Αρχαία ελληνική μυθολογία

Τρώες

ΔΑΡΔΑΝΟΣ ή ΠΟΛΥΑΡΚΗΣ

Ο Δάρδανος, η Ηώς, ο Πρίαμος. Ερυθρόμορφος σκύφος του Ζωγράφου της Παντοξένας, 450-440 π.Χ.



 

1 2

Ο μύθος του Δάρδανου τον συνδέει με το νησί της Σαμοθράκης και την απέναντι ασιατική ακτή που ονομάστηκε από τον ίδιο Δαρδανία, μέχρι που μετονομάστηκε σε Τρωάδα από έναν κοντινό απόγονό του, τον εγγονό του Τρώα. Παραλλαγές και προσθήκες τον συνδέουν και με την Αρκαδία, απ’ όπου έφερε το Παλλάδιο, το άγαλμα της Αθηνάς, αλλά και με την ιταλική χερσόνησο ως αυτόχθονα που μετοίκησε στη Φρυγία. Με την τελευταία αυτή εκδοχή εξηγείται η απόφαση του απογόνου του Αινεία να επιστρέψει στη γη του προγόνου του Δάρδανου μετά την άλωση και την καταστροφή της Τροίας από τους Αχαιούς.

Καταγωγή: Σαμοθράκη

Ο Δάρδανος ήταν γιος του Δία και της κόρης του Άτλαντα Ηλέκτρας ή Ηλεκρυώνης που ζούσε στη Σαμοθράκη. Εκεί, στο δασώδες και γεμάτο νερά νησί, έγινε η ένωση του πατέρα των θεών και των ανθρώπων και της κόρης Ατλαντίδας, από την οποία προέκυψαν παιδιά: ο Δάρδανος ή Πολυάρκης, ο Ηετίωνας ή Ιασίονας ή Ίασος και η Αρμονία· ενίοτε αναφέρεται ένας ακόμη γιος, ο Ημαθίωνας. Ο πρώτος γιος ίδρυσε τη βασιλική δυναστεία της Τροίας, ο δεύτερος εμπλέκεται σε μια ιστορία έρωτα με τη θεά Δήμητρα, ή βιασμού, η αδελφή παντρεύτηκε τον Κάδμο των Θηβών (αν και υπάρχουν και άλλες εκδοχές)· ο τρίτος γιος βασίλευσε στη Σαμοθράκη.

Βασιλεία: Δαρδανία

Στον γάμο της Αρμονίας και του Κάδμου παρευρέθησαν όλοι οι θεοί. Εκεί, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο (3.12), ο Ιασίονας είδε τη θεά Δήμητρα και την ερωτεύτηκε. Προσπάθησε να αποκτήσει με τη βία τη θεά, κάτι που προκάλεσε τον θυμό του Δία που τον κεραυνοβόλησε. Ο Δάρδανος, από λύπη για τον θάνατο του αδελφού του, εγκατέλειψε τη Σαμοθράκη και πέρασε στην αντίπερα στεριά. Σε άλλη εκδοχή του μύθου ο θάνατος του Ιασίονα προκλήθηκε από έναν κατακλυσμό που έπληξε το νησί. Με μια σχεδία ο Δάρδανος βγήκε στην απέναντι ασιατική γη. Εκεί βασιλιάς ήταν ο Τεύκρος, γιος του θεού ποταμού Σκάμανδρου και της νύμφης Ιδαίας· από αυτόν ονομάζονταν και οι κάτοικοι της χώρας Τεύκροι και η χώρα Τευκρίδα. Ο Τεύκρος δέχθηκε φιλικά τον ξένο και του έδωσε για γυναίκα την κόρη του Βάτεια ή Βατίεια ή Αρίσβη και ένα μέρος της γης του να το κυβερνά. Τότε ο Δάρδανος ίδρυσε την πόλη Δάρδανο, έκτισε την ακρόπολη της Τροίας και, όταν πέθανε ο Τεύκρος, ονόμασε όλη τη χώρα Δαρδανία. Αυτός ο Σαμόθρακας γιος του Δία απέκτησε από την τοπική βασιλοπούλα παιδιά, τον Ίλο και τον Εριχθόνιο, ίσως τον Ζάκυνθο και την Ιδαία, που ονομάστηκε έτσι από την προγιαγιά της από την πλευρά της μητέρας της· ο Ίλος πέθανε άκληρος, ενώ ο διάδοχός του στη βασιλεία Εριχθόνιος παντρεύτηκε την ντόπια πριγκίπισσα Αστυόχη, κόρη του Σιμόεντα, και μαζί απέκτησαν τον Τρώα. Ο Αρριανός γράφει (Βιθ. Απ. 32) ότι ο Δάρδανος παντρεύτηκε και την άλλη κόρη του Τεύκρου, τη Νησώ, από την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Σίβυλλα. [Εικ. 1, 2]

