Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Ιλιάδα

Ραψωδία Τ 1-152 Η συμφιλίωση του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα

Τ, Υ, Φ, περιλήψεις Τ 1-152 Χ, Ψ, Ω, περιλήψεις

 

 

Α' ΚΕΙΜΕΝΟ

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:

● Μια ακόμη συνάντηση Αχιλλέα και Θέτιδας: ο ήρωας δέχεται από τη μητέρα του την καινούρια πανοπλία και συμβουλές

● Η απόρρησις της μήνιδος - Η συμφιλίωση

● Τη θέση του θυμού παίρνει η δίψα για εκδίκηση

ΣΤΟΧΟΙ

● Η συνάντηση του Αχιλλέα με τη Θέτιδα (τρίτη συνομιλία του ήρωα με τη μητέρα του στην Ιλιάδα), στη διάρκεια της οποίας ο ήρωας δέχεται συμβουλές και τη νεότευκτη πανοπλία του από τη μητέρα του.

● Το κεντρικό θέμα γύρω από το οποίο ο ποιητής έπλεξε τον ιλιαδικό μύθο, η μήνις του Αχιλλέα, βρίσκεται στο τέρμα της, αλλά οι εξελίξεις που θα ακολουθήσουν μέχρι το τέλος του έπους είναι δικές της συνέπειες.

● Η αποκήρυξη από τον Αχιλλέα της μήνιδος και η συμφιλίωση του με τον Αγαμέμνονα.

● Η κινητήρια δύναμη για την εξέλιξη του μύθου δεν είναι πλέον η μήνις του Αχιλλέα, αλλά η εκδικητική του μανία εναντίον του Έκτορα.

● Ο ρόλος των ανώτερων δυνάμεων (θεοί, Μοίρα, Ερινύες, Άτη) στη ζωή των ανθρώπων, αλλά και το μερίδιο της ανθρώπινης ευθύνης.

● Ο κόσμος-πολιτισμός της Ιλιάδας (συνέλευση του στρατού, αξίες, θεσμοί)

● Ηθογράφηση των δύο πρωταγωνιστών του έπους, του Αχιλλέα και του Αγαμέμνονα.

Η Ιλιάδα διαρκεί 51 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 27η ημέρα

 

 

 




«Ἠώς μέν κροκόπεπλος ἀπ’ Ὠκεανοῖο ῥοάων
ὅρνυθ’, ἵν’ ἀθανάτοισι φόως φέροι ἠδὲ βροτοῖσιν·
ἥ δ’ ἐς νῆας ἵκανε θεοῦ πάρα δῶρα φέρουσα.»

 

(Τ 1-3)

Όπλα Αχιλλέα
Η Θέτιδα παραδίδει τα όπλα στον Αχιλλέα.
Μελανόμορφος αμφορέας του Ζωγράφου του Άμαση, 520-515 π.Χ.
Βοστόνη, Μουσείο Καλών Τεχνών

 

Η Θέτιδα παραδίδει στον Αχιλλέα τη νέα πανοπλία του




Τα όπλα του Αχιλλέα
Ο Ήφαιστος και η ασπίδα του Αχιλλέα Όπλα Αχιλλέα Ο Ήφαιστος παραδίδει στη Θέτιδα τα όπλα του Αχιλλέα Ο Ήφαιστος παραδίδει στη Θέτιδα τα όπλα του Αχιλλέα Θέτιδα, όπλα Αχιλλέα Η Θέτιδα φέρνει στον Αχιλλέα καινούργια όπλα Η Θέτιδα παραδίδει τα καινούρια όπλα στον Αχιλλέα Η Θέτιδα παραδίδει τα καινούρια όπλα στον Αχιλλέα Η Θέτιδα φέρνει στον Αχιλλέα καινούργια όπλα Η Βρισηίδα θρηνεί τον νεκρό Πάτροκλο

Άφηνε του Ωκεανού τα βάθ' η ροδισμένη

Ηώς να φέρει των Θεών το φως και των ανθρώπων·

κι έφερ' η Θέτις του θεού τα δώρ' αυτά στα πλοία

Ήβρε σιμά στον Πάτροκλο τον ποθητόν υιόν της

5 πικρά να κλαίει, και πολλοί τριγύρω του εθρηνούσαν

σύντροφοι, κι η ασύγκριτη θεά σιμά τους ήλθε.

Το χέρι του 'πιασε σφικτά, προσφώνησέ τον κι είπε:

«Παιδί μου, αυτόν ν' αφήσομε, με όλο μας τον πόνο,

να κείτεται, ως τον δάμασε η βουλή των αθανάτων·

10 του Ηφαίστου τώρα δέξου εσύ τ' άρματα τα ωραία,

που όμοια δεν εφόρεσε κανείς θνητός ακόμη».

Είπε και καθώς έθεσεν εμπρός στον Αχιλλέα

τ' άρματα τα καλότεχνα, κείν' αντηχήσαν όλα.

Οι Μυρμιδόνες τρόμαξαν, κανείς να τ' αντικρίσει

15 δεν ετολμούσε κι έφυγαν· και άμα τα είδ' εκείνος,

μέσα του εχόχλασε η χολή βαθύτερα και αστράψαν

ωσάν φωτιά τα μάτια του· κι ευφραίνετο να πιάνει

τα ωραία δώρα του θεού· και αφού να τα θωράει

τα εξαίσια κείνα θαύματα μες στην ψυχήν του ευφράνθη,

20 είπε προς την μητέρα του: «Τ' άρματα, ως μητέρα,

τέτοια τα χάρισε ο θεός, καθώς να είναι αρμόζει

έργα θεών, και οπού θνητός δεν τα κατασκευάζει.

Και τώρα εγώ θ' αρματωθώ· μόνον πολύ φοβούμαι

μήπως εις τον ανδράγαθον υιόν του Μενοιτίου

25 στες ανοικτές λαβωματιές αισχρές βοηθήσουν μύγες

και τα σκουλήκια γεννηθούν και τον νεκρόν να φθείρουν,

αφού τον άφησε η ψυχή, και όλο σαπεί το σώμα».

Κι η ασημόποδη θεά σ' εκείνον αποκρίθη:

«Παιδί μου, αυτόν τον στοχασμόν ποσώς μη βάλει ο νους σου. δεσμός

30 Από τες μύγες, άγριες σπορές που κατατρώγουν

τον σκοτωμένο μαχητήν, εγώ θα τον φυλάξω·

κι εάν σταθεί κειτόμενος, όσο να κλείσει ο χρόνος,

άβλαπτο και καλύτερο θα στέκεται το σώμα.

Κάλεσε ωστόσο εις σύνοδον των Αχαιών τους πρώτους

35 και βάλε κάτω τον θυμόν που έχεις στον Ατρείδη,

κι ευθύς ρίξου στον πόλεμον και περιζώσου ανδρείαν».

Είπε και τον εγέμισεν ανδραγαθία και θάρρος

και στα ρουθούνια του νεκρού ρόδινο στάζει νέκταρ

και αμβροσίαν, άφθαρτο το σώμα να κρατήσει.

