται σαν τόπος προσκυνήματος και να ελκύει μουσουλμάνους  έξω από την Κρήτη ή σαν τόπος μελέτης του Ισλάμ με  βιβλιοθήκες κ.λ.π., όπως συνέβαινε σε άλλα μέρη π.χ. στην Κύπρο.

Στην Κρήτη δεν έχουμε, επίσης, κανέναν εξισλαμισθέντα που να φροντίζει για επισκευή ή ανέγερση τεμένους, παρά το γεγονός ότι αυτό θεωρείται ύψιστη αρετή από τους μουσουλμάνους. Λέξεις παρμένες από τη θρησκευτική ζωή, που δεσπόζει σε όλες τις εκδηλώσεις των μουσουλμάνων λείπουν στην Κρήτη ή είναι ελάχιστες. Στην Κρήτη επίσης υπάρχουν μόνο ελάχιστα  υπολείμματα ισλαμικής τέχνης.

Τα στοιχεία αυτά δεικνύουν ότι οι εξισλαμισθέντες Κρητικοί δεν είχαν καμιά τελετουργική σχέση με τη θρησκεία που εδέχοντο. Οι Τουρκοκρήτες θύμιζαν «μεταμφιεσμένους Έλληνες»[6] που δεν έμοιαζαν στις συνήθειές τους με τους Τούρκους της Κωνσταντινούπολης. Για το λόγο αυτό οι γνήσιοι Τούρκοι  τους αντιμετώπιζαν με αντιπάθεια και οι χριστιανοί μιλούσαν γι’ αυτούς υποτιμητικά. Ο Ι.Κονδυλάκης στους Τουρκοκρητικούς, αναφέρει: «Οι γνήσιοι τούρκοι ουδέποτε είχον εις υπόληψιν τους τουρκοκρητικούς. Ο περιηγητής Tancoin αναφέρει ότι οι μουσουλμάνοι της λοιπής αυτοκρατορίας τους  επεριφρόνουν και δια την καταγωγήν των, αλλά προ πάντων διότι παρέβαινον τας διατάξεις του Κορανίου, πίνοντες οίνον, κατά κόρον και μη γνωρίζοντες τα θρησκευτικά των καθήκοντα. Και σήμερον δε ακόμη οι αληθείς μουσουλμάνοι δεν τους θεωρούν ως υπόδειγμα πιστών και τους αποκαλούν «μουρτάτας». Τουτέστι κακοδόξους. Αλλά και αυτοί αποδίδουν ενίοτε τα ίσα στους άλλους τούρκους, θεωρούντες αυτούς ως κουτούς και ανάνδρους και υπερηφανευόμενοι διότι είνε Κρήτες».[7]

Το οθωμανικό κράτος δεν επιδίωκε άλλους εξισλαμισμούς μετά την κατάκτηση του νησιού εφ’ όσον είχε «στρατολογήσει» όσους χρειαζόταν, και απαγόρευσε τους βίαιους εξισλαμισμούς. Σ’ αυτό βέβαια συντέλεσε και η ανάγκη είσπραξης φόρων. Η Υψηλή Πύλη όριζε: «Να μην ενοχλείται κανείς στη θρησκεία, στην οποία ανήκε από τη γέννησή του».[8]

Αυτό, βέβαια, δεν γινόταν πάντα σεβαστό. Πλήθος περιπτώσεις αναφέρονται βίαιων εξισλαμισμών κυρίως γυναικών και παιδιών οι οποίοι έχουν περάσει και στα δημοτικά τραγούδια:

Μίαν Κυριακήν και μιαν αυγή, μίαν εορτή μεγάλη

Επήραν του Παπά-Βορειά τες τρεις του θυγατέρες.

Στην Κρήτη σκλαβωθήκανε, με τα καράβια φεύγουν,

Κι η μάνα, κύρης και δικοί κλαίνε και δεν αρνεύγουν...

