Ο Τεύκρος καταγόταν από τη Σαλαμίνα. Ήταν γιος του Τελαμώνα , όχι όμως από τη σύζυγό του Περίβοια, όπως ήταν ο Αίαντας , αλλά της Ησιόνης . Αυτή ήταν κόρη του βασιλιά του Ιλίου Λαομέδοντα , αδελφή του Πριάμου , και δόθηκε στον Τελαμώνα ως έπαθλο από τον Ηρακλή , όταν κυρίευσαν την πόλη (Απολλόδ. 2.136, Υγίν. 89, 97, 114). Είναι πιθανό ο μύθος για τη γέννηση του Τεύκρου από την Ησιόνη να προήλθε από την ομοιότητα του ονόματός του με το άλλο όνομα των Τρώων που ήταν «Τευκροί» και δεν αποκλείεται να ήταν πράγματι γιος του Τελαμώνα και της Περίβοιας, γνήσιος αδελφός του Αίαντα. Πάντως, ο Αγαμέμνονας, αν και στην Ιλιάδα τιμά τον Τεύκρο ως γενναίο πολέμαρχο (Ιλ., Θ 280-291), στην τραγωδία Αίας του Σοφοκλής υποτιμητικά τον αποκάλεσε σπόρο αιχμάλωτης (Σοφ., Αίας 1227), ενώ ο ίδιος μίλησε για το βασιλικό αίμα της μητέρας του που είχε υπάρξει γέρας ξεχωριστό στον πατέρα του από τον γόνο της Αλκμήνης· επομένως, ο ίδιος ήταν άριστος γιος μ’ άριστους και τους δυο γονείς (ό.π. 1302-4). Όπως και να έχουν τα πράγματα, η καταγωγή του ήρωα από την πλευρά του πατέρα του ανάγεται στον ίδιο τον Δία, μια και ο παππούς του Αιακός ήταν γιος του πρώτου των Ολυμπίων (Ισοκράτης) και μεγάλωσε στο βασίλειο του πατέρα του, τη Σαλαμίνα –η πατρίδα που μ' ανάθρεψε είναι η Σαλαμίνα, λέει ο ίδιος στην Ελένη του Ευριπίδη, στ. 150).
Ενώ, λοιπόν, ο πατέρας συμμετείχε στην πρώτη πολιορκία της Τροίας από τον Ηρακλή, οι γιοι του πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο ως μνηστήρες της Ελένης με δώδεκα πλοία ο καθένας. Με άλλα λόγια, ο Τεύκρος πολέμησε στο πλευρό του αδελφού του Αίαντα και των Αχαιών εναντίον του λαού της μητέρας του. [1] Ο Όμηρος τον επαινεί ως άριστο πολεμιστή, που ρίχτηκε σε πολλές μάχες, και ως ικανότατο τοξότη (Μ 350, 363, 389, 401-402, Ν 313, Ο passim· πρβλ. Οράτιος, Ωδές 1.9, Υγίν. 114, Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς 10.9.8.6) –στους αγώνες που διοργανώθηκαν μετά τον θάνατο του Πατρόκλου αρίστευσε στην τοξοβολία (Ψ 859 κ.ε.). Συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που κρύφτηκαν μέσα στον Δούρειο ίππο (Παυσ. 1.23.8).
