Gedicht von G?nter Grass zur Griechenland-Krise.

Μια μεταφραστική εκδοχή από την Ανθή Βηδενμάιερ (ΤΓΓΦ ΑΠΘ)

Europas Schande

Ein Gedicht von G?nter Grass

Dem Chaos nah, weil dem Markt nicht gerecht,

bist fern Du dem Land, das die Wiege Dir lieh.

Was mit der Seele gesucht, gefunden Dir galt,
wird abgetan nun, unter Schrottwert taxiert.

Als Schuldner nackt an den Pranger gestellt, leidet ein Land,
dem Dank zu schulden Dir Redensart war.

Zur Armut verurteiltes Land, dessen Reichtum
gepflegt Museen schm?ckt: von Dir geh?tete Beute.

Die mit der Waffen Gewalt das inselgesegnete Land
heimgesucht, trugen zur Uniform H?lderlin im Tornister.

Kaum noch geduldetes Land, dessen Obristen von Dir
einst als B?ndnispartner geduldet wurden.

Rechtloses Land, dem der Rechthaber Macht
den G?rtel enger und enger schnallt.

Dir trotzend tr?gt Antigone Schwarz und landesweit
kleidet Trauer das Volk, dessen Gast Du gewesen.

Au?er Landes jedoch hat dem Kr?sus verwandtes Gefolge
alles, was g?lden gl?nzt gehortet in Deinen Tresoren.

Sauf endlich, sauf! schreien der Kommissare Claqueure,
doch zornig gibt Sokrates Dir den Becher randvoll zur?ck.

Verfluchen im Chor, was eigen Dir ist, werden die G?tter,
deren Olymp zu enteignen Dein Wille verlangt.

Geistlos verk?mmern wirst Du ohne das Land,
dessen Geist Dich, Europa, erdachte.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Αγαπητές κι αγαπητοί συνάδελφοι,


Τόλμησα μια μετάφραση που στόχος της ήταν να μείνει όσο πιο κοντά γίνεται στο ποίημα του Γκύντερ Γκρας. Θυσιάζοντας μερικές φορές την αισθητική απόλαυση για χάρη του μηνύματος που θα θέλατε ίσως να γνωρίζετε..

Ανθή Βηδενμάιερ
Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας ΑΠΘ


Η ντροπή της Ευρώπης
Ένα ποίημα του Γκύντερ Γκρας

Στου χάους το χείλος, γιατί με την αγορά δεν συνεμορφώθη,
Στέκεσαι μακριά της, από τη χώρα που το λίκνο σου δάνεισε.

Ό,τι με την ψυχή γύρευες, θεώρησες ότι βρήκες,
τώρα το περιφρονείς, για παλιοσίδερα το υπολογίζεις.

Χρεωμένη, γυμνή διαπομπεύεται, μια χώρα που υποφέρει,
που ευγνωμοσύνη της χρωστάς όπως συνήθιζες να λες.

Χώρα σε φτώχεια καταδικασμένη, που τα διατηρημένα
πλούτη της μουσεία κοσμούν: λάφυρα που εσύ φυλάς.

Όσοι με όπλων βία λυμαίνονταν την ευλογημένη με νησιά χώρα,
στης στολής τους τον γυλιό τον Χέλντερλιν κουβαλούσαν.

Χώρα που μόλις και ανέχεσαι, που τους συνταγματάρχες της
κάποτε για συμμάχους ανεχόσουν.

Άνομη χώρα, που ο νόμος της εξουσίας
το ζωνάρι όλο και πιο σφιχτά της σφίγγει.

Σε πείσμα σου η Αντιγόνη ντύνεται στα μαύρα και απ? άκρη σ? άκρη
φοράει πένθος ο λαός που κάποτε σε φιλοξένησε.

Έξω από τη χώρα όμως του Κροίσου οι ακόλουθοι
στοίβαξαν ό,τι χρυσό λάμπει στα θησαυροφυλάκια σου.

Πιες επιτέλους, πιες! ουρλιάζουν των επιτρόπων χειροκροτητές,
αλλά ο Σωκράτης οργισμένος σου επιστρέφει το ποτήρι γεμάτο.

Εν χορώ οι θεοί θα καταραστούν καθετί δικό σου,
που τον Όλυμπό τους θέλεις να τους πάρεις.

Ανόητη, θα μαραθείς δίχως τη χώρα
που το δικό της πνεύμα εσένα, Ευρώπη, επινόησε.

Το ποίημα πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα