Διάλεκτοι και ιδιώματα

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ
?  Η σχέση γλώσσας ? πατρίδας είναι μια παλιά ιστορία. Νωρίς το «ομόγλωσσο»κρίθηκε ως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά ενότητας, ταυτότητας και εθνικής συνείδησης του κάθε λαού.
?  Μέσα στη γλώσσα αποτυπώνονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, η ιστορία, οι παραδόσεις , οι αξίες , ο τρόπος ζωής, η νοοτροπία του κάθε λαού.
?  Είναι το εργαλείο για την έκφραση του πολιτισμού, των τραγουδιών, της ιδιαίτερης λογοτεχνικής παραγωγής του λαού (π.χ. δημοτικό τραγούδι, Ερωτόκριτος?)

?  Συνιστά επιπλέον τον αμοιβαίο δεσμό των ατόμων ως μελών μιας ομάδας με κοινή καταγωγή.
?  Η ιδιαίτερη αυτή γλώσσα του κάθε λαού/κοινότητας ανθρώπων είναι μια διαφορετική και μοναδική σύλληψη, οργάνωση και ερμηνεία του κόσμου. Είναι μια διαφορετική ταξινομία του.
?  Η ιδιαιτερότητα ενός λαού προστατεύεται και από τη διατήρηση της γλώσσας του, όπως επίσης και η εθνική του ταυτότητα που τον προφυλάσσει από την πολιτιστική χειραγώγηση.
?  Κι άλλωστε οι διάλεκτοι δεν υποβαθμίζουν ούτε διασπούν την κοινή εθνική γλώσσα. Αντιθέτως την εμπλουτίζουν με τους ιδιαίτερους γλωσσικούς και εκφραστικούς τους τρόπους. Όπως λέει κι ο M. Breal «Η (ελληνική) γλώσσα πλουτίστηκε μ? όλες τις εκφράσεις εκείνες που φέρνουν πάντα μαζί τους κάτι σαν το άρωμα της πατρίδας που τις γέννησε».
?  Τέλος, η γλώσσα είναι ο κώδικας του κάθε ατόμου για να εκφράσει τα συναισθήματά του , τις σκέψεις του. Η απώλεια λοιπόν της ιδιαίτερης γλώσσας του ατόμου , μοιραία το οδηγεί στη μοναξιά και στη σιωπή.
Σήμερα , παρά την κοινή πεποίθηση ότι οι διάλεκτοι και οι εθνικές γλώσσες αποτελούν την περιουσία των λαών , οι προβλέψεις των ειδικών για τη διατήρηση της γλωσσικής πολυμορφίας είναι δυσοίωνες : μόνο το ένα δέκατο των σημερινών γλωσσών θα επιβιώσει τον επόμενο αιώνα.
                   ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ «ΘΑΝΑΤΟΥ» ΤΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ / ΓΛΩΣΣΩΝ
?  Υπογεννητικότητα
?  Φυσικές καταστροφές
?  Γενοκτονίες
?  Αποικισμός
?  Πολιτιστική αφομοίωση
?  Υποβάθμιση/ σύνθλιψη των ανίσχυρων γλωσσών/ πολιτισμών/ κρατών από τα ισχυρά (κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά, τεχνολογικά) κράτη.
?  Παγκοσμιοποίηση
?  Κυριαρχία μίας διεθνούς γλώσσας
?  Οικονομικά συμφέροντα παραγωγής, διακίνησης και εμπορίας αγαθών
?  Μαζική επικοινωνία, κουλτούρα  και πολιτική.
                                                    ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Α.   ΓΙΑ ΤΑ ΑΤΟΜΑ :
?  Απώλεια ταυτότητας
?  Σύγχυση, αποπροσανατολισμός
?  Μοναξιά, απομόνωση
?  Κοινωνικός αποκλεισμός, περιθωριοποίηση
?  Ανασφάλεια
?  Ψυχικός πόνος
?  Συναισθηματικός μαρασμός.
?  Στέρηση της δυνατότητας της έκφρασης ,της επικοινωνίας ,της σκέψης αφού γλώσσα και σκέψη είναι αλληλένδετα.
Β.  ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
?  Στασιμότητα
?  Λήθη του παρελθόντος
?  Απώλεια των παραδόσεων, εθίμων, τρόπου ζωής, ιστορίας?
?  Άμβλυνση της εθνικής συνείδησης
?  Αφανισμός της γλωσσικής και πολιτισμικής πολυμορφίας και διαφοράς.
?  Ισοπέδωση
 Γ.  ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ
?  Αναγκαία η διεθνής μέριμνα για τη διατήρηση και προβολή των διαλέκτων και των «αδύναμων» γλωσσών
?  Η πολιτεία οφείλει να λαμβάνει μέτρα για τις γλώσσες που απειλούνται
?  Τα ΜΜΕ πρέπει να προβάλλουν τον ιδιαίτερο πολιτισμό που αυτές εκφράζουν με αφιερώματα, ντοκιμαντέρ
?  Απ? όλους μας πρέπει να γίνει σεβαστή η αρχή, δημοκρατικό μαζί και επιστημονικό αξίωμα, πως δεν υπάρχουν πρώτες και δεύτερες σε αξία γλώσσες.
?  Επίσης ας αντισταθούμε στιβαρά στο μύθο της υπεροχής ορισμένων γλωσσών καθώς αυτός όπως γνωρίζουμε, βαδίζει στα ίδια ύποπτα και επικίνδυνα χνάρια της υπεροχής λαών και πολιτισμών.
?  Και αφού η γλώσσα είναι πάνω απ? όλα θέμα παιδείας άρα είναι και ευθύνη όλων μας ο σεβασμός στη γλωσσική διαφοροποίηση και όχι η υποτίμηση και η περιθωριοποίηση των χρηστών των διαλέκτων.
                      ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ – ΝΤΟΠΙΟΛΑΛΙΕΣ
Με τη γλώσσα του ο άνθρωπος αιχμαλωτίζει το σύμπαν? Μέσω αυτής αποτυπώνεται η φυσιογνωμία του λαού που την ομιλεί, καθώς συνιστά όχι απλώς μέσο έκφρασης και έναρθρη ενσάρκωσή του, αλλά είναι συνυφασμένη με την ίδια του την υπόσταση και την ιστορική του συνέχεια. Αποτελεί πρωταρχικό συστατικό της διαχρονικής παρουσίας του έθνους και της ιδιαίτερης ιδιοσυστασίας του, που αποκρυσταλλώνει τις αναζητήσεις, τις πεποιθήσεις, το συναισθηματικό υπόβαθρο, το εύρος των νοητικών δυνατοτήτων, τον τρόπο αντίληψης της πραγματικότητας, την ηθική αξιολογία, τους οραματισμούς, τη συνείδηση της μοίρας ενός λαού.
Αν, όμως, η κοινή γλώσσα είναι αυτή που προσφέρει την οικείωση με τον πλατύ ορίζοντα του εθνικού μας πολιτισμού, οι ντοπιολαλιές είναι η γλώσσα της άμεσα βιωνόμενης εγγύτητας του τόπου καταγωγής μας, στοιχεία δηλωτικά της πολυμορφίας και της ετερογένειας της ενιαίας ελληνικής γλώσσας, που συνυφαίνονται με τη δομή και τη λειτουργία της γλωσσικής κοινότητας την οποία εκφράζουν, αλλά και τις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες.
Η μητρική γλώσσα με τη μορφή της τοπικής διαλέκτου είναι στενά συνδεδεμένη με την ιδιαίτερη πατρίδα μας, με τη φυσιογνωμία του τόπου που μας γέννησε. Είναι η γλώσσα της συνομιλίας μας με το βιοτικό μας χώρο, όπου γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, η γλώσσα που σώθηκε στο στόμα των γονιών και των παππούδων μας, η γλώσσα του παιχνιδιού και της γιορτής, του καθημερινού μόχθου και της ανάπαυσης, του εθίμου και του τραγουδιού. Είναι η βιωματική και συγκινησιακή πλευρά της γλώσσας, μέσα από την οποία αντικρίζουμε κι εκφράζουμε, ερμηνεύουμε, αξιολογούμε κι αισθανόμαστε τον κόσμο με τους δικούς της τρόπους έκφρασης, το δικό της λεκτικό πλούτο, τη δική της φωνητική χρωματική. Με τη ντοπιολαλιά ο περιβάλλων κόσμος εξανθρωπίζεται, μεταπλάθεται σ? έναν οικείο, εσωτερικό ? υποκειμενικό κόσμο, καθώς η γλώσσα αυτή γίνεται ο ίδιος ο δεσμός μας με τον τόπο και τους ανθρώπους του.
Τα γλωσσικά ιδιώματα εμπλουτίζουν την εθνική γλώσσα, την καθιστούν ευέλικτη, ποικιλόχρωμη και είναι συνυφασμένα με την κοινωνική και πολιτισμική ιδιαιτερότητα μιας γλωσσικής κοινότητας. Εμπεριέχουν τη σοφία και την εμπειρία μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας και διατηρούν τους δεσμούς με την παράδοση, καθιστώντας έτσι τις τοπικές κοινωνίες με τις γλωσσικές τους ιδιομορφίες θερμοκήπια πολιτισμού. Οι ντοπιολαλιές αποδίδουν παραστατικά το πνεύμα και το ήθος του λαού, καθώς εμπεριέχουν το «άρωμα» του τόπου που τις γέννησε και περικλείουν τη φυσιογνωμία του, αναβλύζοντας τη γνήσια και αυθεντική λαϊκή ψυχή.
Ωστόσο, συχνά τα ιδιώματα αντιμετωπίζονται μειωτικά από τους ομόγλωσσους, η χρήση τους αποθαρρύνεται και συχνά στιγματίζεται, θεωρώντας την κοινή ελληνική γλώσσα «ορθότερη», «ωραιότερη», κι έτσι, τείνουν να προσαρμόσουν τον τρόπο ομιλίας τους με αυτή, γεγονός που συνιστά ένδειξη γλωσσικής ανασφάλειας, πενίας και αστικού νεοπλουτισμού, με συνέπεια να παραγκωνίζεται η ντοπιολαλιά και να εξασθενίζει. Έτσι, οι ελληνικές διάλεκτοι ισοπεδώνονται, αδικούνται, αγνοώντας συχνά την ύπαρξη αρχαίου διαλεκτικού υποστρώματος στα νεοελληνικά τοπικά ιδιώματα και καταδικάζονται σε μια ιδιότυπη γλωσσική λήθη, εφόσον σήμερα με την εξάπλωση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και μεταφοράς, τα ιδιώματα έχασαν την «καθαρότητά» τους ή καταδικάστηκαν ορισμένες λέξεις σε αχρησία. Όμως, η καλλιέργεια των ιδιωματικών εκδοχών της ελληνικής γλώσσας και η διατήρηση των διαλεκτικών θυλάκων της, που επιζούν με διαφορετικούς βαθμούς ζωτικότητας σε ποικίλες γλωσσικές νησίδες, θα πρέπει να συμβάλλει στην ανάσχεση της υποχώρησής τους, δίχως, όμως, να προσλάβει χαρακτήρα φολκλορικό. Θα πρέπει, όμως, και να περιορίζεται σε λογικά όρια, καθώς η επίμονη χρήση τους μπορεί να λειτουργήσει αποθαρρυντικά για την εκμάθηση της ενιαίας ελληνικής γλώσσας στα πλαίσια της εκπαιδευτικής διαδικασίας ή να αποβεί επιβλαβής, λόγω των ενδεχόμενων τοπικιστικών ή αποσχιστικών τάσεων, που θα μπορούσαν να εγείρουν.
Το έθνος κράτησε σε μεγάλο βαθμό τη μνήμη του και άντλησε την ανανεωτική του δύναμη μέσα από τη γλωσσική του παρουσία. Τούτο, βέβαια, δε σημαίνει πως αυτή η παρουσία δε δοκιμάζεται διαρκώς και δεν υπόκειται στον κίνδυνο της φθοράς. Η επιβίωση των ντοπιολαλιών και των γλωσσικών ιδιαιτεροτήτων του κάθε τόπου με τη σύσταση φορέων μελέτης και διατήρησής τους είναι ιδιαίτερα σημαντική, χωρίς, όμως, να αντιμετωπίζονται ως μνημειακά υπολείμματα, αλλά ως πηγές, που συμβάλλουν στη διατήρηση του πολιτισμικού πλούτου της περιοχής όπου μιλιούνται.
 ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Κείμενο
Διάλεκτοι και Εκπαίδευση
Η εκπαίδευση σήμερα αντιμετωπίζει τις διάφορες γεωγραφικές και κοινωνικές ποικιλίες μιας γλώσσας σε άμεση σχέση και εξάρτηση με την πρότυπη γλωσσική μορφή, που θεωρείται σωστό να χρησιμοποιούν οι ομιλητές της, τουλάχιστον στις δημόσιες και επίσημες περιστάσεις. Όσο μεγαλύτερο κύρος και διάδοση έχει η πρότυπη αυτή γλώσσα, τόσο περισσότερο περιορίζει τη χρήση των άλλων γλωσσικών ποικιλιών.
Όπως, όμως, έχει επισημάνει ο Μ. Τριανταφυλλίδης «οι διάλεκτοι ενός λαού είναι κι αυτές μια από τις πολυτιμότερες πηγές για τον πλουτισμό της γραφόμενης γλώσσας του και θα ήταν λάθος και ασυχώρετη στενοκεφαλιά, αν ήθελε κανείς να αποκλείσει από την κοινή γλώσσα καθεμιά όμορφη λέξη, έναν τύπο που εκφράζει κάτι ξεχωριστό, έναν ιδιωματισμό, μόνο και μόνο γιατί έτυχε να είναι διαλεκτικός. Όλες οι ξένες γλώσσες έχουν πλουτιστεί από τα ιδιώματα και πολλές φορές μάλιστα μεγάλοι λογοτέχνες συνειδητά εργάστηκαν γι? αυτόν τον σκοπό».
Η πρότυπη γλώσσα που περιέχει και διαλεκτικά στοιχεία έχει το πλεονέκτημα να εκφράζει με απόλυτη ακρίβεια οποιαδήποτε σκέψη σε οποιοδήποτε τόπο, χρόνο και γλωσσικό περιβάλλον. Αν και δεν είναι δυνατή η συστηματική και γενικευμένη διδασκαλία των νεοελληνικών γλωσσικών διαλέκτων, όπως η ποντιακή ή η διδασκαλία των «ειδικών γλωσσών», όπως είναι λόγου χάριν η γλώσσα του ποδοσφαίρου, παρ? όλα αυτά, επειδή η γλώσσα είναι ένας ζωντανός οργανισμός, δεν θα έπρεπε να αποκλειστούν από τη γλωσσική διδασκαλία ορισμένες ιδιωματικές ή διαλεκτικές φράσεις των οποίων η χρήση έχει γενικευθεί. Επίσης, καλό θα ήταν να γίνεται αναφορά στις διάφορες διαλέκτους της επίσημης γλώσσας, έτσι ώστε οι μαθητές να την κατανοούν καλύτερα και να είναι έτοιμοι να σταθούν σε οποιοδήποτε περιβάλλον βρεθούν και να επικοινωνήσουν αποτελεσματικά.
Οι διαπιστώσεις αυτές φανερώνουν τη σημασία των ποικίλων διαλέκτων για τη γλωσσική εκπαίδευση. Με τη γνώση των διαλεκτικών στοιχείων θα απαλλαγούμε από κάποια στερεότυπα σε σχέση με αυτές, όπως για παράδειγμα: «αυτοί μιλούν χωριάτικα». Είναι, επίσης, χρήσιμο οι εκπαιδευτικοί να μη σταματούν στη μνεία1 κάποιων διαλεκτικών λέξεων, αλλά να εμβαθύνουν κάπως σε αυτές, ώστε τα παιδιά πραγματικά να κατανοούν την αξία τους και τη συμβολή τους στη δόμηση της επίσημης γλώσσας.
Τ. Μακρογιάννη, Αθ. Μιχάλης, Β. Καζούλη, από το διαδίκτυο. (2009) Διάλεκτοι και Εκπαίδευση. Πρακτικά 5ου Πανελλήνιου Συνέδριου Εκπαιδευτικών για τις ΤΠΕ (διασκευή).                                              1 μνεία: αναφορά
ΘΕΜΑΤΑ
Α1. (Μονάδες 15)
Α1. Ποια είναι, σύμφωνα με την άποψη του Μ. Τριανταφυλλίδη, η σημασία των διαλέκτων; (60-80 λέξεις)
(μονάδες 15)
Α2. (Μονάδες 10)
Α2. Ποια είναι τα δομικά στοιχεία της τελευταίας παραγράφου (Οι διαπιστώσεις,?γλώσσας) του κειμένου;
(μονάδες 10)
Β1. (Μονάδες 10)
Β1. Να συντάξετε μία παράγραφο 60-80 λέξεων στην οποία να χρησιμοποιήσετε τις λέξεις/φράσεις του κειμένου με έντονη γραφή: γλώσσα, εκφράζει, ζωντανός οργανισμός, γλωσσική διδασκαλία, κατανοούν την αξία.
(μονάδες 10)
Β2. (Μονάδες 15)
Β2. Να αιτιολογήσετε τη χρήση των εισαγωγικών σε καθεμιά από τις παρακάτω φράσεις/προτάσεις του κειμένου:
1. «οι διάλεκτοι ενός λαού ? γι? αυτόν τον σκοπό» (στη δεύτερη παράγραφο)
2. «ειδικών γλωσσών»
3. «αυτοί μιλούν χωριάτικα»
(μονάδες 15)
Πηγή : Τράπεζα Θεμάτων
           ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ Α? ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Α? ΚΕΙΜΕΝΟ : Ο ?θάνατος? μιας γλώσσας
Όλοι οι γλωσσολόγοι και άλλοι επιστήμονες, αλλάκαι όσοι ασχολούνται με τα θέματα της γλώσσας και τις παραδόσεις ενός λαού υποστηρίζουν ότι η γλώσσα είναι παράγων και φορέας πολιτισμού. Κι αυτό γιατί με τη γλώσσα εκφράζονται τα νοήματα και οι σκέψεις των ανθρώπων, περιγράφονται και αναλύονται έννοιες και καταστάσεις ,με την γλώσσα μεταφέρεται ένας ολόκληρος πολιτισμός στις επόμενες γενιές .Επίσης η τέχνη , η ιστορία , η παράδοση και οι ιδέες που καλλιεργούνται σ? έναν τόπο , εκφράζονται γλωσσικά . Γι? αυτό και δίδουμε μεγάλη σημασία στην γλώσσα, ως παράγοντα και φορέα πολιτισμού.
Επιπλέον, η γλώσσα είναι κοινωνικό προϊόν , γέννημα μιας κοινωνίας και παράγοντας συνοχής της. Είναι ένα όργανο επικοινωνίας ένας κώδικας σημείων με τον οποίο οι άνθρωποι επιτυγχάνουν να συνεννοούνται , να γίνονται κατανοητοί.  Γλώσσα όμως είναι και η εξωτερίκευση του εσωτερικού μας κόσμου και των συναισθημάτων μας. Η γλώσσα φανερώνει την ανατροφή που μας έχουν δώσει οι γονείς μας καθώς και τον τρόπο σκέψης μας. Γιατί πάνω απ? όλα η γλώσσα σχετίζεται με τη σκέψη. Χάρη σ? αυτήν κατανοούμε , αντιλαμβανόμαστε , ερμηνεύουμε τον κόσμο. 
Όμως στις μέρες μας , παρά τις παραπάνω διαπιστώσεις, οι προοπτικές για τη συνέχιση και τη διατήρηση των «αδύνατων» γλωσσών είναι δυσοίωνες . Από έρευνεςτου αμερικανικού κολεγίου Σήμερ φαίνεται ότι ?υπάρχουν σχεδόν 51 γλώσσες στον κόσμο που μιλιούνται από ένα άτομο?. Ακόμη δε και μία γλώσσα που μιλιέται από 100.000 ανθρώπους δεν είναι ασφαλής, γιατί η υπογεννητικότητα θα συντελέσει στην εξαφάνισή της. Γενικά δε παρατηρείται ότι από τις 6.000 γλώσσες που μιλιούνται σήμερα στον πλανήτη, στον επόμενο αιώνα θα σβήσουν τουλάχιστον οι μισές.
Πολλά είναι τα αίτια που συντελούν στον ?θάνατο? μιας γλώσσας. Πρώτα πρώτα οι φυσικές καταστροφές και η εξαφάνιση των ανθρώπων. Κατόπιν η υποχώρηση της κουλτούρας και του πολιτισμού ενός λαού. Επιπλέον η πολιτική , η οικονομία και η μαζική επικοινωνία σήμερα προϋποθέτουν την κυριαρχία μίας διεθνούς γλώσσας .Έτσι τα μέσα μαζικής επικοινωνίας ,κυρίως η τηλεόραση  με τα δορυφορικά κανάλια και το διαδίκτυο συνθλίβουν την γλωσσική και πολιτιστική ιδιαιτερότητα Η παγκοσμιοποίηση επίσης  έχει σοβαρότατες ευθύνες για το «θάνατο» των γλωσσών. Ο θάνατος όμως μιας γλώσσας έχει συνέπειες για όλη την ανθρωπότητα. Κι αυτό γιατί η γλωσσική σιγή οδηγεί στον πνευματικό όλεθρο. Το τέλος ,άλλωστε , της γλωσσικής πολυμορφίας συνεπάγεται το τέλος της πολιτιστικής διαφοράς.  Η κ. Κοντού μάλιστα  παρατηρεί: ?Όταν χάνεται μία γλώσσα, είναι σαν να χάνεται ένα είδος ζώου ή φυτού και όσο σημαντικό είναι αυτό για την αλυσίδα της βιολογίας, το ίδιο σημαντικό είναι για την αλυσίδα του πολιτισμού. Όσο σημαντική είναι η ποικιλία στο οικοσύστημα, τόσο σημαντική είναι και για τον πολιτισμό?.
                  Χριστίνα  Λιακοπούλου , «Επενδυτής» , 6/6/1999 [διασκευή]
Β?.ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1.   Να αποδώσετε περιληπτικά το περιεχόμενο του κειμένου  (100 λέξεις)                            (μον. 25)
2.  « Επιπλέον η γλώσσα είναι κοινωνικό προϊόν» : Να αναπτύξετε τη φράση αυτή σε μία παράγραφο 8 ? 10 σειρών (με αιτιολόγηση)                                                                                           (μον 10)
3.  α)  Να διακρίνετε στην πρώτη παράγραφο του κειμένου τα δομικά της συστατικά και να γράψετε έναν πλαγιότιτλο.                                                                                                                         
 β) Ποια νοηματική σχέση εκφράζουν οι ακόλουθες διαρθρωτικές λέξεις / φράσεις :
γιατί :
επίσης :
γι αυτό :
αλλά :
επιπλέον :
όμως :                                                                                                                    (μον. 10)
4.  α)  Να  δώσετε ένα συνώνυμο για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις :                               
         φανερώνει     
         έρευνες    
         αδύνατων  
         ερμηνεύουμε   
         αντιλαμβανόμαστε                                                                    (μον. 5)                                                                                                                                   
     β) Να βρείτε σύνθετες λέξεις , με α΄  ή  β΄ συνθετικό το ρήμα φέρω, οι οποίες έχουν τη σημασία που   σας δίνεται :
?  Αυτός που παρέχει , δημιουργεί ελπίδες : ??????????..
?  Ο αξιόπιστος :??????????????
?  Αγγείο πήλινο με δύο λαβές : ???????????????.
?  Αγγεία με τα οποία γίνεται η κυκλοφορία του αίματος : ??????????????
?  Αυτός που δεν έχει ή δεν προβάλλει δική του άποψη , αλλά μεταφέρει άκριτα τις απόψεις των άλλων : ?????????????????.                                                       (μον 10)

