Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Οδύσσεια


25η ενότητα: φ (περίληψη) – φ 303-473/<273-434> (ανάλυση)

24η 25η 26η

 

 

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:

● Προκήρυξη και εξέλιξη του αγώνα τόξου

● Aποκάλυψη του Oδυσσέα στους δυο υπηρέτες του

Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 39η ως την 40ή ημέρα:

 

 

Η Πηνελόπη προκηρύσσει αγώνα τόξου
Η Πηνελόπη με το τόξο Πηνελόπη

Α.1 Περιληπτική αναδιήγηση της ραψωδίας φ:
Tόξου θέσις (Προκήρυξη αγώνα τόξου)

 

Υποκινημένη από την Αθηνά, η Πηνελόπη πήρε από την αίθουσα κειμηλίων το τόξο του Οδυσσέα, θρήνησε κρατώντας το, κατέβηκε στο «μέγαρο» και προκήρυξε αγώνα μεταξύ των μνηστήρων με έπαθλο την ίδια· δήλωσε δηλαδή ότι θα παντρευόταν αυτόν που θα τεντώσει το τόξο και θα περάσει το βέλος μέσα από δώδεκα πελέκια.

 

Ο Τηλέμαχος αιφνιδιάστηκε προς στιγμήν, γρήγορα όμως ανέλαβε ρόλο προστάτη της μητέρας του, την επαίνεσε ως έπαθλο του αγώνα, έστησε τα πελέκια και έκανε ο ίδιος την αρχή, για να αποδείξει ότι είναι άξιος να κρατήσει τα όπλα του πατέρα του. Δοκίμασε τρεις φορές χωρίς επιτυχία, την τέταρτη θα τα κατάφερνε, λέει ο ποιητής, τον ανέκοψε όμως με νεύμα ο Οδυσσέας. Αντιλήφθηκε τότε το σχέδιο του πατέρα του, προσποιήθηκε αδυναμία και παραιτήθηκε δίνοντας τη σειρά στους μνηστήρες.

 

Πρώτος δοκίμασε ο μάντης Ληώδης, αλλά απέτυχε και προέβλεψε ότι ο αγώνας αυτός θα φέρει συμφορά. Ο Αντίνοος όμως τον αποπήρε και πρότεινε να αλείψουν το τόξο με λίπος ζεστό, για να μαλακώσει· δοκίμασαν στη συνέχεια όλοι χωρίς επιτυχία, εκτός από τους δύο κορυφαίους, τον Ευρύμαχο και τον Αντίνοο.

 

Στο μεταξύ, ο Εύμαιος και ο γελαδάρης Φιλοίτιος είχαν βγει στην αυλή, ο «ζητιάνος» τούς ακολούθησε και, αφού βεβαιώθηκε για την αφοσίωση στον αφέντη τους, τους αποκαλύφτηκε και τους έδωσε εντολές: ο Εύμαιος να φροντίσει να του δώσει το τόξο και να πει στις υπηρέτριες να κλείσουν την πόρτα του «μεγάρου» και να μείνουν στον χώρο τους, ο δε Φιλοίτιος να κλείσει την αυλόθυρα. Ένας ένας έπειτα ξαναμπήκαν μέσα.

 

Την ώρα εκείνη δοκίμαζε ο Ευρύμαχος να τεντώσει το τόξο, χωρίς επιτυχία κι αυτός, οπότε ο Αντίνοος πρότεινε να αναβάλουν για αύριο τον αγώνα· σήμερα, εξάλλου, είναι η γιορτή του Απόλλωνα, είπε.

 

Παρακάλεσε τότε ο Οδυσσέας να του επιτρέψουν να δοκιμάσει κι αυτός, τον πρόσβαλε όμως άσχημα ο Αντίνοος. Αλλά η Πηνελόπη κι ο Τηλέμαχος στήριξαν το αίτημά του και το τόξο πέρασε τελικά στα χέρια του. Η Ευρύκλεια και ο Φιλοίτιος έκλεισαν τις πόρτες και οι υπηρέτριες περιορίστηκαν στον χώρο τους, όπως και η Πηνελόπη.

 

Ο Οδυσσέας περιεργαζόταν κιόλας το τόξο, ενώ οι μνηστήρες τον σχολίαζαν πικρόχολα· πανικοβλήθηκαν όμως όταν τον είδαν να τεντώνει εύκολα τη χορδή και να περνά το βέλος μέσα από τις τρύπες όλων των τσεκουριών.

