Ο
κατά κόσμον Βόρις Ιβάνοβιτς Βηκ γεννήθηκε στις 28
Αυγούστου 1906 στο Σαράτωβ σε οικογένεια εργατών. Το 1917 αποφοίτησε από το
Εκκλησιαστικό Σχολείο του Σαρατώβου. Νωρίς προσχώρησε στο σχίσμα της "ζώσας
Εκκλησίας". Εκεί χειροτονήθηκε Διάκονος το 1926. Το 1934 έγινε δεκτός
από το Πατριαρχείο Ρωσίας ως μοναχός. Τον Μάιο του 1935 χειροτονήθηκε
Διάκονος και την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Λίγο μετά τη
χειροτονία του συνελήφθη και απελευθερώθηκε το 1937. Μετά την αποφυλάκισή
του πάντως το 1942 ο
Αρχιεπίσκοπος Σαρατώβου Ανδρέας δεν του επέτρεψε να λειτουργήσει πριν
μετανοήσει χωρίς να είναι γνωστό σε τι ακριβώς αναφέρονταν. Ο διάδοχος του Ανδρέα Αρχιεπίσκοπος
Γρηγόριος είναι ο πρώτος, ο
οποίος αναφέρεται ότι δέχτηκε σε κοινωνία τον Βόρι μετά την αποφυλάκισή του. Τον Αύγουστο του 1943 ο
Βόρις έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 2 Απριλίου 1944 χειροτονήθηκε
τιτουλάριος Επίσκοπος Νιέζιν, Βικάριος της Επισκοπής Τσερνιγόβου. Τη
χειροτονία τέλεσε ο
Πατριάρχης Ρωσίας Σέργιος, συμπαραστατούμενος από τους
Μητροπολίτες Λένινγκραδ Αλέξιο,
Κρουτίτσης Νικόλαο, τους Αρχιεπισκόπους
Ουφάς Στέφανο,
Σαρατώβου Γρηγόριο,
Ριαζάν Αλέξιο και τον Επίσκοπο
Δημητρώβου
Ιλάριο. Στις 16 Απριλίου 1945 εξελέγη
Επίσκοπος Τσερνιγόβου και στις 13 Ιανουαρίου 1947 Επίσκοπος Σαρατώβου και
Βόλσκ. Στις 18 Νοεμβρίου 1948 ανέλαβε τοποτηρητής της Επισκοπής Τσκαλώβου
και Μπουζουλούκου. Τα Θεοφάνεια του 1949 τέλεσε την τελετή του Αγιασμού των
υδάτων στον ποταμό του Σαράτωβ. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση των αρχών και
στις 22 Φεβρουαρίου 1949 η Ιερά Σύνοδος με απόφασή της καταδίκασε την
ενέργεια αυτή του Επισκόπου. Στις 4 Μαρτίου 1949 μετατέθηκε στην Επισκοπή Τσκαλώβου και
Μπουζουλούκου. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1950 τοποθετήθηκε Επίσκοπος Βερολίνου και
Γερμανίας. Στις 24 Οκτωβρίου 1951 προήχθη σε Αρχιεπίσκοπο
και στις 26 Σεπτεμβρίου 1951 διορίστηκε Έξαρχος του Πατριαρχείου Ρωσίας για
τη Δυτική Ευρώπη. Διετέλεσε τοποτηρητής της Επισκοπής Γιαροσλάβου από
τις 29 Ιουλίου 1954 μέχρι τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Στις
11 Νοεμβρίου 1954 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αλεουτίων και Βορείου Αμερικής,
Έξαρχος Βορείου και Νοτίου Αμερικής ενώ ταυτόχρονα ανέλαβε και τοποτηρητής
της Επισκοπής Κρασνοδάρ. Στις 25 Απριλίου 1956 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος
Χερσώνος και Οδησσού. Διατήρησε τη θέση του Εξάρχου Βορείου και Νοτίου
Αμερικής μέχρι τις 16 Ιουνίου 1962. Στις 25 Φεβρουαρίου 1959 προήχθη σε
Μητροπολίτη. Εκοιμήθη στο Σότσι στις 16 Απριλίου 1965. Ενταφιάστηκε στην
Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Οδησσού. |