Αρχαία ελληνική μυθολογία

Θράκες

ΟΡΦΕΑΣ

Αναθηματικό χρυσό έλασμα, περίπου 400-350 π.Χ.



 

17 18 19 20 21 22 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 67 68 69 70 71 72 73 74 75 76 77 78 79 80 81 82 83 84 85 86 87 88 89 90 91 92 93 94 95 96 97 98 99 100 101 102 103 104 105 106 107 108 109 110 111 112 113 114 115 116 117 118 178 179 180 181 182 183 184 185 186 187 188 189 190 191 192 193 194 195 196 197 198 199 200 201 202 203 204 205 206 207 208 209 210 211 212 213 214 215 216 217 218 219 220 221 222 223 224 225 226 227 228 229 230 231 232 233 234 235 236 237 238 239 240 241 242 243 244 245 246 247 248 249 250 251 252 253 254 255 256 257 258 259 260 261 262 263 264 265 266 267 268 269 270 271 272 273 274 275 276 277 278 279 280 281 282 283 284 285 286 287 288 289 290 291 292 293 294 295 296 297 298 299 300 301 302 303 304 305 306 307 308 309 310 311 312 313 314 315 316 317 318 319 320 321 322 323 324 325 326 327 328 329 330

Ο θρύλος του Ορφέα δεν είναι μία και μοναδική ιστορία, έχει παραλλαγές και αντιφάσεις, κάτι το οποίο οφείλεται στην ποικιλία των πηγών και των κινήτρων των συντακτών τους μέσα στους αιώνες (θαυμαστές ή άσπονδοι εχθροί του), στην αμφιβολία αν ο Ορφέας υπήρξε ιστορικό πρόσωπο, στο γεγονός ότι ο χρόνος δράσης του Ορφέα τοποθετείται σε μια μακρινή εποχή αφήνοντας πολύ χώρο σε εικασίες. Ποιητές όπως ο Πίνδαρος (5ος αι. π.Χ.), ο Απολλώνιος Ρόδιος (3ος αι. π.Χ.), ο Οβίδιος (1ος αι. πΧ.-1ος αι. μ.Χ.), ο Βαλέριος Φλάκκος (1ος αι. μ.Χ.), συγγραφείς πιστοί στον Ορφέα, ερευνητές όπως ο Στράβωνας (1ος αι. π.Χ.) και ο Παυσανίας (2ος αι. μ.Χ.) συνέβαλαν στη διαμόρφωση του προσώπου του Ορφέα με τις θρησκευτικές και καλλιτεχνικές στον χώρο της ποίησης και της μουσικής ενασχολήσεις. [Εικ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38]

Γέννηση - Ιδιότητες

Ο Ορφέας δεν αναφέρεται στα ομηρικά ή στα ησιόδεια έπη. Ωστόσο, ο Πίνδαρος τοποθετεί τον Ορφέα μεταξύ των αρχαιότερων ηρώων της ηρωικής εποχής, αρκετές γενιές πριν από τον Όμηρο, αφού συμμετέχει στην Αργοναυτική εκστρατεία, κάτι που έκανε κάποιους αρχαίους ιστορικούς να υποστηρίξουν ότι υπήρξε απευθείας πρόγονος του Ομήρου· αντίθετα ο Ηρόδοτος υποστηρίζει ότι οι ποιητές που λέγεται ότι έζησαν πριν από τον Όμηρο και τον Ησίοδο ήταν μεταγενέστεροι (test. 5.4· Ηρόδ. 2.53).

Ο Ορφέας θεωρούνταν γιος του Απόλλωνα, πιο συχνά όμως ως πατέρας του αναφέρεται ο θράκας θεός-ποταμός ή βασιλιάς Οίαγρος· είναι, επομένως, από την πλευρά του πατέρα του εγγονός του Άρη ή του Χάροπα ή του Πίερου και της Μεθώνης. Μητέρα του ήταν η Μούσα Καλλιόπη, που είχε το μεγαλύτερο αξίωμα απ’ όλες τις άλλες· ή η Πολύμνια· ή, σπάνια, η Μενίππη, κόρη του Θάμυρη. [Εικ. 39, 40] Στα ορφικά Αργοναυτικά ο ίδιος ο Ορφέας λέει ότι ο γάμος των γονιών του έγινε σε μια σπηλιά της Θράκης:

Απ’ εκεί [το ακρωτήριο Ταίναρο] έφτασα γοργά στη χιονισμένη Θράκη
στον πατρικό μου τόπο, στη χώρα των Λειβήθρων·
μπήκα στην ξακουστή σπηλιά, όπου μ’ έφερε στον κόσμο
η μάνα μου στου αντρείου Οίαγρου την κλίνη.

(Αργοναυτικά 1373-6, μετ. Θ.Γ. Μαυρόπουλος)

Λεγόταν ότι ο Οίαγρος και η Καλλιόπη απέκτησαν και τον Λίνο (αν και άλλοι του απέδιδαν την ιδιότητα όχι του αδελφού του Ορφέα αλλά του δασκάλου του στη μουσική) και τον Κυμόθωνα (για τον οποίο δεν είναι τίποτε άλλο γνωστό), ίσως και τον Μαρσύα. Ορφέας, Λίνος και Μαρσύας συνδέονται μεταξύ τους μέσω της μουσικής και είναι πιθανό ότι η παράδοση τους συνέδεσε και με δεσμούς συγγένειας.

Ως τόπος γέννησης του Ορφέα αναφέρονται τα Λείβηθρα, όμως τα Αργοναυτικά Ορφικά ονομάζουν τα Λεύβηθρα της Θράκης ως γενέθλιο τόπο του, τοπωνύμιο που αρχικά μπορεί να θεωρηθεί ως γεωγραφική σύγχυση, αφού τα Λείβηθρα βρίσκονται στην Πιερία. Η σύγχυση για τον τόπο θα πρέπει να αποδοθεί στη διαφορετική τοποθέτηση των ορίων της Θράκης από εποχή σε εποχή, που αρχικά έφτανε μέχρι την Πιερία. Έτσι, ο Οβίδιος, λ.χ., μετέφερε το σκηνικό του μύθου προς τα όρη της Ροδόπης και το Δέλτα του Έβρου, δηλαδή στη Θράκη της εποχής του. Πάντως, συχνά παριστάνεται με θρακική φορεσιά και οι μυθογράφοι τον θέλουν βασιλιά κάπου στην περιοχή αυτή –των Βιστόνων, των Οδρυσών, των Μακεδόνων κτλ. Ωστόσο, κατεξοχήν θεωρείται αοιδός, μουσικός και ποιητής.

