Την διεξαγωγή του αγώνα ελέγχει ένας διαιτητής, που είναι υπεύθυνος για την σωστή διεξαγωγή του, την αρχή και τον τερματισμό του, τον χρόνο των καθυστερήσεων και τον καταλογισμό των παραβάσεων και της καταχώρισης των τερμάτων. Ο διαιτητής κινείται μέσα στον αγωνιστικό χώρο, ανάμεσα στους παίκτες και κάνει γνωστές τις αποφάσεις του με την χρήση μια σφυρίχτρας, με εξειδικευμένες χειρονομίες, αλλά και σε περίπτωση τιμωρίας κάποιου παίκτη, με την χρήση καρτών. Μαζί του υπάρχουν δύο βοηθοί (σε μερικές διοργανώσεις έχουν προστεθεί και άλλοι δύο ακόμα), που ελέγχουν τα δύο μισά του γηπέδου, κινούνται στις πλάγιες γραμμές έξω από το γήπεδο και υποδεικνύουν τις παραβάσεις με την χρήση μιας σημαίας που κρατούν.

Τα σφάλματα (φάουλ) καταλογίζονται από τους διαιτητές και η μπάλα περνά στην κατοχή της αντίπαλης ομάδας που εκτελεί ελεύθερα κτυπήματα, επαναφέροντας την μπάλα με τα πόδια. Αυτά μπορεί να είναι σκληρά μαρκαρίσματα, επικίνδυνος τρόπος παιχνιδιού ή πιάσιμο της μπάλας με το χέρι. Όταν πέσει σε σφάλμα παίχτης που αμύνεται κοντά στο τέρμα, μέσα στα όρια της μεγάλης περιοχής καταλογίζεται πέναλτι. Σε αντίθεση με τα πέναλτι, σε κάποιο απλό φάουλ, οι παίκτες της αντίπαλης ομάδας μπορούν να εμποδίσουν την εκτέλεση του, αν κρίνουν ότι κινδυνεύουν να δεχτούν γκολ, σχηματίζοντας ένα τείχος παικτών.

Εάν ο διαιτητής κρίνει πως χρειάζεται (με βάση είτε την επικινδυνότητα είτε την κατάσταση κάτω από την οποία έγινε μια ορισμένη παράβαση σύμφωνα με τους κανονισμούς που έχουν οριστεί), μπορεί να δείξει στον παίκτη που έκανε αυτή την παράβαση μια κάρτα. Στο ποδόσφαιρό υπάρχουν δύο ειδών κάρτες. Η κίτρινη κάρτα είναι μια προειδοποιητική κάρτα, που τιμωρεί έναν παίκτη και τον προειδοποιεί να προσέχει να μην ξαναπέσει σε κάποια παράβαση. Εάν ο παίκτης επαναλάβει κάποια παράβαση που ο διαιτητής κρίνει πως πρέπει να τιμωρηθεί ξανά με δεύτερη κίτρινη κάρτα, τότε αυτό σημαίνει πως ο παίκτης αποβάλλεται από τον αγώνα, και η ομάδα του αγωνίζεται με έναν παίκτη λιγότερο. Τότε, ο διαιτητής του δείχνει μια κόκκινη κάρτα. Υπάρχει περίπτωση ο διαιτητής να κρίνει πως ένα χτύπημα είναι ιδιαίτερα σκληρό, ή μια συμπεριφορά ενός παίκτη είναι μη αρμοστή. Τότε μπορεί να του επιδείξει απευθείας την κόκκινη κάρτα, χωρίς πρωτύτερα να έχει δεχτεί κάποια κίτρινη, και ο παίκτης να αποβληθεί απευθείας.