 

ext Κωστής Παλαμάς, « Ω Πηνελόπη Ω Πηνελόπη, Αγρύπνησα…»

Α2. Κείμενο Το τόξο στα χέρια του Oδυσσέα: φ 303-473/<273-434> (με ενδιάμεσες παραλείψεις)

 

Ο Οδυσσέας ζητεί να του δοθεί το τόξο

303 Εκείνοι στάλαξαν σπονδή, ήπιαν μετά όσο τραβούσε η ψυχή τους, και τότε
ο Οδυσσέας, πολύγνωμος και δολοπλόκος, μπήκε στη μέση λέγοντας:
305
«Μνηστήρες της περήφανης βασίλισσας, ακούστε με ό,τι θα πω,
όσα η ψυχή στα στήθη μου προστάζει·
απ’ τον Ευρύμαχο προπάντων και τον θεόμορφο Αντίνοο ζητώ
μια χάρη· πολύ σωστός ο λόγος που είπε,
προσώρας το τόξο να το βάλετε στην άκρη και στους αθάνατους ν’ αφήσετεξέρεις ότι...
310
την τελική απόφαση – αύριο ο θεός θα κρίνει σε ποιον θα δώσει σίγουρα τη νίκη.
Αλλά παρακαλώ, δώσετε και σ’ εμένα αυτό το τόξο το γυαλιστερό,
να δοκιμάσω ανάμεσά σας τη δική μου δύναμη, όση μου απόμεινε [...].» αρχ

[Ο Αντίνοος τον πρόσβαλε και τον απείλησε, πήρε όμως τον λόγο η Πηνελόπη:]

Η Πηνελόπη στηρίζει το αίτημα του «ξένου»

344 «Αντίνοε, μήτε σωστό μήτε και δίκαιο είναι με τέτοιον τρόπο
345 να καταφρονείς ξένους του Τηλεμάχου, όποιος κι αν βρέθηκε
φιλοξενούμενος στο σπίτι του.
Μήπως σου πέρασε η ιδέα πως, αν ο ξένος κατορθώσει
το μέγα τόξο να τεντώσει, γιατί εμπιστεύεται τα χέρια και τη δύναμή του,
πως θα με πάρει και γυναίκα του στο σπίτι [...];»

Απαντά ο Ευρύμαχος

353 Στη μέση μπήκε του Πολύβου γιος ο Ευρύμαχος, ανταπαντώντας:
«Του Ικαρίου κόρη, φρόνιμη Πηνελόπη, καθόλου δεν το φανταστήκαμε
355 πως θα σε πάρει αυτός στον τόπο του γυναίκα, πράγμα εντελώς
αταίριαστο. Ντρεπόμαστε όμως την καταλαλιά από γυναίκες κι άντρες,
μήπως και κάποιος ταπεινότερος κουτσομπολέψει λέγοντας:
‘‘Κοίτα λοιπόν, άντρες κατώτεροι γυρεύουν ταίρι τους τη γυναίκα
ενός ανώτερου, αλλά δεν έχουν δύναμη το τορνεμένο τούτο τόξο
360 να τανύσουν· κι όμως ένας ζητιάνος, που έφτασε εδώ περιπλανώμενος,
το τάνυσε εύκολα και τη σαΐτα στα πελέκια πέρασε.’’
Αυτά θα πουν, κι εμείς θα φορτωθούμε την ντροπή.»

Η Πηνελόπη επιμένει να δοθεί το τόξο στον «ξένο»

Πήρε ξανά τον λόγο η Πηνελόπη, με γνώση και με φρόνηση:
«Ευρύμαχε, για τον θεό, δεν τίθεται νομίζω ζήτημα μνείας εύφημης  1
365 στον κόσμο μας, όσο ατιμάζουν κάποιοι το σπίτι και το βιος
ενός ενάρετου κι αντρείου. Λοιπόν ποιος λόγος τώρα να νιώθετε ντροπή;
Όσο γι’ αυτόν τον ξένο, δείχνει και μεγαλόσωμος και μπρατσωμένος,
καυχιέται εξάλλου και για τη γενιά του, πως είναι γόνος πατέρα ευγενικού.
Λέω λοιπόν να του παραχωρήσετε το τορνεμένο τόξο,
370 κι ύστερα βλέπουμε. Και κάτι ακόμη έχω να πω, και πείτε το συντελεσμένο:
ανίσως το τανύσει αυτός, αν ο Απόλλων τού χαρίσει νίκη,
υπόσχομαι πως θα τον ντύσω με ρούχα ωραία, χλαίνη,
χιτώνα, πως θα του δώσω μυτερό κοντάρι, να τον φυλάει
από σκυλιά κι ανθρώπους, πως θα του δώσω δίκοπο σπαθί, σαντάλια
375 για τα πόδια του, κι έτσι θα τον προπέμψω όπου η ψυχή του
και η καρδιά του επιθυμεί.»