Οι πηγές δίνουν αρκετές πληροφορίες για το ήθος και την επιρροή του, όχι όμως και για τα περιστατικά της ζωής του, που περιορίζονται στον θάνατο της γυναίκας του Ευρυδίκης και το ταξίδι του στον Κάτω κόσμο· στο ταξίδι του στην Αίγυπτο και με τους Αργοναύτες στην Κολχίδα· στον δικό του θάνατο και στα θαυμαστά γεγονότα που ακολούθησαν.

Συμμετοχή στην Αργοναυτική εκστρατεία

Από μικρός ενδιαφερόταν ο Ορφέας για τους θεούς, τους μύθους, τις ιεροτελεστίες και σε νεαρή ηλικία ταξίδεψε στην Αίγυπτο, απ’ όπου γύρισε σοφότερος. Ο πατέρας του Οίαγρος του δίδαξε τα μυστικά των ιερών τελετών του Διόνυσου, κι εκείνος αργότερα ακολούθησε τον Διόνυσο στην Ινδία και επέφερε διάφορες αλλαγές στις τελετές, γι’ αυτό και ονομάζονταν και ορφικές.

Από τον Απόλλωνα πήρε ως δώρο τη λύρα: Κι απ᾽ τον Απόλλωνα σταλμένος / ήρθε ο κιθαριστής, των αοιδών ο πατέρας, / ο Ορφέας ο χιλιοπαινεμένος (Πυθ. 4.177-9, μετ. Γ. Οικονομίδης). Οι Μούσες τον μύησαν στην τέχνη του τραγουδιού και της ποίησης, μάλιστα η δύναμη της μουσικής του ήταν τέτοια που ημέρευε τα θηρία, έκανε τα δέντρα και τις πέτρες να χορεύουν. Υπήρξε ένας από τους πολλούς θνητούς ερωμένους του Απόλλωνα (ο κατάλογος με τα ονόματά τους ίσως είναι ο μεγαλύτερος, με δεύτερο τον κατάλογο ερωμένων του Ηρακλή): Απόλλων Κινύρου, Ζακύνθου, Ὑακίνθου, Φόρβαντος, Ὕλα, Ἀδμήτου, Κυπαρίσσου, Ἀμύκλα, Τρωίλου, Βράγχου, † Τυμναίου, Πάρου, Ποτνιέως, Ὀρφέως (Κλήμης Ρώμης, Ομιλίαι 5.15.2).

Η αρχαιότερη, ως τις μέρες μας, απεικόνιση του Ορφέα και των Αργοναυτών είναι στη μετόπη του μονόπτερου των Σικυωνίων στους Δελφούς. [Εικ. 41] Πλαισιωμένοι από τους Διόσκουρους σώζονται δύο Αργοναύτες μουσικοί, όρθιοι μέσα στην Αργώ, που κρατούν τις λύρες τους· επιγραφή υποδεικνύει τον έναν ως τον Ορφέα (590-580 π.Χ. Δελφοί, Αρχαιολογικό Μουσείο) [1]. Λίγο αργότερα ο Πίνδαρος κάνει την πρώτη συνεκτική απόπειρα παρουσίασης της συμμετοχής του Ορφέα στην εκστρατεία. Ο Ορφέας δεν συμμετέχει στην εκστρατεία ως πολεμιστής ούτε απλώς ως κελευστής, δηλαδή ως τραγουδιστής των ρυθμών που ακολουθούσαν οι κωπηλάτες, γιατί με την ικανότητά του στο τραγούδι και τη μουσική πετύχαινε πολλά περισσότερα. Εξάλλου, αφορμή για τη συμμετοχή τους στην εκστρατεία ήταν μια προφητεία του Χείρωνα που έλεγε ότι μόνο αυτός θα μπορούσε να βοηθήσει τους Αργοναύτες να περάσουν τις Σειρήνες και να αντιμετωπίσουν διάφορες δυσκολίες. [Εικ. 42, 43, 44, 45] Διάφορα περιστατικά επιβεβαίωσαν την προφητεία.

Ο Απολλώνιος μιλά για μια διαμάχη ήδη στο ξεκίνημα του ταξιδιού, την οποία τερματίζει ο Ορφέας με ένα τραγούδι για την προέλευση όλων των πραγμάτων, για τη γέννηση του κόσμου και των θεών, για την κοσμική αρμονία (Απ. 1.496-515). Στα ορφικά Αργοναυτικά δεν γίνεται καμία αναφορά σε αυτή την ιστορία, όπου όμως εξιστορείται ένα άλλο επεισόδιο· η Αργώ, παρά τις προσπάθειες των Αργοναυτών να την τραβήξουν στο νερό, γλίστρησε στη θάλασσα με τη θέλησή της, όταν ο Ορφέας έπαιξε τη λύρα του (Ο.Α. 238-274εικ.). Επίσης, ο Ορφέας με το τραγούδι του είχε αναγκάσει τα δέντρα, με τα οποία κατασκευάστηκε η Αργώ, να κατεβούν από το βουνό στην ακτή (Ο.Α. 259-263εικ.). Υπάρχει μια ιστορία ότι με τη μουσική του ηρέμησε τη θάλασσα —θέλγει τὴν θάλατταν Ὀρφεὺς ᾄδων, ἡ δὲ ἀκούει καὶ ὑπὸ τῇ ᾠδῇ κεῖται ὁ Πόντος (Φιλόστρ., Εικ. 2.15)· ότι μάγεψε τις Συμπληγάδες –Με τραγούδια μου τους απόκρημνους βράχους αποπλανούσα– και από τότε παρέμειναν για πάντα στερεωμένες στον βυθό (Ο.Α. 680-711). Λεγόταν ακόμη πως όταν έπλεαν κοντά στις Σειρήνες, συγκράτησε τους Αργοναύτες τραγουδώντας την αντίθετη μελωδία (μόνον ο Βούτης έπεσε στη θάλασσα και κολύμπησε προς αυτές, τον άρπαξε όμως η Αφροδίτη και τον εγκατέστησε στο Λιλύβαιο, τη σημερινή Μαρσάλα στη δυτική ακτή της Σικελίας)· ότι κάλεσε τον Ύπνο και τον έριξε στα βλέφαρα του δράκου που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας στο άλσος του Άρη στην Κολχίδα (Ο.Α. 991-1015εικ.).

Αν αρχηγός της εκστρατείας ήταν ο Ιάσονας, ο Ορφέας ήταν ο ηγέτης σε όλα τα θρησκευτικά θέματα.

  • Τέλεσε την εναρκτήρια θυσία της εκστρατείας.

  • Στη μέση του Εύξεινου Πόντου ο μυημένος στα μυστήρια της Σαμοθράκης Ορφέας σταμάτησε τους Αργοναύτες και τους έπεισε να μυηθούν και αυτοί, ώστε με τη μύηση να πετύχουν ευνοϊκό ταξίδι –σωότεροι ναυτίλλοιντο (Διόδ. 4.43.1).

  • Θυσίασε μετά τον τυχαίο φόνο του βασιλιά Κύζικου.

  • Τέλεσε καθαρτήριες τελετές στον Μαλέα κατά το ταξίδι της επιστροφής, για να ελευθερώσει τους ήρωες από την κατάρα του βασιλιά Αιήτη.

  • Στη λίμνη Τριτωνίδα διέταξε τους Αργοναύτες να πάρουν τον τρίποδα του Απόλλωνα και να τον προσφέρουν στους θεούς του τόπου, ώστε να επιστρέψουν με ασφάλεια στα σπίτια τους. (Απ. Ρ. 4.1547)

  • Συνέθεσε τον ύμνο της αφιέρωσης του πλοίου τους, της Αργώς, στην Κόρινθο. (O.F. 290)

  • Πριν επιστρέψει στο σπίτι του στη Θράκη έμεινε πίσω σε μία από αυτές που θεωρούνται είσοδοι του Κάτω Κόσμου, στο Ταίναρο, για να προσφέρει μόνος θυσία στους θεούς του Κάτω Κόσμου.

Ευρυδίκη. Cox, Jan

Ορφέας και Ευρυδίκη

Η Ευρυδίκη, Ευριδίκεια ή Αγριόπη ήταν Δρυάδα ή και κόρη του Απόλλωνα, με καταγωγή, σύμφωνα με μαρτυρία του ποιητή Ερμησιάνακτα του Κολοφώνιου, από τη Θράκη —Ἀγριόπη Θρῇσσα (Αθήν., Δειπν. 13.71). Ήταν σύζυγος του Ορφέα και, ίσως, μητέρα του Μουσαίου (Διόδ. Σ. 4.25.1 και 4.25.4). [Εικ. 46, 47, 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60] Πέθανε από δάγκωμα φιδιού στον αστράγαλο σε λιβάδι της Θράκης την ώρα που έκαμνε τον περίπατό της μαζί με τις συντρόφισσές της Ναϊάδες. [Εικ. 61, 62, 63, 64, 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, 88, 89, 90] Ο Οβίδιος πάλι λέει πως ο θάνατος της Ευρυδίκης προκλήθηκε κατά τη διάρκεια του χορού της με τις Ναϊάδες τη μέρα του γάμου της (σε αυτή την περίπτωση αποκλείεται ο Μουσαίος να είναι δικός της γιος). Ο Βιργίλιος συνέδεσε την ιστορία του θανάτου της με τον Αρισταίο, τον γιο του Απόλλωνα και της Κυρήνης, σύζυγο της Βοιωτής Αυτονόης και πατέρα του Ακταίωνα. Ο Λατίνος ποιητής στα Γεωργικά του αναφέρει ότι το ατύχημα έγινε την ώρα που Ευρυδίκη έφευγε κυνηγημένη από τον Αρισταίο που ήθελε να τη βιάσει. [Εικ. 91, 92, 93, 94, 95, 96] Μέσα στο πένθος ο Ορφέας θρήνησε την αγαπημένη του γυναίκα με τραγούδια και μουσικές που προκάλεσαν συγκίνηση σε θεούς και νύμφες, ακόμη και στις χθόνιες θεότητες. Γιατί ο Ορφέας, από αγάπη για τη γυναίκα του, κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο, στη Στύγα, γράφει ο Οβίδιος, από την πύλη του Ταινάρου. Ο ποιητής της Ροδόπης διέσχισε τον δρόμο μέχρι την Περσεφόνη και τον Κύριο των Σκιών περνώντας μέσα από το πλήθος των ασωμάτων και των νεκρών που πρόσφατα είχαν ταφεί. Έπαιξε κι εκεί τη θρηνητική μουσική του, μίλησε και για τον έρωτα. Έτσι μαλάκωσε την καρδιά των Χθόνιων Βασιλέων και για λίγο η όποια κίνηση στον Κάτω Κόσμο σταμάτησε: ο Τάνταλος δεν κοιτούσε πια πώς θα φτάσει το νερό, ο τροχός του Ιξίονα ακινητοποιήθηκε, οι γύπες σταμάτησαν το μεγάλο φαγοπότι με το συκώτι του Τιτυού, οι Δαναΐδες άφησαν κάτω τα πιθάρια τους, ο Σίσυφος έπαψε να κυλά τον βράχο του και οι Ερινύες ένιωσαν τα μάγουλά τους να υγραίνονταν από δάκρυα που για πρώτη φορά κύλησαν από τα μάτια τους. Η απόφαση πάρθηκε: η Ευρυδίκη θα επέστρεφε μαζί με τον Ορφέα στον επάνω κόσμο. Με έναν όρο: να μην προσπαθήσει ο Ορφέας να τη δει πριν φτάσουν στο φως του ήλιου. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα οι καταχθόνιοι θεοί του παρουσίασαν το φάντασμα της Ευρυδίκης, μια οπτασία, ένα όραμα μέσα σε όνειρο. Όπως και να έχει, το ζευγάρι ξεκίνησε την πορεία προς τον επάνω κόσμο μέσα στη σιωπή, την ομίχλη και το σκοτάδι. Η Ευρυδίκη περπατούσε διστακτικά και λόγω της πληγής της και ο Ορφέας, από επιθυμία να δει τη γυναίκα του, μπορεί από αμφιβολία για το αν πράγματι τον ακολουθεί, έστρεψε το βλέμμα του προς τα πίσω. Οι δυνάμεις του Κάτω Κόσμου τράβηξαν ξανά πίσω την Ευρυδίκη, ο Ορφέας άπλωσε τα χέρια του να τη συγκρατήσει αλλά έπιασε τον αέρα. Η Ευρυδίκη πέθανε για δεύτερη φορά, και αυτή τη φορά αμετάκλητα. Ο Ορφέας γύρισε μόνος του στη γη, έμεινε όμως στις όχθες της Στύγας, όμως ο βαρκάρης δεν τον περνούσε πια αντίπερα. Παρ’ όλ’ αυτά ο Ορφέας έμεινε εκεί για επτά μέρες χωρίς να μπορεί να καταπιεί μπουκιά –η λύπη, η σύγχυση, τα δάκρυα ήταν η τροφή του. [Εικ. 97, 98, 99, 100, 101, 102, 103, 104, 105, 106, 107, 108, 109, 110, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117, 118, 119, 120, 121, 122, 123, 124, 125, 126, 127, 128, 129, 130, 131, 132, 133, 134, 135, 136, 137, 138, 139, 140, 141, 142, 143, 144] Ύστερα πήγε στα ψηλά βουνά της Ροδόπης και του Αίμου που τα μαστιγώνουν οι άνεμοι, παραπονούμενος ότι οι θεοί του Ερέβους είναι σκληροί. [Εικ. 145, 146] Από τότε ο Ορφέας απείχε από τον έρωτα των γυναικών και έγινε ο πρώτος Θράκας που μετέφερε την αγάπη στα νεαρά αγόρια με τη σύντομη άνοιξη και την πρώιμη ανθοφορία. (Οβίδ. 10.1-85)

