Την ύπαρξη μιας φυλής Γιγάντων με έξι χέρια που πολέμησαν τους Αργοναύτες στο όρος των Άρκτων της Μυσίας μαρτυρεί ο Απολλώνιος Ρόδιος στα Αργοναυτικά του (1.936 κ.ε.), ενώ συμπληρωματικά στοιχεία δίνουν και άλλοι συγγραφείς (Αγαθοκλής, Ηρόδωρος, Στέφανος Βυζάντιος [1]).
Οι Αργοναύτες τους συνάντησαν σε ένα νησί της Προποντίδας, κοντά στην πλούσια ενδοχώρα της Φρυγίας, που το χώριζε από αυτήν ένας χαμηλός ισθμός —μόλις ξεχώριζε πάνω από τα κύματα (πρόκειται πιθανόν για χερσόνησο της Φρυγίας). Ο ισθμός βρίσκεται ανατολικά του ποταμού Αίσηπου που πηγάζει από τον ορεινό όγκο της Ίδης και και εκβάλλει στην Προποντίδα κοντά στην αρχαία Κύζικο, αφού προηγουμένως δέχεται τα νερά μικρών παραπόταμων. Οι λαοί που κατοικούν στην ευρύτερη περιοχή ονομάζουν τον τόπο Όρος των Άρκτων. Εκεί κατοικούν Γίγαντες με έξι χέρια, δύο βγαίνουν από τους ώμους και τέσσερα κάτω από τα πλευρά τους, με καταγωγή από τον Ποσειδώνα. Στον ισθμό και στον κάμπο κατοικούν οι Δολίονες που ζούσαν ειρηνικά με τους Γίγαντες της νήσου χάρη στη διαμεσολάβηση του Ποσειδώνα [2].
Όταν έφτασαν στη γη των Δολιόνων οι Αργοναύτες, φιλοξενήθηκαν από τον βασιλιά τους Κύζικο από τον οποίο ζήτησαν γεωγραφικές πληροφορίες για την πορεία τους στα ενδότερα. Και επειδή εκείνος δεν μπορούσε να τις δώσει, μερικοί από τους Αργοναύτες ανέβηκαν στο όρος Δίδυμο, για να δουν τα νερά που θα έπρεπε να διασχίσουν, ενώ άλλοι έφεραν την Αργώ από το ένα λιμάνι της Κυζίκου στο άλλο, από τον Καλό Λιμένα στον Χυτό Λιμένα. Όμως οι γηγενείς Γίγαντες προσπάθησαν να εμποδίσουν την προσάραξη του πλοίου μπαζώνοντας με βράχια τις εκβολές του Ρύνδακα ποταμού [3]. Και ο Ηρακλής, που είχε μείνει εκεί με νεότερους άνδρες, τέντωσε το τόξο του, ενώ εκείνοι ανταπάντησαν πετώντας πέτρες. Βλέποντας αυτά οι Αργοναύτες από μακριά επέστρεψαν και ρίχτηκαν στη μάχη στο πλευρό του Ηρακλή. Τα τέρατα χτυπήθηκαν περισσότερες από μία φορές και οι νεαροί πολεμιστές αποτελείωναν το έργο με δόρατα και βέλη μέχρι που στο τέλος τους σκότωσαν όλους. Η είσοδος του λιμανιού γέμισε με τα νεκρά τους σώματα· άλλοι κείτονταν με το κεφάλι και το στήθος στη θάλασσα και τα πόδια στην ξηρά και άλλοι ανάποδα, τροφή για τα ψάρια και τα πουλιά. Και τα σώματά τους, γράφει ο Απολλώνιος, έμοιαζαν με τα μακριά ξύλα που λαξεύουν οι ξυλοκόποι για τα πλοία και τα αφήνουν στη σειρά στην ξηρά δίπλα στη θάλασσα, μέχρι να στεγνώσουν και να είναι έτοιμα να δεχτούν τις σφήνες.
Ο Απολλώνιος θεωρεί ότι οι Γίγαντες αυτοί είχαν εκτραφεί από την Ήρα, τη σύζυγο του Δία, για να προκαλέσει μια επιπλέον δυσκολία στον Ηρακλή.
Σχετικά λήμματα
1. Αντίστοιχα FGrHis 472 F2· FGrHis 31 F7· λ. Βέσβικος.
2. «Η χωροθέτηση των Γηγενών και των Δολιόνων στην περιοχή της Κυζίκου αντικατοπτρίζει εν πολλοίς την διαδεδομένη στην αρχαία σκέψη συσχέτιση των ορέων με άγριες ή ημιάγριες καταστάσεις και της θαλάσσης και της πεδιάδας με την καλλιέργεια της γης και τον πολιτισμό.» Δήμητρα Κουκουζίκου, Απολλωνίου Ροδίου Αργοναυτικά. Ερμηνευτικό υπόμνημα στο 1ο βιβλίο (στ. 605-1362). Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη 2008, σ. 148.
3. Από τα βράχια αυτά η Κόρη, θεά προστάτιδα της περιοχής, κατασκεύασε ένα νησί, στο οποίο δόθηκε αργότερα το όνομα του Πελασγού Βέσβικου (Στέφ. Β., λ. Βέσβικος).