Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Οδύσσεια


13η ενότητα: θ 550-688/<454-571>, ι 1-41/<1-38>

12η 13η 14η

 

 

Α' ΚΕΙΜΕΝΟ

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:

● Αποχαιρετιστήρια συνάντηση Οδυσσέα-Ναυσικάς

● Το τραγούδι για τον Δούρειο Ίππο

● Θρήνος του Oδυσσέα και αυτοπαρουσίαση

Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 33η ημέρα:

 


13η ενότητα

 

Αποχαιρετισμός Ναυσικάς – Οδυσσέα

Ναυσικά
Οδυσσέας και Ναυσικά.

θ 550 Κι αφού τον έλουσαν οι δούλες και τον άλειψαν με λάδι1
του φόρεσαν ωραία χλαμύδα και χιτώνα. Κι έτσι λαμπρός
βγήκε από το λουτρό και προχωρούσε προς τους άλλους
που έπιναν κρασί. Τότε κι η Ναυσικά, με τα θεόσταλτά της κάλλη,
στάθηκε πλάι στον παραστάτη της καλοδεμένης στέγης  2
555
κι έμεινε εκεί να τον θαυμάζει, το βλέμμα προσηλώνοντας
στον Οδυσσέα. Ύστερα μίλησε, κι όπως τον προσφωνούσε,  αρχ
τα λόγια της πετούσαν σαν πουλιά:
«Χαίρε, ω ξένε. Όταν μια μέρα φτάσεις στην πατρίδα σου,
να με θυμάσαι· γιατί σ’ εμένα πρώτη οφείλεις τη ζωή σου.»  3
560
Ευθύς της αποκρίθηκε με την πολύτροπή του γνώση ο Οδυσσεύς:
«Ω Ναυσικά, κόρη του μεγαλόκαρδου Αλκινόου!
Άμποτε ο Δίας να ενδώσει, κεραυνοβόλος σύζυγος της Ήρας,  4
κι εγώ να φτάσω στην πατρίδα, να δω του νόστου μου τη μέρα·
τότε, το υπόσχομαι, σ’ εσένα, σαν θεά, εκεί τις προσευχές μου
565
θα αναπέμπω, μέχρι το τέλος της ζωής μου,
γιατί σ’ εσένα, κόρη μου, χρωστώ που ακόμη ζω.»
Μιλώντας, κάθισε σε θρόνο, στο πλάι του βασιλιά Αλκινόου,
κι ήταν η ώρα που το κρέας μοίραζαν και συγκερνούσαν το κρασί.
Τότε φτάνει κι ο κήρυκας φέρνοντας μέσα τον Δημόδοκο,  5
570
τον αοιδό που ο κόσμος αγαπούσε και τιμούσε· [...]