Γ. ΕΚΘΕΣΗ.     Να γράψετε ένα άρθρο  (400 περίπου λέξεις)  στο οποίο θα αναπτύξετε τη σημασία της γλώσσας για το άτομο , την κοινωνία και τον πολιτισμό και θα προσδιορίσετε τις συνέπειες για την ανθρωπότητα από το «θάνατο» μιας γλώσσας.                                                                        (μον.  40)     
Posted in ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ | Leave a comment

Η σημασία της γλώσσας


Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ.
            Η ΓΛΩΣΣΑ :
v  Είναι ο κυριότερος κώδικας επικοινωνίας  μεταξύ των ανθρώπων, το εργαλείο ανταλλαγής απόψεων , ιδεών και σκέψεων.
v  Αποτελεί καθοριστικό παράγοντα κοινωνικοποίησης καθώς επιλύει διαφορές , επιτρέπει το διάλογο, παρέχει ενημέρωση και πληροφόρηση, συσφίγγει τις ανθρώπινες σχέσεις.
v  Είναι αναγκαίο συστατικό της πνευματικής ανάπτυξης του ατόμου , αφού σκέψη / νόηση και γλώσσα αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και επίσης παιδεία/ μόρφωση χωρίς γλώσσα δε νοείται.
v  Είναι επιπλέον και μέσο έκφρασης των συναισθημάτων , των σκέψεων καθώς και προβολής/ εξωτερίκευσης του είναι μας, της προσωπικότητας και της ιδιοσυγκρασίας μας.
v  Συντελεί στην πολιτικοποίηση του ατόμου εφόσον επιτρέπει την κριτική των θεσμών, τον έλεγχο της εξουσίας, τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων και την έκφραση των πιστεύω μας.
v  Στηρίζει το δημοκρατικό πολίτευμα καθώς η κριτική και ο έλεγχος της εξουσίας αποτρέπουν φαινόμενα χειραγώγησης , δημαγωγίας , λαϊκισμού και καταπάτησης των θεμελιωδών αρχών της ελευθερίας και της ισότητας.
v  Συντελεί στην πρόοδο του πολιτισμού μια και είναι η έκφραση μα και ο δημιουργός των γραμμάτων , των τεχνών και των επιστημών.
v  Αποτελεί όμως και θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ταυτότητας ενός λαού. Η γλώσσα είναι αυτή που ενώνει τα μέλη μιας εθνικής ομάδας και τα διαφοροποιεί από τα μέλη των άλλων. Διασώζει επίσης τα ήθη , τα έθιμα, τα επιτεύγματα, τις παραδόσεις και την ιστορία του κάθε λαού.
v  Καταργεί επιπροσθέτως τους περιορισμούς χώρου και χρόνου αφού διασώζει ό,τι η λήθη απειλεί και το κάνει κοινό κτήμα , και γεφυρώνοντας τις αποστάσεις φέρνει κοντά τους λαούς. Καθιστά έτσι εφικτή την επικοινωνία τους, καλλιεργεί την κατανόηση, το σεβασμό στη διαφορετικότητα , την ανεκτικότητα , προωθεί τελικά κλίμα αλληλεγγύης και συνεργασίας των κρατών του κόσμου.

Η δύναμη και η αξία της  μητρικής  γλώσσας

Δε μας χαρίζει η μητρική γλώσσα μόνο όσα είδαμε, το όργανο για κάθε συνεννόηση και ένα μέσο για να συναυξηθεί η νόηση μας. Εκτός από τον κόσμο που μας γνωρίζει, μας πλουτίζει τη συναισθηματική μας ζωή με το να είναι η λαλιά της μητέρας μας, η πρώτη και κατ” εξοχήν για μας γλώσσα, η 
κοινή γλώσσα του λαού μας.
Με αυτήν ξυπνούμε στη ζωή και γινόμαστε, μπαίνουμε στην ανθρώπινη κοινωνία και ριζώνουμε στην παράδοση των πατριωτών μας. Με αυτή δεχτήκαμε στα πρώτα μας χρόνια όλες τις πλούσιες αξέχαστες εντυπώσεις και θύμησες από τους δικούς μας, τους ομηλίκους, από τον τόπο μας. Αυτή μας δίνει τον αέρα του σπιτιού· μας δένει με τους ομογλώσσους της στενότερης και της μεγάλης πατρίδας. Αυτής οι λέξεις έχουν για μας τον ξεχωριστό τους εκείνο χρωματισμό, που τις κάνει μοναδικές με το συναισθηματικό τους βάθος, με τον ψυχικό τους πλούτο, με την εκφραστική τους έμφαση, με τη δύναμη να συγκινήσουν: η γιαγιά και το παραμύθι, η πασχαλιά, το ακρογιάλι και τα καράβια, το βουνό και τα πεύκα. Πώς το λέει ένας δικός μας: «Μια ανάσα ζεστή και γλυκιά, έτσι σαν από ζεστό ψωμί, έρχεται από κει… Μοσχοβολά αβαγιανούς και ρίγανη, σταφύλια πατημένα και τσακισμένα φύλλα της πικραμυγδαλιάς… Είναι οι αψιές μυρουδιές της θαλασσινής εξοχής και του σπιτιού, που μου στέλνουν τα παιδιάτικα καλοκαίρια… Περνούν μπροστά από τα μάτια μου… Τραγούδια αιγαιοπελαγίτικα πάνε κι έρχουνται, ορμούν σαν τα χελιδόνια γύρω στις κούνιες, που πετούν από δέντρο σε δέντρο». Αυτά και όλα τ” άλλα, τα όμοια, πώς θα μπορούσαμε να νιώσαμε χωρίς τη γλώσσα μας!
Η μοναδική αυτή και αναντικατάστατη αξία των λέξεων της μητρικής γλώσσας, θεμελιωμένη στη συναισθηματική τους αξία, βοηθά να ριζώσουμε και πνευματικά στην ιδιοτυπία τον λαού μας, να διαπλαστεί το ήθος και να σφυρηλατηθεί προσωπικότητα δυναμική και παραγωγική. «Η εσώτατη αισθηματική μας ζωή, παρατηρεί ο γλωσσολόγος Schuchardt, μπορεί ν” αποκαλυφτεί μόνο στη μητρική μας γλώσσα, και μόνο αυτήν θα κατέχαμε μ” ελευθερία δημιουργική».
Ειδικότερα στη γλώσσα αυτή βρίσκονται όλοι οι λαογραφικοί και λογοτεχνικοί θησαυροί που αποτελούν για μας την παράδοση αιώνων, εκφρασμένοι από γενεές κοινών προγόνων, και μας τρέφουν ψυχικά και πνευματικά, από τα παιχνίδια και τα παιδικά τραγούδια, τις παροιμίες και τις παραδόσεις ως την ποίηση, δημοτική και έντεχνη, με την υπέρτατη μεταρσίωση (=έξαρση) της και την έκφραση των λεπτότατων και ανώτατων στοχασμών. Γι” αυτό αποτελεί η γλώσσα το σημαντικότατο δεσμό για τους ομόγλωσσους και είναι κοντά στην εθνική συνείδηση το πρώτο και σπουδαιότατο γνώρισμα της κοινής παράδοσης και ιστορίας, της κοινής πατρίδας? γι” αυτό απομονώνεται και στεγνώνει η ψυχή που θα της νοθευόταν τυχόν και θα της έλειπε η μητρική γλώσσα με το περιεχόμενο της ?όσο δεν κατορθώνει να ριζώσει με άλλη γλώσσα σε άλλη φυλετική κοινότητα.
Για όλα αυτά είναι η κοινή μητρική γλώσσα και για τα κατοπινά χρόνια σπουδαιότατο παιδευτικό μέσο, ιδίως στην περίοδο του σχολείου, που μας δίνει την ευκαιρία να πλουτίσουμε και να βαθύνουμε το φραστικό της περιεχόμενο και να την κάμομε πιο συνειδητή. Κάθε διδασκαλία, και ιδίως η γλωσσική, αρχίζει από τη μητρική γλώσσα, τους γνώριμους στο παιδί φθόγγους της και το σημασιολογικό τους περιεχόμενο, και τότε μόνο γίνεται αληθινά μορφωτική.
Είναι αυτά πράματα που θα περίττευε σχεδόν να ειπωθούν, αφού συχνά τονίστηκαν στην περασμένη γενεά από τους πρωτοπόρους του δημοτικισμού, σ” εποχή που χρειάστηκε να εξαρθεί η συναισθηματική αξία του λεξιλογίου της δημοτικής μας απέναντι στους ψυχρούς, ζωντόνεκρους λόγιους τύπους. Η φράση «μπήκαν ο Τούρκοι στην Πόλη» δεν μπορεί ν” αλλάξει και να γίνει «ήλθον εις την Πόλιν» ή «την Κωνσταντινούπολιν», εξηγούσε ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης. «Το μέγα πλεονέκτημα της λαλουμένης γλώσσης, το οποίον χάνεται εις αδόκιμον και ακαλαίσθητον μετάφρασιν», είναι πως «δεικνύει τα πράγματα πα ραστατικότατα». Και ήδη νωρίτερα έγραφε ο Φωτιάδης: «Η πρώτη αυτή ζωή τη γλώσσης, η σπιτική, η προσχολική ζωή, αυτή πρέπει να καλλιεργηθεί, να πλουτιστεί. Διότι θα ποτίσει, θα θρέψει, θα δυναμώσει τας ρίζας του νου. Αυτόν τον πυρήνα τον γλωσσικόν, τον οποίον θα αποκτήσει το παιδί επάνω εις τα γόνατα της μητέρας του, μέσα εις το πατρικό σπίτι, αυτός είναι ο οργανισμός ο ζωντανός ο οποίο περιέχει δηλαδή την τριάδα την ομοούσιον και αχώριστον, τον νουν, το αίσθημα, την θέλησιν. Αυτόν τον οργανισμόν τον μικρόν, αλλ” άρτιον, αυτόν πρέπει να καλλιεργήσει το σχολείον και ν? ανυψώσει εις γλώσσαν εθνικήν».
Είναι σωστό και αναγκαίο για όλους τους παραπάνω λόγους να κατέχει η μητρική γλώσσα βασική θέση στην αγωγή του παιδιού, αποκλειστικότητα δηλαδή στα πρώτα χρόνια, προτεραιότητα στα κατοπινά. Για να εξασφαλιστεί με άλλους λόγους και να κατοχυρωθεί η γλωσσική και νοητική ανάπτυξη του παιδιού, η ψυχική και πνευματική του καλλιέργεια, καθώς και ο φυλετισμός και ο εθνισμός του, που εκφράζονται στη μητρική γλώσσα, πρέπει αυτή ν” αρχίζει να μιλεί το παιδί, αυτή μόνη να μεταχειρίζεται στα πρώτα του χρόνια και ως μέσα στη σχολική ηλικία αυτήν και με αυτήν προπάντων να διδάσκεται ώσπου να συντελεστεί η γλωσσική του καλλιέργεια και να ζήσει έτσι τη γλώσσα του, βαθαίνοντας την μαζί με όσα εκφράζει και μαζί με τ” άλλα στοιχεία της εθνικής αγωγής που θα το διαπαιδαγωγήσουν.

Μ. Τρανταφυλλίδης (Από το βιβλίο του καθηγητή, Έκφραση – Έκθεση για το Λύκειο, Τεύχος Α?)
                                  
                                        Κριτήριο αξιολόγησης
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:????????????..                                               ΤΜΗΜΑ  :                                                                                               
                                Α. ΚΕΙΜΕΝΟ : Γλώσσα και παιδεία
     Λέμε συνήθως και πιστεύουμε πως γλώσσα είναι το μέσο επικοινωνίας των ανθρώπων μεταξύ τους ή το μέσο με το οποίο ο άνθρωπος εκφράζει τα συναισθήματα  και τους στοχασμούς του. Οπωσδήποτε, και στις δύο περιπτώσεις, είναι ένα εκφραστικό μέσο ή όργανο επικοινωνίας. Ωστόσο οι επιστημονικές έρευνες (γλωσσολογικές, ψυχολογικές κτλ.) των τελευταίων δεκαετιών έδωσαν στο φαινόμενο της γλώσσας ? ένα φαινόμενο καθαρά κοινωνικό- νέες διαστάσεις : δε θα μιλήσουμε τώρα για το ότι τα τελευταία χρόνια η γλώσσα θεωρήθηκε ως ένας από τους κυριότερους παράγοντες για την απελευθέρωση και την εθνική ανεξαρτησία ενός λαού  θα παραλείψουμε επίσης και το γεγονός ότι υπογραμμίζεται ολοένα περισσότερο η συμβολή της γλώσσας στην εθνική ενότητα, έτσι που σήμερα τα κράτη να είναι , στη συντριπτική τους πλειοψηφία, κράτη «γλωσσικά», δηλαδή ομόγλωσσα  κι ακόμα δε θα κάνουμε λόγο για τη σχέση της γλώσσας με την οικονομική και πολιτισμική εξέλιξη ενός λαού. Θα μιλήσουμε μονάχα για τις αμοιβαίες σχέσεις της γλώσσας με την ανθρώπινη σκέψη και την καλλιέργεια του ατόμου.
     Οι έρευνες που άρχισαν από τον Πλάτωνα και τους Στωικούς και πύκνωσαν τα τελευταία χρόνια εξέτασαν επίμονα το ζήτημα των σχέσεων της γλώσσας με τη σκέψη του ανθρώπου. Και ? αν και τα πορίσματα των ερευνών δεν είναι ακόμα οριστικά ? όσοι ασχολήθηκαν με τη φιλοσοφία της γλώσσας δέχτηκαν πως η γλώσσα δεν είναι απλώς ένα «μέσο» ή «όργανο», δηλαδή ένα εργαλείο του ανθρώπου, με το οποίο εκφράζεται και επικοινωνεί με τους συνανθρώπους του. Είναι πολύ περισσότερο μια ιδιότητα του ανθρώπου, σπουδαία  όσο και η ύπαρξή του, μια ιδιότητα που του ανήκει κατά τρόπο μοναδικό, χωρίς να είναι δυνατόν να βρεθεί κάτι ανάλογο σε άλλους οργανισμούς. Η ψυχολογική ανάλυση των τελευταίων ετών έδειξε ότι η γλώσσα είναι συνυφασμένη με τη σκέψη και τη συναισθηματική μας ζωή  ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξή τους. Γιατί ο άνθρωπος σκέφτεται με λέξεις και εικόνες, και χωρίς τη γλωσσική έκφραση δεν είναι δυνατόν να υπάρχει οργανωμένη σκέψη, γιατί η σκέψη «αναδύεται μαζί με τη μορφή που εκφράζει». Μ? αυτή την έννοια , η γλώσσα δεν είναι, όπως πιστεύουν γενικά το μέσο με το οποίο εκφράζεται η ανθρώπινη σκέψη ( μέσο που, άρα, μπορεί να αντικατασταθεί από κάποιο άλλο ? ήχους, όγκους, χρώματα κτλ.) αλλά η απαραίτητη προϋπόθεση που δίνει στη σκέψη συνείδηση του εαυτού της.
     Επομένως  δεν είναι δυνατόν να συλλογιζόμαστε χωρίς γλώσσα γιατί είμαστε ανίκανοι να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην εικόνα και στη σκέψη, καθώς και να καταλάβουμε ότι ο λόγος δεν ταυτίζεται με τον ακουστικό συμβολισμό του. Πραγματικά η γλώσσα, με όλο τον πνευματικό οπλισμό  που έχει διαμορφωθεί μέσα της κάνει «κατοχή» στο νέο άνθρωπο όσο βρίσκει σ? αυτόν ένα νέο δέκτη της χρήσης της. Αυτή κυριαρχεί στη σκέψη του και την κατεργάζεται. Όπως το έχει διαπιστώσει επιτυχημένα  ένας Γερμανός σοφός «λέμε κατέχω μια γλώσσα αλλά στην πραγματικότητα εκείνη μας κατέχει». Φαίνεται έτσι καθαρά ότι η συμβολή της γλώσσας στην παιδεία του ανθρώπου είναι θεμελιώδης : η γλώσσα είναι απαραίτητος όρος για την ύπαρξη εκείνης , το μέσο με το οποίο η παιδεία του ατόμου ολοκληρώνεται και το στήριγμα  που συνεχώς ,σε όλη τη ζωή του , θεμελιώνει τη μόρφωση. Έτσι οι όροι παιδεία και γλώσσα δεν είναι δυνατόν να ξεχωριστούν.
                     Δημ. Ε. Τομπαΐδης, Γλωσσογραφία, εκδ. Επικαιρότητα , Αθήνα , 1989. 
                                                Β. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
  1. Να αποδώσετε περιληπτικά το περιεχόμενο του κειμένου. (80 -100 λέξεις)
  2. Ποια είναι ,κατά τη γνώμη σας , η αξία της γλώσσας ; Να αναπτύξετε τις απόψεις σας σε ένα κείμενο 400 περίπου λέξεων , που θα δημοσιευθεί στην εφημερίδα του σχολείου σας.

