Η περιγραφή τοπίου είναι από τα πιο συνηθισμένα περιγραφικά κείμενα. Τη βρίσκουμε παντού. Στη λογοτεχνία, στις διαφημίσεις, στα ταξιδιωτικά περιοδικά, στον καθημερινό μας λόγο. Αφού, λοιπόν, τη χρησιμοποιούμε καθημερινά, είναι μάλλον από τα σχετικά πιο εύκολα περιγραφικά κείμενα. Βέβαια, αν θέλουμε να είμαστε απολύτως ακριβείς και η περιγραφή μας να πετύχει τον στόχο της, με άλλα λόγια να κατανοήσει στην εντέλεια ο ακροατής/αναγνώστης μας θα πρέπει να προσέξουμε κάποια σημεία, τα οποία θα τα αναφέρουμε στη συνέχεια.
Η περιγραφή τοπίου δεν είναι τίποτα άλλο από μια αναπαράσταση με τα λόγια ενός χώρου, για παράδειγμα μιας ακτής, ενός βουνού, αλλά και μιας πλατείας.
Εφόσον περιγράφουμε έναν χώρο, για να είμαστε κατανοητοί, θα πρέπει να ακολουθούμε τις γνωστές βασικές αρχές της περιγραφής, δηλ. α) θα πρέπει να δώσουμε τη γενική εντύπωση, β) να εστιάσουμε σ' ένα σημείο, γ) να συνεχίσουμε αναφέροντας τις λεπτομέρειες.
Εκεί που θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή είναι αφενός τα επίθετα ή τις μετοχές και τα ρήματα που θα χρησιμοποιήσουμε και αφετέρου ο τρόπος με τον οποίο θα δώσουμε τις λεπτομέρειες.
Όσον αφορά τα επίθετα/μετοχές και τα ρήματα καλό είναι να εμπλουτίσουμε την περιγραφή μας με πολλά επίθετα ή μετοχές που θα κάνουν την περιγραφή πιο ζωντανή αλλά και πιο σαφή. Είναι διαφορετικό να πούμε καρέκλα και διαφορετικό να πούμε χαμηλή, αναπαυτική, κόκκινη καρέκλα. Όσον αφορά τα ρήματα θα πρέπει να προσπαθήσουμε να χρησιμοποιήσουμε μια ποικιλία ρημάτων και να αποφύγουμε το συνηθισμένο βλέπω.
Σχετικά με τον τρόπο που θα περιγράψουμε το τοπίο. Είναι σαφές ότι θα πρέπει να ακολουθήσουμε μια σειρά· είτε από αριστερά προς τα δεξιά ή το αντίθετο είτε από πάνω προς τα κάτω ή το αντίθετο. Αυτά, αν η περιγραφή μας είναι στατική, δηλαδή στεκόμαστε κάπου και περιγράφουμε αυτά που βλέπουμε. Γιατί μπορεί και η περιγραφή μας να έχει κίνηση, δηλαδή να βρισκόμαστε σ' ένα μέσο που κινείται, π.χ. αυτοκίνητο, αεροπλάνο κ.ά., και να περιγράφουμε το τοπίο που ξετυλίγεται μπροστά μας. Σ' αυτήν την περίπτωση περιγράφουμε ό,τι μας παρουσιάζεται καθώς κινούμαστε.
Πάντα θα πρέπει να έχουμε υπόψη τούτο, ότι ο αναγνώστης/ακροατής μας δε βλέπει αυτό που είδαμε εμείς. Τα μάτια του, η μύτη του, τα αυτιά του θα είναι μόνο τα λόγια μας. Τα λόγια μας θα διαβάζει/ακούει και από τα λόγια μας θα πρέπει να αισθανθεί ότι αισθανθήκαμε κι εμείς.
Ας δούμε όμως κάποια παραδείγματα περιγραφής παρμένα από το σχολικό βιβλίο της Α' γυμνασίου με τον σχετικό σχολιασμό. Με τα μαύρα γράμματα δηλώνονται τα ουσιαστικά, με τα μπλε τα επίθετα και οι μετοχές και με τα κόκκινα τα ρήματα.