Ο Οδυσσέας τιμά τον Δημόδοκο και «παραγγέλλει» τον Δούρειο Ίππο




Δούρειος ίππος

Συμπόσιο

573 Κι αμέσως τον κήρυκα προσφώνησε πολύγνωμος ο Οδυσσεύς,
574–75 κόβοντας απ’ την πλάτη ένα κομμάτι [...] / από ένα χοίρο μ’ άσπρα δόντια [...]:
576
«Ορίστε, κήρυκα, πρόσφερε τούτο το κρέας στον Δημόδοκο,
να το γευτεί· θέλω να δείξω την εκτίμησή μου,
κι ας με βαραίνει η τόση θλίψη.
579–80
Γιατί πάνω στη γη όλοι οι θνητοί οφείλουν σέβας και τιμή στους αοιδούς [...].»
584
Τότε κι οι άλλοι απλώνουν στο έτοιμο φαγητό τα χέρια τους,
585
κι όταν ο πόθος τους κορέστηκε με το φαΐ, με το πιοτό,
γύρισε στον Δημόδοκο με την πολύτροπή του γνώση
ο Οδυσσέας και τον προσφώνησε:
«Δημόδοκε, εσένα ξεχωρίζω από όλους τους θνητούς στον έπαινό μου·
σε δίδαξε ασφαλώς η Μούσα, η κόρη του Διός, ή κι ο Απόλλων,
590
έτσι που τραγουδάς με τάξη εξαίρετη των Αχαιών τη μοίρα,
τι έπραξαν οι Αχαιοί, τι έπαθαν, τι έχουν υποφέρει·
σάμπως να βρέθηκες παρών ο ίδιος ή σου τα είπε κάποιος που τα είδε.
Μα τώρα λέω άλλαξε σκοπό, ιστόρησέ μας για τον δούρειο ίππο,
το πώς τον έφτιαξε με τέχνη ο Επειός, και η Αθηνά μαζί του·  6
το πώς τον δόλο αυτόν τον έφερε επάνω στην ακρόπολη ο θείος Οδυσσεύς, αρχ
κλείνοντας μέσα του πλήθος ανδρών –
αυτούς που ερήμωσαν το Ίλιο.
Ανίσως κατορθώσεις με τη σωστή σειρά κι αυτά ν’ ανιστορήσεις,
τότε κι εγώ θα ομολογήσω σ’ όλους τους ανθρώπους ότι
600
ένας θεός καλόγνωμος σου χάρισε το θείο τραγούδι.»
Έτσι του μίλησε, κι αυτός θεόπνευστος φανέρωσε
του τραγουδιού του την αρχή. Απ’ το σημείο κινώντας, όταν
οι άλλοι, ανεβαίνοντας στα πλοία με τη γερή κουβέρτα,
πήραν να φεύγουν, βάζοντας στις σκηνές φωτιά.
605
Ενώ οι υπόλοιποι, γύρω στον περιβόητο Οδυσσέα,
στην αγορά των Τρώων βρέθηκαν, κρυμμένοι στην κοιλιά του αλόγου,
που μόνοι τους οι Τρώες το ’φεραν στην ακρόπολή τους.
Ο δούρειος ίππος ήταν εκεί στημένος, κι εκείνοι, τριγύρω
καθισμένοι, αγόρευαν πολλά κι ανόητα. Τότε μοιράστηκε
610
στα τρία η γνώμη τους:
ή να κεντήσουν το κούφιο ξύλο με τον άσπλαχνο χαλκό τους·  7
ή να τον σύρουν στην κορφή, να γκρεμιστεί πάνω στους βράχους·
ή άθικτο να τον αφήσουν, για τους θεούς εξιλαστήριο 8  ξέρεις ότι...
αφιέρωμα. Κι έμελλε να συντελεστεί η τρίτη γνώμη·
615
γιατί ήταν το γραφτό της μοίρας τους να αφανιστούν, αν τον προστάτευε
η πόλη αυτόν τον μέγα δούρειο ίππο, όπου
ήσαν κρυμμένοι οι άριστοι των Αχαιών, στους Τρώες απειλώντας
θάνατο και φόνο.
Και τραγουδούσε πώς των Αχαιών τα παλικάρια πάτησαν
620
το κάστρο, όταν ξεχύθηκαν από τον δούρειο ίππο [...].
622
Και τραγουδούσε πώς σκορπίστηκαν, ένας εδώ άλλος αλλού,
ρημάζοντας την πάνω πόλη· ο Οδυσσέας όμως, σαν τον Άρη,
με τον ισόθεο μαζί Μενέλαο, πώς τράβηξαν ορμώντας
625
στο παλάτι του Δηιφόβου· κι εκεί, διηγήθηκε, το πώς εκείνος  9 ξέρεις ότι...
τόλμησε πόλεμο ανελέητο, και τέλος νίκησε
με τη βοήθεια της αντρειωμένης Αθηνάς.
Αυτά τραγούδαγε ο φημισμένος αοιδός· ωστόσο ο Οδυσσέας
έλιωνε, το δάκρυ του έτρεχε ασταμάτητο μουσκεύοντας τα μάγουλά του.
630
Πώς μια γυναίκα μοιρολογεί τον άντρα της πεσμένη πάνω του,
που εκεί, μπροστά στην πόλη του και στον λαό του, πέφτει
για την πατρίδα πολεμώντας και τα τέκνα του, να τα γλιτώσει
από τη μαύρη μέρα·
κι εκείνη, όπως τον βλέπει τώρα να σπαρταρά και να τελειώνει,
635
γύρω του σωριασμένη, σπαράζει από το κλάμα· ενώ οι εχθροί
με τα κοντάρια τους πισωχτυπούν αλύπητα στην πλάτη και στους ώμους,
τη σέρνουν να την πάρουν σκλάβα τους, για να βουλιάξει
στης δυστυχίας τον πόνο.
Πώς το πικρότατό της πάθος μαραίνει πρόσωπο και παρειές,
640
έτσι κι ο Οδυσσέας θρηνώντας έχυνε τότε το πικρό του δάκρυ.
Οι άλλοι καν δεν πρόσεξαν που πνίγονταν στο δάκρυ ο ξένος,
μόνο ο Αλκίνοος το αισθάνθηκε [...].

[Και ζήτησε από τον αοιδό να σταματήσει το τραγούδι και από τον Οδυσσέα να αποκαλυφθεί:]

669 «[...] / Πες πρώτα το όνομά σου [...].
670
Κι ακόμη, φανέρωσε τη χώρα σου, λαό και πόλη,
για να σε ταξιδέψουν προς τα εκεί τα πλοία, με τους δικούς τους
λογισμούς. Γιατί σ’ εμάς τους Φαίακες οι καπετάνιοι περισσεύουν,   10
δεν μας χρειάζονται καν τα πηδάλια, όπως συμβαίνει με των άλλων
τα καράβια. Μόνα τους τα πλεούμενά μας ξέρουν τι λογαριάζουν
675
και τι σκέφτονται οι άνθρωποι που ταξιδεύουν· γνωρίζουν
πόλεις και χωράφια καρπερά· κι έτσι, ταχύτατα περνούν
το άγριο κύμα της θαλάσσης μες στην ομίχλη, σκεπασμένα με νεφέλη.
Κι ούτε ποτέ κινδύνεψαν να πάθουν κάποια βλάβη ή να βουλιάξουν.
680
Μόνο που μια φορά άκουσα τον πατέρα μου Ναυσίθοο να λέει –
αυτός μας είπε πως ο Ποσειδών μπορεί και να εξοργιστεί,
που εμείς όλους τούς ταξιδεύουμε με δίχως βλάβη·
πρόσθεσε μάλιστα πως κάποια μέρα το καλοτάξιδο καράβι, καθώς
εκείνο θα γυρνά από ταξίδι γυρισμού, θα το συντρίψει ο θεός
685
καταμεσής στο μαύρο πέλαγο, και πως την πόλη
θα σκεπάσει μέγα βουνό.
Τέτοια μιλούσε ο γέροντας· όμως αυτά είναι στο χέρι του θεού
να τα εκτελέσει ή να τ’ αφήσει ατέλεστα, όπως
το κρίνει εκείνος και το προτιμήσει. [...]»

