Αρχαία ελληνική μυθολογία

Μειξογενείς θνητές οντότητες – Τέρατα – Αυτόματα

ΚΗΤΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΙΑΣ (αμφίβιο τέρας)


Ο Ηρακλής σώζει την Ησιόνη από το κήτος της Τροίας. Μινιατούρα από το χειρόγραφο Recoeil des Histoires de Troyes, του Raoul Lefèvre, 1470



 

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11

Όταν ο Ποσειδώνας και ο Απόλλωνας, μαζί με την Αθηνά και την Ήρα, συνωμότησαν, για να δέσουν χειροπόδαρα τον Δία με σιδερένιες αλυσίδες και να τον κρεμάσουν από τον ουρανό, εκείνος, αφού λύθηκε, τους επέβαλε δουλική υπηρεσία με τη μορφή θνητών για ένα χρόνο στον βασιλιά των Τρώων Λαομέδοντα. Και ο θνητός βασιλιάς ζήτησε από τους θεούς να τειχίσουν την πόλη· και οι δυο θεοί, ή μόνο ο Ποσειδώνας και ο Αιακός, έκαναν τη δουλειά, ενώ ο Απόλλωνας έβοσκε τα κοπάδια του βασιλιά στο βουνό Ίδη. Είτε με τη μία εκδοχή είτε με την άλλη ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να τους δώσει την αμοιβή που είχαν συμφωνήσει, μάλιστα τους απείλησε ότι θα τους έκοβε τα αυτιά και θα τους πουλούσε δούλους. Και ο μεν Απόλλωνας έστειλε λοιμό στην πόλη, ο δε Ποσειδώνας ένα αμφίβιο τέρας (κῆτος) που με την υπερχείλιση των υδάτων έβγαινε στον κάμπο και άρπαζε τους ανθρώπους, ανάμεσα σε αυτούς και την κόρη του βασιλιά, την Ησιόνη, την οποία ο πατέρας της έδεσε σε πάσσαλο για να τη φάει το τέρας. Μέχρι που ο Ηρακλής τους απάλλαξε από τα δεινά τους και ελευθέρωσε την κόρη με αντάλλαγμα τα θεϊκά άλογα του πατέρα της. Αλλά ούτε και τότε ο Λαομέδοντας δεν έδωσε την υπεσχημένη αμοιβή, οπότε ο Ηρακλής πόρθησε την Τροία. [Εικ. 1, 2, 3, 4, 5] Η ιστορία παραδίδεται από τον Όμηρο και πρέπει να είναι παλαιότερη του ποιητή. Στην τέχνη η πρώτη παράσταση του θαλάσσιου τέρατος της Τροίας είναι σε κορινθιακό αγγείοδεσμός (περίπου 560 π.Χ.). Ο Ηρακλής ρίχνει βέλη και η Ησιόνη, αντίθετα προς τον μύθο που τη θέλει δεμένη, πετάει πέτρες. Το κεφάλι του τέρατος ξεπροβάλλει από ένα βράχο με τη μορφή κρανίου, ίσως καμηλοπάρδαλης [1] , ενώ συνήθως στην ελληνική τέχνη ένα θαλάσσιο τέρας παριστάνεται σαν μεγάλο ψάρι με κεφάλι λιονταριού και ορθάνοιχτο στόμα. [Εικ. 6, 7, 8, 9, 10, 11]

Και στην περίπτωση του κήτους της Τροίας ο ιστορικός του 4ου αι. π.Χ. Παλαίφατος δίνει μια ορθολογική ερμηνεία, καθώς θεωρεί ότι είναι εξωπραγματικό άνθρωποι να κάνουν συμφωνία με ψάρια. Απέδωσε, λοιπόν, το όνομα «Κήτων» σε ένα σπουδαίο και πανίσχυρο βασιλιά που με το ναυτικό του λεηλατούσε τις παραθαλάσσιες πόλεις της Μ. Ασίας. Αυτές του πλήρωναν φόρο, τον λεγόμενο «δασμό», που δεν αποτελούνταν από νομίσματα αλλά από αγαθά —άλογα, βόδια, κοπέλες. Όταν οι πόλεις δεν τελούσαν τις υποχρεώσεις τους, ο Κήτων, που οι βάρβαροι τον αποκαλούσαν «Κήτος», κατέστρεφε με το ναυτικό του τις πόλεις που δεν ήταν συνεπείς στην υποχρέωση του φόρου. Όταν ο Ηρακλής έφτασε εκεί μαζί με τους Αργοναύτες, ο βασιλιάς Λαομέδων πλήρωσε τον Ηρακλή για να τους βοηθήσει. Κι εκείνος ένωσε τον στρατό του με τον στρατό του Τρώα βασιλιά και αντιμετώπισε το «Κήτος» που είχε αποβιβαστεί και ετοιμαζόταν να προχωρήσει στην ενδοχώρα λεηλατώντας. Έτσι σκοτώθηκε ο Κήτος.


Σχετικά λήμματα

ΑΠΟΛΛΩΝΑΣδεσμός, ΗΡΑ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΗΣΙΟΝΗ, ΛΑΟΜΕΔΟΝΤΑΣ, ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣδεσμός




Η Andrienne Mayor στο βιβλίο της The First Fossil Hunters (2000) θεωρεί ότι η απεικόνιση αυτή με τον συγκεκριμένο τρόπο οφείλεται στην ύπαρξη απολιθωμάτων που προεξείχαν από την ακτογραμμή ή σε γκρεμούς στις ακτές του Αιγαίου· το ίδιο και στην ακτή της Τρωάδας και στα γύρω νησιά. Για τα τέρατα που λυμαίνονταν τη χερσόνησο την εποχή του Τρωικού πολέμου πιστευόταν ότι αναδύονταν από σπηλιές στο νησί Τένεδος απέναντι από την Τροία και ότι εξαφανίζονταν στη συνέχεια στη γη. Αυτά τα τέρατα πρέπει να ήταν το πρότυπο του φιδιού που επιτέθηκε στον Λαοκόωντα και τους γιους τους. Η απεικόνιση του τέρατος στο αγγείο από την Κόρινθο υποδεικνύει ότι ο καλλιτέχνης γνώριζε τις απαρχές της ιστορίας ή/και είχε ακούσει τις ιστορίες ναυτικών για πλάσματα κατά μήκος της ακτής, παρόμοια με λείψανα τεράτων. H Mayor ταυτίζει το κρανίο με απολίθωμα καμηλοπάρδαλης του Μειόκαινου, όπως αυτά που βρέθηκαν στη Σάμο, νότια από την υποτιθέμενη έδρα του τέρατος, χωρίς βέβαια ο καλλιτέχνης να επιδιώκει ένα ακριβές σχεδίασμα παρά μια νοητή προσέγγιση με βάση τα κρανία βοοειδών και αλόγων με τα οποία ήταν οπωσδήποτε εξοικειωμένος. (John Boardman, Η αρχαιολογία της νοσταλγίας Πώς οι αρχαίοι Έλληνες αναπαρέστησαν το μυθικό παρελθόν τους. Μετ. Βάσω Δημητρίου, επιμ. Μιχάλης Κοκολάκης. Αθήνα: Πατάκης 2007, σ. 35-36).