Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Ιλιάδα


Ραψωδία Χ 247-394 Η μονομαχία Έκτορα και Αχιλλέα

Χ, Ψ, Ω, περιλήψεις Χ 247-394 Ω 468-677

 

 

Α' ΚΕΙΜΕΝΟ

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:

● Η ηρωική απόφαση του Έκτορα

● Η πιο κρίσιμη σύγκρουση του έπους

● Ο θάνατος του Έκτορα

ΣΤΟΧΟΙ

● Η κορύφωση και το τέλος της αριστείας του Αχιλλέα στην πιο κρίσιμη σκηνή της Ιλιάδας: τη σύγκρουση των δυο κορυφαίων ηρώων των αντίπαλων στρατοπέδων, του Έκτορα και του Αχιλλέα.

● Η ηθογράφηση των δυο σημαντικότερων ηρώων του ιλιαδικού έπους, του Αχιλλέα και του Έκτορα.

● Η κυριότερη επώνυμη ανδροκτασία του τρωικού στρατοπέδου, δηλαδή του Έκτορα, που αποτελεί το τίμημα για τον φόνο του σημαντικότερου Αχαιού που έπεσε κάτω από τα τείχη της Τροίας, του Πάτροκλου.

● Η ομηρική θεολογία, παρακολουθώντας τη στάση και τις ενέργειες της Αθηνάς.

● Ο θάνατος του Έκτορα είναι προάγγελος του θανάτου του Αχιλλέα.

● Το επικό θέμα «πόλεμος» και το τυπικό σχήμα της μονομαχίας.

Η Ιλιάδα διαρκεί 51 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 27η ημέρα

 

 

 

Αχιλλέας-Έκτορας
Σύγκρουση Αχιλλέα και Έκτορα. Αριστερά η Αθηνά προστατεύει τον Αχιλλέα, ενώ δεξιά ο Απόλλωνας τον Έκτορα.
Ερυθρόμορφη υδρία του Ζωγράφου του Ευχαρίδη, γύρω στο 490 π.Χ. Ρώμη, Μουσείο Βατικανού

 

Ο Έκτορας αποφασίζει να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα - α' φάση της μονομαχίας


Αχιλλέας - Έκτορας
Ο Αχιλλέας καταδιώκει τον Έκτορα Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Η Αθηνά καθοδηγεί τον Αχιλλέα Ο Απόλλωνας ενθαρρύνει τον Έκτορα τη στιγμή που τον τραυματίζει ο Αχιλλέας. Ο Απόλλωνας δίνει δύναμη στον Έκτορα Έκτορας

247 Είπε η θεά και δίβουλα ξεκίνησε αυτή πρώτη,

και όταν αυτοί προχώρησαν κι ευρέθησαν αντίκρυ,

ο Έκτωρ πρωτομίλησεν: «Εμπρός σου δεν θα φύγω, δεσμός

250 Πηλείδη, πλέον ως προτού, που ολόγυρα εις τα τείχη

τρεις μ' εκυνήγησες φορές, και αντίκρυ εις την ορμήν σου

να μείνω δεν ετόλμησα· τώρα η ψυχή μου θέλει

αντίμαχα να σου στηθώ· θα πέσεις ή θα πέσω.

Και πρώτ' ας συμφωνήσουμε και μάρτυρες μεγάλοι

255 θα 'ναι οι θεοί και έφοροι στον λόγο που θα ειπούμε.

Άπρεπα εγώ το σώμα σου δεν θα χαλάσω, αν ίσως δεσμός

μου δώσει ο Δίας δύναμιν και την ζωήν σου πάρω·

γυμνόν απ' τ' άρματα λαμπρά το σώμα σου, ω Πηλείδη,

θα δώσω εγώ των Αχαιών· όμοια και συ να πράξεις».

260 Μ' άγριο βλέμμ' απάντησεν ο γρήγορος Πηλείδης:

«Μη μου προφέρεις σύμβασες, ω Έκτορ μισητέ μου,

λεοντάρια και άνθρωποι ποτέ δεν όμοσαν ειρήνην,

λύκοι και αρνιά δεν γίνεται ποτέ να ομογνωμήσουν,

αλλ' έχθραν έχουν άσπονδην κακήν ανάμεσόν τους.

265 Τόσο κι εγώ δεν δύναμαι ποτέ να σ' αγαπήσω,

και όρκους δεν θα ομόσομε πριν ένας απ' τους δύο

χορτάσει με το αίμα του τον ανδρειωμένον Άρην.

Κάθε αρετήν πολεμικήν να θυμηθείς είν' ώρα,

καλός να δείξεις λογχιστής και μαχητής ανδρείος·

270 αποφυγήν δεν έχεις πλια, στην λόγχην μου αποκάτω

θα σε δαμάσ' η Αθηνά· και θα πλερώσεις όλον

τον πόνον των συντρόφων μου που η λόγχη σου έχει σφάξει».

Είπε και το μακρόσκιον ξετίναξε κοντάρι.

Καθώς το είδε εκάθισε να το ξεφύγει ο Έκτωρ,

275 κι επέταξε απ' επάνω του το χάλκινο κοντάρι

και αυτού στυλώθη μες στην γην κι η Αθηνά το παίρνει

και από τον Έκτορα κρυφά το δίδει του Αχιλλέως.

Ο Έκτωρ τότε ομίλησε στον άψογον Πηλείδην:

«Δεν πέτυχες, ισόθεε Πηλείδη, μήτε ο Δίας

280 σου είπε ακόμα, ως έλεγες, το πότε θ' αποθάνω.

Αλλ' έχεις λόγια στρογγυλά και κλεφτολόγος είσαι,

να με δειλιάσεις, στην ψυχήν το θάρρος να νεκρώσεις.

Δεν φεύγω εγώ, την λόγχην σου στες πλάτες να μου εμπήξεις,

αλλά στο στήθος, που άντικρυς προβάλλω, πέρασέ την,

285 αν τούτο θέλησε ο θεός· ωστόσο απ' την δικήν μου

φυλάξου, κι είθε ολόβολη στα σπλάχνα σου να φθάσει·

στους Τρώας ελαφρότερον θα κάμει τον αγώνα

ο θάνατος σου, ότι σ' εσέ την συμφορά τους βλέπουν».

Είπε και το μακρόσκιον ξετίναξε κοντάρι

290 και του Πηλείδη επέτυχε στην μέσην την ασπίδα.

Αλλά τινάχθηκε μακράν απ' την ασπίδα εκείνο.

Χαμένο είδε τ' ακόντι του ο Έκτωρ κι εχολώθη,

κατηφιασμένος έμεινε, που άλλην δεν είχε λόγχην.

Κι έσυρε δυνατήν φωνήν να ειπεί του Δηιφόβου

295 κοντάρι να του φέρει ευθύς, κι αυτός εκεί δεν ήταν.


«οἷος δ' ἀστὴρ εἶσι μετ’ ἀστράσι νυκτός ἀμολγῷ
ἕσπερος, ὅς κάλλιστος ἐν οὐρανῷ ἵσταται ἀστήρ,
ὥς αἰχμῆς ἀπέλαμπ’ εὐήκεος, ἥν ἄρ’ Ἀχιλλεύς
πάλλεν δεξιτερῇ φρονέων κακὸν Ἕκτορι δίῳ,
εἰσορόων χρόα καλόν, ὅπῃ εἴξειε μάλιστα.»

(Χ 317-321)

Αχιλλέας-Έκτορας
Μονομαχία Αχιλλέα και Έκτορα.
Ερυθρόμορφος κρατήρας του Ζωγράφου του Βερολίνου, 490-460 π.Χ. Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο


Ο Έκτορας συνειδητοποιεί τη μοίρα του - β΄ φάση της μονομαχίας


Κακοποίηση Έκτορα
Αχιλλέας-Έκτορας Κακοποίηση Έκτορα Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Κακοποίηση Έκτορα - Ικεσία Πριάμου Κακοποίηση Έκτορα Κακοποίηση Έκτορα

Και ο Έκτωρ το εννόησε στο πνεύμα του και είπε:

«Το βλέπω, οϊμένα, που οι θεοί μ' εκάλεσαν στον Άδην· δεσμός

τον ήρωα Δηίφοβον επίστευα κοντά μου

κι είναι στο τείχος· η Αθηνά μ' ετύφλωσε με δόλον.

300 Θάνατος τώρα μ' εύρηκε κακός, μακράν δεν είναι.

Αχ! τούτο ήθελαν απ' αρχής ο Ζευς και ο μακροβόλος

υιός του, αυτοί που πρόθυμα με προστατεύαν πρώτα.

Και η μοίρα τώρα μ' έπιασεν. Αλλά χωρίς αγώνα

άδοξα δεν θα πέσω εγώ και πρώτα κάτι μέγα

305 θα πράξω και όσοι γεννηθούν κατόπιν να το μάθουν».

Είπεν αυτά κι έσυρ' ευθύς ακονημένο ξίφος

που στο μηρί του εκρέμουνταν και δυνατό και μέγα,

μαζώχθη και ωσάν αετός εχύθ' υψηλοπέτης δεσμός

που στην πεδιάδα χύνεται μέσ’ από μαύρα νέφη

310 λαγόν ν’ αρπάξει άνανδρον ή τρυφεράν αρνάδα·

τόσο και ο Έκτωρ όρμησε τινάζοντας το ξίφος.

Πετάχθη πάλιν ο Αχιλλεύς με ορμήν πολέμου αγρίαν,

την εξαισίαν πρόβαλεν ασπίδα του εις το στήθος,

με το κεφάλι έκλιν' εμπρός την περικεφαλαίαν,

315 και ολόγυρ' αναδεύονταν οι ολόχρυσες πλεξίδες,

που από τον κώνον έσυρε πυκνές του Ηφαίστου η τέχνη·

και όπως μες στ' άστρα προχωρεί λαμπρός ο αποσπερίτης,

που είναι τ' ωραιότερο μες στ' ουρανού τ' αστέρια,

τόσον η λόγχη έλαμπε, που στο δεξί του εκείνος

320 ετίναξε κακόγνωμα στον Έκτορα τον θείον

κοιτώντας ξέσκεπον να εβρεί το τρυφερό του σώμα.

Το άλλο σώμα εσκέπαζαν τα χάλκιν' άρματά του

τα ωραία, που απ' το λείψανον επήρε του Πατρόκλου·

αλλ' εκεί όπου ο τράχηλος χωρίζει από τον ώμον

325 και όπου μ' απίστευτην ροπήν σβήν' η ψυχή του ανθρώπου·

εκεί τον λόγχισ' ο Αχιλλεύς, επάνω ως ορμούσε

και απ' τον απαλόν τράχηλον αντίκρυ εβγήκε η λόγχη·

δεν του 'κοψε τον λάρυγγα το χαλκοφόρο ακόντι,

διά να 'χει την λαλιά στον άλλον ν' απαντήσει·

330 κι επάνω του, αφού έπεσε, καυχήθηκε ο Πηλείδης:

«Ω Έκτορ, όταν φόνευες τον Πάτροκλον, να πάθεις

δεν είχες φόβον, ούτ' εμέ που έλειπα εστοχάσθης,

ανόητε, κι ευρισκόμουν εγώ στα κοίλα πλοία

εκδικητής του, στην ανδρειά πολύ καλύτερός σου,

335 και τώρα σε θανάτωσα· και θα σε σύρουν σκύλοι,

ενώ εκείνον οι Αχαιοί με μνήμα θα τιμήσουν».

