Ο Άγιος Αυξέντιος ο Νεομάρτυρας (25 Ιανουαρίου)
Ο Αυξέντιος, γεννημένος στα Γιάννενα από ευσεβείς γονείς, πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να μάθει την τέχνη των γουναράδων. Ο διάβολος του έβαλε το λογισμό να αφήσει την τέχνη και να πάει να δουλέψει στα καράβια για να έχει πιο πολλές ευκαιρίες διασκέδασης. Αφού πέρασε λίγος καιρός που γλεντούσε με τους συντρόφους του, τον συκοφάντησαν πως αρνήθηκε την πίστη Χριστού. Αυτός μετανιωμένος που μπλέχτηκε στα δίχτυα του πειρασμού, έφυγε κρυφά για την Κωνσταντινούπολη, αγόρασε ένα καΐκι και δουλεύοντας μ' αυτό έβγαζε το ψωμί του. Μετανιωμένος για τα σφάλματά του, παρακαλούσε το Θεό να του στείλει έναν πνευματικό για να εξομολογηθεί και να ετοιμαστεί για να προχωρήσει στο μαρτύριο.
Μια μέρα ανέβηκε στο καΐκι του ένας Αγιορείτης, ο Γρηγόριος, στον οποίο ο Αυξέντιος αποκάλυψε τον πόθο του να μαρτυρήσει. Ο μοναχός, φοβούμενος μη δειλιάσει, τον προέτρεψε να μην επιδιώξει το μαρτύριο, αλλά να ζήσει με μετάνοια και αν θέλει να γίνει καλόγερος. Ο Αυξέντιος υπάκουσε στον πνευματικό του πατέρα και συνέχισε την εργασία του δίνοντας τα περισσότερα λεφτά σε ελεημοσύνη. Ζούσε με αγρυπνίες και προσευχές και πολύ συχνά πήγαινε στο ναό της Ζωοδόχου Πηγής και παρακαλούσε την Παναγία να του δώσει κουράγιο για το μαρτύριο. Έτσι επέστρεψε στο καράβι που εργαζόταν και οι σύντροφοί του τον υποδέχτηκαν με φωνές και ξύλο. Τον κατηγορούσαν πως άφησε την πίστη τους και τον οδήγησαν στο δικαστήριο. Ο Αυξέντιος με τόσο θάρρος ομολογούσε συνεχώς τον Χριστό, που δυο φορές τον χτύπησαν στο πρόσωπο για να τον σταματήσουν. Τη μία βγήκε το μάτι του και τη δεύτερη δυο του δόντια. Ο κριτής τον ρώτησε γιατί αρνήθηκε την πίστη των μουσουλμάνων μα ο Άγιος για άλλη μια φορά βροντοφώναξε πως ήταν και είναι Χριστιανός. Τότε ο δικαστής έδωσε εντολή να του δώσουν τριακόσιους ραβδισμούς με αποτέλεσμα το αίμα να τρέχει σαν ποτάμι από τα πόδια του μάρτυρα. Στη συνέχεια οδηγήθηκε στη φυλακή όπου τον επισκέφτηκε για να τον εμψυχώσει ο πνευματικός του Γρηγόριος και σε επόμενη επίσκεψή του, του έφερε τη Θεία Κοινωνία.
Λίγες μέρες αργότερα, ο Άγιος οδηγήθηκε μπροστά στο Βεζίρη. Για άλλη μια φορά ομολόγησε την πίστη του, δήλωσε πως είναι έτοιμος να πεθάνει γι' αυτήν και μάλιστα είπε στο βεζίρη να πιστέψει κι αυτός στο Χριστό για να μην πάει στην κόλαση. Τότε ο βεζίρης έδωσε εντολή να αποκεφαλιστεί με ξίφος. Ο Άγιος αφού προσευχήθηκε, γονάτισε και δέχτηκε με χαρά το τελειωτικό μαρτύριο. Ήταν 25 Ιανουαρίου, ημέρα Τρίτη και ώρα δύο το μεσημέρι. Την επόμενη μέρα, φάνηκε φως πάνω από το λείψανο και το είδαν πολλοί Χριστιανοί αλλά και τούρκοι. Ο άρχοντας Μιχαήλ, παρακάλεσε τη σουλτάνα και πήρε το σώμα για να το τιμήσει και να το ενταφιάσει στον ιερό ναό της Ζωοδόχου Πηγής. Στην ανακομιδή των λειψάνων βγήκε ευωδία από τα λείψανα και συνεχώς γίνονταν πολλά θαύματα. Ο Γρηγόριος μαθαίνοντας όλα αυτά, ζήτησε για ευλογία την κάρα του Αγίου για το μοναστήρι του Ξηροποτάμου όπου και βρίσκεται κάνοντας συνεχώς πολλά θαύματα.
Ακούστε το βίο εδώ: