Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Οδύσσεια


26η ενότητα:  χ περίληψη – (ανάλυση αποσπασμάτων)

25η 26η 27η

 

 

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ: athina

● Σύγκρουση του Οδυσσέα και της ομάδας του με τους μνηστήρες

● Τιμωρία των άπιστων υπηρετριών και του Μελάνθιου

● Εξαγνισμός των ανακτόρων

Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 39η και 40ή ημέρα:

 

 

 

Α1. Περιληπτική αναδιήγηση της ραψωδίας χ:
Μνηστηροφονία

 

Ο Οδυσσέας, μετά την επιτυχία του, πέταξε τα ράκη και έστρεψε το τόξο εναντίον των μνηστήρων με πρώτο νεκρό τον πιο προκλητικό απ’ όλους, τον Αντίνοο. Οι μνηστήρες αναστατώθηκαν και άρχισαν να τον απειλούν, τρόμαξαν όμως όταν άκουσαν τις κατηγορίες του και κατάλαβαν ποιος ήταν. Τότε ο Ευρύμαχος ζήτησε έλεος υποσχόμενος πλούσια αποζημίωση, ο Οδυσσέας όμως αρνήθηκε κάθε συμβιβασμό και τους κάλεσε σε αναμέτρηση. Στη σύγκρουση που ακολούθησε σκοτώθηκαν ο Ευρύμαχος και ο Αμφίνομος.

Ο Οδυσσέας συνέχισε να τοξεύει, ενώ ο Τηλέμαχος φρόντισε να εφοδιάσει την τετραμελή ομάδα του με ασπίδες, δόρατα και κράνη, ξέχασε όμως την πόρτα της αποθήκης ανοιχτή. Βρήκε έτσι την ευκαιρία ο Μελάνθιος και πήρε κι αυτός δώδεκα αρματωσιές για τους μνηστήρες, και η σύγκρουση γενικεύτηκε.

Πλησίασε τότε τον Οδυσσέα η Αθηνά με τη μορφή του Μέντορα, τον ενθάρρυνε και πέταξε μετά σαν χελιδόνι στο δοκάρι της στέγης. Στους μνηστήρες έδινε θάρρος και εντολές ο Αγέλαος, η Αθηνά όμως φρόντιζε να αστοχούν οι επιθέσεις τους· κατάφεραν μόνο να τραυματίσουν εξώδερμα τον Τηλέμαχο και τον Εύμαιο. Αντίθετα, οι επιθέσεις της ομάδας του Οδυσσέα ευστοχούσαν όλες και σχεδόν τους αποτελείωσαν.

Ακολούθησαν τρεις σκηνές ικεσίας: Ο μάντης Ληώδης μάταια ικέτεψε τον Οδυσσέα να τον λυπηθεί. Οι ικεσίες όμως του Φήμιου και του Μέδοντα εισακούστηκαν.

Ο Οδυσσέας κάλεσε, έπειτα, την Ευρύκλεια που, μόλις είδε νεκρούς τους μνηστήρες, πήγε να αλαλάξει από χαρά, της έκοψε όμως εκείνος τη φόρα και της ζήτησε να απαριθμήσει τις πιστές και τις άπιστες δούλες. Κάλεσε, λοιπόν, τις δεύτερες (δώδεκα τον αριθμό) να βοηθήσουν στη μεταφορά των νεκρών στην αυλή και στον καθαρισμό της αίθουσας και έδωσε εντολή στον Τηλέμαχο να τις σκοτώσουν μετά, μαζί και τον Μελάνθιο. Τέλος, ο Οδυσσέας εξάγνισε το παλάτι από το φονικό με θειάφι και φωτιά και κάλεσε τις (τριάντα οχτώ) πιστές δούλες, που έσπευσαν χαρούμενες με δάδες αναμμένες και καλωσόρισαν τον αφέντη τους.

 

 

 

κάτοψη

 

Σχεδιάγραμμα του κεντρικού κτιρίου των ανακτόρων της Iθάκης (με βάση σχέδιο της H.L . Lorimer). A: H πίσω πόρτα του μεγάρου, που οδηγεί στις αποθήκες και σε θαλάμους (B). – Γ: O διάδρομος που από την πίσω πόρτα οδηγεί στον πρόδομο και στην αυλή. – Δ: Tο κατώφλι του μεγάρου, από όπου τοξεύει ο Oδυσσέας. – Θ: Tο κατώφλι που οδηγεί στα διαμερίσματα της Πηνελόπης και των υπηρετριών (E, Z, H· το Z, ιδιαίτερα, δείχνει την υπερυψωμένη κάμαρη της Πηνελόπης, το υπερώο).

ανάκτορο

Α2' ΚΕΙΜΕΝΟ Ο Οδυσσέας αποκαλύπτεται και επιτίθεται στους μνηστήρες: χ 1-446 (με ενδιάμεσες παραλείψεις)

Ο Οδυσσέας τοξεύει από το κατώφλι του μεγάρου

Μνηστηροφονία

Ο Οδυσσέας σκοτώνει τον Αντίνοο. Μνηστηροφονία Ζωγράφος της Πηνελόπης Μνηστηροφονία

Οπότε ο Οδυσσέας γυμνώθηκε, τα ράκη πέταξε,
πήδηξε πάνω στο πλατύ κατώφλι πολυμήχανος, στα χέρια του
κρατώντας δοξάρι και φαρέτρα, γεμάτη βέλη,
μπροστά στα πόδια του αδειάζει τις γοργές σαΐτες, ύστερα γύρισε
5 και λέει στους μνηστήρες:
«Τέλος, μ’ αυτό το ατέλεστο για σας αγώνισμα·
τώρα θα βάλω στόχο δεύτερο, που δεν τον έφτασε ποτέ άνθρωπος άλλος,
8-9 αν έχω τύχη και πετύχω, αν ο Απόλλωνας μου δώσει / τέτοια δόξα.»
10 Είπε και την πικρή σαΐτα σημαδεύοντας τη ρίχνει στον Αντίνοο πάνω,
την ώρα που άπλωνε το χέρι του να πιάσει την ωραία κούπα, [...]
19 κι εκείνος χτυπημένος έγειρε, του ξέφυγε η κούπα από το χέρι [...].
23 Τότε στην αίθουσα οι μνηστήρες βοή μεγάλη σήκωσαν, βλέποντας τον Αντίνοο
να πέφτει σκοτωμένος· αλλοπαρμένοι από τη θέση τους πετάχτηκαν,
25 στριφογυρίζοντας στην κάμαρη, κοιτάζοντας με μάτια ορθάνοιχτα
τριγύρω τους καλοχτισμένους τοίχους.
Αλλά δεν είδαν κάπου ένα σκουτάρι ή κάποιο δόρυ άλκιμο,
κι έτσι, με χολωμένα λόγια πήραν τον Οδυσσέα να βρίζουν:
«Ξένε, σφάλμα βαρύ που διάλεξες ανθρώπους να τοξεύσεις, αλλά
30 το κόλπο σου δεν θα πετύχει δεύτερη φορά·
τώρα σου μέλλεται αναπόφευκτος χαμός δικός σου,
γιατί θανάτωσες το πρώτο και καλύτερο από τα παλικάρια
της Ιθάκης – σίγουρα θα σε φαν κι εσένα εδώ οι γύπες.»
Έτσι παράλογα μιλούσαν, γιατί φαντάστηκαν πως άθελά του
35 ο Οδυσσέας τον σκότωσε – μωροί, που δεν κατάλαβαν πως πάνω
στο κεφάλι τους κρεμόταν κιόλας σ’ όλους η θηλιά του ολέθρου.