Τα παιδιά του Ορφέα

Ως παιδί του λογαριάζεται ο Μουσαίος, με πιθανή μητέρα του την Ευρυδίκη. Είναι επίσης πατέρας του Δρη, που ήταν πρόγονος του Ομήρου, και του Λεώ.

Μουσική και μυστήρια

Ο Ορφέας θεωρείται ο κατεξοχήν αοιδός, μουσικός και ποιητής. Έπαιζε λύρα και κιθάρα, της οποίας συχνά θεωρείται ο εφευρέτης ή αυτός που αύξησε τον αριθμό των χορδών της από επτά σε εννέα, όσες ήταν και οι Μούσες. Τραγουδούσε γλυκά, τόσο που συγκινούσε ανθρώπους, ακόμη και τους πιο σκληρούς και άγριους, και άλλα ζωντανά που τον ακολουθούσαν, ενώ τα δέντρα και τα φυτά έγερναν προς τη μεριά απ’ όπου ερχόταν ο ήχος του. [Εικ.  147, 148, 149, 150, 151, 152, 153, 154, 155, 156, 157, 158, 159, 160, 161, 162, 163, 164, 165, 166, 167, 168, 169, 170, 171, 172, 173, 174, 175, 176, 177, 178, 179, 180, 181, 182, 183, 184, 185, 186, 187, 188, 189, 190, 191, 192, 193, 194, 195, 196, 197, 198, 199, 200, 201, 202, 203, 204, 205, 206, 207, 208] Ο Παυσανίας μαρτυρεί την ύπαρξη αγάλματος του Ορφέα στον Ελικώνα «και ολόγυρά του είναι θηρία πέτρινα και χάλκινα που τον ακούν να τραγουδάει» (9.30.4). Ωστόσο, ποτέ δεν συναγωνίστηκε θεούς ή ανθρώπους στη μουσική. Κατά τον Παυσανία ο Ορφέας υπερείχε των παλαιότερων μουσικών στη σύνθεση των στίχων και απέκτησε μεγάλη δύναμη και φήμη, επειδή οι άνθρωποι πίστευαν πως εκείνος είχε εφεύρει τα μυστήρια των θεών, τους καθαρμούς, τις γιατρειές και τον τρόπο να αποτρέπεται η θεία οργή.

Όποιος έχει κάνει εμπεριστατωμένες μελέτες για την ποίηση γνωρίζει ότι οι ύμνοι του Ορφέα είναι σύντομοι και ότι ο συνολικός αριθμός τους δεν είναι μεγάλος. Οι Λυκομίδες [2] τους ξέρουν και τους ψάλλουν στις τελετές των μυστηρίων. Ως προς το ποιητικό τους κάλλος μπορούν να καταλάβουν τη δεύτερη θέση μετά τους ύμνους του Ομήρου, ενώ έχουν μεγαλύτερη θρησκευτική αξία από τους ομηρικούς.

(Παυσ. 9.10.11)

Από τον πατέρα του Οίαγρο διδάχθηκε τα μυστικά των ιερών τελετών του Διόνυσου, που και αυτός με τη σειρά τα είχε μάθει από τον δικό του πατέρα, τον Χάροπα. Άλλοι πάλι λένε ότι τα έμαθε από τους Αιγύπτιους όταν είχε ταξιδέψει στη χώρα τους, ή από τους Ιδαίους Δάκτυλους της Κρήτης ή από τους Κίκονες της Θράκης. Ακολούθησε τον Διόνυσο στην Ινδία και επέφερε διάφορες αλλαγές στις τελετές του, γι’ αυτό και ονομάζονταν και ορφικές. Δίδαξε τα μυστήρια στον βασιλιά της Φρυγίας Μίδα.

Από την άλλη πλευρά, ο Ορφέας μαρτυρείται πως λάτρευε τον θεό Απόλλωνα:

θεώρησε τον Ήλιο ως τον σημαντικότερο από όλους τους θεούς, τον οποίο και αποκαλούσε με το όνομα του Απόλλωνα· και σηκωνόταν τη νύχτα νωρίς το πρωί, ανέβαινε στο βουνό που ονομάζεται Παγγαίον και περίμενε την ανατολή για να δει πρώτος τον Ήλιο·

(Ερατοσθένης, Καταστερισμοί 24 = Τ 113)

Περί τίνος λοιπόν πρόκειται; Αν και οι πληροφορίες σχετικά με τον θάνατο του Ορφέα είναι συγκεχυμένες και αντιφατικές, ωστόσο μπορεί κάπως να διαφωτίσουν τη σύγχυση για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Ορφέα.

