Αρχαία ελληνική μυθολογία

ΦΙΛΟΤΗΤΑ





δίχως να κοιμηθεί με κάποιον από τους θεούς η ερεβώδης Νύχτα, η κόρη του Χάους και της Γαίας, γέννησε τη Φιλότητα. Αδέλφια της ήταν ο Μόρος, η Κήρα, ο Θάνατος, ο Ύπνος, τα Όνειρα, ο Μώμος, η Οϊζύς (η οδυνηρή Αθλιότητα), οι Εσπερίδες, οι Μοίρες, οι Κήρες, η Νέμεση, η Απάτη, η Έριδα και το Γήρας.

Κι η Νύχτα γέννησε το στυγερό το Μόρο και τη μαύρη Κήρα
και το Θάνατο, γέννησε και τον Ύπνο, γέννησε και το γένος των Ονείρων.
Ύστερα πάλι γέννησε το Μώμο και την οδυνηρή Αθλιότητα (Οϊζύς),
δίχως να κοιμηθεί με κάποιον από τους θεούς η ερεβώδης Νύχτα,
και τις Εσπερίδες που φυλάν τα μήλα τα ωραία, τα χρυσά,
στην άκρη του ξακουστού Ωκεανού, και τα δέντρα που δίνουν τον καρπό.
Γέννησε και τις Μοίρες και τις Κήρες που τιμωρούνε ανελέητα,
[την Κλωθώ, τη Λάχεση και την Άτροπο,
που δίνουν στους θνητούς όταν γεννιούνται το καλό και το κακό,]
που διώκουνε τις παραβάσεις ανθρώπων και θεών
κι ούτε ποτέ τους παύουν τη δεινή οργή οι θεές,
προτού τιμωρία κακή αποδώσουνε σ’ εκείνον που έσφαλλε.
Γέννησε και τη Νέμεση, συμφορά για τους θνητούς ανθρώπους,
η ολέθρια Νύχτα. Έπειτα την Απάτη γέννησε και τη Φιλότητα,
τα καταραμένα Γηρατειά, γέννησε και την Έριδα με τη δυνατή καρδιά.
(Ησίοδος, Θεογονία 211-225, μετ. Στ. Γκιργκένης)

Φιλότης ήταν η φιλία, η αγάπη, η στοργή, η συνουσία (λεξικό Liddell-Scott-Jones) και η σημασία της ήταν περιορισμένη στο ησιόδειο σύστημα, όχι όμως και στη θεωρία του ακραγαντίνου φιλόσοφου Εμπεδοκλή, όπου η λέξη, όπως και το νείκος, προσλαμβάνει φιλοσοφική διάσταση.

Συνενώνοντας την ηρακλείτεια θεωρία για τη συνεχή μεταβολή και την παρμενίδεια άποψη για την ακινησία και έλλειψη μεταβολής του όντος, ο ακραγαντίνος φιλόσοφος διέσπασε την ουσία των φυσικών φιλοσόφων σε ύλη και ενέργεια / δύναμη που την κινεί. Στη θεωρία του ο κόσμος αποτελείται από τέσσερα αμετάβλητα, αγέννητα και άφθαρτα ριζώματα: το νερό, τη γη, τον αέρα, τη φωτιά. Η αλλαγή, η μεταβολή, που κυριαρχεί στο σύμπαν, οφείλεται στην ένωση και τον χωρισμό (μίξιν και διάλλαξιν) αυτών των τεσσάρων (όχι γέννηση και φθορά), που συντελούνται χάρη σε δύο αντίθετες δυνάμεις, τη Φιλότητα και το Νείκος (Αγάπη και Έριδα), οι οποίες κρατούν μια τάξη ανάμεσα στα στοιχεία, κάτι που θυμίζει τη δημοκρατούμενη πόλη-κράτος.

Μα έλα, άκου τα λόγια μου, γιατί η μάθηση αυξάνει τη σοφία.
Όπως είπα και πριν, δηλώνοντας των λόγων μου τα όρια,
διπλή θα πω ιστορία: κάποτε απ’ τα πολλά βγήκε
το ένα και μ’ άλλη φορά απ’ το ένα τα πολλά,
η φωτιά και το νερό κι η γη και του αγέρα το θεόρατο ύψος,
και, χωριστά απ’ αυτά, η ολέθρια Φιλονικία, ίδια απ’ όπου κι αν τη δεις,
κι ανάμεσά τους η Αγάπη, ίση στο μήκος και στο πλάτος.
Αυτήν να την κοιτάξεις με το νου σου, μη στέκεσαι με θαμπωμένα μάτια.
Αυτή ’ναι που τη θεωρούνε έμφυτη ως και στα μέλη των θνητών,
χάρη σ’ αυτή κάνουνε σκέψεις φιλικές κι έργα αρμονικά,
Χαρά λέγοντάς τη με τ’ όνομα και Αφροδίτη.
Αυτήν ποτέ δεν τη βλέπουν οι θνητοί, όταν γυρίζει
ανάμεσά τους. Εσύ όμως άκουσε τις ντόμπρες μου κουβέντες.

Όλ’ αυτά είναι ίσα και συνομήλικα,
μα το καθένα έχει δικά του προνόμια και χαρακτήρα,
κι άρχουν διαδοχικά, σαν έρχεται το πλήρωμα του χρόνου.
Πέρα απ’ αυτά, τίποτα δεν γεννιέται ούτε πεθαίνει.
(Εμπεδοκλής, απ. 17, στ. 14-25, μετ. Δ. Κούρτοβικ)