Ας γνωρίσουμε τη Σαλαμίνα
Στα νεότερα χρόνια η Σαλαμίνα είναι τόπος παραθερισμού μεγάλου αριθμού κατοίκων της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά. Σελήνια, Κακή Βίγλα, Περάνι, Περιστέρια, όλα τοποθετημένα στις ανατολικές ακτές, αποτελούν παραθεριστικούς οικσμούς με μια περίεργη αισθητική. Χαμηλοί λόφοι περιβάλλουν με στοργή ένα τοπίο που δέχτηκε την αυτοσχεδιαστική αρχιτεκτονική παρέμβαση των κατοίκων του. «Χειροποίητα» μικρά σπιτάκια ξεπροβάλλουν άναρχα κτισμένα, εξυπηρετώντας εγωιστικά τις ανάγκες των ενοίκων τους. Απομακρυσμένα το ένα από το άλλο, λες κι επιθυμούν να τραβήξουν την προσοχή του περαστικού, που αναγκαστικά κοντοστέκεται για να σχολιάσει τη συνύπαρξη –σε αρκετά σπίτια– της ελληνικής σημαίας με τη σημαία του Ολυμπιακού! Οι παραλίες, γραφικές, συνομιλούν αδιάκοπα με τις μελαγχολικές σιλουέτες των αγκυροβολημένων καραβιών στο βάθος. Τα καράβια χάνονται απ' το οπτικό πεδίο όσο κατεβαίνουμε νοτιότερα.
Πινακίδες λίγες έως ανύπαρκτες προτρέπουν τον περιηγητή να εμπιστευτεί το ένστικτό του, ακολουθώντας διαδρομές που τον φέρνουν αντιμέτωπο με παλιές γνώριμες κι ωστόσο ξεχασμένες αγγελίες: «Ντομάτα ντόπια, κόβετε μόνοι σας» και πιο κάτω «Πουλάμε κουνέλι ζωντανό, το παίρνετε αμέσως, εδώ»
Η νότια πλευρά του νησιού ανταμείβει και τον πιο απαιτητικό. Το τοπίο γίνεται ξαφνικά άγριο με έντονη και πυκνή βλάστηση. Πλούσιος πευκώνας ξεδιπλώνεται δεξιά κι αριστερά του ασφαλτοστρωμένου δρόμου με αναζωογονητικές μυρωδιές, μελίσσια και τιτιβίσματα. Ο φιδίσιος δρόμος της καθόδου, που οδηγεί στους νότιους παραλιακούς οικισμούς, Κολώνες, Άγ. Δημήτριος, Σατερλί, Κανάκια, συμμετέχει στο κρυφτό που παίζουν οι αχτίδες του ήλιου με τις φυλλωσιές των δέντρων, αφήνοντας μικρά αναπάντεχα ξέφωτα, αγνάντι στο γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας. Οι ήσυχες κυματόβρεχτες ταβερνούλες στις βοτσαλωτές παραλίες προσκαλούν τον κολυμβητή να γευτεί το ψητό χταποδάκι και τα κάθε λογής όστρακα συνοδεία ούζου.
Πολύβουοι, ειδικά το καλοκαίρι, οι παραθεριστικοί οικισμοί, με τον σχεδόν αποκλειστικά ελληνικό τουρισμό, με τα παιδιά να παίζουν στους χωματόδρομους και τους μεγαλύτερους να εκκλησιάζονται τα απογεύματα ή να συζητούν σε πηγαδάκια, δημιουργούν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, κράμα νησιού και χωριού.
Σχόλια
Ο συγγραφέας του παραπάνω κειμένου χρησιμοποίησε μια πληθώρα επιθέτων-μετοχών και ρημάτων για να αποδώσει τις λεπτομέρειες του τοπίου. Αν προσέξεις ένα ένα τα ρήματα δε θα βρεις το συνηθισμένο ρήμα βλέπω. Στη θέση του προτίμησε τα ρήματα: ξεπροβάλλουν, κατεβαίνουμε, ανταμείβει, γίνεται, ξεδιπλώνεται δεξιά κι αριστερά, οδηγεί. Διάλεξε κι άλλα ρήματα, εντελώς διαφορετικά, κάποια μάλιστα από αυτά μετατρέπουν το τοπίο σε πρόσωπο, π.χ. περιβάλλουν με στοργή, εξυπηρετώντας εγωιστικά, λες κι επιθυμούν να τραβήξουν, συνομιλούν αδιάκοπα, προτρέπουν τον περιηγητή να εμπιστευτεί το ένστικτό του, προσκαλούν τον κολυμβητή. Με τα ρήματα αυτά το ύφος του κειμένου έγινε πιο ανάλαφρο, πιο γλαφυρό, πιο χαρούμενο. Διαβάζοντάς το σου δημιουργείται η επιθυμία να εμπιστευτείς το ένστικτο του συγγραφέα και να επισκεφτείς τη Σαλαμίνα!
