Πλάτωνα Πολιτεία , Ερωτήσεις

 
Ενότητα 11η: Η αλληγορία του σπηλαίου : Οι δεσμώτες

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΒΟΗΘΗΜΑΤΟΣ

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Με αφορμή την πλατωνική αλληγορία για τη σπηλιά σχολιάστε τα ακόλουθα δυο ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη (Ποιήματα Α?, σελ. 105-6). (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 116)

ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ

Σ? αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που περνώ

μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ

για νάβρω τα παράθυρα. ? Όταν ανοίξει

ένα παράθυρο θάναι παρηγορία ?

Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν μπορώ

να τάβρω. Και καλλίτερα ίσως να μην τα βρω.

Ίσως το φως θάναι μια νέα τυραννία.

Ποιος ξέρει τι καινούρια πράγματα θα δείξει.

ΤΕΙΧΗ

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ? υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.

Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη?

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.

Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.

Ανεπαισθήτως μ? έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

2. Ποια συνήθεια της καθημερινής ζωής του σύγχρονου ανθρώπου προσομοιάζει με την κατάσταση των πλατωνικών δεσμωτών? (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 117)

3. Τι ονομάζουμε αλληγορία και ποια η λειτουργικότητά της?

4. Παρουσιάστε το περιεχόμενο της αλληγορίας του σπηλαίου.

5. Τι γνωρίζετε για την πλατωνική θεωρία των ιδεών?

6. Ποια είναι τα σύμβολα που εμπεριέχονται στην αλληγορία του σπηλαίου και πώς ερμηνεύονται?

7. Ποιο το νόημα της φράσης του Σωκράτη «?μοίους ?μ?ν»?

8. Με ποιους εκφραστικούς τρόπους αισθητοποιείται η εικόνα του σπηλαίου και των δεσμωτών και ποιος είναι ο λειτουργικός ρόλος του καθενός?

9. Να συγκρίνετε το ευαγγελικό «?γ? ε?μ? τ? φ?ς το? κόσμου? ? ?κολουθ?ν ?μο? ο? μ?περιπατήσ? ?ν τ?σκοτί?, ?λλ? ?ξει τ? φ?ς τ?ς ζω?ς» με την εικόνα του αγαθού στην πλατωνική αλληγορία του σπηλαίου.

 

Λεξιλογικές – σημασιολογικές ερωτήσεις

1. Να βρείτε στο κείμενο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τις παρακάτω: οικία, φορείο, παιδευτικός, σχήμα, άξονας, εργάτης.

2. Να δώσετε δύο ομόρριζα στα νέα ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: ε?πον, πάθει, φ?ς, πυρ?ς, ?μοίους.

3. Να βρείτε αντώνυμα των παρακάτω λέξεων στα αρχαία ελληνικά: παιδείας, καταγεί?, φ?ς, ?δυνάτους, ?νωθεν, ?πισθεν.

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΕΕ

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Με βάση την εισαγωγή του βιβλίου σας, να συνδέσετε την ενότητα με τα προηγούμενα και με το θέμα όλου του έργου.

2. Με ποια φράση δηλώνεται το θέμα της ενότητας και ποια μέθοδο ακολουθεί ο Πλάτων στην ανάπτυξή του?

3. Να περιγράψετε με λίγα λόγια την εικόνα του σπηλαίου ή να τη δώσετε με σχέδιο.

4. Τι νομίζετε ότι συμβολίζουν τα δεσμά και η υποχρεωτική καθήλωση – ακινησία των ανθρώπων του σπηλαίου?

5. Ποιος ε?ναι ο ρ?λος του τειχ?ου στη σκηνοθεσ?α του Πλ?τωνα? Γιατ? δεν πρ?πει να φα?νονται οι ?νθρωποι αλλ?τα αντικε?μενα?

6. α) Να εντοπίσετε τα σημεία του κειμένου που μας επιτρέπουν να θεω-ρήσουμε ότι η κοινωνία των δεσμωτών είναι η πολιτική κοινωνία και ότι ο κόσμος του σπηλαίου είναι ο αισθητός κόσμος.

β) Ποια είναι η κατάσταση της πολιτικής κοινωνίας (την οποία συμβολίζει η κοινωνία των δεσμωτών) και πώς περιγράφεται ο αισθητός κόσμος?

7. ?σπερ το?ς θαυματοποιο?ς: Ο Αριστοτέλης (Περ?κόσμου 398b16) γράφει: ο? νευροσπάσται μίαν μήρινθον ?πισπασάμενοι ποιο?σι κα? α?χένα κινε?σθαι κα? χε?ρα ζ?ου κα? ?μον κα? ?φθαλμόν. Να συσχετίσετε το χωρίο αυτό με την πλατωνική παρομοίωση1.

8. Να συγκρίνετε το ευαγγελικό ?γ? ε?μ? τ? φ?ς το? κόσμου· ? ?κολουθ?ν ?μο? ο? μ?περιπατήσ? ?ν τ?σκοτί?, ?λλ? ?ξει τ? φ?ς τ?ς ζω?ς (Κατ? ?ωάννην, Η΄, 12- 13) με την εικόνα του ?γαθο?στην πλατωνική αλληγορία του σπηλαίου.

9. Με ποιους εκφραστικούς τρόπους αισθητοποιείται η εικόνα του σπηλαίου και των δεσμωτών και ποιος είναι ο λειτουργικός ρόλος καθενός?

10. Να χαρακτηρίσετε τη γλώσσα και το ύφος του Πλάτωνα στην αλληγορία του σπηλαίου και να εξηγήσετε το χαρακτηρισμό σας.

11. «Ας υποθέσωμε ότι ένας ελύθηκε και αναγκάζεται (?) να σηκώνη τα βλέμματά του προς τη διεύθυνση του φωτός και ότι κάνοντας όλα αυτά αισθάνεται άλγος και δεν ημπορεί εξ αιτίας των μαρμαρυγών να βλέπη ξάστερα τα αντικείμενα ώτινων έβλεπε τις σκιές (?) Και στην περίπτωση λοιπόν που θα τον ανάγκαζε κανείς να αντικρύζη το ίδιο το φως, δεν θα αισθάνονταν άλγος στα μάτια και γυρίζοντας τα μάτια του δεν θα εζητούσε να ξαναγυρίση φεύγοντας προς εκείνα που ημπορεί να βλέπη η όρασή του και δεν θα τα εθεωρούσε τω όντι σαφέστερα από εκείνα που του δείχνονται τώρα? (?) Και όταν έφτανε προς το φως (του ήλιου), επειδή θα ήταν τα μάτια του πλημμυρισμένα από φεγγοβολή, δεν θα του ήταν αδύνατο να βλέπη έστω και ένα από τα πράγματα, όσα χαρακτηρίζομε εμείς τώρα ως αληθινά?» (Πολιτε?α, 515c, 515e, 516a, μτφρ. Κ. Γεωργούλης).

Αφού διαβάσετε το παράθεμα απ?την Πολιτε?α, να συγκρίνετε την κατάσταση των πρώην δεσμωτών (που περιγράφει) με το ποίημα του Καβάφη «Τα παράθυρα».

————————————————————————————————————————————————–

1 Φαίνεται ότι ο Πλάτων είχε υπόψη του κάποια τέτοια θεάματα. Ο W. K. C. Guthrie (3) πιστεύει ότι η Ελλάδα της εποχής του Πλάτωνα φαίνεται πως ήταν συνηθισμένη σε παραστάσεις ανάλογες με του «Καραγκιόζη».

————————————————————————————————————————————————–

Λεξιλογικές- Σημασιολογικές ασκήσεις

1. α) κατάγειος, β) θαυματοποιός: Να γράψετε στη νέα ελληνική τέσσερα σύνθετα για καθεμία από τις λέξεις με το ίδιο δεύτερο συνθετικό (-γειος, -ποι?ς) και να δώσετε τη σημασία τους.

2. σπηλαιώδης:

α) η κατ?ληξη (επ?θημα) -?δης δηλ?νει: (1) αφθον?α (2) ταιρι?ζει, μοιάζει. Να σημειώσετε ανάλογα το (1) ?το (2) δ?πλα απ? κ?θε φρ?ση.

? Αποτελο?σαν πολ? θορυβ?δη παρ?α.

? Λαβυρινθ?δης συλλογισμ?ς, χρει?ζεσαι το μ?το της Αρι?δνης για να τον καταλ?βεις.

? Η συμπεριφορ?του ?ταν μ?λλον παιδαρι?δης

? ?χει σαρκ?δη χε?λη.

? Το πρ?βλημα της ανεργ?ας ε?ναι ακανθ?δες για τις κυβερν?σεις.

β) Να γρ?ψετε και εσε?ς ?να επ?θετο σε -ώδης για καθεμ?α σημασ?α.

4. Να επιλέξεις τα αντώνυμα των λέξεων: ?τοπον, σιγ?, πόρρω, φ?ς, κατάγειος.

αντώνυμα : ?μιλ?, τοπικόν, λογικ?ν, σιωπ?, άντίον, ?γγ?ς, βάθος, ?πόγειος, σκ?τος, ?π?γειος.

5. Να βρεις τις λέξεις του κειμένου που είναι ομόρριζες με τις λέξεις : έμφυτος, προσγειωμένος, συγκατοίκηση, πτήση, σχήμα, αδέσμευτος, ισοσκελές, διαμονή, εμπροσθοφυλακή, όψη, αγωγιάτης, παροδικός, δομή, έμφραγμα, απόδειξη, προφητεία, οισοφάγος, έργατικός, φθογγόσημο, τοπικός, παρομοίωση

 

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ

 

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ 2008

Πλάτωνος Πολιτεία 514Α-515Α (ΕΝΟΤΗΤΑ 11)

Μετ? τα?τα δή, ε?πον, ?πείκασον τοιούτ?πάθει τ?ν ?μετέραν φύσιν παιδείας τε πέρι κα? ?παιδευσίας. ?δ? γ?ρ ?νθρώπους ο?ον ?ν καταγεί? ο?κήσει σπηλαιώδει, ?ναπεπταμένην πρ?ς τ? φ?ς τ?ν ε?σοδον ?χούσ?μακρ?ν παρ? π?ν τ? σπήλαιον, ?ν ταύτ? ?κ παίδων ?ντας ?ν δεσμο?ς κα? τ? σκέλη κα?το?ς α?χένας, ?στε μένειν τε α?το?ς ε?ς τε τ? πρόσθεν μόνον ?ρ?ν, κύκλ? δ? τ?ς κεφαλ?ς ?π?το? δεσμο? ?δυνάτους περιάγειν, φ?ς δ? α?το?ς πυρ?ς ?νωθεν κα?πόρρωθεν καόμενον ?πισθεν α?τ?ν, μεταξ? δ? το?πυρ?ς κα? τ?ν δεσμωτ?ν ?πάνω ?δόν, παρ? ?ν ?δ?τειχίον παρ?κοδομημένον, ?σπερ το?ς θαυματοποιο?ς πρ? τ?ν ?νθρώπων πρόκειται τ? παραφράγματα, ?π?ρ ?ν τ? θαύματα δεικνύασιν.

?ρ?, ?φη.

?ρα τοίνυν παρ? το?το τ? τειχίον φέροντας ?νθρώπους σκεύη τε παντοδαπ? ?περέχοντα το? τειχίου κα? ?νδριάντας κα? ?λλα ζ?α λίθινά τε κα? ξύλινα κα? παντο?α ε?ργασμένα, ο?ον ε?κ?ς το?ς μ?ν φθεγγομένους, το?ς δ? σιγ?ντας τ?ν παραφερόντων.

?τοπον, ?φη, λέγεις ε?κόνα κα? δεσμώτας ?τόπους.

?μοίους ?μ?ν, ?ν δ? ?γώ.

Α. Απ? το κε?μενο που σας δ?νεται να γράψετε στο τετρ?δι?σας τη μετάφραση του αποσπάσματος: «Μετ?τα?τα δ? ? ?ρ?, ?φη.»

Μον?δες 10

Β. Να απαντήσετε στα παρακ?τω:

Β1. Να εντοπίσετε με αναφορές στο κείμενο και να σχολιάσετε τα στοιχεία του σπηλαίου, τα οποία δηλώνουν τον εγκλεισμό των δεσμωτών.

Μον?δες 15

Β2. θαυματοποιο?ς, ?νδριάντας, δεσμώτας ?τόπους: να σχολιάσετε το περιεχόμενο των παραπάνω όρων.

Μον?δες 15

Β3. Ποιος είναι ο τόπος, ποιο το θέμα του διαλόγου «Πολιτεία ? περ?δικαίου» και ποια τα διαλεγόμενα πρόσωπα?

Μονάδες 10

Β4. Να γράψετε δύο ομόρριζες λέξεις της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας, απλές ή σύνθετες, για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου:

?πείκασον, πάθει, ?χούσ?, ?ρ?ν, φέροντας.

Μονάδες 10

 

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ 2012

Πλάτωνος Πολιτεία 514A?515Α (ENOTHTA 11)

Μετ? τα?τα δή, ε?πον, ?πείκασον τοιούτ?πάθει τ?ν ?μετέραν φύσιν παιδείας τε πέρι κα? ?παιδευσίας. ?δ? γ?ρ ?νθρώπους ο?ον ?ν καταγεί? ο?κήσει σπηλαιώδει, ?ναπεπταμένην πρ?ς τ? φ?ς τ?ν ε?σοδον ?χούσ?μακρ?ν παρ? π?ν τ? σπήλαιον, ?ν ταύτ? ?κ παίδων ?ντας ?ν δεσμο?ς κα? τ? σκέλη κα?το?ς α?χένας, ?στε μένειν τε α?το?ς ε?ς τε τ? πρόσθεν μόνον ?ρ?ν, κύκλ? δ? τ?ς κεφαλ?ς ?π?το? δεσμο? ?δυνάτους περιάγειν, φ?ς δ? α?το?ς πυρ?ς ?νωθεν κα?πόρρωθεν καόμενον ?πισθεν α?τ?ν, μεταξ? δ? το?πυρ?ς κα? τ?ν δεσμωτ?ν ?πάνω ?δόν, παρ? ?ν ?δ?τειχίον παρ?κοδομημένον, ?σπερ το?ς θαυματοποιο?ς πρ? τ?ν ?νθρώπων πρόκειται τ? παραφράγματα, ?π?ρ ?ν τ? θαύματα δεικνύασιν.

?ρ?, ?φη.

?ρα τοίνυν παρ? το?το τ? τειχίον φέροντας ?νθρώπους σκεύη τε παντοδαπ? ?περέχοντα το? τειχίου κα? ?νδριάντας κα? ?λλα ζ?α λίθινά τε κα? ξύλινα κα? παντο?α ε?ργασμένα, ο?ον ε?κ?ς το?ς μ?ν φθεγγομένους, το?ς δ? σιγ?ντας τ?ν παραφερόντων.

?τοπον, ?φη, λέγεις ε?κόνα κα? δεσμώτας ?τόπους.

?μοίους ?μ?ν, ?ν δ? ?γώ.

Α1. Απ?το παραπάνω κείμενο να γράψετε στο τετρ?δι?σας τη μετάφραση του αποσπάσματος: «Μετ?τα?τα δή… τ?θαύματα δεικνύασιν».

Μον?δες 10

Β1. Να ερμηνεύσετε, με βάση το κείμενο που σας δίνεται, τους συμβολισμούς: πρ?ς τ? φ?ς, ?ν δεσμο?ς, ?νδριάντας.

Μον?δες 15

Β2. Με ποιους εκφραστικούς τρόπους αισθητοποιείται η εικόνα του σπηλαίου και των δεσμωτών (μονάδες 8) και ποιος ο ρόλος του καθενός? (μονάδες 7)

Μον?δες 15

Β3.Ποιες είναι, κατά τον Πλάτωνα, οι ενασχολήσεις των φυλάκων-αρχόντων (βασιλέων) μετά την ολοκλήρωση της αγωγής τους και ποια τα χαρακτηριστικά τους ως φιλοσόφων-βασιλέων;

Μον?δες 10

Β4. Να βρείτε στο διδαγμένο κείμενο μία ετυμολογικά συγγενή λέξη, απλή ή σύνθετη, για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις της νέας ελληνικής: γεωμετρία, σχήμα, ευφυής, υπόδημα, διένεξη, οπτασία, άξονας, διεργασία, πυρετός, δίφθογγος.

Μονάδες 10

 

 

Ενότητα 12η: Η αλληγορία του σπηλαίου: Η απροθυμία των φιλοσόφων

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΒΟΗΘΗΜΑΤΟΣ

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Σχολιάστε το χωρίο «Τ? α?το? ? σπουδαιότεραι» σε σχέση με τη ζωή του ίδιου του Πλάτωνα.(ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 120)

2. Ποιοι ήταν στην αρχαιότητα απρόθυμοι να αναλάβουν πολιτικές εξουσίες? Γνωρίζετε παραδείγματα προσωπικοτήτων που εγκατέλειψαν οικειοθελώς την εξουσία? (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 120)

3. Ποιους θεωρεί ο Πλάτωνας ακατάλληλους να διοικήσουν μια πολιτεία και για ποιους λόγους?

4. Τι ήταν, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, τα νησιά των μακαρίων και πώς αυτά συνδέονται με τους πεπαιδευμένους?

5. Να δώσετε τον ορισμό του αγαθού, κατά τον Πλάτωνα.

6. Ποιους χαρακτηρισμούς δίνει ο Πλάτωνας στο αγαθό? Να δώσετε και παραπομπές από το κείμενό σας.

7. Να συγκρίνετε την έννοια του αγαθού στον Πλάτωνα με την έννοια της αρετής στο ακόλουθο ποίημα του Σιμωνίδη του Κείου:

 

Η ΑΡΕΤΗ

Ένας λόγος λέει: Σε βράχια

η Αρετή δυσκολοπάτητα φωλιάζει

κι έναν τόπο θείο και πάναγνο αφεντεύει?

δεν μπορούν του καθενός θνητού τα μάτια

να τη δουν? την αντικρίζει μόνο εκείνος

που από μέσα του ο ιδρώτας, σπαραγμός

της καρδιάς του, θ? αναβρύσει,

μόνο εκείνος που ως τ? ακρόκορφο θα φτάσει

της αντρείας.

8. Ποια σημασία έχει η λέξη «παιδεία» στο έργο του Πλάτωνα?

 

Λεξιλογικές-σημασιολογικές ερωτήσεις

1. Να δώσετε τα αντώνυμα των παρακάτω λέξεων στα αρχαία ελληνικά διατηρώντας το γένος, τον αριθμό και την πτώση: ?παιδεύτους, ?ληθείας, ?πείρους, τέλους, βί?, βελτίστας, μέγιστον, ?νάβασιν, ?πιτρέπειν, μετέχειν.

2. Να δώσετε συνώνυμα για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις στα αρχαία ελληνικά: ?καν?ς, ?γούμενοι, ?φαμεν, ?πιτρέπειν, ?θέλειν, μετέχειν.

3. Να δώσετε από δύο ομόρριζα στα νέα ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: προειρημένων, ?παιδεύτους, πράξουσιν, μάθημα, ?νάβασιν.

4. Να αντιστοιχίσετε τις λέξεις της Α στήλης με τις ετυμολογικά συγγενείς τους από τη δεύτερη στήλη:

Α
?ργον
τιμ?ν
?δε?ν
?νάβασιν
μετέχειν
πο?ον
Β
βωμούς
ποιότητα
πάρεργο
σχέση
κάτοπτρο
εντιμότητα

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΕΕ

 

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Ποιο θέμα θέτει για συζήτηση ο Σωκράτης και πώς συνδέεται με το θέμα της Πολιτείας? (Για τον τρ?πο σ?νδεσης να συμβουλευτείτε το διάγραμμα του διαλόγου στην εισαγωγή του βιβλίου σας).

2. Γιατί οι απαίδευτοι δεν μπορούν να αναλάβουν τη διοίκηση της πολιτείας?

3. Σε τι διαφοροποιείται η ζωή ?σων έχουν λάβει την ορθή παιδεία από τη ζωή των απαίδευτων, των τυχαίων και αφιλοσόφητων πολιτικών? (Εκτός από το κείμενο να συμβουλευτείτε και τα σχόλια του βιβλίου σας).

4. α) Ποιον τρόπο ζωής προτιμούν οι πεπαιδευμένοι από την ανάληψη ευθυνών στη διοίκηση της πολιτείας?

β) Με ποιον εκφραστικό τρόπο παρουσιάζει την επιθυμία τους ο Πλάτων?

5. ?μ?τερον δ? ?ργον … τ?ν ο?κιστ?ν … μ? ?πιτρ?πειν α?το?ς ? ν?ν ?πι-τρέπεται: Ποιους ονομ?ζει ο Σωκρ?της ο?κιστ?ς και ποια κατ?σταση περιγρ?φει με το τελευτα?ο σχόλιο?

6. Ποια περιεχ?μενο νομίζετε ότι έχει η ?ννοια του ?γαθο?στο κείμενο? (Να απαντήσετε, αφού συμβουλευτείτε τα σχόλια του βιβλίου σας).

7. Ποια είναι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η σημασία της παιδείας για την αν?ληψη ηγετικ?ν θ?σεων?

8. Ποιες ήταν στην αρχαιότητα οι δοξασίες για τις νήσους των μακάρων? Να τις συγκρίνετε με παρόμοιες αντιλήψεις άλλων θρησκειών και της χριστιανικής.

9. τάς τε βελτίστας φύσεις: Αφού διαβάσετε τα σχόλια του βιβλίου σας, να συγκρίνετε την άποψη του Πλάτωνα για τη φύση του ανθρώπου με την άποψη του Δημόκριτου: ? φύσις κα? ?διδαχ? παραπλήσιόν ?στι. Κα? γ?ρ ?διδαχ? μεταρυσμο? τ?ν ?νθρωπον, μεταρυσμο?σα δ? φυσιοποιε?2.

 

10. Ποια είναι η θέση και ο ρόλος των φυλάκων στην πολιτεία, σύμφωνα με το κείμενο3;

11. Σήμερα υπάρχουν άνθρωποι απρόθυμοι να αναλάβουν ηγετικές (πολι-τικές) θέσεις? Ποια χαρακτηριστικά νομίζετε ότι έχουν συνήθως όσοι δεν επιθυμούν τέτοιες θέσεις?

12. Να εντοπίσετε στο κείμενο τους όρους (λέξεις) που χρησιμοποιεί ο Πλάτων για να χαρακτηρίσει το ?γαθό, την πορεία προς αυτό και την προσέγγισή του4. Τι αποκαλύπτουν για τη φύση του ?γαθο??

13. Να συγκρίνετε τον τρόπο με τον οποίο αποδίδει την έννοια του ?γαθο? στην αλληγορία του σπηλαίου ο Πλάτων με την περιγραφή της ?ρετ?ς στο ακόλουθο ποίημα του Σιμωνίδη του Κείου.

Η αρετή

Ένας λόγος λέει: Σε βράχια

η Αρετή δυσκολοπάτητα φωλιάζει

κι έναν τόπο θείο και πάναγνο αφεντεύει?

δεν μπορούν του καθενός θνητού τα μάτια

να τη δουν? την αντικρίζει μόνο εκείνος

που από μέσα του ο ιδρώτας, σπαραγμός

της καρδιάς του, θ? αναβρύσει,

μόνο εκείνος που ως τ? ακρόκορφο θα φτάσει

της αντρείας.

(μτφρ. Θρ. Σταύρου)

 

————————————————————————————————————————————————

2 Ο Δημόκριτος υποστηρίζει την εξανθρωπιστική λειτουργία της παιδείας, ότι δηλαδή με τη διδαχή, με την παιδεία, ο άνθρωπος διαπλάθεται προς την «φύσιν» του.

3 Οι φύλακες στο συγκεκριμένο απόσπασμα περιγράφονται με τους όρους το?ς ?ν παιδεί?, τάς τε βελτίστας φύσεις.

4 μέγιστον μάθημα, ?ναβ?ναι, ?νάβασιν, ?ναβάντες, ?δωσι, ?φικέσθαι, ?δε?ν.

————————————————————————————————————————————————

 

Λεξιλογικές ? Σημασιολογικές ασκήσεις

1. μάκαρ- αρος: η λ?ξη σ?μαινε στην αρχα?α ευλογημ?νος, ευτυχισμ?νος, ευδα?μων και αναφερ?ταν κυρ?ως στους θεο?ς, εν? αργ?τερα (στην αρχα?α και π?λι) μ?καρες ?ταν και οι νεκρο?.

Να γρ?ψετε στη ν?α ελληνικ? φρ?σεις χρησιμοποι?ντας παρ?γωγα της λ?ξης και να δηλ?σετε τη σημασ?α τους.

2. Ποια είναι η σημασιολογική διαφορά των ρημάτων: α) διατρίβω ? καταμένω – ?ποικίζομαι, β) ?πιτρέπω – ?άω-? και ποια η σημασία καθενός στο κείμενο?

3. ?ναβ?ναι, ?ναβάντες, ?νάβασιν: Ποια σημασία έχει αυτή η επιλογή των λέξεων από τον Πλάτωνα?

4. ?πιτροπεύω: Ποια είναι η αρχική σημασία της λέξης και ποια σημασία έχει στο κείμενο?

5. Να γράψετε από δυο απλές (όχι σύνθετες) ομόρριζες λέξεις της νέας ελληνικής από τις παρακάτω λέξεις : ε?κ?ς, ?ν?γκη, προειρημ?νων, ?πε?ρους, ?καν?ς, π?λιν, διατρ?βειν, σκοπ?ν, β??, στοχαζομ?νους, ?δ??, δημοσ??, μακ?ρων, ?Αληθ?, φ?σεις, μ?θημα, ?ναβ?ναι, ?πιτρ?πειν, καταμ?νειν, ?θ?λειν, μετ?χειν, τιμ?ν, σπουδαι?τεραι

 

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ

 

2011

Πλάτωνος Πολιτεία 519 Β ? D (ΕΝΟΤΗΤΑ 12)

Τί δέ? Τόδε ο?κ ε?κός, ?ν δ? ?γώ, κα? ?νάγκη ?κ τ?ν προειρημένων, μήτε το?ς ?παιδεύτους κα? ?ληθείας ?πείρους ?καν?ς ?ν ποτε πόλιν ?πιτροπε?σαι, μήτε το?ς ?ν παιδεί? ?ωμένους διατρίβειν δι?τέλους, το?ς μ?ν ?τι σκοπ?ν ?ν τ?βί? ο?κ ?χουσιν ?να, ο? στοχαζομένους δε? ?παντα πράττειν ? ?ν πράττωσιν ?δί?τε κα? δημοσί?, το?ς δ? ?τι ?κόντες ε?ναι ο? πράξουσιν, ?γούμενοι ?ν μακάρων νήσοις ζ?ντες ?τι ?π?κίσθαι?

?ληθ?, ?φη.

?μέτερον δ? ?ργον, ?ν δ? ?γώ, τ?ν ο?κιστ?ν τάς τε βελτίστας φύσεις ?ναγκάσαι ?φικέσθαι πρ?ς τ?μάθημα ? ?ν τ?πρόσθεν ?φαμεν ε?ναι μέγιστον, ?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν, κα? ?πειδ?ν ?ναβάντες ?καν?ς ?δωσι, μ? ?πιτρέπειν α?το?ς ? ν?ν ?πιτρέπεται.

Τ? πο?ον δή?

Τ? α?το?, ?ν δ? ?γώ, καταμένειν κα? μ? ?θέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ? ?κείνους το?ς δεσμώτας μηδ? μετέχειν τ?ν παρ? ?κείνοις πόνων τε κα? τιμ?ν, ε?τε φαυλότεραι ε?τε σπουδαιότεραι.

?πειτ?, ?φη, ?δικήσομεν α?τούς, κα? ποιήσομεν χε?ρον ζ?ν, δυνατ?ν α?το?ς ?ν ?μεινον?

Α1. Απ?το παραπάνω κε?μενο να γράψετε στο τετρ?δι?σας τη μετάφραση του αποσπάσματος:

«Τί δέ; … ? ν?ν ?πιτρέπεται.»

Μον?δες 10

B. Να απαντήσετε στις ακόλουθες ερωτήσεις:

Β1. Να προσδιορίσετε το περιεχόμενο των όρων ? φράσεων του κειμένου: ?ν παιδεί? (μονάδες 6), ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν (μονάδες 9).

Μον?δες 15

Β2. Με βάση το κείμενο που σας δίνεται να προσδιορίσετε ποιοι δεν είναι κατάλληλοι να αναλάβουν πολιτικές εξουσίες και γιατί.

Μον?δες 15

Β3. Πώς εξηγεί ο Πλάτωνας τη μετάβαση από τη Δημοκρατία στην Τυραννίδα και ποια είναι, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, τα χαρακτηριστικά των δύο αυτών πολιτευμάτων?

Μονάδες 10

Β4. Να βρείτε στο παραπάνω διδαγμένο κείμενο μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις της νέας ελληνικής:

απόρρητος, ντροπαλός, αντιβιοτικό, αποχή, δυσπραγία, μονοκατοικία, προφήτης, είδωλο, βάθρο, ανυπόμονος

Μονάδες 10

 

ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ 2004

Π λ ? τ ω ν ο ς, Π ο λ ι τ ε ? α (519Β-519D)(ΕΝΟΤΗΤΑ 12)

Τ? δ?? Τ?δε ο?κ ε?κ?ς, ?ν δ” ?γ?, κα? ?ν?γκη ?κ τ?ν προειρημ?νων, μ?τε το?ς ?παιδε?τους κα? ?ληθε?ας ?πε?ρους ?καν?ς ?ν ποτε π?λιν ?πιτροπε?σαι, μ?τε το?ς ?ν παιδε?? ?ωμ?νους διατρ?βειν δι? τ?λους, το?ς μ?ν ?τι σκοπ?ν ?ν τ? β?? ο?κ ?χουσιν ?να, ο? στοχαζομ?νους

δε? ?παντα πρ?ττειν ? ?ν πρ?ττωσιν ?δ??τε κα? δημοσ??, το?ς δ? ?τι ?κ?ντες ε?ναι ο? πρ?ξουσιν, ?γο?μενοι ?ν μακ?ρων ν?σοις ζ?ντες ?τι ?π?κ?σθαι ? ?ληθ?, ?φη.

?μ?τερον δ? ?ργον, ?ν δ” ?γ?, τ?ν ο?κιστ?ν τ?ς τε βελτ?στας φ?σεις ?ναγκ?σαι ?φικ?σθαι πρ?ς τ? μ?θημα ? ?ν τ?πρ?σθεν ?φαμεν ε?ναι μ?γιστον, ?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κε?νην τ?ν ?ν?βασιν, κα? ?πειδ?ν ?ναβ?ντες ?καν?ς ?δωσι, μ? ?πιτρ?πειν α?το?ς ? ν?ν ?πιτρ?πεται .

Τ? πο?ον δ??

Τ? α?το?, ?ν δ” ?γ?, καταμ?νειν κα? μ? ?θ?λειν π?λιν καταβα?νειν παρ” ?κε?νους το?ς δεσμ?τας μηδ?μετ?χειν τ?ν παρ” ?κε?νοις π?νων τε κα? τιμ?ν, ε?τε φαυλ?τεραι

ε?τε σπουδαι?τεραι .

?πειτ” ?φη, ?δικ?σομεν α?το?ς, κα?ποι?σομεν χε?ρον ζ?ν, δυνατ?ν α?το?ς ?ν ?μεινον?

Α. Απ? το κε?μενο που σας δ?θηκε να μεταφρ?σετε στο τετρ?δι? σας το τμ?μα: «?μ?τερον δ? ?ργον …?μεινον ;». Μον?δες 10

Β.1. «?ν παιδε?? ?ωμ?νους διατρ?βειν δι? τ?λους» Σε ποιους αναφ?ρεται ο Πλ?των στο απ?σπασμα αυτ?και γιατ? τους επικρ?νει ?

Μον?δες 15

Β.2. ?ναβ?ναι, καταβα?νειν, το?ς δεσμ?τας Ποια ε?ναι η αλληγορικ?ερμηνε?α των παραπ?νω ?ρων? Για την απ?ντησ? σας να λ?βετε υπ?ψη το παρ?θεμα του σχολικο?βιβλ?ου: «Η αλληγορ?α ε?ναι ?νας εκφραστικ?ς τρ?πος με τον οπο?ο ο συγγραφ?ας ?λλα λ?γει και ?λλα εννοε?. Πρ?κειται συνεπ?ς για συνεχ? μεταφορ? ?παρομο?ωση».

Μον?δες 15

Β.3. Ποια ε?ναι η τριμερ?ς δι?κριση της ψυχ?ς σ?μφωνα με τον Πλ?τωνα και π?ς συνδ?εται αυτ?με την αρετ? της δικαιοσ?νης ?

Μον?δες 10

Β.4. ?ν?γκη, παιδε??, β??, πρ?ττειν, τιμ?ν Να γρ?ψετε στο τετρ?δι?σας δ?ο σ?νθετα ομ?ρριζα, της αρχα?ας ? της ν?ας ελληνικ?ς, για καθεμι? απ?τις παραπ?νω λ?ξεις.

Μ ο ν ? δ ε ς 10

 

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ 2006

Πλάτωνος Πολιτεία (519Β – 520Α) (ΕΝΟΤΗΤΑ 12-13)

Τί δέ? Τόδε ο?κ ε?κός, ?ν δ? ?γώ, κα? ?νάγκη ?κ τ?ν προειρημένων, μήτε το?ς ?παιδεύτους κα? ?ληθείας ?πείρους ?καν?ς ?ν ποτε πόλιν ?πιτροπε?σαι, μήτε το?ς ?ν παιδεί? ?ωμένους διατρίβειν δι?τέλους, το?ς μ?ν ?τι σκοπ?ν ?ν τ?βί? ο?κ ?χουσιν ?να, ο? στοχαζομένους δε? ?παντα πράττειν ? ?ν πράττωσιν ?δί?τε κα? δημοσί?, το?ς δ? ?τι ?κόντες ε?ναι ο? πράξουσιν, ?γούμενοι ?ν μακάρων νήσοις ζ?ντες ?τι ?π?κίσθαι?

?ληθ?, ?φη.

?μέτερον δ? ?ργον, ?ν δ? ?γώ, τ?ν ο?κιστ?ν τάς τε βελτίστας φύσεις ?ναγκάσαι ?φικέσθαι πρ?ς τ?μάθημα ? ?ν τ?πρόσθεν ?φαμεν ε?ναι μέγιστον, ?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν, κα? ?πειδ?ν ?ναβάντες ?καν?ς ?δωσι, μ? ?πιτρέπειν α?το?ς ? ν?ν ?πιτρέπεται.

Τ? πο?ον δή?

T? α?το?, ?ν δ? ?γώ, καταμένειν κα? μ? ?θέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ? ?κείνους το?ς δεσμώτας μηδ? μετέχειν τ?ν παρ? ?κείνοις πόνων τε κα? τιμ?ν, ε?τε φαυλότεραι ε?τε σπουδαιότεραι.

?πειτ?, ?φη, ?δικήσομεν α?τούς, κα? ποιήσομεν χε?ρον ζ?ν, δυνατ?ν α?το?ς ?ν ?μεινον?

?πελάθου, ?ν δ? ?γώ, πάλιν, ? φίλε, ?τι νόμ? ο?το?το μέλει, ?πως ?ν τι γένος ?ν πόλει διαφερόντως ε?πράξει, ?λλ? ?ν ?λ? τ? πόλει το?το μηχαν?ται ?γγενέσθαι, συναρμόττων το?ς πολίτας πειθο? τε κα? ?νάγκ?, ποι?ν μεταδιδόναι ?λλήλοις τ?ς ?φελίας ?ν ?ν ?καστοι τ? κοιν?ν δυνατο? ?σιν ?φελε?ν κα? α?τ?ς ?μποι?ν τοιούτους ?νδρας ?ν τ? πόλει, ο?χ ?να ?φι? τρέπεσθαι ?π? ?καστος βούλεται, ?λλ? ?να καταχρ?ται α?τ?ς α?το?ς ?π? τ?ν σύνδεσμον τ?ς πόλεως.

Α. Απ?το παραπάνω κε?μενο να μεταφρ?σετε στο τετρ?δι? σας το τμ?μα: «Τί δέ; … ? ν?ν ?πιτρέπεται».

Μον?δες 10

Β. Να απαντήσετε στα παρακάτω:

Β1. Με βάση το κείμενο που σας δόθηκε, ποιοι δεν μπορούν να κυβερνήσουν ικανοποιητικά την πόλιν και γιατί?

Μον?δες 15

Β2. Να προσδιορίσετε το περιεχόμενο των όρων του κειμένου:

«?ν παιδεί?», «βελτίστας φύσεις».

Μον?δες 15

Β3. Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να διακρίνουν τους φιλοσόφους-βασιλείς κατά τον Πλάτωνα?

Μονάδες 10

Β4. Για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις να γράψετε στο τετράδιό σας μία λέξη του κειμένου ετυμολογικά συγγενή:

λήθη, άστοχος, βήμα, φορείο, ατραπός.

Μονάδες 10

 

ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ 2011

Πλάτωνος Πολιτεία 519 Β ? D (ENOTHTA 12)

Τί δέ? Τόδε ο?κ ε?κός, ?ν δ? ?γώ, κα? ?νάγκη ?κ τ?ν προειρημένων, μήτε το?ς ?παιδεύτους κα? ?ληθείας ?πείρους ?καν?ς ?ν ποτε πόλιν ?πιτροπε?σαι, μήτε το?ς ?ν παιδεί? ?ωμένους διατρίβειν δι? τέλους, το?ς μ?ν ?τι σκοπ?ν ?ν τ? βί? ο?κ ?χουσιν ?να, ο? στοχαζομένους δε? ?παντα πράττειν ? ?ν πράττωσιν ?δί? τε κα? δημοσί?, το?ς δ? ?τι ?κόντες ε?ναι ο? πράξουσιν, ?γούμενοι ?ν μακάρων νήσοις ζ?ντες ?τι ?π?κίσθαι;

?ληθ?, ?φη.

?μέτερον δ? ?ργον, ?ν δ? ?γώ, τ?ν ο?κιστ?ν τάς τε βελτίστας φύσεις ?ναγκάσαι ?φικέσθαι πρ?ς τ? μάθημα ? ?ν τ? πρόσθεν ?φαμεν ε?ναι μέγιστον, ?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν, κα? ?πειδ?ν ?ναβάντες ?καν?ς ?δωσι, μ? ?πιτρέπειν α?το?ς ? ν?ν ?πιτρέπεται.

Τ?πο?ον δή?

Τ? α?το?, ?ν δ? ?γώ, καταμένειν κα? μ? ?θέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ? ?κείνους το?ς δεσμώτας μηδ?μετέχειν τ?ν παρ? ?κείνοις πόνων τε κα?τιμ?ν, ε?τε φαυλότεραι ε?τε σπουδαιότεραι.

?πειτ?, ?φη, ?δικήσομεν α?τούς, κα?ποιήσομεν χε?ρον ζ?ν, δυνατ?ν α?το?ς ?ν ?μεινον;

Α1. Από το παραπάνω κε?μενο να γράψετε στο τετρ?δι? σας τη μετάφραση του αποσπάσματος:

«Τί δέ; … ? ν?ν ?πιτρέπεται.»

Μον?δες 10

B. Να απαντήσετε στις ακόλουθες ερωτήσεις:

Β1. Να προσδιορίσετε το περιεχόμενο των όρων ? φράσεων του κειμένου: ?ν παιδεί? (μονάδες 6), ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν (μονάδες 9).

Μον?δες 15

Β2. Με βάση το κείμενο που σας δίνεται να προσδιορίσετε ποιοι δεν είναι κατάλληλοι να αναλάβουν πολιτικές εξουσίες και γιατί. Μον?δες 15

Β3. Πώς εξηγεί ο Πλάτωνας τη μετάβαση από τη Δημοκρατία στην Τυραννίδα και ποια είναι, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, τα χαρακτηριστικά των δύο αυτών πολιτευμάτων?

Μονάδες 10

Β4. Να βρείτε στο παραπάνω διδαγμένο κείμενο μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις της νέας ελληνικής:

απόρρητος, ντροπαλός, αντιβιοτικό, αποχή, δυσπραγία, μονοκατοικία, προφήτης, διορατικός, βάθρο, ανυπόμονος

Μονάδες 10

 

ΟΜΟΓΕΝΩΝ 2005

Πλάτωνος Πολιτεία (519Β – 520Α) (ΕΝΟΤΗΤΑ 12-13)

Τί δέ? Τόδε ο?κ ε?κός, ?ν δ? ?γώ, κα? ?νάγκη ?κ τ?ν προειρημένων, μήτε το?ς ?παιδεύτους κα? ?ληθείας ?πείρους ?καν?ς ?ν ποτε πόλιν ?πιτροπε?σαι, μήτε το?ς ?ν παιδεί? ?ωμένους διατρίβειν δι? τέλους, το?ς μ?ν ?τι σκοπ?ν ?ν τ? βί? ο?κ ?χουσιν ?να, ο? στοχαζομένους δε? ?παντα πράττειν ? ?ν πράττωσιν ?δί? τε κα? δημοσί?, το?ς δ? ?τι ?κόντες ε?ναι ο? πράξουσιν, ?γούμενοι ?ν μακάρων νήσοις ζ?ντες ?τι ?π?κίσθαι?

?ληθ?, ?φη.

?μέτερον δ? ?ργον, ?ν δ? ?γώ, τ?ν ο?κιστ?ν τάς τε βελτίστας φύσεις ?ναγκάσαι ?φικέσθαι πρ?ς τ? μάθημα ? ?ν τ? πρόσθεν ?φαμεν ε?ναι μέγιστον, ?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν, κα? ?πειδ?ν ?ναβάντες ?καν?ς ?δωσι, μ? ?πιτρέπειν α?το?ς ? ν?ν ?πιτρέπεται.

Τ?πο?ον δή?

T? α?το?, ?ν δ? ?γώ, καταμένειν κα? μ? ?θέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ? ?κείνους το?ς δεσμώτας μηδ?μετέχειν τ?ν παρ? ?κείνοις πόνων τε κα?τιμ?ν, ε?τε φαυλότεραι ε?τε σπουδαιότεραι.

?πειτ?, ?φη, ?δικήσομεν α?τούς, κα?ποιήσομεν χε?ρον ζ?ν, δυνατ?ν α?το?ς ?ν ?μεινον?

?πελάθου, ?ν δ? ?γώ, πάλιν, ?φίλε, ?τι νόμ? ο? το?το μέλει, ?πως ?ν τι γένος ?ν πόλει διαφερόντως ε? πράξει, ?λλ? ?ν ?λ? τ? πόλει το?το μηχαν?ται ?γγενέσθαι, συναρμόττων το?ς πολίτας πειθο? τε κα? ?νάγκ?, ποι?ν μεταδιδόναι ?λλήλοις τ?ς ?φελίας ?ν ?ν ?καστοι τ? κοιν?ν δυνατο? ?σιν ?φελε?ν κα? α?τ?ς ?μποι?ν τοιούτους ?νδρας ?ν τ? πόλει, ο?χ ?να ?φι? τρέπεσθαι ?π? ?καστος βούλεται, ?λλ? ?να καταχρ?ται α?τ?ς α?το?ς ?π? τ?ν σύνδεσμον τ?ς πόλεως.

Α. Απ?το παραπάνω κε?μενο να μεταφρ?σετε στο τετρ?δι? σας το τμ?μα: «Τί δέ; … ? ν?ν ?πιτρέπεται».

Μον?δες 10

B. Να απαντήσετε στις ακόλουθες ερωτήσεις:

Β1)Να σχολιάσετε ερμηνευτικά τη φράση «?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν».

Μον?δες 15

Β2) Ποια είναι η ηθική υποχρέωση των φιλοσόφων κατά τον Πλάτωνα, όπως διαφαίνεται από το κείμενο?

Μονάδες 15

Β3)Ποια είναι η αγωγή των φυλάκων κατά τον Πλάτωνα?

Μον?δες 10

Β4)Να γράψετε δύο ομόρριζες λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας, απλές ή σύνθετες, για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: διατρίβειν, μετέχειν, μηχαν?ται, ?πελάθου, διαφερόντως. Μονάδες 10

 

ΟΜΟΓΕΝΩΝ 2013

Πλάτωνος Πολιτεία (519D – 520Α) (ΕΝΟΤΗΤΑ 12-13)

?μέτερον δ? ?ργον, ?ν δ? ?γώ, τ?ν ο?κιστ?ν τάς τε βελτίστας φύσεις ?ναγκάσαι ?φικέσθαι πρ?ς τ? μάθημα ? ?ν τ? πρόσθεν ?φαμεν ε?ναι μέγιστον, ?δε?ν τε τ? ?γαθ?ν κα? ?ναβ?ναι ?κείνην τ?ν ?νάβασιν, κα? ?πειδ?ν ?ναβάντες ?καν?ς ?δωσι, μ? ?πιτρέπειν α?το?ς ? ν?ν ?πιτρέπεται.

Τ?πο?ον δή?

T? α?το?, ?ν δ? ?γώ, καταμένειν κα? μ? ?θέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ? ?κείνους το?ς δεσμώτας μηδ?μετέχειν τ?ν παρ? ?κείνοις πόνων τε κα?τιμ?ν, ε?τε φαυλότεραι ε?τε σπουδαιότεραι.

?πειτ?, ?φη, ?δικήσομεν α?τούς, κα?ποιήσομεν χε?ρον ζ?ν, δυνατ?ν α?το?ς ?ν ?μεινον?

?πελάθου, ?ν δ? ?γώ, πάλιν, ?φίλε, ?τι νόμ? ο? το?το μέλει, ?πως ?ν τι γένος ?ν πόλει διαφερόντως ε? πράξει, ?λλ? ?ν ?λ? τ? πόλει το?το μηχαν?ται ?γγενέσθαι, συναρμόττων το?ς πολίτας πειθο? τε κα? ?νάγκ?, ποι?ν μεταδιδόναι ?λλήλοις τ?ς ?φελίας ?ν ?ν ?καστοι τ? κοιν?ν δυνατο? ?σιν ?φελε?ν κα? α?τ?ς ?μποι?ν τοιούτους ?νδρας ?ν τ? πόλει, ο?χ ?να ?φι? τρέπεσθαι ?π? ?καστος βούλεται, ?λλ? ?να καταχρ?ται α?τ?ς α?το?ς ?π? τ?ν σύνδεσμον τ?ς πόλεως.

?ληθ?, ?φη· ?πελαθόμην γάρ.

Α1. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε στη νέα ελληνική γλώσσα το απόσπασμα: «?πειτ?, ?φη… ?πελαθόμην γάρ.».

Μονάδες 10

Β1. «βελτίστας φύσεις», «τ? ?γαθ?ν», «?ναβ?ναι…τ?ν ?νάβασιν»: ποιο είναι το περιεχόμενο των παραπάνω όρων και πώς συνδέονται μεταξύ τους σύμφωνα με το κείμενο που σας δίνεται?

Μονάδες 15

Β2. Ποιος είναι ο σκοπός του «νόμου» και με ποια μέσα επιδιώκεται η πραγματοποίησή του σύμφωνα με το κείμενο που σας δίνεται?

Μονάδες 15

Β3. Στην πλατωνική πολιτεία ποια είναι η διαίρεση σε τάξεις και ο ρόλος της καθεμιάς?

Μονάδες 10

Β4. άφιξη, προσαρμογή, πολιτισμός, τρόπος, επιμελητής: για καθεμιά από τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής να γράψετε μια ετυμολογικά συγγενή λέξη από το κείμενο.