Χαιρέτα μου τη μάνα μου, προσκύνα μου τον κύρη

Και πε του πως ο βασιλιάς, γυναίκα του με πήρε.

Θέλει γενιά χριστιανική και φλέγ’ από την Κρήτη,

Μ’ αφήνω και παραγγελιά των εδικολογιώ μου,

Να πολεμούνε την Τουρκιά και να τηνε ζυγώνουν.

Γιατί ήρθε μ’ επιβουλιά, σκλαβώνει και τουρκεύγει

Και σαν το Χάρ’  αλύπητα σκοτώνει, μακελεύγει...[9]

 

 Πολλές φορές τα άτομα αυτά κατόρθωναν να φτάσουν σε υψηλές θέσεις. Η Ευμενία Βεργίτση[10] , αιχμαλωτίστηκε από το Γαζή Χουσεϊν, το 1646, σε νηπιακή ηλικία, και στάλθηκε δώρο στο σουλτάνο Ιμπραήμ. Η Ευμενία, όταν ενηλικιώθηκε ήταν τόσο όμορφη,  την έλεγαν Rebia Gulnus που σημαίνει εκείνη που πίνει τη δροσιά από τα ανοιξιάτικα ρόδα, και κατάφερε να γίνει η ευνοούμενη του σουλτάνου Μεχμέτ του Δ΄, βαλιδέ σουλτάνα, μητέρα δυο μετέπειτα σουλτάνων, του Μουσταφά Β΄ και του Αχμέτ του Γ΄.

Ο Ισμαήλ πασάς Παπαδάκης,[11] συνελήφθη και κατέληξε στην Αίγυπτο όπου και εξισλαμίστηκε. Κάτω από την προστασία του Μεχμέτ Αλή, ηγεμόνα της Αιγύπτου, εκπαιδεύτηκε και ανήλθε σε ανώτερα στρατιωτικά αξιώματα. Ως υπουργός Στρατιωτικών αποστάλθηκε στην εξεγερμένη Κρήτη (1866;) επικεφαλής του αιγυπτιακού στρατού. Αρχικά, με έδρα τα Χανιά, συμμετείχε στην οργάνωση των τουρκοαιγυπτιακών στρατιωτικών επιχειρήσεων κατά των επαναστατών.

Η ιστορία αρκετών Κρητών νεομαρτύρων αποκαλύπτει, επίσης, ότι το Ισλάμ χρησιμοποίησε  και τη βία σαν έσχατο μέσο εξισλαμισμού αυτών που για κάποιο λόγο συκοφαντήθηκαν ή καταδικάστηκαν με την ποινή του θανάτου. Υπήρξαν Κρήτες που αντιμετώπισαν ηρωικά το θάνατο και αρνήθηκαν σθεναρά να προσχωρήσουν στο Ισλάμ χωρίς να επηρεασθούν από τους βασανισμούς (νεομάρτυρας Μάρκος, Μανουήλ, Μύρων, Ιλαρίων κ.α.).[12]

Η τουρκοκρατία, σύμφωνα με κάποιους μελετητές, παρά τα δεινά που επισώρευσε, είχε και κάποιες ευνοϊκές συνέπειες για την Κρήτη, όσον αφορά  την επιστροφή της στην Ορθοδοξία.[13]   ΄Οσο και αν φανεί παράξενο, παρατηρεί ο καθηγητής Νικόλαος Β. Τωμαδάκης, η τουρκική κατάκτηση λειτούργησε στην Κρήτη και ως ιστορική κάθαρση:

«Η κατάκτησις της Κρήτης υπό των Τούρκων απετέλεσε την κάθαρσιν της νόθου καταστά­σεως της γεννηθείσης κατά την Ενετοκρατίαν: όσοι έμειναν ορθόδοξοι ήσαν γνήσιοι ΄Ελληνες. Εάν η κατάκτησις τυπικώς επέφερε την πτώσιν των Γραμμάτων και της Τέχνης, ουσιαστικώς εδυνάμωσε την ζωτικότητα του αγροτικού στοιχείου, το οποίον έπασχεν αφόρητα δεινά κατά την Ενετοκρατίαν και εξέπιπτεν ηθικώς». Την αναβίωση αυτή του αγροτι­κού πληθυσμού ευνόησαν οι Τούρκοι, γιατί ήταν ή κύρια πηγή της φορολογίας και των αγγαρειών.

