Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 31 Αὐγούστου 2025, Κατάθεσις τμίας Ζώνης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου (Ἑβρ. θ΄ 1-7)

Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν. 2 σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια. 3 μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, 4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ράβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, 5 ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. 6 Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, 7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 31 Αὐγούστου 2025, Κυριακὴ ΙΒ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιθ΄ 16-26)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νεανίσκος τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς. λέγει αὐτῷ· ποίας; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε·

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 31 Αὐγούστου 2025, Κυριακὴ ΙΒ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιθ΄ 16-26)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νεανίσκος τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς. λέγει αὐτῷ· ποίας; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· τὸ οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα, καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. ἀκούσαντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες· τίς ἄρα δύναται σωθῆναι; ἐμβλέψας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. Ὁ δρόμος τῶν ἐντολῶν

Ὁπλούσιος νέος τοῦ σημερινοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου εἶχε ἀγαθὸ πόθο, ἀνώτερη προσδοκία· ποθοῦσε τὴν αἰ­ώνια ζωή. Πλησίασε ἔτσι τὸν Κύριο καὶ Τὸν ρώτησε τί ἔπρεπε νὰ κάνει γιὰ νὰ τὴν κερδίσει. Ὁ Ἰησοῦς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε ἁπλὰ καὶ μὲ σαφήνεια: «εἰ θέλεις εἰσελ­θεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς». Ἂν θέλεις νὰ εἰσέλθεις στὴν αἰώνια ζωή, φύλασσε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὴν ἀ­πόκριση αὐτὴ τοῦ Κυρίου φαίνεται ἡ ἀξία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Οἱ ἐντολὲς μᾶς φανερώνουν ποιός εἶναι καὶ πῶς ἐνεργεῖ ὁ Θεός. Γιὰ παράδει­γμα, μᾶς ζητεῖ νὰ εἴμαστε ἐλεήμονες, διότι Ἐκεῖνος εἶναι ἐλεήμων. Μᾶς καλεῖ νὰ ἀγαποῦμε, διότι ὁ Ἴδιος εἶναι ἡ Ἀγάπη. «Ἐν ταῖς ἐντολαῖς σου ἀδολεσχήσω καὶ κατανοήσω τὰς ὁδούς σου» (Ψαλ. ριη΄ [118] 15), ἐπισημαίνει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός. Θὰ ἐντρυφήσω στὶς ἐντολές σου κι ἔτσι θὰ κατανοήσω τοὺς δρόμους σου, τὶς ἐνέργειές σου. Ὁ Θεός, θὰ λέγαμε, εἶναι κρυμμένος μέσα στὶς ἐντολές του. Ἔτσι Τὸν γνωρίζουμε.

Ἀλλὰ δὲν Τὸν προσεγγίζουμε μόνο θεωρητικά, μὲ τὴ σκέψη. Διὰ τῶν ἐντολῶν του ἀποκαλύπτεται στὴν καρδιά μας ὁ Θεός· ἑνώνεται μαζί μας. Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἕνωση μαζί Του, τονίζει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «Αὐτὸς ποὺ ἀποδέχθηκε καὶ ἐφάρμοσε κάποια ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἔλαβε μὲ μυστικὸ τρόπο καὶ ἔχει μέσα του τὴν Ἁγία Τριάδα» (ΕΠΕ 14, 542). Ἑπομένως οἱ θεῖες ἐντολὲς μᾶς φανερώνουν ποιός εἶναι ὁ Θεὸς καὶ μᾶς δείχνουν τὸν δρόμο γιὰ νὰ ὁδηγηθοῦμε μὲ ἀσφάλεια σ᾿ Ἐκεῖνον.

2. Ἡ σωτήρια αὐτογνωσία

Ὁ πλούσιος νέος τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἀποκρίθηκε μὲ κάποια παρρησία καὶ κρυφὴ ἴσως καύχηση στὸν Κύριο: «πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ;» Δηλαδή, ὅλα αὐτὰ ποὺ διδάσκει ὁ μωσαϊκὸς Νόμος, τὰ φύλαξα ἀπὸ τότε ποὺ ἤμουν νέος. Τίποτε δὲν ἔχω παραλείψει. Τί μοῦ λείπει ἀκόμη;

Εἶχε τὴ συνείδηση ὅτι ἦταν ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Συνέβαινε ὅμως πραγματικὰ αὐτό; Πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ ἐφαρμόζει τὸν θεῖο Νόμο καὶ μάλιστα τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, ποὺ ἀποτελοῦσε τὴν περίληψη ὅλων τῶν ὑπολοίπων, ὅταν κρατοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του τὴ μεγάλη περιουσία του καὶ ἀδιαφοροῦσε γιὰ τοὺς φτωχοὺς συνανθρώπους του; Ἐφάρμοζε ἴσως κάποιες διατάξεις τοῦ Νόμου τυπικά, ὄχι ὅμως στὴν οὐσία τους. Δὲν εἶχε τελικὰ ἀληθινὴ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του.