Ο Αχιλλέας συγκαλεί συνέλευση του στρατού

40 Και παίρνει την ακρογιαλιάν ο θείος Αχιλλέας δεσμός

και με κραυγή τρομακτική σηκώνει τους Αργείους.

Και αυτοί που πάντοτ' έμεναν στην περιοχή των πλοίων,

και όσοι τα πλοία κυβερνούν και στρέφουν το πηδάλι,

οι οικονόμοι, οι μοιρασταί του σίτου, ετρέξαν όλοι

45 στην σύνοδον που εφάνηκε και πάλιν ο Πηλείδης

που τόσον έλειπε καιρόν απ' τον σκληρόν αγώνα.

Με χωλό πόδι εβάδιζαν του Άρη δυο βλαστάρια,

Τυδείδης ο ανδράγαθος και ο θείος Οδυσσέας,

και ακούμπαν στα κοντάρια τους, ως ήσαν λαβωμένοι,

50 και της συνόδου εκάθισαν στες έδρες που 'ναι οι πρώτες.

Κατόπιν ήλθεν ύστερος ο μέγας Αγαμέμνων,

είχε κι εκείνος λάβωμα που στον σκληρόν αγώνα

με κονταριά τού άνοιξεν ο Αντηνορίδης Κόων·

Η συμφιλίωση: Ο λόγος του Αχιλλέα

και ως όλοι ομού συνάχθηκαν οι Αχαιοί, σηκώθη

55 στη μέση τους και ομίλησεν ο θείος Αχιλλέας:

«Ατρείδη, τάχα ωφέλησεν εκείνο εμάς τους δύο,

εσέ, κι εμέν' ότ' άναψε φαρμακερή διχόνοια

τα σωθικά μας και ο θυμός, εξ αφορμής της κόρης;

Να 'χε την σβήσ' η Άρτεμις με βέλος την ημέρα

60 που επόρθησα την Λυρνησσόν, και δούλη την επήρα·

τότε δεν θα εδάγκαναν τόσοι Αχαιοί το χώμα

κάτω απ' τες λόγχες των εχθρών, κι ήτ' ο θυμός μου αιτία.

Ο Έκτωρ απ' την έχθρα μας εκέρδισε και οι Τρώες,

αλλ' οι Αχαιοί πολύν καιρόν θαρρώ θα την θυμούνται.

65 Αλλ' ό,τι εγίνη αφήνομεν, αν και μας έχει πλήξει

και πρέπει να δαμάσομεν στα στήθη την ψυχή μας.

Παύω εγώ τώρα την χολήν ότι ποσώς δεν πρέπει

θυμόν να τρέφω αιώνιον· συ μην αργείς ωστόσο

στον πόλεμον τους Αχαιούς αμέσως να σηκώσεις·

70 ότι τους Τρώας άντικρυ θα δοκιμάσω αν θέλουν

να ξενυκτούν στα πλοία μας· θαρρώ που όσοι προφθάσουν

να φύγουν απ' τη λόγχη μου και απ' τον δεινόν αγώνα

πολλή χαρά θενά αισθανθούν τα γόνατα να κλίνουν».

Είπεν αυτά κι εχάρηκαν οι Αχαιοί γενναίοι

75 που άφησε ο μεγαλόψυχος Πηλείδης τον θυμό του.

Ο λόγος του Αγαμέμνονα

Και προς αυτούς ομίλησεν ο μέγας Αγαμέμνων

εκείθεν όπου εκάθονταν, χωρίς να προχωρήσει:

«Ήρωες φίλοι Δαναοί, θεράποντες του Άρη,

ν' ακούετ' ανεμπόδιστος όποιος τον λόγον έχει

80 η τάξις θέλει· κι έμπειρον η διακοπή πειράζει·

να ειπεί, ν' ακούσει ποιος μπορεί στον θόρυβον που κάνουν

τα πλήθη; Και ψηλόφωνος δειλιάζει δικηγόρος.

Εις τον Πηλείδην τώρα εγώ θα εξηγηθώ κι οι άλλοι

Αργείοι κείνο οπού θα ειπώ καλά νοήσετ' όλοι.

85 Πολλές φορές οι Αχαιοί μ' ονείδισαν για τούτο,

αλλ' αίτιος δεν είμ' εγώ· αλλά είναι ο Ζευς κι η Μοίρα δεσμός

και η νυκτοπλάνητη Ερινύς, που την αγρίαν Άτην

τότε μέσα στη σύνοδον εβάλαν εις τον νουν μου,

και του Αχιλλέως πήρα εγώ ο ίδιος το βραβείον.

90 Και τι θα έκανα; Ο θεός τα πάντα κατορθώνει.

Σεβαστή κόρη του Διός η Άτ' η ολεθρία δεσμός

κατάρατη αερόποδη, το χώμα δεν εγγίζει

ανάερ' από τες κεφαλές γυρίζει των ανθρώπων

για να τους βλάψει, και άσφαλτα έν' απ' τους δυο τους δένει·

95 τον Δί' ακόμη έβλαψε, που υπέρτατον τον λέγουν

και οι θνητοί και οι αθάνατοι· όμως και αυτόν η Ήρα

απάτησε, αν και αδύνατη, με δόλον την ημέραν

εκείνην, οπού έμελλε στην πυργωμένη Θήβην

του Ηρακλή την δύναμιν η Αλκμήνη να γεννήσει.

100 Ότ' είπε αυτός καυχώμενος στους αθανάτους όλους:

"Σεις όλοι αθάνατοι θεοί, θεές και σεις, ακούτε

ό,τι στα στήθη μου η ψυχή να ειπώ παρακινεί με·

θα φέρει σήμερα στο φως η ωδινοφόρα Ειλείθυια

άνδρα που γύρω των λαών θα βασιλεύσει όλων·

105 κατάγεται απ' το αίμα μου και από την γενεάν μου".

Κι η Ήρα του 'πε η σεβαστή με δόλον εις τον νουν της:

"Θα φανείς ψεύτης, δεν θα ιδείς ο λόγος σου να γίνει.

Κι όρκον, Ολύμπιε, δυνατόν, αν θέλεις όμοσέ μου

που όλων τριγύρω των λαών θα βασιλεύσει εκείνος

110 που μες στα πόδια γυναικός την σήμερον θα πέσει

που να 'ναι από το αίμα σου και από την γενεάν σου".

Είπε και δεν ενόησεν ο Ζευς ποσώς τον δόλον,

και όρκον μέγαν όμοσε, και αυτό κακό τού εγίνη.

Κι η Ήρ' από την κορυφήν του Ολύμπου εχύθη στ' Άργος

115 το Αχαϊκόν, που εγνώριζεν εκεί του Περσηιάδου

Σθενέλου την ασύγκριτην γυναίκα, οπού βαστούσε

μες στην γαστέρα της παιδί κι εμέτρα επτά φεγγάρια·

και αν και λειπόμηνον, στο φως τον έβγαλεν η Ήρα

και της Αλκμήνης κράτησε τη γέννα και τους πόνους

120 κι η ίδια το 'πε του Διός: "Πατέρ' αστραποφόρε,

άκουσε κάτι· πρόωρα άνδρας λαμπρός γεννήθη

ο Ευρυσθεύς, που βασιλεύς θα είναι των Αργείων,

πατέρας του είναι ο Σθένελος και πάππος ο Περσέας,

γένος σου· και του στέκεσαι το σκήπτρο των Αργείων".