Ο Οδυσσέας απευθύνει κατηγορίες στους αναστατωμένους μνηστήρες

Ο Οδυσσέας όμως πολυμήχανος λοξά τούς κοίταξε κι άγρια τους αντιμίλησε:
«Σκυλιά, που λέγατε δεν θα γυρίσω πια στον τόπο μου, μετά
της Τροίας τον πόλεμο· γι’ αυτό ρημάζετε στο μεταξύ το βιος μου,
40 βάναυσα σέρνετε γυναίκες δούλες στο κρεβάτι σας, παντρολογήματα
γυρεύετε, ενόσω ακόμη ζω, με τη δική μου τη γυναίκα.
Δε φοβηθήκατε καν τους θεούς, που τον πλατύ ουρανό κατέχουν,
μήτε και των ανθρώπων τη μελλοντική, δίκαιη εκδίκηση. αρχ
Μα τώρα κρέμεται η θηλιά του ολέθρου πάνω στο κεφάλι σας.»
45 Ακούγοντας τα λόγια του εκείνοι χλώμιασαν, τους έπιασε φόβος και τρόμος,
κοίταζε ο καθένας από πού να φύγει, πώς θα μπορούσε να γλιτώσει
το κεφάλι του απ’ τον χαμό.

Ο Ευρύμαχος απολογούμενος ενοχοποιεί τον Αντίνοο και ζητεί συμβιβασμό


Μόνο ο Ευρύμαχος τόλμησε να μιλήσει λέγοντας:
«Αν είσαι ο ιθακήσιος που γύρισε στον τόπο του, αν είσαι ο Οδυσσέας,
50 ό,τι μας έσυρες και δίκαιο είναι και σωστό, για τα πολλά κι ατάσθαλα
που οι Αχαιοί έχουν πράξει, και μέσα στο παλάτι κι απέξω στα χωράφια.
Μα να που αυτός κείτεται πια νεκρός, ο Αντίνοος,
πρωταίτιος των πάντων· αυτός ευθύνεται για τα ανόσια έργα.
Όχι από πόθο βέβαια να παντρευτεί ή κάποια ανάγκη,
55 αλλά επειδή άλλα φρονούσε το μυαλό του, που ο γιος του Κρόνου όμως
δεν έστερξε να γίνουν· ήθελε ο ίδιος να ’ναι βασιλιάς στον τόπο
της καλόχτιστης Ιθάκης, ήθελε με καρτέρι να σκοτώσει και τον γιο σου.
Μα τώρα, όπως του ταίριαζε, εξοντώθηκε· αλλά κι εσύ
λυπήσου τον λαό σου. Όσο για μας, αυτά που μέσα στο παλάτι
60 φάγαμε κι ήπιαμε, θα τα ξοφλήσουμε, και με το παραπάνω·
καθένας από μας, μαζεύοντας κι απ’ τον λαό, θα φέρει ανταμοιβή
είκοσι βόδια, θ’ ανταποδώσει μάλαμα και χαλκό, ώσπου να μαλακώσει
η πέτρινη καρδιά σου – ως τότε δικαιούσαι να ’σαι χολωμένος.»

Ο Οδυσσέας αρνείται κάθε συμβιβασμό και τους καλεί σε αναμέτρηση


Μνηστηροφονία Μνηστηροφονία Μνηστηροφονία Oι μνηστήρες.

Τον κοίταξε ο Οδυσσέας λοξά και πολυμήχανος του μίλησε άγρια:
65 «Ευρύμαχε, κι αν όλα τα αποδώσετε τα πατρικά αγαθά μου,
όσα στο μεταξύ σφετεριστήκατε, κι αν βρείτε κι άλλα απ’ αλλού,  1
και πάλι αυτά τα χέρια δεν σταματούν μπροστά στο φονικό,
προτού πληρώσουν οι μνηστήρες όλοι την ξέφρενη ανομία τους.
Να το λοιπόν το δίλημμά σας: αντισταθείτε πολεμώντας ή
70 το βάζετε στα πόδια, αν κάποιος κατορθώσει
τον θάνατό του ν’ αποφύγει, την κακή του μοίρα – δεν το νομίζω ωστόσο
πως έστω κι ένας θα γλιτώσει από τον μαύρο όλεθρο.»
[Ο Ευρύμαχος κήρυξε τώρα αντεπίθεση με τα σπαθιά που διέθεταν όλοι τους.]
86 Είπε κι ευθύς το κοφτερό σπαθί του τράβηξε (χάλκινο,
αμφίστομο) κι όρμησε πάνω του άγρια κραυγάζοντας.
Πρόλαβε όμως ο Οδυσσέας θείος, έριξε, και τον βρήκε κατάστηθα η σαΐτα [...].
90 Του φεύγει από το χέρι τότε το σπαθί, τρεκλίζοντας διπλώθηκε
στην τάβλα, σκορπίζοντας δίδυμη κούπα και φαγιά στο πάτωμα· [...]
95 Τώρα αντιμέτωπος στον ένδοξο Οδυσσέα βγήκε μπροστά ο Αμφίνομος,
τραβώντας ξίφος κοφτερό, μήπως και κάνει πίσω εκείνος,
αφήνοντας την πόρτα ελεύθερη.
Πρόλαβε όμως ο Τηλέμαχος, έτρεξε πίσω του και με το χάλκινό του δόρυ
99-100 τον χτύπησε μεσοπλατίς· [...] / οπότε αυτός κάτω σωριάστηκε με βρόντο [...].
[Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές προμηθεύονται τώρα ασπίδες, δόρατα, περικεφαλαίες, και η σύγκρουση γενικεύεται, υπερέχει όμως η τετραμελής ομάδα του Οδυσσέα.]
325
[...] οι τέσσερις,
μέσα στην αίθουσα ορμώντας, χτυπούσαν τους μνηστήρες, δεξιά
ζερβά, κι άγριος βόγκος έβγαινε, συντρίβονταν κεφάλια,
το πάτωμα παντού πλημμύρισε αίμα.