[Ζήτησε ακόμη από τον Οδυσσέα να μιλήσει για τις χώρες και τους ανθρώπους που γνώρισε και γιατί κλαίει.]

Η απάντηση του Οδυσσέα


Ιθάκη

ι 1 Γυρνώντας τότε του αποκρίθηκε ο Οδυσσέας πολύγνωμος:
«Ευγενικέ μου Αλκίνοε, που ξεχωρίζεις πρώτος στον λαό σου,
ωραίο πράγματι ν’ ακούς έναν καλό αοιδό,
όπως αυτός εδώ, με θεία θα ’λεγες φωνή.
5
Κι ομολογώ, απόλαυση άλλη δεν υπάρχει πιο χαριτωμένη,
απ’ όταν σμίγει ο κόσμος όλος σ’ ευφροσύνη: στην αίθουσα
οι καλεσμένοι, καθισμένοι στη σειρά, ακούν τον αοιδό
προσηλωμένοι, και τα τραπέζια εκεί μπροστά γεμάτα
ψωμί και κρέας· ο οινοχόος να τραβά απ’ τον κρατήρα
10
το κρασί και να περνά, να το κερνά στις κούπες.
Βαθιά το αισθάνομαι πως είναι αυτό ό,τι πιο ωραίο υπάρχει.  11
Εσένα όμως η ψυχή σου ορμήθηκε να μάθεις τις βαριές μου
συμφορές, για να με κάνεις πιο πολύ να οδύρομαι και να στενάζω. [...]
20
Είμαι λοιπόν ο Οδυσσεύς, γιος του Λαέρτη, όλοι καλά με ξέρουν,
για τους δόλους μου η φήμη μου έχει φτάσει ψηλά στον ουρανό.
Πατρίδα μου η Ιθάκη, που τη γνωρίζεις εύκολα
· στη μέση της αρχαίο κείμενο
υψώνεται βουνό, το Νήριτο περήφανο, ο άνεμος κλονίζει
τα φυλλώματά του. Τριγύρω κατοικούνται κι άλλα
25
πολλά νησιά, πολύ κοντά το ένα στο άλλο [...].
30
Τραχιά, κι όμως καλή [η Ιθάκη], τρέφει τα παλικάρια της λαμπρά –
εγώ δεν ξέρω να ’χω δει κάτι γλυκύτερο απ’ τη γη της.
Αλλά με κράτησε μακριά η Καλυψώ στις θολωτές σπηλιές της,
θεά δαιμονική, από τον πόθο ταίρι της να με κάνει· [...].
36
Κι όμως δεν μπόρεσε το φρόνημά μου να λυγίσει μες στα στήθη·
τίποτε άλλο πιο γλυκό από πατρίδα και γονιούς, αρχ
έστω κι αν κάποιος κατοικεί σε τόσο πλούσιο σπίτι
αλλά σε τόπο ξένο, απόμακρο, απ’ τους δικούς του χωρισμένος.
40
Ήλθε ο καιρός ωστόσο τον πολυδάκρυτό μου νόστο να ιστορήσω,
όπως ο Ζευς τον όρισε, όταν ξεκίνησα να φύγω από την Τροία.

 

Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης ερωτήσεις

 

νηοπομπή
Πλοίο. Tοιχογραφία από το Aκρωτήρι της Θήρας – 1550-1500 π.X.
(Aθήνα, Eθνικό Aρχαιολογικό Mουσείο)
Πηγή εικόνας: Τ.Α.Π.

 

 


 

1. (στ. 550) τον άλειψαν με λάδι: ήταν συνήθειά τους η επάλειψη με (αρωματικό) λάδι μετά το λουτρό.

2. (στ. 554) στάθηκε πλάι στον παραστάτη: Παραστάτες λέγονται τα πλαϊνά ξύλα της θύρας (τα κουφώματα)· εδώ όμως παραστάτης φαίνεται πως είναι ένας από τους στύλους που στήριζαν τη στέγη.

3. (στ. 553-9) Τότε [...] ζωή σου: Ο ρόλος της Ναυσικάς τελειώνει εδώ: θαυμάζει μόνο τον φρεσκολουσμένο ήρωα (όπως και στη ραψωδία ζ) και του απευθύνει έναν απλό – αλλά αποκαλυπτικό των αισθημάτων της – χαιρετισμό, που βρήκε ανταπόκριση (561–566).

4. (στ. 562) Άμποτε ο Δίας να ενδώσει: μακάρι να επιτρέψει ο Δίας.

5. (στ. 569) φέρνοντας μέσα τον Δημόδοκο: τον Δημόδοκο συνόδευε ο κήρυκας, γιατί ήταν τυφλός (όπως δείχνει ο στ. θ <64>).

