ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΟΣ |
Τρόποι Επικοινωνίας
με Σχολικό Σύμβουλο Αθανάσιο Κονταξή |
|||
|
Μαθηματικά και επαγγελματική εκπαίδευση Οι μαθητές της Επαγγελματικής εκπαίδευσης είναι αδύναμοι στα μαθηματικά, σε όλο τον κόσμο και το φαινόμενο δεν αποτελεί μοναδικό χαρακτηριστικό της Ελλάδας, όπως συχνά υποστηρίζεται και οδηγεί σε λάθος κατευθύνσεις. Έτσι, αντί να αξιοποιούνται τα χαρακτηριστικά της επαγγελματικής εκπαίδευσης για βελτίωση των μαθητών της (και) στα μαθήματα γενικής παιδείας, αναζητούνται τρόποι να προσέγγισης "καλύτερων" μαθητών. Αποδεικνύεται ότι οι χαμηλές επιδόσεις στα μαθηματικά και το κοινωνικοοικονομικό προφίλ των οικογενειών αποτελούν βασικά κίνητρα για τους μαθητές να επιλέξουν την Επαγγελματική εκπαίδευση, σύμφωνα και με την πρόσφατη έρευνα με τίτλο Equations and Inequalities - Making mathematics accesible to all (σελ. 100). Η Ελλάδα συγκριτικά βρίσκεται ακριβώς στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Ωστόσο, μερικά χαρακτηριστικά της χώρας μας αξίζουν μεγαλύτερη προσοχή.
Στη χώρα μας παρατηρούνται χαμηλές σχετικά επιδόσεις στα μαθηματικά και αρκετά υψηλές διαφοροποιήσεις επιδόσεων μεταξύ των μαθητών σε κάθε σχολείο, μεγαλύτερες από αυτές του μέσου όρου του ΟΟΣΑ (σελ. 77) Βεβαίως, η συγκεκριμένη επίδοση στα μαθηματικά αποτιμάται με βάση το σύστημα PISA το οποίο δεν αποτελεί καθολικά αποδεκτό απόλυτο μέτρο επίδοσης. Όμως η σύγκριση με τις άλλες χώρες έστω ως προς την πρακτική εφαρμογή των μαθηματικών στην καθημερινή ζωή, στην οποία επικεντρώνεται το σύστημα PISA, δεν μπορεί να μας αφήσει αδιάφορους. Σε συνδυασμό με την εμπειρία μας από τα σχολεία όπου συναντάμε συγχρόνως πολλούς μαθητές με βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς αλλά και μεγάλο αριθμό μαθητών σε αδυναμία να κάνουν απλές πράξεις αριθμητικής, επιβεβαιώνεται το συμπέρασμα ότι και στα μαθηματικά, η ελληνική εκπαίδευση έχει χαρακτηριστικά αριστοκρατικής προσέγγισης, ενισχύοντας τους ήδη καλούς και έχοντας αδυναμία να προσφέρει ευκαιρίες στους μετρίους. Τα προσωπικά χαρακτηριστικά των μαθητών (φύλλο, αλλοδαποί, μαθησιακές δυσκολίες κλπ) στην Ελλάδα επηρεάζουν σημαντικά τις επιδόσεις τους στα μαθηματικά. Αντίθετα, είναι σχετικά μικρή η επίδραση των κοινωνικών χαρακτηριστικών των μαθητών (σελ. 196 και 78) Μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι δεν αναπαράγονται σε μεγάλο βαθμό οι κοινωνικές ανισότητες στις επιδόσεις των μαθηματικών, αλλά οι σχετικά χαμηλές επιδόσεις έχουν μάλλον διαφορετικά αίτια. Η χώρα μας χαρακτηρίζεται μάλλον από κλασσική μαθηματική παιδεία παρά από τα εφαρμοσμένα μαθηματικά (σελ. 54 και 57), κάτι που όπως φαίνεται αποδίδει καρπούς για τους άριστους μαθητές αλλά δημιουργεί προβλήματα στους υπόλοιπους, οι οποίοι δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε βασικές μαθηματικές δεξιότητες και επιπλέον, δεν δημιουργεί ευνοϊκό περιβάλλον για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Ένα βασικό θέμα λοιπόν είναι το πως αξιοποιούνται τα χαρακτηριστικά της Επαγγελματικής εκπαίδευσης στη βελτίωση των μαθητών στα μαθηματικά. Καθώς οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η ικανότητα στα μαθηματικά ενισχύεται ανάλογα με τις δυνατότητες που προσφέρουμε στους μαθητές να δραστηριοποιηθούν στην επίλυση πραγματικών προβλημάτων, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν (σελ.58) , ο ρόλος της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, με την πληθώρα δυνατοτήτων που προσφέρει, μπορεί να αποβεί καταλυτικός. Αυτό όμως δεν γίνεται αυτόματα, αλλά απαιτεί ιδιαίτερη επιμόρφωση και συνεχή βοήθεια των εκπαιδευτικών, όχι μόνο των μαθηματικών αλλά όλων των κλάδων, ώστε να συνδυάζουν το αντικείμενό τους με τα μαθηματικά, να συνεργάζονται μεταξύ τους κλπ. Είναι ανάγκη να εισάγουμε στη διδακτική πράξη στην Ελλάδα τις διεθνείς τάσεις της παιδαγωγικής οι οποίες δεν επικεντρώνονται στο ερώτημα "Τι μπορεί να κάνει αυτός ο μαθητής" αλλά στο ερώτημα "με ποιον τρόπο και σε πόσο χρόνο θα μπορέσει αυτός ο μαθητής να μάθει ό,τι πρέπει" (σελ. 46). Αλλά πρέπει, πρώτα απ' όλα, να γίνει κατανοητό από τη διοίκηση του σχολείου ότι οι τάξεις με μαθητές που έχουν διαφορετικό επίπεδο ετοιμότητας μπορούν να είναι αποδοτικές, κάτι που αμφισβητείται ακραία από τους Έλληνες διευθυντές σχολείων, σε σύγκριση με τους συναδέλφους τους των άλλων χωρών (σελ. σελ. 102). Είναι λοιπόν λογικό αντί στην Ελλάδα να διερευνούμε τρόπους εναλλακτικής προσέγγισης και αξιολόγησης της γνώσης να επικεντρωνόμαστε σε μη αποδοτικές λύσεις, όπως πχ η ένταξη των μαθητών σε ξεχωριστές τάξεις, ανάλογα με τις επιδόσεις τους. Δείτε σχετικά και τα άρθρα:
|