125 Είπε· στα σπλάχνα του Διός δριμύς εμπήκε πόνος.

Την Άτην άρπαξεν ευθύς απ' τες λαμπρές πλεξίδες

με την χολήν εις την καρδιά και όμοσε μέγαν όρκον:

"Ποτέ στ' αστέρια τ' ουρανού και στες κορφές του Ολύμπου

η Άτη, όλεθρος κοινός, στο εξής να μην πατήσει".

130 Είπε και με το χέρι του την πέταξε από τ' άστρα

σφενδονιστικά κι έφθασε αυτή στους τόπους των ανθρώπων.

Πάντοτ' εστέναζε απ' αυτήν όταν τον ποθητόν του

εβασανίζαν οι απρεπείς αγώνες του Ευρυσθέως.

Ομοίως κι εγώ πάντοτε όταν ο μέγας Έκτωρ

135 ακράτητος εθέριζε στες πρύμνες τους Αργείους,

η Άτη, που μ' ετύφλωσε δεν έβγαινε απ' τον νου μου.

Κι εάν τότ' ετυφλώθηκα και ο Ζευς τον νου μου επήρε,

να το διορθώσω θέλω εγώ με ξαγοράν πλουσίαν·

αλλά σήκω στον πόλεμον και σήκωσε τα πλήθη.

140 Και όλα τα δώρα είν' έτοιμα, κείνα που στη σκηνή σου

εχθές που ήλθε σου 'ταξεν ο θείος Οδυσσέας·

και, αν θέλεις, στάσου, κράτησε της μάχης την ορμή σου,

τα δώρα οι θεράποντες απ' το δικό μου πλοίον

θενά σου φέρουν για να ιδείς που εξαίσια θα τα δώσω».

Ο Αχιλλέας βιάζεται να μπει στη μάχη

145 Και ο πτεροπόδης Αχιλλεύς σ' εκείνον αποκρίθη:

«Τα δώρα είναι στο χέρι σου να δώσεις, ως αρμόζει, δεσμός

ή να κρατήσεις· τώρα εμείς στην μάχην ας χυθούμε·

δεν πρέπει εδώ να τρίβομε με λόγια τον καιρό μας·

το μέγα έργον άπρακτον ακόμη μένει οπίσω·

150 και όπως και πάλι πρόμαχον θα ιδείτε τον Πηλείδην δεσμός

να κόβει με τη λόγχη του τες φάλαγγες των Τρώων·

μ' αυτό στον νουν ανδράγαθα καθείς ας πολεμήσει».

 

 

 


 

στ. 2 Ηώς: η αυγή. Η εμφάνιση της Αυγής στην αρχή της ραψωδίας υπονοεί ίσως την αλλαγή στην εξέλιξη της δράσης, αφού σε λίγο ο Αχιλλέας θα εγκαταλείψει τον θυμό του.

στ. 9 ως τον δάμασε η βουλή των αθανάτων: αφού σκοτώθηκε με τη θέληση των θεών.

στ. 16 μέσα του εχόχλασε η χολή βαθύτερα: αγρίεψε βαθιά μέσα του η δίψα για εκδίκηση πιο πολύ, γιατί τώρα είχε μπροστά του τα όπλα με τα οποία θα μπορούσε να την ικανοποιήσει.

στ. 23-24 πολύ φοβούμαι... υιόν του Μενοιτίου: ο Αχιλλέας δεν βιάζεται να φορέσει τη νέα πανοπλία, αλλά ενδιαφέρεται για το νεκρό σώμα του Πάτροκλου: η ιδιότητα του στρατιώτη υποχωρεί μπροστά στη φιλία.

στ. 29 ποσώς: καθόλου.

στ. 29-39 συμπληρωματικά σχόλια 1: Η Θέτιδα, αφού με θαυμαστό τρόπο φροντίζει, ώστε το νεκρό σώμα του Πάτροκλου να προφυλαχτεί από τη σήψη, δίνει συμβουλές στον γιο της· αυτές προοικονομούν ό,τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια (ραψωδίες Τ, Υ, Φ και Χ). Το πτώμα του Έκτορα θα συντηρηθεί με τον ίδιο τρόπο από την Αφροδίτη (Ψ 186-187, όπως επίσης του Σαρπηδόνα από τον Απόλλωνα (Π 680). Στις δύο αυτές περιπτώσεις όμως η αμβροσία και το νέκταρ αλείφονται στο σώμα του νεκρού.

στ. 38-39 νέκταρ και αμβροσίαν: όπως και στην περίπτωση του Σαρπηδόνα ( Π 670), το νέκταρ και η αμβροσία χρησιμοποιούνται εδώ ως μύρα που προφυλάσσουν τον νεκρό από τη σήψη.

στ. 40-41 συμπληρωματικά σχόλια 2: Και στην Α ραψωδία, έπειτα από φώτιση της Ήρας, ο Αχιλλέας σε μια κρίσιμη στιγμή συγκάλεσε συνέλευση που στάθηκε καθοριστική για τις εξελίξεις. Σ' εκείνη τη συνέλευση συγκρούστηκε με τον Αγαμέμνονα και αποχώρησε από τον πόλεμο, ενώ η νέα συγκέντρωση του στρατού θα φέρει τη συμφιλίωση και θα σηματοδοτήσει την επιστροφή του στο πεδίο της μάχης. Και η σύγκρουση και η συμφιλίωση πρέπει να γίνουν μπροστά σε όλους τους Αχαιούς.

στ. 44 κ.εξ. Η πάνδημη συμμετοχή (πρβ. στ. 54), ακόμη και των μη μάχιμων, τονίζει τη μεγάλη σημασία αυτής της συνόδου.

στ. 47 με χωλό πόδι: κουτσαίνοντας. Ο Διομήδης πληγώθηκε από τον Πάρη (Λ 375 κ.εξ.), ο Οδυσσέας από τον Σώκο (Λ 434 κ.εξ.) και ο Αγαμέμνονας από τον Κόωνα (Λ 251 κ.εξ.).

στ. 61 δεν θα εδάγκαναν τόσοι Αχαιοί το χώμα: δεν θα πέθαιναν τόσοι Αχαιοί.

στ. 73 τα γόνατα να κλίνουν: να ξαπλώσουν για να ξεκουραστούν.

στ. 77 εκείθεν όπου εκάθονταν: ο Αγαμέμνονας μιλάει από τη θέση του, χωρίς να προχωρήσει στο κέντρο της συνέλευσης, στο βήμα, ίσως επειδή τον πονούσε το τραύμα του.

στ. 80 κι έμπειρον η διακοπή πειράξει: ακόμη κι έναν έμπειρο ρήτορα είναι δυσάρεστο να τον διακόπτουμε, όταν μιλάει.

στ. 82 ψηλόφωνος δικηγόρος: ρήτορας με δυνατή φωνή.

στ. 86 συμπληρωματικά σχόλια 3: Ο αρχιστράτηγος παρουσιάζει το αδίκημά του ως αποτέλεσμα εξωτερικών δυνάμεων: των θεών, της Μοίρας, της Ερινύας και της Άτης που θόλωσε τον νου του. Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι δεν αρνείται την ευθύνη του για ό,τι έγινε · έχει πληρώσει μάλιστα ακριβά το σφάλμα του με τις απώλειες του στρατού του (στ. 134-136) και είναι διατεθειμένος να ικανοποιήσει τον Αχιλλέα για το αδίκημα που του έκανε με όλα τα δώρα που του υποσχέθηκε στο Ι (Τ στ. 140-144).

στ. 87 η νυκτοπλάνητη Ερινύς: η θεά που τιμωρεί τους άδικους. Επειδή ήταν θεά του Κάτω κόσμου χαρακτηρίζεται εδώ νυκτοπλάνητη (= που περπατάει στα σκοτεινά). Ο Αγαμέμνονας αποδίδει τη συμπεριφορά του σε υπερφυσικές δυνάμεις: στον Δία, στη Μοίρα και στην Άτη.

στ. 91 η Άτ’ η ολεθρία: η Άτη, την οποία περιγράφει αλληγορικά εδώ ο ποιητής, ήταν κόρη του Δία και ασκούσε τη δύναμή της ακόμη και εναντίον του. Πρόκειται για την παραφορά και την τύφλωση του νου που στέλνει η θεία δίκη, όταν θέλει να τιμωρήσει κάποιον. Τις συμφορές που προκαλούσε μπορούσαν να τις επανορθώσουν μόνο οι Λιτές (= ικεσίες), πρβ. Ι 504 κ.εξ.

στ. 91 συμπληρωματικά σχόλια: «Ο ομηρικός άνθρωπος δεν ασχολείται με προθέσεις, βούληση, κίνητρα κ.τ.ό. (δεν τα έχει συνειδητοποιημένα αυτά τα πράγματα), βλέπει μόνο την πράξη κι αυτή μετράει γι' αυτόν. Κι αν η πράξη είναι ανεξήγητη, αποδίνει εύκολα την αιτία της σε δυνάμεις έξω από τον πράξαντα, απ' όπου όμως κι αν είναι υποκινημένη μια πράξη, οι συνέπειές της βαραίνουν αυτόν που την έκανε· κι απ' αυτό το βάρος μπορεί ν' απαλλαγεί μόνο πληρώνοντας, γι' αυτό και είναι πρόθυμος να το κάνει.» (Μ. Σαμαρά, Ομήρου Ιλιάδα, σελ. 258) «Στη συνέχεια, ο ποιητής θέλει τον Αγαμέμνονα να επικαλείται ένα μυθικό παράδειγμα [...]. Έτσι ο Αγαμέμνονας βγαίνει από την αμηχανία του, καθώς αιτιολογεί την άπρεπη συμπεριφορά του. Συνοψίζουμε: ο Αγαμέμνονας αρχικά ενοχοποιεί τοn Δία, τη Μοίρα και την Ερινύα, στη συνέχεια κάνει λόγο για την Τύφλα (Άτη) και τέλος επανέρχεται στην Τύφλα και στον Δία. Ο Αγαμέμνονας επιστρατεύει λοιπόν όλες τις ανώτερες δυνάμεις, που μπορούν να οδηγήσουν έναν άνθρωπο σ' ένα βαρύ σφάλμα, όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι και ο ίδιος υπεύθυνος για την πολιτεία του. Πολύ ανθρώπινα, ο Αγαμέμνονας δεν θέλει να παραδεχτεί πως ευθύνεται ο ίδιος για το σφάλμα του. Μήπως το ίδιο δεν κάνουμε και εμείς σε ανάλογες περιπτώσεις;» (Κακριδή Ε.Ι. -Λάτα-Μακρή Β., «Ιλιάδα: Λύσεις...», σελ. 411-412)

στ. 98 πυργωμένη: που την περικλείουν τείχη.

στ. 103 η ωδινοφόρα Ειλείθυια: η θεά της γέννας που έδινε τις ωδίνες, δηλαδή τους πόνους του τοκετού.

στ. 115-116 του Περσηιάδου Σθενέλου: στην Αργολίδα, πριν από τον Ατρέα την εξουσία είχε η γενιά του Περσέα, του οποίου γιος ήταν ο Σθένελος (αυτός δεν είχε καμιά σχέση με τον Σθένελο τον γιο του Καπανέα και σύντροφο του Διομήδη).

στ. 117 εμέτρα επτά φεγγάρια: ήταν επτά μηνών έγκυος.

στ. 119 της Αλκμήνης τη γέννα: τη γέννηση του Ηρακλή.

στ. 146-147 συμπληρωματικά σχόλια 5: Ο Αχιλλέας δέχεται τα δώρα, αλλά δεν γυρίζει εξαιτίας τους στη μάχη· ο λόγος που προκαλεί την επιστροφή του πρέπει να είναι αντάξιος του ήθους του και αυτός είναι η διάθεση του να εκδικηθεί τον θάνατο του αγαπημένου του συντρόφου. Γι' αυτό ζητάει να βιαστούν· τα δώρα μπορούν να περιμένουν, το χρέος του απέναντι στον Πάτροκλο όχι. «Η απάντηση του Αγαμέμνονα στην αναγνώριση εκ μέρους του Αχιλλέα του λάθους του δεν ήταν και τόσο ευγενική· τώρα ο Αχιλλέας με τη σειρά του επιδεικνύει αδιαφορία, ακόμα και περιφρόνηση (149-150) για την παραλαβή των δώρων και τη δημόσια επίδειξή τους, στάση που εξευτελίζει τον δωρητή μιας τόσο μεγάλης περιουσίας.» (M.W. Edwards σε Kirk, τόμ. Ε', σελ. 408)

στ. 149 το μέγα έργον: η εκδίκηση για τον θάνατο του Πάτροκλου, ο φόνος δηλαδή του Έκτορα.

στ. 150 συμπληρωματικά σχόλια 6: Προοικονομείται και πάλι η αριστεία του ήρωα.

αρχή

 



 

Η Άτη (Τύφλωση) και οι Παρακλήσεις (Λιτές)

 

Ο Φοίνικας, δάσκαλος του Αχιλλέα, προσπαθεί να πείσει τον ήρωα να αποκηρύξει την οργή του και να δεχτεί τα δώρα και τη συγγνώμη του Αγαμέμνονα:

«Γιατί 'ναι κόρες κι οι Παράκλησες του Δία του τρισμεγάλου, 
κουτσές, με αλλήθωρα τα μάτια τους, με μούτρα ζαρωμένα, 
και πολεμούν να φτάσουν τρέχοντας ξοπίσω από την Τύφλα. 
Μα η Τύφλα, δυνατή, με ολόγερα ποδάρια, τρέχει απ' όλες 
πολύ πιο μπρος στη γης αλάκερη, και στους θνητούς προφταίνει 
κακό να κάνει, κι οι Παράκλησες ξοπίσω τους γιατρεύουν. 
Κι όποιος του Δία τις κόρες σέβεται, μπροστά του ως καταφτάνουν, 
έχει απ' αυτές μεγάλο τ' όφελος κι ακούνε τις ευκές του. 
Μα ο που τις διώξει πεισματώνοντας και τις παραψηφίσει, 
πάνε στον γιο του Κρόνου τρέχοντας, στον Δία, παρακαλώντας 
τη συφορά να στείλει πίσω του, να πάθει, να πλερώσει».