 

Αχιλλέας-Έκτορας. Θεόφιλος
Η μονομαχία Αχιλλέα και Έκτορα. Έργο του Θεόφιλου. Μυτιλήνη, Μουσείο Θεόφιλου.

 

Έκτορος αναίρεσις


Ο Αχιλλέας παρουσιάζει τη σορό του Έκτορα στον νεκρό Πάτροκλο Ο Αχιλλέας κακοποιεί τον νεκρό Έκτορα. Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας Αχιλλέας-Έκτορας

Και ο Έκτωρ του απάντησε με την ψυχήν στο στόμα:

«Αχ! την ζωήν σου να χαρείς και των γλυκών γονέων,

μη θέλεις βρώσιν των σκυλιών στες πρύμνες να μ' αφήσεις·

340 δέξου από τον πατέρα μου και την σεπτήν μητέρα

λύτρα χρυσάφι και χαλκόν, και συ στα γονικά μου

οπίσω δος το σώμα μου, κι εμέ τον πεθαμένον

θα καταλύσουν στην πυράν οι άνδρες και οι μητέρες».

Μ' άγριο βλέμμ' απάντησεν ο γρήγορος Πηλείδης:

345 «Μη μ' εξορκίζεις, σκύλαρε, σ' ό,τι αγαπά η καρδιά μου.

Τόσο να μ' άφηνε η ψυχή κομμάτια να σου φάγω

ωμόν εγώ το σώμα σου, για όσα μόχεις κάμει,

όσο απ' το στόμα των σκυλιών κανείς την κεφαλήν

σου δεν θα φυλάξει και αν εδώ ζυγοστατούσε δώρα

350 εικοσαπλάσια πάντοτε και να υποσχόνταν και άλλα·

και ο Δαρδανίδης Πρίαμος να πρόσφερε χρυσάφι

του σώματός σου εξαγοράν· ποτέ δεν θα σε κλάψει

η μάνα οπού σ' εγέννησε, στην νεκρικήν σου κλίνην

αλλά εσέ συγκόκαλον τ' αγρίμια θα σπαράξουν».

355 Και ξεψυχώντας του 'λεγεν ο λοφοσείστης Έκτωρ.

«Το βλέπω από την όψιν σου, πως δεν θα σε μαλάξω

κι είναι η καρδιά σου σίδερο· μόνον στοχάσου τώρα,

μη εξ αφορμής μου οργή θεϊκή σε έβρει την ημέραν δεσμός

που έμπροσθεν των Σκαιών Πυλών ο Αλέξανδρος και ο Φοίβος

360 θενά σου πάρουν την ζωήν, εξαίσιε πολεμάρχε».

Με αυτά τα λόγι' απέθανε και παραπονεμένη

του άφησε της νεότητας και της ανδρειάς την χάριν

από τα μέλη του η ψυχή κατέβαινε στον Άδην·

και κείνον πάλιν και νεκρόν προσφώνησε ο Πηλείδης:

365 «Πήγαινε κι εγώ καρτερώ την ώραν του θανάτου

που ο Ζευς κι οι άλλοι αθάνατοι για με θ' αποφασίσουν».

Πρώτος διασυρμός του νεκρού Έκτορα και θρίαμβος του Αχιλλέα

Και αφού την λόγχην τράβηξε και απόθεσε απ' το σώμα, δεσμός

τον γύμνωσε από τ' άρματα στο αίμα του βαμμένα

κι έτρεχαν όλ' οι Αχαιοί και γύρω θεωρούσαν

370 του Έκτορος το ανάστημα, την όμορφην ειδή του

και δεν εσίμωσε κανείς χωρίς να τον κεντήσει.

Και τότε κάποιος έλεγε κοιτώντας τον πλησίον:

«Ω, πόσο μαλακότερα πιάνετ' ο Έκτωρ τώρα,

παρ' όταν έβαλε φωτιά να κάψει τα καράβια».

375 Αυτά ελέγαν και έπειτα σιμά τον εκεντούσαν.

Και αφού τον απογύμνωσεν ο θείος Αχιλλέας,

εστήθη αυτού και ομίλησε των Αχαιών στην μέσην:

«Ω φίλοι σεις, ω αρχηγοί προστάτες των Αργείων,

αφού μας δώκαν οι θεοί να πέσει αυτός ο άνδρας

380 που όλοι δεν μας πλήγωσαν όσον αυτός και μόνος,

την πόλιν των ας ζώσομεν εμείς με τ' άρματά μας

να ιδούμε τι έχουν κατά νουν να πράξουν τώρα οι Τρώες.

Θ' αφήσουν την ακρόπολιν τώρα που αυτός εχάθη

ή και χωρίς τον Έκτορα θ' αγωνισθούν ακόμη·

385 αλλά τι διαλογίστηκε τούτα η ψυχή μου τώρα;

Άκλαυτος, άθαφτος, νεκρός κείτετ' εκεί στις πρύμνες

ο Πάτροκλος, που εγώ ποτέ δεν θα τον λησμονήσω,

ενόσω με τους ζωντανούς κινώ τα γόνατά μου.