Αλλά η πιο σημαντική συνέπεια της τουρκικής κατάκτησης ήταν η αποκατάσταση της Ορθοδοξίας στο νησί και η ανασυγκρότηση της Εκκλησίας και της ορθόδοξης ιεραρχίας. Η αναδιοργάνωση της κρητικής Εκκλησίας ήταν βέβαια μέσα στους πάγιους σκοπούς και στόχους της τουρκικής πολιτικής, για τον ψυχολογικό επηρεασμό των ορθόδοξων λαών. Έτσι όμως η Κρήτη αποκόπηκε από τη Δύση και τους δυτικούς επηρεασμούς και επανασυνδέθηκε με το κέντρο της Ορθοδο­ξίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και μέσω αυτού με τον υπόλοιπο ορθόδοξο ελληνισμό». [14]

Οι εξισλαμισμοί, γενικά, έχουν σαν κύριες αιτίες την τρομοκρατία και αυθαίρετη βία των κατακτητών, τη σύγχυση και τον κλονισμό της πίστης των Χριστιανών, την αδιαλλαξία των ανωτέρων κληρικών, τις οικονομικές υποχρεώσεις των υποδούλων και τη δυστυχία και τη στέρηση. Η επιδίωξη του κατακτητή να εξισλαμίσει τους υπόδουλους απέβλεπε ακόμη και στην αποδυνάμωσή τους, μολονότι η επέκταση των εξισλαμισμών θα μείωνε τα κρατικά έσοδα που εξασφάλιζαν οι φορολογούμενοι αλλόδοξοι υπήκοοι. Οι φόροι που έπρεπε να πληρώνουν οι Κρήτες ήταν ο «κεφαλικός» και ο «κτηματικός». Ο Σουλτάνος με φιρμάνι του απαγόρεψε άλλη φορολογία «ο τα εναντία δε πράξων έξει τας αράς του Θεού, του Βασιλέως και συμπάσης της ανθρωπότητος»[15]

Εκτός από τους βίαιους εξισλαμισμούς, που εκδηλώθηκαν κυρίως στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, μπορούμε να διακρίνουμε, σύμφωνα με τον Π. Χιδίρογλου, τους εκούσιους εξισλαμισμούς σε ατομικούς, ομαδικούς και εκ γάμου[16]:

 

 

 


 

[1] Γ. Μ. Πεπονάκης, 1997,  σ. 28

[2] Θ. Δετοράκης, 1988, σ. 440-1

[3] Β. Ψιλάκης, χ.χ., τ.2, σ.408

[4] Ι. Δ. Μουρέλλος, 1950, σ. 138

[5] Γ. Μ. Πεπονάκης, 1997,   σ. 33

[6] Γ. Μ. Πεπονάκης, όπ.π.,   σ. 76

[7] Ι. Κονδυλάκης, 1961, σ. 385

[8] Γ. Μ. Πεπονάκης, 1997,   σ.49

[9] Β. Ψιλάκης, χ.χ.,τ. 2, σσ. 416-7

[10]Γ. Σ Σπανάκης., χ.χ., τ.2,  σ. 55

[11] Ι. Μυλωνάκη, 2000, σ. 260

[12] Π. Χιδίρογλου, 1981, σ. 349

[13] Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 1983-(1999), σ. 139

[14] Θ. Ε. Δετοράκης, 1988, σσ.335-6

[15] Ι. Δ. Μουρέλλος, 1950, σ. 94

[16] Π. Χιδίρογλου, 1981, σ. 344