Σκηνές ικεσίας: α. Η ικεσία του Ληώδη

Τότε ο Ληώδης τρέχοντας προσπέφτει στου Οδυσσέα τα γόνατα
330 και τον ικέτευε με λόγια που πετούσαν σαν πουλιά:
«Πέφτω στα γόνατά σου· έλεος, Οδυσσέα, σπλαχνίσου με.
Εγώ ποτέ δεν πείραξα σε τούτο το παλάτι καμιά γυναίκα,
ποτέ υβριστικά δεν φέρθηκα με λόγια κι έργα· αντίθετα
πολλές φορές δοκίμασα φρένο να βάλω στους μνηστήρες [...].
338 Εγώ ωστόσο, που μάντης ήμουν μόνο στις θυσίες, αθώος κινδυνεύω
να θανατωθώ, αφού δεν έχουν πια τα ευεργετήματα καμιάν ανταμοιβή.»
340 Άγρια και λοξά τον κοίταξε ο Οδυσσέας πανούργος: αρχ
«Αν λες πως μόνο μάντευες για των μνηστήρων τις θυσίες,
τότε γιατί τόσες φορές ευχήθηκες να μη χαρώ κι εγώ
μέρα γλυκιά του γυρισμού; γιατί μαζί τους γύρευες
γυναίκα σου να κάνεις τη γυναίκα μου, να της γεννήσεις και παιδιά;
345 Λοιπόν, δεν θ’ αποφύγεις τώρα τον φονικό σου θάνατο.» [...]

β. Η ικεσία του Φήμιου

Ο Οδυσσέας και ο Τηλέμαχος πλένονται μετά τη θανάτωση των μνηστήρων.

Ικεσία Ο ιερός θεσμός της ικεσίας

350 Και πάνω εκεί ο Φήμιος, του Τέρπιου γιος, ο αοιδός, πέτυχε
να ξεφύγει από τον μαύρο χάρο – αυτός που άθελά του
τραγουδούσε στους μνηστήρες. 2
Τώρα στα χέρια του κρατώντας τη γλυκόφθογγη κιθάρα,
όρθιος στήθηκε στο μεσοπόρτι, ενώ ο νους του μοιρασμένος
355 γύρευε τη λύση: έξω να βγει από το μέγαρο και να προσφύγει ικέτης
στον βωμό του Δία,  χτισμένο στον αυλόγυρο για τον μεγαλοδύναμο θεό, 3
όπου συχνά στο παρελθόν ο Οδυσσέας κι ο πατέρας του
έκαιγαν προς τιμήν του μεριά βοδίσια; ή να προσπέσει στου Οδυσσέα τα γόνατα,
να τον παρακαλέσει; Κι όπως το σκέφτηκε καλύτερα, αυτό του φάνηκε
360 ωφελιμότερο, του Οδυσσέα τα γόνατα ν’ αγγίξει [...]:
366 «Πέφτω, Οδυσσέα, στα γόνατα· έλεος και σπλαχνίσου με αρχ.
Βάρος θα το ’χεις στην καρδιά σου, αν θανατώσεις αοιδό –
εμένα, που θεούς κι ανθρώπους τραγουδώ κι ευφραίνω. [...]
370-71 [...] Αν θες, κι εδώ για χάρη σου / μπορώ να τραγουδήσω, σε βλέπω σαν θεό.
Γι’ αυτό κρατήσου, μη με σφάξεις με χαλκό. Μπορεί κι ο ακριβός σου γιος
να μαρτυρήσει, να σου το πει ο Τηλέμαχος, πως με το ζόρι κι άθελά μου
στα γλέντια των μνηστήρων τραγουδούσα· μ’ έσερναν με τη βία μέσα,
375 αυτοί που ήσαν περισσότεροι κι είχαν μεγάλη δύναμη.»
Τα λόγια του άκουσε ο γενναίος Τηλέμαχος,
γύρισε στον πατέρα του κι από κοντά τού μίλησε:
«Παρακαλώ κρατήσου, και μη χτυπάς έναν αθώο με το χάλκινο σπαθί σου.
Λέω να σώσουμε ακόμη και τον Μέδοντα, τον κήρυκα, που όσο εγώ ήμουν
380 παιδί ακόμη, πάντα με φρόντιζε στο σπίτι. [...]» αρχ

Η ικεσία του Μέδοντα

Μετά την Μνηστηροφονία
Ο Οδυσσέας μετά τη θανάτωση των μνηστήρων και των υπηρετών. Η μεταφορά των νεκρών μνηστήρων. Ο Οδυσσέας και ο Τηλέμαχος πλένονται μετά τη θανάτωση των μνηστήρων.