Μονάδες 10

  

Ενότητα 13η: Η αλληγορία του σπηλαίου: Ο ηθικός εξαναγκασμός των φιλοσόφων

 
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΒΟΗΘΗΜΑΤΟΣ

 

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Πλάτ. Πολ. 347d «?πε? κινδυνεύει, πόλις ?νδρ?ν ?γαθ?ν ε? γένοιτο, περιμάχητον ?ν ε?ναι τ? μ? ?ρχειν, ?σπερ νυν? τ? ?ρχειν, κα? ?ντα?θ? ?ν καταφαν?ς γενέσθαι ?τι τ? ?ντι ?ληθιν?ς ?ρχων ο? πέφυκε τ? α?τ? συμφέρον σκοπε?σθαι, ?λλ? τ? τ? ?ρχομέν?». Σχολιάστε το χωρίο σε συσχετισμό με την άποψη που διατυπώνει ο John Stuart Mill (1806-1873) στο έργο του On Representative Government (Περί της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης) ότι το καταλληλότερο άτομο για να του ανατεθεί μια εξουσία είναι εκείνο που δεν είναι καθόλου πρόθυμο να αναλάβει την εξουσία. (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 122) [Μετάφραση αποσπάσματος:Γιατί είναι πιθανότατο ότι, αν ήταν δυνατό να βρεθεί μια πολιτεία κατοικημένη από χρηστούς ανθρώπους, όλοι θα προσπαθούσαν να έμεναν έξω από την εξουσία και τότε θα γινόταν ολοφάνερο ότι πραγματικά η ουσιαστική φύση του αληθινού άρχοντα είναι να αποβλέπει όχι στο δικό του συμφέρον, αλλά σ? αυτό του αρχομένου.]

2. Η άποψη του Πλάτωνα ότι ο νόμος πρέπει να φροντίζει ώστε η ευδαιμονία να διασφαλίζεται για ολόκληρη την πόλη, και όχι μόνο για μια ομάδα πολιτών, βρίσκεται στην ίδια γραμμή σκέψης με την άποψη που διατυπώνει ο Περικλής (Θουκ. ΙΙ 60): «?γ? γ?ρ ?γο?μαι πόλιν πλείω ξύμπασαν ?ρθουμένην ?φελε?ν το?ς ?διώτας ? καθ? ?καστον τ?ν πολιτ?ν ε?πραγο?σαν, ?θρόαν δ? σφαλλομένην. Καλ?ς μ?ν γ?ρ φερόμενος ?ν?ρ τ? καθ? ?αυτ?ν διαφθειρομένης τ?ς πατρίδος ο?δ?ν ?σσον ξυναπόλλυται, κακοτυχ?ν δ? ?ν ευτυχούσ? πολλ? μ?λλον διασ?ζεται». Ποια είναι η γνώμη σας γι? αυτόν τον προβληματισμό? (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 122) [Μετάφραση αποσπάσματος: Εγώ νομίζω ότι μια πολιτεία εξυπηρετεί πιο πολύ το συμφέρον των πολιτών, αν στο σύνολό της βρίσκεται σε ακμή, παρά αν ευτυχεί σ? αυτήν ο κάθε πολίτης, αλλά στο σύνολό της η ίδια δυστυχεί. Γιατί όσο κι αν ευτυχεί ένας πολίτης στις ιδιωτικές του υποθέσεις, αν καταστρέφεται η πατρίδα, μαζί της ίδια χάνεται, ενώ, αν δυστυχεί σε πατρίδα που ευημερεί, έχει πολλές ελπίδες να σωθεί.]

3. Ποιες απόψεις διατυπώνονται από τον Σωκράτη και τον Γλαύκωνα για το αν είναι δίκαιος ο ηθικός εξαναγκασμός των φιλοσόφων? Αξιολογήστε τη θέση του Σωκράτη.

4. Ποιος είναι ο σκοπός του Νόμου, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, και ποια τα μέσα που χρησιμοποιεί για να τον πετύχει?

5. Κρίνοντας από τα μέσα που χρησιμοποιεί ο νόμος για να πετύχει την υπακοή των πολιτών σ? αυτόν διαγράψτε το χαρακτήρα του. Πώς θα χαρακτηρίζατε το πολίτευμα που λειτουργεί μ? αυτόν τον τρόπο?

6. Να συγκρίνετε τις απόψεις του Πλάτωνα και του Πρωταγόρα (ενότητα 7) για το σκοπό και τον χαρακτήρα του νόμου.

 

Λεξιλογικές-σημασιολογικές ερωτήσεις

1. Να γράψετε δύο ομόρριζα στα νέα ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: ποιήσομεν, πειθο?, καταχρ?ται, προσαναγκάζοντες, φυλάττειν.

2. Να γράψετε ένα αντώνυμο στα αρχαία ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: ?δικήσομεν, χε?ρον, ε?πράξει, ?φελίας, ?πελαθόμην.

3. Δώστε ένα συνώνυμο στα αρχαία ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: ?δικήσομεν, χε?ρον, ποι?ν, ?φι?, βούλεται.

4. Να αντιστοιχίσετε τις λέξεις της Α στήλης με τις ετυμολογικά συγγενείς τους στη Β στήλη. Δύο λέξεις περισσεύουν.

Α
Β
?πελάθου
μηχαν?ται
νόμ?
?φι?
μεταδιδόναι
εφετείο
δωρεά
εισιτήριο
λησμονιά
πολυμήχανος
νόμισμα
δόνηση

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΕΕ

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Ο Γλαύκων υποβάλλει την ένσταση ότι αν αναγκάσουν τους φιλοσό-φους να επιστρέψουν στο σπήλαιο, θα τους αδικήσουν, αφού θα τους αναγκάσουν να ζουν χειρότερα, ενώ μπορούν να ζήσουν καλύτερα.

α) Τι απαντά ο Σωκράτης στον Γλαύκωνα? Είναι, κατά τη γνώμη σας, πειστικό το επιχείρημα του Σωκράτη?

β) Πώς κρίνετε εσείς την άποψη του Γλαύκωνα?

2. νόμ? ο? το?το μέλει, ?πως ?ν τι γένος ?ν πόλει διαφερόντως ε? πράξει, ?λλ? ?ν ?λ? τ? πόλει το?το μηχαν?ται ?γγενέσθαι: Ποιος είναι ο σκοπός του νόμου σύμφωνα με τον Πλάτωνα? Να συγκρίνετε την άποψη αυτή με την άποψη του Πρωταγόρα για το νόμο, όπως εκφράζεται στον ομώνυμο διάλογο. (Μπορείτε να συμβουλευθείτε το σχετικό απόσπασμα στην 7η ενότητα του βιβλίου σας, σ. 90, ιδ?ως την τελευτα?α παρ?γραφο).

3. Ποιες είναι οι σχέσεις μεταξύ των πολιτών και μεταξύ νόμου και πολιτών σύμφωνα με το κείμενο? Πώς θα χαρακτηρίζατε το πολίτευμα στο οποίο οι σχέσεις ορίζονται με τον τρόπο αυτό?

4. πειθο?τε κα? ?νάγκ?: Πώς δικαιολογείται η χρήση βίας από το νόμο?

5. Στα σχόλια του βιβλίου σας αναφέρεται ότι ο άριστος νομοθέτης κατά τον Πλάτωνα (Νόμοι 722b) συνδυάζει την πειθώ με τη βία, η οποία αφορά τ?ν ?πειρον παιδείας ?χλον. Ποιες είναι οι δικές σας σκέψεις στο θέμα αυτό? Είναι αναγκαίο να ασκείται βία?

6. Γιατί ο Σωκράτης (και ο Πλάτων) θεωρεί δίκαιο τον εξαναγκασμό των φιλοσόφων να φροντίζουν και να φυλάττουν τους άλλους? Ο ίδιος ο Πλάτων ακολούθησε αυτό τον τρόπο ζωής?

7. Ποια σχέση έχει η αλληγορία του σπηλαίου με το θέμα της δικαιοσύνης και της ιδανικής πολιτείας?

8. Συμφωνε?τε με την πλατωνικ? ?ποψη ?τι πρ?πει η πολιτεία να υποχρεώνει τους πολίτες να ακολουθήσουν μια συγκεκριμένη πορεία, έναν καθορισμένο τρόπο ζωής?

9. Ο Αριστοτέλης (Πολιτικά 1264b 17-26) απορεί «πώς ενώ (ο Σωκράτης) αφαιρεί από τους φύλακες την ευδαιμονία, ισχυρίζεται ότι ο νομοθέτης οφείλει να κάνει ευτυχισμένη ολόκληρη την πόλη, πράγμα αδύνατον, όταν κάποιοι, λίγοι ή πολλοί, δεν θα είναι ευτυχισμένοι. Διότι η ευδαιμονία δεν αποτελείται από μέρη όπως ο άρτιος αριθμός? διότι ο αριθμός μπορεί να είναι άρτιος στο σύνολό του, αλλά τα μέρη από τα οποία αποτελείται να μην είναι άρτιοι αριθμοί. Η ευδαιμονία όμως δεν έχει αυτή την ιδιότητα. Αλλά αν δεν είναι ευτυχισμένοι οι φύλακες, ποιοι θα είναι; Όχι βέβαια οι τεχνίτες και το πλήθος αυτών που ασχολούνται με βάναυσα έργα». (μτφρ. Ν. Παρίτσης, διασκευή). Συμφωνείτε με την άποψη του Αριστοτέλη? Να απαντήσετε κρίνοντας την επιχειρηματολογία του.

 

Λεξιλογικές ? Σημασιολογικές ασκήσεις

1. χε?ρον, ?πελάθου, μηχαν?ται, καταχρ?ται, σκέψαι: Για καθεμία από τις λέξεις που σας δίνονται να γράψετε δύο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς.

2. καταχρ?ται: Το καταχρ?μαι χρησιμοποιείται σήμερα με την ίδια σημασία που έχει στο κείμενο? Αν όχι, να εξηγήσετε τη διαφορά της σημασ?ας.

3. χε?ρον, ?δικ?, ε?πράττω, ?φελία, ?ληθ?, ?πιμελο?μαι: Να επιλέξετε τα αντώνυμα των παραπάνω λέξεων: αντώνυμα : κάκιον, β?λτιον, με?ζον, βεβαι?, ?φελ?, ε? ποι?, κακ?ς πρ?ττω, ?δικία, βλ?βη, ?τοπα, ψευδ?, κήδομαι, ?μελ?.

4. Να βρεις ομόρριζες λέξεις του κειμένου με τις λέξεις : αυτοδικία, χειροτερεύω, αβίωτος, δυναστικός, λήθη, παλινόρθωση, μέλημα, γονικός, φόρος, πραγματιστής, σύνολο, βιομηχανία, απροσάρμοστος, αυτοπεποίθηση, δώρο, αλληλεγγύη, ακοινώνητος, ένεση, άβουλος, αχρησιμοποίητος, δετός, απερίσκεπτος, λόγιος, αφύλακτος

 

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ : ΒΛΕΠΕ ΕΝΟΤΗΤΑ 12

 

 

 
Posted in ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ -Γ' ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ | Leave a comment

Πλάτωνα Πολιτεία , Μετάφραση

 
Ενότητα 11η (514a-515a) – Η αλληγορία του σπηλαίου

Σωκράτης: Μετά από αυτά λοιπόν, είπα, παράστησε τη δική μας φύση μας ως προς την παιδεία και την απαιδευσία με μια τέτοια εικόνα. Φαντάσου, δηλαδή, μέσα σε μια υπόγεια κατοικία όμοια με σπηλιά, η οποία έχει την είσοδο ανοιχτή προς το φως σε όλο το μάκρος της σπηλιάς, μέσα σ? αυτή να βρίσκονται άνθρωποι από την παιδική τους ηλικία δεμένοι με δεσμά και στα πόδια και στον αυχένα, ώστε να μένουν καθηλωμένοι και να βλέπουν μόνο μπροστά τους, χωρίς να μπορούν να στρέφουν γύρω το κεφάλι τους λόγω των δεσμών τους. Ακόμη (φαντάσου) ένα φως από φωτιά να καίει γι? αυτούς από ψηλά και μακριά και πίσω τους. Και ανάμεσα στη φωτιά και τους δεσμώτες να περνά ψηλά ένας δρόμος, παράλληλα στον οποίο φαντάσου να έχει χτιστεί ένας μικρός τοίχος, όπως ακριβώς έχουν τοποθετηθεί από τους ταχυδακτυλουργούς μπροστά τους τα παραπετάσματα, πάνω στα οποία δείχνουν τις ταχυδακτυλουργίες τους.

Γλαύκων: (Τα) φαντάζομαι, είπε.

Σωκράτης: Φαντάσου, λοιπόν, κατά μήκος αυτού του μικρού τοίχου ανθρώπους να μεταφέρουν κάθε είδους αντικείμενα, που ξεπερνούν το ύψος του μικρού τοίχου, και ανδριάντες και άλλα ομοιώματα, κατασκευασμένα κι από πέτρα κι από ξύλο και από κάθε είδους υλικά? όπως είναι φυσικό, (φαντάσου) άλλοι από αυτούς που περνούν φορτωμένοι να μιλούν και άλλοι να σιωπούν.

Γλαύκων: Αλλόκοτη εικόνα περιγράφεις, είπε, και αλλόκοτους δεσμώτες.

Σωκράτης: Όμοιους με μας, είπα εγώ.

 
Ενότητα 12η (519b-d) – Η αλληγορία του σπηλαίου. Η απροθυμία των φιλοσόφων

·        Σωκράτης: Τι λοιπόν; Αυτό δεν είναι φυσικό, είπα εγώ, και δεν απορρέει αναγκαστικά από τα προηγούμενα, ότι δηλαδή ούτε οι απαίδευτοι και όσοι δεν έχουν γνωρίσει την αλήθεια θα μπορούσαν ποτέ να κυβερνήσουν ικανοποιητικά μια πόλη, ούτε αυτοί που αφήνονται να ασχολούνται ως το τέλος της ζωής τους με την παιδεία, οι πρώτοι, γιατί δεν έχουν ένα συγκεκριμένο στόχο στη ζωή τους, τον οποίο κυνηγώντας πρέπει να κάνουν όλα ανεξαιρέτως όσα τυχόν πράττουν και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή, και οι δεύτεροι, επειδή με τη θέλησή τους δεν θα αναμειχθούν στην πρακτική ζωή, γιατί νομίζουν ότι έχουν εγκατασταθεί στα νησιά των μακαρίων, ενώ είναι ακόμα ζωντανοί;

Γλαύκων: Αλήθεια, είπε.

Σωκράτης: Δικό μας λοιπόν έργο, είπα εγώ, των ιδρυτών της πολιτείας, (είναι) να αναγκάσουμε τις εξαιρετικές φύσεις (ή τα ξεχωριστά πνεύματα) να φτάσουν στο μάθημα που προηγουμένως είπαμε ότι είναι το ανώτερο, δηλαδή και να δουν το αγαθό και να ανεβούν εκείνο τον ανηφορικό δρόμο, και, αφού ανεβούν και δουν αρκετά (το αγαθό), να μην τους επιτρέπουμε αυτό που τώρα τους επιτρέπεται.

Γλαύκων: Και ποιο είναι αυτό;

Σωκράτης: Το να μένουν συνεχώς εκεί ψηλά, είπα εγώ, και να μη θέλουν πάλι να κατεβαίνουν κοντά σ? εκείνους τους δεσμώτες, ούτε να παίρνουν μερίδιο από τους κόπους και τις τιμές εκείνων, είτε είναι μικρότερης είτε μεγαλύτερης σημασίας.

Ενότητα 13η (519d-520a) – Η αλληγορία του σπηλαίου. Ο ηθικός εξαναγκασμός των φιλοσόφων

Γλαύκων: Έπειτα (μα πώς), είπε, θα αδικήσουμε αυτούς και θα τους κάνουμε να ζουν χειρότερα, ενώ είναι δυνατόν σ? αυτούς (να ζουν) καλύτερα;

Σωκράτης: Ξέχασες πάλι, φίλε μου, είπα εγώ, ότι ο νόμος δεν ενδιαφέρεται γι? αυτό, πώς δηλαδή μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη θα ευτυχήσει υπερβολικά μέσα στην πόλη, αλλά προσπαθεί να βρει τρόπο να επιτευχθεί αυτό για ολόκληρη την πόλη, ενώνοντας σε ένα αρμονικό σύνολο τους πολίτες με την πειθώ και τη βία, κάνοντας να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια την οποία ο καθένας είναι σε θέση να προσφέρει στο σύνολο και ο ίδιος διαμορφώνοντας τέτοιους πολίτες μέσα στην πόλη, όχι για να τους αφήνει να πηγαίνουν, όπου θέλει ο καθένας, αλλά για να τους χρησιμοποιεί ο ίδιος ως δεσμούς που ενώνουν την πόλη.

Γλαύκων: Αλήθεια, είπε? πραγματικά το ξέχασα.

Σωκράτης: Σκέψου λοιπόν, είπα, Γλαύκων, ότι δεν θα αδικήσουμε όσους γίνονται φιλόσοφοι στην πόλη μας, αλλά δίκαια θα μιλήσουμε προς αυτούς, πείθοντάς τους με επιχειρήματα και να φροντίζουν και να προστατεύουν τους άλλους.

Posted in ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ -Γ' ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ | Leave a comment

ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ , Ενότητα 7η (324d-326e)

Ενότητα 7η (324d-326e) – Η διδασκαλία της αρετής από την οικογένεια και την κοινωνία

Α.    Ο «ΛΟΓΟΣ» ΤΟΥ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ: ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ. ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΜΟΙΑΖΕΙ ΠΑΡΑΛΟΓΟ.

1.      Από τον μύθο στον λόγο .
«Υπάρχει ακόμη μια απορία? αλλά λόγο.»
Ο Πρωταγόρας ως τώρα ανέπτυξε τα επιχειρήματά του και τις σκέψεις του, επιχειρώντας να απαντήσει στην πρώτη απορία- ένσταση του Σωκράτη ότι η αρετή δεν διδάσκεται. Ο σοφιστής χρησιμοποίησε τον μύθο για να δείξει ότι η «η αρετή του πολίτη» ενυπάρχει ως δυνατότητα σε όλους, αφού η αιδώς και η δίκη δόθηκαν σε όλους σύμφωνα με τον μύθο. Όμως είναι απαραίτητη η διδασκαλία και η κατάλληλη αγωγή και εξάσκηση για να αφομοιωθούν.
Στη συνέχεια με τη φράση «Υπάρχει ακόμη μία απορία?» ο σοφιστής μας εισάγει στην ανασκευή της δεύτερης απορίας-ένστασης του Σωκράτη ότι οι άριστοι άνδρες, και ως τέτοιους θα εννοήσουμε τους πολιτικούς με το ακέραιο ήθος και τις διαπιστωμένες ικανότητες, δεν μπορούν να διδάξουν ή έστω να μεταγγίσουν στα παιδιά τους την πολιτική αρετή.
Ο Πρωταγόρας δηλώνει ότι θα εγκαταλείψει τη μέθοδο του μύθου, που χρησιμοποίησε για να απαντήσει στο πρώτο επιχείρημα του Σωκράτη, και θα χρησιμοποιήσει τον λόγο. Ο σοφιστής αποφασίζει να αλλάξει μέθοδο και να περάσει από τη γλώσσα των εμπειρικών αναπαραστάσεων, των συμβολισμών, των αλληγοριών και των ποιητικών εκφράσεων, στη γλώσσα της λογικής, των επιχειρημάτων, των πυκνότερων νοημάτων, των ορθολογικών αποδείξεων, των τεκμηριωμένων στοιχείων και των πραγματικών γεγονότων. Γενικά, η εξέλιξη του διαλόγου και της παρουσίασης του θέματος απαιτεί πια μια περισσότερο ορθολογική οργάνωση και μια διεισδυτικότερη προσέγγιση, ώστε να γίνει και πειστικότερος.
2.      Η απάντηση του Πρωταγόρα
«Σκέψου λοιπόν, (?) Μπορούμε να πιστέψουμε κάτι τέτοιο, Σωκράτη;»
Ο Πρωταγόρας, χρησιμοποιώντας ένα εκτενές επιχείρημα, αναπτύσσει τη συλλογιστική του, για να αποδείξει ότι οι σπουδαίοι πολιτικοί άνδρες οπωσδήποτε ενδιαφέρονται να διδάξουν την πολιτική τέχνη στα παιδιά τους.
Το επιχείρημα οργανώνεται ως εξής: α) αρχίζει με την προϋπόθεση ότι η αρετή είναι ενιαία και όλοι οι πολίτες μετέχουν σε αυτή, γιατί στην αντίθετη περίπτωση δεν θα υπήρχε πόλη. β) συστατικά μέρη της πολιτικής αρετής είναι η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η οσιότητα, τα οποία αποτελούν τους συνεκτικούς δεσμούς για την ύπαρξη της πόλης. γ) για να υπάρξει και να διατηρείται η πόλη χρειάζεται οι άνθρωποι να συνδέονται με την αρετή και τα μέρη της, είτε με τη διδασκαλία είτε με την τιμωρία και τον εξαναγκασμό. δ) όποιος αδυνατεί να δεχτεί και να προσαρμόσει τη συμπεριφορά του στην πολιτική αρετή και τα μέρη της, δεν έχει θέση μέσα στην κοινωνία, εξορίζεται ή θανατώνεται. ε) τέλος, συμπυκνώνοντας τον συλλογισμό του, καταλήγει στη διερώτηση / ρητορικό ερώτημα τι είδους μεγάλοι άνδρες είναι αυτοί που μεριμνούν να διδάξουν στα παιδιά τους όλα τα άλλα και δεν φροντίζουν να τους διδάξουν την πολιτική αρετή, της οποίας η παραμέληση συνεπάγεται εξορία και θάνατο για τον παραβάτη της.
Στον συλλογισμό αυτό ο Πρωταγόρας επικαλείται το ζητούμενο ως δεδομένο και χρησιμοποιεί την αποδεικτέα θέση ως αποδεικτικό λόγο, χρησιμοποιεί δηλαδή το σόφισμα της «λήψης του ζητουμένου». Αναλυτικά, ο Πρωταγόρας επικαλούμενος την κοινή εμπειρία και αντίληψη κάνει την υπόθεση ότι είναι παράλογο οι σπουδαίοι πολιτικοί να θέλουν τα παιδιά τους να εξορίζονται ή να θανατώνονται, γιατί δεν μετέχουν στην πολιτική αρετή και τα μέρη της. Αυτό ακριβώς στη συνέχεια το θεωρεί δεδομένο, απτή πραγματικότητα, την οποία και επικαλείται ως επιχείρημα.

α) «Σκέψου λοιπόν? που έχεις.»
Στο σημείο αυτό, ο Πρωταγόρας επαναλαμβάνει μια θέση που έχει αποδείξει σε προηγούμενες ενότητες, ότι είναι αναγκαίο να κατέχουν όλοι την πολιτική αρετή, προκειμένου να υπάρχουν πόλεις. Και στη συνέχεια, στην ανάλυση της αρετής στα μέρη της, ο Πρωταγόρας θα έχει μία ακόμη ευκαιρία να τονίσει την ανάγκη διατήρησης της συνοχής της πολιτικής κοινωνίας και, κατά συνέπεια, την ανάγκη να εξοικειώνονται όλοι με την πολιτική αρετή ως ενότητα των μερών της, γιατί έτσι καθίσταται εφικτή η ομαλή και αρμονική ζωή στην πολιτική κοινωνία.

β) «Διότι, εάν μεν? όλα μαζί
?νδρ?ς ?ρετήν
Ο Πρωταγόρας έχει και πάλι την ευκαιρία να αναφερθεί στο περιεχόμενο της πολιτικής αρετής και τη σημασία της. Συγχρόνως υιοθετεί μια πιο αυστηρή αποδεικτική πορεία, καθώς οδηγείται από το γενικό ή καθολικό στο μερικό. Έτσι, προτάσσει το όλον της αρετής, ότι η αρετή είναι μία και κοινή για όλους τους πολίτες, για να παρουσιάσει τα μέρη της, τη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη και την οσιότητα. Αφού η πολιτική αρετή είναι μία και ενιαία, άριστος και αγαθός άνδρας είναι όποιος συνδυάζει και τα τρία μέρη της ως γνώρισμά του, καθώς φαίνεται αντιφατικό κάποιος να είναι όσιος, αλλά όχι δίκαιος ή φρόνιμος, και αντίστροφα. Μάλιστα, αναφέρεται σ? αυτή με τον όρο «
?νδρ?ς ?ρετήν», με τον οποίο δηλώνεται η ανδροκρατούμενη κοινωνία της εποχής του και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Σ? αυτή, μόνο οι άνδρες μπορούσαν να συμμετέχουν στα κοινά, ενώ οι γυναίκες είχαν υποδεέστερη θέση, ασχολούνταν μόνο με την οργάνωση του νοικοκυριού και έπρεπε να υπακούουν στον άντρα τους.