Οι ονομασίες Τευκρίδα, Δαρδανία, Τρωάδα προφανώς αντανακλούν φάσεις της ιστορίας της περιοχής, ενώ οι γάμοι με ντόπιες πριγκίπισσες δείχνουν την ενίσχυση του τοπικού στοιχείου.

Γηγενής και μετανάστης. Αρκαδία και Ιταλία

Τελευταίος απόγονος του Δάρδανου στη γη της Τρωάδας, που αρχικά λεγόταν Τευκρίδα και μετά Δαρδανία, ήταν ο Αινείας, ο οποίος μετά την καταστροφή της Τροίας μετανάστευσε στην ιταλική χερσόνησο. Οι μυθογράφοι, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν την απόφαση του Αινεία, την απέδωσαν στο γεγονός ότι ο πρόγονός του Δάρδανος καταγόταν από εκεί, από την ετρουσκική πόλη Κρότωνα της Κεντρικής Ιταλίας, όπου είχε νικήσει τους αυτόχθονες Αβοριγίνες και ίδρυσε πόλη· ύστερα μετανάστευσε ανατολικά, στη Φρυγία.

Με δύο παραδόσεις σχετίζουν τον Δάρδανο με την Αρκαδία, και οι δυο όμως συγκλίνουν στο Παλλάδιο, που φυλαγόταν στην Αρκαδία και επέπρωτο να παίξει σημαντικό ρόλο στην Τρωική μυθολογία. Στη μία περίπτωση ο Δάρδανος μυθολογείται ότι έκλεψε το άγαλμα και το μετέφερε στην Τροία. Στην άλλη, ο Δάρδανος παντρεύεται τη βασιλοπούλα Χρυσή ή Χρύση, κόρη του Πάλλαντα, επώνυμου ήρωα της αρκαδικής πόλης Παλλάντιο και γιου του Λυκάονα, με την οποία απέκτησε δύο γιους, τον Ιδαίο και τον Δείμαντα. Και ο Πάλλαντας εμπιστεύτηκε στον γαμπρό τους, εκτός από την κόρη του, και διάφορες αρκαδικές θεότητες, ανάμεσα στις οποίες και το Παλλάδιο, το οποίο πήρε μαζί όταν έφυγε από την Αρκαδία μαζί και με άλλους κατοίκους του τόπου. Η μετοίκηση κρίθηκε αναγκαία, καθώς τα νερά από έναν κατακλυσμό κατέκλυσαν τα εδάφη και κατέστησαν αδύνατη την καλλιέργειά τους. Αφήνοντας πίσω τον γιο του Δείμαντα ως βασιλιά του τόπου, ο Δάρδανος κατευθύνθηκε βόρεια με στόλο, προς το νησί που ονομάστηκε Σαμοθράκη από τον τόπο, τη Θράκη, και τον Αρκάδα οικιστή Σάμωνα, τον γιο του Ερμή και της αρκαδικής νύμφης Ρήνης. Ο Διονύσιος Αλικαρνασσέας, που παραδίδει αυτή την εκδοχή, γράφει πως δεν είναι γνωστό αν ο τόπος κατοικούνταν και παλαιότερα ή τότε έφτασαν για πρώτη φορά άνθρωποι. Όμως, επειδή το νησί δεν είχε πολλές καλλιεργήσιμες γαίες και η θάλασσα ήταν άγρια, ο Δάρδανος άφησε λίγους αποίκους εκεί και με τους υπόλοιπους πέρασε στην απέναντι ασιατική γη με τη γνωστή εξέλιξη του γάμου με την τοπική βασιλοπούλα (μετά τον θάνατο της πρώτης του γυναίκας) και της βασιλείας, ενώ ο άλλος του γιος, ο Ιδαίος, με μέρος του στρατού κατευθύνθηκε στα όρη, που ονομάστηκαν Ιδαία από εκείνον και όπου ίδρυσε ιερό για τη μητέρα των θεών καθιερώνοντας εκστατικές τελετές που εξαπλώθηκαν σε όλη τη Φρυγία. (Διον. Αλ., Ρωμ. Αρχ. 1.61-62)

