Αρχείο Σεπτεμβρίου 2010

Η Δωδώνη θύμα μιας διαφωνίας ή μιας σκόπιμης αρχαιοκαπηλίας;

9 Σεπτεμβρίου 2010, από

image0005.jpg


Where
is Dodona

 Στα ερείπια της Δωδώνης με το θέατρο να κυριαρχεί, οι περιηγητές  διχάζονται. Διάσημοι περιηγητές, όπως ο Henry Holland το 1813 αν και ο ίδιος αξιολογεί ως σπουδαία τα ευρήματα στην κοιλάδα που διαγράφεται ανατολικά του Ολίτσικα, η εκτίμησή του όμως συνδέει τη Δωδώνη με τα βουνά των Τζουμέρκων και τις πηγές του Αχελώου κατά την παράδοση του Αριστοτέλη.

Ο Pouqueville και άλλοι σύγχρονοί του περιηγητές θα καταλήξουν ότι το Μαντείο βρισκόταν βορειότερα της λίμνης των Ιωαννίνων, στα ερείπια του Γαρδικιού, η δε πόλη της Δωδώνης στα ερείπια της Καστρίτσας. Την ίδια περίοδο άλλοι ερευνητές τοποθετούσαν τη Δωδώνη σε διάφορα μέρη, ο ίδιος δε ο Pouqueville γράφει: «δεν θα χάσω τον καιρό μου διαψεύδοντάς τους. Θα αντιπαρέλθω επίσης τις ονειροπολήσεις όσων νομίζουν πως το βουνό Ολίτσικας είναι ο Τόμαρος και τα ερείπια των Δραμισιών εκείνα της Δωδώνης».

 Ο Ταγματάρχης Ληκ θα προηγηθεί  στις έρευνες στο χώρο  τις οποίες μάλιστα ο Holland,  αργότερα, θα τις θεωρήσει σημαντικότερες από του ιδίου, όμως και αυτός θα θεωρήσει τα ερείπια της Καστρίτσας ως τα κατάλοιπα του Δωδωναίου Μαντείου.

 Από τον Ελληνικό χώρο, ο Αραβαντινός, ο κυριότερος ιστοριογράφος της Ηπείρου, στα μέσα του 19ου αιώνα (1862) συνέγραψε πραγματεία περί Δωδώνης  και κατέληξε ότι το ιερό Μαντείο βρισκόταν νοτιοανατολικά των Ιωαννίνων, στα Κατσανοχώρια.

 Ο πρώτος που συνέδεσε τον χώρο του αρχαίου θεάτρου, με το ιερό μαντείο ήταν ο Christofer Wordsworth επίσκοπος του Lincoln στα 1832, τοποθετώντας τη Δωδώνη στην πραγματική της θέση. Από τις υποθέσεις του διαφαίνεται εύστοχα ο προσδιορισμός της Δωδώνης στα ερείπια της Δραμισούς.

 

 8.jpg

 Ανασκαφές

 Πρώτος που ανέσκαψε όμως τη Δωδώνη είναι ο φιλάρχαιος Ηπειρώτης πολιτικός Κωνσταντίνος Καραπάνος το 1875 ? 1876. Τα αποτελέσματα των ανασκαφών δημοσίευσε στο δίτομο έργο του «Dodone et ses ruines» στο Παρίσι το έτος 1878. 

 To 1920 η Αρχαιολογική Εταιρεία με καθηγητή τον  Γ. Σωτηριάδη θα επαναλάβει πιο επιμελέστερη έρευνα του χώρου (Revue des Etudes Grecgues, 1921).

 Οι εργασίες της ανασκαφής θα επαναληφθούν στα χρόνια 1929-1932 από τον καθηγητή  Δημήτρη Ευαγγελίδη  και με τη γενναιόδωρη συνδρομή των αδελφών Παπαστράτου.

 Μετά το 1932 διακόπτεται  κάθε εργασία λόγω ελλείψεως χρημάτων και μόνο με τη διάθεση 100000 δρχ από το δήμο Ιωαννιτών με Δήμαρχο τον  Δ. Βλαχλείδη θα συνεχιστεί η ανασκαφή (Η ανασκαφή της Δωδώνης 1935).

 Για ένα μεγάλο διάστημα οι ανασκαφές θα διακοπούν λόγω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου και θα συνεχιστούν από την Ελληνική Αρχαιολογική Εταιρεία 1952 έως το 1959, έτος κατά το οποίο απεβίωσε και ο ίδιος ο Ευαγγελίδης.

Από το έτος 1959 και μέχρι το θάνατό του το 1996, τις ανασκαφές ανέλαβε ο Σωτήρης Δάκαρης, ο οποίος είχε συνεργασθεί τα προηγούμενα χρόνια με τον Δημήτρη Ευαγγελίδη. Βασιζόμενος και στην προηγούμενη συνεργασία του ο Σωτήρης Δάκαρης μπόρεσε να αναπαραστήσει μια εικόνα των διαφόρων φάσεων της εξέλιξης του ιερού.