6. (στ. 594) το πώς τον έφτιαξε με τέχνη ο Επειός: Ο Επειός είναι ο μυθικός κατασκευαστής του δούρειου/ξύλινου ίππου (δούρειος < δόρυ: κορμός δέντρου, ξύλο)· η επιτυχία όμως του εγχειρήματος αυτού αποδίδεται στον Οδυσσέα (βλ. τους στ. 595–6, εδώ, και δ 296–315, στη σελ. 12). Ο Οδυσσέας, λοιπόν, επιθυμεί να ακούσει τραγουδημένο το σπουδαιότερο κατόρθωμά του.

7. (στ. 611) να κεντήσουν το κούφιο ξύλο με τον άσπλαχνο χαλκό τους: να τρυπήσουν το κούφιο ξύλινο άλογο με τα (άσπλαχνα) χάλκινα όπλα τους.

8. (στ. 613-4) για τους θεούς εξιλαστήριο αφιέρωμα: αφιέρωμα για εξιλέωση/εξευμενισμό των θεών.

9. (στ. 625) στο παλάτι του Δηιφόβου: Πήγαν εκεί, προφανώς για να πάρουν την Ελένη αφού, σύμφωνα με τον μύθο, ο Δηίφοβος, γιος του Πρίαμου και αυτός, πήρε γυναίκα του την ωραία Ελένη μετά τον θάνατο του Πάρη.

10. (στ. 670-1) να σε ταξιδέψουν [...] τα πλοία, με τους δικούς τους λογισμούς: Τα πλοία των Φαιάκων παρουσιάζονται αυτοματοποιημένα, όπως αυτόματα κινούνται και άλλα αντικείμενα σε παραμύθια όλων των λαών.

11. (στ. 3–11) ωραίο [...] υπάρχει: Υπογραμμίζεται εδώ ο αντιπολεμικός χαρακτήρας της Οδύσσειας: επιδοκιμάζεται η απολαυστική ειρηνική ζωή των Φαιάκων, που ο πολύπαθος Οδυσσέας θεωρεί «ό,τι πιο ωραίο υπάρχει».

 

αρχή

 



«Ο φιλόπατρις» του Ανδρ. Κάλβου (1792-1869)

 


Ω φιλτάτη πατρίς,
ω θαυμασία νήσος,
Ζάκυνθε· συ μου έδωκας
την πνοήν, και του Απόλλωνος
τα χρυσά δώρα! [...]

Ποτέ δεν σε ελησμόνησα,
ποτέ· – Και η τύχη μ’ έρριψε
μακρά από σε· με είδε
το πέμπτον του αιώνος
εις ξένα έθνη. [...]

Χαίρε Αυσονία, χαίρε
και συ Αλβιών, χαιρέτωσαν
τα ένδοξα Παρίσια·
ωραία και μόνη η Ζάκυνθος
με κυριεύει. [...]

Μοσχοβολάει το κλίμα σου,
ω φιλτάτη πατρίς μου,
και πλουτίζει το πέλαγος
από την μυρωδίαν
των χρυσών κίτρων. [...]

Ας μη μου δώση η μοίρα μου
εις ξένην γην τον τάφον·
είναι γλυκύς ο θάνατος
μόνον όταν κοιμώμεθα
εις την πατρίδα.

 

 

 

Παραλληλίστε την αγάπη του Oδυσσέα για την Iθάκη (ι 22-39) με την αγάπη του Kάλβου για τη Zάκυνθο, όπως φαίνεται στα παραπάνω αποσπάσματα. (Λάβετε υπόψη σας ότι ο Kάλβος έζησε πολλά χρόνια ξενιτεμένος σε χώρες ευρωπαϊκές.)

 

 

αρχή

 


 

  1. Σχολιάστε την αποχαιρετιστήρια συνάντηση Nαυσικάς-Oδυσσέα (θ 553-566) με όποιον τρόπο επιθυμείτε (δηλαδή με λόγο ποιητικό, με δραματοποίηση, με ζωγραφική κτλ. – δείτε και το σχόλιο 3).

  2. Mπροστά στον Δούρειο Ίππο η γνώμη των Τρώων μοιράστηκε στα τρία (βλ. τους στ. θ 611-614). Mε ποια επιχειρήματα θα μπορούσε η κάθε πλευρά να υποστηρίξει την άποψή της;

  3. Aναλύστε την παρομοίωση των στίχων θ 630-640.

  4. Στους στίχους ι 5-11 ο Oδυσσέας παραδέχεται πως ένα καλό συμπόσιο, πλαισιωμένο με τραγούδι, είναι ό,τι πιο ωραίο υπάρχει. Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί αυτή η προτίμησή του; (βλ. και το σχόλιο 11).

  5. Eπαληθεύει ο Δημόδοκος όσα λέγονται στο 4ο θέμα της Eισαγωγής του βιβλίου σας, για τους αοιδούς;

  6. Συζητήστε στην τάξη τις αναλογίες που διαφαίνονται ανάμεσα στον αοιδό Δημόδοκο και σε φημισμένους σύγχρονους τραγουδιστές: η θέση και ο ρόλος τους στην κοινωνία όπου ζουν, η απήχηση των τραγουδιών τους στον κόσμο, η σχέση τους με τους ακροατές κτλ.