Έτσι, οι μυθογράφοι δημιούργησαν ένα πλέγμα που συνδέει την Αρκαδία, τη Σαμοθράκη, την Τροία και την ίδρυση της πόλης στον Παλατίνο λόφο. Αλλά, βέβαια, αυτή είναι μία εκδοχή του μύθου, καθώς ο Βιργίλιος παρεμβάλλει στην Αινειάδα έναν άλλον Πάλλαντα, γιο του Αρκάδα Εύανδρου και της μάντισσας Νύμφης, επίσης από την Αρκαδία, Τέλφουσας, επώνυμου ήρωα του Παλατίνου. Αλλά και πάλι η ιστορία αυτή είναι μια άλλη εκδοχή της μυθολογίας που περιβάλλει τον Παλατίνο λόφο και τη σχέση του με ελληνικά στοιχεία.

Τα μυστήρια της Σαμοθράκης

Το όνομα του Δάρδανου είναι συνδεδεμένο με τα μυστήρια που τελούνταν στη Σαμοθράκη και στα οποία μύησε τους Τρώες:

Και ο Δίας […] αποκάλυψε στον γιο του Δάρδανο το τελετουργικό των μυστηρίων, που από παλιά τελούνταν στο νησί, εκείνη όμως την εποχή είχε ανατεθεί σε αυτόν· και δεν είναι θεμιτό να ακούσει κανείς άλλος γι’ αυτά εκτός από όσους είναι μυημένοι. (Διόδ., 5.48.4)

Αν και τα μυστήρια περιβάλλονταν από τη σιωπή των μυημένων, φαίνεται ότι εκεί, στα δάση της Σαμοθράκης, η Ελλάδα απέκτησε για πρώτη φορά την πίστη στη μέλλουσα ζωή, ενώ οι Τρώες ενίοτε εκλάμβαναν τον Δάρδανο ως έναν από τους Καβείρους, τις δευτερεύουσες θεότητες που συνόδευαν τους Μεγάλους Θεούς του νησιού (Διόδ. 5.48.1-3). Μια ύστερη πηγή, ο θεολόγος του 3ου αι. μ.Χ. Κλήμης Αλεξανδρείας, αναφέρει ότι στη Θεσσαλονίκη γινόταν αναπαράσταση του φόνου του Ιασίονα από τον Δάρδανο με τελετουργικό τρόπο στη Θεσσαλονίκη (Προτρεπτικός ΙΙ, 19, 1.3.4). Λεγόταν ακόμη ότι εισήγαγε τη λατρεία της Κυβέλης στη Φρυγία.