Αὐτὸς ὁ κίνδυνος ἐλλοχεύει καὶ γιὰ ἐμᾶς. Ἰδιαιτέρως οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας εὔκολα μποροῦμε νὰ ξεγελασθοῦμε ἀπὸ τὴν τυπικὴ τήρηση κάποιων ἐντολῶν, χωρὶς νὰ κατανοοῦμε ὅτι χάνουμε τὴν οὐσία τους ἢ ὅτι παραβλέπουμε ἄλλες. Ἴσως μάλιστα νὰ ὑπάρχει μέσα μας κρυφὸ τὸ ἐρώτημα τοῦ πλούσιου νέου· «τί ἔτι ὑστερῶ;»

Εἶναι πολὺ σημαντικὴ ἡ ἀπλανὴς γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ αὐτογνωσία, ὅπως ὀνομάζεται, τὸ «γνῶθι σαυτόν», κατὰ τοὺς ἀρχαίους φιλοσόφους. Τότε βλέπουμε τὶς ἐλλείψεις, τὰ λάθη, τὶς ἁμαρτίες μας. Κατανοοῦμε τὴ μικρότητά μας, ταπεινωνόμαστε καὶ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε γνωρίζουμε ποιό πάθος συγκεκριμένα καλούμαστε ν᾿ ἀντιμετωπίσουμε γιὰ νὰ πλησιάσουμε τὸν Κύριο καὶ νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του, ὄχι τυπικά, ἀλλὰ οὐσιαστικά.

3. Μὲ τὴ συνέργεια τῆς Χάριτος

Ὁ Κύριος Ἰησοῦς φανέρωσε τὸ κρυφὸ πάθος ποὺ εἶχε ὁ πλούσιος νέος, χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιεῖ. Τὸν προέτρεψε δὲ νὰ πουλήσει τὰ ὑπάρχοντά του, νὰ μοιράσει τὰ χρήματά του στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσει κατόπιν ὡς μαθητής του. Ὁ νέος ὡστόσο, ἐπειδὴ ἦταν αἰχμαλωτισμένος στὴ μεγάλη περιουσία του, λυπήθηκε πολὺ καὶ ἀπομακρύνθηκε τελικὰ ἀπὸ τὸν Κύριο. Μὲ τὴν ἀφορμὴ αὐτὴ ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς Μαθητές του ὅτι πολὺ δύσκολα θὰ εἰσέλθει κάποιος πλούσιος στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μὲ ἀπορία τότε ἐκεῖνοι Τὸν ρώτησαν: «ποιός λοιπὸν μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» Ὁ δὲ Κύριος τοὺς ἀποκρίθηκε: «παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι». Δηλαδή, στοὺς ἀνθρώπους αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον. Στὸν Θεὸ ὅμως ὅλα εἶναι δυνατά.

Ἴσως, ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό μας, νὰ διακρίνουμε πάθη στὴν ψυχή μας, ποὺ γιὰ πολλὰ χρόνια μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ νιώθουμε ἀδύναμοι νὰ τὰ ξεπεράσουμε. Ἂς ἀγωνιζόμαστε, χωρὶς νὰ χάνουμε τὴν ἐλπίδα μας. Αὐτὸ ποὺ μὲ τὶς δικές μας δυνάμεις φαίνεται ἀδύνατον, εἶναι κατορθωτὸ μὲ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴ δική του βοήθεια ἀλλάζει ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄλλοτε πλεονέκτης γίνεται ἐλεήμων, ὁ θυμώδης πράος, ὁ ἀνήθικος καθαρός, ὁ ἐμπαθὴς ἐλεύθερος. Στὸν παντοδύναμο Θεὸ ὅλα εἶναι δυνατά. Ἀρκεῖ νὰ παραδώσουμε σ᾿ Ἐκεῖνον τὸν ἑαυτό μας, χωρὶς ἐπιφυλάξεις καὶ κρατούμενα, καὶ νὰ Τοῦ ζητήσουμε ταπεινὰ νὰ μᾶς ἀλλάξει, νὰ μᾶς ἐλευθερώσει, νὰ μᾶς ἀνακαινίσει μὲ τὴ Χάρι του καὶ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν αἰώνια ζωὴ κοντά Του.

Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 24 Αὐγούστου 2025, Κυριακή ΙA΄ Ἐπιστολῶν (Α΄ Κορ. θ΄ 2-12)

2 εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπό­στο­λος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀπο­­στο­λῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. 3 ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. 4 Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν; 5 μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; 6 ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; 7 τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις ποτέ; τίς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρ­ποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; 8 Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦ­τα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; 9 ἐν γὰρ τῷ Μωσέως νό­μῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; 10 ἢ δι᾿ ἡμᾶς πάντως λέγει; δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾿ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾿ ἐλπίδι.

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 24 Αὐγούστου 2025, Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιη΄ 23-35)

23 Διὰ τοῦτο ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. 24 ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. 25 μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. 26 πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. 27 σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. 28 ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. 29 πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι· 30 ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον.

Η Απόδοση της Εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Ιερομόναχος Γεννάδιος Μανώλης, Θεολόγος

Κάθε εορτή στον εορτολογικό κύκλο της Εκκλησίας ενός προσώπου ή ενός γεγονότος έχει τρία στάδια, τα προεόρτια, την κυρίως εορτή και τα μεθεόρτια (δηλαδή τον απόηχό της). Στις 23 Αυγούστου εκάστου έτους εορτάζουμε την Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και η Εκκλησία κλείνει με την ίδια πανηγυρική διάθεση τους εορτασμούς της Κοιμήσεως και της Μεταστάσεως της Παναγίας, που τιμάται την 15 Αυγούστου.

 

Ο λαός μέσα από την λαϊκή του ευσέβεια δίνει άλλο τόνο στη εορτή και την αποκαλεί τα «Εννιάμερα της Παναγίας». Τη σκέφτεται σαν μνημόσυνο προς τη Μητέρα του Θεού, όπως πράττει, άλλωστε, και για τους δικούς του ανθρώπους. Ασφαλώς, από θεολογικής και λειτουργικής απόψεως, δεν πρόκειται για εννεαήμερο μνημόσυνο για την Παναγία, αφού η Θεοτόκος ως μητέρα του Χριστού «μετέστη προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής» και πρεσβεύει για τη δική μας σωτηρία και, συνεπώς, δεν νοείται τέλεση μνημοσύνου υπέρ αναπαύσεως της ψυχής της.