Κι εάν οι πεθαμένοι εκεί στον Άδη λησμονούνται

390 κι εκεί θενά θυμάμαι εγώ τον ποθητόν μου φίλον.

Τώρα, παιδιά των Αχαιών, ας γύρομε στα πλοία

με τούτον και ας σηκώσομε παιάνα νικηφόρον·

νίκην λαμπρήν επήραμεν· φονεύσαμεν τον θείον

394 Έκτορα, όπου τον δόξαζαν ωσάν θεόν οι Τρώες»

Συνέχεια του κειμένου

Αυτά ΄πε κι έργ΄ απάνθρωπα στον Έκτορα εσοφίσθη·

των δυο ποδιών του ετρύπησε τα νεύρ΄ από τες φτέρνες

ως τ΄ αστραγάλι, και λουριά τους πέρασε από μέσα,

τον κρέμασε απ΄ την άμαξαν να σέρνει το κεφάλι,

σήκωσε τα λαμπρ΄ άρματα και ανέβη αυτός στ΄ αμάξι,

και τα πουλάρια εράβδισε που πρόθυμα επετάξαν.

Σκόνην εσήκωνε ο νεκρός, και τα μαλλιά απλωμένα

στο χώμα και όλ΄ η κεφαλή, χαριτωμένη πρώτα,

που τώρα ο Ζευς την έδωκεν εις των εχθρών τα χέρια

να την χαλάσουν άσχημα στην γην την πατρικήν του.

Και άμ είδ εκεί να σύρεται στο χώμα το παιδί της

έβαλε τα ξεφωνητά και ανέσπα τα μαλλιά της

και την λαμπρήν μαντίλαν της επέταξε η μητέρα·

μ΄ αυτήν και ο γέρος έκλαιε, και ολόγυρα εις την πόλιν

όλος οδύρετ' ο λαός, φρικτά θρηνολογούσε.

 

 

 


 

στ. 247 δίβουλα... πρώτη: η Αθηνά ξεκινάει πρώτη παίζοντας διπλό παιχνίδι, αφού με υστεροβουλία ενθαρρύνει τον Αχιλλέα, αλλά και εξαπατά τον Έκτορα ότι φροντίζει γι’ αυτόν.

στ. 249 κ.εξ. συμπληρωματικά σχόλια 1: Προηγείται ο τυπικός διάλογος των αντιπάλων πριν από τη σύγκρουση. Στον λόγο του Έκτορα να τονιστεί η αξιοπρέπεια, η ευγένεια και η μελαγχολική διάθεση. Η τελευταία είναι περισσότερο έντονη μετά τη σύγκρουση, όταν ο ήρωας εγκαταλείπει τη ζωή. Αντίθετα, ο λόγος και η στάση του Αχιλλέα χαρακτηρίζονται από υπερβολική σκληρότητα.

στ. 253 αντίμαχα να σου στηθώ: να σταθώ και να σε αντιμετωπίσω. Ο Έκτορας κερδίζει τη συμπάθεια του ακροατή, που ξέρει την τραγική του θέση.

στ. 255 έφοροι: επόπτες.

στ. 256-259: Ο Έκτορας προτείνει να συμφωνήσουν ό,τι είχε ζητήσει και στη μονομαχία με τον Αίαντα (Η 75 κ.εξ.): να αντιμετωπιστεί με σεβασμό το νεκρό σώμα του ηττημένου και να παραδοθεί ακέραιο στους δικούς του, αφού ο νικητής του αφαιρέσει μόνο την πανοπλία.

στ. 256-259 συμπληρωματικά σχόλια 2: Με πρόταση του Έκτορα ο ποιητής προκαταλαμβάνει την εξέλιξη των γεγονότων. Η άρνηση του Αχιλλέα θα δείξει ως αναπόφευκτη συνέπεια την αγριότητά του, καθώς θα κακοποιήσει το πτώμα του Έκτορα. Ο πρόμαχος των Τρώων με την πρότασή του επικαλείται έναν κώδικα τιμής και την αυτονόητη συνήθεια να παραδίδονται οι νεκροί για ταφή. Έτσι εδώ η πρόταση για κάτι που είναι αυτονόητο γίνεται για να δώσει μεγαλύτερη δραματικότητα στη συμπεριφορά του Αχιλλέα, που με την παράβαση των κανόνων αυτών θα προκαλέσει τις διαμαρτυρίες των θεών.

στ. 281 στρογγυλά: πειστικά· κλεφτολόγος: πονηρός.

στ. 296 ο Έκτωρ το εννόησε: ο Έκτορας αντιλαμβάνεται την απάτη της Αθηνάς.

στ. 297 συμπληρωματικά σχόλια 3: Ο Έκτορας κατάλαβε τότε ότι προηγουμένως δεν του μίλησε ο Διήφοβος, που είναι μέσα στην Τροία, αλλά η Αθηνά, που τον ξεγέλασε με δόλο παίρνοντας τη μορφή του Διήφοβου. Αυτό το συμπεραίνει ο ήρωας γνωρίζοντας ότι η Αθηνά προστατεύει τον Αχιλλέα. Από αυτό το περιστατικό συμπεραίνει ότι τώρα ο θάνατός του πλησιάζει, αλλά είναι αποφασισμένος να πέσει ηρωικά.

