Ο θείος Πέτρος είναι ένα αίνιγμα. Οι πρεσβύτεροι της οικογένειας Παπαχρήστου τον απορρίπτουν ως «αποτυχημένο της ζωής». Ωσότου ο αφηγητής-ανιψιός του ανακαλύπτει ότι ήταν κάποτε φημισμένος μαθηματικός, τόσο ιδιοφυής και παράτολμος ώστε να αφιερώσει τη ζωή του στην περιβόητη «Εικασία του Γκόλντμπαχ», ένα πρόβλημα που προσπαθούσαν εις μάτην να επιλύσουν γενεές μαθηματικών. Η ανακάλυψή του αυτή θα οδηγήσει σε αλυσιδωτές αντιδράσεις...



ΚΡΙΤΙΚΗ



Αν ο Ντένι Γκέιτζ με το επιτυχημένο μυθιστόρημά του «Το θεώρημα του παπαγάλου» (εκδ. ΠΟΛΙΣ) -μπεστ σέλερ και στη χώρα μας- μας εισήγαγε στον κόσμο των μαθηματικών -αντιπαθέστατο μέχρι τότε για πολλούς, ανάμεσα στους οποίους και η υποφαινόμενη- ο Απόστολος Δοξιάδης με το δικό του -ήδη πολυμεταφρασμένο- μυθιστόρημα «Ο θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ» (εκδ. Καστανιώτης), επιχειρεί να ψυχογραφήσει τη μαθηματική διάνοια. Εκείνο, δηλαδή, τον ανθρώπινο νου που, υπερβαίνοντας κατά πολύ το κοινό μέτρο, συνομιλεί μέσω μιας ενορατικής, περισσότερο, παρά λογικής διαδικασίας με το άυλο σύμπαν των αριθμών, με αποτέλεσμα η υπέρβαση αυτή να τον οδηγεί στην πλήρη απόσπασή του από τα γήινα και καθημερινά, στην πλήρη απομόνωση από το περιβάλλον του και τελικά σε μια βαθύτατη και άνευ όρων μοναξιά. Μ ένα λόγο ο Απόστολος Δοξιάδης θίγει το ζήτημα της τραγικότητας που συνυπάρχει με το θείο χάρισμα της υψηλής διάνοιας, και που μέχρι σήμερα θεωρούσαμε ότι συναντάται περισσότερο στους χώρους των γραμμάτων, της τέχνης και της φιλοσοφίας. Να λοιπόν που και τα μαθηματικά διεκδικούν το δικό τους υψηλόφρονο σύμπαν, προτάσσουν το δικό τους δαίμονα και παγιδεύουν στα δίχτυα του Ωραίου και της Αλήθειας, ως υπέρτατων ιδανικών, τον ανθρώπινο νου.

Ωστόσο, πού αλλού παρά στην ύβρι οδηγεί η επιθυμία να φτάσεις και να κατακτήσεις την άπιαστη, θεϊκή ή δαιμονική, όπως το πάρει κανείς, επικράτεια του απόλυτα Ωραίου και της απόλυτης Αλήθειας; Ο Σάμι Επστάιν - ανερχόμενη μαθηματική διάνοια - λέει στο νεαρό αφηγητή του μυθιστορήματος και «προσφιλές ανεψούδι» του θείου Πέτρου, για ένα μεγάλο μαθηματικό, τον Κουρτ Γκέντελ, που βρίσκεται πια στο κόσμο της παράνοιας: «Νομίζω ότι η τρέλα του Γκέντελ είναι το τίμημα που πληρώνει κανείς αν πλησιάσει πολύ κοντά την Αλήθεια. Κάποιο ποίημα λέει "ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντέξουν μεγάλες δόσεις πραγματικότητας" ή κάτι τέτοιο. Σκέψου το βιβλικό Δέντρο της Γνώσης ή τον Προμηθέα της μυθολογίας σας. Οι άνθρωποι που ξεπέρασαν το κοινό μέτρο κι έμαθαν περισσότερα από όσα πρέπει να ξέρει ο άνθρωπος, πρέπει να πληρώσουν γι αυτήν τους την ύβρι». Ποια είναι όμως η ψυχική διεργασία, η κινητήρια εσωτερική δύναμη, που ωθεί μια υψηλή διάνοια στη μανιακή σχεδόν προσπάθεια κατάκτησης της απαγορευμένης και γι αυτό τόσο γοητευτικής γνώσης; Ο Απόστολος Δοξιάδης δημιουργώντας τον Πέτρο Παπαχρήστου, το θείο Πέτρο, και βάζοντάς τον ν αναμετρηθεί με μια αναπόδεικτη τους τελευταίους τρεις αιώνες μαθηματική Εικασία, προσπαθεί να διεισδύσει στα άδυτα της ψυχής μιας τέτοιας διάνοιας. Αν και πόσο τα καταφέρνει είναι και το στοίχημα του μυθιστορήματός του.

Μια από τις αφηγηματικές αρετές των μυθιστορημάτων του Απόστολου Δοξιάδη είναι να ανοίγει σιγά σιγά τα χαρτιά του και να προκαλεί από τις πρώτες σελίδες των μυθιστορημάτων του την περιέργεια του αναγνώστη. Εδώ τα καταφέρνει ήδη από τον τίτλο, τουλάχιστον για όσους δεν έχουν διαβάσει «Το θεώρημα του παπαγάλου» όπου επίσης αναφέρεται ο Γκόλντμπαχ και η περίφημη Εικασία του. Από τον τίτλο δηλαδή εμφανίζεται το «αίνιγμα» που πάνω του βασίζεται και χτίζεται η δομή του μυθιστορήματος. Ενας κάποιος θείος Πέτρος -το «θείος» ήδη ευωδιάζει συγκατάβαση, οικειότητα, και καθημερινότητα- δίπλα σε μια τρομερή και φοβερή, σχεδόν εξωγήινη, Εικασία του Γκόλντμπαχ. Το μυθιστόρημα μπορούμε να το χωρίσουμε σε τρία μέρη. Στο πρώτο «ακούμε» τον αφηγητή, το «προσφιλές ανεψούδι» σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, να μας διηγείται πώς υποψιάστηκε ότι κάτι τρέχει με τον άκακο, πράο και απομονωμένο σε ένα εξοχικό σπιτάκι, στην αγροτική τότε Εκάλη, θείο Πέτρο, τον οποίο ο πατέρας του, επιτυχημένος επιχειρηματίας, τον θεωρούσε «το μαύρο πρόβατο» της οικογένειας, πώς ανακάλυψε την παλιά του σχέση με τα μαθηματικά και τι ήταν ακριβώς η Εικασία του Γκόλντμπαχ. Στο δεύτερο μέρος το συγκαταβατικό «θείος» Πέτρος φεύγει και στη θέση του εμφανίζεται η μαθηματική διάνοια, ο καθηγητής Πέτρος Παπαχρήστου που είναι και ο «πρωταγωνιστής» της ζωής του - την οποία παρακολουθούμε μέσα από τριτοπρόσωπη αφήγηση - και βέβαια την κατά μέτωπον αναμέτρησή του με την Εικασία του Γκόλντμπαχ. Στο τρίτο μέρος ο Πέτρος Παπαχρήστου ξαναγίνεται θείος Πέτρος, τον ξαναβρίσκουμε στο σπιτάκι στην Εκάλη να παίζει μανιωδώς σκάκι, την άλλη μεγάλη του μανία και ό,τι συμβαίνει το ακούμε και πάλι μέσω της πρωτοπρόσωπης αφήγησης του ανεψιού. Η δομή αυτή που ακολουθεί ο Απόστολος Δοξιάδης πετυχαίνει στο ν αυξάνεται σταδιακά το ενδιαφέρον του αναγνώστη, τόσο ως προς το αίνιγμα θείου Πέτρου και Εικασίας όσο και ως προς τον κόσμο των μαθηματικών. Η γεύση μάλιστα αυτή μένει γιατί ο συγγραφέας, όπως έχει παρατηρήσει και ο Αγγλος κριτικός George Steiner, αφήνει στο τέλος το μυθιστόρημά του ανοικτό σε ποικίλες εκδοχές.

