[2.37.1] «Χρώμεθα
γὰρ
πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ
τοὺς
τῶν
πέλας νόμους, παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες
τισὶν ἢ μιμούμενοι ἑτέρους. καὶ
ὄνομα μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ’ ἐς πλείονας
οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται·
μέτεστι δὲ κατὰ μὲν τοὺς νόμους πρὸς
τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ
ἴσον, κατὰ δὲ τὴν
ἀξίωσιν
, ὡς ἕκαστος
ἔν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπὸ
μέρους τὸ πλέον ἐς τὰ κοινὰ ἢ ἀπ’
ἀρετῆς προτιμᾶται, οὐδ’
αὖ
κατὰ πενίαν,
ἔχων γέ τι ἀγαθὸν δρᾶσαι τὴν πόλιν,
ἀξιώματος ἀφανείᾳ κεκώλυται.
[2.37.1] Το πολίτευμα που έχουμε δεν αντιγράφει τους νόμους των άλλων και περισσότερο είμαστε οι ίδιοι υπόδειγμα σε μερικούς, παρά μιμητές άλλων. Και, ως προς το όνομα, καλείται δημοκρατία, επειδή η εξουσία δε βρίσκεται στα χέρια των ολιγαρχικών, αλλά του δήμου. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα απέναντι στους νόμους για τις ιδιωτικές τους διαφορές και, ως προς το κύρος, ανάλογα με την ευδοκίμηση που παρουσιάζει ο καθένας σε κάποιο τομέα, δεν εξαρτάται η προτίμησή του στα δημόσια αξιώματα από τη σειρά, αλλά από την ικανότητα, ούτε αντίθετα, αν είναι φτωχός, εφόσον μπορεί να κάνει κάτι καλό για την πόλη, εμποδίζεται εξαιτίας της ασημότητας της κοινωνικής του θέσης.
[2.37.2] ἐλευθέρως δὲ τά τε πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύομεν καὶ ἐς τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ’ ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, οὐ δι’ ὀργῆς τὸν πέλας, εἰ καθ’ ἡδονήν τι δρᾷ, ἔχοντες, οὐδὲ ἀζημίους μέν, λυπηρὰς δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι.
[2.37.2] Τις σχέσεις μας με την πολιτεία τις διέπει η ελευθερία και είμαστε απαλλαγμένοι από καχυποψία μεταξύ μας στις καθημερινές μας απασχολήσεις. Δεν αγανακτούμε με τον γείτονα μας, αν κάνει κάτι όπως του αρέσει, ούτε παίρνουμε το ύφος του πειραγμένου, που φυσικά δεν επιφέρει ποινή, είναι όμως δυσάρεστο.
[2.37.3] ἀνεπαχθῶς δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια
διὰ δέος
μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν, τῶν τε
αἰεὶ
ἐν ἀρχῇ ὄντων
ἀκροάσει καὶ τῶν νόμων, καὶ μάλιστα αὐτῶν ὅσοι τε ἐπ’ ὠφελίᾳ τῶν ἀδικουμένων
κεῖνται καὶ ὅσοι ἄγραφοι
ὄντες αἰσχύνην ὁμολογουμένην φέρουσιν.
[2.37.3] Και, ενώ στις ιδιωτικές μας σχέσεις δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στη δημόσια ζωή δεν παραβαίνουμε τους νόμους προπάντων από εσωτερικό σεβασμό, υπακούοντας κάθε φορά σ' αυτούς που διοικούν την πόλη και στους νόμους και κυρίως σε όσους απ' αυτούς ισχύουν για την προστασία αυτών που αδικούνται και σε κείνους που, αν και είναι άγραφοι, επιφέρουν αναμφισβήτητη ντροπή.
