Ἠλίας ὁ Ζηλωτής. «Ὁ ἔνσαρκος ἄγγελος, τῶν προφητῶν ἡ κρηπίς». Δέν ὑπάρχει τόπος στήν Ἑλλάδα πού νά μήν ἔχει μιὰ ἐκκλησία, ἕνα ξωκλήσι, ἕνα προσκυνητάρι πρός τιμήν του.
Ἀνάλογα τιμᾶται καί στίς ἄλλες ὀρθόδοξες χῶρες καί στόν χριστιανικό κόσμο γενικότερα. Ὁ ἀριθμός αὐτῶν πού φέρουν τό ὄνομά του συναγωνίζεται ἐπάξια αὐτόν ἄλλων λαοφιλῶν ἁγίων. Οὔτε αὐτός ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ, οὔτε ὁ θεοπτης Μωυσῆς, οὔτε ὁ μεγαλοφωνότατος εὐαγγελικός προφήτης Ἠσαΐας συγκίνησαν τήν λαϊκή εὐσέβεια. Μόνο ὁ Ἠλίας τήν συνήγειρε. Γιατί ἄραγε; Ποῦ ὀφείλεται αὐτή ἡ ξεχωριστή ἀγάπη; Εἶναι ἡ διαίσθηση τῆς διαχρονικότητας τοῦ μηνύματος τοῦ ἔργου του; Εἶναι ὁ θερμός του ζῆλος, τό ἄκαμπτο φρόνημα, ἡ ἀνυποχώρητη ἀντίσταση στό παντοῖο κακό, ὁ ἀμείλικτος ἔλεγχος τῆς κρατικῆς αὐθαιρεσίας, αἰώνια πλήν ἀνεκπλήρωτα ζητούμενα;