Αρχαία ελληνική μυθολογία

Κύκλος του Ηρακλή, Θεσσαλοί

ΑΔΜΗΤΟΣ

Ο Ηρακλής φέρνει πίσω την Άλκηστη από τον Κάτω Κόσμο. Delacroix, Eugène, 1862




1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16

Ο Άδμητος ήταν γιος της Κλυμένης και του Φέρητα, επώνυμου ήρωα και βασιλιά των Φερών της Θεσσαλίας, και εξάδελφος του Ιάσονα. [Εικ. 1] Πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, στο κυνήγι του καλυδώνιου κάπρου, στους αγώνες για τον θάνατο του Πελία, ετεροθαλή αδελφού του πατέρα του. Στη δουλική υπηρεσία του Άδμητου μπήκε ο Απόλλωνας για έναν χρόνο, με εντολή του Δία, γιατί είχε σκοτώσει τους Κύκλωπες ή το φίδι που φύλαγε την Κασταλία ή την Κασσοτίδα πηγή τους Δελφούς. Και εκείνος, αν και θα μπορούσε να ταπεινώσει τον θεό χωρίς τον φόβο καμιάς τιμωρίας, τον απάλλαξε από τις κοπιαστικές δουλειές του παλατιού και τον έβαλε βοσκό στα κοπάδια του. [Εικ. 2, 3, 4, 5] Και ο θεός, από ευγνωμοσύνη για τη συμπεριφορά του Άδμητου ή από έρωτα γι’ αυτόν, όπως λέει ο Καλλίμαχος, έκανε τα κοπάδια του να πολλαπλασιάζονται και του χάρισε τη φιλία και την προστασία του διά βίου. Αρχικά τον βοήθησε να τελέσει τον άθλο που θα του επέτρεπε να παντρευτεί την Άλκηστη, την κόρη του βασιλιά Πελία της Ιωλκού. Αυτή ήταν πολύ όμορφη και ευσεβής, αρνιόταν όμως κάθε πρόταση γάμου, κάτι που έκαμνε τη θέση του Πελία επισφαλή ανάμεσα σε τόσους ισχυρούς μνηστήρες. Όταν τη ζήτησε σε γάμο ο Άδμητος, ο πατέρας της υποσχέθηκε ότι θα του την έδινε με τον όρο να ζέψει σε μια μέρα το άρμα του με ένα λιοντάρι και έναν κάπρο (Ἄδμητός τε ζευγνύων ἐστὶν ὑπὸ τὸ ἅρμα κάπρον καὶ λέοντα, Παυσ. 3.18.16), και με αυτό να επισκεφτεί την κόρη του. Καθόλου δεν δυσκολεύτηκε ο Άδμητος σε αυτό, όχι βέβαια χωρίς τη βοήθεια του προστάτη του Απόλλωνα. Όμως την ημέρα του γάμου, τελώντας τις γαμήλιες θυσίες ο Άδμητος, λησμόνησε να θυσιάσει και προς τιμή της Άρτεμης· γι’ αυτό, μόλις άνοιξε τον νυφικό θάλαμο, τον βρήκε γεμάτο από κουλουριασμένα φίδια που είχε στείλει η Άρτεμη. Ο Άδμητος τα εξόντωσε, αλλά και πάλι χάρη στη βοήθεια του Απόλλωνα, ο οποίος έκανε και μια τρίτη παρέμβαση για χάρη του ευνοούμενού του. Καθώς ήταν γραφτό του να πεθάνει νέος, ο Απόλλωνας μέθυσε τις Μοίρες και τις παρακάλεσε να αναβάλουν τον θάνατό του. Εκείνες δέχθηκαν, όμως με τον όρο να πάρει κάποιος άλλος τη θέση του. Ποιος όμως θα το έκαμνε αυτό, τη στιγμή μάλιστα που ούτε οι γέροντες γονείς του δεν έδειξαν προθυμία; Προθυμοποιήθηκε η Άλκηστη, ενώ αντίθετα αρνήθηκαν να πάρουν τη θέση του οι γονείς του, κάτι που στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη προκάλεσε την οργή του Άδμητου:

Μα τώρα κοίτα γρήγορα να κάνεις άλλα παιδιά / να σε γηροκομήσουν, / να σε στολίσουν, σαν πεθάνεις, και να σε θάψουν μ’ όλες τις τιμές. / Γιατί εγώ ποτέ δε θα σε θάψω με τα χέρια μου· / για σένα πια είμαι πεθαμένος […] Σε ανάθεμα, και συ και η γυναίκα σου. Αν κι έχετε παιδί, άκληροι τα γερατειά σας, καθώς σας πρέπει, / θα περάσετε, γιατί ποτέ δε θα καθίσετε κάτω απ’ την ίδια σκεπή με μένα

(Ευρ., Άλκ. 663-6, 734-6, μετ. Κ. Χρηστομάνος).