Ήταν απών όταν ο αδελφός του Αίαντας αυτοκτόνησε, και μόνο οι παρόντες του μετέφεραν την επιθυμία του αδελφού του να φροντίσει το παιδί του –τον είχε αποκτήσει από τη σκλάβα Τέκμησσα– και να το οδηγήσει στην πατρίδα τους Σαλαμίνα, όπου ο πατέρας τους θα αναλάμβανε την προστασία του (Σοφ., Αίας 557-567). Ο Τεύκρος αναζήτησε αμέσως το παιδί (ό.π., στ. 983-992) και αντιτάχθηκε στη βούληση του Αγαμέμνονα και του Μενέλαου να μην ταφεί ο αδελφός του. Αναπάντεχα σύμμαχός του ήρθε ο Οδυσσέας, ο οποίος έπεισε τους Ατρείδες να επιτρέψουν την ταφή, όμως ο Τεύκρος δεν δέχθηκε τη συμβολή και την παρουσία του στην τελετουργία (ό.π., στ. 1375-1418), για την οποία ζήτησε τη συνδρομή και του μικρού Ευρυσάκη (ό.π., στ. 1404-1418). Ο Τελαμώνας δέχτηκε τον εγγονό του, όμως δεν επέτρεψε στον Τεύκρο να αποβιβαστεί στη Σαλαμίνα πιστεύοντας ότι έφερε ευθύνη για τον θάνατο του Αίαντα, κάτι που ο Τεύκρος, γνωρίζοντας τον πατέρα τους, είχε προβλέψει ότι θα συμβεί (ό.π., στ. 1006-1021). Στην Ελένη του Ευριπίδη μαθαίνουμε από τον ίδιο τον Τεύκρο ότι είχε εκδιωχθεί από τον πατέρα του και ότι είχε πάρει χρησμό από τον Απόλλωνα να πάει στην Κύπρο και να ιδρύσει την πόλη Σαλαμίνα τιμώντας την πατρίδα του (στ. 142-150)· ενθάρρυνε και τους συντρόφους του βεβαιώνοντάς τους ότι θα βρουν καλύτερη τύχη, γιατί ο «αλάθητος Απόλλων» του υποσχέθηκε πως μια νέα Σαλαμίνα θα αναδυόταν σε πιο ευγενικό αέρα (Οράτιος, Ωδές 1.7). Έπρεπε όμως πρώτα να συναντήσει τη μάντισσα Θεονόη στην Αίγυπτο, για να του πει πώς να ταξιδέψει και να φτάσει σώος στην Κύπρο. Εκεί συνάντησε και την Ελένη, όμοια στο δέμας όχι όμως στη φρόνηση με την Ελένη της Σπάρτης και της Τροίας, λέει ο Τεύκρος, την οποία πληροφόρησε για την τύχη των Αχαιών και η οποία τον συμβούλευσε να αποφύγει τη συνάντηση με τη Θεονόη και να αφεθεί στο ίδιο το ταξίδι (Ευρ., Ελένη 151-163). Ο Βιργίλιος γράφει ότι ο Τεύκρος, κατευθυνόμενος προς την Κύπρο, έφθασε στη Σιδώνα της Φοινίκης, όπου βασίλευε ο Βήλος και ο οποίος είχε κατακτήσει την πλούσια Κύπρο. Απ' αυτόν ζήτησε βοήθεια ο εξόριστος γιος για ν' αποκτήσει νέο βασίλειο (Αιν., 1.619-622). Και άλλοι παραδίδουν ότι ο Βήλος του παραχώρησε τη μεγαλόνησο (Σέρβιος, Σχόλια στην Βιργιλίου Αινειάδα), αλλού πάλι αναφέρεται ότι ο Βήλος απλώς βοήθησε τον Τεύκρο να κατακτήσει την Κύπρο. Φθάνοντας στην Κύπρο, ο Τεύκρος προσορμίστηκε πρώτα στην τοποθεσία που ονομάστηκε Αχαιών Ακτή από τους πρώτους Αχαιούς αποίκους στο νησί μετά τον Τρωικό πόλεμο, στις βόρειες ακτές της χερσονήσου Καρπασίας· από εκεί προχώρησε στο μέρος όπου τελικά έκτισε τη Σαλαμίνα (Ἀχαιῶν ἀκτή, ὅπου Τεῦκρος προσωρμίσθη πρῶτον ὁ κτίσας Σαλαμῖνα τὴν ἐν Κύπρῳ, Στράβ. 14.6).
Η ίδρυση της κυπριακής Σαλαμίνος από τον Τεύκρο μετά την άλωση της Τροίας και την εκδίωξή του από τον Τελαμώνα είναι η επικρατέστερη εκδοχή. Ωστόσο, σύμφωνα με άλλες εκδοχές η ίδρυση της πόλης από τον Τεύκρο ανάγεται στο 1202/1201 π.Χ., δέκα περίπου χρόνια πριν από την έναρξη του Τρωικού πολέμου (Πάριον μάρμαρον 26.42a) ή κατά τον δέκατο χρόνο των Τρωικών, όταν μαζί με τον Ιδομενέα ο Τελαμώνιος κατέλαβε, λεηλάτησε και κατέστρεψε την Κύπρο στα πλαίσια των επιδρομών τους στα μέρη της Μικράς Ασίας και της Ανατολής (Μαλάλας 5.102, 122, 132). Ο Μαλάλας, αντλώντας από σύγγραμμα του Σίσυφου του Κώου που ήταν μαζί με τον Τεύκρο στην Τροία και από τον οποίο άντλησε το υλικό του ο Όμηρος (168Ε), γράφει ότι ο Τεύκρος, για να βοηθήσει τον αδελφό του, απέπλευσε από τη Σαλαμίνα της Κύπρου, όπου ήδη βρισκόταν, για την Τροία. Δεν τον πρόλαβε ζωντανό και ζήτησε από τον Νεοπτόλεμο τους γιους του Αιαντίδη και Ευρυσάκη από την πρώτη του γυναίκα Γλαύκη και την αιχμάλωτη Τέκμησσα αντίστοιχα, και την ίδια την Τέκμησσα και τους έφερε στην κυπριακή Σαλαμίνα (168D , Δίκτυς 5.16)).