γ) «εάν υπάρχει λοιπόν? με την τιμωρία, να βελτιωθεί»
Όπως ο σπουδαίος πολιτικός έτσι και ο απλός πολίτης χρειάζεται να χαρακτηρίζεται από το ενιαίο της πολιτικής αρετής, για να υπάρξει πόλη και ο ίδιος αρμονικά ενταγμένος μέσα σε αυτή. Προς αυτή την κατεύθυνση προσανατολισμένη η διαπαιδαγώγηση του πολίτη αποβλέπει στο να του εμφυσήσει την αρετή και τα μέρη της, ώστε να ενεργεί κατά τρόπο συμβατό με τον τρόπο ύπαρξης της πόλης. Αν όμως η διαπαιδαγώγηση αστοχεί και αποτυγχάνει, και δεν συμμορφώνεται ο πολίτης στις αρχές της αρετής, τότε επιβάλλονται ποινές, τιμωρίες, κολασμοί, ώστε να εθιστεί, έστω και με αυτό τον τρόπο, στο ενιαίο της αρετής.

δ) «και εάν σε περίπτωση που κάποιος ? και μετά την τιμωρία?»
Παρόλο, όμως, που η καθολικότητα της αρετής αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη συγκρότηση των πολιτικών κοινωνιών, μερικοί είναι ανεπίδεκτοι και αδυνατούν να οικειωθούν και στοιχειωδώς την αρετή και τα μέρη της. Αυτοί, λοιπόν, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Πρωταγόρα, πρέπει να εκδιώκονται από την πόλη ή ακόμα και να θανατώνονται. Μάλιστα, η εξορία και η δήμευση της περιουσίας θεωρούνταν βαρύτατες ποινές, διότι οδηγούσαν στον συνεχή διασυρμό ολόκληρης της γενιάς. Εδώ παρατηρούμε ότι ο σοφιστής αναφέρει τις ποινές με ανιούσα κλιμάκωση και διαπιστώνουμε αυτό που επισημάναμε και στην 6η ενότητα: η θανατική ποινή επιβάλλεται μόνο ως έσχατο μέσο τιμωρίας, όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα και με σκοπό να διαφυλαχθεί η ισορροπία και η αρμονική συμβίωση μέσα στην πόλη.

ε) «Για το θέμα αυτό ? να πιστέψουμε κάτι τέτοιο, Σωκράτη;»
Τέλος, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Πρωταγόρας είναι το εξής: είναι αδύνατον και παράλογο οι πολιτικοί άνδρες να διδάσκουν στα παιδιά τους άλλα πράγματα, που δεν είναι τόσο σημαντικά, και να μη τους διδάσκουν την πολιτική αρετή, η έλλειψη της οποίας επιφέρει βαρύτατες ποινές (εξορία, δήμευση περιουσιών) ή ακόμα και τον θάνατο.
Καταλήγει ο Πρωταγόρας στη διατύπωση του συμπεράσματός του, που δίνεται και αυτό ρητορικά, με τη μορφή διερώτησης, μετά από μια ρητορική ερώτηση («υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη πόλεως, ή δεν υπάρχει;»), εφτά διαδοχικές υποθετικές προτάσεις («εάν ?»), που διατυπώνονται με ρητορικό τρόπο και εκλαμβάνονται ως δεδομένες θέσεις, με έντονα στοιχεία προφορικότητας, επαναλήψεις και πλατειασμούς. Επιπλέον στο συμπέρασμα αξιοποιείται ο συλλογισμός «?κ το? ?λάσσονος πρ?ς τ? με?ζον», δηλαδή ο λόγος σταδιακά κορυφώνεται καθώς προτάσσει στην αναφορά του το λιγότερο σπουδαίο (πχ. διδασκαλία γλώσσας, αριθμητικής κ.τ.λ.) στο σπουδαιότερο, που εδώ είναι η διδασκαλία της αρετής. Όλοι αυτοί οι εκφραστικοί τρόποι χρησιμοποιούνται πιθανόν για λόγους εντυπωσιασμού ή αποδεικνύουν την αμηχανία και τη δυσκολία του σοφιστή να πείσει τον αντίπαλό του.

Κριτική της απόδειξης του Πρωταγόρα
Το επιχείρημα του Πρωταγόρα δεν κρίνεται ιδιαίτερα πειστικό για τους εξής λόγους:
α. αλλοιώνει τη θέση του Σωκράτηαποδεικνύοντας τελικά μια άποψη που ο ίδιος πιστεύει και θεωρεί δεδομένη,
β. χρησιμοποιεί ρητορική ερώτησηκαι μια σειρά εφτά διαδοχικών υποθέσεων, από τις οποίες προκύπτει μια θέση που ο ίδιος θεωρεί δεδομένη χωρίς να προσκομίζει άλλα αποδεικτικά στοιχεία,
γ. χρησιμοποιεί δεοντολογική διατύπωσηπρέπει να μετέχουν, πρέπει να ενεργεί, πρέπει να τον διδάσκουμε και να τον τιμωρούμε, πρέπει να εκδιώκουμε»), η οποία δεν έχει αποδεικτική ισχύ, καθώς αναφέρει τι πρέπει να συμβαίνει και όχι τι συμβαίνει στην πραγματικότητα,
δ. θεωρεί ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται, επειδή η πολιτεία επιβάλλει ποινές σε όποιον αδιαφόρησε να την αποκτήσει. Η θέση αυτή, όμως, δεν έχει αποδειχθεί (σόφισμα λήψεως του ζητουμένου).

Β. Η ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΟΤΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΔΙΔΑΣΚΕΤΑΙ

Ο Πρωταγόρας, συνεχίζοντας την απόδειξη για το διδακτό της αρετής, επικαλείται ένα εμπειρικό και γι? αυτό ισχυρότερο τεκμήριο. Αναφέρεται στη μέριμνα των ανθρώπων για την ηθική και πολιτική αγωγή των παιδιών τους. Παρουσιάζει το εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας εγκωμιαστικά ως πρότυπο παιδείας και αγωγής που υπηρετεί με συνέπεια την πολιτική αγωγή και τον πολιτισμό. Βέβαια, η περιγραφή του αθηναϊκού εκπαιδευτικού συστήματος γίνεται για να φανεί το διδακτό της αρετής και αυτό σημαίνει ότι δεν αποτελεί μια πλήρη και λεπτομερή απόδοσή του, παρά τις πολύτιμες πληροφορίες, που διασώθηκαν, γιατί ο σκοπός του Πρωταγόρα δεν ήταν αυτός. Ο Πρωταγόρας θα παρουσιάσει τη δομή και τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος της Αθήνας μιλώντας για τις βαθμίδες που περιλαμβάνει, για να καταλήξει τελικά στο συμπέρασμά του ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται.
Ενδεικτικά και χωρίς να παραβιάζουμε τα δεδομένα του κειμένου μπορούμε να αποδώσουμε διαγραμματικά την εκπαίδευση που περιγράφει ο Πρωταγόρας ως εξής:

Βαθμίδες εκπαίδευσης
Φορείς αγωγής
Μορφωτικά αγαθά
Μέθοδος
Στόχοι
Μέσα
Προσχολική αγωγή (έως 6/7 ετών)
γονείς
παραμάνα
παιδαγωγός
αξίες
συμπεριφορά
νουθεσίες
διδασκαλία
τιμωρία
μετάδοση ηθικών αξιών
απειλές
χτυπήματα
Πρωτοβάθμια εκπαίδευση (6/7 – 14 ετών)
δάσκαλοι
γραμματιστές
κιθαριστές
αξίες
γραφή
μουσική
διδασκαλία
«ε?κοσμία»
αμοιβές
τιμωρίες
Δευτεροβάθμια εκπαίδευση (14 – 18/20 ετών)
(ακολουθούσε η τριτοβάθμια εκπαίδευση, που δεν αναφέρεται εδώ)
γραμματιστές
κιθαριστές
παιδοτρίβες
ποιήματα μεγάλων ποιητών
γραφή
μουσική
γυμναστική
διδασκαλία
μίμηση προτύπων
ευρυθμία
ευαρμοστία (αρμονία)
ευεξία
ανάγνωση και αποστήθιση
Τελικό στάδιο αγωγής (18/20 ετών και εξής)
η πόλη
νόμοι
?ρχειν και ?ρχεσθαι
πολιτική αρετή
Ποινές
ε
?θ?ναι*


Καλό είναι να σημειώσουμε σ? αυτό το σημείο τον ρόλο των φορέων αγωγής.
Παραμάνα: ήταν δούλη ή φτωχή ελεύθερη, έμμισθη, που φρόντιζε μαζί με τη μητέρα τα παιδιά στη βρεφική και νηπιακή ηλικία. Η γυναίκα που θήλαζε το βρέφος ονομαζόταν «τίτθη», και εκείνη που είχε τη γενική φροντίδα του παιδιού, «τιθήνη» ή «τροφός».
Παιδαγωγός: δεν είχε τη σημασία που έχει σήμερα η λέξη. Ο ρόλος του ήταν μόνο συνοδευτικός: ήταν δούλος που συνόδευε το παιδί στους περιπάτους και αργότερα στο σχολείο, το συμβούλευε και επέβλεπε τη μελέτη των μαθημάτων του και τη συμπεριφορά του.
Γραμματιστής: δίδασκε ανάγνωση, αριθμητική και γραφή. Συνήθιζε τα παιδιά να απομνημονεύουν και να απαγγέλλουν ποιήματα μεγάλων ποιητών, από τα οποία οι μαθητές αντλούσαν συμβουλές, διδάγματα και πρότυπα που ήθελαν να μιμηθούν.
Κιθαριστής: δίδασκε τραγούδι, αλλά και την τέχνη του αυλού, της κιθάρας και της λύρας. Η μουσική είχε σπουδαία θέση στην εκπαίδευση των νέων. Πίστευαν ότι συνέβαλλε στην ημέρωση της ψυχής και στη διαμόρφωση εύρυθμου χαρακτήρα μεταδίδοντας την αίσθηση του μέτρου και της ισορροπίας.
Παιδοτρίβης: αναλάμβανε την εκγύμναση των νέων στην «παλαίστρα», ένα τετράγωνο γήπεδο περιτριγυρισμένο από τοίχους. Οι Αθηναίοι στόχευαν στη σύζευξη υγιούς ψυχής και υγιούς σώματος («νο
?ς ?γι?ς ?ν σώματι ?γιε?»).

*«ε?θ?ναι»: παρατηρούμε ότι ο Πρωταγόρας κάνει ένα γλωσσικό παιχνίδι με τη λέξη «ε?θεία». Στην 1ηβαθμίδα εκπαίδευσης αναφέρει ότι, όταν ένα παιδί παρεκκλίνει από τη θεμιτή συμπεριφορά, το επαναφέρουν στην ευθεία, όπως ισιώνουν ένα δέντρο που λυγίζει και γέρνει. Η παρομοίωση του παιδιού με δέντρο προετοιμάζει για την ετυμολογική ερμηνεία της λέξης «ε?θ?ναι», που θα δοθεί στην τελική βαθμίδα εκπαίδευσης. «Ε?θ?ναι» ονομαζόταν η λογοδοσία που ήταν υποχρεωμένος να κάνει μπροστά σε ειδικούς ελεγκτές ένας άρχοντας για τις πράξεις του, όταν τελείωνε ο χρόνος της θητείας του. (Αντίθετα, όταν ήταν υποχρεωμένος να λογοδοτήσει στην αρχή της θητείας του υποβαλλόταν στη «δοκιμασία», πβλ. την περίπτωση του Μαντίθεου στον λόγο του Λυσία ?π?ρ Μαντιθέου.)  Έτσι ονομάζονταν και οι κυρώσεις που του επιβάλλονταν, αν διαπιστωνόταν κατάχρηση της εξουσίας του ή παραλείψεις.

Με βάση την περιγραφή του εκπαιδευτικού συστήματος των Αθηναίων από τον Πρωταγόρα, μπορούμε να συναγάγουμε ορισμένα βασικά γνωρίσματά του:
α. η αγωγή των Αθηναίων πολιτών ήταν μια διαδικασία που διαρκούσε όλη τους τη ζωή. Επρόκειτο, δηλαδή, για μια διά βίου μάθηση.
β. η εκπαίδευση είχε ιδιωτικό χαρακτήρακαι επομένως απευθυνόταν κυρίως στις εύπορες οικογένειες. Η διδασκαλία γινόταν στο σπίτι του μαθητή ή του δασκάλου, ενώ το περιεχόμενο της εκπαίδευσης δεν ήταν σαφώς καθορισμένο από την πολιτεία, αλλά εξαρτιόταν από το κριτήριο του δασκάλου ή της οικογένειας.
γ. το περιεχόμενο της εκπαίδευσης ήταν κυρίως ηθοπλαστικό, αφού αποσκοπούσε στο να διαμορφωθούν ηθικά ενάρετοι άνθρωποι. Αυτό υποδηλώνεται σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα, στην πρώτη βαθμίδα οι φορείς αγωγής επιδίδονταν στη μετάδοση βασικών αρχών ηθικής συμπεριφοράς. Στη δεύτερη βαθμίδα, ο δάσκαλος φρόντιζε περισσότερο για την «ε
?κοσμία», την ευπρεπή, δηλαδή, συμπεριφορά των παιδιών, και λιγότερο για τη μετάδοση γνώσεων. Η τρίτη απέβλεπε κυρίως στο αρμονικό δέσιμο της ψυχής και του σώματος. Τέλος, στην τελική βαθμίδα, η υπακοή στους νόμους είχε ως στόχο να ρυθμίσει τη συμπεριφορά των πολιτών, ώστε να αναπτυχθούν μεταξύ τους σχέσεις συνεργασίας, αλληλεγγύης και αλληλοσεβασμού. Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα το γεγονός ότι οι νόμοι αναγράφονταν σε ξύλινες πινακίδες και τοποθετούνταν σε δημόσιο χώρο, για να μπορούν να τους διαβάζουν όλοι οι πολίτες.

Συμπέρασμα συλλογισμού: «Ενώλοιπόν είναι ? αν η αρετή είναι διδακτή
Στη φράση αυτή διατυπώνεται το συμπέρασμα του Πρωταγόρα για το «διδακτ?ν» της πολιτικής αρετής. Αφού, λοιπόν, μίλησε διεξοδικά για το εκπαιδευτικό σύστημα της Αθήνας και τις βαθμίδες που περιλαμβάνει, καταλήγει στο λογικό επακόλουθο ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι δεν είναι δυνατόν να μη διδάσκεται η πολιτική αρετή, εφόσον καταβάλλονται τόσες προσπάθειες από τους ανθρώπους και σε ιδιωτικό και σε δημόσιο επίπεδο για τη μετάδοσή της. Αν οι άνθρωποι θεωρούσαν ότι η αρετή δεν διδάσκεται, θα ήταν μάταιο να το προσπαθούν μέσω της παιδείας.

Κριτική του συμπεράσματος
α. Κάποιοι μελετητές θεωρούν πειστικό το συμπέρασμα του Πρωταγόρα, καθώς στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα.
β. Άλλοι, πάλι, μελετητές το θεωρούν μη πειστικό για τους εξής λόγους:

    1. το συμπέρασμα διατυπώνεται και πάλι μέσω μιας ρητορικής ερώτησης, στην οποία η απάντηση θεωρείται δεδομένη, χωρίς να προσκομίζονται άλλα αποδεικτικά στοιχεία,
    2. ο Πρωταγόρας θεωρεί ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται, επειδή γίνονται προσπάθειες να διδαχθεί και σε ιδιωτικό και σε δημόσιο επίπεδο. Η θέση αυτή, όμως, δεν έχει αποδειχθεί (σόφισμα λήψεως του ζητουμένου).
  • ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Αντιθέσεις:
«δεν θα σου πω μύθο, αλλάλόγο»
«αυτό είναι δίκαιο και το άλλο άδικο»
«και ότι αυτό είναι καλό και το άλλο αισχρό»
«και αυτό όσιο κι εκείνο ανόσιο»
«και ότι αυτά πρέπει να τα κάνειςκαι αυτά να μην τα κάνεις»
Ρητορικές ερωτήσεις:
«υπάρχει ένα πράγμα ? ή δεν υπάρχει;»
«μπορούμε να πιστέψουμε κάτι τέτοιο, Σωκράτη;»
«Ενώ λοιπόν είναι ? αν η αρετή είναι διδακτή;»
Πολυσύνδετο σχήμα:
«εάν αυτό το πράγμα δεν είναι ούτεη οικοδομική ούτε η μεταλλουργία ούτε η κεραμική, αλλά η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη και το όσιον»
«και η παραμάνα του και η μητέρα του και ο παιδαγωγός του και ο ίδιος ο πατέρας του»
Άρση ? θέση:
«εάν αυτό το πράγμα δεν είναι ούτεη οικοδομική ούτε η μεταλλουργία ούτε η κεραμική, αλλά η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη και το όσιον»
Ανιούσα κλιμάκωση:
«πρέπει να τον διδάσκουμε -> και να τον τιμωρούμε -> πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη -> ή να σκοτώνουμε ως ανίατο»
Συλλογισμός «
?κ το? ?λάσσονος πρ?ς τ? με?ζον»:
«Ενώ όμως είναι το πράγμα αυτό διδακτό ? με κάθε δυνατή επιμέλεια!»
Παρομοίωση:
«? το «ισιώνουν», σαν δέντρο που λυγίζει και γέρνει»

 

ΠΗΓΗ : http://www.study4exams.gr/anc_greek/index.php                                                                                                                                                         
Posted in ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ -Γ' ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ | Leave a comment

ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ , Εν?τητα 6η (324 a ? c)

·        Εν?τητα 6η (324 a ? c) : Η παιδευτικ?σημασ?α της τιμωρ?ας ως απ?δειξη του διδακτο?της αρετ?ς

·        1. ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΟΥ ΔΙΔΑΚΤΟΥ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΣΤΟΝ ΗΘΙΚΟΠΛΑΣΤΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ: «?νθα δ? π?ς παντ? θυμο?ται κα? νουθετε?, δ?λον ?τι ?ς ?ξ ?πιμελείας κα? μαθήσεως κτητ?ς ο?σης.»

Στην ενότητα αυτή ο Πρωταγόρας αναπτύσσει περαιτέρω και ολοκληρώνει το επιχείρημά του για το διδακτό της αρετής, εστιάζοντας στη σημασία και τη σκοπιμότητα που έχουν οι ποινές στη ζωή της πόλης. Οι Αθηναίοι δεν τιμωρούν τους ανθρώπους με φυσικά ελαττώματα και μειονεκτήματα, τιμωρούν όμως όσους έχουν ηθικά ελαττώματα/μειονεκτήματα και αδιαφορούν για τη διόρθωσή τους με τη φροντίδα και την άσκηση. Σύμφωνα με τα προηγούμενα, το ότι καθένας θυμώνει και τιμωρεί και συμβουλεύει («ο? θυμο? κα? α? κολάσεις κα? α? νουθετήσεις») όσους δεν έχουν ελαττώματα δοσμένα από τη φύση ή την τύχη, δηλαδή όσους δεν έχουν την πολιτική αρετή, αποδεικνύει ότι αυτή αποκτιέται με μάθηση και διδασκαλία. Αφού οι άνθρωποι με τη φροντίδα και την άσκηση μπορούν να διορθώσουν τα ελαττώματά τους και να βελτιώσουν το ήθος τους, λογικά συνάγεται ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται. Ο Πρωταγόρας συνεχίζει να αξιοποιεί ως βάση του σκεπτικού του την κοινή αντίληψη (π?ς παντ?) που έχει η κοινωνία για τον ρόλο της τιμωρίας στη διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου.

·        2. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΣ

α) «Ε? γ?ρ ?θέλεις ?ννο?σαι τ? κολάζειν, ? Σώκρατες, το?ς ?δικο?ντας τί ποτε δύναται, α?τό σε διδάξει ?τι ο? γε ?νθρωποι ?γο?νται παρασκευαστ?ν ε?ναι ?ρετήν.»

Ο ηθικοπλαστικός χαρακτήρας της ποινής ως επιχείρημα απόδειξης για το διδακτό της αρετής

Ο σοφιστής εισάγει στον λόγο του δεύτερο συλλογισμό, στον οποίο, αξιοποιώντας την υπό όρους αναγκαιότητα της τιμωρίας, αποδεικνύει το διδακτό της αρετής. Η ουσία του αποδεικτικού λόγου του Πρωταγόρα είναι ότι ο άδικος δεν έχει μάθει (ή ενδεχομένως δεν θέλει να μάθει) να συμμορφώνεται με τους ηθικούς κανόνες και, συνεπώς, με την τιμωρία του παραδειγματίζονται οι άλλοι άνθρωποι και σωφρονίζεται ο ίδιος. Το γεγονός της τιμωρίας των ανθρώπων, επειδή αδικοπραγούν, σημαίνει ότι θα μπορούσαν να αποφύγουν τη διάπραξη της αδικίας, αν είχαν μαθητεύσει στην αρετή. Υποστηρίζεται, λοιπόν, ότι ο παιδευτικός χαρακτήρας της τιμωρίας αποτελεί απόδειξη του διδακτού της αρετής. Και πάλι η σχέση του παιδευτικού χαρακτήρα της τιμωρίας και του διδακτού της πολιτικής αρετής συνιστά μεθερμήνευση της κοινής γνώμης για το θέμα από τον Πρωταγόρα (ο? γε ?νθρωποι ?γο?νται).

β) «Ο?δε?ς γ?ρ κολάζει το?ς ?δικο?ντας πρ?ς τούτ? τ?ν νο?ν ?χων κα? τούτου ?νεκα, ?τι ?δίκησεν, ?στις μ? ?σπερ θηρίον ?λογίστως τιμωρε?ται? ? δ? μετ? λόγου ?πιχειρ?ν κολάζειν ο? το? παρεληλυθότος ?νεκα ?δικήματος τιμωρε?ται ?ο? γ?ρ ?ν τό γε πραχθ?ν ?γένητον θείη? ?λλ? το? μέλλοντος χάριν, ?να μ? α?θις ?δικήσ? μήτε α?τ?ς ο?τος μήτε ?λλος ? το?τον ?δ?ν κολασθέντα.»