στ. 308-311 συμπληρωματικά σχόλια 4: Μια ακόμη από τις πολλές παρομοιώσεις της ραψ. Χ, για τις οποίες έχει παρατηρηθεί ότι: «ένα από τα εμφανέστερα χαρακτηριστικά της 22ης ραψωδίας είναι η προβολή του θέματός της σε δύο επίπεδα· το ένα επίπεδο ορίζεται από την κυριολεκτική αφήγηση των δρωμένων· το άλλο από το πλέγμα των πολλαπλών παρομοιώσεων που μοιράζονται ανάμεσα στους δύο ήρωες ή αφορούν και τους δύο μαζί. Σε καμιά άλλη ίσως ραψωδία της Ιλιάδας η λειτουργία των ομηρικών παρομοιώσεων δεν έχει τη συνέπεια και τη συνοχή που έχει εδώ. Θα μπορούσε κάποιος να απομονώσει όλες τις παρομοιώσεις της 22ης ραψωδίας και να τις διαβάσει, παραλείποντας τα ενδιάμεσα αφηγηματικά μέρη. Το κέρδος από μια τέτοια αυτόνομη ανάγνωση των παρομοιώσεων της 22ης ραψωδίας θα ήταν η διαπίστωση ότι, και μόνο μ' αυτές, ολοκληρώνεται σε όλες τις φάσεις του το βασικό θέμα της ραψωδίας που είναι η " 'Έκτορος αναίρεσις". Πράγμα που σημαίνει: η 22η ραψωδία τονίζεται ταυτόχρονα σε δύο παράλληλες και παράλληλα εξελισσόμενες κλίμακες· στην κλίμακα της κυριολεξίας και στην κλίμακα της μεταφορικής παρομοίωσης.» (Δ.Ν. Μαρωνίτης, «22η Ραψωδία της Ιλιάδας...», σελ. 33)

στ. 321 κοιτώντας ξέσκεπον να εβρεί: ψάχνει να βρει ακάλυπτο σημείο στο σώμα του Έκτορα, επειδή αυτός φοράει τη δική του πανοπλία (του Αχιλλέα), την οποία είχε πάρει από τον Πάτροκλο.

στ. 345 κ.εξ.: Ο Αχιλλέας εδώ αρνείται αυτά που θα κάνει στη ραψωδία Ω.

στ. 358-360: Ο Έκτορας προλέγει τον θάνατο του Αχιλλέα, που δεν θα προφτάσει να μπει με τους άλλους Αχαιούς στη Τροία. Ο Πάρης με τη βοήθεια του Απόλλωνα θα τοξεύσει τον Πηλείδη με δόλο μέσα από τα τείχη της πόλης. Για την πρόρρηση αυτή γίνεται λόγος και αλλού. (Τ 415-417, Φ 277).

στ. 358 κ.εξ. συμπληρωματικά σχόλια 5: Με την πρόρρηση του θανάτου του Αχιλλέα, ο Έκτορας ξεψύχησε και η ψυχή του πήγε στον Άδη θρηνώντας που έχασε τη νεότητα και την ανδρεία (βλ. και Π 855). Ο ποιητής παριστάνει την ψυχή να φεύγει πετώντας (ιπταμένη στο πρωτότυπο) για τον Άδη. Αυτό ανταποκρίνεται στην πίστη ότι η ψυχή φεύγει από το σώμα με μορφή πτηνού. Η αναφορά της τοποθεσίας των Σκαιών πυλών είναι μία ακόμη σύνδεση της παρούσας σκηνής με το παρελθόν (ραψ. Ζ) και με ένα μέλλον (θάνατος Αχιλλέα) που ξεπερνάει τα όρια του ιλιαδικού χρόνου.

στ. 367 κ.εξ. συμπληρωματικά σχόλια 6: Στη συνέχεια ο Αχιλλέας γυμνώνει τον Έκτορα από την πανοπλία και όλοι τρέχουν να δουν τον φοβερό εχθρό τους. Τώρα είναι ανήμπορος αυτός που απειλούσε να κάψει τα καράβια τους. Ο Αχιλλέας θυμάται πάλι τον φίλο του Πάτροκλο και πριν από καθετί άλλο επείγεται να τον θάψει με όλες τις τιμές· η σκέψη του νεκρού φίλου δεν επιτρέπει στον ήρωα να χαρεί τον θρίαμβό του.

στ. 370 ειδή: η μορφή, η όψη.

 

αρχή

 



 

Τρώες


«Είν' οι προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν' οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ' επάνω μας· κι αρχίζουμε 
να 'χουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μας τρομάζει.

Είν' οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφαση και τόλμη
θ' αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κι έξω στεκόμεθα ν' αγωνισθούμε.

Αλλ' όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ' τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κι αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κι η Εκάβη κλαίνε».

 

(Κ.Π. Καβάφης,Άπαντα Ποιητικά, εκδ. Ύψιλον / βιβλία, Αθήνα 1999, σελ. 38)

Αχιλλέας
θάνατος του Έκτορα. Σχέδιο του Bonaventura Genelli, 1840/1844

Αχιλλέας-Έκτορας
Η Ανδρομάχη λιποθυμάει, ενώ στο βάθος διακρίνεται η κακοποίηση του Έκτορα. Χαλκογραφία σε σχέδιο του John Flaxman, 1805

 

Η πρόρρηση του θανάτου του Αχιλλέα από τον Έκτορα (στ. 359-360) θα επαληθευτεί;

 