Μετάφραση Στάθης Παπακωνσταντίνου
| Μετάφραση Ά. Βλάχου | Μετάφραση Ε. Βενιζέλου | Μετάφραση Ε. Λαμπρίδη | |
| [2.37.1] «Χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες τισὶν ἢ μιμούμενοι ἑτέρους. καὶ ὄνομα μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ᾽ ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται· μέτεστι δὲ κατὰ μὲν τοὺς νόμους πρὸς τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον, κατὰ δὲ τὴν ἀξίωσιν, ὡς ἕκαστος ἔν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπὸ μέρους τὸ πλέον ἐς τὰ κοινὰ ἢ ἀπ᾽ ἀρετῆς προτιμᾶται, οὐδ᾽ αὖ κατὰ πενίαν, ἔχων γέ τι ἀγαθὸν δρᾶσαι τὴν πόλιν, ἀξιώματος ἀφανείᾳ κεκώλυται. | [2.37.1] »Τὸ πολίτευμα ποὺ ἔχομε σὲ τίποτε δὲν ἀντιγράφει τὰ ξένα πολιτεύματα. Ἀντίθετα, εἴμαστε πολὺ περισσότερο ἐμεῖς παράδειγμα γιὰ τοὺς ἄλλους παρὰ μιμητὲς τους. Τὸ πολίτευμά μας λέγεται Δημοκρατία, ἐπειδὴ τὴν ἐξουσία δὲν τὴν ἀσκοῦν λίγοι πολίτες, ἀλλὰ ὅλος ὁ λαός. Ὅλοι οἱ πολίτες εἶναι ἴσοι μπροστὰ στὸν νόμο γιὰ τὶς ἰδιωτικές τους διαφορές. Γιὰ τὰ δημόσια ἀξιώματα προτιμῶνται ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι ἱκανοὶ καὶ τὰ ἀξίζουν καὶ ὄχι ἐκεῖνοι ποὺ ἀνήκουν σὲ μιὰ ὁρισμένη τάξη. Κανείς, ἄν τύχη καὶ δὲν ἔχει κοινωνικὴ θέση ἤ ἄν εἶναι φτωχός, δὲν ἒμποδίζεται γι' αυτὸ νὰ ὑπηρετήση τὴν πολιτεία, ἄν ἔχη κάτι ἄξιο νὰ προσφέρη. | [2.37.1] »Ζώμεν τωόντι υπό πολίτευμα, το οποίον δεν επιζητεί ν' αντιγράφη τους νόμους των άλλων, αλλ' είμεθα ημείς μάλλον υπόδειγμα εις τους άλλους παρά μιμηταί αυτών. Και καλείται μεν το πολίτευμά μας δημοκρατία, λόγω του ότι η κυβέρνησις του κράτους ευρίσκεται όχι εις χείρας των ολίγων, αλλά των πολλών. Αλλά δια μεν των νόμων ασφαλίζεται εις όλους ισότης δικαιοσύνης δια τα ιδιωτικά των συμφέροντα, ενώ υπό την έποψιν της κοινής εκτιμήσεως, έκαστος πολίτης προτιμάται εις τα δημόσια αξιώματα, όχι διότι ανήκει εις ωρισμένην κοινωνικήν τάξιν, αλλά δια την προσωπικήν του αξίαν, εφόσον διακρίνεται εις κάποιον κλάδον. Ούτε, εξ άλλου, εκείνος που είναι πτωχός, ημπορεί όμως να προσφέρη υπηρεσίας εις την πόλιν, ευρίσκει εμπόδιον εις τούτο, ένεκα της κοινωνικής του αφανείας. | [2.37.1] »Κυβερνιόμαστε δηλαδή με πολίτευμα, που δε ζηλεύει τους θεσμούς των άλλων, αλλά είμαστε μάλλον εμείς παράδειγμα για πολλούς, παρά που ξεσηκώνομε τα συνήθια τους. Και λέγεται με τ' όνομα δημοκρατία, γιατί δεν κυβερνιέται για το συμφέρον των ολίγων, αλλά για τους πολλούς, κ' έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα σύμφωνα με τους νόμους ως για τις ιδιωτικές διαφορές μεταξύ τους· ως για τα δημόσια αξιώματα όμως, για όποιαν ικανότητα εκτιμάται ο καθένας, δε φτάνει σε θέση πολιτική εξ αιτίας της τάξης όπου ανήκει παρά από την αξιωσύνη του· κι ούτε εξ αιτίας της φτώχειας του, όταν μπορεί να προσφέρει κάτι καλό στην πολιτεία, αποκλείνεται από το αξίωμα επειδή είναι ταπεινός. |