Η άλογη και η έλλογη τιμωρία

Χρήσιμο είναι να αναφέρουμε τις σημασίες που έχει η λέξη «λόγος» («μετ? λόγου») στο κείμενο. Αρχικά, έχει τη σημασία του έναρθρου λόγου, καθώς πρέπει να επιχειρείται ο σωφρονισμός του παραβάτη μέσω νουθεσιών. Επίσης, ο λόγος έχει τη σημασία της διάνοιας, της σκέψης (που εκφράζεται με τον έναρθρο λόγο και την ομιλία), του λογικού, του ορθού λόγου, καθώς αυτός που επιβάλλει τιμωρίες πρέπει να λειτουργεί με βάση τη λογική και όχι με κίνητρα εκδίκησης.
Ο Πρωταγόρας αποδίδοντας παιδαγωγική σημασία στην ποινή προϋποθέτει τη στοιχειώδη έστω λογική και αισθήματα στον άνθρωπο, τα οποία χαρακτηρίζονται από τη δυνατότητα περαιτέρω καλλιέργειας και εξανθρωπισμού. Από την άποψη αυτή ο άνθρωπος διαθέτει ηθική συνείδηση, περισσότερο ή λιγότερο αναπτυγμένη, η οποία με την ποινή μπορεί να τον οδηγήσει στην αναθεώρηση των πράξεών του και στην αυτεπίγνωσή του. Γίνεται φανερό, λοιπόν, ότι η τιμωρία ως σκόπιμη ενέργεια μέσα στην κοινωνία απορρέει και πρέπει να απορρέει από τη λογική. Η λογική είναι η βάση για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής, για τη συνεννόηση των ανθρώπων και τη συμβίωσή τους.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο η ποινή έχει σημασία και σκοπό, είναι δηλαδή προϊόν λογικής. Αποβλέπει στη συνέτιση αυτού που αδικοπραγεί και στον παραδειγματισμό των άλλων, που γίνονται μάρτυρες της τιμωρίας του. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ενστικτώδη εκδήλωση αυτοσυντήρησης που κατατείνει στην εξόντωση του «εχθρού», ούτε για πράξη τυφλής αντεκδίκησης και ανταπόδοσης. Όποιος επιβάλλει ποινές
?λογ?στως
, δεν πιστεύει στον παιδευτικό χαρακτήρα της ποινής. Αντίθετα, η έλλογη τιμωρία είναι ένας τρόπος παροχής βοήθειας προς τον άλλον, αφού αποβλέπει στην ανασυγκρότηση της ανθρώπινης υπόστασης, στη βελτίωσή της και στην αναμόρφωσή της.
Ο Πρωταγόρας προκαλεί διακριτικά τον Σωκράτη με την αντίθεση «
?λογ?στως» και «μετά λόγου», γιατί τον υποχρεώνει να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με ένα από αυτά. Αν ο Σωκράτης φέρει αντίρρηση για τον σωφρονιστικό χαρακτήρα της ποινής, τότε συμφωνεί με το «?στις ?σπερ θηρ?ον ?λογ?στως τιμωρε?ται».

O σωφρονιστικός και παραδειγματικός χαρακτήρας της ποινής

Σ? αυτό το απόσπασμα ο Πρωταγόρας αναφέρεται σε δύο είδη τιμωρίας κάνοντας χρήση δύο διαφορετικών ρημάτων:
α) Με το ρήμα τιμωρο
?μαι
αναφέρεται στην τιμωρία που έχει ως στόχο την εκδίκηση και την ικανοποίηση του αδικηθέντος.
β) Με το ρήμα κολάζω αναφέρεται στην έλλογη τιμωρία του αδικήσαντος με σκοπό τον σωφρονισμό του.
(Βλέπε και σχόλιο σχολικού βιβλίου: «κολάζει», σελ. 86)
Κατά τη γνώμη του, ο άνθρωπος ως έλλογο ον οφείλει να επιβάλλει τιμωρίες για σωφρονισμό και παραδειγματισμό, απορρίπτοντας τα κίνητρα της ανταπόδοσης και της αντεκδίκησης. Η τιμωρία, για τον Πρωταγόρα, έχει παιδευτικό χαρακτήρακαι όχι εκδικητικό και κατασταλτικό. Στόχος της δεν είναι η θεραπεία ενός αδικήματος που έχει ήδη διαπραχθεί, γιατί αυτό αποτελεί μια συντελεσμένη πια πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να αλλάξει («ο
? γ?ρ ?ν τό γε πραχθ?ν ?γένητον θείη»). Αντίθετα, αφορά την αποτροπή διάπραξης μιας άδικης πράξης στο μέλλον («το? μέλλοντος χάριν»). Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος της είναι διττός:

·        ο σωφρονισμόςτου παραβάτη («?να μ? α?θις ?δικήσ?μήτε α?τ?ς ο?τος»), ώστε να μη διαπράξει ποτέ ξανά στο μέλλον αδίκημα και

·        ο παραδειγματισμός(«μήτε ?λλος ? το?τον ?δ?ν κολασθέντα») των υπολοίπων.

γ) «Κα? τοιαύτην διάνοιαν ?χων διανοε?ται παιδευτ?ν ε?ναι ?ρετήν? ?ποτροπ?ς γο?ν ?νεκα κολάζει.»

Ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής

Ο Πρωταγόρας, πρωτοπόρος για την εποχή του, εισηγείται τον «αποτρεπτικό χαρακτήρα» της ποινής, ο οποίος ως όρος υπάρχει ως τώρα στη θεωρία του δικαίου. Όταν η οργανωμένη κοινωνία υιοθετεί την τιμωρία ως μέσο για να αποτρέψει τα μέλη της από μελλοντικές αδικοπραγίες, συγχρόνως αποδέχεται ως προϋπόθεση ότι οι άνθρωποι διαθέτουν εκείνη την ιδιαίτερη ιδιότητα που τους επιτρέπει κάποια στιγμή με την κατάλληλη νουθεσία, άσκηση και καλλιέργεια, να αναθεωρήσουν και να εναρμονιστούν με το τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται στην ευνομούμενη πολιτεία. Συνεπώς, για τον Πρωταγόρα επιβάλλεται η ποινή για να αποτρέψει από το κακό τους ανθρώπους. Ο σκοπός αυτός είναι η λογική εξήγηση της ύπαρξης της ποινής. Σε αυτό το σημείο, βέβαια, η αναφορά στη σωφρονιστική σκοπιμότητα της ποινής είναι γενική και μάλλον δεοντολογική (δηλαδή αυτό που είναι ορθό να γίνεται, και όχι αυτό που γίνεται).
δ) «Ταύτην ο
?ν τ?ν δόξαν πάντες ?χουσιν ?σοιπερ τιμωρο?νται κα? ?δί? κα? δημοσί?. Τιμωρο?νται δ? κα? κολάζονται ο? τε ?λλοι ?νθρωποι ο?ς ?ν ο?ωνται ?δικε?ν, κα? ο?χ ?κιστα ?θηνα?οι ο? σο? πολ?ται?»

Η συναίνεση της κοινής γνώμης για την αποτρεπτικότητα της ποινής και το διδακτο της αρετής

Ο Πρωταγόρας ενισχύει την άποψή του για τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής επικαλούμενος και πάλι την κοινή αντίληψη και πρακτική για το θέμα. Η επίκλησή του αυτή δεν πρέπει να εκληφθεί ως αδυναμία επιχειρηματολογίας, αλλά ως συνέπεια των γνωσιολογικών του αρχών, σύμφωνα με τις οποίες η αλήθεια είναι σχετική και όχι απόλυτη. Δεν υπάρχουν απόλυτα κριτήρια που να εγγυώνται τη μία και μοναδική αλήθεια και, συνεπώς, σε έναν τέτοιο κόσμο σχετικότητας το μόνο έγκυρο κριτήριο που μπορεί να γίνει αποδεκτό είναι αυτό της γνώμης της πλειοψηφίας.
Έτσι, για τον Πρωταγόρα ισχύει ο σωφρονιστικός και αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής και στον ιδιωτικό και στον δημόσιο βίο. Στον ιδιωτικό, στις σχέσεις των ανθρώπων στην οικογένεια και το σχολείο, και στον δημόσιο, στις σχέσεις των πολιτών με την πολιτεία. Στην ιδιωτική ζωή (
?δί?), οι γονείς και οι παιδαγωγοί τιμωρούν τα παιδιά και τους μαθητές τους. Στη δημόσια ζωή (δημοσί?)
, τα όργανα του κράτους επιβάλλουν ποινές σε όσους παραβιάζουν τους νόμους.
Η αθηναϊκή κοινωνία φαίνεται ότι αποδέχεται τη λογική πως μέσα από την ποινή είναι δυνατόν να διαμορφωθούν ηθικές και σύννομες συνειδήσεις πολιτών. Μέσα σ? αυτό το σύνολο ανήκουν και οι Αθηναίοι, τους οποίους αναφέρει ο Πρωταγόρας για να απαντήσει στη θέση του Σωκράτη. Ο τελευταίος είχε ισχυριστεί ότι οι Αθηναίοι δεν πιστεύουν ότι η αρετή είναι διδακτή. Ο Πρωταγόρας με τον συλλογισμό του αποδεικνύει ότι οι Αθηναίοι επιβάλλουν τιμωρίες και, επομένως, πιστεύουν ότι η αρετή διδάσκεται. Χρησιμοποιεί την Αθήνα ως παράδειγμα για να υποστηρίξει τη θέση του, και για λόγους αντικειμενικότητας, καθώς τα παραδείγματα αντλούνται από την αθηναϊκή ζωή, την οικεία στον Σωκράτη, και όχι από την προσωπική του εμπειρία και πατρίδα. Το ύφος μάλιστα του λόγου γίνεται λεπτά ειρωνικό στις φράσεις «…ο
? σο?πολ?ται?» και «…κα?χαλκ?ως κα? σκυτοτ?μου συμβουλε?οντος…»

Κριτική του επιχειρήματος του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας

      Το κείμενο αυτό είναι παλαιότερο γραπτό δείγμα που σώζεται στο οποίο καταγράφεται μια προσπάθεια να συλλάβουν οι άνθρωποι την ποινή ως ανθρώπινο θεσμό (κοινωνική κατασκευή) που εξυπηρετεί ορισμένη κοινωνική σκοπιμότητα.

      Για αιώνες οι άνθρωποι σε πολλές και διαφορετικές κοινωνίες έβλεπαν τις ποινές:

      α) μέσα από το πρίσμα του «τελετουργικού άγους», ως μαγική απαλλαγή από κάποιο μίασμα. Σκοπός της ποινής ήταν αφενός μεν η τιμωρία του δράστη, η ικανοποίηση του παθόντος ή των συγγενών του και αφετέρου η αποκατάσταση της ηθικής τάξης. Οι άδικοι συνήθως έφταναν στην ύβρη, ένα παράπτωμα που συνιστούσε πρόκληση και ασέβεια ενάντια στο θείο. Επομένως η τίσις (=παραδειγματική τιμωρία) ήταν θεάρεστο έργο και η ποινή λειτουργούσε ως αποκατάσταση της διασαλευθείσης ηθικής τάξεως.

     β) την εξίσωναν με τη θεϊκή ανταπόδοση.

Μια σύγχρονη θεώρηση του προβλήματος των ποινών θα έπρεπε να αρθρώνεται σε τρεις παραμέτρους:

     α) ποια είναι η έννοια της ποινής; (ο ορισμός)

     β) τι σκοπό εξυπηρετούν οι ποινές; ποια είναι η αξία του σκοπού αυτού; πώς θεμελιώνουν οι σκοποί αυτοί ηθικά ή λογικά τις ποινές (δικαιολόγηση)

    γ) ποιοι άνθρωποι επιβάλλονται σε ποινές; σε ποιο πλαίσιο; ποια ποινή πρέπει να επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση; (εφαρμογή της έννοιας)

 

Η άποψη λοιπόν του Πρωταγόρα για τον αποτρεπτικό, παιδευτικό και τελεολογικό χαρακτήρα της ποινής κρίνεται ιδιαίτερα ρηξικέλευθη και πρωτοποριακή για την εποχή της, στην οποία η ποινή είχε τη μορφή της εκδίκησης. Ο Πρωταγόρας υπερβαίνοντας ιδεολογικά την εποχή του εισηγείται τον εξανθρωπισμό της δικαιοσύνης. Παρόμοιες αντιλήψεις άρχισαν να ακούγονται και να εφαρμόζονται για πρώτη φορά τα νεότερα χρόνια την εποχή του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (18ος μ.Χ. αιώνας) από τον Ιταλό Τσεζάρε Μπεκαρία στο έργο του Περί Εγκλημάτων και Ποινών (1764) : η ποινή είναι πιο αποτελεσματική όταν επιτυγχάνει τη μη επανάληψη του αδικήματος από το δράστη και την αποτροπή των υπολοίπων και όχι αν είναι ιδιαίτερα σκληρή για τον αδικούντα. Για τον Μπεκαρία βασική θέση κατέχει η Λογική, η κατανόηση του κράτους ως ένα είδος συμβολαίου, και, πάνω απ? όλα, η αρχή της ωφέλειας ή της μέγιστης ευτυχίας του μέγιστου αριθμού ανθρώπων.

Εκτός από την καταδίκη της θανατικής ποινής (βασισμένη σε δύο επιχειρήματα:

α) επειδή το κράτος δεν έχει το δικαίωμα να αφαιρεί ζωές και

β) επειδή η θανατική ποινή δεν είναι ούτε χρήσιμη ούτε αναγκαία μορφή τιμωρίας), ο Μπεκαρία ανέπτυξε στην πραγματεία του πληθώρα καινοτόμων αρχών:

α) η τιμωρία πρέπει να έχει προληπτική και όχι κολαστική λειτουργία,

β) η τιμωρία πρέπει να είναι ανάλογη του διαπραχθέντος εγκλήματος,

γ) η βεβαιότητα της τιμωρίας, και όχι η αυστηρότητά της, οδηγεί στην πρόληψη,

δ) οι δικαστικές διαδικασίες πρέπει να είναι δημόσιες και τέλος

  ε) προκειμένου να είναι αποτελεσματική, η τιμωρία πρέπει να είναι άμεση.

Το επιχείρημα του Πρωταγόρα μπορεί να θεωρηθεί μη πειστικό για τους εξής λόγους:

α) Η άποψη ότι οι άνθρωποι επιβάλλουν τιμωρίες σε όσους διαπράττουν αδικήματα, επειδή αδιαφόρησαν να αποκτήσουν την αρετή, και, επομένως, ότι η αρετή είναι διδακτή, είναι μια άποψη που δεν μπορεί να υιοθετηθεί ανεπιφύλακτα, γιατί πρέπει πρώτα να αποδειχθεί. Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί, δηλαδή, την αποδεικτέα θέση (ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται) και ως αποδεικτικό στοιχείο. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, έχουμε το σόφισμα της λήψεως του ζητουμένου.

β) Η πρωτοποριακή και γενικά αποδεκτή θέση του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας θεωρείται δεδομένη, αλλά ανήκει μάλλον στη σφαίρα της θεωρίας και της δεοντολογίας (= τι πρέπει να συμβαίνει) και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ιδιαίτερα εκείνης της εποχής. Έτσι, ο Πρωταγόρας επικαλείται μάλλον ένα ιδανικό παρά αποδίδει μια ρεαλιστική κατάσταση της εποχής του στην Αθήνα. Για την εποχή του ήταν μάλλον ανεφάρμοστη η σωφρονιστική σκοπιμότητα της ποινής, γιατί οι Αθηναίοι συνέδεαν περισσότερο την τιμωρία με την εκδίκησηκαι με την ικανοποίηση του ίδιου του παθόντος ή των συγγενών ενός θύματος. Όπως πίστευαν ότι η αλαζονεία (?βρις) προκαλεί την οργή (τίσις) και την τιμωρία (νέμεσις) των θεών με στόχο την αποκατάσταση της ηθικής τάξης, κάτι ανάλογο ακολουθούσαν και στην καθημερινότητά τους στη συναναστροφή τους με τους άλλους ανθρώπους.
Ο Πρωταγόρας, λοιπόν, επιχειρεί να αποδείξει τον παιδευτικό ρόλο της ποινής και, συνεπώς, το διδακτό της αρετής, αναφερόμενος στο τι θα έπρεπε να κάνουν οι Αθηναίοι, όταν δικάζουν, και όχι τι πραγματικά κάνουν, όταν δικάζουν. Άλλωστε ο σοφιστής δεν κάνει λόγο καθαρά για τον τρόπο με τον οποίο οι Αθηναίοι δίκαζαν. Το επιχείρημα του Πρωταγόρα, επομένως, είναι έμμεσα δεοντολογικό και μπορεί να αποδοθεί περίπου ως εξής « η αρετή είναι διδακτή, εφόσον οι ποινές (πρέπει να) έχουν παιδευτικό/σωφρονιστικό χαρακτήρα». Και είναι λογικό ότι με τη σωφρονιστική σκοπιμότητα της ποινής και με το τι θα έπρεπε να κάνουν οι Αθηναίοι, όταν δικάζουν, δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει ο Σωκράτης.

Ο παιδευτικός χαρακτήρας της ποινής και η θανατική ποινή

Και πριν από το επιχείρημά του για τον παιδευτικό χαρακτήρα της ποινής, ο Πρωταγόρας αναφέρθηκε ήδη στην ποινή στην 4η ενότητα, στο πλαίσιο του μύθου. Ο Πρωταγόρας στην 4η ενότητα, διά στόματος Δία στον μύθο, πρότεινε για όποιον δεν συμμετέχει στην α?δ?και τη δίκη τη θανατική ποινή («κτείνειν ?ς νόσον πόλεως»). Σ? αυτή την ενότητα, αντίθετα, μιλά για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας?να μ? α?θις ?δικήσ?μήτε α?τ?ς ο?τος μήτε ?λλος ? το?τον ?δ?ν κολασθέντα»). Φαινομενικά, λοιπόν, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια αντίφαση: η θανατική ποινή δεν αφήνει περιθώρια βελτίωσης στον δράστη, άρα αίρεται ο σωφρονιστικός χαρακτήρας της και συνεπώς η έλλογη σκοπιμότητα που πρέπει να έχει κάθε ποινή. Κατά συνέπεια, η αποδοχή της θανατικής ποινής αντιφάσκει με την αποδοχή του σωφρονιστικού χαρακτήρα της ποινής εν γένει.
Η αντίφαση αίρεται ως έναν βαθμό, αν λάβουμε υπόψη μας και το ακόλουθο χωρίο της 7ης ενότητας: «? πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία». Η θανατική ποινή αποτελεί, λοιπόν, έσχατο μέσο τιμωρίας που επιβάλλεται, όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας(νουθεσίες, θυμοί, μικρές τιμωρίες, εξορία και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή τον σωφρονισμό του δράστη. Μάλιστα, επιβάλλεται όχι για να εκδικηθεί η πολιτεία αυτόν που διέπραξε ένα αδίκημα, αλλά για να διαφυλάξει την αρμονική συμβίωση και ισορροπία μέσα στην πόλη, απομακρύνοντας οποιοδήποτε ταραχοποιό στοιχείο.
Ωστόσο, προβάλλει και πάλι το όριο του πολιτισμικού επιπέδου που έχει κατακτήσει και βιώνει στις καθημερινές συνθήκες πραγμάτωσής του μια κοινωνία. Αν το θεσμικό πλαίσιο δεν διαμορφώθηκε από συνειδήσεις που έχουν αναγάγει την ανθρώπινη ζωή σε υπέρτατη αξία, τότε θα παρατηρούνται ρωγμές σε οριακές στιγμές, κατά τη διελκυστίνδα των οποίων η ζυγαριά θα γέρνει όχι στον άνθρωπο, αλλά στην ανάγκη διατήρησης του συστήματος. Στον βαθμό που η κοινωνία συμπεριφέρεται κατά τον ίδιο τρόπο με τον παρεκτραπέντα, συνιστά αποδεικτικό σημάδι της ιδεολογικής, ηθικής και συνειδησιακής ανεπάρκειάς της. Αν η θεσπισμένη πολιτεία χρησιμοποιεί λαιμητόμους, κώνεια ή ηλεκτρικές καρέκλες για να αφαιρέσει ένα μοναδικό γεγονός με βίαιο τρόπο, σε τι διαφέρει το αποτέλεσμα της πράξη της από εκείνο του αδικοπραγήσαντα;
Μια ορθολογικά διαμορφωμένη κοινωνία δεν μεταμορφώνεται σε Μήδεια. Αφοσιώνεται στη διαπαιδαγώγηση και στη συνειδησιακή διαμόρφωση των πολιτών κατευθύνοντάς τους πάντα προς τη βίωση της ανάγκης για την έκφραση της ηθικοπνευματικής ιδιοσυστασίας τους.

·        3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

«?στε κατ? το?τον τ?ν λόγον κα? ?θηνα?οί ε?σι τ?ν ?γουμένων παρασκευαστ?ν ε?ναι κα? διδακτ?ν ?ρετήν. ?ς μ?ν ο?ν ε?κότως ?ποδέχονται ο? σο? πολ?ται κα? χαλκέως κα? σκυτοτόμου συμβουλεύοντος τ? πολιτικά, κα? ?τι διδακτ?ν κα? παρασκευαστ?ν ?γο?νται ?ρετήν, ?ποδέδεικταί σοι, ? Σώκρατες, ?καν?ς, ?ς γέ μοι φαίνεται.»
Ο Πρωταγόρας συγκεφαλαιώνει τα συμπεράσματά του απευθυνόμενος στον Σωκράτη. Καταλήγει, λοιπόν, στις εξής τρεις θέσεις:
α) η αρετή είναι διδακτή.
β) αυτή είναι και η θέση των Αθηναίων, γι? αυτό σωστά ο κάθε πολίτης ανεξάρτητα από το επάγγελμά του, είτε είναι χαλκιάς είτε τσαγκάρης, έχει το δικαίωμα να συμβουλεύει για τα πολιτικά.
γ) ανασκευή του ισχυρισμού του Σωκράτη ότι η αρετή δεν είναι διδακτή.

α) «?στε κατ? το?τον τ?ν λόγον κα? ?θηνα?οί ε?σι τ?ν ?γουμένων παρασκευαστ?ν ε?ναι κα? διδακτ?ν ?ρετήν»
Με το πρώτο συμπέρασμα ο Πρωταγόρας επαναδιατυπώνει την αρχική του θέση, ότι η αρετή μπορεί να αποκτηθεί και να διδαχθεί. Εφόσον κάποιος κάνει χρήση της έλλογης τιμωρίας με στόχο να αποτρέψει την επανάληψη ενός αδικήματος στο μέλλον, αυτό σημαίνει πως πιστεύει ότι η αρετή μπορεί να διδαχθεί? θεωρεί, δηλαδή, ότι με την επίδραση της ποινής, ενός εξωτερικού παράγοντα, ο άνθρωπος που αδίκησε μπορεί να αποβάλει την αδικία, να συνετιστεί, να βελτιωθεί και να στραφεί στην αρετή κάνοντάς τη σταδιακά κτήμα του. Αν υπήρχε η αντίληψη ότι η αρετή είναι έμφυτο χαρακτηριστικό, θα ήταν μάταιο να επιβάλλονται ποινές, αφού όλοι θα γεννιόμαστε με ή χωρίς την αρετή, χωρίς όμως αυτό να μπορεί να μεταβληθεί.
β) «
?ς μ?ν ο?ν ε?κότως ?ποδέχονται ο? σο? πολ?ται κα? χαλκέως κα? σκυτοτόμου συμβουλεύοντος τ? πολιτικά»
Το δεύτερο συμπέρασμα συνιστά την απάντηση του Πρωταγόρα στο πρώτο επιχείρημα του Σωκράτη (ενότητα 1η: «Μάλιστα, ωραία τέχνη κατέχεις λοιπόν ? αυτό είναι κάτι που διδάσκεται»). Έχει, λοιπόν, από τη μια αποδείξει ότι αποδέχεται την άποψη του Σωκράτη για την καθολικότητα της αρετής και από την άλλη έχει ανασκευάσει τη θέση του ότι η αρετή δεν είναι διδακτή. Ο Πρωταγόρας συχνά επικαλούνταν την κοινή γνώμη της αθηναϊκής κοινωνίας και προσάρμοζε σε αυτή και στις εμπειρικές εφαρμογές της τις απόψεις του για το διδακτό της αρετής. Έτσι, η στάση της αθηναϊκής κοινωνίας εδώ φαίνεται να δικαιώνεται μέσα από το επιχείρημά του.
γ) «?κα
? ?τι διδακτ?ν κα? παρασκευαστ?ν ?γο?νται ?ρετήν, ?ποδέδεικταί σοι, ? Σώκρατες, ?καν?ς, ?ς γέ μοι φαίνεται.»
Ο Πρωταγόρας ολοκληρώνει το επιχείρημά του γεμάτος αυτοπεποίθηση και αυταρέσκεια (
?καν?ς), πιστεύοντας ότι αντιμετώπισε με πειστικότητα τον αντίπαλό του, Σωκράτη, και ανέτρεψε το επιχείρημά του για το μη διδακτό της πολιτικής αρετής. Έτσι, ικανοποιεί τη ματαιοδοξία του και ενισχύει το κύρος του ως κορυφαίου διανοητή της εποχής του. Συγχρόνως, στο τέλος, μετριάζει ευγενικά τη στάση του με τη φράση «?ς γέ μοι φαίνεται».

