Η γεωγραφία του κάτω κόσμου
Στην Οδύσσεια για πρώτη φορά περιγράφεται η γεωγραφία του Κάτω Κόσμου που οριοθετείται από τον ποταμό Αχέροντα, γιο της Γαίας, τιμωρημένος να ζει κάτω από τη γη, γιατί στη διάρκεια της Γιγαντομαχίας άφησε τους Γίγαντες να πιουν νερό. Σε αυτόν χύνονται ο Πυριφλεγέθων και ο Κωκυτός, το ποτάμι των κλαυθμών και παραπόταμος της Στυγός. Αχέροντας και Κωκυτός κυλούν παράλληλα με τη Στύγα, στην οποία ορκίζονται οι θεοί, «γιατί ό,τι είναι πιο παλιό είναι και πιο ιερό». Άλλοτε πάλι στη θέση του Αχέροντα εμφανίζεται η Αχερουσία λίμνη [1]. Μια παρετυμολογία του ονόματος του ποταμού τον θέλει να δημιουργείται από τη λέξη άχος = λύπη, άλγος, στενοχώρια. Αλλά θα πρέπει να είναι οι ιδιομορφίες του ποταμού της Ηπείρου που τον ταύτισαν με τον Άδη. Ο ποταμός περνά από περιοχή άγρια και σε κάποιο σημείο τα νερά του χάνονται σε βαθιά άβυσσο. Όταν ξανάβγαινε στην επιφάνεια, κάπου κοντά στις εκβολές του, σχημάτιζε ένα βρώμικο τέλμα σε ένα τοπίο καταθλιπτικό, γεμάτο καλαμιές και βούρκο. [2] Αυτή καθαυτή η ετυμολογία του ποταμού τον συνδέει γενικά με το νερό.
Τα νερά του Αχέροντα ή της Αχερουσίας όφειλαν να διασχίσουν οι ψυχές οι οποίες περίμεναν τον Χάροντα στον όρμο όπου εκβάλλει ο ποταμός, προκειμένου να περάσουν, κωπηλατώντας μόνες τη βάρκα του Χάροντα, στο Βασίλειο των Νεκρών, τις πύλες του οποίου φυλάει ο τρικέφαλος Κέρβερος. Ο Χάροντας παρουσιάζεται σαν άσχημος γέροντας με παχιά γκρίζα γενειάδα. Φορεί κουρελιασμένο πανωφόρι και στρογγυλό καπέλο [Eικ. 1, 2, 3, 4, 5]. Στις τοιχογραφίες των ετρουσκικών τάφων ο Χάροντας παρουσιάζεται σαν φτερωτός δαίμων με μαλλιά ανακατεμένα με φίδια, ενώ στα χέρια κρατά διπλό ξύλινο σφυρί. Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ο ετρουσκικός Χάρων στην πραγματικότητα είναι ο «δαίμων του θανάτου», εκείνος που σκοτώνει τον ετοιμοθάνατο και τον παρασύρει στον υπόγειο κόσμο. Έναν ενδιάμεσο τύπο διαμόρφωσαν οι άποικοι της Ποσειδωνίας. Ο Χάροντας διευθύνει τη νεκρική βάρκα σαν «θρανίτης των ναυτών» αλλά δεν κωπηλατεί. Δείχνεται τυραννικός και βίαιος, σαν πραγματικός υποτακτικός άλλου [3]. [Εικ. 6] Για τιμωρία που άφησε ένα ζωντανό, τον Ηρακλή, να περάσει στον κόσμο των νεκρών, υποχρεώθηκε να περάσει ένα χρόνο αλυσοδεμένος. [4]
Τελικά, ο θάνατος μοιάζει να είναι μια βουτιά του ανθρώπου από αυτόν τον κόσμο στον άλλον, και αυτή η βουτιά παριστάνεται σε τοιχογραφίες από τον τάφο του Κυνηγιού και του Ψαρέματος η μία, του Βουτηχτή η άλλη, μια απαράμιλλη τεχνική κατάδυση, όχι ένα παιγνίδι ζωής αλλά βουτιά στον άλλον κόσμο [Eικ. 7, 8]. Ο Emanuele Greco, περιγράφοντας τη γραπτή διακόσμηση στο εσωτερικό μέρος της καλυπτήριας πλάκας του Τάφου του Βουτηχτή, σημειώνει τα εξής:
«[…] ζωγράφισαν τη σκηνή ενός νέου που βουτάει, υπερπηδώντας μια κατασκευή, σε μικρό κύκλο νερού, τον οποίο περιβάλλουν δύο δενδρύλλια. Είναι προφανής η νεκρική υποδήλωση […]. Το μνημείο που απεικονίζεται ερμηνεύεται ως η πύλη του Άδη και ταυτόχρονα ως όριο του γνωστού κόσμου, οπότε η βουτιά συμβολίζει το πέρασμα στον άλλον κόσμο, κατ’ εξοχήν άγνωστο, ο οποίος βρίσκεται πέρα από τα όρια της γνώσης». [5]
Σαν βουτιά θανάτου, έστω και μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας, μπορούμε να εκλάβουμε την κατάδυση των αστεριών που σε ερυθρόμορφο καλυκωτό κρατήρα του 435 π.Χ. με τη μορφή παιδιών βουτούν στη θάλασσα με την ανατολή του Ήλιου.