[Δ. Ν. Μαρωνίτης, «Αοιδός, αφηγητής, ποιητής. Εσωτερική ποιητική της Οδύσσειας» [πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

 

αρχή

 



 

Στη ραψωδία θ προετοιμάζεται μεθοδικά η αποκάλυψη της ταυτότητας του Οδυσσέα:

Συγκινείται από τα τραγούδια του Δημόδοκου, που του θύμισαν το ηρωικό παρελθόν του· διακρίνεται στη δισκοβολία και καυχιέται για τις επιδόσεις του στο τόξο και στο δόρυ· αρχίζει έτσι να ξαναβρίσκει τον εαυτό του, αλλά και να προκαλεί το ενδιαφέρον των Φαιάκων για το πρόσωπό του. Όταν λοιπόν ο Αλκίνοος του ζήτησε να πει το όνομά του, να φανερώσει την πατρίδα του και να διηγηθεί σε ποιες χώρες ταξίδεψε, ήταν έτοιμος να αποκαλύψει την ταυτότητά του και να εξιστορήσει τις περιπέτειές του.

text Λ. Πόλκας, «Οδύσσεια, Αλκίνου Απόλογοι (ι 1-38)»: Η φιλοξενία στο παλάτι του Αλκίνοου [πηγή: Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα]

 



 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

 

1. Η σκηνή του αποχαιρετισμού Οδυσσέα-Ναυσικάς (550-66/<454-68>) μπορεί να συσχετιστεί με τον πίνακα του Λέιτον, που αποκαλύπτει τα συναισθήματα της κόρης, αλλά και με το σχόλιο 3 του ΒΜ. Ας σημειωθεί, συμπληρωματικά, η διακριτικότητα της κόρης, που δεν κρύβει όμως την ανεκπλήρωτη επιθυμία της και την επίγνωση της αρωγής που πρόσφερε στον ικέτη της, ενώ εκείνος τής εκφράζει την ειλικρινή ευγνωμοσύνη του για όσα τής χρωστάει, αλλά αυτό μόνο- ο πειρασμός της υπέροχης Ναυσικάς δεν είναι πια ικανός να τον αποπροσανατολίσει, έστω και λίγο, από τον στόχο του νόστου.

 

2. Ο Οδυσσέας και η ταυτότητά του

 

O Οδυσσέας άρχισε να αποκαλύπτει πτυχές του προσώπου του στη συνάντησή του ήδη με τη Ναυσικά (ζ 200-1) και στον «Ἀρήτης Ἀπόλογον» (ραψ. η). Στη ραψωδία θ όμως διαμορφώνονται συνθήκες που βοηθούν τον Oδυσσέα να θυμηθεί το ένδοξο τρωικό παρελθόν του, για να συνειδητοποιήσει και ο ίδιος ποιος πράγματι είναι, αλλά και για να καταξιωθεί ενώπιον των Φαιάκων, ώστε να γίνει πιστευτός όταν τους αποκαλύψει το θρυλούμενο πρόσωπό του και τον «πολυδάκρυτο νόστο του». Έτσι:

• όταν ακούει από τον αοιδό (ως τραγούδι φημισμένο μέχρι τον ουρανό) ένα επεισόδιο της τρωικής του ιστορίας, συγκινείται βαθιά, όπως δείχνει η εικόνα των στίχων θ 10 -13·

• με τη νίκη του στη δισκοβολία ξαναβρίσκει την αγωνιστική του διάθεση, θυμάται τους συμπολεμιστές του στην Τροία και καυχιέται για τις επιδόσεις του εκεί στην τοξοβολία και στον ακοντισμό (θ 221 κ.ε.)·

• το τρίτο τραγούδι του Δημόδοκου το προκαλεί ο ίδιος ο Οδυσσέας με μια διάθεση διερεύνησης αν έχει γίνει τραγούδι και το σπουδαιότερο κατόρθωμά του στην Τροία –ο «Δούρειος Ίππος»– (593-627)· και όταν το ακούει, συγκλονίζεται από τη συνάντηση αυτή με τον εαυτό του, όπως δείχνει η παρομοίωση των στίχων 628-40.

→ Εξελικτικά, λοιπόν, ο Οδυσσέας και με άνεση χρόνου, που εξασφαλίζει ψυχολογική αλήθεια, αυτοβεβαιώνεται, αλλά και εξάπτει το ενδιαφέρον των Φαιάκων για το πρόσωπό του, που δεν φαίνεται τυχαίο· και προκαλούμενος με ευγένεια από τον Aλκίνοο μέσα σε μια φιλόξενη ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης – και με εξασφαλισμένο τον νόστο και τα δώρα – αυτοπαρουσιάζεται σ’ όλο του το μεγαλείο με δικαιολογημένη υπερηφάνεια (ι 20-1)· παρουσιάζει ως το γλυκύτερο στον κόσμο και την πατρίδα του με τα ιδιαίτερα γνωρίσματά της (ι 22 κ.ε.), που τα χρειάζονται τα αυτοματοποιημένα καράβια των Φαιάκων, για να τον πάνε εκεί γρήγορα και ακίνδυνα (θ 669 κ.ε.). Και είναι έτοιμος τώρα να εξιστορήσει τις περιπέτειές του (ι 40-1 συνεχίζοντας ουσιαστικά το τρίτο τραγούδι του Δημόδοκου, πράγμα που υπογραμμίζει την αφηγηματική δεξιοτεχνία του ποιητή.