·        ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Αντίθεση : ?λογίστως ? ? δ? μετ? λόγου.
Λιτότητα : ο
?χ ?κιστα, μ? ?
λογίστως.
Υπερβατό :
?ς ?ξ ?πιμελείας κα? μαθήσεως κτητ?ς ο?σης, ? δ?μετ? λόγου ?πιχειρ?ν, παρασκευαστ?ν ε?ναι κα? διδακτ?ν ?
ρετήν.
Παρομοίωση :
?σπερ θηρίον

·        ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Θυμο?ται < θυμόομαι ?ο?μαι < θυμός < θύω (= κινούμαι με ορμή): θυμωμένος, ράθυμος, ραθυμία, αμφιθυμία, θυμοειδής, θυμηδία, εύθυμος, ευθυμία, πρόθυμος, προθυμία, απρόθυμος, απροθυμία, οξύθυμος, λιποθυμία, λιποθυμικός, επιθυμία, κυκλοθυμικός, θυμόσοφος.
νουθετε
? < νο?ς + τίθημι:
νουθεσία, νουθέτηση, νουθέτημα, νουθετητής.
α. νο
?ς: < νοέω -?:
νους, νόηση, νοητικός, νόημα, νοηματικός, νοήμων, νοημοσύνη, νοησιαρχικός, παράνοια, παρανοϊκός, πρόνοια, προνοητικός, μετάνοια, διχόνοια, διάνοια, διανοητικός, άνοια, ανόητος, επίνοια, επινοητικός, εύνοια, ευνοϊκός, υπόνοια, υπονοούμενο, κατανόηση, επινόηση, παρανόηση, διανόηση.
β. τίθημι: θεσμός, θέση, διάθεση, παράθεση, έκθεση, επίθεση, σύνθεση, θέμα, απόθεμα, παράθεμα, έκθεμα, θετός, πρόσθετος, εμπρόθετος, σύνθετος, έκθετος, αντίθετος, εκθέτης, καταθέτης, υιοθεσία, αδιαθεσία, τοποθεσία, νουθεσία, θήκη, διαθήκη, παρακαταθήκη, συνθήκη, αποθήκη, αποθηκάριος, υποθετικός, επιθετικός, συνθετικός, υπερθετικός, θεμέλιο, θεμελιώδης.
κτητ
?ς < κτ?μαι:
κτήμα, κτήση, κτητικός, κτηματικός, κτηματομεσίτης, κτήτορας, κτηματίας, ιδιοκτήτης, πλοιοκτήτης, ιδιόκτητος.
ο
?σης < ε?μί:
ουσία, παρουσιαστικό, ευπαρουσίαστος, εσθλός, έτυμον, ετυμολογία, ετυμολογικός, όντως, οντολογικός, οντολογία, παροντικός, παρουσία, εξουσία, εξουσιαστικός, συνουσία, απουσία.
?θέλεις < ?θέλω:
θέλημα, εθελούσιος, αθέλητος, θεληματικός, εθελοντικός, εθελοντισμός, εθελοντής, εθελοθυσία, εθελόδουλος.
?ννο?σαι < ?ν + νοέω -?: < νο?ς:
νους, νόηση, , νοητικός, νόημα, νοηματικός, νοήμων, νοημοσύνη, νοησιαρχικός, παράνοια, παρανοϊκός, πρόνοια, προνοητικός, μετάνοια, διχόνοια, διάνοια, διανοητικός, άνοια, ανόητος, επίνοια, επινοητικός, εύνοια, ευνοϊκός, υπόνοια, υπονοούμενο, νοερός, ευνόητος, απρονοησία, νοησιαρχία, παρανόηση, κατανόηση, συνεννόηση, νοητικότητα, νοηματοδότηση, ανόητος, νοερός, νοηματικός, νοήμων, νοησιοκρατία, ακατανόητος.
τ
? κολάζειν (ουσιαστικοποιημένο απαρέμφατο) < κολάζω < κόλος (= κοντός, βραχύς, πρβλ. κολοβός, κόλουρος) + άδ-j-ω:
ακόλαστος, κόλαση, κολάσιμος, κολασμένος, κολασμός, κολαστήριο, κολαστής, κολαστικός.
?δικο?ντας (< ?δικ? < ?δικος < ? στερ. + δίκη):
αδικία, αδίκημα, αδικημένος, άδικος, αδικοπραγία, αδικοσκοτωμένος, αδικοσφαγμένος, αδικοχαμένος, αδικοχαμός, αδίκως.
δύναται < δύναμαι: δυνατός, δυνατότητα, δύναμη, δυναμικός, ενδυνάμωση, δυναμικό (το), δυναμισμός, δυνητικός, δυνάστης, δυναστεία, καταδυνάστευση, δυναμίτης, αδυναμία, αδύναμος, δυναμωτικό, δυναμικότητα, δυναμισμός, δυναμίτης, δυναμογόνος, δυναμογράφος, δυναμοηλεκτρισμός, δυναμόμετρο.
?γο?νται < ?γέομαι ?ο?μαι:
ηγέτης, ηγεμόνας, ηγεσία, ηγεμονικός, ηγούμενος, ηγουμενικός, ηγετικός, υφηγεσία, προηγουμένως, ηγήτορας, ηγούμενος, ηγουμενία, ηγουμενικός, Ηγουμενίτσα, ηγουμενοσυμβούλιο, ηγουμενείο, περιήγηση, περιηγητής, περιηγητικός, αφήγηση, αφηγητής, αφηγηματικός, αφηγηματικότητα, διήγηση, διήγημα, διηγηματικός, καθηγητής, εξήγηση, επεξήγηση, επεξηγηματικός, παρεξήγηση, εισήγηση, εισηγητής, προηγούμενος, καθηγητής.
?χων < ?χω:
εξής, σχέση, σχεδόν, σχολείο, σχετικός, κατεχόμενος, κάτοχος, πάροχος, κατοχή, παροχή, εξοχή, σχόλη, σχολή, σχέδιο, σχεδιασμός, σχεδιαστής, σχετικός, άσχετος, σχετικότητα, σχεδίαση, σχεδιαστήριο, σχήμα, σχηματικός, σχηματισμός, έξοχος, εξοχότητα.
τιμωρε
?ται < τιμωρέω ?? < τιμωρός < τιμάορος < τιμή + ο?ρος (= φύλακας, φρουρός) [η λέξη επιδέχεται και τις εξής επιπλέον ετυμολογήσεις: < τιμή + ?ρα = φροντίδα,  και < τιμή + ?ρνυμαι = παίρνω]:
τιμώρημα, τιμώρηση, τιμωρία, ατιμώρητος, ατιμωρησία, τιμωρός, ακταιωρός, εμβρυωρός, θεωρός, θυρωρός, ολίγωρος, τιμή, τιμητικός, τίμημα, τίμημα, τιμητής, τίμιος, τιμιότητα, έντιμος, εντιμότητα, άτιμος, ατιμία, πρόστιμο, επιτίμηση, επιτιμητικός, αποτίμηση, εκτίμηση, εκτιμητής, διατίμηση, υποτίμηση, υποτιμητικός, προτίμηση, τιμολόγιο, τιμοκατάλογος, τιμοκρατία, τιμοκρατικός, αντίτιμο.
?πιχειρ?ν < ?πιχειρ? < ?π? + χείρ:
επιχειρηματίας, επιχειρηματικός, επιχειρηματολογία, επιχειρησιακός, εγχείρημα, εγχειρίδιο, χειροπιαστός, χειροποίητος, χειροδύναμος, επιχειρηματικότητα εγχείρηση, μετεγχειρητικός, επιχείρηση, διαχείριση, διαχειριστής, επιχείρημα, μεταχείριση, μεταχειρισμένος, υποχείριο, χειρολαβή, χειράμαξα, χειραφέτηση, χειραγώγηση χειραψία, χειρισμός, χειριστής, χειροκρότημα, χειρονομία, χειροτεχνία, χειροτονία, χειρουργός.
παρεληλυθότος < παρέρχομαι / πάρειμι: ερχομός, έλευση, προσέλευση, διέλευση, ελευθερία, ανεξίτηλος, ισθμός, εισιτήριο, εξιτήριο, προσηλυτισμός, προσιτός, συνέλευση, ελεύθερος, Ελευθέριος, απελευθερωτικός, ελευθερωτής, ελευθερόστομος.
?γένητον < ? (στερητικό) + γίγνομαι:
γένος, γενεά, γενιά, γόνος, γονίδιο, γονέας, γένεση, άγονος, πρόγονος, εγγονός, γεγονός, γενέτειρα, γυνή, γηγενής, γενετήσιος, γνήσιος, ευγενής, πρωτογενής, εγγενής, ενδογενής, εξωγενής, νεογνό, γενέθλιος, ιθαγενής, συγγενής, γενικός, γονικός, γόνιμος, γονιμότητα, υπογονιμότητα.
θείη < τίθημι: θέση, ανάθημα, νομοθέτης, θεσμός, παρακαταθήκη, σύνθετος, πρόσθετος, θεμέλιος, θετός, υποθήκη.
?δ?ν < ε?δον < ?- Fιδ -ον του ρ. ?ρ?:
είδος, είδωλο, ειδύλλιο, ειδεχθής, ανθρωποειδής, ελικοειδής, χονδροειδής, τριγωνοειδής.
?δί?:
ιδιώτης, ιδιωτικός, ιδιόμορφος, ιδιόρρυθμος, ιδιοσυγκρασία, ιδιοτελής, ιδιοτέλεια, ιδιότροπος, ιδιοχρησία, ιδιόλεκτος, ιδίωμα, ιδιωματικός.
πολ
?ται < πόλις:
πολίτευμα, πολιτικός, πολιτευτής, πολιτεία, πόλη, κωμόπολη, πολιτεία, κοινοπολιτεία, πολίτης, συμπολίτης, πολιτικός, πολιτειακός, πολιτικάντης, πολιούχος, πολιτικοποίηση, πολιτικολογία, αντιπολίτευση, μεταπολίτευση, πολιτισμός, πολιτισμικός, απολίτιστος, διαπολιτισμικός, απολίτικος, απολιτικοποίηση, πολιτάρχης, πολιτειολογία.
λόγον < λέγω: λέξη, λεξικό, λογική, λογικός, λογοπαίγνιο, έπος, ρήμα, ρητό, ρήση, επίρρημα, απόρρητος, ρήση, ρήτορας, ρητορικός, παρρησία, πρόλογος, διάλογος, άρρητος, ρήτρα, λέξημα, διάλεξη, συνδιάλεξη, λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιπενία, λεξικογράφος, λεκτικός, κυριολεξία, κυριολεκτικός, δυσλεξία, δυσλεκτικός, ιδιόλεκτος, διάλεκτος, μονολεκτικός, μονόλογος, διαλογικός, υπόλογος, παράλογος, έλλογος, επίλογος, ομολογία, αναλογία, αναλογικός, απολογία, απολογητικός, έπος, επικός, ανείπωτος.
?ποδέχονται < ?π? + δέχομαι:
δοχείο, δέκτης, δεξαμενή, αποδοχή, παραδοχή, συνεκδοχή, υποδοχή, αποδεκτός, ανάδοχος, δεξιός, παραδεκτός, απαράδεκτος, αποδέκτης, δόκανο, ακατάδεκτος, ευπρόσδεκτος, αναδεξιμιός, δεκτός, διάδοχος, ανάδοχος, δοκιμή, δοκιμάζω.
σκυτοτόμου < σκ
?τος (τ?) + τέμνω:
σκυτάλη, σκυταλοδρομία, σκύτινος, σκυτοτομώ, σκυτοτομείο, σκυτοτομικός, τομή, τόμος, τμήση, τμήμα, τεμάχιο, διχοτόμος, επιτομή, διατομή, σύντομος, τέμενος, ταμίας, απότομος, επίτομος, διατομή, κατατομή, περιτομή, νεκροτομή, λοβοτομή, προτομή, σύντομος, συντομογραφία, ανατομία, καινοτομία, ρυμοτομία, κατάτμηση, σύντμηση.
συμβουλεύοντος < συμβουλεύω < σ
?ν + βουλεύω < βούλομαι [υπάρχει και δεύτερη ετυμολόγηση: το ρήμα παρασύνθετο < συμβουλ? < συν + βουλ? < βούλομαι]:
βουλή, βούλευμα, προβούλευμα, διαβούλευση, εκδούλευση, βουλευτής, βούληση, βουλησιαρχία, βουλευτιλίκι, βουλευτίνα, βουλησιοκρατία. συμβουλή, σύμβουλος, συμβούλιο, κοινοβουλευτικός.
?ποδέδεικται < ?π? + δείκνυμαι:
αποδεικτικός, δυσαπόδεικτος, αναπόδεικτος, αυταπόδεικτος, δείξιμο, δείκτης, δείγμα, ένδειξη, υπόδειξη, απόδειξη, παράδειγμα, παραδειγματικός, παραδειγματισμός, υπόδειγμα, δειγματολόγιο, δειγματοληψία.
φαίνεται < φαίνομαι: φάσμα, φαινόμενο, φανός, φανερός, φανάρι, φάντασμα, φαντασία, φανταστικός, φαντασίωση, φαντασμαγορικός, άφαντος, αφάνεια, διαφάνεια, επιφάνεια, διαφανής, αφανής, περιφανής, καταφανής, φως, φαεινός, Φανή, Θεοφάνεια, απόφανση, περιφανής, εμφαντικός, έμφαση, πρωτόφαντος, τροφαντός.

Η έννοια της ποινής: Σωφρονισμός -παραδειγματισμός – θανατική «ποινή»

Ο Φραντς Κάφκα στη σκιαγραφία του σύγχρονου ανθρώπου παρουσιάζει το άτομο, που προσπαθεί μάταια να βρει διέξοδο και λύτρωση. Ο άνθρωπος βρίσκεται μετέωρος ανάμεσα στο άλυτο πρόβλημα της εκλογής, όπου τ” αντίθετα συμπίπτουν: η ελευθερία και η φυλακή. Κάθε εκλογή έχει μέσα της το στοιχείο της έπαρσης και της ενοχής. Η ενοχή όμως τιμωρείται και, για ν” αποφέρει θετικά για το κοινωνικό σύνολο αποτελέσματα, είναι απαραίτητη η φόρτιση της τιμωρίας μ” ένα στοιχείο σωφρονισμού για τον κατηγορούμενο και παραδειγματισμού για τους άλλους.

Αυτό είναι μια εκπεφρασμένη από παλιά άποψη, την οποία ανέπτυξε διεξοδικά ο περίφημος Ιταλός ποινικολόγος Τσεζάρε Μπεκαρία με το έργο του «Περί εγκλημάτων και ποινών». Σκοπός της ποινής, γράφει ο Μπεκαρία, δεν είναι η εκδίκηση, αλλ” ο σωφρονισμός αυτού που διέπραξε το αδίκημα και ο παραδειγματισμός των άλλων. Άρα, ο σκοπός της ποινής είναι η πρόληψη υπό δύο έννοιες: γενική πρόληψη του κακού, δηλαδή ν” αποτρέψει πολλούς άλλους από το να θελήσουν ν” αδικήσουν (σωφρονισμός) και ειδική πρόληψη, ν’αποτρέψει, δηλαδή, το συγκεκριμένο άτομο από το να ξαναεγκληματήσει. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι οποιαδήποτε κι αν είναι τα ελατήρια, που ώθησαν το άτομο που διέ-πραξε το αδίκημα ?έστω κι αν αυτά δε φαίνονται άμεσα?, η ποινή που θα του επιβληθεί είναι αναγκαίο να έχει έναν εξαγνιστικό, καθαρτικό χαρακτήρα, μ” άλλα λόγια να παίξει ένα ρόλο νουθέτησης κι όχι να φορτίζεται με το στοιχείο της εκδίκησης, γιατί τότε πια η τιμωρία παύει να είναι ποινή. Τιμωρία στ” αρχαία ελληνικά σημαίνει, σε πρώτη σημασία, βοήθεια, αρωγή, συνδρομή. Κατά μία έννοια, συνδρομή παραμένει και με την έννοια της ποινής, εφόσον συμβάλλει στον «επανανθρωπισμό» του εγκληματία. Αντίθετα, μια πράξη βίας, αν αντιμετωπιστεί πάλι με βία, θα επιφέρει στην ψυχή του δράστη περισσότερο μίσος τόσο για τη δικαιοσύνη, όσο και για την κοινωνία, με αποτέλεσμα το έγκλημα να επαναληφθεί περισσότερο βίαιο και αποτρόπαιο, αλλ” ίσως πιο τεχνικά σχεδιασμένο. Αν και τη δεύτερη φορά επιβληθεί τιμωρία πάλι με τη μορφή εκδίκησης, πιο σκληρή από την προηγούμενη, το μίσος θ” αυξηθεί και θα ξαναεκτονωθεί σε τρίτο έγκλημα, ακόμη χειρότερο. Έτσι είναι φανερό ότι θα έχουμε μια ακολουθία εγκλημάτων, συνοδευόμενη ταυτόχρονα από μια αντίστοιχη ακολουθία ποινών. Το κακό, λοιπόν, θ” αναπαράγεται και το αποτέλεσμα θα είναι να «πείσουμε» τον εγκληματία να παραμείνει παντοτινός «πελάτης» των δικαστηρίων και των φυλακών.

Η λύση επομένως δεν είναι δυνατό ν” αναζητηθεί μέσα  από την επιβολή τέτοιου είδους ποινών αλλά μόνο μέσα από το σωφρονισμό του εγκληματία, γιατί έτσι θα πεισθεί για το λάθος του, θα μπορέσει να δει αντικειμενικότερα την πράξη του, σε συνάρτηση όχι πια με τους υποκειμενικούς παράγοντες, που τον οδήγησαν να ενεργήσει έτσι, αλλά των γενικότερων συνθηκών, που άπτονται και των περιπτώσεων του θύματος. Η οπτική γωνία, που θα του υποδειχθεί να εξετάσει την πράξη του, θα είναι περισσότερο πολύπλευρη και συνεπώς σωστότερη, εφόσον θα εξετάσει σ” όλο το βάθος και πλάτος το έγκλημά του -όπως κι αν εκδηλώθηκε αυτό- χωρίς να υποτάσσεται σε μικροπρεπείς υποκειμενικότητες, που εμποδίζουν να τοποθετηθεί σωστά απέναντι στην πράξη του.

Με το σωφρονισμό του καταδικαζομένου πετυχαίνουμε το σημαντικότερο αποτέλεσμα, που έγκειται στο να πεισθεί αυτός για το έγκλημά του, ώστε όχι μόνο να μην το επαναλάβει, αλλ” ούτε -στο μέτρο που μπορεί- ν” αφήσει κι άλλους να το διαπράξουν. Έτσι ο χτεσινός εγκληματίας, γίνεται σήμερα ανασχετικός παράγοντας στην επέκταση του εγκλήματος. Αυτό συνιστά την ουσία του πραγματικού σωφρονισμού. Γιατί είναι βέβαια επιτυχία το να εμποδίσει η ποινή έναν εγκληματία να μην επαναλάβει την πράξη του, όμως το να μπορέσει να τον σωφρονίσει σε βάθος, με αποτέλεσμα να γίνει ο ίδιος εμπόδιο στην εγκληματική ενέργεια κάποιου άλλου, αποτελεί πολλαπλή επιτυχία και μόνο σ” αυτήν τη βάση μπορεί να λειτουργήσει η δικαιοσύνη στην πιο άρτια μορφή της.


Εάν, λοιπόν, η οικογένεια δεν κατόρθωσε να δώσει στο άτομο μια σωστή αγωγή, εάν το σχολείο ή το ευρύτερο περιβάλλον του το επηρέασαν αρνητικά στον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς κι αν, τέλος, κάποια δυσλειτουργία ορισμένων θεσμών ή κάποια δυσμενής συγκυρία σε συνάρτηση με κάποιους υποκειμενικούς παράγοντες στον τομέα των διαπροσωπικών σχέσεων, το οδήγησαν στο έγκλημα, οφείλει η πολιτεία, χρησιμοποιώντας το θεσμό της δικαιοσύνης, να επαναφέρει τον εγκληματία στην ευθεία και να τον προσανατολίσει σε κάποιες αξίες και να του εμπεδώσει κάποιες αρχές, πείθοντάς τον έτσι ν” αποφύγει νέες παρεκτροπές. Για πολλούς ευαισθητοποιημένους ανθρώπους η ποινή στη μορφή, τουλάχιστον, που την ξέρουμε, είναι απαράδεκτη. Πιστεύεται ότι ο εγκληματίας είναι ψυχικά ασθενής και δε χρειάζεται τιμωρία αλλά θεραπεία. Συνεπώς, η πολιτεία είναι προτιμότερο να κτίζει όχι φυλακές αλλά  ειδικού τύπου θεραπευτήρια, που να λειτουργούν ως εκπαιδευτήρια. Όσο κι αν μοιάζει χιμαιρική η φράση του Αδαμαντίου Κοραή πως «και η πλέον θηριώδης ψυχή,ακούουσα τα αθάνατα παραγγέλματα των αρχαίων συγγραφέων της ελληνικής γλώσσης, θα μεταβληθεί εις ενάρετον», εν τούτοις είναι η πλέον ρεαλιστική. Μόνο μορφώνοντας το κεφάλι των ανθρώπων, δε θα χρειαστεί ποτέ η πολιτεία να το κόψει, έλεγε ο Ουγκό.

Θα πρέπει ακόμη μέσα στα πλαίσια μιας δημοκρατικής κοινωνίας ν” αναγνωρίζεται στον πολίτη το δικαίωμα του «σφάλλειν»: Μόνο οι δικτάτορες είναι «αλάνθαστοι»! Όμως, από την άποψη αυτή και η ποινή είναι ένα δικαίωμα, έστω και αρνητικό. Είναι λάθος να συνυφαίνεται το δικαίωμα μόνο με τον ωφελιμισμό, μ” αυτό που μας εξυπηρετεί προσωπικά. Ο Ντοστογιέφσκη πιστεύει πως η ελευθερία υπάρχει στο παράπτωμα. Παράπτωμα χωρίς τιμωρία δε νοείται. Άρα, η τιμωρία είναι το τίμημα της ελευθερίας. Γι” αυτό συνιστούσε στους ενόρκους να τιμωρούν τους εγκληματίες, αποδίδοντάς τους την αξιοπρέπεια του ενόχου. Θεωρούσε τη μεταβίβαση της ευθύνης στην ένοχη κοινωνία ως την έσχατη προσβολή κατά του ανθρώπινου προσώπου. Ακόμη κι ο ένοχος έχει δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, παρατηρεί ξένος διανοητής. Η αποενοχοποίηση και η ατιμωρησία την αφαιρεί.

Όπως προαναφέρθηκε, η ποινή παίζει διπλό ρόλο. Πέρα” από το σωφρονισμό αυτού που διέπραξε το αδίκημα, πρέπει να συντελεί και στον παραδειγματισμό των άλλων. Όταν ο εγκληματίας τιμωρηθεί με πνεύμα σωφρονιστικό και τελικά πεισθεί για την ενοχή του, είναι φυσικό να παραδειγματιστούν και πολλοί, όταν διαπιστώσουν ότι ο δράστης αποστρέφεται την πράξη του. Βλέποντας, δηλαδή, τον εγκληματία τιμωρημένο, μετανιωμένο και σωφρονισμένο, είναι δύσκολο να μην παραδειγματιστεί από αυτόν κάποιος, που είχε ροπή προς την αδικία και να μην κρατηθεί μακριά από αυτή. Γιατί σε τελευταία ανάλυση δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη παραδείγματος απ” αυτήν που προσφέρει ο σωφρονισμός του ίδιου του ενόχου.