Με παρέμβαση του Τηλέμαχου, ο Εύμαιος δίνει το τόξο στον Οδυσσέα

Στην ώρα του αντιμίλησε ο Τηλέμαχος, με τη δική του γνώση:
«Μάνα, το τόξο αυτό μου ανήκει, κανείς σ’ αυτό δεν είναι ανώτερός μου·
το δίνω σ’ όποιον θέλω εγώ ή και τ’ αρνούμαι. [...]
382 κανένας δεν μπορεί, παρά τη θέλησή μου, να βγάλει απαγόρευση δική του,
αν ήθελα εγώ το τόξο στον ξένο να το δώσω,
και μάλιστα για πάντα, να καμαρώνει με το δώρο μου.
385 Αλλά του λόγου σου τράβα στην κάμαρή σου και κοίτα τις δουλειές σου [...]
387 το τόξο όμως είναι των αντρών υπόθεση, όλων
και προπαντός δική μου, αφού σ’ εμένα ανήκει το κουμάντο του σπιτιού.»
Τα ’χασε εκείνη και πήρε ν’ ανεβαίνει στην κάμαρή της [...].
394 Κι ενώ ο χοιροβοσκός το γυαλισμένο τόξο κουβαλούσε, έβαλαν οι μνηστήρες
395 όλοι τις φωνές μες στο παλάτι, και κάποιος ξιπασμένος νιος ανάμεσά τους έλεγε:
«Για πού το πας, χοιροβοσκέ ρεμάλι, που εδώ συνέχεια τριγυρνάς,
αυτό το κυρτωμένο τόξο; Αύριο κιόλας τα σκυλιά στην ερημιά θα σε ξεσχίσουν,
μπρος στα γουρούνια σου που τρέφεις, αν ο Απόλλωνας μας ευνοήσει
κι οι άλλοι αθάνατοι θεοί.»
400 Έτσι του φώναξαν, κι αυτός παράτησε στη μέση εκεί της αίθουσας
το τόξο που κρατούσε, απ’ τις φωνές τους φοβισμένος.
Απ’ τη δική του όμως ο Τηλέμαχος μεριά, φωνάζοντας κι αυτός, τον απειλούσε:
«Γέρο, για φέρε καταδώ το τόξο· αν στον καθένα πείθεσαι,
κακό του κεφαλιού σου. Κι ας είμαι εγώ μικρότερος,
405 με πέτρες θα σε κυνηγήσω, ώσπου να φτάσεις στα χωράφια –
υπερτερώ σε δύναμη από σένα.
Μακάρι να ’μουνα πιο δυνατός, πιο χεροδύναμος κι απ’ τους μνηστήρες,
όσοι κυκλοφορούν εδώ· γρήγορα τότε, και με μίσος, κάποιον απ’ όλους,
θα τον έδιωχνα έξω απ’ το σπίτι, να πάει στα κομμάτια –
410 οι πάντες μηχανεύονται μονάχα το κακό.»
Αυτά τους είπε, κι όλοι οι μνηστήρες γλυκοχαμογέλασαν,
σαν να τους έπεσε ο βαρύς θυμός για τον Τηλέμαχο.
Επάνω εκεί ο χοιροβοσκός σήκωσε πάλι το δοξάρι, προχώρησε
στην αίθουσα και φτάνοντας στο πλάι του έμπειρου Οδυσσέα
415 έβαλε στα χέρια του το τόξο. [...]

[Και το «μέγαρο» αποκλείστηκε.]

Οδυσσέας περιεργάζεται το τόξο και τοξεύει


Tοξότης

430 Αυτός εξέταζε κιόλας το τόξο σ’ όλες του τις μεριές, το στριφογύρισε,
το ’φερε πάνω κάτω, προσέχοντας μήπως ο σκόρος έφαγε
τα δυο του κέρατα, όσο το αφεντικό του τόξου έλειπε στα ξένα. [...]  2
441 Κι ενώ οι μνηστήρες τον γλωσσότρωγαν, ο Οδυσσέας πολύβουλος,
αφού είχε ψάξει από παντού το τόξο, τώρα το κράτησε
γερά μέσα στα χέρια του.
Πώς ένας αοιδός, που ξέρει από κιθάρα και τραγούδι,
445 εύκολα τη χορδή τεντώνει στο καινούριο της στριφτάρι, δένοντας  3
πάνω κάτω καλοστριμμένη την αρνίσια κόρδα·
έτσι κι ο Οδυσσέας εύκολα τάνυσε το μέγα τόξο, μετά με το δεξί του χέρι
τη χορδή δοκίμασε, κι αυτή κελάηδησε καλά σαν χελιδόνα.
Τότε οι μνηστήρες ένιωσαν πανικό, πρασίνισε το μούτρο τους·
450 και πάνω εκεί ο Δίας βρόντηξε βροντή μεγάλη και σημαδιακή.
Ένιωσε μέσα του χαρά βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος, αρχ
που ο γιος του δολοπλόκου Κρόνου έστειλε το σημάδι του.  4
Άρπαξε ευθύς μια γρήγορη σαΐτα – ήταν εκεί γυμνή
στο πλαϊνό τραπέζι· περίμεναν οι άλλες στη βαθιά φαρέτρα,
455 που θα τις ένιωθαν σε λίγο οι μνηστήρες στο κορμί τους.
Το τόξο μεσοπιάνοντας στον πήχη, τέντωσε τη χορδή
με τη διχαλωτή σαΐτα, και καθισμένος στο σκαμνί ρίχνει
το βέλος σημαδεύοντας· πελέκι δεν απόμεινε ασημάδευτο·
η χάλκινη σαΐτα βρίσκοντας την πρώτη τρύπα, τις πέρασε όλες
460 φτάνοντας στην άκρη.
Τότε ο Οδυσσέας γύρισε λέγοντας στον Τηλέμαχο:
«Τηλέμαχε, δεν σε ντροπιάζει ο ξένος που φιλοξένησες εσύ
στο σπίτι σου. Άστοχος στον στόχο μου δεν φάνηκα μήτε και κόπιασα
το τόξο να τανύσω. Μου μένει ακόμη ακλόνητο
465 το μένος της ψυχής· να μη νομίσουν οι μνηστήρες πως αξίζω
την άτιμή τους καταφρόνεση.
Μα τώρα είναι η ώρα να ετοιμαστεί το δείπνο,
όσο ακόμη φέγγει· μετά θ’ αρχίσει το ξεφάντωμα με μουσική και με τραγούδι –
συμπλήρωμα απαραίτητο σ’ ένα καλό τραπέζι.»