Στις όχθες των ποταμών του θανάτου περνά ο Ορφέας επτά μέρες νηστείας, θρηνώντας για τον οριστικό χαμό της συζύγου του Ευρυδίκης (Οβ., Μεταμορφώσεις Χ, 52 κ.ε.).
Σε αργυρό πινάκιο γύρω στα 350 μ.Χ., όταν ήδη η νέα θρησκεία του χριστιανισμού κάνει πια δυναμικά εμφανή την παρουσία της, ο καλλιτέχνης προσωποποιεί τις ποτάμιες θεότητες Στύγα και Αχέροντα σε μια παράσταση εμβαπτίσματος του Αχιλλέα για πρώτη φορά μετά τη γέννησή του [Εικ. 9]. Μοιάζει η παλιά θρησκεία να αντιτάσσει το δικό της θεόπαιδο στο θεϊκό παιδί της καινούριας θρησκείας, ενώ οι προσωποποιήσεις των συγκεκριμένων υδάτων δεν νομίζουμε ότι είναι τυχαία. [6] Δεν είναι μόνο ότι αποτυπώνεται η μυθική πραγματικότητα –σε ποια νερά έγινε η εμβάπτιση και σε ποιο μέρος βασίλεψε ο Αχιλλέας (η Ήπειρος υποδηλώνεται με τον Αχέροντα)– αλλά ότι εμβαπτίζεται σε ό,τι θεωρούνταν στην παλιά θρησκεία ως το πιο παλιό (Στύγα), άρα και πιο ιερό, για να γίνει αθάνατος. Πρόκειται άραγε για προσπάθεια να δειχθεί ότι και η παλιά θρησκεία θα παραμείνει αιώνια; [Εικ. 10· πρβ. Εικ. 11]
Σε δύο ακόμη παραστάσεις εικάζεται η παρουσία του προσωποποιημένου Αχέροντα. Σε ετρουσκικό κρατήρα, β’ μισό του 4ου αι. π.Χ., εμφανίζεται σαν δαίμονας με φτερά που κρατά στα χέρια του φίδια. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να μην πρόκειται για παράσταση του Αχέροντα αλλά του Χάροντα. [Εικ. 12, 13] Πιο πιθανή είναι η ταύτιση σε τοιχογραφία από σπίτι στο λόφο Esquilino στη Ρώμη που απεικονίζει την άφιξη του Οδυσσέα στον Άδη (40 π.Χ.). Οι σύντροφοί του θυσιάζουν τους αμνούς, ενώ ο ίδιος κρατάει μακριά τις ψυχές των νεκρών αφήνοντας μόνο τον Τειρεσία να περάσει. Ο Αχέροντας, ο Πυριφλεγέθων και ο Κωκυτός προσωποποιημένοι βρίσκονται ανάμεσα στα βράχια και στην πυκνή υδρόβια βλάστηση. [Εικ. 14]
Σχετικά λήμματα
1. Η λίμνη αποξηράνθηκε το 1950.
2. Όμ., Οδ. κ, 513 κ.ε.. Παυσ. Ι, 17.5. Θουκ. Ι, 46.4. Απολλ. ΙΙ, 5.12. Σχολιαστής του Ομήρου: Ιλ., Ψ 514.5 και Υ, 138.
3. Greco 2001, σ. 287, Εικ. 26. Πρβλ. Αριστ., Βάτραχοι, 180-209.
4. Για άλλες παραστάσεις του Χάροντα βλ. http://www.iconiclimc.ch/visitors/overview.php?source=127&term=Charon.
5. Greco 2001, σ. 252.
6. Βλ. Η εικονογραφία του λουτρού στο μεταίχμιο.