384 Τον λόγο του ο Μέδων άκουσε, στη σκέψη πάντα φρόνιμος.
385 Είχε στο μεταξύ κουρνιάσει κάτω από κάποιο κάθισμα,
κουκουλωμένος με βοδίσιο φρέσκο δέρμα, μήπως γλιτώσει
τον μαύρο χαλασμό του.
Εκείνην όμως τη στιγμή ξεμύτισε, πέταξε από πάνω του
το δέρμα του βοδιού, έτρεξε στον Τηλέμαχο,
390 γονατιστός πιάνει τα γόνατά του, και τον ικέτευε
με λόγια που πετούσαν σαν πουλιά:
«Τηλέμαχε, να με μπροστά σου ζωντανός. Κρατήσου εσύ και πες
και στον πατέρα σου το σώμα μου να μη χαλάσει με το χάλκινο σπαθί [...].»
397 Του χαμογέλασε μιλώντας ο Οδυσσέας πολύγνωμος:
«θάρρος, σ’ έσωσε τώρα αυτός και σε γλιτώνει.
Όμως να μάθεις μέσα σου κι εσύ και να το πεις στους άλλους·
400 έργα καλά βγαίνουν ανώτερα από την έμπρακτη κακία. αρχ
Μα τώρα βγείτε οι δυο σας έξω, μείνετε καθισμένοι στην αυλή,
μακριά απ’ αυτό το φονικό, εσύ κι ο φημισμένος αοιδός· [...].»
404 Τον άκουσαν κι υπάκουσαν, αμέσως βγήκαν έξω από την αίθουσα,
405 πήγαν και κάθισαν πλάι στον βωμό του Δία,
μεγαλοδύναμου προστάτη, ενώ το μάτι τους αλαφιασμένο
ολόγυρα κοιτούσε, γιατί κρατούσε ακόμη ο φόβος του θανάτου.
Στο μεταξύ κι ο Οδυσσέας στύλωνε παντού το βλέμμα του, μήπως και δει
κάποιον που ξέμεινε σώος ακόμη και κρυμμένος, μήπως γλιτώσει από τον θάνατο.
410 Τότε τους είδε όλους, πολλούς στο αίμα και στη σκόνη
βουτηγμένους, κάτω πεσμένους. Ωσάν τα ψάρια που οι ψαράδες
τα τραβούν στο κοίλο περιγιάλι με το πολύτρυπό τους δίχτυ,
έξω απ’ την αφρισμένη θάλασσα, κι αυτά, στην αμμουδιά χυμένα,
από τον πόθο σπαρταρούν για το θαλάσσιο κύμα,
415 ώσπου λαμπρός ο ήλιος πια τα θανατώνει· όμοιοι με ψάρια κι οι μνηστήρες,
χύμα κι αυτοί ένας πάνω στον άλλο σωριασμένοι. [...]

Η αντίδραση της Ευρύκλειας και η συμβουλή του Οδυσσέα

[Ο Οδυσσέας, αφού τελείωσε το έργο του, κάλεσε την Ευρύκλεια.]
434 Μόλις η παραμάνα αντίκρισε νεκρά τα σώματα να κολυμπούν
435-36 στο αίμα, πήγε να βγάλει ολολυγή, βλέποντας / το μεγάλο αυτό κατόρθωμα.
Ο Οδυσσέας όμως τη σταμάτησε, της έκοψε τη φόρα πριν ξεσπάσει [...]:
439 «Κράτησε τη χαρά σου μέσα σου, φυλάξου κι άσε τις κραυγές·
440 δεν είναι κιόλας όσιο, μπροστά σε σκοτωμένους να καυχιέσαι.
Αυτούς τους δάμασε μοίρα θεού, τιμώρησε τα ανόσια έργα τους αρχ,
αφού δεν έδειχναν καμιά τιμή για τον συνάνθρωπό τους,
τον ταπεινό ή και τον πιο σπουδαίο, όποιος τούς έπεφτε μπροστά.
Γι’ αυτό τους βρήκε θάνατος φριχτός, για τις φριχτές τους πράξεις.
445 Τώρα ωστόσο μέτρα μου του παλατιού τις δούλες,
πόσες και ποιες μας δείχνουν περιφρόνηση, πόσες αθώες έμειναν.»
[Aκολουθεί η τιμωρία και των άπιστων δούλων, ο εξαγνισμός του
παλατιού και το καλωσόρισμα του Oδυσσέα από τις πιστές δούλες.]

 

 

 

 


9. Oι μνηστήρες προσπαθούν να σωθούν.
Λεπτομέρεια αγγειογραφίας του 5ου αι. π.X.
(Bερολίνο, Aρχαιολογικό Mουσείο)

10. Oι μνηστήρες. Έργο του Γάλλου ζωγράφου Gustave Moreau, 1826-1898.
(Παρίσι, Mουσείο G. Moreau)

Περιγράψτε τις παραπάνω εικόνες. (Στην εικ. 10 μπροστά στις πύλες, όρθιος αριστερά, μόλις διακρίνεται ο Οδυσσέας.)

 

Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης ερωτήσεις Σταυρόλεξο Σταυρόλεξοερωτήσεις

 


 

1. (στ. 66) όσα στο μεταξύ σφετεριστήκατε: όσα στο μεταξύ οικειοποιηθήκατε / κάνατε δικά σας παράνομα.

2. (στ. 350-2) Για τον φημισμένο αοιδό Φήμιο, τον γιο του Τέρπιου (< τέρ-πω > τέρψις), ο ποιητής επιφυλάσσει τιμητική αντιμετώπιση ως φόρο τιμής στο αθάνατο δώρο της ποίησης, 353 κ.ε. (σε αντίθεση προς τον κωμικό ρόλο του κήρυκα Μέδοντα, 384 κ.ε., και τη σκληρότητα απέναντι στον ιερομάντη Ληώδη, 340-345).

3. (στ. 355-6) να προσφύγει ικέτης στον βωμό του Δία: Στην αυλή του παλατιού (και κάθε σπιτιού) υπήρχε βωμός του Δία, όπου προσφέρονταν θυσίες, εξασφάλιζε όμως και άσυλο όποιος κατέφευγε εκεί.

Ικεσία Ο ιερός θεσμός της ικεσίας

 

αρχή

 



 

bullet

«Όμως ο Αχιλλέας, αφού την πήρε τη ζωή του θείου Έκτορα, / τον έδεσε στο άρμα του και γύρω από τον τάφο του φίλου του / τον έσερνε» (Ιλιάδα, Ω 50-52, 8ος αι. π.Χ.)

bullet

«δεν είναι κιόλας όσιο, μπροστά σε σκοτωμένους να καυχιέσαι» (Οδύσσεια, χ440, 2-3 δεκαετίες αργότερα)

bullet

«ανέντιμο είναι να ονειδίζεις νεκρούς» (Αρχίλοχος, 7ος αι. π.Χ.)

bullet

τόν τεθνηκότα μή κακολογεῖν (Χίλων, 6ος αι. π.Χ.)

bullet

«είναι φοβερό να καυχιέται κανείς πάνω σε ανθρώπους που μόλις σκοτώθηκαν» (Κρατίνος, 5ος αι. π.Χ.)

bullet

ὁ ἀποθανών δεδικαίωται (Απ. Παύλος, Καινή Διαθήκη, Προς Ρωμαίους ζ, 7)

bullet

Και το δίκαιο του πολέμου στα νεότερα χρόνια επιβάλλει σεβασμό στους νεκρούς.

 

Πώς συμπεριφέρθηκε ο Aχιλλέας στον νεκρό Έκτορα, που σκότωσε τον φίλο του Πάτροκλο, και ποια στάση επιβάλλουν απέναντι στους νεκρούς τα άλλα αποσπάσματα; Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί η διαφορά;

 

 

αρχή

 


 

  1. Ποιες κατηγορίες βαρύνουν τους μνηστήρες; (με βάση τους στίχους 38-43 και 52-57)

  2. Πώς χαρακτηρίζεται ο Eυρύμαχος από την απάντησή του στον Oδυσσέα; (στ. 49-63) Eίναι σύμφωνος ο λόγος του αυτός με το γνωστό μας ήθος του;

  3. Σχολιάστε το επιχείρημα με το οποίο απέρριψε ο Oδυσσέας την πλούσια αποζημίωση που του πρότεινε ο Eυρύμαχος (στ. 65-68).

Ο Αχιλλέας απορρίπτει τα δώρα του Αγαμέμνονα Όμηρος, «Ιλιάδα» Ι 378-387: Ο Αχιλλέας απορρίπτει τα δώρα του Αγαμέμνονα [πηγή: Ομηρικά Έπη: Ιλιάδα Β΄ Γυμνασίου]

  1. Για ποιους λόγους σώθηκαν ο αοιδός Φήμιος και ο κήρυκας Mέδοντας; (βλ. τους στ. 350-400)

  2. Ποια στάση κράτησε ο Oδυσσέας απέναντι στο κατόρθωμά του; (στ. 439-444). Nα συγκρίνετε τη στάση του αυτή με τη στάση του απέναντι στον τυφλωμένο Kύκλωπα (ι 527-584).

 

αρχή

 



 

Στην Oδύσσεια ισχύει, ως γνωστόν, η ηθική αρχή: (θεϊκή) προειδοποίηση – μη συμμόρφωση – τιμωρία. Nα δείξετε (σε μια παράγραφο 3-4 γραμμών) πώς η αρχή αυτή εφαρμόζεται στην περίπτωση των μνηστήρων:

 

αρχή

 



 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

 

1. Οι φάσεις του φονικού

α. O Οδυσσέας τοξεύει εναντίον των μνηστήρων από το κατώφλι και σκοτώνει πρώτον τον Aντίνοο – τον μόνο που δεν κατάλαβε από ποιον σκοτώθηκε· οι άλλοι, ανίδεοι ακόμη, τον απειλούσαν. Όταν κατάλαβαν, καθώς δεν βρήκαν όπλα, του επιτέθηκαν με τα ατομικά τους ξίφη – όπλα άχρηστα απέναντι σε τοξότη που κατέχει στρατηγική θέση· βρήκαν έτσι τον θάνατο ο Eυρύμαχος κι ο Aμφίνομος (1-100/<1-94>).

β. Τα βέλη όμως του Oδυσσέα τελείωναν· εφοδιάστηκε τότε η ομάδα του με ασπίδες, δόρατα και κράνη, αλλά και αρκετοί μνηστήρες. Σχηματίστηκαν έτσι δύο μέτωπα ένοπλων αντιπάλων με αβέβαιη έκβαση και η σύγκρουση πήρε μορφή μάχης επικής, η εύνοια όμως της Αθηνάς στον Oδυσσέα κατέστησε άτρωτη σχεδόν την ομάδα του, ενώ η έχθρα της για τους μνηστήρες συνετέλεσε στην εξολόθρευσή τους. H φάση αυτή συμπληρώθηκε με τρεις ικεσίες, την ατελέσφορη του Ληώδη (329/<310> κ.ε.) και τις σωτήριες του Φήμιου και του Mέδοντα (350/<330> κ.ε.), και έκλεισε με τη φρικτή παρομοίωση των στ. 410-6/<383-9>.

γ. H τρίτη φάση, ως επίλογος του φονικού, επέχει θέση κάθαρσης, κυριολεκτικής και μεταφορικής, συμπλέκεται όμως και με τον θάνατο των αναίσχυντων υπηρετριών, που δεν σέβονταν την Πηνελόπη και διατηρούσαν ερωτικές σχέσεις με τους μνηστήρες, καθώς και του συνεργάτη των μνηστήρων, του Mελάνθιου.

Τον καθαρισμό του χώρου από τα πτώματα ανέλαβαν ο Τηλέμαχος και ο Εύμαιος βοηθούμενοι από τις άπιστες δούλες, ενώ την απολύμανση και τον εξαγνισμό του παλατιού ανέλαβε ο ίδιος ο Οδυσσέας.

→ H μνηστηροφονία λοιπόν, μια ιδιότυπη «αριστεία» που συνδυάζει την μῆτιν με την πολεμική αρετή του πολυμήχανου, έλαβε τέλος. Με τον τελευταίο αυτό άθλο του ο Οδυσσέας έγινε πάλι κύριος του σπιτιού του, όχι όμως ακόμη και του λαού του.

 

2. H αιτιολόγηση του φονικού (με βάση τους στ. 37-63/<34-59>, 340-5/<320-5>, 434-46/<407-18>).

O Οδυσσέας κατηγόρησε στους μνηστήρες για τις εις βάρος του αδικίες, που συνεπάγονται θάνατο:

• για χρόνια κατέτρωγαν την περιουσία του·

• κοιμούνταν με τις δούλες του·

• διεκδικούσαν τη γυναίκα του και την εξουσία, χωρίς να έχει διαπιστωθεί ο θάνατός του·

• σχεδίαζαν τη δολοφονία του γιου του·

• δεν φοβήθηκαν καν τους θεούς ούτε τη δίκαιη εκδίκηση των ανθρώπων, που ήρθε η ώρα της.

 

Στον Oδυσσέα απάντησε ο Eυρύμαχος, με το γνωστό κολακευτικό αλλά και αχρείο τώρα ήθος του: δεν αρνήθηκε τις κατηγορίες, ενοχοποίησε όμως τον νεκρό Aντίνοο ως πρωταίτιο και μόνο υπεύθυνο και ζήτησε έλεος για τους υπόλοιπους, υποσχόμενος πλούσια υλική αποζημίωση (49-63/<45-59>). Αλλά ο Οδυσσέας αρνήθηκε κάθε συμβιβασμό, παρόλο που καθόλου δεν περιφρονούσε τα υλικά αγαθά, και τους κάλεσε σε αναμέτρηση (64-72/<60-7>), ως υποχρεωμένος, σύμφωνα με τις περί δικαίου απαιτήσεις της εποχής, να πάρει εκδίκηση για τις αδικίες που του έγιναν (αυτοδικία). Δεν χάρηκε, ωστόσο, για το κατόρθωμά του, όπως προκύπτει από τον λόγο του προς την Ευρύκλεια που, μόλις αντίκρισε νεκρούς τους μνηστήρες, πήγε να αλαλάξει από χαρά· εκείνος αισθάνθηκε εντολοδόχος των θεών και όργανο της μοίρας των μνηστήρων, της συνημμένης με «τα ανόσια έργα τους», για να αποδοθεί δικαιοσύνη (434-44/<407-16>).