Ο Τηλέμαχος οπλίστηκε και πήρε θέση πλάι στον πατέρα του

470 Είπε κι έκανε με το φρύδι νεύμα στον Τηλέμαχο· κι αυτός
ζώστηκε αμέσως κοφτερό σπαθί, ο γιος του θεϊκού Οδυσσέα,
πιάνει στο χέρι του το δόρυ, κι έτσι λαμπρά οπλισμένος με χαλκό,
στήθηκε πλάι στο σκαμνί, έτοιμος παραστάτης του πατέρα του.

 

Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης ερωτήσεις Σταυρόλεξο Σταυρόλεξοερωτήσεις

 

 

 


 

1. (στ. 364) δεν τίθεται [...] ζήτημα μνείας εύφημης: Δεν μπορεί να γίνει λόγος για καλή φήμη· είστε ήδη ντροπιασμένοι (εύφημη μνεία: επαινετική αναφορά).

2. (στ. 431-2) μήπως ο σκόρος έφαγε τα δυο του κέρατα: Δύο κέρατα, σφηνωμένα σε ένα κομμάτι ξύλου, αποτελούσαν τον σκελετό του τόξου (βλ. την εικόνα 5).

3. (στ. 445) τη χορδή τεντώνει στο καινούριο της στριφτάρι: Στριφτάρια είναι οι περιστρεφόμενοι μικροί μοχλοί με τους οποίους ρυθμίζεται το τέντωμα των χορδών των έγχορδων μουσικών οργάνων /το κούρδισμα· λέγονται και κλειδιά.

4. (στ. 452) ο γιος του δολοπλόκου Κρόνου: Ο Κρόνος χαρακτηρίζεται δολοπλόκος, επειδή εκθρόνισε με δόλο τον πατέρα του, τον Ουρανό, και έγινε αυτός βασιλιάς του Κόσμου, εκθρονίστηκε όμως κι αυτός αργότερα από τα παιδιά του (τον Δία, τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα, που μοίρασαν τον Κόσμο στα τρία: στον Ουρανό, στη Γη και στον Άδη, αντίστοιχα).

 

αρχή

 



 

Το δοκίμιν της αγάπης

 

Σαράντα δυο αρχοντόπουλα μια κόρη-ν-αγαπούσαν,
κόρη πανώρια κι όμορφη και στα φλωριά χωσμένη.
Κι όλοι-ν-εκαλεστήκανε μια μέρα για να πάνε.
Γεμίζου οι στάβλοι-ν-άλογα, τα παραθύρια σέλες,
και τα πορτοπαράθυρα σκάλες και χαλινάρια.
Στρώνει την τάβλα να γευτούν πολλώ λογιώ τραπέζι.
«Τρώτε και πίνετε, άρχοντες, κι εγώ να σας φηγούμαι:
Μέσα στο περιβόλι μου, στη μέση της αυλής μου,
μάρμαρο-ν-έχει ο αφέντης μου, δοκίμιν της αγάπης·
κι όποιος βρεθεί και πιάσει το κι οπίσω του το ρίξει,
εκείνος είναι ο άντρας μου κι εγώ είμαι η ποθητή του.»
Κι ούλοι μονοσυνάγουνται κι ούλοι το δοκιμάζουν,
κι ένας το παίρνει δάχτυλο κι άλλος μούτε καθόλου·
και της Μαριάς ο ψυχογιός, τ’ άξιο το παλικάρι,
μονοχεριάρι το ’πιασε κι οπίσω του το ρίχνει.
«Εγώ είμαι, κόρη, ο άντρας σου κι εσύ ’σαι η ποθητή μου.»

 

(Ν. Πολίτης, Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού λαού, αρ. 79)

 

Nα διακρίνετε τις αναλογίες που υπάρχουν στους αγώνες που προκήρυξαν η Πηνελόπη και η κόρη του δημοτικού τραγουδιού.

 

 

αρχή

 


 

  1. Πώς εξελίχτηκε ο αγώνας, ώσπου το τόξο να φτάσει στα χέρια του Oδυσσέα;

  2. Aναλύστε την παρομοίωση των στίχων 444-448.

  3. Προσέξτε τις διφορούμενες εκφράσεις: α. «αύριο ο θεός θα κρίνει σε ποιον θα δώσει σίγουρα τη νίκη» (στ. 310), και β. «μα είναι τώρα η ώρα να ετοιμαστεί το δείπνο» (στ. 467)· και απαντήστε στις εξής ερωτήσεις: πώς εννοεί ο Oδυσσέας αυτές τις φράσεις, πώς τις αντιλαμβάνονται οι μνηστήρες και πώς λειτουργούν γι' αυτούς;

