Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Ιλιάδα


Ραψωδία Ι Πρεσβεία πρός Ἀχιλλέα. Λιταί
(Αποστολή πρεσβείας στον Αχιλλέα. Παρακλήσεις)

Θ περίληψη Ι περίληψη Ι 225 - 431

 

 

Η Ιλιάδα διαρκεί 51 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 25η ημέρα

 

 

 


Αχιλλέας, Ζωγράφος του Αχιλλέα, Μουσείο Βατικανού


Περιληπτική αναδιήγηση

 

Η νύχτα είναι δύσκολη για τους Αχαιούς· ο Αγαμέμνονας συγκαλεί αγορά του στρατού και προτείνει ως μόνη λύση την επιστροφή στην πατρίδα. Στην πρόταση αυτή εναντιώνεται ο Διομήδης και ο στρατός επιδοκιμάζει με αλαλαγμούς τη στάση του. Λίγο αργότερα, σε συνέλευση των γερόντων, ο Νέστορας κατηγορεί τον Αγαμέμνονα για την προσβολή που έκανε στον Αχιλλέα. Ο Αγαμέμνονας δηλώνει έτοιμος να επανορθώσει αμέσως, προσφέροντας πολλά και πλούσια δώρα. Αποφασίζεται, λοιπόν, αποστολή πρεσβείας στον Αχιλλέα· μέλη της πρεσβείας θα είναι ο Οδυσσέας, ο Φοίνικας, ο Αίαντας και δύο κήρυκες.

 

Φτάνοντας η αποστολή στα καράβια των Μυρμιδόνων, βρίσκει τον Αχιλλέα να παίζει φόρμιγγα (ένα είδος κιθάρας) και να τραγουδάει κατορθώματα ηρώων· απέναντί του στέκει σιωπηλός ο φίλος του, ο Πάτροκλος. Ο Πηλείδης υποδέχεται με χαρά τους παλιούς του συντρόφους και τους περιποιείται με φαγητό σύμφωνα με τους κανόνες φιλοξενίας της εποχής. Μετά το δείπνο τον λόγο παίρνει πρώτος ο Οδυσσέας, ο οποίος, αφού εκθέτει τη δεινή κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι Αχαιοί, ζητάει από τον Αχιλλέα να αφήσει τον θυμό και να επιστρέψει στη μάχη.

 

Άλλωστε, ο Αγαμέμνονας κατάλαβε το λάθος του και του δίνει πλούσια ανταλλάγματα. Ο Αχιλλέας αρνείται κατηγορηματικά και απορρίπτει τα δώρα. Γνωρίζει, λέει, από τη μητέρα του πως μπροστά του ανοίγονται δυο δρόμοι της μοίρας: να μείνει στην Τροία, να πολεμήσει και να σκοτωθεί, μα αθάνατο να μείνει το όνομά του, ή να φύγει και να ζήσει πολλά χρόνια ευτυχισμένα, χωρίς την αθάνατη φήμη. Δηλώνει αποφασισμένος να διαλέξει το δεύτερο. Προτείνει μάλιστα στον δάσκαλο του, τον Φοίνικα, να φύγουν μαζί για τη Φθία. Όλοι έμειναν άφωνοι από τα λόγια του και την άρνησή του.

 

Τη σιωπή σπάει ο Φοίνικας. Ο γέροντας θυμίζει στον παλιό μαθητή του ότι οι Λιτές, τα θεοποιημένα δηλαδή παρακάλια, είναι κόρες του Δία, και όποιος τις παραβλέπει τιμωρείται. Αναφέρει και μυθολογικά παραδείγματα ηρώων, που θύμωσαν κάποτε, αλλά υποχώρησαν στα δώρα και στις παρακλήσεις των συντρόφων τους. Μια ιστορία από αυτές, εκείνη του Μελέαγρου, τη διηγείται αναλυτικά. Ο Πηλείδης, όμως, παραμένει αμετάπειστος. Τελευταίος παίρνει τον λόγο ο Αίαντας που, σε μια ύστατη προσπάθεια, προτρέπει τον Αχιλλέα να υποχωρήσει. Ο ήρωας, όμως, επαναλαμβάνει ότι δεν μπορεί να ξεχάσει την προσβολή που του έκανε ο Αγαμέμνονας. Θα ξαναμπεί στη μάχη, λέει, μόνο αν ο Έκτορας, σκοτώνοντας τους Αχαιούς, φτάσει κοντά στα καράβια των Μυρμιδόνων.

 

Έπειτα απ' αυτά η πρεσβεία επιστρέφει άπρακτη στη σκηνή του Αγαμέμνονα, όπου όλοι περιμένουν τα νέα με αγωνία. Τη δυσάρεστη είδηση ανακοινώνει με λίγα λόγια ο Οδυσσέας. Ακολουθεί βαριά σιωπή, την οποία διακόπτει ο Διομήδης, που κατηγορεί τον Αχιλλέα για έπαρση και προτείνει, αφού δειπνήσουν, να ξεκουραστούν, ώστε να είναι έτοιμοι για τη μάχη της επόμενης μέρας. Όλοι συμφώνησαν μαζί του και, αφού έκαναν σπονδή στους θεούς, έφυγε ο καθένας για τη σκηνή του.

 

 

Πρεσβεία στον Αχιλλέα

Πρεσβεία
Ο Αχιλλέας κάθεται σε δίφρο οκλαδίας. Αριστερά του ο Οδυσσέας και δεξιά ο Αίαντας.
Μάκρων, 480-470 π.Χ.
Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου.