Αρχαία ελληνική μυθολογία

Μειξογενή Όντα-Θεοί και Δαίμονες

ΥΠΝΟΣ (φτερωτός)





1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13

 

Ο Ύπνος με βλέμμα απαλό ήρθε, αγκάλιασε όλα του τα μέλη σαν μητέρα που βλέπει τον αγαπημένο της γιο μετά από μακρά απουσία, και τον τύλιξε με τα φτερά της αγάπης της στο στήθος της. (Έλληνες Λυρικοί Fr. 929g -Rainer papyrus)

O Ύπνος ήταν προσωποποίηση του ύπνου. Γιος της Νύκτας —Κι η Νύχτα γέννησε […] τον Θάνατο και γέννησε τον Ύπνο και τη γενιά των Ονείρων (και τους γέννησε χωρίς να κοιμηθεί με κανέναν η μαύρη Νύχτα) (Ησ. Θεογ. 212)· ή της Νύκτας και του Ερέβους ή του Αστρέα ή της Γαίας και του Τάρταρου, αδελφός των ονείρων και δίδυμος αδελφός του Θανάτου με τον οποίο σχημάτιζε το δίδυμο των «δεινών θέων» που κατοικούσαν στον Τάρταρο (Ησ., Θεογ. 759). Μυθολογείται ότι είχε είτε τρεις γιους, ένας από τους οποίους ήταν ο Όνειρος, ή τρεις αδελφούς (εκτός από τον Θάνατο), τον Μορφέα, τον Φοβήτορα ή Ίκελο και τον Φάντασο· ή, ακόμη, και χίλια παιδιά, αρσενικά και θηλυκά. Ο Όμηρος τον αποκαλεί νήδυμο (=γλυκύ) (Ιλ., Ξ 242) και τοποθετεί την κατοικία του στη νήσο Λήμνο (Ιλ. Ξ 230), ενώ από τους μεταγενέστερους συγγραφείς του αποδιδόταν μια δική του φανταστική πατρίδα, η «Νήσος των Ονείρων», που ήταν μακρινή, στον Κάτω Κόσμο κατά τον Βιργίλιο, στη χώρα των Κιμμερίων κατά τον Οβίδιο, με παλάτι μαγεμένο όπου τα πάντα κοιμούνται. Γενικότερα πάντως, πιστευόταν ότι αναδύεται από έναν τόπο σκοτεινό, τη χώρα του πατέρα του, του Ερέβους, πέρα από τον ανατέλλοντα ήλιο, στο άρμα της μητέρας του Νύκτας (Ησ., Θεογ. 736-766δεσμός).

Τον θεωρούσαν μειλίχιο θεό, ή δαίμονα, και τον φαντάζονταν ως νέο ωραίο που άλλοτε διέτρεχε ξηρά και θάλασσα στερώντας προσωρινά από τους ανθρώπους τις αισθήσεις, προσφέροντας ως δώρο το κοίμημα, που ανέπαυε από τα δεινά, και σπέρνοντας γλυκά όνειρα. Τον παρίσταναν και ως δαίμονα με φτερά στους ώμους ή στο μέτωπο, με κλαδί στο χέρι από όπου έσταζαν σταγόνες νερού από τον ποταμό της Λήθης, με παπαρούνα που σκορπάει τον ύπνο, με κέρας, από το οποίο έπεφταν σταγόνες που έφερναν τον ύπνο στους ανθρώπους και από το οποίο σκορπίζονταν τα όνειρα. Ενίοτε τον παρίσταναν να κοιμάται σε κλίνη ή με ανεστραμμένο δαυλό, που συνήθως έφερε ο Έρωτας ως σύμβολο θανάτου πάνω σε τάφους. Με αυτό το λαλούν σύμβολο συνδεόταν περισσότερο με τον αδελφό του, τον Θάνατο, με τον οποίο παριστάνονταν μαζί (για παράδειγμα, στη Σπάρτη), ενίοτε μεταφέροντας μαζί ένα νεκρό (για παράδειγμα τον Σαρπηδόνα). Η σχέση του Ύπνου με τον Θάνατο φανερώνεται και από μια φράση του σοφιστή Γοργία που, μεγάλος και αδύναμος, είπε σε φίλο του επισκέπτη ο οποίος ενδιαφέρθηκε για την υγεία του και τον ρώτησε τι κάνει: Ο Ύπνος αρχίζει να με παραδίδει στον αδελφό του (Αιλιανός 2.34)· και βέβαια, και στον ορφικό ύμνοδεσμός που του είναι αφιερωμένος. Πάντως, αν συσχετίζεται με τον Θάνατο είναι γιατί ο φτερωτός θεός του μόνιμου ύπνου έρχεται ήπια, σε αντίθεση με τις Κήρες στις οποίες προσωποποιείται ο βίαιος θάνατος.