Γενεαλογία Δάρδανου. Από την Αρκαδία στην Τροία

Ἠλέκτραν Ζεὺς γαμεῖ καὶ γεννᾷ παῖδας ἐξ αὐτῆς Ἴασον καὶ Δάρδανον. Ἴασος μὲν οὖν ἠίθεος μένει, Δάρδανος δὲ ἄγεται γυναῖκα Χρύσην Πάλλαντος θυγατέρα, ἐξ ἧς αὐτῷ γίνονται παῖδες Ἰδαῖος καὶ Δείμας. οὗτοι τέως μὲν ἐν Ἀρκαδίᾳ παραλαβόντες τὴν Ἄτλαντος δυναστείαν ἐβασίλευον, ἔπειτα κατακλυσμοῦ γενομένου μεγάλου περὶ τὴν Ἀρκαδίαν τὰ μὲν πεδία ἐξελιμνώθη καὶ πολλοῦ χρόνου γεωργεῖσθαι ἀδύνατα ἦν, οἱ δὲ ἄνθρωποι (ᾤκουν γὰρ ἀνὰ τὰ ὄρη γλίσχρως ποριζόμενοι τὰς τροφάς) συμφρονήσαντες ὡς οὐχ ἱκανὴ βόσκειν ἔσται πάντας ἡ περιοῦσα γῆ νέμονται σφᾶς αὐτοὺς διχῇ· καὶ αὐτῶν οἱ μὲν ἐν Ἀρκαδίᾳ ὑπομένουσι βασιλέα καταστησάμενοι Δείμαντα τὸν Δαρδάνου, οἱ δὲ λοιποὶ ἀπανίστανται Πελοποννήσου στόλῳ μεγάλῳ. ποιούμενοι δὲ τὸν πλοῦν παρὰ τὴν Εὐρώπην εἰς τὸν Μέλανα καλούμενον ἀφικνοῦνται κόλπον καὶ τυγχάνουσιν ἐν νήσῳ τινὶ τῆς Θρᾴκης ὁρμισάμενοι, ἣν οὐκ ἔχω εἰπεῖν εἴτε ἦν οἰκουμένη καὶ πρότερον, εἴτ᾽ ἔρημος· ᾗ τίθενται τοὔνομα σύνθετον ἔκ τε ἀνδρὸς καὶ τόπου, Σαμοθρᾴκην· τὸ μὲν γὰρ χωρίον τῆς Θρᾴκης, ὁ δὲ οἰκιστὴς Σάμων, υἱὸς Ἑρμοῦ καὶ νύμφης Κυλληνίδος Ῥήνης ὀνομαζομένης. ἐκεῖ δὲ χρόνον οὐ πολὺν διατρίψαντες, ὡς οὐκ εὐμαρὴς ἦν ὁ βίος αὐτοῖς γῇ τε λυπρᾷ καὶ θαλάττῃ ἀγρίᾳ μαχομένοις, ὀλίγους τινὰς ἐν τῇ νήσῳ λειπόμενοι ἀπανίστανται πάλιν οἱ πλείους εἰς τὴν Ἀσίαν ἔχοντες ἡγεμόνα τῆς ἀποικίας πλείους εἰς τὴν Ἀσίαν ἔχοντες ἡγεμόνα τῆς ἀποικίας Δάρδανον· Ἴασος γὰρ ἐν τῇ νήσῳ κεραυνῷ πληγεὶς τελευτᾷ Δήμητρος εὐνῆς ὀριγνώμενος [οἱ ἔχειν]· ποιησάμενοί τε τὴν ἀπόβασιν ἐν τῷ καλουμένῳ νῦν Ἑλλησπόντῳ περὶ τὴν ὕστερον κληθεῖσαν οἰκίζονται Φρυγίαν, Ἰδαῖος μὲν ὁ Δαρδάνου μέρος τῆς στρατιᾶς ἔχων ἐν τοῖς ὄρεσιν, ἃ νῦν Ἰδαῖα ἀπ᾽ ἐκείνου λέγεται, ἔνθα μητρὶ θεῶν ἱερὸν