 

3. Για τους αοιδούς

Τα γνωστά για τους αοιδούς, γενικά, και για τον Φήμιο, ειδικότερα, (α 171-2, 361-2), συμπληρώνονται τώρα με την παρουσία του Δημόδοκου σ’ όλη τη ραψωδία θ (και στην αρχή τής ι), που μας επιτρέπει να σχηματίσουμε πληρέστερη εικόνα για το πρόσωπο του αοιδού, καθώς και για τη θέση και τον ρόλο του στην κοινωνία όπου ζει. Ανιχνεύονται τα σχετικά στοιχεία:

• είναι θεῖος: «ένας θεός τού χάρισε του τραγουδιού τη χάρη», να «τέρπει τους ακροατές» (θ <43-5>, 434-6) ή να τους συγκλονίζει, όταν το τραγούδι τούς αφορά (θ 10 -13/<83-9 >, 6 8-43/<5 1-31> · πρβλ. α 378-83/<340-4>)·

• είναι ο διαλεχτός της Μούσας, το δώρο του τραγουδιού όμως το πλήρωσε με την τύφλωσή του (θ <63-4>), για να είναι, φαίνεται, αποκλειστικά θεόπνευστος στην ποιητική τέχνη·

• έχει έτσι οδηγό και βοηθό έναν κήρυκα, που τον καθίζει σε θέση τιμητική και τον περιποιείται (θ <6 -70>, <105-18>, < 61- >, 569-7 /<471-3>)·

• τραγουδά βοηθούμενος από τη Μούσα άλλοτε επιλέγοντας ο ίδιος το θέμα του τραγουδιού (θ <73> κ.ε., < 66> κ.ε.) και άλλοτε εκτελώντας παραγγελία άλλου, του Oδυσσέα εδώ (θ 593/<49 > κ.ε.)·

•  τα τραγούδια του αναφέρονται σε ἔργ᾽ ἀνδρῶν τε θεῶν τε (α 374-6/<337-8>), πράγμα που επιβεβαιώνουν τα τρία τραγούδια του Δημόδοκου, και τα τραγουδά παίζοντας τη «φόρμιγγα» / «κιθάρα»·

• ζει κοντά στους άρχοντες και η παρουσία του είναι απαραίτητη στις επίσημες εκδηλώσεις τους, όπου δέχεται τιμές και επαίνους, από τον Oδυσσέα εδώ (θ 573-81/<474-81>, 588-9 /<487-91>, ι 3-11).

Aς σημειωθεί ακόμη ότι:

Το πρώτο και το τρίτο τραγούδι του Δημόδοκου έχουν πρωταγωνιστή τον Oδυσσέα· συμπλέκονται έτσι σ’ αυτά αοιδός – Οδυσσέας – ποιητής: ο ποιητής ρυθμίζει τον ποιητικό λόγο, ο Oδυσσέας τον τροφοδοτεί και τον υποστηρίζει, ο δε πλασματικός αοιδός τον οικειοποιείται. Αυτό σημαίνει ότι όσοι έπαινοι ακούγονται από τον Oδυσσέα για τον αοιδό «ανακλώνται στον υποβολέα τους, [...] τον ποιητή της Οδύσσειας».

Για το τρίτο, ειδικότερα, τραγούδι, που αποτελεί ακριβή και σαφή περίληψη του θέματος του Δούρειου Ίππου (60 - 7/<500- 0>) ο HainsworΤh σημειώνει: «Πιθανότατα έχουμε δίκαιο να θεωρούμε μια τέτοια περίληψη ως τον πυρήνα μιας επικής ιστορίας την οποία η ἀοιδὴ πρέπει να συμπληρώσει με ενδιαφέροντα στοιχεία και χρώμα.» Και ακόμη ότι: «O Δημόδοκος επιλέγει το δικό του σημείο εκκίνησης εντός του επεισοδίου που του έχει παραγγελθεί» 10 – ἔνθεν ἑλὼν/«απ’ το σημείο κινώντας» (θ 60 /<500>)· πρβλ.: «Από όπου θες, θεά, ξεκίνα την αυτή την ιστορία» (α <10> 1 ).

 

4. Η κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική κατάσταση της Σχερίας (με βάση κυρίως τις περιλήψεις των ραψωδιών ζ, η, θ - και με αναφορές σε μικρά αποσπάσματα της μετάφρασης):

Η κοινωνία των Φαιάκων είναι οργανωμένη με δικαιοσύνη και ευσέβεια και στραμμένη σε έργα ειρηνικά, όπως η ναυτιλία. Συνδυάζει υλική αφθονία, ανεπτυγμένη τεχνική και ζηλευτή ποιότητα ζωής. Οι Φαίακες διακρίνονται για την ευγένεια και την ιδιαίτερα φιλόξενη συμπεριφορά, που αποδίδει βέβαια τιμή στους ξένους, εμμέσως όμως υποδηλώνει το υψηλό πολιτισμικό τους επίπεδο. Με βάση τις σχέσεις των μελών της βασιλικής οικογένειας, διακρίνουμε ζηλευτές τις οικογενειακές τους σχέσεις. Η χώρα διοικείται από έναν εμπνευσμένο άνακτα, που πλαισιώνεται από άλλους δώδεκα βασιλείς στη διακυβέρνηση της χώρας (θ <390-1>). Οι πολίτες συμμετέχουν στη δημόσια ζωή (στη συνέλευση, σε ανοιχτά συμπόσια, στους αγώνες). Συγχωνεύονται, όπως φαίνεται, στο πολίτευμα των Φαιάκων στοιχεία μοναρχίας και αριστοκρατίας με ίχνη και δημοκρατίας σε μια πρωτότυπη μορφή κράτους και διακυβέρνησης.