Στην περίπτωση που κάποιος παίκτης βγάλει έξω την μπάλα από τα όρια του γηπέδου όπου διεξάγεται ο αγώνας, τότε αυτή περνά στην κατοχή της αντίπαλης ομάδας. Ανάλογα με την πλευρά του γηπέδου αλλά και την ομάδα που έκανε αυτή την παράβαση, ο τρόπος επαναφοράς της μπάλας διαφέρει. Αν λοιπόν η μπάλα περάσει έξω από τα όρια των δύο παράλληλων μεγάλων πλάγιων γραμμών (πλάγιες γραμμές), τότε ο παίκτης της αντίπαλης ομάδας την επαναφέρει από έξω από το γήπεδο μέσα σε αυτό με τα χέρια, πετώντας τη μπάλα πάνω από το κεφάλι του (λέμε τότε πως εκτελεί ένα πλάγιο). Αν η μπάλα βγει από τις δύο κάθετες πλευρές (τελικές γραμμές), πλευρές όπου υπάρχουν και τα δύο τέρματα, τότε διακρίνουμε δύο περιπτώσεις. Αν η μπάλα βγήκε από πόδια ποδοσφαιριστή που επιτίθονταν προς το τέρμα που βρίσκεται στη περιοχή, τότε λέμε πως η μπάλα βγήκε άουτ. Η μπάλα τότε δίνεται στην ομάδα που αμύνεται και την επαναφέρει μέσα από το γήπεδο, με τα πόδια (η επαναφορά της μπάλας γίνεται μέσα από την μεγάλη περιοχή, χωρίς να εμποδίζεται ο παίκτης που την επαναφέρει από παίκτη της αντίπαλης ομάδας). Αν η μπάλα βρεθεί εκτός από την τελική γραμμή από παίκτη της ομάδας που αμύνεται στο τέρμα εκείνης της γραμμής, τότε εκτελείται ένα χτύπημα κόρνερ. Στο κόρνερ, η μπάλα τοποθετείται στη μια από τις δύο γωνίες του γηπέδου εκατέρωθεν του τέρματος και ο παίκτης της ομάδας που επιτίθεται την προωθεί με τα πόδια προς την περιοχή του τέρματος, όπου οι συμπαίκτες έχουν τοποθετηθεί περιμένοντας να σκοράρουν, ενώ ταυτόχρονα οι αμυντικοί τους εμποδίζουν μαρκάροντας τους.

Ένας από τους κανονισμούς του ποδοσφαίρου, που σκοπό έχει τον περιορισμό του πλεονεκτήματος που αποκτά ένας επιθετικός που κινείται πολύ κοντά στο αντίπαλο τέρμα, είναι αυτός του οφσάιντ. Ένας παίκτης βρίσκεται σε θέση οφσάιντ, όταν «οποιοδήποτε μέρος του κεφαλιού, σώματος, ή ποδιών βρίσκεται πιο κοντά στο αντίπαλο τέρμα από την μπάλα και τον προτελευταίο αμυντικό. Τα χέρια δε συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν τον ορισμό». Εάν εκείνη τη στιγμή ο παίκτης που βρίσκεται σε θέση οφσάιντ, συμμετάσχει ενεργά στην εξέλιξη του παιχνιδιού (επηρεάζει με κάποιο τρόπο την φάση που εξελίσσεται), τότε ο διαιτητής σημειώνει την παράβαση. Ο διαιτητής είναι αυτός που καθορίζει αν ο παίκτης αυτός συμμετέχει στην φάση ενεργά ή αν δεν επηρεάζει την φάση. Αυτό σημαίνει πως δεν σφυρίζονται όλες οι περιπτώσεις που ένας παίκτης βρίσκεται σε αντικανονική θέση, αλλά μόνο αν ο παίκτης αυτός επηρεάζει την εξέλιξη της φάσης. Ο κανονισμός αυτός, ένας από τους πιο παλιούς του ποδοσφαίρου, διχάζει αρκετές φορές τους παίκτες και τους θεατές, καθώς είναι ιδιαίτερα πολύπλοκος και βασίζεται στη κρίση του διαιτητή. Μετά τη σημείωση της παράβασης, η μπάλα περνά στην κατοχή της ομάδας που αμύνεται.

Leave a Reply