19/05/2008 10:30 AM |
|
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ Όλες οι γυναικείες φορεσιές του τόπου μας έχουν ως βασικό ένδυμα το «πουκάμισο». Τυπολογικά όμως ανήκουν σε δύο μεγάλες ομάδες. Οι φορεσιές της πρώτης, πάνω από το πουκάμισο έχουν ενδύματα με σαφή βυζαντινή προέλευση σε παραλλαγές της «δαλματικής», ενώ της δεύτερης έχουν ενδύματα με αναγεννησιακή προέλευση με βάση το «φουστάνι». Η λέξη φουστάνι κυριάρχησε σαν συνώνυμη με τη λέξη φόρεμα, αλλά προήλθε κι αυτή από ένα ειδικό μπαμπακερό ύφασμα που κατασκευαζόταν στο Fustat της Αιγύπτου. Άλλο ενδιάμεσο ένδυμα είναι η «φούστα», που συχνά δεν είναι άλλο από ένα φουστάνι που έχασε με τον καιρό το πανωκόρμι του. Όλα τα παραπάνω ενδύματα συμπληρώνονται πολλές φορές με διάφορα γιλέκα και ζακέτα, που έχουν συχνά επένδυση από γούνα. Τη μέση τη ζώνει ένα ζωνάρι, που τυλίγεται περισσότερες από μία φορές γύρω από τη μέση και κάποτε την περιφέρεια, ή μια ζώνη ή και τα δύο. Χαρακτηριστική στις γυναικείες χωρικές φορεσιές είναι η ποδιά. Το τμήμα του σώματος που καλύπτει προσφέρεται για διακόσμηση, γιατί παρέχει μια ενιαία σχεδόν επιφάνεια. Στα πόδια φοριούνται πλεχτές, μπαμπακερές, μάλλινες ή μεταξωτές κάλτσες, σε μήκος ανάλογο με το μήκος του πουκάμισου. Οι γυναικείες φορεσιές είναι κατάφορτες από ποικίλα είδη κοσμημάτων, αργυρών και άλλων, που στολίζουν το κορμί και το κεφάλι. Τα κεφαλοκαλύμματα και τα κεφαλοδέματα είναι περίπλοκα, κυρίως τα νυφικά. Στο σύνολό τους, οι γυναικείες ελληνικές φορεσιές έχουν τολμηρούς χρωματικούς συνδυασμούς και παρουσιάζουν συχνά μεγάλη φαντασία στον τρόπο που φοριούνται τα διάφορα τμήματά τους και στα χίλια δυο στολίδια που τις ποικίλλουν. Η ελληνική λαϊκή φορεσιά, ιδιαίτερα η γυναικεία, ήταν έργο των γυναικών. Όλα τα τμήματά της, από τα καλύμματα του κεφαλιού ως τα υποδήματα, κατασκευάζονταν, όπως και τα υλικά, επιτοπίως. Σιγά-σιγά άλλαζαν μερικά τμήματα. Και προστέθηκαν αγοραστά (τσιμπέρια, ζώνες, σειρήτια, μαντήλια κ.λ.π) που ήταν προϊόντα εργαστηρίων, ώσπου η βιομηχανική ανάπτυξη παραμέρισε ολοκληρωτικά την παραδοσιακή φορεσιά. Αυτή περιορίστηκε σε λίγες οπωσδήποτε «κλειστές» κοινότητες (Σαρακατσάνοι, Βλάχοι κ.λ.π) ή ως γνώρισμα ατομικής εμμονής στον παραδοσιακό τρόπο ζωής.