  4. Σχετικά με το ποια μορφή είχαν τα πελέκια μέσα από τα οποία πέρασε το βέλος υπάρχουν διάφορες θεωρίες – κυριότερες είναι οι εξής:

    α. Για πελέκια με στειλιάρια που στερεώνονταν στο έδαφος:
    – Tα πελέκια ήταν από την αρχή κατασκευασμένα με μια τρύπα πάνω στη λεπίδα (βλ. την εικ. 8α΄).
    – Tα πελέκια ήταν δίστομα/διπλά με τις δυο λεπίδες να αναστρέφονται προς τα μέσα, ώστε να σχηματίζουν κύκλο, αν και όχι τέλειο (εικ. 8β΄).
    β. Tα πελέκια ήταν δίστομα με μεταλλική λαβή, στην άκρη της οποίας υπήρχε κρίκος, για να μπορούν να κρέμονται ως αναθήματα/ αφιερώματα· στερεώνονταν με τις κεφαλές προς τα κάτω (εικ. 8γ΄ και 7).
    γ. Aπό πελέκια, με μονές ή διπλές κόψεις, έβγαζαν τα στειλιάρια και τα στερέωναν με την κόψη στο έδαφος (εικ. 8δ΄ και 8ε΄).
    δ. Tα πελέκια ήταν λατρευτικά, χυμένα ολόκληρα στο μέταλλο, με μια τρύπα στη λεπίδα, για να τα κρεμούν στον τοίχο ως αναθήματα· στερεώνονταν με τη λαβή προς τα κάτω (εικ. 8ς΄).

     

    Προσέξτε τις εικόνες των παρακάτω πελεκιών και σχεδιάστε την εκδοχή που εσείς θεωρείτε πιθανότερη.

πελέκια

 

Όπλα [πηγή: Γεωμετρική Περίοδος- Ελληνική Ιστορία στο Διαδίκτυο- Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]

 

αρχή

 



 

Πώς το τόξο έφτασε στα χέρια του Oδυσσέα, πώς εκείνος το χειρίστηκε και τι πέτυχε;

 



 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

 

1. Από το περιληπτικό μέρος επισημαίνονται:

α. Οι χώροι, όπου εκτυλίσσεται η δράση: από την αίθουσα κειμηλίων η δράση εντοπίζεται στο «μέγαρο», το θέατρο των εξελίξεων· ενδιάμεσα μεταφέρεται στην αυλή των ανακτόρων, όπου ο Οδυσσέας αποκαλύπτεται στους δυο πιστούς υπηρέτες και εξασφαλίζει τη συνεργασία τους.

β. Οι δρώντες και πώς σχετίζονται με την επικείμενη μνηστηροφονία: είναι παρόντες όλοι όσοι εμπλέκονται στο φονικό, χωρίς όμως καμιά συνεννόηση μεταξύ τους:

• H Πηνελόπη προκηρύσσει αγώνα με έπαθλο την ίδια («άθλημα και μαζί του φόνου αρχή», στ. 5/<4>), αγνοώντας την παρουσία του Oδυσσέα και το σχέδιο του (και την ώρα του φονικού θα κοιμάται).

O Τηλέμαχος αγνοεί την πρόθεση της μητέρας του και αιφνιδιάζεται προς στιγμήν, ως κύριος όμως του σπιτιού αναλαμβάνει να την υποστηρίξει ως νύφη, στήνει και τα πελέκια, δοκιμάζει κι ο ίδιος, αλλά ένα νεύμα του Oδυσσέα τον «βάζει στο παιχνίδι».

• O Εύμαιος κι ο Φιλοίτιος είναι, στην αρχή, εντελώς ανίδεοι, όπως και η Ευρύκλεια.

• O Oδυσσέας γνωρίζει την απόφαση της Πηνελόπης, δεν ξέρει όμως πότε θα την πραγματοποιήσει.

• Οι μνηστήρες είναι ανυποψίαστοι, γι’ αυτό δεν φαίνεται να ανησυχούν, ως τη στιγμή τουλάχιστον που δοκίμασε και απέτυχε πρώτος ο Ληώδης · απέτυχαν και οι άλλοι, παρά τα μέτρα που πήρε ο Aντίνοος· ο ίδιος μόνο απέφυγε να δοκιμάσει προτείνοντας αναβολή, με πρόσχημα τη γιορτή του Aπόλλωνα.

Aπό τη στιγμή που η Πηνελόπη προκήρυξε τον αγώνα, η εξέλιξη της δράσης παρουσιάζεται αλυσιδωτή. Φαίνεται να την ανακόπτει η αναγνώριση του Oδυσσέα από τους δύο βοσκούς, που είναι όμως παράλληλη με την αποτυχημένη προσπάθεια του Eυρύμαχου.

 

2. Από το κείμενο επισημαίνονται:

 

α. H παρέμβαση του Oδυσσέα, καθώς η αναβολή του αγώνα δεν εξυπηρετούσε το δρομολογημένο ήδη σχέδιό του: εγκρίνει την αναβολή και ζητεί σεμνά να τον αφήσουν να δοκιμάσει κι αυτός τη δύναμή του (304-1 /<274-83>), αλλά το αίτημά του δραματοποιείται:

• Οι μνηστήρες φοβήθηκαν μήπως τα καταφέρει –είχαν δει τη δύναμή του στην πάλη με τον Ίρο–, γι’ αυτό ο Aντίνοος τον πρόσβαλε και τον απείλησε, με έκδηλη την ειρωνεία στα λόγια του (<285-310>).