 Οι ανασκαφικές έρευνες συνεχίζονται σήμερα από τις κυρίες Χρυσούλα Σούλη, Αμαλία Βλαχοπούλου και Κωνσταντίνα Γραβάνη μέλη ΔΕΠ του Τομέα Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με τη συμβολή της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών.

Α` Ανασκαφική περίοδος 1875-1929

 Επισημάνσεις:

Η  περίοδος αυτή των ανασκαφών έφερε στο φως πλούσια ευρήματα- κυρίως οι ανασκαφές του Καραπάνου

Όμως όπως επισημαίνει και ο Δ. Ευαγγελίδης δε συνέδεσαν  την Ήπειρο με την προϊστορία αφού τα ευρήματα φθάνουν μέχρι τον ένατο ή δέκατο αιώνα.

Β` Ανασκαφική περίοδος

Επισημάνσεις:

Από το 1929 και εντεύθεν, τα ευρήματα είναι κατά πολύ λιγότερα.

 Οι έρευνες θα στραφούν επισταμένα και προς την προϊστορία προσδίδοντας έτσι στο χώρο την πραγματική ιστορία όπως αυτή διαφαίνεται μέσα από τις αρχαίες παραδόσεις.

Ανασκαφή Καραπάνου

 Είναι γεγονός πως με την ανασκαφή του Καραπάνου,  τείχη, κτίρια, θέατρο, βάθρα, πλήθος χαλκών αναθημάτων, επιγραφές έφεραν πάλι στη ζωή τη θρυλική Δωδώνη.

 

 Καραπάνος- Μινέικο

 Η ανασκαφική δραστηριότητα του Καραπάνου στη Δωδώνη  αποτελεί για πολλούς ερευνητές μια εκτεταμένη αναζήτηση αρχαιοτήτων.

      Με την άδεια και την διάθεση προσωπικού από τον Ακίφ Πασά κυβερνήτη  της Ηπείρου και της Θεσσαλίας ο Καραπάνος θα ανασκάψει διάφορα σημεία του χώρου.

      Στις ανασκαφές του αρχικά συνεργάζεται με τον μηχανικό Σιγισμούνδο  Μινέικο, τον  οποίο το 1870 η Γαλλική Κυβέρνηση κατόπιν αιτήσεως της Τουρκικής Κυβερνήσεως  απέστειλε στα Ιωάννινα. Ο Μινέικο υπήρξε για 18 χρόνια    Νομομηχανικός  της Ηπείρου και Θεσσαλίας  με έδρα τότε τα Ιωάννινα.

      Οι σχέσεις των δύο ανδρών ήταν ασαφείς. Αρχικά η συνεργασία τους κινούνταν στην ίδια γραμμή, αργότερα όμως οι σχέσεις διαταράχτηκαν με την δημοσίευση των ανασκαφών από τον Καραπάνο όπου το όνομα του Μινέικο αναφέρονταν μόνο μια φορά και εντελώς τυχαία. Συγκεκριμένα σε υποσημείωση του στο δίτομο έργο αναφέρεται ότι υπέδειξε στον Μινέικο τις θέσεις  των πρώτων του πειραματικών ανασκαφών.

Το Νοέμβριο του 1909 ο Dr Koestler σε άρθρο του που δημοσιεύει στο περιοδικό Μπέρλινγκτον αναφέρει:

      «Οι ανασκαφές που έγιναν πριν από περίπου τριάντα χρόνια στην Δωδώνη την περιοχή με το αρχαιότερο Μαντείο  έφεραν στο φως πλούσια ευρήματα. Ένα μέρος παρουσιάστηκε τότε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών από τον Κ. Καραπάνο και αργότερα δημοσιεύτηκε στο δίτομο έργο του στο Παρίσι. Ένα άλλο μέρος των ευρημάτων παρέμεινε για αρκετό διάστημα στα Ιωάννινα που απέχουν μερικές ώρες από την απόμακρη Δωδώνη».

        Στο συγκεκριμένο απόσπασμα δεν κατονομάζεται ο κάτοχος των συγκεκριμένων ευρημάτων, άλλωστε στη περίοδο αυτή, της Τούρκικης κατοχής ο καθένας μπορούσε να νομιμοποιήσει κάθε συλλογή ακόμη περισσότερο  οι ξένοι προσκεκλημένοι και υπηρεσιακοί παράγοντες των τούρκων.

       Σε ορισμένα δημοσιεύματα μάλιστα παρουσιάζεται ότι  μέρος των συλλογής του Μινέικο είναι προϊόν λαθραίας ανασκαφής την περίοδο μάλιστα που ο Καραπάνος απουσίαζε στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να διασφαλίσει την άδεια της Πύλης για τη συνέχεια των ανασκαφών.