 

(Ιλιάδα Ι 502-512, μτφρ. Ν.Κ. Καζαντζάκης - Ι.Θ. Κακριδής, ΟΕΔΒ 1983)

 

Η ιστορία του Ηρακλή στην Ιλιάδα


α) Τληπτόλεμος (γιος του Ηρακλή, Ε 638-642):
«Για τον τρανό ποτέ δεν άκουσες τον Ηρακλή να λένε,
τον αντρειωμένο, λιοντόκαρδο πατέρα εμένα, ως τώρα;
Κάποτε εδώ τον Λαομέδοντα να πάρει τ' άτια εδιάβη
κι είχε έξι μοναχά πλεούμενα και λιγοστούς συντρόφους.»
Το κάστρο ωστόσο το διαγούμισε κι ερήμωσε τις στράτες.»

 Αθηνά (Θ 362-369):
«Και δεν θυμάται εγώ πως γλίτωσα τόσες φορές τον γιο του,
σαν ο Ευρυσθέας με τις αγγάρειες του βαριά τον τυραννούσε;
κι έκλαιγε αυτός στα ουράνια ασκώνοντας την κεφαλή,
και μένα ψηλά απ' τα ουράνια ο Δίας με πρόσταζε βοηθός του να κατέβω.
 Όμως εγώ όλα αυτά αν τα κάτεχα μες στα βαθιά μου φρένα,
σύντας στον Άδη τον ξαπόστειλε τον κλειδαμπαρωμένο,
το σκύλο του άγριου του Άδη απ' το Έρεβος να πάει να φέρει απάνω,
τα κρεμαστά νερά δεν γλίτωνε της Στύγας, όξω να 'βγει!»

(Μτφρ. Ν. Καζαντζάκης - Ι.Θ. Κακριδής)

 

 

αρχή

 



 

1. Στο έπος συναντάμε συχνά το στοιχείο του «θαυμαστού», αυτού δηλαδή που συμβαίνει «καθ' υπέρβασιν» της φυσικής τάξης και των φυσικών νόμων. Να επισημάνετε το στοιχείο του «θαυμαστού» στους στ. 1-39 και να το περιγράψετε με λίγα λόγια.

2. Ποιες είναι οι υποδείξεις της Θέτιδας προς τον γιο της (στ. 29-36); Να επισημάνετε στη συνέχεια της ενότητας (στ. 40-153) τους στίχους στους οποίους ο Αχιλλέας υλοποιεί τις εντολές της μητέρας του.

3. Να συγκρίνετε την εικόνα του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα όπως παρουσιάζονται και οι δύο στην πρώτη συνέλευση των Αχαιών (Α 56 κ.εξ.) με την εικόνα τους στην παρούσα (Τ 54 κ.εξ.). Να σημειώσετε τις ομοιότητες και να δικαιολογήσετε τις διαφορές.

4. Ο Αγαμέμνονας για να δικαιολογηθεί αποδίδει τη συμπεριφορά του στην Άτη και αναφέρει ένα ανάλογο πάθημα του ίδιου του Δία. Να διηγηθείτε με λίγα λόγια το πάθημα του θεού και να σημειώσετε τις αντιστοιχίες που παρατηρείτε με την περίπτωση του Αγαμέμνονα.

5. Λαμβάνοντας υπόψη σας τα κριτήρια που χρησιμοποιούμε για να ηθογραφήσουμε ένα πρόσωπο, να ηθογραφήσετε τον Αχιλλέα: α) από τη συμπεριφορά του απέναντι στον νεκρό φίλο του, β) από τα λόγια και τη στάση του απέναντι στη μητέρα του και γ) από τους λόγους του στη συνέλευση των Αχαιών. Να στηρίξετε τις απόψεις σας με στοιχεία από το κείμενο της ενότητας (στ. 1-152).

Κριτήρια ηθογράφησης: Η ηθογράφηση των ηρώων του έπους, όπως και κάθε λογοτεχνικού κειμένου, δηλαδή η περιγραφή και αξιολόγηση της συμπεριφοράς και της δράσης τους, προκύπτει:
α) τόσο από τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τα λόγια και τις πράξεις των ίδιων
β) όσο και από τις κρίσεις και τα συναισθήματα των άλλων ηρώων ή
γ) του ποιητή/αφηγητή.

6. Ο ομηρικός άνθρωπος, για να δικαιολογήσει την ανάρμοστη συμπεριφορά του, αποδίδει κάποιες άσχημες πράξεις του στην Άτη, στην τύφλωση δηλαδή του νου που παρασύρει τον άνθρωπο να πει λόγια που δεν θα έλεγε, να κάνει πράξεις που δεν θα έκανε, αν ήταν κύριος του εαυτού του. α) Αφού διαβάσετε τους στ. 91-94 της ενότητας και Ι 502-512 (βλ. Παράλληλο κείμενο), να δώσετε τα κύρια χαρακτηριστικά της Τύφλωσης (Άτης) και να προσδιορίσετε τη σχέση της με τις Παρακλήσεις (Λιτές). β) Καταφεύγοντας ο ομηρικός άνθρωπος στην Άτη για να δικαιολογήσει την άσχημη συμπεριφορά του, απαλλάσσεται από την ευθύνη των ενεργειών του; Να αιτιολογήσετε τις σκέψεις σας με στοιχεία από το κείμενο.

Παράλληλη αναζήτηση στα λεξικά Παράλληλη αναζήτηση και Λεξικό Νέας Ελληνικής Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη
Παράλληλα αναζήτηση σε σώματα κειμένων Παράλληλη αναζήτηση σε σώματα κειμένων νεολληνικής γλώσσας [πηγή: Πύλη για την ελληνική γλώσσα]
Αναζήτηση στο λεξικό της αρχαίας Αναζήτηση στο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας των H.G. Liddell & R. Scott [πηγή: Ψηφίδες για την ελληνική γλώσσα]

 

ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ - ΣΧΕΔΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Αφού χωριστείτε σε τέσσερις ομάδες, φανταστείτε ότι είστε παρόντες στη συνέλευση των Αχαιών και ότι παίρνετε τον λόγο μετά τον Αχιλλέα και τον Αγαμέμνονα.

Η πρώτη ομάδα θα ασκήσει κριτική στον Αγαμέμνονα επιμένοντας στο απολογητικό ύφος του λόγου του και προσπαθώντας να δείξει ότι δεν έχει πειστεί για την ειλικρίνειά του, ενώ η δεύτερη ομάδα θα κάνει το ίδιο προς τον Αχιλλέα, κάνοντας αναφορά σε αποφάσεις και ενέργειες του ήρωα από την πρώτη κιόλας συνέλευση των Αχαιών στην Α ραψωδία μέχρι τώρα. Οι δύο άλλες ομάδες θα στηρίξετε τους λόγους, τις αποφάσεις και τις ενέργειες του Αχιλλέα και του Αγαμέμνονα αντίστοιχα, προσθέτοντας και άλλα επιχειρήματα, ώστε οι λόγοι τους να γίνουν πιο πειστικοί.