Ας δούμε κι ένα ακόμη κείμενο, πάλι από το σχολικό βιβλίο της Α' γυμνασίου, κάνοντας και τα απαραίτητα σχόλια. Με τα μαύρα γράμματα δηλώνονται τα ουσιαστικά, με τα μπλε τα επίθετα και οι παθητικές μετοχές και με τα κόκκινα τα ρήματα και οι ενεργητικές μετοχές.
Πάνω από τη Mυτιλήνη
Αφήνοντας πίσω μας τις αφροστεφανωμένες ακτές της Xίου, ξαναβρεθήκαμε πάνω από το Αιγαίο, το οποίο στο σημείο αυτό ήταν ονειρωδώς γαλήνιο. Πάνω από την αρυτίδωτη επιφάνειά του, που τη γλαυκότητά* της την ξεθώριαζε ο έντονος ήλιος, σχηματίζονταν εδώ κι εκεί μεγάλες γυαλιστερές πλάκες, σαν να είχε χυθεί λάδι πάνω στα νερά. Ένα βαπόρι, το μόνο που συναντήσαμε σ' όλο μας το ταξίδι, αυλάκωνε μακριά τη γαλήνια θάλασσα. […]
Τα βουνά της Mυτιλήνης ερχόντουσαν τώρα καταπάνω μας κι ύστερ' από ένα λεπτό βρισκόμαστε πάνω απ' αυτά, αγγίζοντάς τα σχεδόν. Κατάφυτα από ελιές, φάνταζαν τώρα σαν ασημένια μέσα στο φως του ήλιου… Στο βάθος των πτυχώσεών τους τα μάτια μας, μαγεμένα, έβλεπαν να γυαλίζει μια τεράστια πλάκα νερού, που την παίρναμε για λίμνη, γιατί την περιτριγύριζαν βουνά από παντού. Όταν περάσαμε πάνω της, είδαμε πως ήταν ένας κόλπος, ο κόλπος της Γέρας, που η στενή και γραφική του έξοδος, όμοια με λαιμό φιάλης, δεν είχε μεγαλύτερη διάσταση από όση οι όχθες ενός ποταμού. Το θέαμα του κόλπου, με τις κατάφυτες ακρογιαλιές του, που γυάλιζε κάτω μας πάμφωτος και ακίνητος, ήταν αληθινά ονειρώδες – κι ένα από τα ωραιότερα που έχω δει στη ζωή μου.
Σχόλια
Και σ' αυτό το κείμενο ο συγγραφέας του φρόντισε να χρησιμοποιήσει πλήθος επιθέτων/μετοχών και ρημάτων/μετοχών. Διαβάζουμε, λοιπόν, τα επίθετα: αφροστεφανωμένες, μεγάλες γυαλιστερές, ονειρωδώς γαλήνιο, αρυτίδωτη, έντονος, γαλήνια, κατάφυτα, ασημένια, μαγεμένα, τεράστια, στενή και γραφική ή εκφράσεις όπως: όμοια με λαιμό φιάλης και τα ρήματα: αφήνοντας, ξαναβρεθήκαμε, ξεθώριαζε, σχηματίζονταν, σαν να είχε χυθεί, αυλάκωνε, ερχόντουσαν, βρισκόμαστε, αγγίζοντας, φάνταζαν, έβλεπαν να γυαλίζει, παίρναμε, περιτριγύριζαν, περάσαμε. Φυσικά, φρόντισε να αποφύγει τα συνηθισμένα ρήματα σαν το βλέπω, όπως έχουμε ήδη πει.
Συνεχίζουμε μ' ένα ακόμη σχολικό κείμενο, από το τετράδιο εργασιών της Α' γυμνασίου, κάνοντας και τα απαραίτητα σχόλια. Με τα μαύρα γράμματα δηλώνονται τα ουσιαστικά, με τα μπλε τα επίθετα και οι παθητικές μετοχές και με τα κόκκινα τα ρήματα και οι ενεργητικές μετοχές.
Το Άγιον Όρος
Περάσαμε τις απόκρημνες άκρες του Άθω και ακολουθήσαμε γιαλό γιαλό τη νοτιοδυτική του ακτή. Σε λίγο το τοπίο άρχισε πάλι να ημερώνει κάπως. Είδαμε απέξω το αμφιθεατρικό χωριό της σκήτης της Αγίας Άννας, ύστερα τη Νέα Σκήτη και τραβήξαμε για τη μονή Διονυσίου.
