Ο Άθως ήταν Γίγαντας, ένας από τους περίπου εκατό. Αυτοί, αν και είχαν θεϊκή καταγωγή, είχαν μορφή ανθρώπου, όμως τεράστιοι και ανίκητοι, φοβεροί στην όψη, με πυκνά, πλούσια και μακριά μαλλιά και γένια και με λέπια φιδιού στα πόδια (Απολλόδ. 1.7.1.). Λεγόταν ακόμη ότι είχαν φίδια στα μαλλιά και στα γένια. Σε αντίθεση με τους Τιτάνες, ήταν θνητοί και από αυτούς παραδίδεται ότι κατάγονταν οι άνθρωποι. Επομένως, οι Γίγαντες ήταν ένα γένος μεταξύ θεών και ανθρώπων, ἀγχίθεοι όπως λέει ο Όμηρος, ὑπέρθυμοι και ἀτάσθαλοι (θρασείς και αυθάδεις), με μια δύναμη που καθιστούσε τη θνητότητά τους άπειρη και η οποία κινδύνευε μόνο αν απομακρύνονταν από τον τόπο που τους έδωσε ζωή, κατά πάσα πιθανότητα οι Φλέγρες ή η Παλλήνη, ή από τη συνεργασία των Αθανάτων Ολυμπίων με έναν θνητό, τον Ηρακλή. Αυτό έγινε στη Γιγαντομαχία. Τότε ήταν που ο γίγαντας Άθως άρπαξε ένα βράχο και τον έριξε εναντίον των θεών, αλλά αυτός έπεσε στην άκρη της Χαλκιδικής και απετέλεσε την ομώνυμη χερσόνησο, η κορυφή της οποίας έλαβε το όνομά του (Άθως). Κατά παραλλαγή του μύθου ο Άθως οχυρώθηκε στην ομώνυμη χερσόνησο που ήταν το ορμητήριο του στη μάχη κατά των θεών με συμμάχους τους κατοίκους της περιοχής. Τον κατάβαλε ο Ποσειδώνας ρίχνοντας καταπάνω του το όρος που είχε αποκόψει από την Καναστραία άκρα της Παλλήνης. Το βουνό τον καταπλάκωσε και από τότε φέρει το όνομα του. (Στέφ. Βυζ.)
Σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες ο Άθως δεν ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας, όπως οι άλλοι Γίγαντες, αλλά του Ποσειδώνα και της Ροδόπης και από αυτόν ονομάστηκε το όρος στο τρίτο πόδι της Χαλκιδικής (Σχόλ. Θεόκρ. 7.76-77d).
Περισσότερα για τους Γίγαντες και τη Γιγαντομαχία βλ. Γίγαντες.
Σχετικά λήμματα
ΓΙΓΑΝΤΕΣ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ, ΡΟΔΟΠΗ