Στην Ιλιάδα ο Ύπνος παίζει σημαντικό ρόλο σε μια από τις πιο ερωτικές σκηνές του έπους ανάμεσα στην Ήρα και τον Δία, στην οποία, ωστόσο, ενεχόταν δόλος. Η ίδια η θεά πήγε να βρει τον Ύπνο στη Λήμνο, για να του ζητήσει να φέρει τον ύπνο στα βλέφαρα του Δία, ώστε να προλάβουν οι άλλοι θεοί να βοηθήσουν τους Έλληνες πολεμιστές στην Τροία· του έταξε μάλιστα κι ένα χρυσό θρονί και το υποπόδιό του φτιαγμένο από τα χέρια του ίδιου του Ήφαιστου. Στην αρχή ο Ύπνος, από τον φόβο του Δία, αρνήθηκε, αλλά η Ήρα τον μετέπεισε τάζοντάς του μία από τις Χάριτες, την Πασιθέα, με την οποία ο Ύπνος ήταν ερωτευμένος. Η Ήρα αποπλάνησε ερωτικά τον Δία· στη συνέχεια, ο Ύπνος τον έριξε σε ύπνο βαθύ και έσπευσε στον Ποσειδώνα να τον ενημερώσει, ώστε οι υπόλοιποι θεοί να αδράξει την ευκαιρία και να συντρέξουν τους Έλληνες. (Ιλ., Ξ 225-291, 346-360δεσμός)

Ερωτευμένος με τον Ενδυμίωνα, ο θεός έδωσε στον όμορφο νέο το χάρισμα να μένουν τα μάτια του ανοιχτά ακόμη και στον ύπνο του, ώστε να μπορεί να έχει την ευχαρίστηση να κοιτάζει διαρκώς τον εραστή του στα μάτια (Λικύμνιος, απ. 771).

Σημαντικά κέντρα λατρείας του Ύπνου στην κυρίως Ελλάδα ήταν η Επίδαυρος, η Ολυμπία, η Τροιζήνα, όπου δεχόταν θυσίες μαζί με τις Μούσες γιατί τους ήταν αγαπητός. Σύμφωνα με τον Παυσανία, στη λάρνακα που ο Κύψελος είχε αφιερώσει στο Ηραίο της Ολυμπίας περιστανόταν και μια γυναίκα που στο δεξί της χέρι κρατούσε ένα παιδί λευκό και στο άλλο ένα μαύρο· οι επιγραφές, λέει ο Παυσανίας, αλλά και το ίδιο το έργο φανέρωναν ότι πρόκειται για τη Νύκτα που, σαν τροφός, κρατά τα παιδιά της, τον Ύπνο και τον Θάνατο (Παυσ. 5.18). Στο Ασκληπιείο της Σικυώνας ο Παυσανίας περιγράφει ένα άγαλμα του Ύπνου, από το οποίο διασωζόταν μόνο το κεφάλι, και ένα σύμπλεγμά του με τον γιο του Όνειρο και με λιοντάρι την ώρα που το κοιμίζει· εδώ ο Ύπνος επονομάζεται Επιδώτης, γιατί δίνει τον ύπνο (2.10.2). Και είναι φυσικό στα Ασκληπιεία να βρίσκεται άγαλμα του Ύπνου και του γιου του Όνειρου, καθώς πιστευόταν ότι ο θεράπων θεός Ασκληπιός εμφανιζόταν σε ενύπνιο στους ικέτες του ιερού του. [Εικ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13]


Σχετικά λήμματα

ΑΣΚΛΗΠΙΟΣδεσμός, ΗΡΑ, ΘΑΝΑΤΟΣ, ΜΟΡΦΕΑΣ, ΝΥΚΤΑ, ΟΝΕΙΡΟΣ, ΣΑΡΠΗΔΟΝΑΣδεσμός