Είναι ένα αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα που καταπλήσσει μόλις το αντικρίζεις. Πρέπει να φανταστεί κανείς έναν πελώριο βράχο, στημένο στο κύμα, σαν πολλούς άλλους που είδαμε σ’ αυτή την περιήγηση. Στην κορυφή του ορθώνεται ένα θεόρατο φρούριο και απάνω από το φρούριο βρίσκονται χτισμένα τα πατώματα των κελιών. Τούτα σχηματίζουν εξώστες στηριγμένους σε δοκάρια και κρεμασμένους απάνω από τη θάλασσα, σε μεγάλο ύψος. Ακόμα πιο ψηλά ξεπετιέται από τα κτίσματα ο πύργος με τις πολεμίστρες. Αποκάτω κοιταγμένο το σύνολο έχει έναν αέρα παραμυθένιο, έτσι καθώς τεντώνεται απέναντι στο ανοιχτό πέλαγος, στο στόμιο μιας ρεματιάς που σκίζει πίσω του το βουνό. Αξίζει να σημειώσω εδώ το ωραίο ποιητικό όνομα της ρεματιάς αυτής: Αεροπόταμος.
Αποβιβαστήκαμε στο λιμανάκι της μονής, ίσια κάτω από τη μεγάλη της μορφή, κι ανεβήκαμε ως την πύλη της από ένα γυριστό πλακόστρωτο μονοπάτι. Είναι μονή πυκνά χτισμένη σε στενό χώρο, με πολλούς ορόφους προς τα απάνω και προς τη θάλασσα. Για τον ξένο είναι λαβύρινθος σωστός. Χάνεται κανείς εύκολα σε σκάλες ατέλειωτες και σε μυστηριώδεις, έρημους διαδρόμους, όπου αναπάντεχα συναντά μικρά παρεκκλήσια, ιστορημένα με τοιχογραφίες του 16ου και του 17ου αιώνα.
Γεώργιος Θεοτοκάς, Tαξίδια στη Mέση Aνατολή και το Άγιον Όρος ,
εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1995
Με μεγάλη μαεστρία σ' αυτό το κείμενο ο Γ. Θεοτοκάς παρουσιάζει τη Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Η περιγραφή γίνεται καθώς ο παρατηρητής κινείται. Η κίνηση αυτή χωρίζεται σε δύο μέρη. Πιο αναλυτικά:
Στην 1η παράγραφο ο παρατηρητής κινείται με καραβάκι από τη θάλασσα «περάσαμε τις απόκρημνες άκρες του Άθω και και ακολουθήσαμε γιαλό γιαλό τη νοτιοδυτική του ακτή» και πλησιάζει σταδιακά τη μονή «Είδαμε απέξω το αμφιθεατρικό χωριό της σκήτης της Αγίας Άννας, ύστερα τη Νέα Σκήτη και τραβήξαμε για τη μονή Διονυσίου».
Στη 2η παράγραφο δίνεται η γενική εντύπωση και η περιγραφή του εξωτερικού της μονής, η οποία γίνεται από κάτω προς τα πάνω.
Στην 3η παράγραφο συνεχίζει η κίνηση όπως φαίνεται από τα ρήματα «αποβιβαστήκαμε», «ανεβήκαμε» και ταυτόχρονα γίνεται η περιγραφή του εσωτερικού της μονής.
Σχόλια
Το κείμενο εντάσσεται
στις λογοτεχνικές περιγραφές. Οι λέξεις και οι εκφράσεις
που μας επιτρέπουν αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι:
Σε λίγο το τοπίο άρχισε πάλι να ημερώνει κάπως,
Πρέπει να φανταστεί κανείς έναν πελώριο βράχο, στημένο στο κύμα,
Στην κορυφή του ορθώνεται ένα θεόρατο φρούριο,
ξεπετιέται από τα κτίσματα ο πύργος με τις πολεμίστρες,
Αποκάτω κοιταγμένο το σύνολο έχει έναν αέρα παραμυθένιο,
έτσι καθώς τεντώνεται απέναντι στο ανοιχτό πέλαγος,
στο στόμιο μιας ρεματιάς που σκίζει πίσω του το βουνό,
Αξίζει να σημειώσω εδώ το ωραίο ποιητικό όνομα της ρεματιάς αυτής: Αεροπόταμος
Στον πίνακα που ακολουθεί παρατίθεται ένα βασικό λεξιλόγιο για την περιγραφή τοπίου.
Είναι προφανές ότι το λεξιλόγιο είναι πολύ πενιχρό, αφού η επινοητικότητα του καθένα είναι ανεξάντλητη.
Ελπίζουμε όμως ότι θα είναι μια καλή πρώτη αρχή.