Η υπερπολιτισμένη λοιπόν για την ομηρική εποχή Σχερία μοιάζει σχεδόν ουτοπία, ενσαρκώνει όμως, σίγουρα, το όραμα του ποιητή για την ανθρώπινη κοινωνία.

 

Αποσπάσματα από τη σχετική βιβλιογραφία / αρθογραφία

 

O Oδυσσέας ανακτά το πρόσωπό του στη Σχερία

 

«H ουτοπική Φαιακία αποδεικνύεται ο αναγκαίος σταθμός ανεφοδιασμού του ήρωα για το ταξίδι της επιστροφής· ανεφοδιασμού όμως που δεν αφορά μόνο τα πλούσια δώρα που θα του χαρίσουν οι Φαίακες [...]. O ήρωας στη Φαιακία φρεσκάρει τη μνήμη του και επανακτά την αίγλη του, ξανακερδίζει τις προϊλιαδικές και ιλιαδικές του ιδιότητες, επιβεβαιώνει την αρχοντιά και τη γοητεία του και μέσα από τους “Aπολόγους” ξαλαφρώνει την ψυχή του από τα μύρια πάθη της και τη συνείδησή του από το βάρος του χαμού των αγαπημένων του εταίρων· αποκαθίσταται ως φιλέταιρος αρχηγός και δικαιολογείται ο μοναχικός του νόστος. [...]

Εκείνο το πρωί που ξυπνά ως φιλοξενούμενος του Aλκίνοου στη Σχερία και κατευθύνεται μαζί του στην αγορά των Φαιάκων, η προστάτιδα του θεά, η Aθηνά, μητιόωσα, όπως χαρακτηριστικά αποκαλείται, υφαίνει τα σχέδια της, πώς θα κατορθώσει να αναδείξει τον ευνοούμενό της φίλον και δεινὸν και αἰδοῖον στους Φαίακες. Γι’ αυτό και καθυστερεί ως τους “Mεγάλους Aπολόγους” η αποκάλυψη της ταυτότητας του Oδυσσέα. O ήρωας πρέπει πρώτα να αποδείξει τις αρετές του, να γίνει αποδεκτός με αυτές από τους Φαίακες και μετά να αποκαλύψει την ταυτότητά του. Δεν θα μπορούσε αλλιώς να γίνει πιστευτός, γιατί δεν είναι εύκολο, την εποχή που το όνομά του έχειγίνει θρύλος (ι 20), αυτός να δηλώνει χωρίς πειστήρια ότι είναι ο Oδυσσέας. Mόνο που ο ποιητής, περισσότερο μητιόεις από την ηρωίδα του, την Aθηνά, δεν προσπαθεί να πείσει μόνο τους Φαίακες για την αξία και τις ικανότητες του Oδυσσέα, αλλά και αυτόν τον ίδιο τον ήρωα, που αυτή τη στιγμή είναι απελπισμένος και δεν φαίνεται να πιστεύει σ’ αυτές [...].

O Οδυσσέας στη Σχερία θα εγκαταλείψει την απαισιοδοξία του και θα πιστέψει στον εαυτό του [...]. Έτσι η σύστασις του Oδυσσέα στους Φαίακες αποδεικνύεται ανασύσταση. Μια ανασύσταση που κρίνεται αναγκαία από τον ποιητή ως απαραίτητο εφόδιο του Oδυσσέα για όσα πρόκειται να αντιμετωπίσει στην Ιθάκη.»

 

(Kούρφαλη και Xαραλαμπίδης, Φιλόλογος 95, σσ. 5 -4, Γ΄).

 

H σχέση των δύο ακραίων τραγουδιών του Δημόδοκου με τους «Aπολόγους»

 

«Τα δύο ακραία [...] τραγούδια του Δημόδοκου συνέχονται στην πραγματικότητα με τους επόμενους Aπολόγους, εφόσον και εκείνα αναφέρονται στον Oδυσσέα σε συμπληρωματικές όψεις του. Aν μάλιστα ισχύει η ελκυστική ερμηνεία του σχολιαστή ότι στην πρώτη αοιδή η αιτία του νείκους ανάμεσα στους αριστείς των Αχαιών αφορούσε τον τρόπο με τον οποίο θα κυριευόταν η Τροία, με την ανδρεία του Αχιλλέα ή με την ευστροφία του Oδυσσέα, η τρίτη αοιδή με το δόλο του δούρειου ίππου σφραγίζει το θρίαμβο του πρωταγωνιστή της Οδύσσειας στον τρωικό κύκλο (πριν απο την άλωση και κατά την άλωση της Τροίας), ενώ η διεξοδική απάντηση-διήγησή του καλύπτει τα μεταπολεμικά του βάσανα και πάθη (μετά την άλωση). Kατ’ επέκταση, οι αοιδές του Δημόδοκου και οι επόμενοι Aπόλογοι αποτελούν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, σχηματίζοντας μια κλίμακα διαδοχής, στο εσωτερικό της οποίας οι πρώτες προετοιμάζουν τους δεύτερους. Όπως έχει υποδείξει ο Δ.N. Mαρωνίτης, η κλίμακα στη συγκεκριμένη περίπτωση σηματοδοτεί μια διπλή μετάβαση: α) από την αοιδή στη διήγηση· β) από τον επαγγελματία, θεόπνευστο, παραδοσιακό αοιδό στο νεοτερικό, αυτοδίδακτο αφηγητή.»