| [2.37.2] ἐλευθέρως δὲ τά τε πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύομεν καὶ ἐς τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ᾽ ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, οὐ δι᾽ ὀργῆς τὸν πέλας, εἰ καθ᾽ ἡδονήν τι δρᾷ, ἔχοντες, οὐδὲ ἀζημίους μέν, λυπηρὰς δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι. | [2.37.2] Στὴ δημόσια ζωὴ μας εἴμαστε ἐλεύθεροι, ἀλλὰ καὶ στὶς καθημερινὲς μας σχέσεις δὲν ὑποβλέπομε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, δὲν θυμώνομε μὲ τὸν γείτονά μας ἄν διασκεδάζη καὶ δὲν τοῦ δείχνομε ὄψη πειραγμένου πού, ἄν ἴσως δὲν τὸν βλάφτη, ὅμως τὸν στενοχωρεί. | [2.37.2] Και όχι μόνον εις τον δημόσιόν μας βίον πολιτευόμεθα με πνεύμα ελευθέριον, αλλά και εις την αναμεταξύ μας καθημερινήν επικοινωνίαν είμεθα ελεύθεροι καχυποψίας, διότι δεν αγανακτούμεν εναντίον των άλλων δι' όσα πράττουν χάριν της ευχαριστήσεώς των, ούτε προσλαμβάνομεν απέναντί των φυσιογνωμίαν σκυθρωπής αποδοκιμασίας, η οποία δεν ζημιώνει αληθώς, πληγώνει όμως. | [2.37.2] »Κ' ελεύτερα φερνόμαστε, τόσο σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν την πολιτεία, όσο και σχετικά με τις καθημερινές συναλλαγές μας· κι όσο για τις υποψίες που γεννιώνται στον ένα για τον άλλον, δεν αγαναχτούμε με τον γείτονά μας αν κάνει κάτι γιατί έτσι του αρέσει, ούτε φορτωνόμαστε γκρίνιες και στενοχώριες, που δε ζημιώνουνε και δεν επιφέρουνε βέβαια, ποινική δίωξη αλλά παρουσιάζουν ελεεινό θέαμα. |
| [2.37.3] ἀνεπαχθῶς δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια διὰ δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν, τῶν τε αἰεὶ ἐν ἀρχῇ ὄντων ἀκροάσει καὶ τῶν νόμων, καὶ μάλιστα αὐτῶν ὅσοι τε ἐπ᾽ ὠφελίᾳ τῶν ἀδικουμένων κεῖνται καὶ ὅσοι ἄγραφοι ὄντες αἰσχύνην ὁμολογουμένην φέρουσιν. | [2.37.3] Ἄν, ὡστόσο, ἡ αυστηρότητα λείπη ἀπὸ τὴν καθημερινή μας ζωή, στὰ δημόσια πράγματα, ἀπὸ ἐσωτερικὸ σεβασμό, δὲν παρανομοῦμε. Σεβόμαστε τοὺς ἄρχοντες, πειθαρχοῦμε στοὺς νόμους, καί, μάλιστα, σὲ ὅσους ἔχουν γίνει γιὰ νὰ προστατεύουν τοὺς ἀδυνάτους καὶ ὅσους πού, ἄν καὶ ἄγραφοι, εἶναι ντροπὴ νὰ τοὺς παραβαίνει κανείς. | [2.37.3] Αλλ' ενώ εις τας ιδιωτικάς μας σχέσεις αποφεύγομεν να φαινώμεθα δυσάρεστοι, εις τον δημόσιόν μας βίον αποφεύγομεν την παρανομίαν, από ευλάβειαν προ πάντων προς τας επιταγάς των εκάστοτε αρχόντων και των νόμων, εκείνων ιδίως εξ αυτών, όσοι έχουν τεθή είτε προς υπεράσπισιν των αδικούμενων, είτε μολονότι άγραφοι, φέρουν αναμφισβήτητον όνειδος εις τους παραβάτας των. | [2.37.3] Κ' ενώ στην ιδιωτική μας επικοινωνία δε βαρύνει ο ένας τον άλλον, στα δημόσια πράματα δεν παραβαίνομε τους νόμους, το περισσότερο από σεβασμό γι' αυτούς, υπακούοντας όσους βρίσκονται κάθε φορά στην εξουσία ως και τους νόμους, και ιδιαίτερα εκείνους που ισχύουν για την υπεράσπιση όσων αδικούνται, και κείνους που, μ' όλο που δεν είναι γραμμένοι, το δέχονται όλοι πως ντροπιάζουν όποιον τους πατεί. |

Ἡ δύναμις τῆς πόλεως: α) Τετράδραχμο Αθηνών, 480-460 π.Χ.