 

3. Eικόνες που εντυπωσιάζουν για την καθαρότητα και για τον ρεαλισμό τους:

• οι στιγμές που πέφτουν νεκροί ο Aντίνοος (10-19/<8-18>) και ο Eυρύμαχος (86-91/<79-86>) 11 ·

• η σχεδόν κωμική εικόνα του Mέδοντα καθώς βγαίνει από την κρυψώνα του (385-90/<362-6>) – το επεισόδιο αυτό αμβλύνει κάπως την ένταση που προηγήθηκε·

• το εξεταστικό βλέμμα του Oδυσσέα και η εικόνα των σωριασμένων πτωμάτων, που ενισχύεται με την εκπληκτική παρομοίωση των ψαριών μέσα στο δίχτυ (408-16/<381-9>)·

• το καλωσόρισμα του Oδυσσέα από τις (38) πιστές δούλες (όσο φαίνεται στην περίληψη) – «μια όμορφη σκηνή ως επίλογος μετά τη βαναυσότητα της προηγούμενης δράσης»

 

4. Ανακεφαλαίωση της εκδίκησης

• H εκδίκηση άρχισε να μεθοδεύεται συστηματικά με τις συμβουλές και τις επεμβάσεις της Αθηνάς κατά τη συνάντησή της με τον Oδυσσέα στη ραψωδία ν (420/<372> κ.ε.)·

• συνεχίστηκε ως ανίχνευση της κατάστασης από τον Oδυσσέα στις ραψωδίες ξ και ο·

• σχεδιάστηκε από τον Oδυσσέα και τον Tηλέμαχο στη ραψωδία π (259/<233> κ.ε.)·

• το σχέδιο, με παραλλαγές και συμπληρώσεις στην πορεία, τέθηκε σε εφαρμογή στις ραψωδίες ρ, σ, τ,υ, για να ολοκληρωθεί ως προετοιμασία στη φ και να εκτελεστεί στη χ με απόλυτη επιτυχία, χάρη στην μῆτιν και στη γενναιότητα του πολυμήχανου, πέρα από τη θεϊκή συμπαράσταση, που επιβεβαιώνει απλώς ότι οι θεοί –και το δίκαιο– είναι με το μέρος του Oδυσσέα.

 

5. Hθικοθρησκευτική δικαίωση της μνηστηροφονίας

O ποιητής φρόντισε εξαρχής να εντάξει το πολύνεκρο φονικό στο ηθικοθρησκευτικό σύστημα που όρισε ο ίδιος ο Δίας στο πρώτο συμβούλιο των θεών (α 36-51/<32-43>): (θεϊκή) προειδοποίηση (σε όποιον αδικεί, να αλλάξει συμπεριφορά) – μη συμμόρφωση – τιμωρία· σύστημα που «μεταφέρει το κέντρο βάρους της ανθρώπινης δυστυχίας από τους αθανάτους στους θνητούς» (Mαρωνίτης 5, σ. 269, Γ΄). Ειδικότερα:

• Οι προειδοποιήσεις των μνηστήρων για τα ανόσια έργα τους άρχισαν με τον ενθαρρυμένο από την Αθηνά Τηλέμαχο στις ραψωδίες α (415/<372> κ.ε.) και β (<45> κ.ε.) και συνεχίστηκαν με διοσημίες, μαντείες, και άλλες ενδείξεις, που πλήθυναν από τη στιγμή που ο «ζητιάνος» έφτασε στο παλάτι, με κορυφαία την ενοραματική πρόβλεψη του μάντη Θεοκλύμενου (υ 379/<350> κ.ε.).

• Oι μνηστήρες όμως όχι μόνο δεν συμμορφώθηκαν, αλλά με τις ενέργειές τους επιβάρυναν όλο και περισσότερο τη θέση τους: Τον Τηλέμαχο στη συνέλευση τον αποπήραν, για τις διοσημίες αδιαφόρησαν, τους μάντεις τούς περιφρόνησαν και τους ειρωνεύτηκαν και, από το απλό φαγοπότι στην αρχή, άφησαν εξελικτικά να διαφανεί η «αρπακτική διάθεση, που τους καθιστά σφετεριστές ξένης περιουσίας, ξένης γυναίκας, ξένης αρχής – προσώπων και πραγμάτων δηλαδή που δεν τους ανήκουν και παρά ταύτα τα ορέγονται, προσβάλλοντας τη Δίκη, θεϊκή και ανθρώπινη». Πρόσθεσαν δε στην άλλη καταχρηστική συμπεριφορά τους και την επανειλημμένη φονική τους πρόθεση εις βάρος του Τηλέμαχου· και δεν έλειψε η φονική απειλή τους ακόμη και εις βάρος του Oδυσσέα (β <246-51>)· έγιναν έτσι επανειλημμένα υβριστές.

• H τιμωρία τους, επομένως, προκύπτει ως φυσικό επακόλουθο της όλης υβριστικής συμπεριφοράς τους (που συμπαρασύρει και όσους ήταν με το μέρος τους)· γιατί την ύβρη οι ομηρικοί θεοί δεν τη συγχωρούν, πράγμα που επιβεβαιώνει και η κάλυψη που προσφέρουν στους τιμωρούς, με άμεση συχνά υπόδειξη και συμπαράσταση, με διοσημίες κτλ.

→ Έτσι η μνηστηροφονία παρουσιάζεται ως έργο όχι τόσο εκδίκησης όσο δικαιοσύνης, για να αποκατασταθεί η τάξη εκεί όπου είχε διασαλευτεί· κι ο ποιητής, παράλληλα με τον νόστο, προετοίμαζε από την αρχή τον ακροατή, με τις πολλές και ποικίλες σχετικές προσημάνσεις, όχι μόνο να τη δεχτεί αλλά και να την απαιτήσει.