 Μια τέτοια, λοιπόν, ποινή, που ανταποκρίνεται στη διπλή της αποστολή, να επενεργεί, δηλαδή, σωφρονιστικά προς την κατεύθυνση του ενόχου και παράλληλα να λειτουργεί ως παράδειγμα για πολλούς άλλους, μπορεί, χωρίς κανέναν ενδοιασμό να θεωρηθεί ως μια ολοκληρωμένη ποινή, ως ποινή που έχει υλοποιήσει τους στόχους της. Γιατί, ενώ από τη μια θα έχει βοηθήσει τον εγκληματία να συναισθανθεί την ενοχή του και ν” αποφύγει την επανάληψη αδικημάτων, από την άλλη βοηθώντας τον να εναρμονίσει τη συμπεριφορά με τους κανόνες εκείνους που καθορίζουν αρτιότερες συνθήκες διαβίωσης, δημιουργεί το κοινωνικό πρότυπο, που λόγω κακού παρελθόντος κι έντιμου παρόντος αυξάνει την επιρροή του στα κοινωνικά μέλη.

Φυσικά μια κοινωνία πρέπει να είναι δημοκρατική, αλλά δεν πρέπει να είναι αφελής. Δεν επιτρέπεται στ” όνομα καμιάς δήθεν σωφρονιστικής σκοπιμότητας η επίδειξη ανοχής. Η τιμωρία -έστω και μικρή- πρέπει να είναι βέβαιο πως θα επιβληθεί. Η ατιμωρησία γεννά την ηθική παραλυσία κι εκτρέφει κάθε λογής αντικοινωνικές συμπεριφορές. Χρειάζεται -τουλάχιστον για τις ατελείς συνειδήσεις- ο φόβος της ποινής. «?να δέος (= φόβος), ?νθα καί α?δώς», έλεγαν οι αρχαίοι με την κομψή τους εκφορά, ενώ ο Μπεκαρία το έλεγε πιο παραστατικά: «Αρχή σοφίας ο νόμος του… χωροφύλακα». Όχι βέβαια πως η αστυνόμευση είναι πανάκεια για την εξάλειψη των αδικιών, όμως χωρίς αστυνομική εποπτεία, χωρίς σοβαρή λειτουργία δικαιοσύνης, το άτομο που έχει αντικοινωνικές τάσεις αποθρασύνεται, βλέποντας μια κοινωνία ανεκτική απέναντι του. Η ατιμωρησία υποθάλπει το έγκλημα, που βρίσκει πρόσφορο έδαφος για ν” αναπτυχθεί. Αυτό θα επιφέρει και μια άλλου είδους κοινωνική εκτροπή. Όταν η πολιτεία δεν τιμωρεί, θ” αρχίσουν να τιμωρούν οι πολίτες. Κι αυτό ούτε τον αδικήσαντα συμφέρει (είναι γνωστά τ” αποτελέσματα του νόμου του Λιντς[1]), ούτε τους αδικημένους (που εξομοιώνονται σε αγριότητα με τους αδικητές), ούτε φυσικά και την κοινωνία, γιατί ο νόμος της αυτοδικίας ξαναγυρίζει τον άνθρωπο στο νόμο της ζούγκλας.

 Υπάρχει, τέλος, και το θέμα της θανατικής «ποινής», που τα τελευταία χρόνια επανέρχεται διαρκώς στο πεδίο των έντονων συζητήσεων, λόγω της κατακόρυφης αύξησης της βίας και του εγκλήματος. Προσωπικά πιστεύουμε πως η εκτέλεση του ενόχου δεν είναι ούτε λύση αλλ” ούτε και ποινή. Κάθε ποινή, όπως είπαμε προοιμιακά, πρέπει να έχει το στοιχείο του σωφρονισμού. Θα ήταν αφέλεια, λοιπόν, να μιλάμε για σωφρονισμό, αναφερόμενοι σε μελλοθάνατους. Όσον αφορά στον τομέα του παραδειγματισμού, κυριαρχεί η άποψη πως η θανάτωση του εγκληματία είναι το αποτελεσματικότερο μέτρο αποτροπής. Η «αποτελεσματικότητα» όμως αυτή οφείλεται στο φόβο· και όταν η συμπεριφορά των πολιτών καθορίζεται από αυτόν, τότε είναι σωστότερο να μιλάμε για τρομοκρατία κι όχι για δημοκρατία. Η δημοκρατία απαιτεί ελευθερία κι η ελευθερία σημαίνει δυνατότητα επιλογών, χωρίς τρομοκρατικούς εξαναγκασμούς. Όταν όμως ο φόβος χαράζει την κατευθυντήρια γραμμή των πράξεών μας, δημιουργεί τον τρομοκρατημένο υπήκοο, που είναι ανίκανος να υπηρετήσει δημοκρατία. Εξάλλου, ο φόβος δεν εξαλείφει το έγκλημα· απλώς το αναβάλλει.

 Ακόμη η θανατική εκτέλεση, ως ακραία περίπτωση ποινής, οδηγεί τον εγκληματία σε ακραίες αποφάσεις μέσα από ψυχολογικές διαδικασίες, που καταλήγουν στο να εγκληματεί, αδιαφορώντας για τη θανατική του καταδίκη. Όταν, δηλαδή, ο εγκληματίας γνωρίζει πως η τιμωρία που θα του επιβληθεί είναι ο θάνατος, οδηγείται σε περισσότερο ειδεχθή[2] και φρικιαστικά εγκλήματα, για να εκδικηθεί από τα πριν το θάνατό του. Θα είναι ίσως ανεπίτρεπτη μωρία, να επαναφέρουμε τη θανάτωση ως τιμωρία. Γιατί, ας μη μας διαφεύγει πως πάντοτε εμφωλεύει ο κίνδυνος της ηρωοποίησης. Συχνά ειδεχθείς εγκληματίες, που εκτελέστηκαν, πέρασαν στο θρύλο, έγιναν τραγούδι και λαϊκά ινδάλματα[3]. Ο θάνατός τους λειτούργησε στη λαϊκή συνείδηση μ” έναν ιδιότυπο τρόπο, ώστε να προβάλλονται ως πρόμαχοι των λαϊκών συμφερόντων κατά της κρατικής εξουσίας.

 Πέρα  απ” όλα αυτά η θανατική εκτέλεση απαιτεί κι εκτελεστές. Είναι θλιβερό να υπάρχουν κατ” επάγγελμα δήμιοι, ακόμη θλιβερότερο θανατοποινίτες να εξαγοράζουν τη ζωή τους με το να γίνονται δήμιοι και ακόμη πιο τραγικό κάποια ανυποψίαστα παιδιά του λαού, που καλούνται να υπηρετήσουν την πατρίδα, να μεταβάλλονται ξαφνικά κάποιο πρωινό σε μέλη εκτελεστικού αποσπάσματος. Να συμμετέχουν, δηλαδή, στην εκτέλεση κάποιου, που έστω κι αν είναι κακούργος, δεν παύει να είναι άνθρωπος. Κάποτε στο παρελθόν είχαμε περιπτώσεις αυτοκτονίας στρατιωτών και πάντα περιπτώσεις βαθύτατων ψυχικών κλονισμών. Ας προστεθεί ακόμη ότι η δημόσια εκτέλεση αποτελούσε παλιά είδος λαϊκού θεάματος, που σημαίνει πως ο λαός εθιζόταν στο αίμα ή ερεθιζόταν από το αίμα. Άρα, ούτε κι από την άποψη αυτή βλέποντας το ζήτημα, μπορούμε να θεωρήσουμε τη θανατική τιμωρία ως ποινή.

 Έτσι, λοιπόν, η ακραία ποινή του θανάτου θεωρήθηκε ακραίο έγκλημα και, κατά συνέπεια, αποτελούσε ανάγκη η κατάργησή της για τη βελτίωση της λειτουργίας της δικαιοσύνης, για την περισσότερη ασφάλεια των πολιτών και κυρίως για την ηθικοποίησή τους. Επί αιώνες η θανατική ποινή εφαρμοζόταν αδιάλειπτα και συστηματικά. Αυτό δεν έκανε τους ανθρώπους ηθικότερους. Έπρεπε, λοιπόν, να βρεθούν νέοι τρόποι για την περιστολή και καταστολή του εγκλήματος. Η κατάργηση της θανατικής ποινής βοήθησε θετικά προς την κατεύθυνση αυτή. Αναγνωρίστηκε πως ένα κεφάλι γίνεται καλύτερο, όταν το μορφώνεις κι όχι όταν το… κόβεις.

 Στις μέρες μας, που η υπαρξιακή αγωνία κι ανασφάλεια διαρκώς επιτείνονται κι επεκτείνονται, καθώς οι δείκτες της βίας και της εγκληματικότητας ακολουθούν. συνεχώς μια ανιούσα τάση, γίνεται περισσότερο επιτακτική η αναγκαιότητα για αρτιότερη λειτουργία του θεσμού της δικαιοσύνης και ουσιαστικότερη η συμβολή του τόσο στα διάφορα πολιτικά θέματα, όσο και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Μια τέτοια, όμως, ολοκληρωμένη δικαιοσύνη -όχι με την τρέχουσα «δικαστηριακή» σημασία του όρου- έχει έναν και μοναδικό σκοπό της, τη δημιουργία δίκαιων ανθρώπων, που είναι δυνατό να επιτευχθεί με τρεις τρόπους: το σωφρονισμό του θύτη, τη συγγνώμη από τη μεριά του θύματος και τον παραδειγματισμό του «θεατή».

[1]Νόμος τον Λιντς: Η χωρίς δίκη άμεση εκτέλεση του εγκληματία από το πλήθος. Ο όρος προέρχεται από τ” όνομα του Αμερικανού δικαστή Λιντς (1736-1796), όπου στην περιοχή της Βιργινίας επέβαλε την άμεση εκτέλεση του κακούργου.

 [2]Ειδεχθής: κακόμορφος, φρικτός, άσχημος, δυσειδής, δύσμορφος, αποκρουστικός.

                                                                        Σαράντος Ι. Καργάκος ,Ιστορικός ? Συγγραφέας

 

 

 

ΠΗΓΗ : http://www.study4exams.gr/anc_greek/index.php                                                                                                                                                          

 

 
Posted in ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ -Γ' ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ | Leave a comment

ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ,Ενότητα 5η (323a-e)

Ενότητα 5η (323a-e) – Η πολιτική αρετή ως κοινή και φυσική ιδιότητα όλων των ανθρώπων

Α. ΤΟ «ΤΕΚΜΗΡΙΟΝ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ

Ο πλατωνικός Πρωταγόρας στην ενότητα αυτή επιχειρεί να αποδείξει λογικά ό,τι ήδη έχει πει με τον μύθο και δεν εισάγει νέα θέματα προς συζήτηση. Χρησιμοποιεί τα επιχειρήματα του Σωκράτη, συμμεριζόμενος τον προβληματισμό του, για να αποδείξει όμως το διδακτό της πολιτικής αρετής, δηλαδή το αντίθετο της σωκρατικής ρήσης ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται. Η τακτική του Πλάτωνα να χρησιμοποιούν οι συνομιλητές τα ίδια επιχειρήματα για να συνάγουν αντίθετα συμπεράσματα, δείχνει ότι δεν είναι εύκολη και απλή υπόθεση η συζήτηση για το διδακτό της πολιτικής αρετής. Αντίθετα, απαιτεί συστηματική εκτύλιξη της σκέψης των συνομιλητών και ερμηνευτική ευελιξία.
Ειδικότερα, ακολουθώντας ο Πρωταγόρας το πρώτο επιχείρημα του Σωκράτη, που αναφερόταν στον ειδικό στη ναυπηγική και στην οικοδομική, χρησιμοποιεί την περίπτωση του αυλητή για να δείξει την καθολικότητα της πολιτικής αρετής. Ο Πρωταγόρας προβάλλει ρεαλιστικά τη συμβατική αντίληψη της αθηναϊκής κοινωνίας ότι δεν μπορεί να υπάρχει άνθρωπος (ούτε κοινωνία) χωρίς στοιχειώδη αίσθηση δικαιοσύνης, γι? αυτό και δεν ανέχονται οι Αθηναίοι κανέναν να ομολογεί ότι είναι άδικος, ότι δηλαδή αρνείται τη δυνατότητα, το δικαίωμα και την υποχρέωση να είναι δίκαιος. Συγχρόνως, διαφαίνεται και η κοινωνική ηθική της αθηναϊκής κοινωνίας που απαιτούσε κάθε πολίτης να έχει πολιτική και κοινωνική συνείδηση που στοιχειωδώς εκδηλώνεται με κατάφαση του δικαίου. Αυτό αναγκαστικά οδηγούσε στο να υποστηρίζει κανείς, έστω με τα λόγια, ότι ήταν δίκαιος, γιατί διαφορετικά θα θεωρούνταν απειλή για τη συνοχή της κοινωνίας. Συνεπώς, ο Πρωταγόρας προβάλλει ως «τεκμήριον» για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής το συμβατικό αίσθημα δικαίου που χαρακτηρίζει την αθηναϊκή κοινωνία.

1.      Η αποδεικτέα θέση: «?να δ? μ? ο?? ?πατ?σθαι ?ς τ? ?ντι ?γο?νται πάντες ?νθρωποι πάντα ?νδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε κα? τ?ς ?λλης πολιτικ?ς ?ρετ?ς, τόδε α? λαβ? τεκμήριον.»

Η φράση αυτή αποτελεί την αποδεικτέα θέση για την καθολικότητα της αρετής, ότι όλοι δηλαδή οι άνθρωποι έχουν μερίδιο σ? αυτή. Ο Σωκράτης, στο επιχείρημα για τους ειδικούς που συμβουλεύουν σε ειδικά θέματα σε αντίθεση με την πολιτική, για την οποία όλοι αδιακρίτως έχουν λόγο, αφήνει να νοηθεί ότι για την πολιτική μιλούν όλοι, γιατί ισχύει η καθολικότητα της πολιτικής αρετής ως κοινής ιδιότητας όλων των ανθρώπων. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι στα συστατικά της πολιτικής αρετής ο Πρωταγόρας προσθέτει εδώ και τη δικαιοσύνη. Στο τέλος του κεφαλαίου θα προσθέσει, επίσης, την ευσέβεια.
Ο Πρωταγόρας για να αποδείξει τη θέση του για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής προβαίνει στη συγκριτική εξέταση δύο παραδειγμάτων από την αθηναϊκή κοινωνία. Το πρώτο αναφέρεται στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στους ειδικούς σε έναν τεχνικό τομέα, εδώ σε έναν αυλητή, και το δεύτερο στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στον πολίτη και στη σχέση του με τη δικαιοσύνη. Η διαφορετική στάση της κοινής γνώμης στη μια και στην άλλη περίπτωση είναι για τον Πρωταγόρα επαρκής λόγος για να πείσει τον Σωκράτη και το ακροατήριό του για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής.

2.      Τα παραδείγματα που τεκμηριώνουν την αποδεικτέα θέση:

1ο παράδειγμα: «?ν γ?ρ τα?ς ?λλαις ?ρετα?ς, ?σπερ σ? λέγεις, ?άν τις φ? ?γαθ?ς α?λητ?ς ε?ναι, ? ?λλην ?ντινο?ν τέχνην ?ν μή ?στιν, ? καταγελ?σιν ? χαλεπαίνουσιν, κα? ο? ο?κε?οι προσιόντες νουθετο?σιν ?ς μαινόμενον?»

Η αρετή, εδώ, δεν έχει ηθικό περιεχόμενο, αλλά αποδίδει την ικανότητα και τις γνώσεις σε έναν ειδικό τομέα. Η κοινή γνώμη των Αθηναίων, απορρίπτει αυστηρά όποιον ισχυρίζεται ότι έχει ειδικές γνώσεις, ενώ δεν έχει, δηλαδή όποιον δεν διαθέτει τη στοιχειώδη αυτογνωσία για το τι γνωρίζει και τι είναι. Όσον αφορά, λοιπόν, την ικανότητα ή τις γνώσεις σε κάποια τέχνη, επαινείται το να λέει κανείς την αλήθεια. Διαφορετικά, καταδικάζεται στη συνείδηση της κοινής γνώμης.

2ο παράδειγμα: «?ν δ? δικαιοσύν? κα? ?ν τ? ?λλ? πολιτικ? ?ρετ?, ?άν τινα κα? ε?δ?σιν ?τι ?δικός ?στιν, ??ν ο?τος α?τ?ς καθ? α?το? τ?ληθ? λέγ? ?ναντίον πολλ?ν, ? ?κε? σωφροσύνην ?γο?ντο ε?ναι, τ?ληθ? λέγειν, ?ντα?θα μανίαν ?»

Αντίθετα, όσον αφορά τη δικαιοσύνη (και την πολιτική αρετή γενικότερα), θεωρείται σωστό το να λένε όλοι ότι είναι δίκαιοι, ακόμα κι αν δεν είναι. Η κοινή γνώμη αποδέχεται ότι ο καθένας είτε είναι δίκαιος είτε όχι πρέπει να υποστηρίζει ότι είναι ή να φαίνεται δίκαιος. Όποιος αποκλίνει από τη στάση αυτή, δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτός ως μέλος της κοινωνίας. Φαίνεται εδραιωμένη η αντίληψη ότι η κοινωνική συνύπαρξη των ανθρώπων δεν συμφωνεί με την αδικία, η οποία απειλεί με διάσπαση τη συνοχή της κοινωνίας, και ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που τουλάχιστον δεν καταφάσκει στη δικαιοσύνη.
Ειδικότερα, το σκεπτικό του Πρωταγόρα μπορεί να ερμηνευθεί και ως εξής:

α) ακόμα κι ένας άδικος είναι σε θέση να διακρίνει τη δίκαιη από την άδικη πράξη. Αυτό σημαίνει ότι έχει μέσα του κάποια στοιχεία δικαιοσύνης, που όμως δεν έχουν καλλιεργηθεί επαρκώς, ώστε να τον αποτρέψουν από τη διάπραξη της αδικίας. Άρα, δεν θα πει αλήθεια, αν ισχυριστεί ότι είναι άδικος.
β) το να ομολογεί κάποιος δημόσια την αλήθεια, ότι δηλαδή είναι άδικος, θεωρείται παραφροσύνη, διότι:

·        θα υποστεί ποινές,

·        θα αμαυρωθεί η δημόσια εικόνα του.

Κανένας λογικός άνθρωπος δεν θέλει να του συμβεί κάτι τέτοιο. Ο Πρωταγόρας φαίνεται να διεισδύει στη νοοτροπία των ανθρώπων και να παρατηρεί ότι δεν τους ενδιαφέρει το τι πρέπει ή είναι σωστό να κάνουν, αλλά το τι τους συμφέρει να κάνουν. Επίσης, δεν τους ενδιαφέρει η πραγματική τους εικόνα (το ε?ναι), όσο η εικόνα που συνάδει με τα προβαλλόμενα κοινωνικά πρότυπα και το κοινώς αποδεκτό σύστημα αξιών (το φαίνεσθαι). Συνεπώς, η κοινωνική ηθική και το συμβατικό αίσθημα δικαίου αφορά (και πρέπει να αφορά) όλους τους ανθρώπους, διαφορετικά θέτουν τον εαυτό τους έξω από την κοινωνία και υφίστανται ό,τι συνεπάγεται αυτό.

Η άποψη του Πρωταγόρα για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής συμπληρώνεται και στηρίζεται από δύο ακόμη αιτιολογήσεις, που αποδίδονται ως σχόλια της κοινής γνώμης:

α) «κα? φασιν πάντας δε?ν φάναι ε?ναι δικαίους»: όλοι πρέπει να λένε ότι κατέχουν την πολιτική αρετή,
β) «
?ς ?ναγκα?ον ο?δένα ?ντιν? ο?χ? ?μ?ς γέ πως μετέχειν α?τ?ς, ? μ? ε?ναι ?ν ?νθρώποις.»: Είναι ανάγκη όλοι οι άνθρωποι να έχουν μερίδιο στην πολιτική αρετή και να συμμετέχουν στη δικαιοσύνη, ή έστω να αποδέχονται καταρχήν το δίκαιο, για να μπορούν να υπάρξουν κοινωνίες.

? μ? ε?ναι ?ν ?νθρώποις.»
Σ? αυτό το σημείο ο Πρωταγόρας φαίνεται ότι δέχεται πως η πολιτική ιδιότητα, έστω και ως κατάφαση στην έννοια της δικαιοσύνης, είναι ειδοποιό γνώρισμα του ανθρώπου και απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι δεκτός στην πολιτική κοινωνία. Όταν και αυτό το ελάχιστο της κατάφασης στην έννοια του δικαίου λείπει από κάποιον, ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί να συγκαταλέγεται ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί υστερεί και αποτελεί απειλή για τους ιδρυτικούς σκοπούς της πολιτικής κοινωνίας. Έτσι, σ? αυτή την ενότητα προτείνεται αυτός να μη συγκαταλέγεται μεταξύ των ανθρώπων, δηλαδή να εξορίζεται και να του στερούνται τα πολιτικά του δικαιώματα. Από την άλλη, στην 4η ενότητα είχε προταθεί από τον Δία η θανατική ποινή («κτείνειν
?ς νόσον πόλεως»). Ίσως η ποινή του Πρωταγόρα να φαίνεται ηπιότερη σε σχέση με αυτή που επιβάλλει ο Δίας? έχουν όμως και οι δύο τον ίδιο σκοπό: να οδηγήσουν τους ανθρώπους στην αρετή. Έτσι, προβάλλεται ο παιδευτικός ρόλος των νόμων. Αν, βέβαια, λάβουμε υπόψη μας τη σημασία που έχει η πόλη και η συμμετοχή του πολίτη στα κοινά την εποχή αυτή, καταλαβαίνουμε πως η ποινή που αναφέρει ο Πρωταγόρας είναι ισάξια ή και αυστηρότερη από αυτή που προτείνεται από τον Δία.

3.  «?τι μ?ν ο?ν πάντ? ?νδρα ε?κότως ?ποδέχονται περ? ταύτης τ?ς ?ρετ?ς σύμβουλον δι? τ? ?γε?σθαι παντ? μετε?ναι α?τ?ς, τα?τα λέγω?»

Η φράση αυτή αποτελεί την κατακλείδα και το συμπέρασμα του «τεκμηρίου». Εδώ, δηλαδή, κλείνει το θέμα της καθολικότητας της πολιτικής αρετής και διατυπώνεται το συμπέρασμα. Αυτό καταδεικνύεται και από τις λέξεις ο?ν και τα?τα λέγω. Επιπλέον, συνδέεται με όσα είχε πει ο Σωκράτης για τους Αθηναίους στην 1η ενότητα. Ο Πρωταγόρας, δηλαδή, από τη μια επιβεβαίωσε την άποψη του Σωκράτη ότι οι Αθηναίοι δικαιολογημένα δέχονται οποιονδήποτε για σύμβουλο σε θέματα πολιτικής αρετής και από την άλλη αιτιολόγησε την άποψη αυτή λέγοντας ότι αυτό γίνεται, επειδή πιστεύουν ότι όλοι έχουν μερίδιο στην πολιτική αρετή.