          Το 1883 ο Baron Alexander fon Warsberq,  είδε τη συγκεκριμένη συλλογή την οποία και περιέγραψε με συντομία στο ημερολόγιό του. Με εξαίρεση ορισμένων από αυτών που περιήλθαν μέσω εμπόρων στο Μουσείο του Βερολίνου, τα υπόλοιπα που είδε ο Fon Warsberg είχαν εξαφανιστεί και κανείς δεν γνώριζε  τίποτα. Μετά από είκοσι ένα χρόνια από την επίσκεψη του fon Warsberg στα Ιωάννινα το 1904 επανεμφανίστηκαν απροσδόκητα στη Δ. Πρωσία σε μια ιδιωτική συλλογή τα οποία στη συνέχεια εξασφάλισε το Μουσείο του Βερολίνου».

      Νεώτερη γερμανική  αρθρογραφία συνθέτει τα γεγονότα της εποχής ως εξής:

       Ο  Wasberg αμφισβήτησε τις ανακαλύψεις του Καραπάνου εξυψώνοντας το ρόλο του Μινέικου. Ο ίδιος μάλιστα αναφέρει  ότι  οι δύο άνδρες αρχικά συνεργάστηκαν στην ίδια γραμμή αργότερα όμως ο Μινέικο ένιωσε ότι προδόθηκε. Η διαμαρτυρία του στην Ακαδημία του Παρισιού δεν εισακούστηκε και έτσι προέκυψε ότι ο Καραπάνος ήταν ο πρωτεργάτης και όχι ο Μινέικο των ανασκαφών στη Δωδώνη.

Οι δηλώσεις του Wasberg για τον Μινέικο έχουν σημασία διότι και οι δύο συναντιόντουσαν προσωπικά και έδειχναν ο ένας στον άλλον ένα μεγάλο αριθμό, κυρίως χάλκινων ευρημάτων των συλλογών τους.

      Ο βερολινέζος αρχαιολόγος Greifenhagen  100  χρόνια μετά σε ένα άρθρο του για τα ευρήματα της Δωδώνης θα χαρακτηρίσει αυτές τις διαδικασίες εγκληματικές.

      Τελικά ένα μεγάλος μέρος των ευρημάτων της Δωδώνης θα καταλήξει στο μουσείο Πρωσικής Τέχνης του Βερολίνου.

      Τα δημοσιευμένα αυτά αντικείμενα και άλλα πολλά σπάνια και όχι δημοσιευμένα δεν προέρχονται μόνο από την συλλογή του Μινέικο.

      Συνολικά σήμερα είναι καταγεγραμμένα 209 σε αριθμό αντικείμενα ως επί το πλείστον ορειχάλκινα. Κάποια από μόλυβδο, σίδερο, χρυσό μερικά αγγεία πήλινα και τερακότες χωρίς σε αυτά να υπολογίζονται τα νομίσματα και οι μολύβδινες επιγραφές. Επίσης ένα μέρος(άγνωστο σε αριθμό) χάθηκε στον πόλεμο.

Άλλα αντικείμενα με διάφορους τρόπους έφθασαν σε δημόσιες συλλογές του Παρισιού, της Βιέννης, του Λονδίνου, της Οξφόρδης, της Βοστώνης και της Αγίας Πετρούπολης ή διασκορπίστηκαν σε ιδιωτικές συλλογές. Το παρήγορο πάντως είναι ότι τα περισσότερα βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο των Αθηνών εκ των οποίων ένας μεγάλος αριθμός μένει στην αφάνεια, στα υπόγεια του συγκεκριμένου μουσείου.

      Η συλλογή του Καραπάνου, την οποία και δημοσιεύει στο δίτομο έργο του «Dodone et ses ruines» στο Παρίσι το έτος 1878, θα αποδοθεί ως δωρεά  τον Ιούνιο του 1902 στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Ένα μέρος αυτής της συλλογής εκτίθεται σήμερα στο τμήμα χαλκών του συγκεκριμένου μουσείου.

       Η συλλογή Καραπάνου πέραν των ανασκαφικών ευρημάτων εμπλουτίστηκε από τον ίδιο με αγορές αντικειμένων από το εμπόριο τέχνης. Συγκεκριμένα το 1878 επισκέφτηκε το Βερολίνο αγοράζοντας κάποια αντικείμενα πιστεύοντας ότι προέρχονται από τις δικές του ανασκαφές στη Δωδώνη.

Στα παραπάνω υπάρχει μια αντιστοιχία με αυτή του Έλγιν ο οποίος με την άδεια των Τουρκικών Αρχών άρπαξε με καταστροφικό τρόπο μέρος από τα Γλυπτά του Παρθενώνα και δίκαια προβάλλεται το αίτημα του επαναπατρισμού τους σήμερα. Ένα αντίστοιχο αίτημα θα μπορούσε να προβάλλει και η Δωδώνη  για επαναπατρισμό των κινητών της ευρημάτων, που με παράνομο τρόπο όπως προαναφέρθηκε, εξήχθηκαν.

 

tafel46.gif