Απιστία


Σαν πάντρευαν την Θέτιδα με τον Πηλέα
σηκώθηκε ο Απόλλων στο λαμπρό τραπέζι
του γάμου και μακάρισε τους νεονύμφους
για το βλαστό που θάβγαινε απ' την ένωσί των.
Είπε - ποτέ αυτόν αρρώστια δεν θ' αγγίξει
Και θάχει μακρινή ζωή. — Αυτά σαν είπε,
η Θέτις χάρηκε πολύ, γιατί τα λόγια
του Απόλλωνος που γνώριζε από προφητείες
την φάνηκαν εγγύησις για το παιδί της.
Κι όταν μεγάλωνεν ο Αχιλλεύς, και ήταν
της Θεσσαλίας έπαινος η εμορφιά του,
η Θέτις τον θεού τα λόγια ενθυμούνταν.
Αλλά μια μέρα ήλθαν γέροι με ειδήσεις,
κι είπαν τον σκοτωμό του Αχιλλέως στην Τροία.
Κι η Θέτις ξέσχισε τα πορφυρά της ρούχα,
κι έβγαζεν από πάνω της και ξεπετούσε
στο χώμα τα βραχιόλια και τα δαχτυλίδια.
Και μες στον οδυρμό της τα παληά θυμήθη·
και ρώτησε τι έκαμνε ο σοφός Απόλλων,
πού γύριζεν ο ποιητής που στα τραπέζια
έξοχα ομιλεί, πού γύριζε ο προφήτης
όταν τον νιο της σκότωναν στα πρώτα νειάτα.
Κι οι γέροι την απήντησαν πως ο Απόλλων
αυτός ο ίδιος εκατέβηκε στην Τροία,
και με τους Τρώας σκότωσε τον Αχιλλέα.

 

(Κ.Π. Καβάφης, Άπαντα Ποιητικά, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα 1999, σελ. 32-33)

 

 

αρχή

 



 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ Ή ΕΡΓΑΣΙΑ

 

1. Ποιες είναι οι προτάσεις του Έκτορα προς τον Αχιλλέα πριν από την έναρξη της σύγκρουσης και τι επικαλείται για να στηρίξει τις προτάσεις του; Πώς εξηγείτε ψυχολογικά τόσο τις προτάσεις του Έκτορα όσο και την άρνηση του Αχιλλέα να τις δεχτεί;

2 Αφού χωρίσετε σε ενότητες τη σκηνή της μονομαχίας με κριτήριο τη γνώση (ή την άγνοια) του Έκτορα, να περιγράψετε με λεπτομέρειες κάθε φάση χωριστά, προσέχοντας τους λόγους και τις κινήσεις των αντιπάλων, τα όπλα που χρησιμοποιούνται, τα χτυπήματα κτλ. Ποιο σημάδι οδηγεί τελικά τον Έκτορα στη συνειδητοποίηση της κατάστασής του;

3. Με ποιον τρόπο ο ποιητής μάς πληροφορεί για τον θάνατο του Αχιλλέα, αν και αυτός δεν συμβαίνει στη διάρκεια του ιλιαδικού έπους (πρβ. και Τ 415-417, Φ 277);

1 Καβάφης, Απιστία (παράλλλο κείμενο: ποίημα για τον θάνατο του Αχιλλέα) [πηγή: Αρχείο Καβάφη]

4. Να συγκρίνετε τον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής παρουσίασε τον θάνατο του Πάτροκλου και τον θάνατο του Έκτορα, επισημαίνοντας ομοιότητες και διαφορές, αλλά και συνδέοντας τα δύο αυτά γεγονότα με τον θάνατο του Αχιλλέα. Να δικαιολογήσετε με λίγα λόγια τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά σας.

5. Αφού λάβετε υπόψη σας όλη τη ραψωδία Χ (βλ. και Περιληπτική αναδιήγηση), να γράψετε ποιες σκηνές της ραψωδίας αναγνωρίζετε στο ποίημα του Κ.Π. Καβάφη «Τρώες» (βλ. Παράλληλο κείμενο). Ποιος παίζει τον ρόλο του Έκτορα στο ποίημα του Καβάφη; Τι πετυχαίνει μ' αυτή την αλλαγή ο Αλεξανδρινός ποιητής; Να δικαιολογήσετε τις απόψεις σας με στοιχεία από τα δύο κείμενα.

2 Καβάφης, «Τρώες» (παράλληλο κείμενο) [πηγή: Αρχείο Καβάφη]
2 Καβάφης, «Τρώες» (Ανάγνωση Γ.Π. Σαββίδης) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]
2 Καβάφης, «Τρώες» (Ανάγνωση Μίμης Σουλιώτης) [πηγή: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού]

6. Αφού μελετήσετε το εποπτικό υλικό που συνοδεύει την ενότητα: α) Να επισημάνετε τι ήθελε, κατά τη γνώμη σας, ο κάθε καλλιτέχνης να προβάλει. β) Να δημιουργήσετε το δικό σας εποπτικό υλικό τονίζοντας κάποια λεπτομέρεια του ομηρικού κειμένου που σας έκανε εντύπωση.

 

ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ - ΣΧΕΔΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

 

Α) Αφού μελετήσετε προσεκτικά την περιγραφή της μονομαχίας Αχιλλέα-Έκτορα, να τη συγκρίνετε με τις μονομαχίες που συναντήσατε σε προηγούμενες ραψωδίες (Μενέλαου-Πάρη στο Γ, Αίαντα-Έκτορα στο Η και Γλαύκου-Διομήδη στο Ζ) και να σημειώσετε: α) τις προετοιμασίες και γενικά όλα όσα προηγούνται από κάθε αγώνα, β) τις φάσεις του κάθε αγώνα, γ) τα χτυπήματα του ενός εναντίον του άλλου, δ) τα όπλα (αμυντικά, επιθετικά) που χρησιμοποιούνται σε κάθε περίπτωση, ε)τον τρόπο με τον οποίο λήγει κάθε αναμέτρηση, επιμένοντας κάθε φορά στις διαφορές και σημειώνοντας τις ομοιότητες που παρατηρείτε. Συνθέτοντας στη συνέχεια τα κοινά στοιχεία των σκηνών αυτών, να σχηματίσετε τη βασική τυπολογία της επικής μονομαχίας.