Θάνατος του Ορφέα

Ο Παυσανίας (3.10.5) είχε ακούσει πως Θρακιώτισσες συνωμότησαν για να θανατώσουν τον Ορφέα, επειδή έπεισε τους συζύγους τους να τον ακολουθούν στις περιπλανήσεις του, όμως δεν το τολμούσαν από τον φόβο των ανδρών τους. Μια μέρα όμως παραήπιαν κρασί και αποτόλμησαν το έργο, και από τότε, λένε, επικράτησε η συνήθεια να πηγαίνουν οι άνδρες μεθυσμένοι στη μάχη. Μπορεί όμως να τον σκότωσαν από τον θυμό τους, επειδή αρνήθηκε να τις μυήσει στα μυστήριά του (Test. 115). Έτσι, μια νύχτα που οι άνδρες κατά τα ειωθότα των μυστηρίων συγκεντρώθηκαν σε ένα σπίτι αφήνοντας έξω τα όπλα τους, οι γυναίκες τα άρπαξαν και όταν βγήκε έξω ο Ορφέας και οι πιστοί του τους σκότωσαν. Ή τον σκότωσαν επειδή ήταν ο πρώτος που προτίμησε τον έρωτα των αγοριών και τις αγνόησε (Υγίν., Αστρ. 2.7.3· Βιργ., Γεωργικά 4.521-2). Λεγόταν μάλιστα ότι φίλος του ήταν ο Κάλαης, ο γιος του Βορέα. Η συνήθεια των γυναικών της Θράκης να κάνουν τατουάζ λεγόταν πως ήταν η τιμωρία που επέβαλαν οι άνδρες στις γυναίκες για τον φόνο αυτό, αν και ο Πλούταρχος θεωρεί την παράταση της τιμωρίας για τόσο καιρό δυσανάλογη προς τον έγκλημα που έκαναν κάποιες Θρακιώτισσες παλιά: Τίποτα επαινετικό δεν μπορούμε να βρούμε για τους Θράκης, που ακόμα και σήμερα σημαδεύουν τις γυναίκες τους για να εκδικηθούν τον φόνο του Ορφέα (Πλούτ., Για την καθυστέρηση της θεϊκής τιμωρίας 557d). [Εικ. 209, 210, 211, 212, 213, 214, 215, 216, 217, 218, 219, 220, 221, 222, 223, 224, 225, 226, 227, 228, 229, 230, 231, 232, 233, 234, 235, 236, 237, 238, 239, 240, 241, 242, 243]

Λεγόταν ακόμη ότι κεραυνοβολήθηκε, επειδή είχε αποκαλύψει στους ανθρώπους άγνωστα μυστήρια (ό.π.) ή ότι αυτοκτόνησε από τη λύπη του για τον οριστικό χαμό της γυναίκας του, και μάλιστα από δικό του ατόπημα (Παυσ. 3.10.6). Οι Θράκες λένε ότι τα αηδόνια που έχουν φωλιές πάνω στον τάφο του Ορφέα κελαηδούν γλυκύτερα και δυνατότερα από τα άλλα.

Οι Μακεδόνες που κατοικούν στην Πιερία, κάτω από τον Όλυμπο στην πόλη Δίον, λένε ότι ο Ορφέας θανατώθηκε εκεί από τις γυναίκες και ότι τον διαμέλισαν, με τον ίδιο τρόπο που διαμέλιζαν ζώα στις οργιαστικές τελετές του και τον Πενθέα στις Βάκχες του Ευριπίδη. Ο μυθογράφος του 1ου αι. μ.Χ. Κόνων αποδίδει τον φόνο στην οργή των γυναικών εξαιτίας του αποκλεισμού τους από τελετές στις οποίες έπαιρναν μέρος ένοπλοι άνδρες. Μια άλλη αιτία του διαμελισμού του Ορφέα διασώζεται σε αισχυλικό απόσπασμα από την τραγωδία Βασσάραι ή Βασσαρίδες, ένα από τα τέσσερα έργα της Λυκούργειας τετραλογίας (470-460 π.Χ), όπου οι γυναικείοι χοροί ταυτίζονται με τις Μαινάδες που σπαράζουν τον Ορφέα. Γιατί, κατεβαίνοντας ο Ορφέας στον Κάτω Κόσμο για χάρη της γυναίκας του, είδε τα έσχατα μυστήρια του Άδη και από υμνητής του Διόνυσου παραμέλησε τους οργιαστικούς θρησκευμούς και αφιερώθηκε στη λατρεία του μέγιστου θεού Ήλιου [Εικ. 244]:

για χάρη της γυναίκας του κατέβηκε στον Άδη και καθώς είδε τι ήταν εκεί κάτω, έπαψε να τιμά τον Διόνυσο, ο οποίος τον είχε ξεχωρίσει, θεώρησε τον Ήλιο ως τον σημαντικότερο από όλους τους θεούς, τον οποίο και αποκαλούσε με το όνομα του Απόλλωνα· και σηκωνόταν τη νύχτα νωρίς το πρωί, ανέβαινε στο βουνό που ονομάζεται Παγγαίον και περίμενε την ανατολή για να δει πρώτος τον Ήλιο· οργισμένος ο Διόνυσος από αυτό έστειλε τις Βασσαρίδες, όπως τις αποκαλεί ο τραγωδός Αισχύλος· αυτές τον διαμέλισαν και σκόρπισαν τα κομμάτια του· οι Μούσες τα συναρμολόγησαν και τον έθαψαν την περιοχή που ονομάζεται Λείβηθρα.

(Ερατοσθένης, Καταστερισμοί 24 = Τ 113)

Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι γυναίκες έθαψαν τον Ορφέα και προσπάθησαν να καθαριστούν από το αίμα του δολοφονημένου στα νερά του ποταμού Ελικώνα. Ο ποτάμιος θεός, αρνούμενος να τις εξαγνίσει, εξαφανίστηκε κάτω από το έδαφος και βγήκε στην επιφάνεια πιο μακριά με το όνομα Βαφύρας συνεχίζονταν τον ρου του μέχρι τη θάλασσα (Παυσ. 9.30.8εικ.). Το όνομα του ποταμού έχει ετυμολογική σχέση με το «βάφω» ή «χρωματίζω βυθίζοντας σε υγρό», έννοιες που παραπέμπουν στη μυθολογική αιτία εξαφάνισης του ποταμού κάτω από το έδαφος. Προσωποποιημένος ο ποταμός ως νέος άνδρας, με ίχνη στέμματος στο κεφάλι, που είχαν τη συμβολική σημασία των τειχών του Δίου υπάρχει στο μουσείο του Δίου [3]. Τα οστά του Ορφέα φυλάσσονταν σε υδρία τοποθετημένη σε κολώνα στους πρόποδες του Ολύμπου, κοντά στο Δίον: «Αν φύγεις από το Δίον παίρνοντας τον δρόμο προς το βουνό, μετά από είκοσι στάδια θα δεις στα δεξιά σου μια στήλη και πάνω της μια πέτρινη τεφροδόχο. Όπως λένε οι ντόπιοι, η τεφροδόχος περιέχει τα οστά του Ορφέα» (Παυσ. 9.30.7-8). Οι κάτοικοι των Λειβήθρων πήραν χρησμό ότι η πόλη τους θα καταστρεφόταν από κάπρο, την ημέρα που τα οστά του Ορφέα θα έβγαιναν στο φως. Κανείς όμως δεν πίστεψε ότι κάπρος θα μπορούσε να ρίξει τα τείχη της πόλης. Κάποτε, βοσκός αποκοιμήθηκε στη βάση του τάφου του Ορφέα και στον ύπνο του άρχισε να μελοποιεί τους γλυκούς στίχους του ποιητή από τη Θράκη. Μαζεύτηκαν όλοι οι βοσκοί και οι αγρότες του τόπου γύρω από την κολόνα, που τελικά από απροσεξία έπεσε κάτω. Ο Διόνυσος έστειλε τότε δυνατή καταιγίδα, ο ποταμός Συς (=κάπρος) πλημμύρισε και κατέστρεψε τελείως την πόλη. Αργότερα, μετά την καταστροφή της πόλης, λέγεται ότι τα λείψανα του ποιητή μεταφέρθηκαν στο Δίον. (Προσεγγίσειςεικ.)