Καθώς όμως εξελίσσεται το μυθιστόρημα, αρχίζουν να τοποθετούνται και οι ψηφίδες του ψυχογραφήματος του Πέτρου Παπαχρήστου. Τι είδους άνθρωπος λοιπόν είναι αυτός που ενώ του δίνονται τόσες ευκαιρίες να διακριθεί στο χώρο των μαθηματικών, αυτός όχι μόνον τις αρνείται, αλλά βάζει το κεφάλι κάτω, ξεκόβεται από τα πάντα, με τη φιλοδοξία να λύσει ένα από τα τρία άλυτα μαθηματικά προβλήματα των αιώνων, ώστε το όνομά του να τοποθετηθεί στο πάνθεον των ελάχιστων μαθηματικών μεγαλοφυϊών; Αλαζόνας; Αιθεροβάμων; Ενας αθεράπευτα λάτρης του ωραίου και της αλήθειας; Ενας ματαιόδοξος κυνηγός της χίμαιρας; Ενας Δον Κιχώτης της γνώσης; Ενας ποιητικά ερωτευμένος με τον άυλο και ονειρικό κόσμο των αριθμών; Μπορεί όλα αυτά, μπορεί και κάτι άλλο που μας διαφεύγει. Η αλήθεια είναι ότι ο Απόστολος Δοξιάδης, παρά τις προσπάθειές του, στο καίριο αυτό κεφάλαιο του μυθιστορήματος, περισσότερο περιγράφει την ψυχολογική διαδρομή και αναμέτρηση του Πέτρου Παπαχρήστου με τον άπιαστο κόσμο των αριθμών, παρά βυθίζεται μέσα σ αυτήν, από την οποία είναι εμφανές ότι θα μπορούσε να φέρει στην επιφάνεια διαμαντάκια. Ακόμη κι όταν βάζει τον Πέτρο Παπαχρήστου να επικοινωνεί με τον κόσμο των αριθμών μέσα από τα προφητικά όνειρά του, δίνοντας μορφή στους αριθμούς -κάτι μεταξύ αγγέλων του καλού και του κακού- το εύρημα φαίνεται εξωγενές και δεν πείθει στο βαθμό που ο συγγραφέας το επιθυμεί. Ωστόσο, και με αυτές τις αδυναμίες «Ο θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ» είναι ένα αναμφισβήτητα γοητευτικό, ευρηματικό και καλογραμμένο μυθιστόρημα, όπως και τα προηγούμενα του Απόστολου Δοξιάδη, έτσι ώστε ο συγγραφέας τους να μπορεί να τοποθετηθεί στην πρώτη γραμμή της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας. Δεν είναι τυχαία, εξάλλου και η διεθνής αναγνώριση της Εικασίας του.

Ένας Αργεντίνος μαθηματικός που εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή στην Οξφόρδη, επιστρέφοντας στο σπίτι του, βρίσκει τη σπιτονοικοκυρά του δολοφονημένη. Πρόκειται για την πρώτη μιας σειράς δολοφονιών που μοιάζουν να ακολουθούν ένα μαθηματικό πρότυπο, το οποίο καλείται να ανακαλύψει ο διάσημος μαθηματικός Σέλντομ, οικογενειακός φίλος της νεκρής και ίνδαλμα του νεαρού Αργεντίνου. «Το είναι και το φαίνεσθαι», η μαθηματική αβεβαιότητα, οι νόμοι της λογικής και η θριαμβευτική απόδειξη του θεωρήματος του Φερμά συμπράττουν για να περιπλέξουν μια αστυνομική περιπέτεια, στην οποία τα θύματα, οι θύτες, τα κίνητρα, η μέθοδος παραμένουν αδιευκρίνιστα μέχρι την τελευταία σελίδα (ίσως και λίγο μετά από αυτή…).

Όλα ξεκίνησαν όταν η οικογένεια της Άννας εγκαταστάθηκε για το καλοκαίρι δίπλα στο εξοχικό ενός παλαίµαχου µαθηµατικού. Η Άννα ήταν από εκείνα τα παιδιά που η αγαπηµένη τους λέξη είναι το «γιατί;» κι ο νέος της γείτονας αρεσκόταν όχι µόνο να απαντά στις ερωτήσεις, αλλά και να γεννά µε κάθε του απά­ντηση µια νέα ερώτηση. Ξεκίνησαν µετρώντας τους στήµονες στο άνθος του ηλιοτροπίου και προσπαθώντας να εξηγήσουν τις χαρακιές σε κάποια προϊστορικά κόκαλα. Κουβέντα στην κουβέντα, το ένα καλοκαίρι ύστερα από τ’ άλλο, οι δυο καινούριοι φίλοι διαβαίνουν ολόκληρη τη διαδροµή που ξεκινά από την πρωτόγονη αρίθµηση και την πρακτική γεωµετρία και φτάνει, περνώντας από τις διαδοχικές γενικεύσεις της έννοιας του αριθµού και τις απανωτές προκλήσεις όλο και πιο περίπλοκων σχηµάτων, στα σηµερινά ανοιχτά προβλήµατα των θεωρητικών και των εφαρµοσµένων µαθηµατικών.

Μέσα από τους διαλόγους της ανήσυχης έφηβης και του περιστασιακού της µέντορα, ο αναγνώστης θα ταξιδέψει στον µαγικό και τόσο παρεξηγηµένοκόσµο των µαθηµατικών γνωρίζοντας τόσο τη γοητεία της θεωρητικής έρευνας όσο και τις εντυπωσιακές εφαρµογές των µαθηµατικών σε κάθε πτυχή της καθηµερινότητάς µας. Κι όταν, έχοντας τελειώσει τις σπουδές της, η Άννα θα βρίσκεται πια σε αναζήτηση ενός θέµατος για το διδακτορικό της, θ’ αναλάβει η ίδια τον ρόλο του µέντορα, για να µας ξεναγήσει σε µερικές από τις περιοχές της σύγχρονης, ζωντανής µαθηµατικής έρευνας.

Όταν ο πρώην σύζυγος της Γιασούκο γίνεται ιδιαίτερα φορτικός, απειλώντας τη ζωή της κόρης της για να της αποσπάσει χρήματα, αυτή αναγκάζεται να τον σκοτώσει. Ο μαθηματικός Ισιγκάμι, γείτονάς της και χρόνια ερωτευμένος μαζί της, αναλαμβάνει να χτίσει το άλλοθι. Στην προσπάθειά του, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον παλιό συμφοιτητή του, τον φυσικό Γιουκάβα, ο οποίος συνεργάζεται με την αστυνομία. Η σύγκρουση ενός μαθηματικού με έναν θεωρητικό φυσικό, με αφορμή το έγκλημα, δημιουργεί ένα δυνατό αστυνομικό-μαθηματικό αφήγημα, όπου συγκρούονται ο ορθολογισμός με τις δοξασίες και η αίσθηση της δικαιοσύνης με την αντίληψη περί τιμής. Υπάρχει «δίκαιο» έγκλημα; Μπορεί ένα έγκλημα να αποδώσει; Να δυο ερωτήματα που θα βρουν αυτήν τη φορά απάντηση μέσα από μια φυσικο-μαθηματική μονομαχία.


"Ο μέτοικος και η συμμετρία" θα μας ταξιδέψει από το Αντάπαζαρ της Μικρασίας, στην Ιταλία του μεσοπολέμου, στην Ισπανία του Εμφυλίου και, τέλος, στη Γαλλία της Κατοχής και της Αντίστασης. Ο κεντρικός του ήρωας θα γνωριστεί με σημαντικές προσωπικότητες του εικοστού αιώνα, όπως ο χαράκτης Έσερ και ο μαθηματικός Αλεξάντρ Γκρόθεντικ, με τους οποίους μοιράζεται το πάθος για τη συμμετρία, την οποία ο καθένας τους αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο. Θα γνωρίσει από κοντά και θα διαβάσει με κριτική ματιά το κίνημα των Μπουρμπακί, το σημαντικότερο ίσως μαθηματικό ρεύμα του καιρού μας, και σίγουρα αυτό που άσκησε τη μεγαλύτερη επίδραση. Θα χρησιμοποιήσει τον μαθηματικό ορθολογισμό ως εργαλείο ανάλυσης ιστορικών γεγονότων, πολιτιστικών ρευμάτων, αλλά και φαινομένων της καθημερινότητας.
Στο νέο μυθιστόρημα του Τεύκρου Μιχαηλίδη, οι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες και τα ιστορικά πρόσωπα συναντιούνται και αλληλεπιδρούν, χτίζοντας μια ιστορία που θα μπορούσε να διαβαστεί και ως ένα χρονικό του εικοστού αιώνα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

"Είναι η συμμετρία κατανοητή με τον ίδιο τρόπο από όλους τους ανθρώπους ή, έστω, από όσους μελετούν τα μαθηματικά. Πάντως, ο χαράκτης Έσερ και ο μαθηματικός Αλεξάντρ Γκρόθεντικ, που έχουν ακριβώς την ίδια φροντίδα για τη συμμετρία με τον κεντρικό ήρωα του νέου μαθηματικού μυθιστορήματος του συγγραφέα, καταλαβαίνουν διαφορετικά ο ένας απ' τον άλλο τη συμμετρία. Ο ωραιότερος τρόπος να την καταλάβεις, φυσικά, είναι να την πάρεις σαν παιχνίδι. Τότε, ας πούμε, ανάλογα με τα αποτυπώματα που αφήνουν οι φτέρνες των ποδιών σου, επινοείς εφτά τρόπους να αφήνεις πατημασιές στην άμμο: κουτσό, περπατητό, φτέρνα με φτέρνα, κουτσό και γυριστό, πηδηχτό, πηδηχτό και γυριστό. Συνήθως, όμως, ο μαθηματικός ορθολογισμός δεν χρησιμοποιείται χάριν παιδιάς, αλλά για πολύ σοβαρότερους λόγους. Ένας απ' αυτούς θα μπορούσε να είναι η ανάλυση των ιστορικών γεγονότων που μας καθόρισαν - τα σημαντικότερα από τα οποία έχουν αφετηρία τον 20ό αιώνα..." (Ηλίας Κανέλλης, The Books' Journal #26, Δεκέμβριος 2012)