Άγιος Δημήτριος Κοζάνης

 topsilar

Κεφαλοχώρι του Δημοτικού Διαμερίσματος Ελλησπόντου, στις νοτιοδυτικές παρυφές του Βερμίου, σε απόσταση 25 χιλιομέτρων ΒΑ από την πόλη της Κοζάνης, σε υψόμετρο 780 μέτρων περίπου. Οι κάτοικοί του σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011 είναι 831, στην απογραφή του 2001 ήταν 1.092, ενώ στην απογραφή του 1923 852. Ο σημερινός πληθυσμός που διαμένει μόνιμα στο χωριό ανέρχεται σε περίπου 1000 κατοίκους, ενώ πολύ περισσότεροι έχουν μεταναστεύσει σε περιοχές του εσωτερικού (στην Θεσσαλονίκη, την Αττική, την Ημαθία, στην πόλη της Κοζάνης, κ.α.) και του εξωτερικού (Γερμανία, Αυστραλία, Αμερική).
Μεγάλος αριθμός κατοίκων εργάζεται στην ΔΕΗ, αρκετοί είναι ιδιοκτήτες ή οδηγοί φορτηγών, που εργάζονται επ΄ ωφελεία της ΔΕΗ, ενώ άλλοι ασχολούνται με τη γεωργία (δημητριακά, ζαχαρότευτλα, πατάτες, καλαμπόκι), την κτηνοτροφία κ.α. Τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Άγιος Δημήτριος τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, είναι κυρίως η ανεργία και η ρύπανση του περιβάλλοντος, που προκαλείται από τις δυο πλέον ρυπογόνους δραστηριότητες της ΔΕΗ (ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου ? Ορυχεία), μιας και έχει την «τύχη» να βρίσκεται σε αποστάσεις 500-1000 μέτρων από αυτές. Αυτά τα δυο προβλήματα, οδηγούν στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, είναι δε οι κύριοι λόγοι της συνεχούς μετανάστευσης των κατοίκων παραγωγικής ηλικίας στα αστικά κέντρα. Αυτή η μετανάστευση, εάν συνεχισθεί, θα οδηγήσει στην σταδιακή αποψίλωση του χωριού από την νεολαία του και τέλος στην συρρίκνωση του.

Από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα, εκτιμάται ότι υπήρχε οικισμός από της εποχής των χρόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθόσον στην Περιοχή βρέθηκαν νομίσματα Αλεξανδρινής εποχής, πιθάρια αρχαίων χρόνων, μαρμάρινη αναθηματική στήλη με ανάγλυφη παράσταση Κυβέλης, που ανήκει στο 2ο?3ο π.Χ αιώνα.

Οι περιοχές Μεγάλη και Μικρή Τούμπα στον κάμπο της περιοχής Αγίου Δημητρίου, χαρακτηρίζονται ως αρχαιολογικοί χώροι που δεν έχουν ανασκαφθεί, όπου εκτιμάται ότι υπάρχουν εκεί ερείπια προϊστορικών οικισμών. Κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1922 και την αναχώρηση των Τούρκων κατοίκων, περίπου 800 μέτρα ανατολικά του χωριού, υπήρχε το εξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, το οποίο μας δείχνει ότι πιθανόν και επί τουρκοκρατίας παρέμειναν στην περιοχή κάποιοι χριστιανοί, που δεν βρέθηκαν όμως στην περιοχή από τους τότε νεοαφιχθέντες πρόσφυγες. Επί τουρκοκρατίας το χωριό ονομάζονταν Τοπτσιλάρ (χώρος πυροβολητών στα τούρκικα). Οι σημερινοί κάτοικοι είναι πρόσφυγες, που ήρθαν από την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο. Τέλος του 1922, ήρθε το πρώτο κύμα προσφύγων, από το Πάνιδο της Ανατολικής Θράκης. 
 Στο Τοπτσιλάρ εγκαταστάθηκαν περίπου ογδόντα οικογένειες. Στο χωριό βρίσκονταν ακόμη οι Τούρκοι κάτοικοι, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν σε ορισμένα σπίτια, ώστε να εγκατασταθούν οι πρόσφυγες στα σπίτια που άδειασαν. Οι Θρακιώτες απογοητεύτηκαν. Τα σπίτια ήταν σε άθλια κατάσταση. Οι ίδιοι ζώντας επί αιώνες σε παραθαλάσσια περιοχή τώρα ήταν υποχρεωμένοι να προσαρμοστούν σε ημιορεινή περιοχή με έναν χειμώνα εξαιρετικά βαρύ. Γι' αυτό και τα επόμενα χρόνια αρκετές οικογένειες έφυγαν σε άλλες περιοχές. Το δεύτερο κύμα προσφύγων, ήρθε από την Τραπεζούντα και την Αργυρούπολη του Πόντου, μέσα στο 1923. Όταν έφτασαν στο Τοπτσιλάρ, βρήκαν στο χωριό, τους Έλληνες πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης και τους Τούρκους. Σπίτια, για να στεγασθούν όλοι, δεν υπήρχαν. Έτσι αρκετές οικογένειες αναγκάζονταν να μένουν, ακόμα και έξω στις αυλές και στις αλάνες μέχρι να φύγουν οι Τούρκοι και να γίνει η διανομή των σπιτιών. Οι τελευταίοι Τούρκοι αναχώρησαν, χωρίς να αντιμετωπίσουν προβλήματα από τους Έλληνες πρόσφυγες, στα τέλη του 1923.
Μετά την αποχώρηση των Τούρκων στεγάστηκαν όλοι στα σπίτια που εκκενώθηκαν, ενώ έγινε διανομή και των ζώων (Βόδια, πρόβατα), που άφησαν οι Τούρκοι. Το τρίτο κύμα προσφύγων ήρθε στο Τοπτσιλάρ το 1924. Ήταν Πόντιοι που, μέσα σε 80 χρόνια περίπου, ξεριζώθηκαν για τρίτη φορά από τον τόπο τους. Αρχικά περί το 1840, αναγκάστηκαν να φύγουν από την περιοχή της Αργυρούπολης του Πόντου και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή των Κοτυώρων (Ορντού), από όπου εκδιώχθηκαν το 1880 και εγκαταστάθηκαν στην επαρχία του Ατάπαζαρ (Αδά-Παζάρ), του Νομού Νικομήδειας. Από εκεί ξεριζώθηκαν το 1920 και μεταφέρθηκαν με Ελληνικά πολεμικά πλοία, στα λιμάνια του Βόλου, Καλαμάτας και Λήμνου. Τέσσερα χρόνια διέμειναν σ' αυτές τις περιοχές και τον Αύγουστο του 1924 μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Τοπτσιλάρ. Όταν έφτασαν εκεί βρήκαν τους Θράκες και τους Πόντιους των περιοχών Τραπεζούντας και Αργυρούπολης. Τα σπίτια των Τούρκων που είχαν εκκενωθεί, δεν επαρκούσαν για το τρίτο αυτό κύμα προσφύγων και δημιουργήθηκε και νέος οικισμός για να εγκατασταθεί το σύνολο των προσφύγων της περιοχής του Ατάπαζαρ. Η επίσημη αλλαγή της ονομασίας του χωριού, από Τοπτσιλάρ σε Άγιο Δημήτριο, έγινε το 1927. Κοντά στο χωριό υπήρχε, μέχρι αρχές της δεκαετίας του 1950, οπότε αποξηράθηκε πλήρως, η μεγάλη λίμνη Σαριγκιόλ (κιτρινόλιμνη).

Το 1970 υπήρξε σταθμός για τον Άγιο Δημήτριο, καθόσον τον Ιούνιο, μεταφέρθηκε από τις Σέρρες στον Άγιο Δημήτριο, με τις πρέπουσες τιμές και με την παρουσία των θρησκευτικών, πολιτικών, στρατιωτικών αρχών και πλήθους κόσμου και συνοδεία του Αρχιμανδρίτη Διονύσιου Αμαραντίδη, η εικόνα της αποτομής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Από την καταστροφή του 1922 σήμερα στην Τουρκία σώζονται μόνο τα ερείπια της Μονής. Η εικόνα αυτή είναι η μοναδική διασωθείσα από την καταστροφή από τους Τούρκους, της μονής Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος το 1922 στον Πόντο. Διασώθηκε από τον τότε Ιερομόναχο Διονύσιο Αμαραντίδη, τοποτηρητή της μονής στον Πόντο, ο οποίος την μετέφερε και την φύλαξε, σε μοναστήρια της περιοχής Σερρών. Το ίδιο έτος το νεοϊδρυθέν Σωματείο «Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος, με την συμπαράσταση, των κατοίκων της περιοχής, των τοπικών φορέων, πλήθους ανώνυμων και επώνυμων πιστών, από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, άρχισε το επίπονο έργο, της ανιστορήσεως της μονής, περίπου 2 χλμ ανατολικά του χωριού στις νοτιοδυτικές πλευρές του Βερμίου, με την κατασκευή του Ιερού Ναού Προδρόμου και Βαπτιστού Αγίου Ιωάννη, κελιών και πολλών άλλων έργων υποδομής.

Πηγή: http://agiosdimitrioskoz.blogspot.gr/