• H Πηνελόπη τούς καθησύχασε ως προς τις βλέψεις του «ξένου» και, όταν ο Eυρύμαχος μίλησε για την ντροπή τους σε περίπτωση που ο ζητιάνος πετύχει στον αγώνα, πήρε δηκτική την απάντησή της. Επισήμανε, έπειτα, τη σωματική δύναμη και την ευγενική καταγωγή του «ξένου» και ζήτησε να του δώσουν το τόξο ορίζοντας και τα δώρα που θα του δώσει «αν ο Απόλλων τού χαρίσει νίκη» (344-76/<312-42>).

• O Tηλέμαχος ως κύριος του σπιτιού και –υποψιασμένος πλέον– εκτόνωσε την ένταση: δήλωσε στη μητέρα του ότι το τόξο είναι δική του υπόθεση και της συνέστησε να αποσυρθεί (377/<343> κ.ε.).

• O Eύμαιος θεώρησε κατάλληλη τη στιγμή και επιχείρησε, σύμφωνα με την εντολή που είχε πάρει πριν λίγο, να δώσει το τόξο στον Oδυσσέα, άκουσε όμως απειλές από τους μνηστήρες και το παράτησε φοβισμένος στη μέση της αίθουσας (394-401/<359-67>).

• Aλλά τον απείλησε κι ο Tηλέμαχος με τρόπο, πάντως, ασαφή («φέρε καταδώ/πρόσω το τόξο») και κωμικό («με πέτρες θα σε κυνηγήσω»)· κολάκεψε, από την άλλη μεριά, τους μνηστήρες ομολογώντας αδυναμία μπροστά τους, διαφορετικά θα έδιωχνε κάποιον (ποιον;) απ’ το σπίτι του, γιατί «οι πάντες (;) μηχανεύονται μονάχα το κακό». Έτσι, διασκεδάστηκε η κατάσταση με αποτέλεσμα οι μνηστήρες να «γλυκοχαμογελάσουν» (402-12/<368-78>): ευφυές πράγματι το τέχνασμα του Τηλέμαχου (= του ποιητή).

• Ξεφοβήθηκε κι ο Eύμαιος και εφάρμοσε τώρα τις εντολές του αφέντη του. Έτσι, το τόξο έφτασε στα χέρια του Oδυσσέα, η Eυρύκλεια έκλεισε τα θυρόφυλλα του «μεγάρου», οι υπηρέτριες περιορίστηκαν στον χώρο της δουλειάς τους, ενώ ο Φιλοίτιος ασφάλισε και την αυλόθυρα (413/<379> κ.ε.).

→ H διαδικασία λοιπόν που οδηγεί στο δεύτερο μεγάλο γεγονός της Οδύσσειας, τη μνηστηροφονία, κλιμακώνεται δημιουργώντας ένα εκπληκτικό επεισόδιο με έντονη δραματικότητα/θεατρικότητα, που κορυφώνεται στην κωμική σκηνή με τον Εύμαιο, όταν, «με το τόξο στο χέρι, γίνεται μπαλάκι ανάμεσα στον Oδυσσέα, στους μνηστήρες και στον Tηλέμαχο». Tα πράγματα ρυθμίζει ο δολοφρονέων πολύμητις Ὀδυσσεὺς που, αγνώριστος ακόμη, «έχει κερδίσει κρυφά έδαφος σε ολόκληρο το σπιτικό: όλα τα νήματα περνούν από το χέρι του». (Schadewaldt, Aπό τον κόσμο και το έργο του Oμήρου, τ. A΄: Tο ομηρικό ζήτημα, τ. B΄: Ομηρικές σκηνές, εκδ. MIET, Aθήνα 1980/82.)

 

β. O Οδυσσέας με το τόξο στα χέρια – οι αντιδράσεις των μνηστήρων:

• O Οδυσσέας περιεργαζόταν το τόξο, ενώ οι ανίδεοι ακόμη μνηστήρες «τον γλωσσότρωγαν». Όταν διαπίστωσε την καλή του κατάσταση, τέντωσε τη χορδή, τη δοκίμασε «κι αυτή κελάηδησε καλά σαν χελιδόνα», το κελάηδημά της όμως προξένησε πανικό στους μνηστήρες –«πρασίνισε το μούτρο τους»–, ενώ εκείνος χάρηκε με το σημάδι συμπαράστασης που του έδειξε ο Δίας (430-52/<393-415>).

• «Άρπαξε ευθύς μια γρήγορη σαΐτα [...] και καθισμένος στο σκαμνί» σημάδεψε και κατόρθωσε το ακατόρθωτο: «η χάλκινη σαΐτα βρίσκοντας την πρώτη τρύπα, τις πέρασε όλες» 1 (453-60/<416-23>).