Μεταγενέστεροι μυθογράφοι θέλουν τον Ορφέα να θάβεται από την ίδια τη μητέρα του και τις αδελφές της, τις θείες του, δηλαδή τις Μούσες. Αναφέρουν ακόμη ότι ο θάνατος του Ορφέα προκλήθηκε ύστερα από παρέμβαση της Αφροδίτης. Όταν η Μούσα Καλλιόπη, η μητέρα του Ορφέα, ορίστηκε από τον Δία κριτής στη διαμάχη ανάμεσα στην Περσεφόνη και τον Άδωνη για το έρωτα του Άδωνη, εκείνη αποφάσισε να τον μοιράζονται οι δύο θεές ανά έξι μήνες. Η Αφροδίτη θύμωσε γιατί δεν θα είχε αποκλειστικά δικό της τον Άδωνη και για να εκδικηθεί την Καλλιόπη τρέλανε τις Θρακιώτισσες και τις έκανε να κατατεμαχίσουν τον Ορφέα και να ρίξουν το κεφάλι του στη θάλασσα, μαζί και τη λύρα του, που από τον Έβρο τελικά εκβράστηκαν στη Λέσβο. Σε όλη τη διαδρομή το κεφάλι τραγουδούσε. Οι Λέσβιοι το έθαψαν και ο Λουκιανός μαρτυρεί ότι ο ναός του Βάκχου κτίστηκε πάνω από τον τάφο του Ορφέα, ενώ η λύρα αφιερώθηκε στον ναό του Απόλλωνα —τὴν μὲν κεφαλὴν καταθάψαι ἵναπερ νῦν τὸ Βακχεῖον αὐτοῖς ἐστι, τὴν λύραν δὲ ἀναθεῖναι εἰς τοῦ Ἀπόλλωνος τὸ ἱερόν, καὶ ἐπὶ πολύ γε σώζεσθαι αὐτήν (Λουκιανός, Προς τον απαίδευτον και πολλά βιβλία ωνούμενον 11.11-12.1). [Εικ. 245, 246, 247, 248, 249] Το κεφάλι απέκτησε μεγάλη φήμη δίνοντας χρησμούς —ἐν κοίλῃ τῇ γῇ ἐχρησμῴδει (Φιλόστρατος, Ηρωικός 704.1). [Εικ. 250, 251] Πιστεύοντας ο Απόλλωνας πως το προνόμιο της μαντείας ήταν αποκλειστικά δικό του στάθηκε πάνω από το κεφάλι, καθώς αυτό χρησμοδοτούσε, και του ζήτησε επιτακτικά να σταματήσει τα τραγούδια του που για καιρό είχε ανεχτεί αλλά δεν ήταν πια διατεθειμένος να το κάνει —«πέπαυσο τῶν ἐμῶν, καὶ γὰρ δὴ (καὶ) ᾄδοντά σε ἱκανῶς ἤνεγκα» (Φιλόστρατος, Βίος Απολλώνιου 4.14). Η αρχαία τέχνη απεικόνισε και αυτή την εκδοχή του μύθου. Σύμφωνα με άλλες διηγήσεις το κεφάλι του Ορφέα βρέθηκε στις εκβολές του ποταμού Μέλη κοντά στη Σμύρνη, τοποθετώντας έτσι ακόμη πιο ανατολικά τον μύθο του Ορφέα με τα ανατολίτικα διονυσιακά στοιχεία. Το βρήκαν ψαράδες παραχωμένο στην άμμο, να στάζει ακόμη αίμα και να τραγουδά. Την ανάγκη να βρεθεί την επέβαλε ένας λοιμός που ξέσπασε στη Θράκη μετά τον θάνατό του και το μαντείο που είπε πως για να απαλλαγεί η χώρα από το θανατικό έπρεπε να βρεθεί το κεφάλι του νεκρού και να του αποδοθούν τιμές.

Μετά τον θάνατό του η λύρα του καταστερίστηκε, ενώ η ψυχή του μεταφέρθηκε στα Ηλύσια πεδία, όπου συνεχίζει να τραγουδά, ντυμένη στα λευκά, για τους Μάκαρες, δηλαδή τους ευτυχισμένους του Κάτω Κόσμου.

Σε αγγειογραφίες του 5ου αι. π.Χ. ο Ορφέας δεν παρουσιάζεται κομματιασμένος, προφανώς για τους ίδιους λόγους που στους τραγικούς ποιητές οι άγγελοι αφηγούνταν τις σκηνές βίας, που, ως επί το πλείστον, διαδραματίζονταν εκτός σκηνής. Εμφανίζονται όμως εξαγριωμένες γυναίκες, σπάνια μία μόνο, εξοπλισμένες να του επιτίθενται με δόρατα, τσεκούρια, πέτρες, δρεπάνια, γουδοχέρια, σούβλες. Εδώ η αιτία είναι η οργή παρά η θεϊκή εντολή, έστω κι αν η ελευθερία των ποιητών, π.χ. του Βιργιλίου, συνδυάζει και τις δυο αιτίες. Σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται καθαρά ότι οι αγγειογράφοι δείχνουν ως κίνητρο για τον φόνο και τον διαμελισμό το ξελόγιασμα των ανδρών και την επακόλουθη αδιαφορία για τα συναισθήματα των γυναικών, καθώς το θέμα του φόνου συνδυάζεται με την εικόνα του Ορφέα που μαγεύει τους Θράκες πολεμιστές με τη λύρα του.