(Πόλκας, σ. 64, Γ΄).

 

3. Το πολιτισμικό επίπεδο των Φαιάκων

α. «Στη γωνία τούτη της γης που λέγεται Σχερία η ανθρωπότητα φαίνεται ότι έφτασε, επιτέλους, σε τέτοιο επίπεδο κοινωνικής και ηθικής τελειότητας, ώστε να συγχωνεύσει σε θαυμαστή ενότητα τις ποικίλες εμπειρίες που ο κόσμος είχε δώσει ως τότε. [...] Για να φτάσουν στο σημείο αυτό, οι Φαίακες έστρεψαν θαρραλέα τα νώτα στο ιδανικό του πολέμου και της επιθετικότητας, ιδανικό που αποτέλεσε τη δόξα αλλά και την αιτία της καταστροφής των αχαϊκών λαών. H Σχερία αποτελεί ουτοπία σε μυθολογικό πλαίσιο· ουτοπία όμως που είναι δημιούργημα μακρού στοχασμού πάνω σε αληθινές εμπειρίες. Aπό την άποψη αυτή η Σχερία εντάσσεται στην καθολική ανθρώπινη πραγματικότητα και φωτίζει, με τον τρόπο της, την αληθινή Ιστορία, την περασμένη, τη σύγχρονη και τη μελλοντική.» (Bλάχος, σ. 53-4, B).

β. «Έτσι, η Oυτοπία των Φαιάκων δεν παρουσιάζεται πια ως ξεχωριστό επεισόδιο μέσα σε ένα πολιτικά διαμορφωμένο κείμενο· αντίθετα, είναι ο υπέρτατος στόχος μιας αδιάκοπης αναζήτησης, στόχος που εξαγγέλλει [...] την καταπληκτική ανάπτυξη της πολιτικής σκέψης και πράξης στις δημοκρατικές Πόλεις της κλασικής περιόδου.» ( Ό.π., σ. 133).

γ. «Σε ολόκληρη την πόλη [...] απλώνεται ένα κλίμα ειρήνης, ευτυχίας και ευθυμίας, και δύσκολα ξεχωρίζει κανείς την εργασία από τη διασκέδαση και τη διασκέδαση από τις υποθέσεις του κράτους και από τη διακυβέρνηση της χώρας. Έτσι, η εμφάνιση ενός άθλιου ναυαγού, του Oδυσσέα, γίνεται αμέσως κρατική υπόθεση και χρειάζεται να συγκληθούν οι πιο υψηλοί κρατικοί λειτουργοί. Oι διαβουλεύσεις σχετικά με το θέμα αυτό διεξάγονται σε οικογενειακό κύκλο και σε επίσημα συμπόσια, κάτω από το φως των πυρσών, πριν μεταπηδήσουν σε δημόσιους χώρους για να κλείσουν τελικά μέσα στα στάδια, με αγωνίσματα, λαϊκούς χορούς και τραγούδια!» ( Ό.π., σ. 45).

δ. «H πολιτισμένη ανθρωπότητα, ωστόσο, δεν είναι έννοια που μπορεί εύκολα να καθοριστεί. Τα ομηρικά ποιήματα δεν είναι διδακτική ποίηση και έτσι δεν έχουν σκοπό να διδάξουν πώς πρέπει να είναι ο άνθρωπος και η κοινωνία, ξεκινώντας από κάποιο δογματικό ορισμό για τον πολιτισμό και την παιδεία. Το έπος θέλει να δείξει κάτω από το φως του μύθου –δηλαδή σε επίπεδο γνώσης υψηλότερο από την απλή υποκειμενική ηθική ή την καθαρά περιγραφική ανθρωπολογία– πώς πραγματικά είναι, ή θέλουν να είναι, οι άνθρωποι και η κοινωνία. Το έπος αποτελεί μια προ-επιστήμη ή μια ηθική προ-φιλοσοφία· αυτοί του οι τίτλοι είναι που εξηγούν τη θέση και τη σημασία του στην κλασική παιδεία. Από την άποψη αυτή φαίνεται απόλυτα βέβαιο πως η φανταστική παρέκβαση μέσα στο χρόνο και στο χώρο, που τόσο συχνά συναντούμε στα ομηρικά ποιήματα, δεν είναι εκδήλωση ενός απλοϊκού πνεύματος, αλλά η συνειδητή προσπάθεια που καταβάλλει ο ποιητής για να μπορέσει με αλλεπάλληλες προσεγγίσεις να εισχωρήσει στις πιο μύχιες περιοχές της ζωής του ατόμου και της ομάδας.»

(Πόλκας, σ. 36-7, Γ΄).

 

αρ