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Κείμενο
[Γλώσσα και κοινωνικοποίηση]
Ο πρώτος κώδικας επικοινωνίας, δηλαδή η μητρική γλώσσα, είναι κοινωνικός θεσμός. Αυτό σημαίνει ότι η γνώση της μητρικής γλώσσας και η καλή χρήση της είναι το κυριότερο μέσο ένταξης στην κοινότητα, εφόσον αποτελεί τη βασικότερη προϋπόθεση για επικοινωνία και για δημιουργία σωστών και ολοκληρωμένων σχέσεων με τα υπόλοιπα μέλη. Χρησιμοποιούμε την ομιλία για να έρθουμε σε επαφή με τους άλλους. Για να μην είμαστε μόνοι ή αποξενωμένοι. Και από την άποψη αυτή, η κατάκτηση της γλώσσας μας βοηθάει να αποφύγουμε την απομόνωση.
Κι ακόμα, ο κοινωνικός χαρακτήρας της γλώσσας υποδηλώνει ότι πρόκειται για ένα σύστημα το οποίο λειτουργεί πέρα και πριν από τα συγκεκριμένα άτομα. Κάθε νέος άνθρωπος υποχρεώνεται να μαθαίνει και να χρησιμοποιεί τη μητρική του γλώσσα, γιατί σε αντίθετη περίπτωση διατρέχει τον κίνδυνο της περιθωριοποίησης ή και της απόρριψής του από την ομάδα. Και από την άποψη αυτή η κατάκτηση της μητρικής του γλώσσας δεν είναι απλώς μια ευγενική πρόσκληση προς το κάθε νέο άτομο αλλά, μέσα σε ορισμένα πλαίσια, πρέπει να νοείται ως κοινωνική επιταγή1. Έτσι, η κοινωνικοποίηση του ατόμου και η επικοινωνία του με τα άλλα άτομα της γλωσσικής κοινότητας έρχεται ως αποτέλεσμα της κατάκτησης της μητρικής του γλώσσας, αλλά και ταυτόχρονα αποτελεί το αίτιο για περαιτέρω καλλιέργεια και βελτίωση της γλωσσικής του ικανότητας.
1 επιταγή: προσταγή, διαταγή
Η σχέση όμως μεταξύ ατόμου και γλώσσας δεν πρέπει να θεωρηθεί ως μονόδρομος, ως πλήρης δηλαδή υποταγή του ατόμου στον κώδικα του κοινωνικού συνόλου. Όπως, βέβαια, είναι φυσικό, κατά την πρώτη περίοδο κατάκτησης της γλώσσας από το άτομο, στην οποία μπαίνουν οι βάσεις της κοινωνικοποίησής του, υπάρχει σίγουρα η έννοια της υποταγής του στην κοινωνική απαίτηση. Όμως, σε ένα δεύτερο στάδιο ανοίγεται μια ευρεία προοπτική που του παρέχει δυνατότητες για ελεύθερη προσωπική του έκφραση. Στο πλαίσιο, επομένως, της χρήσης της μητρικής γλώσσας το κάθε άτομο δημιουργεί το προσωπικό του ύφος και προβάλλει την ατομικότητά του, παρά το γεγονός ότι η γλωσσική επικοινωνία στηρίζεται σε ένα φαινόμενο που δημιουργείται και λειτουργεί με κανόνες και αρχές, οι οποίες καθιερώνονται από το κοινωνικό σύνολο.
Ν. Μήτσης. (1996). Διδακτική του γλωσσικού μαθήματος. Από τη γλωσσική θεωρία στη διδακτική πράξη. Αθήνα: Gutenberg, 39-40 (διασκευή).
ΘΕΜΑΤΑ
Α1. (Μονάδες 15)
Α1. Για ποιους λόγους, σύμφωνα με τον συγγραφέα του κειμένου, η σχέση του ατόμου με τη γλώσσα δεν είναι μονόδρομος; (60-80 λέξεις)
(μονάδες 15)
Α2. (Μονάδες 10)
Α2.α. Με ποιες διαρθρωτικές λέξεις επιτυγχάνεται η συνοχή μεταξύ των παραγράφων του κειμένου;
(μονάδες 5)
Α2.β. Τι δηλώνουν οι λέξεις αυτές;
(μονάδες 5)
Β1. (Μονάδες 10)
Β1. Να συντάξετε μία παράγραφο 60-80 λέξεων στην οποία να χρησιμοποιήσετε τις λέξεις/φράσεις του κειμένου με έντονη γραφή: γνώση της μητρικής γλώσσας, προϋπόθεση για επικοινωνία, κίνδυνο της περιθωριοποίησης, κοινωνικοποίηση του ατόμου, καλλιέργεια και βελτίωση της γλωσσικής [του] ικανότητας.
(μονάδες 10)
Β2. (Μονάδες 15)
Β2.α. Ο τίτλος του κειμένου είναι κυριολεκτικός/δηλωτικός ή μεταφορικός/συνυποδηλωτικός;
(μονάδες 10)
Β2.β. Να δώσετε έναν δικό σας μεταφορικό/συνυποδηλωτικό τίτλο στο κείμενο.
(μονάδες 5)


Πηγή : Τράπεζα Θεμάτων

 ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Κείμενο
[Η σημασία της γλώσσας]
Αν κάποιος αμφιβάλλει για τη σημασία της γλώσσας στη ζωή του, αρκεί να σκεφτεί για μια στιγμή πόσο απίστευτα περιορισμένος θα ήταν χωρίς τη γλώσσα. Οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με φίλους και γνωστούς εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη γλώσσα. Εξάλλου, οι άνθρωποι σήμερα γνωρίζουν πολύ περισσότερα πράγματα από τους ανθρώπους των προηγούμενων γενεών. Αυτό συμβαίνει γιατί η γλώσσα βοήθησε το μεγαλύτερο μέρος της γνώσης να περάσει από τη μια γενιά στην άλλη. Επομένως, το να γνωρίζει κανείς καλά τη γλώσσα είναι απολύτως απαραίτητο.
Τι είναι, όμως, η γλώσσα; Διατυπώθηκε ο ορισμός ότι η γλώσσα είναι «ένα συμβατικό σύστημα επικοινωνιακών ήχων και μερικές φορές (αν και όχι απαραίτητα) γραπτών συμβόλων». Σ? αυτόν τον ορισμό η κρίσιμη λέξη είναι το επίθετο «επικοινωνιακών», επειδή η πρωταρχική λειτουργία της γλώσσας είναι η επικοινωνία. Βέβαια, με τη γλώσσα επιτελούνται και άλλες λειτουργίες. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι χρησιμοποιούμε τη γλώσσα για να σκεφτόμαστε, να καταγράφουμε πληροφορίες, να συνειδητοποιούμε και να εκφράζουμε συναισθήματα, να εκφράζουμε την ταύτισή μας με μια ομάδα κ.λπ.
Αναμφίβολα, η γλώσσα είναι ένα εντυπωσιακό επίτευγμα1 των ανθρώπων. Υπάρχουν όμως άλλα είδη που κάνουν χρήση της γλώσσας; Ίσως κάποιος έδινε καταφατική απάντηση σκεπτόμενος για παράδειγμα τους παπαγάλους που λένε μερικές λέξεις. Ωστόσο, οι παπαγάλοι, ακόμα και αν προσπαθούν να επικοινωνήσουν, δεν χρησιμοποιούν γλώσσα με την πλήρη σημασία της έννοιας, επειδή δε ακολουθούν κανόνες ούτε δείχνουν την ευελιξία στη χρήση της γλώσσας που δείχνουν οι άνθρωποι.
1 επίτευγμα: επιτυχία, κατόρθωμα
Στην καθημερινή μας ζωή οι περισσότεροι από εμάς κάνουμε εκτεταμένη χρήση τεσσάρων βασικών γλωσσικών δεξιοτήτων. Αυτές είναι οι ακόλουθες: ακούμε την ομιλία, διαβάζουμε, μιλάμε και γράφουμε. Είναι ίσως φυσικό να υποθέσουμε πως οι τέσσερις κεντρικές γλωσσικές δεξιότητες κάθε ανθρώπου μπορούν να είναι συνολικά ισχυρές ή αδύναμες. Αυτό το συμπέρασμα μπορεί συχνά, αλλά όχι πάντα, να είναι σωστό σε σχέση με την εκμάθηση της μητρικής γλώσσας. Όμως, ακόμη και στη μητρική τους γλώσσα, πολλοί άνθρωποι καλλιεργούν μία μόνο γλωσσική δεξιότητα, επειδή έχει ιδιαίτερη σχέση με τα ενδιαφέροντά τους ή τη σταδιοδρομία τους. Για παράδειγμα, οι συγγραφείς και οι επιμελητές κειμένων πρέπει να έχουν υψηλά αναπτυγμένες δεξιότητες γραφής, οι ηθοποιοί, πολιτικοί και δικηγόροι χρειάζονται αναπτυγμένες δεξιότητες στην ομιλία. Τέλος, οι διαφορές στις τέσσερις βασικές γλωσσικές δεξιότητες είναι συνήθως πιο εμφανείς, όταν εστιάζουμε στην απόκτηση μιας δεύτερης γλώσσας.
M.W. Eysenck. (2010). Βασικές Αρχές Γνωστικής Ψυχολογίας. (Μετάφραση Μ. Κουλεντιανού), 309-310. Αθήνα: Gutenberg (διασκευή).
ΘΕΜΑΤΑ
Α1. (Μονάδες 15)
Α1. Με ποιους τρόπους, σύμφωνα με το κείμενο, καλλιεργούνται οι γλωσσικές δεξιότητες; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας. (60-80 λέξεις)
(μονάδες 15)
Α2. (Μονάδες 10)
Α2.α. Να επισημάνετε δύο από τις διαρθρωτικές λέξεις με τις οποίες επιτυγχάνεται η συνοχή στις περιόδους της πρώτης παραγράφου (Αν κάποιος? απαραίτητο) του κειμένου.
(μονάδες 5)
Α2.β. Να αιτιολογήσετε τη χρήση τους.
(μονάδες 5)
Β1. (Μονάδες 10)
Β1. Να δημιουργήσετε από μία πρόταση χρησιμοποιώντας το αντώνυμο καθεμιάς από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου με την έντονη γραφή: γνωρίζουν, απαραίτητο, καταφατική, εκτεταμένη, σωστό.
(μονάδες 10)
Β2. (Μονάδες 15)
Β2. α. Να επισημάνετε στο κείμενο δύο παραδείγματα μεταφορικής/συνυποδηλωτικής χρήσης της γλώσσας.
(μονάδες 10)
Β2. β. Να αιτιολογήσετε τη χρήση τους.
(μονάδες 5)


Πηγή : Τράπεζα Θεμάτων



 ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Κείμενο
[Πολιτισμός και γλώσσα]
Η γλώσσα δεν είναι απλώς ένα εργαλείο συνεννόησης ή ένα μέσο επικοινωνίας. Αποτελεί τον φορέα και τον εκφραστή ιδεών, αξιών και αντιλήψεων. Αυτό σημαίνει ότι η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας συνεπάγεται, ως έναν βαθμό, και την ταυτόχρονη κατανόηση και υιοθέτηση του αντίστοιχου πολιτισμού.
Πολιτισμός θεωρείται γενικά ένα σύνολο αντιλήψεων, ιδεών, αξιών, στάσεων, τρόπων σκέψης και δράσης που χαρακτηρίζουν σε μια δεδομένη χρονική στιγμή κάποια ανθρώπινη κοινότητα. Τα στοιχεία αυτά δεν είναι άσχετα και ασύνδετα μεταξύ τους, αλλά αποτελούν ένα οργανωμένο σύνολο που διαθέτει συγκρότηση, συνοχή και ομοιογένεια και οι αρχές του διαμορφώνουν και επηρεάζουν ασυναίσθητα τη συμπεριφορά των μελών της κοινότητας. Η ύπαρξη του πολιτισμού αποτελεί μια αναγκαιότητα, γιατί αυτός είναι το μόνο μέσο με το οποίο ο άνθρωπος επιτυγχάνει να οργανώσει τα διάφορα δεδομένα του εξωτερικού κόσμου και να βάλει μια τάξη στο χάος των ερεθισμάτων και των φαινομένων με τα οποία έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος.
Ο πολιτισμός είναι, λοιπόν, ένας τρόπος σύλληψης, οργάνωσης και ταξινόμησης της πραγματικότητας, ο οποίος ταιριάζει σε μια συγκεκριμένη ανθρώπινη κοινότητα. Όμως, ο τρόπος αυτός δεν είναι ούτε ο μοναδικός, ούτε κατ? ανάγκη και ο πιο αντικειμενικός, αφού αποτελεί μια πραγματικότητα που ισχύει για τα μέλη μίας μόνο συγκεκριμένης κοινότητας. Επειδή τα άτομα ταυτίζονται με το πολιτιστικό σύστημα μέσα στο οποίο έχουν ανατραφεί και διαμορφωθεί, θεωρούν πως οι δικές τους αντιλήψεις είναι οι πιο ορθές και αντικειμενικές. Κρίνοντας, δηλαδή, μέσα από το δικό τους πολιτιστικό μικροσύμπαν1, δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι κάτι που είναι γι? αυτούς σωστό, ορθό ή αποδεκτό είναι δυνατόν να μην ισχύει στο πλαίσιο ενός άλλου πολιτισμού, ο οποίος λειτουργεί με διαφορετικές αρχές και αξίες.
Αν τώρα σκεφθεί κανείς ότι η γλώσσα συμβαδίζει με τον πολιτισμό, αντιλαμβάνεται ότι το πολιτιστικό στοιχείο είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στη διαδικασία εκμάθησης των ξένων γλωσσών. Έχοντας επίγνωση του δεδομένου αυτού, οι συγγραφείς των εγχειριδίων2 διδασκαλίας των ξένων γλωσσών περιλαμβάνουν πολλές πληροφορίες που αναφέρονται στο φυσικό περιβάλλον, στην οικονομία, στην ιστορία, στη θρησκεία, στη λογοτεχνία, στους θεσμούς, στις αντιλήψεις, στον τρόπο ζωής, στα ήθη, τα έθιμα και τις αξίες της κοινότητας η οποία χρησιμοποιεί τη διδασκόμενη γλώσσα. Η παρουσία των πληροφοριών αυτών αποσκοπεί στο να ενημερώσει και να εξοικειώσει τον μαθητή με τις διάφορες όψεις και πλευρές του πολιτισμού της ξένης χώρας, ώστε να τον φέρει πιο κοντά στη νοοτροπία του λαού της και να τον κάνει όχι απλώς ανεκτικό αλλά, όσο το δυνατόν, πιο φιλικό προς αυτήν. Από όλα τα παραπάνω γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως η εκμάθηση μιας δεύτερης (ή ξένης) γλώσσας σημαίνει την ταυτόχρονη εξοικείωση με έναν άλλο πολιτισμό.
                Ν. Μήτσης. (1998). Στοιχειώδεις αρχές και μέθοδοι της Εφαρμοσμένης  Γλωσσολογίας. Εισαγωγή στη διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσας, 70-72. Αθήνα: Gutenberg (διασκευή).
1 πολιτιστικό μικροσύμπαν: σύνολο αξιών, αντιλήψεων, αρχών, κανόνων κ.λπ. που ισχύουν σε έναν περιορισμένο γεωγραφικό ή κοινωνικό χώρο
2 εγχειρίδιο: διδακτικό βιβλίο

ΘΕΜΑΤΑ
Α1. (Μονάδες 15)
Α1. Ποια είναι, σύμφωνα με το κείμενο, η σχέση της γλώσσας με τον πολιτισμό; (60-80 λέξεις)
(μονάδες 15)
Α2. (Μονάδες 10)
Α2.α. Με ποιες διαρθρωτικές λέξεις επιτυγχάνεται η συνοχή ανάμεσα στις περιόδους της τρίτης παραγράφου του κειμένου (Ο πολιτισμός … και αξίες);
(μονάδες 4)
Α2.β. Τι δηλώνει καθεμιά από τις διαρθρωτικές λέξεις;
(μονάδες 6)
Β1. (Μονάδες 10)
Β1. Να συντάξετε μία παράγραφο 60-80 λέξεων στην οποία να χρησιμοποιήσετε μία συνώνυμη λέξη ή ισοδύναμη φράση για καθεμιά από τις λέξεις του κειμένου με έντονη γραφή, με βάση τη σημασία τους στο κείμενο: συνεννόησης, επηρεάζουν, μέσο, επιτυγχάνει, σημαντικός.
(μονάδες 10)
Β2. (Μονάδες 15)
Β2. Να επισημάνετε τρεις λέξεις ή φράσεις που δίνουν στο κείμενο επίσημο ύφος και να τις αποδώσετε με τρόπο ώστε το ύφος να γίνει ανεπίσημο.
(μονάδες 15)