ἱδρυσάμενος ὄργια καὶ τελετὰς κατεστήσατο, αἳ καὶ εἰς τόδε χρόνου διαμένουσιν ἐν ἁπάσῃ Φρυγίᾳ· Δάρδανος δ᾽ ἐν τῇ καλουμένῃ νῦν Τρωάδι πόλιν ὁμώνυμον αὑτῷ κατασκευάσας, δόντος αὐτῷ τὰ χωρία Τεύκρου βασιλέως, ἀφ᾽ οὗ Τευκρὶς τὸ ἀρχαῖον ἡ γῆ ἐλέγετο· τοῦτον δὲ ἄλλοι τε πολλοὶ καὶ Φανόδημος ὁ τὴν Ἀττικὴν γράψας ἀρχαιολογίαν ἐκ τῆς Ἀττικῆς μετοικῆσαί φασιν εἰς τὴν Ἀσίαν δήμου Ξυπεταιέως ἄρχοντα καὶ πολλὰ παρέχονται τοῦ λόγου τεκμήρια. κρατήσαντα δὲ χώρας συχνῆς τε καὶ ἀγαθῆς καὶ οὐ πολὺ τὸ ἐπιχώριον ἐχούσης γένος ἀσμένως τὸν Δάρδανον ἰδεῖν καὶ τὸ σὺν αὐτῷ παραγενόμενον Ἑλληνικόν, τῶν τε πρὸς τοὺς βαρβάρους πολέμων συμμαχίας ἕνεκα καὶ ἵνα ἡ γῆ μὴ ᾖ ἔρημος. Ἀπαιτεῖ δὲ ὁ λόγος καὶ τὸν Αἰνείαν ἐξ ὧν ἔφυ διηγήσασθαι· βραχείᾳ δὴ καὶ τοῦτο δηλώσει σημανῶ. Δάρδανος ἐπειδὴ Χρύσην τὴν Πάλλαντος θυγατέρα, ἐξ ἧς οἱ πρότεροι παῖδες ἐγένοντο αὐτῷ, τελευτῆσαι συνέπεσε, Βάτειαν γαμεῖ τὴν Τεύκρου θυγατέρα· καὶ γίνεται παῖς αὐτῷ Ἐριχθόνιος, ὃς ἁπάντων ἀνθρώπων εὐδαιμονέστατος λέγεται γενέσθαι τῆς τε πατρῴας καὶ τῆς ὑπὸ τῷ μητροπάτορι γενομένης κληρονομήσας ἀρχῆς. Ἐριχθονίου δὲ καὶ Καλλιρρόης τῆς Σκαμάνδρου γίνεται Τρώς, ἀφ᾽ οὗ τὴν ἐπωνυμίαν τὸ ἔθνος ἔχει· Τρωὸς δὲ καὶ Ἀκαλλαρίδος τῆς Εὐμήδους Ἀσσάρακος ἦν· τούτου δὲ καὶ Κλυτοδώρας τῆς Λαομέδοντος Κάπυς· Κάπυος δὲ καὶ νύμφης Ναϊάδος Ἱερομνήμης Ἀγχίσης· Ἀγχίσου δὲ καὶ Ἀφροδίτης Αἰνείας. ὡς μὲν δὴ καὶ τὸ Τρωικὸν γένος Ἑλληνικὸν ἀρχῆθεν ἦν δεδήλωταί μοι.

(Διον. Αλ., Ρωμ. Αρχ. 1.61-62)


Σχετικά λήμματα

ΑΤΛΑΝΤΑΣΔΕΣΜΟΣ, ΒΑΤΕΙΑ ή ΑΡΙΣΒΗ, ΑΣΤΥΟΧΗ, ΕΡΜΗΣ, ΗΕΤΙΩΝΑΣ ή ΙΑΣΙΟΝΑΣ ή ΙΑΣΟΣ, ΕΡΜΗΣ, ΗΛΕΚΤΡΑΔΕΣΜΟΣ, ΖΑΚΥΝΘΟΣ, ΗΜΑΘΙΩΝΑΣ, ΙΔΑΙΑ, ΙΛΟΣ, ΚΑΔΜΟΣ-ΑΡΜΟΝΙΑΔΕΣΜΟΣ, ΝΗΣΩ, ΣΙΒΥΛΛΑδεσμός, ΣΙΜΟΕΙΣ, ΣΚΑΜΑΝΔΡΟΣ ή ΞΑΝΘΟΣ, ΤΕΥΚΡΟΣ, ΤΡΩΑΣ

 




Στο

Βιβλιογραφία


Μ