Οι ελληνικές αντρικές τοπικές φορεσιές είναι αυστηρές στο χρώμα και λιτές στη διακόσμηση, έτσι ώστε το βασικό τους σχήμα να μένει ξεκάθαρο. Έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τις γυναικείες φορεσιές, όπου τα τολμηρά χρώματα, η υπερβολική μερικές φορές διακόσμηση και τα πολλά εξαρτήματα μπερδεύουν την κυρίως γραμμή τους. Όλες οι αντρικές φορεσιές του ελληνικού χώρου έχουν για εσώρουχα τη φανέλα και το σώβρακο και από καμιά δεν λείπει το πουκάμισο, που, αν και παρόμοιο στην κοπή με το γυναικείο, συνήθως είναι κοντό. Αν παρατηρήσουμε τις αντρικές φορεσιές κατά μεγάλες γεωγραφικές περιοχές, θα δούμε ότι σε κάθε περιοχή χαρακτηρίζονται οπτικά από κάποιο ιδιαίτερο τμήμα τους: στη Θράκη επικρατεί το «πουτούρι», είδος σκουρόχρωμου μάλλινου παντελονιού, στη Μακεδονία το μαύρο «μπενεβρέκι», «πανωβράκι» ή «σαλβάρι», μάλλινο παντελόνι κι αυτό, και το «πουκάμισο» φορεμένο ως βασικό ένδυμα, ενώ οι Βλάχοι, οι Σαρακατσάνοι, οι κάτοικοι της περιοχής της Φλώρινας, οι Θεσσαλοί και οι Ηπειρώτες φορούν ένα είδος κοντού μάλλινου, αμάνικου πανωφοριού που συνήθως λέγεται «ντουλαμάς». Όπως στις γυναικείες φορεσιές, έτσι και στις αντρικές όλα τα παραπάνω ενδύματα συμπληρώνονται με διάφορα γιλέκα και ζακέτα, φορεμένα το ένα πάνω στο άλλο, που κουμπώνουν με διάφορους τρόπους, ώστε να μη κρύβει το ένα το άλλο στα σημεία που παρουσιάζουν διακοσμητικό ενδιαφέρον. Τη μέση τη ζώνει κάποιο ζωνάρι ή ζώνη ή και τα δύο. Το χειμώνα φοριούνται πάνω από όλα διάφορα μανικωτά παλτά ή κάπες, που συχνά έχουν κουκούλα.Στα πόδια φοριούνται πλεχτές κάλτσες ή υφασμάτινες περικνημίδες, σε μήκος ανάλογο με το μήκος του εξωτερικού ενδύματος ή του παντελονιού. Τα υποδήματα στους αγροτικούς και ποιμενικούς πληθυσμούς δεν διέφεραν ριζικά ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες. Συχνά κατασκευάζονται πρόχειρα από τους ίδιους τους χωρικούς από χοιρέδερμα ή βοϊδόδερμα και έχουν ολόγυρα περαστά λουριά, που στη συνέχεια τυλίγονται για να στερεωθούν γύρω από τον αστράγαλο και τη γάμπα. Αγοραστά υποδήματα δίνονται κυρίως ως δώρα γάμου και μετά το 19ο αι. διαφέρουν ριζικά τα αντρικά από τα γυναικεία. Τα πιο γνωστά υποδήματα στον ελληνικό χώρο είναι τα «τσαρούχια», που το αρχικό τους όνομα ήταν «πίγγες». Τα τσαρούχια στην πιο εξελιγμένη τους μορφή έχουν μεγάλες φούντες και σόλες γεμάτες πρόκες και λέγονται «μαστορικά» ή «προκαδούρες». Τα διάφορα κεφαλοκαλύμματα και τα κεφαλοδέματα στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν καθορισμένα από τους Τούρκους σαν διακριτικά γνωρίσματα. Όλα είχαν ως βάση ένα κόκκινο μαλακό σκούφο από πίλημα, το «φέσι». Μετά την Απελευθέρωση τα κεφαλοκαλύμματα απλοποιήθηκαν. Στη Μακεδονία, την Ήπειρο και τη Θράκη καθιερώθηκε η μαύρη βελούδινη ή γούνινη αστραχάν τόκα, γνωστή επίσης με το όνομα «καλπάκι». Οι πιο γνωστοί νησιώτες δεν έπαψαν να φορούν φέσι και μετά την Απελευθέρωση. Όσοι το κατάργησαν, επειδή τους θύμιζε την περίοδο της σκλαβιάς, φόρεσαν διάφορα μαντίλια δεμένα γύρω από το κεφάλι με διάφορους τρόπους, όπως το κρητικό «σαρίκι». Τα κοσμήματα που στολίζουν τις αντρικές φορεσιές είναι λίγα. Το πιο συνηθισμένο αντρικό στολίδι είναι το αργυρό φυλαχτό, το «χαϊμαλί». Στο βορειοελλαδικό χώρο και τα νησιά οι άντρες φορούν και χάντρινα κοσμήματα, που τους τα κατασκευάζουν οι γυναίκες τους. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση και τη σταδιακή εξομοίωση των τάξεων, τα αντρικά ρούχα απέκτησαν και στην Ελλάδα μια αυστηρή γραμμή, που μόλις τα τελευταία χρόνια τείνει να εκλείψει. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μάλιστα, η δυτική μόδα και κυρίως οι στρατιωτικές στολές επιδρούν αποφασιστικά στην παραδοσιακή φορεσιά, όπως π.χ. στη Μακεδονία και την Κρήτη, όπου η κυλότα του ιππικού αντικατέστησε την ντόπια βράκα. ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΤΡΙΚΕΡΙ Η ΓΙΟΡΤΙΝΗ ΦΟΡΕΣΙΑ
Η γιορτινή φορεσιά, είναι
φτιαγμένη με περίσσιο μεράκι, επηρεασμένη από την
ναυτική παράδοση του χωριού. Αποτελείται από πολλά κομμάτια που φορεμένα με
συγκεκριμένη σειρά δίνουν μια πνοή αρχοντιάς. Στη μέση, η Τρικεριώτισσα φορά χρυσοκέντητη ζώνη που μπροστά κλείνει με μαλαματένια κλειδωτάρια και κάτω απο αυτά φορά τον τσεβρέ, ένα τετράγωνο λευκό κεντημένο μαντήλι απο οργαντίνα, διπλωμένο τριγωνικά. Την φορεσιά συμπληρώνει το κίτρινο μαντήλι με τα κρόσια , ενώ η τραχηλιά του πουκαμίσου κλείνει με ένα χρυσό βελονάκι (καρφίτσα) απο το οποίο κρέμονται 3 μεγάλα χρυσά νομίσματα (ντούμπλες). ΑΠΛΗ ΦΟΡΕΣΙΑ Σε αυτή την παραλλαγή της φορεσιάς αντί για ζώση και κλειδωτάρια φοριέται σατινένια ποδιά, στολισμένη με δαντέλα , ενώ στην καρφίτσα, τις τούμπλες αντικαθιστούν τα φλουριά. Μερικές απλές φορεσιές είναι τα ξόμπλια, το κλίμα, οι πάπιες. Είναι η φορεσιά για τις περισσότερες εκδηλώσεις. Φοριέται σε πανηγύρια, την παραμονή των Βαϊων , την Πρωτομαγιά.
Η καθημερινή φορεσιά ανήκει πλέον στο παρελθόν . Μόνο μερικές ηλικιωμένες γυναίκες εμμένουν να κρατούν την παράδοση και να απαρνιούνται τον σύγχρονο τρόπο ντυσίματος, τα "ευρωπαϊκά". Η στολή με χαρούμενα χρώματα και σχέδια για τις κοπέλες , σκουρόχρωμη για τις γυναίκες που ο σύντροφός τους έλειπε στα ξένα και μαύρη για τις χήρες , ήταν φτιαγμένη απο τσίτια για τις πιο ζεστές μέρες και φανελένια το χειμώνα. ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΣΚΥΡΟΥ.
ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ (ΡΟΥΜΛΟΥΚΙ).
ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ.
"Μπουραζάνα" λένε τη φορεσιά, που συνηθιζόταν στα χωριά του κάμπου των Ιωαννίνων. Το όνομά της πήρε από το πλατύ επάνω και εφαρμοστό στις κνήμες βρακί, καμωμένο από λευκό, μάλλινο ύφασμα του αργαλειού
ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΑΛΜΥΡΟΥ.
ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ.
ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ.ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ.(ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΙΚΟ). Καραγκούνηδες είναι oι αυτόχθονες κάτοικοι του Θεσσαλικού κάμπου. Η φορεσιά των γυναικών τους, με πολλά εξαρτήματα και κοσμήματα είναι από τις πιο εντυπωσιακές ελληνικές ενδυμασίες.
Η ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΘΑΣΟΥ
Βυζαντινής τεχνοτροπίας και ύφους είναι και οι ενδυματολογικές επιλογές των γυναικών από τη Θάσο. Η τοπική ενδυμασία των αντρών, δεν έχει κανένα σημαντικό χαρακτηριστικό γνώρισμα. Νησιώτικη βράκα, γιλέκο σταυρωτό, παπούτσια χαμηλά, με μάλλινη κάλτσα, και κάλυμμα κεφαλιού μαύρο, σαν καθιστό φέσι. Στην γυναικεία φορεσιά συναντούμε βαριά και φίνα υφάσματα όπως βελούδο, μετάξι κ.α. χρυσοκεντημένα και σε σχεδιαστικά μοντέλα που φανερώνουν το αρχαιοελληνικό και βυζαντινό πνεύμα στην ενδυμασία |