Διαγραμματική παρουσίαση του πρωταγορικού συλλογισμού
Αποδεικτέα θέση: όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως καθένας συμμετέχει στην πολιτική αρετή.
?γο?νται πάντες ?νθρωποι πάντα ?νδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε κα? τ?ς ?λλης πολιτικ?ς ?ρετ?ς»).
Παραδείγματα:
α) Στις τέχνες: έστω ότι κάποιος δεν είναι καλός αυλητής.
Θεωρείται μυαλωμένος, αν πει την αλήθεια? αλλιώς, θεωρείται τρελός.
β) Στην αρετή-δικαιοσύνη: έστω ότι κάποιος δεν είναι δίκαιος.
Θεωρείται μυαλωμένος, αν προσποιηθεί ότι είναι δίκαιος, ακόμα κι αν δεν είναι? αλλιώς, θεωρείται τρελός.
Φράσεις-αιτιολογήσεις, που τεκμηριώνουν την αποδεικτέα θέση:
α) επειδή όλοι πρέπει να ισχυρίζονται ότι είναι δίκαιοι
(«καί φασιν πάντας δε
?ν φάναι ε?ναι δικαίους»)
β) επειδή είναι αναγκαίο να έχει ο καθένας μερίδιο στην πολιτική αρετή
?ς ?ναγκα?ον ο?δένα ?ντιν? ο?χ? ?μ?ς γέ πως μετέχειν α?τ?ς»)
Συμπέρασμα: όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως καθένας συμμετέχει στην πολιτική αρετή.
?γο?νται πάντες ?νθρωποι πάντα ?νδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε κα? τ?ς ?λλης πολιτικ?ς ?ρετ?ς»).
Κριτική του «τεκμηρίου» του Πρωταγόρα
Το «τεκμήριον» του Πρωταγόρα είναι μια υποδειγματική εφαρμογή των τεχνικών και των κανόνων της ρητορικής. Αποτελεί επίκληση στην εμπειρία και μάλιστα εμπειρία κοινή και αποδεκτή από όλους και γι? αυτό είναι τυπικό τεκμήριο. Επιπλέον, το σχήμα της αντίθεσης, που χρησιμοποιεί ο ρήτορας για να δείξει τι ισχύει στον χώρο της τεχνικής γνώσης και τι στον χώρο της δικαιοσύνης, είναι ένα κλασικό, τυπικό στοιχείο ρητορικής που χρησιμοποιείται στους ρητορικούς λόγους. Ωστόσο, η αξιολόγηση του τεκμηρίου του Πρωταγόρα φανερώνει τα εξής τρωτά σημεία του:

α) η αποδεικτέα θέση έχει αποφαντική διατύπωση («?γο?νται ? μετέχειν»), ενώ στις δύο αιτιολογήσεις υπάρχει δεοντολογική διατύπωση («δε?ν φάναι – ?ναγκα?ον μετέχειν»), η οποία όμως δεν έχει αποδεικτική ισχύ. Δεν ευσταθεί ο συλλογισμός ότι «όλοι έχουν την πολιτική αρετή, επειδή όλοι πρέπει ναλένε ότι είναι δίκαιοι και επειδή είναι αναγκαίο να έχουν όλοι μερίδιο σ? αυτή». Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι τι πραγματικά συμβαίνει και όχι τι πρέπει να συμβαίνει. Ο συλλογισμός θα ήταν λογικά ορθός, αν είχε ως συμπέρασμα τη φράση: «?γο?νται πάντες ?νθρωποι πάντα ?νδρα δε?ν μετέχειν δικαιοσύνης τε κα? τ?ς ?λλης πολιτικ?ς ?ρετ?ς».
β) «
?άντε ?σιν ?άντε μή»: η φράση έρχεται σε αντίφαση με την καθολικότητα της αρετής, που υποστηρίχτηκε στην αποδεικτέα θέση, καθώς εδώ δηλώνεται ότι υπάρχουν και άδικοι άνθρωποι.
γ) ο συλλογισμός έχει περιορισμένη αποδεικτική αξία, γιατί ως προς τη μορφή είναι υποθετικός, στηρίζεται δηλαδή σε κρίσεις που ισχύουν υπό όρους και όχι απόλυτα.
δ) οι προκείμενες δεν είναι λογικές κρίσεις, αλλά εμπειρικά παραδείγματα και χαρακτηρίζονται από υποκειμενισμό.

·        Β. ΠΡΩΤΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΓΙΑ ΤΟ ΟΤΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΔΙΔΑΣΚΕΤΑΙ

1.      «?τι δ? α?τ?ν ο? φύσει ?γο?νται ε?ναι ο?δ? ?π? το? α?τομάτου, ?λλ? διδακτόν τε κα? ?ξ ?πιμελείας παραγίγνεσθαι ? ?ν παραγίγνηται, το?τό σοι μετ? το?το πειράσομαι ?ποδε?ξαι.»
Ο Πρωταγόρας με τη συγκριτική παρουσίαση των δύο παραδειγμάτων του αυλητή και του άδικου επιβεβαίωσε τον σωκρατικό ισχυρισμό για την άνευ όρων συμμετοχή όλων των πολιτών στον πολιτικό διάλογο και υποχρεώνεται τώρα να προχωρήσει στην ανατροπή της σωκρατικής θέσης ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται. Το κύριο επιχείρημα, που χρησιμοποιεί, έχει θέμα τη διαφοροποίηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και αντίδρασης στα έμφυτα και επίκτητα γνωρίσματα της ανθρώπινης φύσης. Οργανώνει το επιχείρημα κατά το τυπικό του ρητορικού λόγου, δηλαδή με υποδειγματική «πρόθεσιν» (θεματική περίοδο) και «απόδειξιν», και προσφεύγει και πάλι στην εμπειρία και τη ρητορική αντίθεση (φυσικά ? επίκτητα, θετικά ? αρνητικά χαρακτηριστικά και συμπονετική/ανεκτική ? κριτική/«παρεμβατική» συμπεριφορά).

Η φράση «?τι δ? α?τ?ν ? παραγίγνεσθαι ? ?ν παραγίγνηται» αποτελεί την αποδεικτέα θέση του επιχειρήματος για το ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται. Ο Πρωταγόρας δεν αφίσταται από αυτό που οι άνθρωποι γενικά πιστεύουν, δηλαδή ότι: α) η πολιτική αρετή δεν είναι έμφυτη στον άνθρωπο ούτε είναι αυτόματη η εμφάνισή της και β) διδάσκεται, καλλιεργείται και γίνεται κτήμα του ανθρώπου με επιμέλεια και άσκηση. Παράλληλα χρησιμοποιώντας το σχήμα άρσης-θέσης θα αποδείξει ότι η αρετή δεν προέρχεται από τη φύση ή την τύχη, χωρίς την προσπάθεια του ανθρώπου, αλλά ότι είναι αποτέλεσμα διδασκαλίας, φροντίδας και άσκησης. Με την αναφορά στο ζεύγος «φύσει ή τύχ?» ο Πρωταγόρας δείχνει ότι τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο στη φύση, αλλά προϊόν της σκοπιμότητας του δημιουργού του. Συνεπώς, και η πολιτική αρετή οφείλεται στη σκοπιμότητα της πολιτικής κοινωνίας, δηλαδή στην εξασφάλιση του ζ?ν και του ε? ζ?ν των ανθρώπων που την συναποτελούν.

Ο Πρωταγόρας, στην πορεία απόδειξης της θέσης του, διακρίνει δύο κατηγορίες χαρακτηριστικών στον άνθρωπο, τα φυσικά/έμφυτα και τα επίκτητα:


2.     «
?σα γ?ρ ?γο?νται ?λλήλους κακ? ?χειν ?νθρωποι φύσει ? τύχ?, ο?δε?ς θυμο?ται ο?δ? νουθετε? ο?δ? διδάσκει ο?δ? κολάζει το?ς τα?τα ?χοντας, ?να μ? τοιο?τοι ?σιν, ?λλ? ?λεο?σιν? ο?ον το?ς α?σχρο?ς ? σμικρο?ς ? ?σθενε?ς τ?ς ο?τως ?νόητος ?στε τι τούτων ?πιχειρε?ν ποιε?ν; Τα?τα μ?ν γ?ρ ο?μαι ?σασιν ?τι φύσει τε κα? τύχ? το?ς ?νθρώποις γίγνεται, τ? καλ? κα? τ?ναντία τούτοις?»
Σ? αυτό το χωρίο ο Πρωταγόρας αναφέρεται στα προτερήματα και τα ελαττώματα που προέρχονται από τη φύση και την τύχη και σχετίζονται με την εξωτερική εμφάνιση και τον ανθρώπινο οργανισμό. Φυσικά, δεν τον απασχολούν τα φυσικά προτερήματα, γιατί αυτά δεν του είναι απαραίτητα για την απόδειξή του, αφού όλοι θαυμάζουν αυτούς που τα έχουν. Με όποιον, όμως, έχει φυσικά ελαττώματα (ασχήμια, μικρό ανάστημα, ασθενικό σώμα) κανείς δεν οργίζεται ούτε προσπαθεί να τα διορθώσει με συμβουλές, διδασκαλία και τιμωρίες, γιατί δεν εξαρτώνται από τη βούληση και την ευθύνη του ανθρώπου («
?πό το? α?τομάτου»). Αντίθετα, νιώθουν οίκτο και συμπόνια για τη σκληρότητα της φύσης ή της τύχης.
Αξίζει, εδώ, να σημειωθεί η καθαρή αποστασιοποίηση του σοφιστή από θεοκρατικές ερμηνείες, σε αντίθεση με την 4η ενότητα, όπου, στο πλαίσιο του μύθου, γινόταν αναφορά στη θεϊκή προέλευση της α
?δο?ς και της δίκης. Δέχεται, λοιπόν, την ύπαρξη μιας τελεολογικής αρχής στη φύση, ότι όλα δηλαδή γίνονται για να εξυπηρετήσουν κάποιο σκοπό, και προσθέτει τον αστάθμητο παράγοντα του τυχαίου. Πουθενά, όμως, δεν γίνεται λόγος για παρουσία ή παρέμβαση του θείου.
Επιπλέον, μέσα από την ανάπτυξη των παραπάνω θέσεων αποκαλύπτεται η ανθρωπιστική στάση του Πρωταγόρα, η οποία κρίνεται ιδιαίτερα πρωτοποριακή για την εποχή της. Άνθρωποι που έχουν αδικηθεί από τη φύση αξίζουν την κατανόηση, τη συμπαράσταση και τη συμπάθεια των άλλων ανθρώπων.

3.  «?σα δ? ?ξ ?πιμελείας κα? ?σκήσεως κα? διδαχ?ς ο?ονται γίγνεσθαι ?γαθ? ?νθρώποις, ?άν τις τα?τα μ? ?χ?, ?λλ? τ?ναντία τούτων κακ?, ?π? τούτοις που ο? τε θυμο? γίγνονται κα? α? κολάσεις κα? α? νουθετήσεις. ?ν ?στιν ?ν κα? ? ?δικία κα? ? ?σέβεια κα? συλλήβδην π?ν τ? ?ναντίον τ?ς πολιτικ?ς ?ρετ?ς.»
Σ? αυτό το χωρίο αναφέρεται ο σοφιστής στα χαρακτηριστικά που αποκτούν οι άνθρωποι ύστερα από φροντίδα, άσκηση και διδασκαλία. Σ? αυτή την κατηγορία εντάσσονται στοιχεία, που έχουν να κάνουν με τον χαρακτήρα του ανθρώπου και τις αρετές. Εύλογα, και πάλι, δεν ασχολείται με όσους ήδη διαθέτουν αυτές τις αρετές. Σε αυτό, λοιπόν, το σημείο κυρίως στηρίζει την απόδειξη του «διδακτού» της αρετής: όποιος δεν έχει αρετές, αλλά τα αντίθετα χαρακτηριστικά (για παράδειγμα την αδικία και την ασέβεια), προκαλεί την κοινή γνώμη και οι άνθρωποι θυμώνουν μαζί του, τον τιμωρούν και τον συμβουλεύουν, διότι αδιαφόρησε να τα καλλιεργήσει. Άρα, η πολιτική αρετή διδάσκεται. Συνεπώς, η κοινωνική φύση του ανθρώπου είναι επιδεκτική καλλιέργειας, ευαισθητοποίησης και ηθικοποίησης.

«?ξ ?πιμελείας κα? ?σκήσεως κα? διδαχ?ς»
Οι παράγοντες που θα συντελέσουν στην κατάκτηση της πολιτικής αρετής είναι η φροντίδα, η άσκηση και η διδασκαλία, που αποτελούν τις τρεις μορφές αγωγής. Ως βοηθητικά στοιχεία αναφέρονται επιπλέον η νουθεσία και η τιμωρία. Πιο συγκεκριμένα:

α) Η φροντίδα (?πιμέλεια) είναι η επιλογή των παιδευτικών/μορφωτικών αγαθών που θα παρασχεθούν.
β) Η άσκηση (
?σκησις) είναι η εξασφάλιση πραγματικών συνθηκών αγωγής. Οι άνθρωποι οφείλουν να να ασκηθούν, δηλαδή να μάθουν να εφαρμόζουν αυτά που διδάσκονται, ώστε να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν ικανοποιητικά στους ρόλους, που θα αναλάβουν αργότερα στο πλαίσιο της κοινωνίας και στη συναναστροφή τους με τους συνανθρώπους και τους συμπολίτες τους. Αυτό σημαίνει ότι στη διαδικασία της αγωγής είναι σημαντικό να αποκτήσουν οι άνθρωποι με τον εθισμό την προσδοκώμενη από την πολιτεία συμπεριφορά.
γ) Η διδασκαλία (διδαχή) είναι η θεωρητική κατάρτιση και η συστηματική παροχή γνώσεων στον μαθητή από τον δάσκαλο, που έχει την ευθύνη καθοδήγησης.

Για να είναι, βέβαια, αποτελεσματική η διαδικασία της αγωγής οι παραπάνω μορφές αγωγής χρειάζεται να βρίσκονται σε σχέση αλληλεξάρτησης και συμπληρωματικότητας.
Οφείλουμε, ωστόσο, να σημειώσουμε ότι στις μορφές αγωγής εντάσσεται και η μίμηση, την οποία σκόπιμα παραλείπει ο Πρωταγόρας, γιατί δεν εξυπηρετεί την επιχειρηματολογία του. Η μίμηση που έχει στόχο ανώτερα πρότυπα είναι θεμιτή. Όταν, όμως, κάποιος μιμείται άκριτα ή αρνητικά πρότυπα, τότε ελλοχεύουν κίνδυνοι τόσο για την ανθρώπινη προσωπικότητα όσο και για το κοινωνικό σύνολο. Επομένως, η αποτελεσματικότητα της μίμησης είναι αμφισβητήσιμη και η αναφορά του σ? αυτή θα ανέτρεπε όλη του τη θεωρία για το «διδακτόν» της αρετής ή θα έστρεφε τη συζήτηση σε θέματα άσχετα ή με χαλαρή σχέση με το βασικό ζητούμενο για το διδακτό της αρετής.
Τέλος, η αναφορά στις τρεις μορφές αγωγής έμμεσα προβάλλει την αναγκαιότητα του καλού δασκάλου, δηλαδή του κατάλληλου και ικανού παιδαγωγού να αναλάβει την αγωγή του νέου. Ένας τέτοιος δάσκαλος είναι ο Πρωταγόρας, από τον λόγο του οποίου συνάγεται και η αξία του ως παιδαγωγού. Ειδικά ο μεθοδικός τρόπος, με τον οποίο πραγματεύεται το θέμα του, η συναγωγή συμπερασμάτων από σειρά επιχειρημάτων και η ταξινόμηση προϋποθέσεων, επιχειρημάτων και παραδειγμάτων τον καθιστούν άξιο σμιλευτή του παιδαγωγικού λόγου και τον σπουδαιότερο ίσως εκπρόσωπο του ελληνικού διαφωτισμού.

Σύντομη απόδοση του συλλογισμού του Πρωταγόρα
Μείζων προκείμενη: ο άνθρωπος ανέχεται τα φυσικά μειονεκτήματα/ελαττώματά του, όχι όμως και τα επίκτητα, τα οποία μεταστρέφει σε αρετές με την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδαχή.
Ελάσσων προκείμενη: η ασέβεια και η αδικία ως επίκτητα ελαττώματα είναι το αντίθετο της πολιτικής αρετής.
Συμπέρασμα: άρα η πολιτική αρετή ως το αντίθετο της ασέβειας και της αδικίας αποκτάται με την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδαχή.

4.     Κριτική της απόδειξης για το «διδακτόν» της αρετής

Η απόδειξη του Πρωταγόρα θεμελιώνεται σε σκέψη που διέπεται από πραγματικό ανθρωπισμό και λαμβάνει τον άνθρωπο ως μέτρο σύγκρισης. Από την άλλη οργανώνεται με σοφιστικό τρόπο με αποτέλεσμα να αποβλέπει στην πειθώ απλώς του δέκτη και όχι στην αναζήτηση και εύρεση της μίας και μοναδικής αλήθειας, που είναι το ζητούμενο του Σωκράτη.
Ειδικότερα, ο μεθοδικός τρόπος, με τον οποίο πραγματεύεται ο Πρωταγόρας το θέμα του, και η ταξινόμηση προϋποθέσεων, επιχειρημάτων και λογικών παραδειγμάτων φανερώνουν ότι ο σοφιστής αγωνιά για την πειστικότητα των λόγων του και όχι για την εύρεση της απόλυτης αλήθειας. Ο σοφιστικός τρόπος προσέγγισης του θέματος φαίνεται, λοιπόν, στα εξής:

α) Η βασική φράση που χρησιμοποιεί ως τεκμήριο για την απόδειξη της αρετής («?σα δ? ?ξ ?πιμελείας κα? ?σκήσεως κα? διδαχ?ς ο?ονται γίγνεσθαι ?γαθ? ?νθρώποις») αποτελεί την ίδια την αποδεικτέα θέση, αυτό δηλαδή που χρειάζεται να αποδειχθεί. Έχουμε, λοιπόν, το είδος σοφίσματος που ονομάζεται «λ?ψις το? ζητουμένου».
β) «
? ?ν παραγίγνηται» / «?άν τις τα?τα μ? ?χ?»: Οι δύο φράσεις έρχονται σε αντίφαση είτε με τη θεωρία ότι η αρετή διδάσκεται, αφού αφήνεται να εννοηθεί ότι κάποιοι δεν μπορούν να την αποκτήσουν με τη διδασκαλία, είτε με τη θεωρία για την καθολικότητα της αρετής, αφού δέχεται ότι υπάρχουν και κάποιοι που δεν την κατέχουν.
γ) Παρουσιάζει ως άποψη γενικά των ανθρώπων, τη δική του απλώς άποψη για το θέμα.
δ) Υπολανθάνει η απαίτηση του ικανού και κατάλληλου δασκάλου, όπως ο ίδιος, για να διδάξει την πολιτική αρετή.

Συνολικά για τον αποδεικτικό λόγο του Πρωταγόρα στην ενότητα αυτή, μπορούμε να πούμε ότι η έλλειψη πειστικότητας των επιχειρημάτων του Πρωταγόρα οφείλεται κυρίως στην ασάφεια της διατύπωσής του. Πιο συγκεκριμένα, όταν ο Πρωταγόρας ισχυρίζεται ότι όλοι οι άνθρωποι κατέχουν την πολιτική αρετή («?γο?νται πάντες ?νθρωποι πάντα ?νδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε κα? τ?ς ?λλης πολιτικ?ς ?ρετ?ς») εννοεί ότι όλοι έχουν μέσα τους στοιχεία πολιτικής αρετής ως προδιάθεση και καταβολές. Πρέπει, όμως, να μεσολαβήσει η διδασκαλία για να φτάσουν στην πλήρη κατάκτησή της. Όταν, πάλι, ισχυρίζεται ότι υπάρχουν και κάποιοι που δεν την έχουν, εννοεί αυτούς που δεν την έχουν αναπτύξει πλήρως, που έχουν αδιαφορήσει να την κατακτήσουν μέσω της διδασκαλίαςκαι, επομένως, έχουν μείνει στο στάδιο της προδιάθεσης, των καταβολών («?άντε ?σιν ?άντε μ? / ? ?ν παραγίγνηται» / «?άν τις τα?τα μ? ?χ?»). Συνεπώς, το πρόβλημα, κατά τον Πρωταγόρα, είναι πώς ο άνθρωπος με δεδομένη τη γενική αίσθηση του δικαίου (που του χαρίζουν η αιδώς και η δίκη ως προδιάθεση και καταβολές) μπορεί και πρέπει να παιδεύεται και να ευαισθητοποιείται προκειμένου να κατακτήσει μια δίκαιη συμπεριφορά από κοινωνικοπολιτική άποψη.

  • ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Αντιθέσεις:  «?ν γ?ρ τα?ς ?λλαις ?ρετα?ς ? ?ν δ? δικαιοσύν? ?» , «?σα γ?ρ ?γο?νται ? ?σα δ? ?ξ ?πιμελείας ?»
Άρση-θέση:
«
?τι δ? α?τ?ν ο? φύσει ?γο?νται ε?ναι ο?δ? ?π? το? α?τομάτου, ?λλ? διδακτόν τε κα? ?ξ ?πιμελείας παραγίγνεσθαι»
«ο
?δε?ς θυμο?ται ο?δ? νουθετε? ο?δ? διδάσκει ο?δ? κολάζει το?ς τα?τα ?χοντας ? ?λλ? ?λεο?σιν»
Ανιούσα κλιμάκωση:
«ο
?δε?ς θυμο?ται ο?δ? νουθετε? ο?δ? διδάσκει ο?δ? κολάζει το?ς τα?τα ?χοντας»
«ο
? τε θυμο? γίγνονται κα? α? κολάσεις κα? α? νουθετήσεις»
Πολυσύνδετο σχήμα: «ο
? τε θυμο? γίγνονται κα? α? κολάσεις κα? α? νουθετήσεις»

·        ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

?ντι < ε?μί: ανούσιος, απουσία, επουσιώδης, εξουσία, ομοούσιος, ον, οντολογία, οντολογικός, όντως, ουσία, ουσιαστικός, ουσιώδης, παρουσία, περιουσιακός, περιούσιος.
Λαβέ < λαμβάνω: ακατάληπτος, αμεροληψία, ανάληψη, αντιλαβή, ανεπανάληπτος, αντίληψη, απολαβή, ασύλληπτος, δικολάβος, εικονολήπτης, επανάληψη, επιληψία, εργολάβος, ευυπόληπτος, ηχολήπτης, ηχοληψία, θρησκοληψία, κατάληψη, λαβή, λάφυρο, λήμμα, λήψη, μεροληψία, μετάληψη, παραλαβή, παραλήπτης, περίληψη, προκατάληψη, πρόσληψη, συλλαβή, σύλληψη, υπόληψη, χειρολαβή.
Φ
? < φημί: αντίφαση, αντιφατικός, απόφαση, άφατος, διαφήμιση, διαφημιστικός, δυσφήμιση, δυσφημιστικός, έμφαση, εμφατικός, επίφαση, κατάφαση, καταφατικός, περίφημος, πρόσφατος, πρόφαση, προφήτης, φήμη, φημολογία.
Προσιόντες < προσέρχομαι < πρ
?ς + έρχομαι: ανεξίτηλος, διέλευση, εισιτήριο, ελευθερία, έλευση, Ελευσίνα, εξιτήριο, έπηλυς, ερχομός, ισθμός, οδός, προσέλευση, προσηλυτισμός, προσήλυτος, προσιτός (στο σχολικό εγχειρίδιο δίνεται ετυμολόγηση από το ρήμα προσίημι < πρ?ς + ?ημι: άνεση, αφέτης, αφετηρία, δίεση, ένεση, έφεση, εφετείο).
Ε
?δ?σιν, ?σασιν < ο?δα: ειδήμων, είδηση, ειδικός, ειδοποιός, είδος, ιστορία.
?λήθεια < ?ληθής < ?- στερητικό + λήθη (< λανθάνω): αληθεύω, αληθινός, αληθοφάνεια, επαληθεύω, φιλαλήθεια, φιλαλήθης.
δε
?ν < δε? (απρόσωπο): αντιδεοντολογικός, δεοντολογία, δεοντολογικός.
ε
?κότως < ?οικα: εικασία, εικόνα, εικονικός, επιεικής
πειράσομαι < πειράομαι -
?μαι: απειρία, απόπειρα, εμπειρία, πείρα, πείραγμα, πείραμα, πειραματόζωο, πειρατεία, πειρατής, πειρατικός, πειραχτήρι, πειρασμός
?σθενε?ς < ?- στερητικό + σθένος: ασθένεια, ασθενώ, ασθενώς, εξασθενώ
?σέβεια < ?σεβ?ς < ?- στερητικό + σέβω: ασέβημα, ασεβώ, σεβάζομαι, σέβας, σέβασμα, σεβαστός.
συλλήβδην < σ
?ν + λαμβάνω: συλλαβή, συλλαβίζω, σύλληψη

 

ΠΗΓΗ : http://www.study4exams.gr/anc_greek/index.php                                                                                                                                                          

 

 
Posted in ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ -Γ' ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ | Leave a comment