Β) Απομονώνοντας, τέλος, τη συμπεριφορά του ενός αντιπάλου προς τον άλλο, ιδιαίτερα στην περίπτωση που υπάρχει νικητής και ηττημένος, όπως στην περίπτωση Αχιλλέα και Έκτορα, να κάνετε συγκρίσεις με κείμενα ανάλογης θεματολογίας [π.χ. Ξέρξης και Λεωνίδας, Παυσανίας και νεκρός Μαρδόνιος (Ηρόδοτος, VII 238 και ΙΧ 79) ή Ιμπραήμ και Παπαφλέσσας, «Το φίλημα» του Μ. Μητσάκη κτλ.] και να γράψετε τα συμπεράσματά σας σχετικά με την ηθική και το δίκαιο του πολέμου σε διάφορες εποχές και κοινωνικές συνθήκες. [Ενδεικτικές Έννοιες Διαθεματικής προσέγγισης: Χώρος - Χρόνος, Πολιτισμός, Άτομο - Σύνολο, Ομοιότητα - Διαφορά, Σύγκρουση, Τυπικό, Ηθική]

Ανταγωνισμός και φιλότης Ανταγωνισμός και φιλότης
Μ. Μητσάκης, «Το φίλημα» [πηγή: Ιστορία ΣΤ Δημοτικού (διασκευή)] Μ. Μητσάκης, «Το φίλημα» [πηγή: Ιστορία ΣΤ Δημοτικού (διασκευή)]

 

αρχή

 



 

1. Η μονομαχία Αχιλλέα και Έκτορα - Ο ρόλος της Αθηνάς

 

«Το δεύτερο στοιχείο που χαρίζει στον αγώνα την ασύγκριτη σπουδαιότητά του είναι η συμμετοχή της Αθηνάς. Δεν είναι βέβαια ασυνήθιστο στην Ιλιάδα οι θεοί να παραστέκονται ή να εναντιώνονται σε έναν ήρωα: το πρώτο συμβαίνει στον Διομήδη με την Αθηνά (Ε 793 κκ.), και το άλλο στον Πάτροκλο με τον Απόλλωνα (Π 788 κκ.). Πουθενά αλλού όμως η στιγμή δεν είναι τόσο μεγάλη όσο εδώ, πουθενά η παρουσία μιας θεϊκής δύναμης δεν επενεργεί τόσο βαθιά στα όσα συμβαίνουν. Με αυτό τον τρόπο η μονομαχία παίρνει τον χαρακτήρα που σχεδιάζει να της δώσει ο ποιητής: όχι μόνο πολεμική σύγκρουση και εκδικητική πράξη, αλλά την ίδια ώρα πραγματοποίηση του αναπόφευκτου, όπως το συνειδητοποιήσαμε στη σκηνή του ζυγιάσματος πάνω στον Όλυμπο. [...]

Περισσότερο όμως μας ξενίζει η απάτη της Αθηνάς. Την έχουν κρίνει ανήθικη, ακόμη και διαβολική· και αν ο νους μας εύκολα πείθεται ότι αυτά που συμβαίνουν εδώ δεν πρέπει να κριθούν με γνώμονα την ηθική, οπωσδήποτε δυσκολευόμαστε να συλλάβουμε μια έννοια του θείου που θα μπορούσε να καθαγιάσει μια τέτοια απάτη. Έτσι δεν έλειψαν και οι προσπάθειες να σωθεί η τιμή της θεάς με το να υποστηριχτεί λίγο πολύ ο διαχωρισμός ανάμεσα στα όσα κάνει ως θεά και στα όσα κάνει υπηρετώντας μια ανώτερη αναγκαιότητα: "ακολουθώντας τον δρόμο της μοίρας" εξαπατά τον Έκτορα, "ως θεά" όμως δίνει τέρμα στην ταπείνωση της φυγής και τον βοηθά να ανακτήσει την τιμή του. Γοητευτική θεωρία, μόνο που δεν συμβιβάζεται με τα λόγια τον Ομήρου! Συγκεκριμένα, την τιμή του, όπως θα δούμε, ο Έκτορας την ανακτά μόνος του. Η θεά απλώς τον παγιδεύει με μεγάλη πονηριά, για να τον φέρει ανυπεράσπιστο μπροστά στη λόγχη του ευνοουμένου της, και στο σημείο αυτό δεν είναι καθόλου καλύτερη από τον Άρη, που ξεσήκωσε τον Μενέλαο, για να βρει τον θάνατο από το χέρι του Αινεία (Ε 563). Και δεν προχωρεί σε ακόμη χειρότερες ενέργειες, δεν τον παραλύει, όπως ο Ποσειδώνας τον Αλκάθοο (Ν 434 κκ.), δεν τον χτυπά πισώπλατα, όπως ο Απόλλωνας τον Πάτροκλο (Π 791), μόνο και μόνο για να παραδώσει τον εχθρό στον Αχιλλέα, και όχι από κάποιο σεβασμό μπροστά στον αντίπαλο — σεβασμό που ούτε ο Απόλλωνας ένιωσε για τον Πάτροκλο. Αλλά όσο και αν η μοίρα του Έκτορα είναι προκαθορισμένη και η Αθηνά της ανοίγει απλώς τον δρόμο, οπωσδήποτε η σχέση των θεών με τη μοίρα στον Όμηρο δεν μας επιτρέπει να ξεχωρίσουμε όσα κάνει η θεά ως θεά και όσα κάνει ακολουθώντας τον δρόμο της μοίρας. Η απάτη μένει απάτη, δική της απάτη, χαρακτηριστική για τη στάση της: είναι η θεά που μισεί βαθιά τους Τρώες· που την κρίσιμη ώρα, όταν παιζόταν η καταστροφή ή η σωτηρία τους, "τους σάλεψε, των ανέμυαλων, τον νου" (Σ 311)· που από καιρό προετοίμαζε για τον Έκτορα τη μέρα "που θα τον έβρισκεν ο θάνατος απ' του Αχιλλέα τα χέρια" (Ο 614)· η ίδια που λίγο πριν στον Όλυμπο αντιστάθηκε στην κάπως πιο μαλακή διάθεση του πατέρα της. Μπροστά στον θανάσιμο εχθρό του φίλου της νιώθει μαζί του την ίδια βαθιά έχθρα — όπως είναι και για τον φίλο φίλη και ενεργεί για χάρη του. Παρθένα του πολέμου πέρα για πέρα· αυτό σημαίνει: εδώ να δίνει την απόλυτη νίκη, εκεί την απόλυτη καταστροφή· παράλληλα την κινούν οι μεγάλες ορμές και τα ξεκάθαρα αρχέγονα πάθη, που δεν έχουν βέβαια ηθική, αλλά έχουν εσωτερική αλήθεια. Σίγουρα λοιπόν η Αθηνά δεν είναι διαβολική, αλλά "αμφιβολική" (amphibolisch) — ένας μεγάλος δαιμονικός χαρακτήρας. [...]