 

Αποσπάσματα από τη σχετική βιβλιογραφία / αρθογραφία

 

1. Το «μέγαρο» ως χώρος της μνηστηροφονίας

«Αν για το άθλημα της τοξοθεσίας και της τοξοβολίας το παλάτι της Ιθάκης φαίνεται στενόχωρο και άβολο (τέτοια αθλήματα πραγματοποιούνται κατά κανόνα σε υπαίθριο, δημόσιο χώρο), για τη μνηστηροφονία το σπίτι του Οδυσσέα αποδεικνύεται όχι μόνο ασφυκτικό, αλλά και εντελώς ανοίκειο. Γιατί κάθε σπίτι εξ ορισμού προορίζεται ως στέγη προστασίας, τόσο για τους αφέντες του όσο και για τους επισκέπτες. Παρά ταύτα το βασιλικό παλάτι της Ιθάκης, με τον βωμό του Ερκείου Διός στην αυλή του, προορισμένο να αυτοπροστατεύεται και να προστατεύει, μετατρέπεται εδώ σε φονικό χώρο- αφού στο μεταξύ, με την εισβολή των μνηστήρων, έχουν καταπατηθεί και η αρχή της νόμιμης κυριότητάς του και η αρχή της εθιμικής φιλοξενίας.

H καταπάτηση της κυριότητας ελέγχεται από το γεγονός ότι οι μνηστήρες υποδύονται στη συγκεκριμένη περίπτωση τους αφέντες του σπιτιού, παραγκωνίζοντας λίγο πολύ την Πηνελόπη και τον Τηλέμαχο, και αγνοώντας εντελώς τον απόντα Οδυσσέα. Κάτι περισσότερο: ενώ οφείλουν, ως καταχρηστικοί έστω κύριοι του σπιτιού, να παίξουν σωστά τον ρόλο του ξενιστή, αντιμετωπίζουν τον ρακένδυτο ξένο (ο οποίος συμβαίνει να είναι ο πραγματικός κύριος του σπιτιού, αποδεδειγμένα μάλιστα φιλόξενος) με αφιλόξενη βαναυσότητα. Με τους όρους όμως αυτούς το βασιλικό παλάτι της Ιθάκης έχει αλλάξει προορισμό και ρόλο. H μνηστηροφονία επομένως αποκαθιστά καταρχήν τη νόμιμη λειτουργία του σπιτιού, ως χώρου αυτοπροστασίας των κυρίων του και προστασίας των ξενιζομένων. Αυτός είναι κατά τη γνώμη μου ο αποχρών λόγος που ο ποιητής της Οδύσσειας επιλέγει το εσωτερικό του βασιλικού παλατιού, ειδικότερα τη μεγάλη του αίθουσα, για να σκηνοθετήσει τη μνηστηροφονία- αδιαφορώντας αν ο χώρος αυτός προσφέρεται για την εκτέλεση μιας φονικής πράξης, η οποία εξελίσσεται σε πολεμικού τύπου σύγκρουση.» (Μαρωνίτης 5, σσ. 274-5, Γ').

 

2. Η προετοιμασία του ακροατή για το φρικτό έργο της μνηστηροφονίας

«Ο ποιητής μάς είχε ετοιμάσει γι' αυτό από το α κιόλας. Έργο του ήταν να ωριμάσει με την πορεία του μύθου στην ψυχή των ακροατών την αίσθηση ότι οι μνηστήρες είναι ένοχοι θανάτου τόσο έντονα, ώστε ο φόνος τους να γίνει ηθική απαίτηση πρώτα, ψυχική ικανοποίηση έπειτα. Την ψυχική αυτή πορεία ο ποιητής την ευόδωσε με συνέπεια: Αφού έθεσε την τιμωρία των μνηστήρων ως αίτημα της ηθικής αρχής που διεκήρυξε ο Δίας στο α, την προμήνυσε με οιωνούς, που αρχίζουν από το β και πυκνώνουν προς το τέλος, και την αιτιολόγησε δίνοντας τους μνηστήρες να προχωρούν από το απλό γλέντι της αρχής στην αποθράσυνση, στην απόπειρα δολοφονίας του Τηλέμαχου, στη βεβήλωση του σπιτιού του Οδυσσέα και στην προσπάθεια στο τέλος να σκοτώσουν τον ίδιο.» (Κομνηνού, σσ. 245-6, Γ' - βλ. και: Ζαμάρου, σ. 193, Γ' - Ζερβού 2, σσ. 195-6, Β')

 

αρ

 



 

χ, 1-88 Στιγμιότυπα από τη Μνηστηροφονία

 

Η ενότητα χ 1-88 στο πλαίσιο της Οδύσσειας

 

Η αντίστροφη μέτρηση για τους Μνηστήρες είχε ξεκινήσει ουσιαστικά από το τέλος της ραψωδίας τ («Νίπτρα»), όταν η Πηνελόπη εξήγγειλε τον αγώνα του τόξου, επεισόδιο που εκδιπλώνεται στη ραψωδία φ («Τόξου θέσις»). Στη ραψωδία υ που μεσολαβεί («Τὰ πρὸ τῆς μνηστηροφονίας») οιωνός εμποδίζει τους μνηστήρες να δολοφονήσουν τον Τηλέμαχο, ενώ η προκλητική τους συμπεριφορά κατά τη διάρκεια του συμποσίου προοιωνίζεται την τελική τους καταστροφή.

 

Η σύνδεση ανάμεσα στην καταστροφή των Μνηστήρων και τη συμπεριφορά τους στο συμπόσιο (συμπεριφορά τυπική του βίου και της πολιτείας τους καθ’ όλη τη διάρκεια της καταχρηστικής τους παρουσίας στο παλάτι του Οδυσσέα) υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι την ώρα που πέφτουν νεκροί ο Αντίνοος και ο Ευρύμαχος στο χ συμπαρασύρουν μαζί τους τα τραπέζια και τα φαγητά, ενώ από τα χέρια τους πέφτει το κύπελλο που κρατούσαν. Η έλλειψη κοσμιότητας στο συμπόσιο είναι και αυτή δείγμα ανθρώπου που δεν γνωρίζει να σέβεται τους κανόνες του πολιτισμένου βίου. Ως τέτοια η διαγωγή αυτή ανήκει στην ίδια κατηγορία αντικοινωνικών και κατ’ επέκταση ασεβών συμπεριφορών, όπως οι προσβολές κατά του ικέτη και του ξένου.

 

Ιλιαδικοί απόηχοι

 

Στην ενότητα που μας απασχολεί εκτυλίσσεται μάχη ιλιαδικού τύπου, παραλλαγμένη φυσικά, καθώς διεξάγεται στο στενό πλαίσιο του μεγάρου. Στη μάχη κυριαρχεί η μορφή του Οδυσσέα, του οποίου ο τελικός θρίαμβος αποτελεί ἀριστείαν ανάλογη, αλλά όχι πανομοιότυπη, με τις αριστείες της Ιλιάδος.