 

αρχή

 



 

1. Τα δάκρυα του Αχιλλέα

«Μετά τον θάνατο του αγαπημένου του φίλου [ο Αχιλλέας] θα εγκαταλείψει την μήνιν του, για να δοθεί ολοκληρωτικά στον πόνο και τον θρήνο: οι ραψωδίες Σ και Τ θα ξεχειλίσουν από τα δάκρυά του. Κλαίγοντας όμως τον Πάτροκλο, θρηνεί και για τον εαυτό του, γιατί δεν θα αποφύγει τελικά τον θάνατο, όπως δεν τον απέφυγε, λέει, και ο Ηρακλής παρά τη δύναμή του και την αγάπη του Δία (Σ 115 κ.ε.). Ακόμα και ο Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής παρουσιάζεται στην Ιλιάδα να κλαίει (Θ 364) [...]. Το κλέος και ο ηρωισμός στο ιλιαδικό έπος συνοδεύονται από δάκρυα· τον Αχιλλέα δεν τον ικανοποιεί τίποτα άλλο παρά σκοτωμοί και "αίματα" αλλά "και βαριά βογκητά των πολεμιστών" (Τ 214). [...]

Αυτά τα στοιχεία τα συναντάμε με μεγαλύτερη ένταση στη μοναδική παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο ποιητής για να παρουσιάσει τον θρήνο του Αχιλλέα (Σ στ. 314-323). Στο χωρίο αυτό η πυκνότητα και η αφθονία δεν αποδίδονται μόνο με την χρήση επιθέτων και επιρρημάτων όπως: αδινού (316), πυκνά μάλα (318), αλλά πολλαπλασιάζεται από τη συμμετοχή όλων των Αχαιών. Ο θόρυβος του θρήνου αποδίδεται από συσσώρευση των ρηματικών τύπων ανεστενάχοντο, γοώντες (315), στενάχων (318, 323) και του ουσιαστικού γόοιο (316), ενώ η τονική βαρύτητα και η αρρενωπότητα των θρηνητικών ήχων υπογραμμίζονται από τη χρήση του επιρρήματος βαρύ (323). Αυτό που επιτείνει τον απειλητικό χαρακτήρα αυτού του ηρωικού θρήνου είναι η πάνδημη συμμετοχή και το γεγονός ότι ο γόος ακούγεται φοβερός μέσα στη νύχτα καθ' όλη τη διάρκεια του σκότους (παννύχιοι, 315): ένας ολόκληρος στρατός ουρλιάζει μες στο σκοτάδι! Καθαρά τονίζεται επίσης η επιθετικότητα και η ορμή του κεντρικού ήρωα που θρηνεί, του Αχιλλέα. Αντί για την τραχιά ακινησία του βράχου της προηγούμενης παρομοίωσης (του Αγαμέμνονα και του Πατρόκλου [113 κ.ε., Π 3-4]), την οποία ακυρώνει κάπως η ορμητική πτώση του νερού, εδώ έχουμε μια εικόνα σε συνεχή κίνηση: πρόκειται για την ενεργητικά επιθετική στάση ενός αρσενικού λιονταριού που ψάχνει ανυπόμονα να ξεσπάσει την εκδικητική μανία του και να χορτάσει τον δριμύ χόλο του, την "ανήμερη λύσσα εντός του" (322), με τις σάρκες του κυνηγού που του άρπαξε τα μικρά του. Η εικόνα αυτή του θρήνου θυμίζει έντονα τη μάχη: ο Αγαμέμνονας κατά τη διάρκεια της αριστείας του ορμάει εναντίον των Τρώων σαν λιοντάρι που ήλθε μέσα στη σκοτεινή νύχτα (Λ 173. Πβ. Ο 324). Όσο πιο αβάσταχτος είναι ο πόνος, τόσο πιο πολύ ο θρήνος χαρακτηρίζεται από επιθετικότητα που ταιριάζει στη μάχη. Ο απειλητικός χαρακτήρας επιτείνεται από την πλεοναστική χρήση εκφράσεων που αποδίδουν την έννοια της πυκνότητας: την πυκνότητα των στεναγμών του ήρωα (αδινού, πυκνά μάλα, 316, 318) ακολουθεί η φοβερή εικόνα της πυκνής χαίτης του λέοντα (ηϋγένειος, 318) και οι κίνδυνοι που κρύβει το πυκνό δάσος (ύλης εκ πυκινής, 320). Μετά από αυτούς τους στίχους ο ακροατής είναι βέβαιος ότι ο ήρωας χορταίνει πρώτα την επιθυμία του για θρήνους, πριν ορμήσει να χορτάσει με τις σάρκες του εχθρού. Και στην περίπτωση δηλαδή της έκφρασης, του λεξιλογίου ή των εικόνων, ο ηρωικός θρήνος και η μάχη πλησιάζουν τόσο, ώστε δίνεται η εντύπωση πως ο θρήνος είναι μια αναγκαία προετοιμασία για τη φονική μάχη. [...]»

(Πανούσης Γ.Α., «Θρήνοι ηρώων στην Ιλιάδα», σελ. 44, 46-47)

 

2. Ο θυμός, η Άτη και η ανθρώπινη ευθύνη

«Και για τον Όμηρο ο "θυμός" είναι πρώτα πρώτα μια ψυχική διέγερση· οι χαρακτηρολόγοι μας έχουν πολλά να πουν γι' αυτήν. Ο θυμός ειδικότερα καλεί την ψυχή στα όπλα όταν πρόκειται να αγωνιστεί κανείς και να κρατήσει ψηλά την τιμή του, κάτι που αποτελεί ένα είδος αγώνα ζωής σε υψηλότερο επίπεδο. Επομένως, ο θυμός ανήκει στα ευγενέστερα πάθη και κανένας σωστός άνθρωπος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτόν· έχει μεγάλη σημασία για τους ανθρώπους που, όπως οι ομηρικοί, ζουν κινημένοι από έντονες παρορμήσεις και τοποθετούν την τιμή πάνω απ' όλα. Μόνο που η μεγάλη και κυριαρχημένη από το πάθος φύση γίνεται, μέσα στη διέγερση που τη συναρπάζει, έρμαιο μιας επικίνδυνης δύναμης που την ξεμυαλίζει· ό,τι κάνει με την επίδρασή της φτάνει να γίνει, και για την ίδια και για τους άλλους, μοίρα. Τώρα ο θυμός παρουσιάζεται σαν κάτι που το ξεκίνημά του δεν βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο. Δεν είναι "ο ίδιος" ο άνθρωπος που "θυμώνει"- ο θυμός τον "κατέχει", "πέφτει στην ψυχή του", "βυθίζεται" μέσα του, "φουντώνει στην καρδιά του" (Π 30, 206- Ι 553- Τ16- 1646, 554). Έτσι τον βλέπει ο Αχιλλέας όταν καταριέται τον θυμό μαζί με τη διχόνοια (Σ 107-110). Αυτός ο "καταραμένος" (ουλόμενος, Α 2) θυμός παρουσιάζεται στον άνθρωπο ανοίγοντας τον δρόμο σε ανώτερες καταστρεπτικές δυνάμεις· προπαντός συνδέεται με τη μεγάλη βλαπτική δύναμη που οι αρχαίοι Έλληνες την ονομάζουν άτη, "ζημιά", και που, όταν πλησιάζει τον άνθρωπο, του γίνεται αισθητή ως "τύφλωση" ή "πλάνη". Η ιστορία για τον τρόπο που ήρθε η Άτη στον κόσμο έχει μεγάλη σημασία για το πώς ο Όμηρος αντιλαμβάνεται γενικά όσα συμβαίνουν. Μια φορά η Άτη είχε χτυπήσει τον ίδιο τον Δία, και ο μεγάλος θεός αναγκάστηκε να δει τον αγαπημένο του γιο, τον Ηρακλή, που τον προόριζε να κυβερνήσει πολλούς, να ταπεινώνεται στην υπηρεσία του Ευρυσθέα και να περνά τη ζωή του μέσα σε ατέλειωτο μόχθο. Τότε ο Δίας άρπαξε την Άτη από τα μαλλιά, ορκίστηκε να μην την αφήσει ποτέ πια να βάλει το πόδι της στον Όλυμπο και στον αστερωμένο ουρανό, την εκσφενδόνισε από εκεί ψηλά, και (Τ 131)... "έτσι εκείνη εβρέθηκε γοργά στη γης απάνω".