• Καυχήθηκε τότε για την επιτυχία του απευθυνόμενος στον Τηλέμαχο και με σαρκαστική ειρωνεία έδωσε το σύνθημα για την επίθεση μεταβάλλοντας τον αγώνα σε προθάλαμο του φονικού, ενώ με ένα νεύμα του κάλεσε τον γιο του, που οπλίστηκε και πήρε θέση δίπλα του (461-73/<424-34>).

 

→ Οι εικόνες τού Oδυσσέα καθώς περιεργάζεται το τόξο και τοξεύει, δίνονται με μοναδική παραστατικότητα και ζωντάνια. Κάτι περισσότερο: η εκπληκτική παρομοίωση του ήρωα με δεξιοτέχνη αοιδό, που τεντώνει εύκολα τη χορδή της κιθάρας, για να τη δέσει στο καινούριο της στριφτάρι, διπλασιάζει τη συνάφεια ανάμεσα στον Oδυσσέα, που με την ίδια ευκολία τεντώνει τη χορδή του τόξου, και στον εορταζόμενο αυτή τη μέρα Απόλλωνα, που δεν είναι μόνο τοξότης αλλά και έξοχος κιθαρωδός· «τοξότες και οι δύο, κιθαρωδοί και οι δύο – ο Οδυσσέας έστω στο πλαίσιο μιας μεταφοράς». (Mαρωνίτης, Eπιλεγόμενα στην ομηρική «Oδύσσεια» , εκδ. Kέδρος, Aθήνα 2005.)

 

Kάπου 4.000 στίχους χρειάστηκε ο ποιητής, για να φτάσει μεθοδικά στη στιγμή της εκδίκησης, αρχίζοντας από το σχέδιο της Aθηνάς στη ραψωδία ν, χωρίς να υπολογίζουμε τις ποικίλες προσημάνσεις, που από την αρχή του έπους έδειχναν την κατάληξη, με τελευταία αυτή των στίχων φ 454-5/<417-8>. H ραψωδία φ λοιπόν λειτουργεί ως προοίμιο της μνηστηροφονίας.

 

4. Εκτός από τη δραματική ειρωνεία, που είναι διάχυτη και στη ραψωδία φ (καθώς λειτουργεί ακόμη για την Πηνελόπη και τους μνηστήρες η μεταμφίεση του Οδυσσέα), συναντήσαμε εδώ και περιπτώσεις σαρκαστικής ειρωνείας που, καθώς οι μνηστήρες αδυνατούν να αντιληφθούν το νόημά τους, λειτουργούν γι' αυτούς τραγικά-πρόκειται για τις διφορούμενες εκφράσεις του Οδυσσέα, στις οποίες άλλο νόημα δίνει ο ήρωας (και οι ακροατές) και άλλο καταλαβαίνουν οι ανίδεοι ακόμη μνηστήρες που, όσο κι αν φοβήθηκαν τελευταία, αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν τι τους περιμένει: εκείνοι προσδοκούν γάμο τη στιγμή που ετοιμάζεται ο θάνατός τους

 

Αποσπάσματα από τη σχετική βιβλιογραφία / αρθογραφία

 

1. Αγώνας για την επιλογή συζύγου

«Νοβελιστικό δάνειο προτείνω να θεωρηθεί και το θέμα της τοξοθεσίας, το οποίο θα πρέπει να το φανταστούμε ως καταλύτη μιας πρώτης και νόμιμης μνηστείας: σπουδαία και πολύφερνη νύφη την διεκδικούν δύο ή και περισσότεροι μνηστήρες· η τελική επιλογή κρίνεται με κάποιο άθλημα-άθλο- όποιος τον κατορθώσει, κερδίζει επάξια τον γάμο του με την επίδοξη νύφη. Υπάρχουν και άλλα, ανάλογα μυθολογικά παραδείγματα, τα οποία στηρίζουν μια τέτοια υπόθεση: μνηστήρες της Ελένης [...]. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το άθλημα είναι ένα δύσκαμπτο τόξο, που όχι μόνο πρέπει να τεντωθεί αλλά και να περάσει η σαΐτα του μέσα από δώδεκα, στημένα στη σειρά, τρυπημένα πελέκια - δύσκολος πράγματι άθλος.»

 

2. O κλειστός χώρος της μνηστηροφονίας

«Στον βαθμό που η οδυσσειακή μνηστηροφονία ορίζεται ως ένοπλη σύγκρουση του Oδυσσέα με τους μνηστήρες (ένα είδος αριστείας), παρουσιάζει τούτο το ιδιόμορφο χαρακτηριστικό: διεκπεραιώνεται σε κλειστό χώρο. H ιδιορρυθμία αυτή προσαυξάνει, αν υπολογίσουμε πως πρόκειται για πολυπρόσωπη σύγκρουση [...]. Tο ζητούμενο στην προκειμένη περίπτωση είναι: να εκτιμηθεί η λειτουργία του κλειστού χώρου ως προς τα μνηστηροφονικά δρώμενα.