Εκεί ο Τεύκρος ίδρυσε ναό προς τιμή του Σαλαμινίου Διός, γενάρχη του οίκου των Αιακιδών, εισάγοντας έτσι τη λατρεία του θεού στην Κύπρο, όπου μέχρι τότε λατρευόταν η Παφία και η Αμαθουσία Αφροδίτη (Τάκιτος, Ann. 3.62). Εισήγαγε και ανθρωποθυσίες προς τιμήν του Δία, θεσμός που καταργήθηκε από τον αυτοκράτορα Αδριανό, δηλαδή δεκατρείς αιώνες μετά. (Λακτάντιος, Divinarum Institutionum, επιτομή κεφ. 21). Παντρεύτηκε την κόρη του Κύπρου, από την οποία απέκτησε την Αστερία και ένα γιο, τον Αίαντα και, όταν πέθανε, τάφηκε στην πόλη που ίδρυσε (Αριστοτ. 8.50.640.27). Η δυναστεία των Τευκριδών κράτησε την εξουσία στην Κύπρο μέχρι τον 5ο αι. π.Χ. και πρέπει να την έχασε από επέμβαση φοινικική μετά την Καλλίειο ειρήνη (449/8 π.Χ.) (Ισοκρ., Ευαγ. 19). Ο γιος του Τεύκρου Αίαντας ίδρυσε στην Κιλικία την πόλη Όλβη, όπου οι ιερείς αποκαλούνταν «Τευκροί» ή «Αίαντες» (Στράβ. 14.5.10.10).
Ο Στομπαίος παραδίδει ότι ο Σοφοκλής έγραψε τη χαμένη σήμερα τραγωδία Τεύκρος (4.54.9.1).
[1] Ο ανώνυμος σχολιαστής της Ρητορικής του Αριστοτέλη, θέλοντας να δείξει ότι κατήγοροι και απογολούμενοι πρέπει να φέρουν στοιχεία και αποδείξεις, αναφέρεται στο ότι η καταγωγή του Τεύκρου από Τρωαδίτισσα μητέρα, και μάλιστα αδελφή του Πριάμου, τον καθιστούσε πιθανό προδότη των Ελλήνων αλλά ότι η καταγωγή του από τον Σαλαμίνιο Τελαμώνα καθιστούσε αυτή την πιθανότητα αδύνατη: ὡς ὁ <Ὀδυσσεὺς> κατηγορῶν τοῦ Τεύκρου ἔφη αὐτὸν οἰκεῖον εἶναι καὶ συγγενῆ <τῷ Πριάμῳ (ἡ γὰρ Ἡσιόνη,> ἡ μήτηρ τοῦ Τεύκρου, <ἀδελφὴ> ἦν τοῦ Πριάμου) καὶ διὰ τοῦτο εἰκὸς αὐτὸν προδοῦναι τοὺς Ἕλληνας· ὁ <δέ,> ὁ ἀπολογούμενος ὑπὲρ τοῦ Τεύκρου, εἴπῃ, ὅτι οὐκ εἰκὸς αὐτὸν προδοῦναι· ὁ γὰρ <Τελαμών, ὁ πατὴρ> τοῦ Τεύκρου, <ἐχθρὸς> ἦν <τῷ Πριάμῳ> (ὁ γὰρ Αἴας ἐξ ἑτέρας ἦν μητρός)· <καὶ ὅτι οὐ κατεῖπε τῶν κατασκόπων> ἤτοι τοῦ Διομήδους καὶ τοῦ Ὀδυσσέως (Anonymi In Aristotelis Artem Rhetoricam Rhet., In Aristotelis artem rhetoricam commentarium 238.29 κ.ε.).
Σχετικά λήμματα
ΑΙΑΝΤΑΣ, ΑΧΙΛΛΕΑΣ, ΕΚΤΟΡΑΣ, ΕΛΕΝΗ, ΕΥΡΥΣΑΚΗΣ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΗΣΙΟΝΗ, ΛΑΟΜΕΔΟΝΤΑΣ, ΠΡΙΑΜΟΣ, ΤΕΛΑΜΩΝΑΣ