Ο ποιητής περιγράφει κάτι που μοιάζει με προπατορικό αμάρτημα, όπου όμως —πράγμα αξιοσημείωτο για την ελληνική αντίληψη— δεν έπεσε ο άνθρωπος στην αμαρτία, αλλά η μεγάλη πλάνη έπεσε κάποτε πάνω στους ανθρώπους. Η αλήθεια είναι πως ο Αγαμέμνονας διηγείται την ιστορία αυτή για να παρουσιάσει τον εαυτό του πέρα για πέρα αθώο: ο Δίας και οι Μοίρες και η Ερινύα είχαν ρίξει στην καρδιά του την Άτη, και ύστερα δεν μπορούσε να τη βγάλει γρήγορα από πάνω του (Τ 87, 134 κκ. - πρβ. Α 411κ., 118). Αλλά και ο Αχιλλέας λέει το ίδιο πράγμα την ώρα που ξορκίζουν με επίσημες θυσίες τον θυμό: «Πατέρα Δία, δεν είναι ψέματα πως τους θνητούς τυφλώνεις...» (Τ 270), αλλιώς δεν θα μπορούσε ο Αγαμέμνονας να τον θυμώσει τόσο — όμως ήταν το δίχως άλλο θέλημα του Δία να σκοτωθούν τόσοι Αχαιοί (Τ 270 κκ.). Με το ίδιο ακριβώς πνεύμα μιλά ο ποιητής στην αρχή του έργου (Α 1-5).

Η Ιλιάδα δεν είναι έπος που αναφέρεται στο ανθρώπινο πάθος μόνο· ούτε έπος που αναφέρεται στη δύναμη του μοιραίου μόνο. Το έπος της μήνιδος κλείνει μέσα του και τα δύο στρώματα. Όποιος θυμώνει, είναι και μένει άνθρωπος· όπως στην περίπτωση του Αχιλλέα, με τον θυμό του αποδείχνει μονάχα την υψηλή επίγνωση της αξίας του, και όταν το παρακάνει, αποδέχεται τις συνέπειες, ακόμη και τον θάνατο, χωρίς αντίρρηση· τον προειδοποιούν και τον συμβουλεύουν σαν να ήταν κύριος του θυμού του (πρβ. π.χ. Ι 496 κκ., 639- Λ 665- Π 33, 203). Όταν όμως ήρθε η ώρα που έπρεπε να θυμώσει, δεν περνούσε από το χέρι του αν θα θύμωνε ή όχι. Το κακό πλανιόταν γύρω του και έτρεφε τον θυμό, όπως κάτι μέσα στον αέρα τροφοδοτεί τη φλόγα. Σαν να ήταν φυσικό φαινόμενο, ο θυμός πέρασε μια μια τις προκαθορισμένες φάσεις. Και μόνο όταν εξαντλήθηκε το υλικό του κακού έσβησε και ο θυμός. Ο άνθρωπος έφταιξε και δεν έφταιξε. Είτε όμως έφταιξε είτε όχι, μπλέχτηκε με τον θυμό, άλλος με περισσότερο, άλλος με λιγότερο δίκιο· ας ήταν έξυπνος, ας είχε τις καλύτερες προθέσεις: η εξυπνάδα και η δύναμη, το φρόνημα, τα πάθη και οι ορμές επηρέασαν το ένα το άλλο. Τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Οι πρώτες αιτίες έμειναν κρυφές και τα αποτελέσματα απρόβλεπτα: δεν ήταν παρά το θέλημα του Δία που πραγματωνόταν.»

(Schadewaldt W, τόμ. Β', σελ. 163-166)

 

3. Η απολογία του Αγαμέμνονα και η Άτη

«Ας αρχίσουμε από την εμπειρία της θεϊκής πλάνης ή μωρίας (άτη) που έσπρωξε τον Αγαμέμνονα να αποζημιώσει τον εαυτό του για την απώλεια της ερωμένης του, αρπάζοντας την ερωμένη του Αχιλλέα. "Αλλ' αίτιος", διακηρύχνει αργότερα, "δεν είμ' εγώ· αλλά είναι ο Ζευς κι η Μοίρα και η νυχτοπλάνητη Ερινύα, που την άγρια άτη τότε, μέσα στη σύνοδο, έβαλαν στον νου μου, και του Αχιλλέα πήρα εγώ ο ίδιος το βραβείο. Και τι να έκανα; Το θέλημα ήταν του θεού". Ανυπόμονοι σύγχρονοι αναγνώστες έχουν απορρίψει αρκετές φορές τα λόγια αυτά του Αγαμέμνονα ως αδύναμη ιδεολογία ή ως υπεκφυγή από την ευθύνη. Όχι όμως, νομίζω, εκείνοι που διαβάζουν προσεκτικά. Με τη νομική έννοια σίγουρα τα λόγια αυτά δεν αποτελούν υπεκφυγή από την ευθύνη· επειδή στο τέλος του λόγου του ο Αγαμέμνονας προσφέρει αποζημίωση ακριβώς πάνω σ' αυτή τη βάση. "Κι αν τότ' ετυφλώθηκα (αασάμην) και ο Ζευς τον νου μου πήρε, να το διορθώσω θέλω εγώ με ξαγοράν πλουσία". Αν είχε ενεργήσει με τη δική του βούληση, δεν θα μπορούσε ο ίδιος τόσο εύκολα να παραδεχτεί πως έσφαλε· όμως τώρα, πληρώνει για τις πράξεις του. Από νομική άποψη, η θέση του θα ήταν ίδια και στις δυο περιπτώσεις· γιατί η πρώιμη ελληνική δικαιοσύνη δεν ενδιαφερόταν καθόλου για την πρόθεση —αυτό που βάραινε ήταν η πράξη. Ούτε πάλι εφευρίσκει, αδιάντροπα, ένα ηθικό άλλοθι· επειδή, όπως αυτός, έτσι και το θύμα του αντιμετωπίζει το πράγμα με τον ίδιο τρόπο. "Δία πατέρα, τους θνητούς πόσο κακά τυφλώνεις (άτας διδοίσθα)· αλλιώς δεν θ' αγρίευε στα βάθη την ψυχή μου ο Ατρείδης, και στο πείσμα μου δεν θα έπαιρνε την κόρη στη θέλησή μου αμάλαχτος" [Τ 270 κ.ε.]. Πιθανόν να σκεφτείτε πως ο Αχιλλέας δέχεται εδώ μ' ευγένεια μιαν επίπλαστη δικαιολογία, με σκοπό να διασώσει το κύρος του μεγάλου Βασιλιά. Όμως όχι: επειδή ήδη στην 1η ραψωδία, όπου ο Αχιλλέας εξηγεί την κατάσταση στη Θέτιδα, θεωρεί τη συμπεριφορά τον Αγαμέμνονα ως άτη του και στην 9η ραψωδία αναφωνεί: "όπως του δόξει ας κάνει, κι αμέριμνος στον όλεθρο του ας τρέχει, αφού τον νου του επήρε ο πάνσοφος Κρονίδης" [1376]. Αυτή είναι η άποψη τον Αχιλλέα όσο και του Αγαμέμνονα για τα γεγονότα· και στα περίφημα λόγια που εισάγουν την ιστορία της Οργής "κι ετελειώθει η βουλή του Αία", έχουμε τον ισχυρό υπαινιγμό πως αυτή είναι επίσης και η άποψη του ποιητή. [.]