Θυμίζω ότι σε όλο το μήκος της Οδύσσειας ως κύριος χώρος της ατάσθαλης συμπεριφοράς των μνηστήρων προβάλλεται η μεγάλη αίθουσα του παλατιού: εκεί καθημερινά οι μνηστήρες συμποσιάζουν και σπαταλούν τα βασιλικά αγαθά· εκεί ασκούν και δηλώνουν προπάντων την επίμονη όρεξή τους να μνηστευθούν την Πηνελόπη· εκεί αντιμετωπίζουν, με προκλητική μάλιστα βαναυσότητα, τον επαίτη ξένο [...]. Σ’ αυτόν λοιπόν τον ενοχοποιημένο για τους μνηστήρες χώρο συντελείται και η εκδικητική τιμωρία τους – σύμπτωση αποκαλυπτική.

H μνηστηροφονία εξάλλου (ως σχεδιασμός και εκτέλεση) σκηνοθετείται εξαρχής σαν παγίδα· ο κλειστός δηλαδή χώρος λειτουργεί λίγο πολύ σαν φάκα, μέσα στην οποία πιάνονται οι μνηστήρες σαν ποντίκια. [...]

[...] Είναι πολύ πιθανό, αν όχι βέβαιο, ότι στην παλιά νουβέλα το άθλημα της τοξοθεσίας εντοπιζόταν στο ύπαιθρο· ας πούμε σε μια δημόσια πλατεία ή σε κάποιο, πρόχειρα διαρρυθμισμένο, γυμνάσιο. O ποιητής όμως της Οδύσσειας μεταφέρει το άθλημα στην κλειστή αίθουσα του παλατιού, επειδή ακριβώς θέλει να υποδείξει πως η δική του τοξοθεσία και η παρεπόμενη μνηστηροφονία συντελούνται σε παγιδευμένο χώρο [...].

Eξάλλου δεν πρόκειται μόνο για αποκλεισμένο χώρο αλλά και για ασφυκτικά γεμάτο [...]· αφού δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε ότι επαρκεί μια παλατινή αίθουσα, όσο ευρύχωρη κι αν είναι, για όλα αυτά τα σύνεργα και τα πρόσωπα της τοξοθεσίας.» (Mαρωνίτης Eπιλεγόμενα στην ομηρική «Oδύσσεια» , εκδ. Kέδρος, Aθήνα 2005. σσ. 264-6).

 

3. Eκτός από τη δραματική ειρωνεία, που είναι διάχυτη και στη ραψωδία φ (καθώς λειτουργεί ακόμη για την Πηνελόπη και τους μνηστήρες η μεταμφίεση του Oδυσσέα), συναντήσαμε εδώ και περιπτώσεις σαρκαστικής ειρωνείας που, καθώς οι μνηστήρες αδυνατούν να αντιληφθούν το νόημά τους, λειτουργούν γι’ αυτούς τραγικά· πρόκειται για τις διφορούμενες εκφράσεις του Oδυσσέα, στις οποίες άλλο νόημα δίνει ο ήρωας (και οι ακροατές) και άλλο καταλαβαίνουν οι ανίδεοι ακόμη μνηστήρες που, όσο κι αν φοβήθηκαν τελευταία, αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν τι τους περιμένει: εκείνοι προσδοκούν γάμο τη στιγμή που ετοιμάζεται ο θάνατός τους.

 

4. Ντουμπλαρισμένοι χαρακτήρες στην Οδύσσεια

«Πολλά από τα θέματα της Οδύσσειας χρησιμοποιούνται ξανά και ξανά με ελαφρά διαφορετικούς μανδύες - που μπορούμε να δούμε πολύ εύκολα σε μερικούς από τους ντουμπλαρισμένους χαρακτήρες. Ο καλός χοιροβοσκός Εύμαιος βρίσκει ένα μικρότερο αρσενικό ταίρι στον καλό βουκόλο Φιλοίτιο, κι ένα θηλυκό ταίρι στην τροφό Ευρύκλεια, που με τη σειρά της έχει μιαν ελάσσονα σκιά, την οικονόμο Ευρυνόμη. Αλλά ο Εύμαιος έχει, επίσης, ένα αντίθετο πανομοιότυπο στον κακό αιπόλο Μελάνθιο, που έχει μια αδελφή με το ίδιο σχεδόν όνομα, τη Μελανθώ, που είναι το ίδιο κακιά και αντισταθμίζει τις καλές υπηρέτριες, ανάμεσά τους την Ευρύκλεια. Γιατί η αρχή του διπλασιασμού του θέματος περιλαμβάνει κι εκείνη της αντιστροφής- έτσι ο Οδυσσέας έχει ένα φύλακα άγγελο στην Αθηνά κι αντίστοιχα ένα θεϊκό εχθρό στον Ποσειδώνα, που με τη σειρά του παραλληλίζεται συνοπτικά από τον Ήλιο, όταν οι σύντροφοι του Οδυσσέα σφάζουν τα βόδια του. Το θέμα της νύμφης ή της θεάς που κατακρατεί τον ήρωα στο νησί της και μοιράζεται το κρεβάτι της μαζί του χρησιμοποιείται πρώτα με την Καλυψώ κι ύστερα με την Κίρκη, κι ο ποιητής εφαρμόζει την τέχνη της παραλλαγής για να κάνει τα επεισόδιά τους σαφώς διαφορετικά, παρόλο που στην πραγματικότητα από δομική πλευρά είναι σχεδόν πανομοιότυπα.»

 

αρ