Για τη σωτηρία της Άλκηστης, που έμεινε ως το πρότυπο της συζυγικής πίστης και αφοσίωσης, και για το τέλος του μύθου υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Την έστειλε, λένε, πίσω η Κόρη, γιατί τη σπλαχνίστηκε· ή κατέβηκε στον Άδη και την έφερε πάλι πίσω στον επάνω κόσμο και στον άνδρα της ο Ηρακλής, γιατί τον λυπήθηκε που έλιωνε από τη θλίψη του· ή ο Ηρακλής πάλεψε με τον ίδιο τον Θάνατο και κατάφερε να κρατήσει τη γυναίκα. [Εικ. 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16] Αυτή η τελευταία εκδοχή υιοθετήθηκε από τον Ευριπίδη στην ομώνυμη τραγωδία, που αποτελεί και το πρώτο χρονολογικά σωζόμενο έργο του ποιητή (438 π.Χ.). Το έργο αρχίζει και τελειώνει τη μέρα που η Άλκηστη οδηγείται στον Κάτω Κόσμο από τον Θάνατο και πάλι πίσω στον Επάνω από τον Ηρακλή ο οποίος εμφανίζεται στο παλάτι εκείνη την ημέρα σαν από μηχανής, όχι βέβαια θεός, αλλά, έστω, ημίθεος. Ο Ηρακλής έφτασε στο παλάτι την ώρα που όλοι θρηνούσαν τη νεκρή βασίλισσα. Ο Άδμητος, θέλοντας να κρατήσει τους νόμους της φιλοξενίας, ζήτησε από τους υπηρέτες του να μην πουν τίποτε στον ξένο και να τον περιποιηθούν. Αυτός, τρώγοντας και πίνοντας, έκανε παράταιρη με το γεγονός που βάραινε το παλάτι φασαρία και προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των δούλων που αγαπούσαν τη βασίλισσά τους. (Ευρ., Άλκ. 747-772δεσμός) Όταν ο Ηρακλής κατάλαβε τι συνέβαινε στο παλάτι, πάλεψε με τον Θάνατο και έσωσε την Άλκηστη. (Ευρ., Άλκ. 840-860δεσμός2) Στο μεταξύ, γύρω από την ετοιμοθάνατη και μετά νεκρή Άλκηστη εκτυλίχθηκαν ιλαροτραγικά επεισόδια, όπου οι ήρωες δοκιμάζονταιδεσμός3 φτάνοντας μέχρι τα έσχατα όριά τους μπροστά στο αγωνιώδες ερώτημα του θανάτου κι αν η αγάπη, μάλιστα ενός γονιού προς το παιδί, μπορεί να νικήσει τον φόβο του θανάτου.

Φυσικά, μέσα από τα ερωτήματα αυτά και τις αμφιβολίες παραμένει το ιδεώδες της γυναίκας που θυσιάζεται για τον άνδρα της — αυτό παραμένει. Ο Όμηρος χαρακτήρισε την Άλκηστη εἶδος ἀρίστη τόσο ως κόρη όσο και ως σύζυγος αλλά και μητέρα του Εύμηλου, που έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο, και της Περιμήλης, που γέννησε τον Μάγνητα από τον Άργο, τον γιο του Φρίξου, και που έγινε ο επώνυμος ήρωας των Μαγνήτων. Όσο για τον Άδμητο, μαρτυρείται ότι ίδρυσε ναό του Απόλλωνα στις Ταμύνες, κοντά στην Ερέτρια της Φθιώτιδας αλλά και ότι τον θρόνο του Αμυκλαίου Απόλλωνα κοσμούσε ανάγλυφη εικόνα του. [1]


Σχετικά λήμματα

ΑΛΚΗΣΤΗ, ΑΠΟΛΛΩΝΑΣδεσμός, ΑΡΤΕΜΗδεσμός, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΘΑΝΑΤΟΣ, ΚΥΚΛΩΠΕΣ, ΦΕΡΗΣ

 




1. Ο σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος, σε σημείωμα που έγραψε για την παράστασή του από το Εθνικό Θέατρο το καλοκαίρι του 2016, παρατηρεί τα εξής: «Η αμφιθυμία των ηρώων και η απογύμνωσή τους μέσα από την ακραία και δημόσια έκθεσή τους δεν οδηγεί παρ’ όλα αυτά σε αποκαθήλωση ούτε και βέβαια σε αποθέωση τους. Είναι σαν ο ποιητής να εμφανίζει μια πλήρως ανάγλυφη και καθόλου εξιδανικευμένη εικόνα του Ανθρώπου που αγωνιά απέναντι στο άγνωστο του θανάτου ενώ διερωτάται για τον ρόλο της «θεϊκής παρέμβασης» στη ζωή του και τη δική του ευθύνη για όσα παθαίνει». Σε μια εποχή κρίσιμη για την αθηναϊκή δημοκρατία —λίγο μετά τα εγκαίνια του Παρθενώνα και λίγο πριν από το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού πολέμου— ο Ευριπίδης με την τέχνη του θεάτρου που κατείχε καλά έθετε στο κοινό του ερωτήματα που απασχολούσαν τη φιλοσοφική σκέψη της εποχής του, και όχι μόνο. Με ποιον τρόπο τίθενται τέτοιου είδους ερωτήματα; Η Άλκηστη ήταν το τέταρτο της καθιερωμένης τετραλογίας, τη θέση δηλαδή που κανονικά θα έπαιρνε ένα σατυρικό δράμα. Όμως, το έργο, λέει ο Μοσχόπουλος, «δεν είναι σατυρικό δράμα, μια και ο χορός δεν αποτελείται από σατύρους. Ούτε και τραγωδία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μια και το κωμικο-ειρωνικό στοιχείο αφήνει έντονο το χνάρι του στην υπόθεση όσο και στους χαρακτήρες και ταυτοχρόνως έχει και happy (;) end. Γι’ αυτό και οι μελετητές του έργου συχνά για να το περιγράψουν καταλήγουν στον χαρακτηρισμό τραγικωμωδία.»