Υπάρχουν μερικά χωρία στον Όμηρο όπου η "ασύνετη" και "ακαταλόγιστη" συμπεριφορά αποδίδεται στην άτη, ή περιγράφεται με το ομόρριζο ρήμα αάσασθαι δίχως να αναφέρεται ρητά η θεϊκή παρέμβαση. Όμως η άτη στον Όμηρο δεν έχει χαρακτήρα προσωπικό: τα δύο χωρία που θεωρούν την άτη ως κάτι προσωπικό, Ιλ. 9. 505 κκ. και 19. 91 κκ., είναι ολοφάνερα σημεία αλληγορίας. Ούτε και σημαίνει βέβαια η λέξη, τουλάχιστον στην Ιλιάδα, αντικειμενική καταστροφή, πράγμα πολύ συνηθισμένο στην τραγωδία. Πάντοτε, ή σχεδόν πάντοτε, η άτη δηλώνει κατάσταση του νου, έναν προσωρινό συσκοτισμό ή την αναταραχή της φυσιολογικής συνείδησης. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μερική και προσωρινή παραφροσύνη· και, όπως κάθε παραφροσύνη, αποδίδεται όχι σε φυσιολογικές ή ψυχολογικές αιτίες αλλά σε κάποια εξωτερική "δαιμονική" δύναμη. Είναι αλήθεια πως στην Οδύσσεια, η υπερβολική κατανάλωση κρασιού λέγεται πως προκαλεί άτη. Όμως είναι πιθανόν πως ο υπαινιγμός εδώ δεν αφορά στο ότι η άτη μπορεί να "παραχθεί" φυσικά, αλλά μάλλον ότι το κρασί έχει κάτι το υπερφυσικό ή το δαιμονικό μέσα του. Εκτός απ' αυτή την ειδική περίπτωση, οι παράγοντες που προκαλούν την άτη, εκεί όπου έχουν προσδιοριστεί, φαίνεται πάντοτε πως είναι όντα υπερφυσικά· έτσι μπορούμε να ταξινομήσουμε όλες τις περιπτώσεις της άτης, που δεν αφορμάται από το κρασί, κάτω από τον γενικό τίτλο αυτού που σκοπεύω να ονομάσω "ψυχική παρέμβαση". [.]

Ο Nilsson είναι, νομίζω, ο πρώτος φιλόλογος που προσπάθησε σοβαρά να εξηγήσει όλα αυτά με βάση την ψυχολογία. Σ' ένα τον άρθρο δημοσιευμένο το 1924, που τώρα έχει γίνει κλασικό, υποστήριξε πως οι ομηρικοί ήρωες υπόκεινται ιδιαίτερα σε αιφνίδιες και βίαιες αλλαγές της διάθεσής τους: υποφέρουν, λέει, από ψυχική αστάθεια (psychische Labilität). Και επισημαίνει παρακάτω πως ακόμη και σήμερα ένα άτομο της ίδιας ιδιοσυγκρασίας συνηθίζει, όταν αλλάζει η διάθεσή του, να αποστρέφεται με τρόμο ό,τι έχει μόλις πράξει, και να εξηγεί, "πραγματικά, δεν ήμουν εγώ που το έκαμα". Ή συμπεριφορά του" λέει ο Nilsson "έχει αποβεί ξένη για τον ίδιο. Δεν μπορεί να την κατανοήσει. Γι' αυτόν δεν αποτελεί καθόλου μέρος του Εγώ του". Αυτή είναι μία απόλυτα σωστή παρατήρηση και η σχέση της με μερικά φαινόμενα που έχουμε ήδη ερευνήσει δεν είναι δυνατόν, νομίζω, να αμφισβητηθεί. [...] Αν ο χαρακτήρας είναι γνώση, ό,τι δεν είναι γνώση δεν είναι μέρος του χαρακτήρα, αλλά φτάνει στον άνθρωπο απ' έξω. Όταν ο άνθρωπος ενεργεί με τρόπο αντίθετο προς το σύστημα των συνειδητών ψυχικών διαθέσεων, που λέγεται ότι "γνωρίζει", τότε η πράξη του δεν είναι κυριολεκτικά δική του, αλλά του έχει υπαγορευτεί. Με άλλα λόγια, ασυστηματοποίητες, εξωλογικές ορμές, και όσες πράξεις προέρχονται απ' αυτές, τείνουν να αποκλειστούν από το εγώ και αποδίδονται σε μια ξένη πηγή. Προφανώς αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανόν να συμβεί όταν οι σχετικές πράξεις είναι τέτοιες που να προκαλούν έντονη ντροπή στους δράστες. Γνωρίζουμε με ποιο τρόπο στη δική μας κοινωνία ελευθερωνόμαστε από αβάσταχτα συναισθήματα ενοχής "προβάλλοντάς" τα με τη φαντασίωσή μας πάνω σε κάποιον άλλο. Και μπορούμε να φανταστούμε πως η έννοια της άτης υπηρέτησε έναν παρόμοιο σκοπό για τον ομηρικό άνθρωπο καθώς τον ενδυνάμωσε με όλη την καλή πίστη να προβάλει πάνω σε μια εξωτερική δύναμη τα αβάσταχτα συναισθήματα της ντροπής του [...].»

(Dodds E.R., σελ. 23-35)

 

αρ