Πηγή : Τράπεζα Θεμάτων



 ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Κείμενο
[H επίδραση της τεχνολογίας στη γλωσσική ποικιλότητα]
Ένας χώρος με ιδιαίτερη επίδραση στο θέμα της γλωσσικής διαφοροποίησης και της διερεύνησης της γλωσσικής ποικιλότητας είναι ο χώρος της τεχνολογίας. Σε όλη τη διάρκεια της γλωσσικής ιστορίας, η παραγωγή ενός τεχνολογικού προϊόντος ασκούσε μικρή ή μεγάλη επίδραση, ανάλογα με τη σπουδαιότητα που αυτό είχε, στη γλωσσική διαφοροποίηση. Όμως, η μεγάλη επανάσταση στη γλώσσα πραγματοποιήθηκε με την εφεύρεση της τυπογραφίας, η οποία έδωσε νέες διαστάσεις και δυνατότητες στη γλώσσα, στη γραπτή της κυρίως μορφή. Επίσης, διεύρυνε τη γλωσσική ποικιλία με τα ποικίλα «εργαλεία» του γραπτού λόγου, επειδή με την τυπογραφία δόθηκε η δυνατότητα να παραχθούν βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά και διαφορετικοί τύποι κειμένων, όπως αφίσες, διαφημίσεις, επιγραφές. Με τον ίδιο τρόπο η εφεύρεση του τηλεφώνου επηρέασε κυρίως τον προφορικό λόγο, ενώ στη συνέχεια και ο τηλέγραφος πρόσθεσε καινούριους τρόπους έκφρασης στον γραπτό λόγο.
Η επίδραση της τυπογραφίας στη γραπτή γλώσσα υπήρξε κάτι ανάλογο με την επίδραση που άσκησε το ραδιόφωνο στον προφορικό λόγο. Στο θέμα της γλωσσικής ποικιλομορφίας το ραδιόφωνο έδωσε τη δυνατότητα να ακουστεί η «άλλη φωνή», η γλωσσική μορφή που διαφοροποιείται από την επίσημη γλώσσα. Ακόμη, δημιούργησε και πολλές νέες κειμενικές ποικιλίες, όπως το δελτίο ειδήσεων, η ζωντανή ραδιοφωνική μετάδοση γεγονότων, ο σχολιασμός αθλητικών ή πολιτικών γεγονότων κ.λπ. Την κατάσταση αυτή εμπλούτισε ο κινηματογράφος και ακόμα περισσότερο η τηλεόραση, καθώς δημιουργήθηκαν νέες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές κειμενικές ποικιλίες και δόθηκαν δυνατότητες γραπτής έκφρασης με τον γλωσσικό σχολιασμό της εικόνας.
Στη συνέχεια, ο επόμενος μεγάλος σταθμός είναι το κινητό τηλέφωνο, το οποίο συνδυάζει τις γλωσσικές δυνατότητες του κλασικού τηλεφώνου με αυτές της τηλεοπτικής εικόνας. Θέτει, όμως, κάποιους σημαντικούς περιορισμούς λόγω του πολύ μικρού μεγέθους της οθόνης του, όπως το όριο των χαρακτήρων για κάθε μήνυμα. Έτσι δημιουργήθηκαν νέες γλωσσικές συμβάσεις, όπως οι συντομογραφίες και οι νέες λέξεις ή φράσεις που αποτελούνται από συνδυασμό γραμμάτων και αριθμών (π.χ. τπτ = «τίποτα») για την οικονομικότερη και ταχύτερη ανταλλαγή μηνυμάτων και πληροφοριών.
Επιπλέον, το διαδίκτυο, εκμεταλλευόμενο τις τεράστιες τεχνολογικές δυνατότητες αλλά και λειτουργώντας κάτω από τους περιορισμούς, οι οποίοι σχετίζονται με το ηλεκτρονικό υλικό και τις εφαρμογές, έφερε το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, καθώς και τη σύγχρονη και ασύγχρονη διαδικτυακή επικοινωνία. Επιπρόσθετα έδωσε την ευκαιρία να δημιουργηθούν πολλοί καινούργιοι τύποι διαδικτυακών κειμένων, γεγονός που τροφοδοτεί τη γλώσσα με πρωτόγνωρα δείγματα γλωσσικής ποικιλίας. Και ενώ θα περίμενε κανείς να λειτουργεί το διαδίκτυο ομογενοποιητικά1 λόγω της παγκόσμιας επικράτησης και της κυριαρχίας της αγγλικής γλώσσας, φαίνεται να συμβαίνει το αντίθετο: διευκολύνει και ενθαρρύνει την ανάδειξη της διαφορετικότητας στη γλωσσική επικοινωνία. Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι το διαδίκτυο έχει επηρεάσει και θα επηρεάσει μελλοντικά ακόμη περισσότερο τη γλώσσα ξεπερνώντας οποιαδήποτε άλλη τεχνολογική εφεύρεση του παρελθόντος.
Κ. Ντίνας. (2013). Η Γλωσσική ποικιλότητα στο πλαίσιο της παιδαγωγικής του κριτικού Γραμματισμού. Στο: Τσιτσανούδη Μ. (Επιμ.), Η Νέα Ελληνική Γλώσσα στη σύγχρονη (πρωτο)σχολική εκπαίδευση: Επίκαιρες προκλήσεις και προοπτικές, 280-282. Αθήνα: Gutenberg. (διασκευή).
1 ομογενοποιητικά: με τρόπο που να εξαλείφει τις διαφορές και να επιφέρει την ομοιομορφία.

ΘΕΜΑΤΑ
Α1. (Μονάδες 15)
Α1. Για ποιους λόγους, σύμφωνα με τον συγγραφέα, η μεγάλη επανάσταση στη γλώσσα πραγματοποιήθηκε με την εφεύρεση της τυπογραφίας; (60-80 λέξεις)
(μονάδες 15)
Α2. (Μονάδες 10)
Α2. Ποια είναι τα δομικά στοιχεία της δεύτερης παραγράφου (Η επίδραση?της εικόνας) του κειμένου;
(μονάδες 10)
Β1. (Μονάδες 10)
Β1. Να συντάξετε μία παράγραφο 60-80 λέξεων, στην οποία να χρησιμοποιήσετε τις λέξεις/φράσεις του κειμένου με έντονη γραφή: τεχνολογικές δυνατότητες, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, διαδικτυακών κειμένων, γλωσσικής ποικιλίας, επικοινωνία.
(μονάδες 10)
Β2. (Μονάδες 15)
Β2. «Η τυπογραφία διεύρυνε τη γλωσσική ποικιλία με τα ποικίλα «εργαλεία» του γραπτού λόγου».
1. Να αιτιολογήσετε την επιλογή της ενεργητική σύνταξης από τον συγγραφέα.
(μονάδες 5)
2. Να μετατρέψετε την ενεργητική σύνταξη σε παθητική.
(μονάδες 10)



Πηγή : Τράπεζα Θεμάτων
Posted in ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ | Leave a comment

Αρχικοί χρόνοι ρημάτων

            

Αρχικοί χρόνοι ρημάτων της αρχαίας ελληνικής αττικής διαλέκτου

  1. ?γγέλλω, ?γγελλον, ?γγελ?, ?γγειλα, ?γγελκα, ?γγέλκειν· ?γγέλλομαι, ?γγελλόμην, ?γγελο?μαι & ?γγελθήσομαι, ?γγειλάμην & ?γγέλθην, ?γγελμαι, ?γγέλμην
  2. ?γω, ?γον, ?ξω, (?ξα &) ?γαγον (?γάγ?), ?χα & ?γήοχα, ?χειν & ?γηόχειν· ?γομαι, ?γόμην ?ξομαι & ?χθήσομαι, ?γαγόμην & ?χθην, ?γμαι, ?γμην
  3. α?ν?, ?νουν, α?νέσομαι & α?νέσω, ?νεσα, ?νεκα, ?νέκειν· α?νο?μαι, ?νούμην, α?νεθήσομαι, ?νέθην, ?νημαι, ?νήμην
  4. α?ρω, ?ρον, ?ρ?, ?ρα, ?ρκα, ?ρκειν· α?ρομαι, ?ρόμην, ?ρο?μαι & ?ρθήσομαι, ?ράμην & ?ρθην, ?ρμαι, ?ρμην
  5. α?ρέω-?, ?ρουν, α?ρήσω, ε?λον (?λ-), ?ρηκα, ?ρήκειν· α?ρο?μαι, ?ρούμην, α?ρήσομαι & α?ρεθήσομαι, ε?λόμην & ?ρέθην, ?ρημαι, ?ρήμην [παθητικό του α?ρ? είναι το ?λίσκομαι)
  6. α?σθάνομαι, ?σθανόμην, α?σθήσομαι, ?σθόμην, ?σθημαι, ?σθήμην
  7. α?τιάομαι-?μαι, ?τιώμην, α?τιάσομαι, ?τιασάμην & ?τιάθην, ?τίαμαι, ?τιάμην
  8. ?κούω, ?κουον, ?κούσομαι, ?κουσα, ?κήκοα, ?κηκόειν· ?κούομαι, ?κουόμην, ?κουσθήσομαι, ?κουσάμην & ?κούσθην, ?κουσμαι, ?κούσμην
  9. ?λίσκομαι, ?λισκόμην, ?λώσομαι, λων & ?λων, λωκα & ?λωκα, ?λώκειν
  10. ?πτω, ?πτον, ?ψω, ?ψα· ?πτομαι, ?πτόμην, ?ψομαι & ?φθήσομαι, ?ψάμην & ?φθην, ?μμαι, ?μμην
  11. ?ρχω, ?ρχον, ?ρξω, ?ρξα, ?ρχα, ?ρχειν· ?ρχομαι, ?ρχόμην, ?ρξομαι & ?ρχθήσομαι, ?ρξάμην & ?ρχθην, ?ργμαι, ?ργμην
  12. βαίνω, ?βαινον, βήσομαι, ?βην, βέβηκα, ?βεβήκειν· βαίνομαι, ?βαινόμην, -, ?βάθην, βέβαμαι, -
  13. βάλλω, ?βαλλον, βαλ?, ?βαλον, βέβληκα, ?βεβλήκειν· βάλλομαι, ?βαλλόμην, βαλο?μαι & βληθήσομαι, ?βαλόμην & ?βλήθην, βέβλημαι, ?βεβλήμην
  14. βιβάζω, ?βίβαζον, βιβ? (=βιβάω), ?βίβασα· βιβάζομαι, ?βιβαζόμην, βιβ?μαι, ?βιβασάμην & ?βιβάσθην, βεβίβασμαι, ?βεβιβάσμην
  15. βούλομαι, ?βουλόμην & ?βουλόμην, βουλήσομαι & βουληθήσομαι, ?βουλήθην & ?βουλήθην, βεβούλημαι, ?βεβουλήμην
  16. γηράσκω, ?γήρασκον, γηράσω & γηράσομαι, ?γήρασα & ?γήραν, γεγήρακα, ?γεγηράκειν
  17. γίγνομαι, ?γιγνόμην, γενήσομαι, ?γενόμην, γέγονα & γεγένημαι, ?γεγόνειν & ?γεγενήμην
  18. γιγνώσκω, ?γίγνωσκον, γνώσομαι, ?γνων, ?γνωκα, ?γνώκειν· γιγνώσκομαι, ?γιγνωσκόμην, γνωσθήσομαι, ?γνώσθην, ?γνωσμαι, ?γνώσμην
  19. (δείδω), -, δείσομαι, ?δεισα, δέδοικα & δέδια, ?δεδοίκειν (& ?δεδίειν)
  20. δε?, ?δει, δεήσει, ?δέησε
  21. διδράσκω, ?δίδρασκον, δράσομαι, ?δραν, δέδρακα, ?δεδράκειν
  22. δίδωμι, ?δίδουν, δώσω, ?δωκα, δέδωκα, ?δεδώκειν· δίδομαι, ?διδόμην, δώσομαι & δοθήσομαι, ?δόμην & ?δόθην, δέδομαι, ?δεδόμην
  23. δύναμαι, ?δυνάμην, δυνήσομαι & δυνηθήσομαι, ?δυνησάμην & ?δυνήθην, δεδύνημαι, ?δεδυνήμην
  24. δύω, ?δυον, δύσω, ?δυσα· δύομαι, ?δυόμην, δύσομαι, ?δυσάμην & ?δυν
  25. δοκέω-?, ?δόκουν, δόξω & δοκήσω, ?δοξα & ?δόκησα, δεδόκηκα· δοκο?μαι, ?δοκούμην, -, ?δόχθην & ?δοκήθην, δέδογμαι & δεδόκημαι. Δοκε?, ?δόκει, δόξει, ?δοξε, δέδοκται, ?δέδοκτο
  26. δράω??, ?δρων, δράσω, ?δρασα, δέδρακα, ?δεδράκειν
  27. ω-?, ε?ων, ?άσω, ε?ασα, ε?ακα, εκειν· ??μαι, εμην, σομαι, εθην, ε?αμαι, εμην
  28. ?γείρω, ?γειρον, ?γερ?, ?γειρα, ?γήγερκα· ?γείρομαι, ?γειρόμην, -, ?γρόμην & ?γέρθην, ?γήγερμαι & ?γρήγορα
  29. ?θω (συνηθίζω), -, -, -, ε?ωθα (πρκ. με σημασία ενστ.), ε?ώθειν (υπρσ. με σημασία πρτ.)
  30. ε?μί, ?ν, ?σομαι, ?γενόμην, γέγονα & γεγένημαι, ?γεγόνειν & ?γεγενήμην
  31. ε?μι & ?ρχομαι, ?α & ?ειν, ε?μι, ?λθον, ?λήλυθα, ?ληλύθειν
  32. ?λαύνω, ?λαυνον, ?λ? (-?ς, -??) & ?λάσω, ?λασα, ?λήλακα, ?ληλάκειν· ?λαύνομαι, ?λαυνόμην, ?λάσομαι & ?λαθήσομαι, ?λασάμην & ?λάθην, ?λήλαμαι, ?ληλάμην.
  33. ?πομαι, ε?πόμην, ?ψομαι, ?σπόμην, ?κολούθηκα, ?κολουθήκειν
  34. ?ρά-?, ?ρων, ?ρασθήσομαι, ?ράσμην & ?ράσθην, ?ρασμαι, ?ράσμην
  35. ?ργάζομαι, ε?ργαζόμην, ?ργάσομαι & ?ργασθήσομαι, ε?ργασάμην & ε?ργάσθην, ε?ργασμαι, ε?ργάσμην
  36. ?ρωτάω-?, ?ρώτων, ?ρωτήσω & ?ρήσομαι, ?ρώτησα & ?ρόμην (?ρ?), ?ρώτηκα, ?ρωτήκειν· ?ρωτ?μαι, ?ρωτώμην, ?ρωτηθήσομαι, ?ρωτήθην, ?ρώτημαι, ?ρωτήμην
  37. ?σθίω, ?σθιον, ?δομαι, ?φαγον, ?δήδοκα, ?δηδόκειν· ?σθίομαι, ?σθιόμην, -, ?δεσάμην & ?δέσθην, ?δήδεσμαι, ?δηδέσμην
  38. ε?δω, η?δον, ε?δήσω, η?δησα, ε?δηκα, η?δήκειν
  39. ?χθαίρω, ?χθαιρον, ?χθαρ?, ?χθηρα· ?χθαίρομαι, ?χθαιρόμην, ?χθαρο?μαι, ?χθηράμην
  40. ?χω, ε?χον, ?ξω & σχήσω, ?σχον (σχ?), ?σχηκα, ?σχήκειν· ?χομαι, ε?χόμην, ?ξομαι & σχήσομαι (& σχεθήσομαι), ?σχόμην (& ?σχέθην), ?σχημαι, ?σχήμην
  41. ζήω-?, ?ζων, βιώσομαι (& ζήσω & ζήσομαι), ?βίωσα & ?βίων (& ?ζησα), βεβίωκα (& ?ζηκα), ?βεβιώκειν
  42. ?γέομαι-ο?μαι, ?γούμην, ?γήσομαι, ?γησάμην & ?γήθην, ?γημαι, ?γήμην
  43. ?κω, ?κον, ?ξω, ?ξα
  44. θν?σκω, ?θνησκον, θανο?μαι, ?θανον, τέθνηκα, ?τεθνήκην
  45. ?ημι, ?ην, ?σω, ?κα, ε?κα, ε?κειν· ?εμαι, μην, ?σομαι & ?θήσομαι, ?κάμην & ε?μην & ε?θην, ε?μαι, ε?μην
  46. ?κνέομαι-ο?μαι, ?κνούμην, ?ξομαι, ?κόμην, ?γμαι, ?γμην
  47. ?στημι, ?στην, στήσω, ?στησα, στήσας ?χω, στήσας ε?χον· ?σταμαι, ?στάμην, στήσομαι & σταθήσομαι, ?στησάμην & ?στην & ?στάθην, ?στηκα, ?στήκειν & ε?στήκειν
  48. ?σχω, ?σχον· ?σχομαι, ?σχόμην. (Οι υπόλοιποι χρόνοι όπως το ?χω)
  49. καλέω-?, ?κάλουν, καλ? (& καλέσω), ?κάλεσα, κέκληκα, ?κεκλήκειν· καλο?μαι, ?καλούμην, καλο?μαι (& καλέσομαι) & κληθήσομαι, ?καλεσάμην & ?κλήθην, κέκλημαι, ?κεκλήμην, κεκλήσομαι.
  50. κε?μαι, ?κείμην, κείσομαι
  51. κόπτω, ?κοπτον, κόψω, ?κοψα, κέκοφα, ?κεκόφειν· κόπτομαι, ?κοπτόμην, κόψομαι & κοπήσομαι, ?κοψάμην & ?κόπην, κέκομμαι, ?κεκόμμην
  52. κτάομαι-?μαι, ?κτώμην, κτήσομαι & κτηθήσομαι, ?κτησάμην & ?κτήθην, κέκτημαι, ?κεκτήμην, κεκτήσομαι
  53. κτείνω, ?κτεινον, κτεν?, ?κτεινα & ?κτανον, ?κτονα, ?κτόνειν. Παθητικό: ?ποθν?σκω
  54. λαγχάνω, ?λάγχανον, λήξομαι, ?λαχον, ε?ληχα (& λέλοχα), ε?λήχειν (& ?λελόγχειν)· λαγχάνομαι, ?λαγχανόμην, -, ?λήχθην, ε?ληγμαι, ε?λήγμην
  55. λαμβάνω, ?λάμβανον, λήψομαι, ?λαβον, ε?ληφα, ε?λήφειν· λαμβάνομαι, ?λαμβανόμην, ληφθήσομαι, ?λαβόμην & ?λήφθην, ε?λημμαι, ε?λήμμην
  56. λανθάνω, ?λάνθανον, λήσω, ?λαθον, λέληθα, ?λελήθειν· λανθάνομαι, ?λανθανόμην, λήσομαι & λησθήσομαι, ?λαθόμην & ?λήσθην, λέλησμαι, ?λελήσμην
  57. λέγω, ?λεγον, λέξω & ?ρ?, ?λεξα & ε?πα & ε?πον, ε?ρηκα, ε?ρήκειν· λέγομαι, ?λεγόμην, λέξομαι & λεχθήσομαι & ?ηθήσομαι, (?λεξάμην &) ?λέχθην & ?ρρήθην & ε?πόμην, ε?ρημαι, ε?ρήμην
  58. λείπω, ?λειπον, λείψω, ?λιπον, λέλοιπα, ?λελοίπειν· λείπομαι, ?λειπόμην, λείψομαι & λειφθήσομαι, ?λιπόμην & ?λείφθην, λέλειμμαι, ?λελείμμην
  59. μάχομαι, ?μαχόμην, μαχο?μαι, ?μαχεσάμην, μεμάχημαι, ?μεμαχήμην
  60. μένω, ?μενον, μεν?, ?μεινα, μεμενηκα, ?μεμενήκειν
  61. μ(ε)ίγνυμι, ?μ(ε)ίγνυν, μ(ε)ίξω, ?μ(ε)ιξα· μ(ε)ίγνυμαι, ?μ(ε)ιγνύμην, μ(ε)ίξομαι & μ(ε)ιχθήσομαι & μιγήσομαι, ?μ(ε)ιξάμην & ?μ(ε)ίχθην & ?μίγην, μέμ(ε)ιγμαι.
  62. μιμν?σκω, ?μίμν?σκον, μνήσω, ?μνησα· μιμν?σκομαι, ?μιμν?σκόμην, μνήσομαι & μνησθήσομαι, ?μνησάμην & ?μνήσθην, μέμνημαι, ?μεμνήμην.
  63. ο?δα, ?δειν & ?δη, ε?σομαι & ε?δήσω, ?γνων, ?γνωκα, ?γνώκειν
  64. ο?ομαι (& ο?μαι), ?όμην (& ?μην), ο?ήσομαι, ?ήθην, -, -
  65. ο?χομαι, ?χόμην, ο?χήσομαι, -, (ο?χωκα & ?χηκα & ?χημαι & ο?χημαι), (ο?χώκειν & ?χήκειν & ?χήμην)
  66. ?λλυμι, ?λλυν, ?λ? & ?λέσω, ?λεσα, ?λώλεκα, ?λωλέκειν· ?λλυμαι, ?λλύμην, ?λο?μαι, ?λόμην, ?λωλα, ?λώλειν
  67. ?μνυμι & ?μνύω, ?μνυν & ?μνυον, ?μο?μαι & ?μώσω, ?μοσα, ?μώμοκα, ?μωμόκειν· ?μνυμαι, -, -, ?μνύσθην & ?μόθην, ?μώμοσμαι, -
  68. ?ράω-?, ρων, ?ψομαι, ε?δον, ρακα & ρακα & ?πωπα, ?ωράκειν & ?πώπειν· ?ρ?μαι, ?ωρώμην, ?φθήσομαι, (?ψάμην &) ε?δόμην & ?φθην, ραμαι & ?μμαι, ?ωράμην & ?μμην
  69. ?ρμάω-?, ?ρμων, ?ρμήσω, ?ρμησα, ?ρμηκα, ?ρμήκειν
  70. ?ρμέω-?, ?ρμουν, ?ρμήσω, ?ρμησα, ?ρμηκα, ?ρμήκειν
  71. παρανομέω-?, παρενόμουν, παρανομήσω, παρενόμησα, παρανενόμηκα, παρενενομήκειν· παρανομο?μαι, παρενομούμην, -, παρενομήθην, παρανενόμημαι, παρενενομήμην.
  72. πάσχω, ?πασχον, πείσομαι, ?παθον, πέπονθα, ?πεπόνθειν
  73. πειράω-?, ?πείρων, πειράσω, ?πείρασα, πεπείρακα, ?πεπειράκειν· πειρ?μαι, ?πειρώμην, πειράσομαι & πειραθήσομαι, ?πειρασάμην & ?πειράθην, πεπείραμαι, ?πεπειράμην
  74. πείθω, ?πειθον, πείσω, ?πεισα & ?πιθον, πέπεικα, -· πείθομαι, ?πειθόμην, πείσομαι & πεισθήσομαι, ?πιθόμην & ?πείσθην, πέπεισμαι & πέποιθα, -
  75. πέμπω, ?πεμπον, πέμψω, ?πεμψα, πέπομφα, ?πεπόμφην· πέμπομαι, ?πεμπόμην, πέμψομαι & πεμφθήσομαι, ?πεμψάμην & ?πέμφθην, πέπεμμαι, ?πεπέμμην
  76. πίπτω, ?πιπτον, πεσο?μαι, ?πεσον, πέπτωκα, ?πεπτώκειν
  77. πλέω, ?πλεον, πλεύσομαι & πλευσο?μαι, ?πλευσα, πέπλευκα, ?πεπλεύκειν· πλέομαι, ?πλεόμην, πλευσθήσομαι, ?πλεύσθην, πέπλευσμαι, ?πεπλεύσμην
  78. ποιέω-?, ?ποίουν, ποιήσω, ?ποίησα, πεποίηκα, ?πεποιήκειν· ποιο?μαι, ?ποιούμην, ποιήσομαι & ποιηθήσομαι, ?ποιησάμην & ?ποιήθην, πεποίημαι, ?πεποιήμην
  79. πράττω, ?πραττον, πράξω, ?πραξα, πέπραχα, ?πεπράχειν· πράττομαι, ?πραττόμην, πράξομαι & πραχθήσομαι, ?πραξάμην & ?πράχθην, πέπραγμαι, ?πεπράγμην
  80. πυνθάνομαι (πληροφορούμαι, εξετάζω, ζητώ να μάθω), ?πυνθανόμην, πεύσομαι & πευσο?μαι, ?πυθόμην, πέπυσμαι, ?πεπύσμην
  81. ?έω, ?ρρεον, ?εύσομαι & ?υήσομαι, ?ρρύην
  82. σβέννυμι & σβεννύω, ?σβένυν & ?σβέννυον, σβέσω, ?σβεσα, ?σβηκα· σβέννυμαι, ?σβεννύμην, σβήσομαι & σβεσθήσομαι, ?σβέσθην & ?σβην, ?σβεσμαι
  83. σημαίνω, ?σήμαινον, σημαν?, ?σήμηνα, σεσήμαγκα· σημαίνομαι, ?σημαινόμην, σημανο?μαι & σημανθήσομαι, ?σημηνάμην & ?σημάνθην, σεσήμασμαι, ?σεσημάσμην
  84. σκεδάννυμι, ?σκεδάννυν & ?σκεδάννυον, σκεδ? & σκεδάσω, ?σκέδασα· σκεδάννυμαι, ?σκεδαννύμην, σκεδασθήσομαι, ?σκεδασάμην & ?σκεδάσθην, ?σκέδασμαι, ?σκεδάσμην
  85. σκοπέω-?, ?σκόπουν, σκοπήσω, ?σκόπησα· σκοπο?μαι, ?σκοπούμην, σκέψομαι, ?σκεψάμην & ?σκέφθην, ?σκεμμαι, ?σκέμμην
  86. σπένδω, ?σπενδον, σπείσω, ?σπεισα· σπένδομαι, ?σπενδόμην, σπείσομαι, ?σπεισάμην, ?σπεισμαι, ?σπείσμην
  87. συλλέγω, συνέλεγον, συλλέξω, συνέλεξα, συνείλοχα, συνειλόχειν· συλλέγομαι, συνελεγόμην, συλλέξομαι & συλλεχθήσομαι, συνελεξάμην & συνελέχθην & συνελέγην, συνείλεγμαι, συνειλέγμην
  88. τάσσω, ?τασσον, τάξω, ?ταξα, τέταχα, ?τετάχειν· τάσσομαι, ?τασσόμην, τάξομαι & ταχθήσομαι, ?ταξάμην & ?τάχθην, τέταγμαι, ?τετάγμην
  89. τελέω-?, ?τέλουν, τελ?, ?τέλεσα, τετέλεκα, ?τετελέκειν· τελο?μαι, ?τελούμην, τελο?μαι & τελεσθήσομαι, ?τελεσάμην & ?τελέσθην, τετέλεσμαι, ?τετελέσμην
  90. τίθημι, ?τίθην, θήσω, ?θηκα, τέθηκα, ?τεθήκειν· τίθεμαι, ?τιθέμην, θήσομαι & τεθήσομαι, ?θέμην & ?τέθην, τέθημαι & κε?μαι, ?τεθήμην & ?κείμην
  91. τρέπω, ?τρεπον, τρέψω, ?τρεψα & ?τραπον, τέτροφα & τέτραφα, ?τετρόφειν & ?τετράφειν· τρέπομαι, ?τρεπόμην, τρέψομαι & τρεφθήσομαι & τραπήσομαι, ?τρεψάμην & ?τραπόμην & ?τρέφθην & ?τράπην, τέτραμμαι, ?τετράμμην
  92. τρέχω & θέω, ?τρεχον, δραμο?μαι, ?δραμον, δεδράμηκα
  93. φαίνω, ?φαινον, φαν?, ?φηνα, πέφαγκα, (?πεφάγκειν)· φαίνομαι, ?φαινόμην, φανο?μαι & φανήσομαι & φανθήσομαι, ?φηνάμην & ?φάνην & ?φάνθην, πέφασμαι & πέφηνα, (?πεφάσμην & ?πεφήνην)
  94. φέρω, ?φερον, ο?σω, ?νεγκον, ?νήνοχα, ?νηνόχειν· φέρομαι, ?φερόμην, ο?σομαι & ?νεχθήσομαι, (?νεγκάμην &) ?νεγκόμην & ?νέχθην, ?νήνεγμαι, ?νηνέγμην
  95. φεύγω, ?φευγον, φεύξομαι & φευξο?μαι, ?φυγον, πέφευγα, ?πεφεύγειν
  96. φημί, ?φην, φήσω, ?φησα, ε?ρηκα, ε?ρήκειν
  97. φθάνω, ?φθανον, φθήσομαι & φθάσω, ?φθασα & ?φθην, ?φθακα, ?φθάκειν
  98. φθείρω, ?φθειρον, φθερ?, ?φθειρα, ?φθαρκα, ?φθάρκειν· φθείρομαι, ?φθειρόμην, φθερο?μαι & φθαρήσομαι, ?φθάρην, ?φθαρμαι & ?φθορα, ?φθάρμην & ?φθόρειν
  99. φύω, ?φυον, φύσω, ?φυσα· φύομαι, ?φυόμην, φύσομαι, ?φυν, πέφυκα, ?πεφύκειν
100.      χρή, (?)χρ?ν, χρ?σται
101.      χρήομαι-?μαι, ?χρώμην, χρήσομαι, ?χρησάμην & ?χρήσθην, κέχρημαι, ?κεχρήμην, κεχρήσομαι
102.      ψηφίζω, ?ψήφιζον, ψηφι?, ?ψήφισα, ?ψήφικα, ?ψηφίκειν· ψηφίζομαι, ?ψηφιζόμην, ψηφιο?μαι & ψηφισθήσομαι, ?ψηφισάμην & ?ψηφίσθην, ?ψήφισμαι, ?ψηφίσμην
103.      ?νο?μαι, ?ωνούμην, ?νήσομαι & ?νηθήσομαι, ?πριάμην & ?ωνήθην, νημαι, ?ωνήμην