[...] Εκεί που θέλουμε να καταλήξουμε είναι η έννοια μιας δαιμονικής απάτης του θεού: στον Όμηρο αντιπροσωπεύει τη χαρακτηριστική αντιμετώπιση του θεϊκού στοιχείου, που με τον "αμφίβολο" χαρακτήρα του καθρεφτίζει τη βαθιά "αμφιβολία" του ανθρώπου μπρος στην πραγματικότητα. [...] Γι' αυτό ακριβώς αξίζει να τονιστεί με κάθε τρόπο το κουράγιο του Ομήρου να συμπεριλάβει, στην εικόνα των μεγάλων δαιμονικών θεϊκών χαρακτήρων (που παρ' όλη την ασύλληπτα μακρινή ύπαρξή τους δεν παύουν να είναι "μακάριοι", που "ζουν εύκολα"), και την τρομαχτική σοβαρότητα του πραγματικού, και να κρατηθεί μπροστά σε αυτή τη σοβαρότητα με ένα σεβασμό, που συνειδητοποιεί ψύχραιμα το είναι, απαλλαγμένος από κάθε πάθος ή ονειροπόληση.

Δαιμονική απάτη του είδους που περιγράψαμε είναι και αυτό που αντιμετωπίζει τώρα ο Έκτορας από την Αθηνά· και το στοιχείο που μας συγκλονίζει τόσο είναι ότι αυτή τη φορά η πορεία της απάτης μάς δίνεται σε όλη της την έκταση. Το εχθρικό θεϊκό στοιχείο, μασκαρεμένο και με ανάλαφρο, καλοσυνάτο συντροφικό ύφος, ξεγελά άσπλαχνα τον παρατημένο από τους δικούς του θεούς ήρωα και τον οδηγεί στην καταστροφή. Όλα γυρίζουν τώρα εναντίον του. Λες και τον έχει χτυπήσει η "άτη", και ξεστομίζει λόγια από όπου ξεπροβάλλει, χωρίς ο ίδιος να το νιώθει, ο θάνατος. Αυτή η φριχτή κατάσταση του ξεγελασμένου από τους θεούς ανθρώπου, που διαρκεί σχεδόν ως το κατώφλι του θανάτου, και κλιμακώνεται στο τέλος ως τη μάταιη και αισιόδοξη σιγουριά, αποτελεί για τον Έκτορα, ύστερα από τους προηγούμενους κλονισμούς, τη νέα και τελευταία μορφή της κρυφής παρουσίας του θανάτου του.»

(Schadewaldt W., τόμ. Β', σελ. 132-137 και 139-140)

 

2. Η πανοπλία και το νεκρό σώμα του εχθρού

 

«Σε απλό επίπεδο, οι πολεμιστές επιθυμούν να αποκτήσουν την πανοπλία του εχθρού τους για την καθαρή της αξία. Επίσης επιθυμούν την κατοχή του πεδίου της μάχης και των νεκρών ως ορατό σημάδι του ότι αυτοί είναι οι νικητές της ημέρας. Μα υπάρχουν και βαθύτεροι, ή σκοτεινότεροι, πόθοι. Να στερείς τον τάφο στον νεκρό σημαίνει ν' ακυρώνεις τη μνήμη του, να τον κάνεις σαν να μην υπήρξε ποτέ· εξ ου και η αισθητή στον Όμηρο φλογερή έγνοια για έναν τάφο που, αφού πεθάνει κάποιος, θα μείνει, να μαρτυρεί στους μεταγενέστερους την ύπαρξη και σημαντικότητά του. Εξάλλου, μαθαίνουμε από το φάντασμα του Πατρόκλου ότι ο άταφος νεκρός δεν μπορεί να περάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού και να διαβεί τις πύλες του Άδη, αλλά πρέπει "έτσι άδικα (να) πηγαινοέρχεται στο πλατύπυλο παλάτι του Άδη" χωρίς να αξιώνεται ανάπαυση νεκρών (ν 71 κ.ε.) [...].»

(Griffin J., σελ. 84)

 

αρ