Ορφέας: Απόλλωνας και Διόνυσος

Ο Ορφέας φαίνεται να σχετίζεται τόσο με τον Απόλλωνα, τον θεό με τη λύρα, όσο και τον Διόνυσο —μάλιστα αν σκεφτούμε τον θάνατό του μπορούμε να τον εκλάβουμε ως μια ενσάρκωση του Διόνυσου, ο οποίος επίσης είχε διαμελιστεί από τους Τιτάνες. Εκτός κι αν πρόκειται όχι για μία προσωπικότητα αλλά για δύο ή περισσότερες. Για μια χιλιετία χρησιμοποιούνταν το όνομά του για να κάνουν μάγια, καθώς στην αρχαία ελληνική σκέψη η μουσική συγγένευε με τη μαντεία και τη μαγεία. Ο Πλάτωνας, θέλοντας να διαχωρίσει την ποίηση από τη μαγεία, σημειώνει: «[...] κάποιοι, όπως Όμηρος, ο Ησίοδος και ο Σιμωνίδης χρησιμοποίησαν την ποίηση, άλλοι θρησκευτικές τελετές και προφητείες — εννοώ τη σχολή του Ορφέα και του Μουσαίου» (Πρωτ. 316d). Πάντως, όσο και να σχετίζεται με τους δύο θεούς αυτό γίνεται όχι με όλες τις ιδιότητές τους: ο Ορφέας είναι απαλλαγμένος τόσο από τις πολεμικές ιδιότητες του Απόλλωνα όσο και από την αγριότητα του Διόνυσου ή από τις οργιαστικούς χορούς που προκαλούν τα κύμβαλα και τα τύμπανα. Αντίθετα, τον περιβάλλει ατμόσφαιρα ηρεμίας, η λύρα του εξημερώνει τα θηρία, μαλακώνει τους πολεμιστές και τους στρέφει σε έργα ειρήνης:

Ακόμη και οι μυήσεις και οι τελετουργίες του Ορφέα δεν ήταν άσχετες με την τέχνη της γεωργίας. Αυτή είναι η πραγματική εξήγηση του μύθου, που τον περιγράφει να μαγεύει και να μαλακώνει τις καρδιές όλων. Οι καλλιεργημένοι καρποί που μας προσφέρει η γεωργία έχουν εκπολιτιστική επίδραση στην ανθρώπινη φύση γενικά και στις συνήθειες των ζώων· και τα ζωώδη πάθη στην καρδιά μας τα αποκόβει και τα κάνει ακίνδυνα.

(Θεμ., Λόγ. 30, 349b, μετ. Χ. Μήνη)

Αν και διαφορετικοί οι δυο θεοί, ο Απόλλωνας και ο Διόνυσος, ωστόσο η ελληνική σκέψη συνδυάζει τους δυο και απευθύνεται και στους δύο σαν να είναι ένας: Άρχοντα Βάκχε, φιλόδαφνε, Παιάν Απόλλων, γλυκόλυρε (Ευρ., fr. 477.1)

Ορφική θεογονία

Βασική πηγή πληροφόρησης για την ορφική θεογονία είναι ο πάπυρος του Δερβενίου, ο οποίος ανακαλύφθηκε το 1962 στον ταφικό τύμβο του Δερβενίου, όχι στον τάφο με τον γνωστό κρατήρα (Β) αλλά σε γειτονικό (Α). Ο πάπυρος χρονολογείται στο τέλος του 4ου αι. π.Χ., εποχή της εκστρατείας του Αλεξάνδρου, μεταφέρει όμως, σύμφωνα με τον καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Κ. Τσαντσάνογλου, κλίμα των τελευταίων δεκαετιών του 5ου αι., για το οποίο επικαλούνται τη μαρτυρία ποιητών όπως ο Ορφέας και ο Μουσαίος.

Το περιεχόμενο είναι κοσμογονικό και θεογονικό, αρχίζει από τη Νύχτα και τελειώνει λίγο πριν από τη γέννηση του Διόνυσου, από την αιμομιξία του Δία με την κόρη του. Ο συντάκτης του κειμένου, που δεν ονομάζεται, «ασχολείται ενεργά με θρησκευτικές πρακτικές, ιδίως με τη λατρεία των ψυχών, διδάσκει για τις μετά θάνατον προσδοκίες, ισχυρίζεται ότι προβλέπει τα μέλλοντα» και επιθυμεί να μυήσει σε αυτά τα ζητήματα εκλεκτούς (Τσαντσάνογλου 2004, 34-41).

Στην ορφική θεογονία, ο Διόνυσος-Ζαγρέας γεννήθηκε από την ένωση της Κόρης με τον Δία, την οποία ο θεός καταδίωξε μεταμορφωμένος σε φίδι την ώρα που εκείνη μάζευε καρπούς [4]. Στην ίδια θεογονία οι Τιτάνες, επειδή είχαν αποκλειστεί από την εξουσία και δεν μπορούσαν να συμφιλιωθούν με την ιδέα, αποφάσισαν να εκδικηθούν τον μικρό Διόνυσο. Μεταμφιέστηκαν βάφοντας τα πρόσωπά τους με γύψο και παραπλάνησαν τον Διόνυσο με διάφορα παιχνίδια και τελικά τον σκότωσαν. Στη συνέχεια, τον διαμέλισαν, τον μαγείρεψαν και τον καταβρόχθισαν. Ο Δίας, οργισμένος, τους κατακεραύνωσε. Από την ανάμιξη της φωτιάς του κεραυνού, της στάχτης και του αίματος των Τιτάνων με το χώμα δημιουργήθηκαν τα ανθρώπινα όντα.

Ο πάπυρος επαναφέρει στο προσκήνιο τους Τιτάνες, που τους είδαμε να εμπλέκονται στον μακεδονικό χώρο, αλλά και το θέμα του διαμελισμού του Διόνυσου, άρα τον μύθο του θανάτου του θεού και της αναγέννησής του, που συνδέεται και με την ελπίδα για μέθεξη του ανθρώπου με τον θεό μετά θάνατο και για μια μεταθανάτια συμποτική ζωή [5].