Posted in ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ | Leave a comment

Αριθμητικά







Αριθμητικά λέγονται οι λέξεις που φανερώνουν αριθμούς ή παράγονται από ονόματα αριθμών. Τα αριθμητικά είναι: επίθετα, ουσιαστικά, επιρρήματα.
Τα αριθμητικά ουσιαστικά σημαίνουν αφηρημένη αριθμητική ποσότητα, είναι όλα θηλυκά και λήγουν σε -άς. Τα περισσότερα σχηματίζονται από το θέμα των απόλυτων αριθμητικών επιθέτων π.χ. δυ-άς, τρι-
?ς κ.λπ. και κλίνονται όπως τα θηλυκά οδοντικόληκτα της γ? κλίσης σε ?άς, γεν. ?άδος.
Τα αριθμητικά επιρρήματα φανερώνουν πόσες φορές επαναλαμβάνεται κάτι. Τα περισσότερα σχηματίζονται από το θέμα των απόλυτων αριθμητικών επιθέτων και λήγουν σε ?άκις ή ?κις π.χ. πεντάκις, δεκάκις κ.λπ. Σχηματίζονται ιδιόμορφα τα:
?παξ (= για μια μόνο φορά), δ?ς (= για δύο φορές), τρ?ς (= για τρεις φορές) και ?νάκις (= για εννέα φορές).
Τα αριθμητικά επίθετα διακρίνονται σε απόλυτα, τακτικά, χρονικά, πολλαπλασιαστικά και αναλογικά.

Α. Απόλυτα αριθμητικά
Τα απόλυτα αριθμητικά δηλώνουν απλώς ένα ορισμένο πλήθος όντων: ε?ς (?πλίτης), μία (να?ς), ?ν (?πλον).
Τα ε
?ς – μία – ?ν, τρε?ς – τρία, τέτταρες – τέτταρα, κλίνονται ως εξής:
α. ε
?ς – μία – ?ν
Ενικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
ε?ς
μία
?ν
Γενική
?ν?ς
μι?ς
?ν?ς
Δοτική
?ν?
μι?
?ν?
Αιτιατική
?να
μίαν
?ν
β. τρε?ς – τρία
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό και θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
τρε?ς
τρία
Γενική
τρι?ν
τρι?ν
Δοτική
τρισ?(ν)
τρισ?(ν)
Αιτιατική
τρε?ς
τρία
γ. τέτταρες – τέτταρα
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό και θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
τέτταρες
τέτταρα
Γενική
τεττάρων
τεττάρων
Δοτική
τέτταρσι(ν)
τέτταρσι(ν)
Αιτιατική
τέτταρας
τέτταρα
Παρατηρήσεις:
·        Τα αριθμητικά από το πέντε μέχρι και το εκατό είναι άκλιτα (π.χ. τ?ν τριάκοντα τυράννων κ.λπ.).
·        Από το διακόσιοι, -αι, -α και εξής κλίνονται μόνο στον πληθυντικό αριθμό όπως τα τρικατάληκτα δευτερόκλιτα επίθετα. Τα απόλυτα αριθμητικά από το διακόσιοι, -αι, -α και πέρα είναι δυνατό να βρεθούν και στον ενικό αριθμό όταν προσδιορίζουν περιληπτικά ουσιαστικά:

π.χ. τ?ν παρ? Περδίκκου διακοσίαν ?ππον ?ν ?λύνθ? μένειν.

Β. Τακτικά αριθμητικά
Τα τακτικά αριθμητικά φανερώνουν την τάξη, τη θέση που κατέχει κάτι σε σχέση με μια σειρά από όμοιά του:
π.χ. πρ
?τος (μήν), δευτέρα (?μέρα) κ.λπ.
Σχηματίζονται από τα απόλυτα αριθμητικά.
·        Από το 1 έως και το 12 είναι μονολεκτικά με την κατάληξη -τος, -τη, -τον (π.χ. πρ?τος, -τη, -τον) και περιφραστικά από το 13 έως και το 19 (π.χ. τρίτος και δέκατος κ.λπ.).
Εξαιρούνται τα:
δεύτερος, -τέρα, -τερον, //
?βδομος, -μη, -μον και //?γδοος, -όη, -οον.
·        Από το 20 και πέρα σχηματίζονται με την κατάληξη -στός, -στή, -στόν:
π.χ. ε
?κοστός, -στή, -στ?ν κ.λπ.
·        Κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα δευτερόκλιτα επίθετα σε ος, -η, -ον.
Γ. Χρονικά
Τα χρονικά αριθμητικά (που δεν τα έχει η νέα ελληνική) φανερώνουν ποια ημέρα συμβαίνει μια πράξη, από τότε που άρχισε. Αυτά σχηματίζονται από το θέμα των τακτικών και λήγουν σε ?α?ος:
π.χ. (δεύτερος) δευτερα
?ος ?φίκετο (= έφτασε τη δεύτερη μέρα αφότου ξεκίνησε).
Κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα δευτερόκλιτα επίθετα σε -ος, -α, -ον.
Δ. Πολλαπλασιαστικά
Τα πολλαπλασιαστικά αριθμητικά δηλώνουν από πόσα μέρη αποτελείται κάτι. Σχηματίζονται από το θέμα των απόλυτων με την προσθήκη της κατάληξης -πλο?ς.
π.χ. (τρί-α) τριπλο
?ς, (δέκα) δεκαπλο?ς.
Τα πολλαπλασιαστικά αριθμητικά κλίνονται όπως τα συνηρημένα τρικατάληκτα επίθετα της β
? κλίσης σε – ο?ς, -?, -ο?ν.
π.χ. (
?πλόος) ?πλο?ς, (?πλόη) ?πλ? , (?πλόον) ?πλο?ν,
(διπλόος) διπλο
?ς, (διπλόη) διπλ?, (διπλόον) διπλο?ν κτλ.
Ε. Αναλογικά
Τα αναλογικά αριθμητικά δηλώνουν πόσες φορές είναι μεγαλύτερο ένα ποσό από ένα άλλο του ίδιου είδους. Τα περισσότερα σχηματίζονται από το θέμα των απόλυτων και λήγουν σε -πλάσιος.
π.χ. (δι-ο) διπλάσιος.
Κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα δευτερόκλιτα επίθετα σε -ος, -α, -ον.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΩΝ
απόλυτα
τακτικά
πολλαπλασιαστικά
αναλογικά
χρονικά
ουσιαστικά
επιρρήματα
1
ε?ς, μία, ?ν
πρ?τος, πρώτη, πρ?τον
?πλο?ς
-
-
μον?ς
?παξ
2
δύο
δεύτερος, -έρα, -ερον
διπλο?ς
διπλάσιος
δευτερα?ος
δυ?ς
δ?ς
3
τρε?ς, τρία
τρίτος, -η, -ον
τριπλο?ς
τριπλάσιος
τριτα?ος
τρι?ς
τρ?ς
4
τέσσαρες, τέσσαρα
τέταρτος, -άρτη, -αρτον
τετραπλο?ς
τετραπλάσιος
τεταρτα?ος
τετρ?ς
τετράκις
5
πέντε
πέμπτος, -η, -ον
πενταπλο?ς
πενταπλάσιος
πεμπτα?ος
πεμπ?ς
πεντάκις
6
?ξ
?κτος, -η,-ον
?ξαπλο?ς
?ξαπλάσιος
-
?ξ?ς
?ξάκις

Posted in ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ | Leave a comment

Αντωνυμίες

ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ

Αντωνυμίες ονομάζονται οι κλιτές λέξεις που χρησιμοποιούνται στο λόγο αντί των ονομάτων (ουσιαστικών ή επιθέτων).
Τα είδη των αντωνυμιών είναι:
1.       προσωπικές,
2.       δεικτικές,
3.       οριστική ή επαναληπτική,
4.       κτητικές
5.       αυτοπαθητική,
6.       αλληλοπαθητική,
7.       ερωτηματικές,
8.       αόριστες,
9.       αναφορικές.
1. Προσωπικές αντωνυμίες   : λέγονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν τα τρία πρόσωπα του λόγου.
α) πρόσωπο: ?γ?
β) πρόσωπο: σ?
γ) πρόσωπο: α?τός, ?κε?νος, ?δε κ.λπ.
                  Ενικός αριθμός Πληθυντικός αριθμός
                                α΄ πρόσωπο β΄ πρόσωπο          γ΄ πρόσωπο      α΄ πρόσωπο      β΄ πρόσωπο  γ΄ πρόσωπο
Ονομαστική         ?γ?                   σ?                              –                         ?με?ς                     ?με?ς                (σφε?ς)
Γενική                   ?μο?, μου         σο?, σου                 (ο?)                       ?μ?ν                     ?μ?ν                (σφ?ν)
Δοτική                  ?μοί, μοι           σοί, σοι                    ο?, ο?                     ?μ?ν                       ?μ?ν                  σφίσι(ν)
Αιτιατική             ?μέ, με              σέ, σε                       (?)                        ?μ?ς                      ?μ?ς                 (σφ?ς)
2. Δεικτικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που χρησιμοποιούνται για να δείξουν κάτι αισθητό ή νοητό. Αυτές είναι οι εξής:
1.       ο?τος, α?τη, το?το,
2.       ?κε?νος, ?κείνη, ?κε?νο,
3.       ?δε, ?δε, τόδε (= αυτός εδώ, αυτός δα,ο εξής),
4.       τοιόσδε, τοιάδε, τοιόνδε ή τοιο?τος, τοιαύτη, τοιο?το(ν) (= τέτοιος),
5.       τηλικόσδε, τηλικήδε, τηλικόνδε ή τηλικο?τος, τηλικαύτη, τηλικο?το(ν) (= τόσο μεγάλος),
Η αντωνυμία ο?τος, α?τη, το?το κλίνεται με τον ακόλουθο τρόπο:
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
ο?τος
α?τη
το?το
ο?τοι
    α?ται
τα?τα
Γενική
τούτου
ταύτης
τούτου
τούτων
    τούτων
τούτων
Δοτική
τούτ?
ταύτ?
τούτ?
τούτοις
    ταύταις
τούτοις
Αιτιατική
το?τον
ταύτην
το?το
τούτους
    ταύτας
τα?τα
Κλητική
(?) ο?τος
(?) α?τη
-
-
-
-
Παρατηρήσεις:
1.       Μόνο η δεικτική αντωνυμία ο?τος, α?τη, το?τοσχηματίζει κλητική στο αρσενικό και στο θηλυκό γένος του ενικού αριθμού.
2.       Η αντωνυμία ?κε?νος, ?κείνη, ?κε?νο κλίνεται ως τρικατάληκτο επίθετο της β? κλίσης
3.       Το ουδέτερο των δεικτικών αντωνυμιών ο?τος, α?τη, το?το/ ?κε?νος, ?κείνη, ?κε?νο και ?δε, ?δε, τόδε δεν έχει ν.
Η αντωνυμία ?δε, ?δε, τόδε κλίνεται με τον ακόλουθο τρόπο:
                            Ενικός αριθμός                        Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική       ?δε            ?δε        τόδε      ο?δε            α?δε         τάδε
Γενική                   το?δε       τ?σδε   το?δε   τ?νδε        τ?νδε      τ?νδε
Δοτική                  τ?δε         τ?δε      τ?δε     το?σδε       τα?σδε     το?σδε
Αιτιατική             τόνδε        τήνδε    τόδε      τούσδε      τάσδε      τάδε
Παρατήρηση:
Η αντωνυμία ?δε, ?δε, τόδε σχηματίστηκε από το άρθρο ?, ?, τ?μαζί με το εγκλιτικό δεικτικό μόριο δ? στο τέλος του. Κλίνεται όπως το άρθρο και οι άτονοι τύποι του παίρνουν τον τόνο του μορίου δέ.
3. Οριστική ή επαναληπτική αντωνυμία είναι η αντωνυμία α?τός, α?τή, α?τό.
Οριστική είναι, όταν χρησιμεύει για να ορίσει κάτι, να το ξεχωρίσει από τα άλλα και απαντά σε όλες τις πτώσεις.
π.χ.
Μετ? δ? τα?τα γενομένης τ?ς ?στερον στρατείας, ?ν α?τ?ς (=αυτός ο ίδιος όχι άλλος) Ξέρξης ?γαγεν.
Επαναληπτική είναι μόνο στις πλάγιες πτώσεις, όταν χρησιμεύει για να επαναλάβει κάτι για το οποίο έγινε λόγος πρωτύτερα
π.χ.
Κ?ρον δ? μεταπέμπεται ?π? τ?ς ?ρχ?ς, ?ς α?τ?ν (=δηλ. Κ?ρον ) σατράπην ?ποίησε κα? στρατηγ?ν δ? α?τ?ν ?πέδειξε πάντων.
Η αντωνυμία α?τός, α?τή, α?τό κλίνεται σαν τρικατάληκτο επίθετο της β? κλίσης σε -ος, -η, ον, χωρίς όμως το τελικό ν στο ουδέτερο του ενικού: α?τός, α?τή, α?τ? (γεν. α?το?, α?τ?ς, α?το?) κ.λπ.
Η αντωνυμία α?τός, όταν εκφέρεται μαζί με το άρθρο, σημαίνει ταυτότητα (? α?τ?ς = ο ίδιος)
π.χ.
Τ?ν γο?ν ?ττικ?ν ?κ το? ?π? πλε?στον δι? τ? λεπτόγεων ?στασίαστον ο?σαν ?νθρωποι ?κουν ο? α?το? α?εί.(οι ίδιοι πάντοτε)

4. Κτητικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν σε ποιον ανήκει κάτι, δηλαδή ορίζουν κτήτορα.
Σχηματίζονται από τα θέματα των προσωπικών αντωνυμιών και έχουν αντιστοίχως τρία πρόσωπα:
Α?  για ένα κτήτορα
α? πρόσωπο: ?μός, ?μή, ?μ?ν (= δικός μου, δική μου, δικό μου),
β? πρόσωπο: σός, σή, σ?ν (= δικός σου, δική σου, δικό σου),
γ? πρόσωπο: ?ός, ?ή, ??ν (= δικός του, δική του, δικό του).
Β?  για πολλούς κτήτορες
α? πρόσωπο: ?μέτερος, ?μετέρα, ?μέτερον (= δικός μας, δική μας, δικό μας),
β? πρόσωπο: ?μέτερος, ?μετέρα, ?μέτερον (= δικός σας, δική σας, δικό σας),
γ? πρόσωπο: σφέτερος, σφετέρα, σφέτερον (= δικός τους, δική τους, δικό τους).
Παρατήρηση:
Οι κτητικές αντωνυμίες κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα επίθετα της β? κλίσης σε -ος, -η, -ον και -ος, -α, -ον. π.χ. ?μός, ?μή, ?μ?ν (όπως σοφός, σοφή, σοφόν) και ?μέτερος, ?μετέρα, ?μέτερον ( όπως δίκαιος, δικαία, δίκαιον).
5. Αυτοπαθητικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν ότι το ίδιο υποκείμενο ενεργεί και συγχρόνως παθαίνει

ΚΛΙΣΗ                                                α? προσώπου
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
αρσενικό
θηλυκό
Γενική
?μαυτο?
?μαυτ?ς
?μ?ν α?τ?ν
?μ?ν α?τ?ν
Δοτική
?μαυτ?
?μαυτ?
?μ?ν α?το?ς
?μ?ν α?τα?ς
Αιτιατική
?μαυτ?ν
?μαυτ?ν
?μ?ς α?το?ς
?μ?ς α?τ?ς
                                                         β? προσώπου
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
αρσενικό
θηλυκό
Γενική
σεαυτο?
σεαυτ?ς
?μ?ν α?τ?ν
?μ?ν α?τ?ν
Δοτική
σεαυτ?
σεαυτ?
?μ?ν α?το?ς
?μ?ν α?τα?ς
Αιτιατική
σεαυτ?ν
σεαυτ?ν
?μ?ς α?το?ς
?μ?ς α?τ?ς
                                                           γ? προσώπου
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Γενική
?αυτο?
?αυτ?ς
-
?αυτ?ν ή
σφ?ν α?τ?ν
?αυτ?ν ή
σφ?ν α?τ?ν
-
Δοτική
?αυτ?
?αυτ?
-
?αυτο?ς ή
σφίσιν α?το?ς
?αυτα?ς ή
σφίσιν α?τα?ς
-
Αιτιατική
?αυτ?ν
?αυτ?ν
?αυτ?
?αυτο?ς ή
σφ?ς α?το?ς
?αυτ?ς ή
σφ?ς α?τ?ς
?αυτ?
Οι αυτοπαθητικές αντωνυμίες εξαιτίας της σημασίας τους συνηθίζονται μόνο στις πλάγιες πτώσεις. Οι τύποι του β? και γ? προσώπου και συχνά συναιρούνται: π.χ. σεαυτο? > σαυτο?, σεαυτ?ς > σαυτ?ς κ.λπ.

6. Αλληλοπαθητική  ονομάζεται η αντωνυμία που φανερώνει ότι δύο ή περισσότερα πρόσωπα ενεργούν και παθαίνουν αμοιβαία.
Λόγω του ότι αναφέρεται σε δύο ή περισσότερα πρόσωπα δεν έχει ενικό αριθμό, έχει μόνο δυϊκό και πληθυντικό αριθμό. Δε συνηθίζεται στην ονομαστική αλλά μόνο στις πλάγιες πτώσεις. Έχει τρία γένη και κλίνεται όπως τα τρικατάληκτα επίθετα της β? κλίσης.
    
       Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Γενική
?λλήλων
?λλήλων
?λλήλων
Δοτική
?λλήλοις
?λλήλαις
?λλήλοις
Αιτιατική
?λλήλους
?λλήλας
?λληλα
7. Ερωτηματικές αντωνυμίες ονομάζονται οι αντωνυμίες που εισάγουν ερωτήσεις και είναι οι εξής:
1.       τίς, τί (= ποιος;),
2.       πότερος, ποτέρα, πότερον (= ποιος από τους δύο;),
3.       πόσος, πόση, πόσον
4.       πο?ος, ποία, πο?ον (= τι λογής, τι είδους;),
5.       πηλίκος, πηλίκη, πηλίκον (= πόσο μεγάλος; ποιας ηλικίας;),
6.       ποδαπός, ποδαπή, ποδαπ?ν (= από ποιον τόπο;),
7.       πόστος, πόστη, πόστον (= τι θέση έχει σε μια αριθμητική σειρά πβ. δεύτερος, τρίτος κ.λπ.),
8.       ποστα?ος, ποσταία, ποστα?ον (= σε πόσες μέρες;- πβ. τριτα?ος, τεταρτα?ος κ.λ.π).
Όλες οι ερωτηματικές αντωνυμίες είναι τρικατάληκτες και κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα δευτερόκλιτα επίθετα σε -ος, -η, -ον, εκτός από την αντωνυμία τίς, τί που είναι τριγενής και δικατάληκτη και κλίνεται κατά τη γ΄ κλίση ως εξής:
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό / θηλυκό
ουδέτερο
αρσενικό / θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
τίς
τί
τίνες
τίνα
Γενική
τίνος ή το?
τίνος ή το?
τίνων
τίνων
Δοτική
τίνι ή τ?
τίνι ή τ?
τίσι(ν)
τίσι(ν)
Αιτιατική
τίνα
τί
τίνας
τίνα

8.  Αόριστες ονομάζονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν κάτι αόριστο, που δεν μπορεί κανείς ή δε θέλει να το ονομάσει. Οι αόριστες αντωνυμίες είναι οι εξής:
1.       τ?ς, τ? (= κάποιος),
2.       ? δε?να, ? δε?να, τ? δε?να,
3.       ?νιοι, ?νιαι,?νια (= μερικοί).
ΚΛΙΣΗ
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
αρσ/θηλυκό
ουδέτερο
αρσενικό / θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
τ?ς
τ?
τιν?ς
τιν? ή ?ττα
Γενική
τιν?ς ή του
τιν?ς ή του
τιν?ν
τιν?ν
Δοτική
τιν? ή τ?
τιν? ή τ?
τισ?(ν)
τισ?(ν)
Αιτιατική
τιν?
τ?
τιν?ς
τιν? ή ?ττα
Παρατηρήσεις:
1.       Η αντωνυμία τίς, τ? είναι τριγενής και δικατάληκτη, κλίνεται κατά την τρίτη κλίση, τονίζεται σε όλες τις πτώσεις στη λήγουσα, έχει άτονους τους δεύτερους τύπους στον ενικό και διπλούς τύπους στην ονομαστική και αιτιατική πληθυντικού του ουδετέρου.
2.       Η αντωνυμία δε?να δεν έχει εύχρηστο πληθυντικό και κλίνεται ή κατά την τρίτη κλίση (δε?να, δε?νος, δε?νι κ.λπ.) ή μένει άκλιτη.
3.       Η αντωνυμία ?νιοι, ?νιαι, ?νια απαντά μόνο στον πληθυντικό και κλίνεται σαν τρικατάληκτο δευτερόκλιτο επίθετο.
Στις αόριστες αντωνυμίες ανήκουν και μερικά επίθετα που λέγονται επιμεριστικές αντωνυμίες, οι οποίες ονομάζονται έτσι διότι δηλώνουν επιμερισμό από ένα σύνολο δύο ή περισσότερων ουσιαστικών. Αυτές είναι οι εξής:
1.       π?ς, π?σα, π?ν (= καθένας χωρίς καμία εξαίρεση),
2.       ?καστος, ?κάστη, ?καστον (= καθένας),
3.       ?λλος, ?λλη, ?λλο,
4.       ο?δείς, ο?δεμία, ο?δ?ν ? μηδείς, μηδεμία, μηδ?ν (= κανείς),
5.       ?μφότεροι, ?μφότεραι, ?μφότερα (= και οι δύο μαζί),
6.       ?κάτερος, ?κατέρα, ?κάτερον (= καθένας από τους δύο),
7.       ?τερος, ?τέρα, ?τερον (= άλλος, χρησιμοποιείται όταν έχουμε δύο ουσιαστικά),
8.       ο?δέτερος, ο?δετέρα, ο?δέτερον ? μηδέτερος, μηδετέρα, μηδέτερον (= ούτε ο ένας ούτε ο άλλος),
9.       ποσός, ποσή, ποσόν (= κάμποσος),
10.    ποιός, ποιά, ποιόν (= κάποιας λογής),
11.    ?λλοδαπός, ?λλοδαπή, ?λλοδαπ?ν (= από άλλο τόπο).
Κλίση
Ενικός αριθμός
Πληθυντικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
ο?δε?ς
ο?δεμία
ο?δ?ν
ο?δένες
Γενική
ο?δεν?ς
ο?δεμι?ς
ο?δεν?ς
ο?δένων
Δοτική
ο?δεν?
ο?δεμι?
ο?δεν?
ο?δέσι(ν)
Αιτιατική
ο?δένα
ο?δεμίαν
ο?δ?ν
ο?δένας
Παρατηρήσεις:
1.       Οι αντωνυμίες ο?δε?ς και μηδε?ς κλίνονται όπως το αριθμητικό ε?ς, μία, ?ν, αλλά στο αρσενικό γένος έχουν και πληθυντικό αριθμό: ο?δένες, μηδένες.
2.       Όλες οι επιμεριστικές αντωνυμίες εκτός από το π?ς, π?σα πάσα, π?ν ? ο?δείς, ο?δεμία, ο?δ?ν και μηδείς, μηδεμία, μηδέν, κλίνονται όπως τα τρικατάληκτα δευτερόκλιτα επίθετα.
3.       Η αντωνυμία π?ς, π?σα, π?ν χρησιμεύει και ως επίθετο: π.χ. π?σα ? πόλις (= ολόκληρη η πόλη).

9. Αναφορικές ονομάζονται οι αντωνυμίες με τις οποίες μια πρόταση αναφέρεται σε λέξη άλλης πρότασης ή σε όλο το περιεχόμενο της πρότασης αυτής και είναι οι εξής:
1.       ?ς, ?, ? (= ο οποίος),
2.       ?σπερ, ?περ, ?περ (= αυτός ακριβώς που),
3.       στις, ?τις, ?,τι (= όποιος),
4.       ?πότερος, ?ποτέρα, ?πότερον (= όποιος από τους δύο),
5.       ?σος, ?ση, ?σον,
6.       ?πόσος, ?πόση, ?πόσον (= όσος),
7.       ο?ος, ο?α, ο?ον (= τέτοιος),
8.       ?πο?ος, ?ποία, ?πο?ον(= όποιας λογής),
9.       ?λίκος, ?λίκη, ?λίκον (= όσο μεγάλος),
10.    ?πηλίκος, ?πηλίκη, ?πηλίκον (= όσο μεγάλος),
11.    ?ποδαπός, ?ποδαπή, ?ποδαπ?ν (= από ποιον τόπο, σε πλάγια ερώτηση).


ΚΛΙΣΗ                              Ενικός αριθμός                                                
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
?στις
?τις
?,τι
ο?τινες
α?τινες
?τινα ή  ?ττα
Γενική
ο?τινος και ?του
?στινος
ο?τινος και ?του
?ντινων
?ντινων
?ντινων
Δοτική
?τινι και ?τ?
?τινι
?τινι και ?τ?
ο?στισι(ν)
α?στισι(ν)
ο?στισι(ν)
Αιτιατική
?ντινα
?ντινα
?,τι
ο?στινας
?στινας
?τινα ?ττα
Παρατήρηση:
Οι αναφορικές αντωνυμίες κλίνονται σαν τα τρικατάληκτα επίθετα της β΄ κλίσης. Η αναφορική αντωνυμία ?στις, ?τις, ?,τι σχηματίζεται από την αναφορική αντωνυμία ?ς, ?, ? και την αόριστη αντωνυμία τ?ς, τί. Κλίνεται ως προς τα δύο μέρη της και διατηρεί τον τόνο του α΄ συνθετικού.
ΚΛΙΣΗ                                     Ενικός αριθμός
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
αρσενικό
  θηλυκό
     ουδέτερο
Ονομαστική
?σπερ
?περ
?περ
ο?περ
α?περ
?περ
Γενική
ο?περ
?σπερ
ο?περ
?νπερ
?νπερ
?νπερ
Δοτική
?περ
?περ
?περ
ο?σπερ
α?σπερ
ο?σπερ
Αιτιατική
?νπερ
?νπερ
?περ
ο?σπερ
?σπερ
?περ
Παρατήρηση:
α) Η αντωνυμία ?σπερ, ?περ, ?περ σχηματίζεται από την αντωνυμία ?ς, ?, ? και το άκλιτο εγκλιτικό μόριο π?ρ (= ακριβώς). Κλίνεται και τονίζεται μόνο το α΄ συνθετικό.
Posted in ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ | Leave a comment