Οι πηγές της γραμματείας και των εικαστικών τεχνών είναι φειδωλές ως προς την ύπαρξη ενός ζεύγους Ιχθυοκενταύρων. Υπάρχουν και πληροφορίες για έναν μόνο Ιχθυοκένταυρο, άλλοτε για τον Αφρό, άλλοτε για τον Βυθό, ενώ στην τέχνη ενίοτε εμφανίζονται χώρια· παράστασή τους υπάρχει και στον Βωμό της Περγάμου.
Ο Ψευδο-Υγίνος παραθέτει μύθο που συσχετίζει τα μειξογενή αυτά θαλάσσια όντα με την Αφροδίτη και τη γέννησή της, ενώ η ίδια σχέση απεικονίζεται σε ένα ψηφιδωτό από το Ζεύγμα. [Εικ. 1] Πιο συγκεκριμένα, ο συγγραφέας του 2ου αι. μ.Χ., που συγχέεται με τον γραμματικό Υγίνο του 2ου αι. π.Χ., παραθέτει ένα μύθο από τη Συριακή μυθολογία για την θεά Αστάρτη που εκκολάφθηκε μέσα σε ένα αυγό από περιστέρια, αφού πρώτα το μετέφεραν στην ξηρά ιχθύες από τα νερά του Ευφράτη, όπου είχε πέσει:
Ένα τεράστιο αβγό έπεσε στον Ευφράτη και ιχθύες το μετέφεραν στην όχθη. Περιστέρια κάθισαν επάνω του και αφού το ζέσταναν, από μέσα βγήκε η Αφροδίτη, που αργότερα ονομάστηκε Συρία θεά. Επειδή διακρίνονταν από αίσθημα δικαίου και για την ακεραιότητά της, χαρίσματα δοσμένα από τον Δία, οι ιχθύες καταστερίστηκαν, και γι’ αυτό οι Σύριοι δεν τρώνε ιχθύες ή περιστέρια, γιατί τα θεωρούν θεούς.
(Ψευδο-Υγίνος, Μύθος 197)
Φαίνεται ότι οι ιχθύες που αναφέρονται στον μύθο εξελίχθηκαν αργότερα στους Ιχθυοκένταυρους, η αρχαιότερη παράσταση των οποίων θεωρείται ότι είναι στον βωμό της Περγάμου. Σταδιακά απέκτησαν ονόματα, γονείς, συγγενείς, ολοκληρωμένη μορφή. Έτσι, κατέληξαν να θεωρούνται δίδυμοι γιοι του Κρόνου και της Φιλύρας, επομένως ετεροθαλή αδέλφια του Κένταυρου Χείρωνα, σοφοί όπως εκείνος, όμως θαλάσσιοι Κένταυροι, από τη μέση και πάνω άνθρωποι με κεραίες και δαγκάνες αστακού στο κεφάλι, από τη μέση και κάτω με σώμα αλόγου, τα πίσω πόδια του οποίου κατέληγαν σε ελικοειδή ουρά ψαριού. Ονομάζονταν Βυθός και Αφρός και διαφοροποιούνται από τους Τρίτωνες που ήταν απλούστερες μειξογενείς οντότητες, μισοί άνθρωποι και μισοί ψάρια. Ωστόσο, ο Τρίτωνας απεικονίζεται σε αρκετά αρχαία ψηφιδωτά ως Ιχθυοκένταυρος.
Οι δίδυμοι Ιχθυοκένταυροι εμφανίζονται μαζί ή και χώρια σε διάφορα έργα τέχνης, κυρίως της μετακλασικής περιόδου. Στο ψηφιδωτό από το Ζεύγμα -αναγράφονται τα ονόματά τους- μεταφέρουν τη θεά Αφροδίτη την ώρα που αναδύεται από τα κύματα πάνω σε ένα κέλυφος. Εικάζεται ότι ο Αφρός μπορεί να θεωρούνταν και θετός πατέρας της θεάς, δεδομένης της ομοιότητας στα ονόματα, ενώ στο λεξικό Σούδα δίνεται η πληροφορία ότι ο Αφρός ήταν ο πρώτος βασιλιάς των ποντοπόρων Αφρών (των Καρχηδονίων). Αυτή η πληροφορία μπορεί ίσως να συσχετιστεί με ψηφιδωτό από την πόλη Σέμπα της Τυνησίας (2ος αι. μ.Χ.), όπου ο Αφρός, μαζί με τον Τρίτωνα, συνοδεύει τον θεό Ποσειδώνα πάνω σε άρμα που το σέρνουν τέσσερις ιππόκαμποι. Σε άλλο ψηφιδωτό από το Σπίτι του Αιώνα στην Πάφο, η Θέτιδα μεταφέρεται στα χέρια από τον ερυθρόδερμο Βυθό, ενώ συνοδεύεται και από τη μητέρα της Δωρίδα και την αδελφή της Γαλάτεια. Σε γλυπτό σύμπλεγμα, ρωμαϊκό αντίγραφο της ελληνιστικής περιόδου, ένας ιχθυοκένταυρος αρπάζει τον Σειληνό, σύντροφο του θεού Διόνυσου [1].
Σχετικά λήμματα
ΑΦΡΟΔΙΤΗ, ΕΥΦΡΑΤΗΣ, ΚΕΝΤΑΥΡΟΙ, ΣΕΙΛΗΝΟΙ, ΤΡΙΤΩΝΑΣ, ΦΙΛΥΡΑ, ΧΕΙΡΩΝΑΣ
Το έργο αυτό ανακαλύφθηκε στον λόφο Εσκουιλίνο της Ρώμης, προσφέρθηκε από τον πρίγκιπα Αλέξανδρο Albani στον Λουδοβίκο XIV το 1713. Αρχικά διακόσμησε τις σκάλες της αίθουσας των Πρεσβευτών στις Βερσαλλίες, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε στους κήπους του Τριανόν. Από το 1749 είναι ενταγμένο στο Λούβρο.