Η λατρεία του Ορφέα και τα «συγγράμματά» του

Ο Πλούταρχος παραδίδει ότι και στην εποχή του οι γυναίκες της αυλής του Αλέξανδρου έπαιρναν μέρος σε ορφικές τελετές (Αλέξανδρος 2) και ότι γενικά οι Μακεδόνες λάτρευαν τον Ορφέα:

Κι όταν ξεκίνησε για την εκστρατεία, κι άλλα θεϊκά σημάδια φάνηκε ότι εκδηλώθηκαν, και το ξόανο του Ορφέα στα Λείβηθρα (που ήταν από ξύλο κυπαρισσιάς) έβγαλε εκείνες τις ημέρες ιδρώτα πολύ.

(Πλούτ., Αλέξ. 14, μετ. Α. Σαχπεκίδης)

Στον Ορφέα αποδίδονταν διάφορα έργα, ακόμη και η Θεογονία του Ησιόδου. Όμως δεν ήταν δικά του ούτε τα μυστικοπαθή και θρησκευτικά Ορφικά, ούτε τα Αργοναυτικά ή τα Λιθικά ή οι Ύμνοι. Οι συγγραφείς τους ήταν ιστορικά πρόσωπα, ποιητές του 6ου αι. π.Χ. αλλά και νεότεροι (Παυσ. 1.14.3). Κάποια από τα ποιήματα αυτά ήταν μικρά, γράφονταν σε πλάκες και θάβονταν μαζί με τους νεκρούς. [Εικ. 252]

Ο Ορφέας στην τέχνη, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία

Ο μύθος του Ορφέα με τις παραλλαγές του και τον θάνατό του ήταν θέμα αγαπητό στους καλλιτέχνες (Παυσ. 5.26.3), για παράδειγμα στον Πολύγνωτο που τον απεικόνισε στους Δελφούς στη λέσχη των Κνιδίων (Παυσ. 10.30.6-8). Ήταν αγαπητός και στους ποιητές, στον Αισχύλο που έγραψε την τραγωδία Βασσάραι με θέμα τον φόνο και τον διαμελισμό του Ορφέα και την ταφή του από τις Μούσες στο Λείβηθρο. Οι μεταφυσικές προεκτάσεις απασχόλησαν τους φιλοσόφους, για παράδειγμα τον Πλάτωνα που βάζει τον Σωκράτη να λέει πως θα άξιζε τον κόπο να πεθάνει πολλές φορές αν ήταν αλήθεια πως θα συναντούσε στον Άδη τον Ορφέα κι όλους τους άλλους ποιητές, μουσικούς, ήρωες (Πλ., Συμπ. 179d-e· Απολ. 41a-b).



Σχετικά λήμματα

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣδεσμός, ΟΙΑΓΡΟΣ, ΑΡΗΣδεσμός, ΘΑΜΥΡΗΣ, ΛΙΝΟΣ, ΧΕΙΡΩΝΑΣ, ΣΕΙΡΗΝΕΣ, ΕΥΡΥΔΙΚΗ, ΜΟΥΣΑΙΟΣ, ΑΡΙΣΤΑΙΟΣ, ΑΥΤΟΝΟΗ, ΑΚΤΑΙΩΝδεσμός, ΕΡΙΝΥΕΣ, ΧΑΡΟΠΑΣ, ΜΙΔΑΣδεσμός, ΚΑΛΑΗΣ, ΒΟΡΕΑΣ, ΕΛΙΚΩΝΑΣ, ΒΑΦΥΡΑΣ, ΣΥΣ

 




1. Η επιλογή του θέματος έχει πολιτική σημασία. Οι αντιαργειακές διαθέσεις του τυράννου της Σικυώνας Κλεισθένη δεν επέτρεπαν θέματα από τα ομηρικά έπη που εξυμνούν Αργείους ήρωες.

2. Λυκομίδες ή Λυκομήδες ήταν το ιερατικό γένος του δήμου Φλυέων της Αττικής. Αυτοί έψαλλαν στα Ελευσίνια μυστήρια ύμνους, από τους οποίους μερικοί ήταν γραμμένοι αποκλειστικά γι’ αυτούς από τον μυθικό ποιητή Μουσαίο, τον μαθητή του Ορφέα. Στο γένος αυτό ανήκε και ο Θεμιστοκλής, ο οποίος φρόντισε το τελεστήριο των Φλυέων να ανακαινιστεί και να διακοσμηθεί (Πλούτ., Θεμ. 1.3).

3. Στις εκβολές του Βαφύρα λατρευόταν η Άρτεμη ως θεά του τοκετού με την επωνυμία Άρτεμις Βαφυρία, όπως μαρτυρούν και νομίσματα κατά τα αυτοκρατορικά χρόνια. Τον 2ο αι. π.Χ. η λατρεία της Άρτεμης ως θεάς του τοκετού έδωσε τη θέση της στην Αιγύπτια Ίσιδα Λοχία.

4. Σε ειδώλιο του πρώτου μισού του 4ου αι. π.Χ. από το ιερό της Δήμητρα στο Δίον, η καθηγήτρια Σ. Πινγιάτογλου (1991, 147-48) επισημαίνει δύο εικονογραφικές λεπτομέρειες, τον κάλαθο στο αριστερό χέρι της γυναικείας μορφής και το μεγάλο ελισσόμενο επάνω της φίδι, που οδηγούν στη σκέψη της απεικόνισης του ορφικού μύθου της καταδίωξης της Κόρης από τον Δία.

5. Βεβαίως, ο πάπυρος θίγει και ένα άλλο ζήτημα, αυτό του θηλυκού «μονοθεϊσμού». Στη στήλη ΧΧΙΙ διαβάζουμε:
[…]
Γη, Μήτηρ, Ρέα και Ήρα είναι η ίδια. Ονομάστηκε Γη κατά σύμβαση – Γη και Γαία ανάλογα με τη διάλεκτο του καθενός – και Μήτηρ, γιατί τα πάντα γεννιούνται από αυτήν. Και ονομάστηκε Δημήτηρ, όπως Γη Μήτηρ, ένα όνομα από τα δύο, γιατί ήταν το ίδιο. Είναι ειπωμένο και στους Ύμνους: Δημήτηρ Ρέα Γη Μήτηρ Εστία Δηιώ, επειδή ρημάχτηκε (εδηιώθη) κατά την τεκνοποιία. Και θα γίνει φανερό ότι, σύμφωνα με τα έπη, γε[να υπερβ]ολικά. Και Ρέα γιατί πολλά και [κάθε λογής] ζωντανά γεννήθηκαν [εκρέοντας] απ’ αυτήν – Ρέα και [ Ρείη] ανά[λογα με τη διάλεκτο του καθενός.] Και [Ή]ρα από […]