 

Σχεδόν μόνος του ο Οδυσσέας εξολοθρεύει τους μνηστήρες. Η μάχη θυμίζει Ιλιάδα με την ψυχρή της βιαιότητα και τον ωμό ρεαλισμό των περιγραφών της. Προσέξτε πόσο αμείλικτα περιγράφεται η σκηνή του θανάτου του Αντινόου: η ακίδα του βέλους διαπερνά το ἁπαλόν του σβέρκο, το αίμα ξεπηδά σαν πίδακας από τα ρουθούνια του· πέφτοντας παρασύρει το τραπέζι και σκορπίζει στο έδαφος τα φαγητά που κρατούσε στα χέρια του κι αυτά βάφονται στο αίμα! (15-20).

 

Ο Οδυσσέας, βεβαίως, χρησιμοποιεί τεχνικές μάχης χαρακτηριστικές του δικού του, ιδιότυπου ηρωικού προφίλ: τον δόλο (κατόπιν μακρού και μεθοδικού σχεδιασμού εγκλείει τα θύματά του σε περιορισμένο χώρο, χωρίς περιθώριο διαφυγής και χωρίς μέσα άμυνας), την παραπλάνηση (ακόμη και την ώρα που σημαδεύει τον Αντίνοο ρίχνει στάχτη στα μάτια των Μνηστήρων) και τον αιφνιδιασμό (ειδικά στον φόνο του Αντινόου, τον οποίο καταλαμβάνει εξαπίνης, την ώρα που αυτός ετοιμαζόταν να φέρει στα χείλη του μια κούπα με κρασί). O λογότυπος πολύμητις Ὀδυσσεύς αποκτά εδώ για μια ακόμη φορά ουσιαστική σημασία —απόδειξη ότι στα χέρια των μεγάλων επικών ποιητών ακόμη και τα στερεοτυπικά συστατικά του επικού ύφους τίθενται στην υπηρεσία του ποιητικού νοήματος.

 

Η Μνηστηροφονία αποτελεί το κύκνειο άσμα του «ιλιαδικού» Οδυσσέα. Το όλο επεισόδιο όμως, παρά τους ιλιαδικούς του αποήχους, έχει αποχρώσεις πολύ διαφορετικές. Στη ραψωδία απονέμεται πια δικαιοσύνη· οι μνηστήρες λαμβάνουν τα επίχειρα των πράξεών τους, καθώς κατά τη διάρκεια της απουσίας του Οδυσσέα καταβρόχθισαν το βιος του, βίασαν τις δούλες του και ενώ αυτός ήταν ακόμη ζωντανός επιχείρησαν να οικειοποιηθούν τη γυναίκα του. Δεν φοβήθηκαν ούτε θεούς ούτε ανθρώπους (36-40). Οι πράξεις τους συνιστούν ὑπερβασίην (64), υπέρβαση του μέτρου, δηλαδή ὕβριν, που δεν μπορεί παρά να επιφέρει τη νέμεσιν. Ο Οδυσσέας εξολοθρεύει τους Μνηστήρες χωρίς έλεος, όχι όμως με το τυφλό μένος ενός ιλιαδικού εκδικητή (όπως, π.χ., ο Αχιλλέας μετά τον θάνατο του Πατρόκλου) αλλά με την ιερή οργή του οργάνου της θεϊκής τιμωρίας.Ειδικά οι σκηνές του Φήμιου και του Μέδοντα παρακάτω (χ 330-389) αναδεικνύουν ένα Οδυσσέα ευσεβή και μεγαλόψυχο απέναντι στους αθώους (ή έστω τους λιγότερο υπόλογους).

 

Η αιματοχυσία στο χ της Οδύσσειας, συνεπώς, μπορεί να φαίνεται ιλιαδική, στην ουσία της όμως αποπνέει ένα νέο, καθαρά οδυσσειακό αέρα, μια καινούρια αίσθηση τάξης και Δίκης.

 

Τα θέματα της δικαιοσύνης και της διασάλευσης του οίκου

 

Δύο βασικά θέματα της Οδύσσειας, λοιπόν, θίγονται ξανά στην ενότητα αυτή: το θέμα της αποκατάστασης της δικαιοσύνης, που προαναγγέλθηκε στο άλφα (με αναφορά τότε στους Συντρόφους του Οδυσσέα και τον Αίγισθο) και συντελείται πια με τη μνηστηροφονία, και το θέμα της διασάλευσης του οίκου. Τα δύο θέματα διαπλέκονται σε όλη τη ραψωδία χ έτσι, ώστε το δεύτερο (η διασάλευση του οίκου) να προβάλλει ξεκάθαρα ως η αιτία του πρώτου (της τιμωρίας των μνηστήρων): Οι Μνηστήρες τιμορούνται επειδή ρήμαξαν τον οἶκον του Οδυσσέα.

 

Στον ομηρικό κόσμο οι θεοί γεύονται την αιωνιότητα της δόξας και την ανωτερότητα της αθανασίας τους. Στη ζωή των θνητών όλα είναι εφήμερα και εξαρτώμενα από το χρόνο και τις αλλαγές της τύχης. Το μόνο στοιχείο που διασφαλίζει τη συνέχεια και τη μονιμότητα, που παρέχει σταθερότητα στην ανθρώπινη ζωή είναι ο οίκος. Εκεί κάθε άνθρωπος βρίσκει σταθερό σημείο αναφοράς, ποιότητα ζωής, πεποίθηση μονιμότητας, η οποία κληρονομείται στα μέλη του οίκου. Ο οίκος δημιουργεί μέσα από τη συνέχειά του αίσθηση αιωνιότητας ανάλογης ως ένα βαθμό με αυτή που βιώνουν οι θεοί.

 

Μέσα στο πλαίσιο αυτό αποκτά τεράστια βαρύτητα ο θεσμός της φιλοξενίας. Στον άγνωστο ξένο που επισκέπτεται τον οίκο προσφέρεται όχι απλώς στέγη, αλλά σταθερότητα, ένα μόνιμο στοιχείο ταυτότητας, που επιβεβαιώνεται μέσα από τους δεσμούς φιλίας που δημιουργούνται. Οι δεσμοί αυτοί, όπως και ο οίκος, κληροδοτούνται επίσης στους απογόνους.

 

Την αξία και τη σπουδαιότητα του οίκου στηρίζουν και οι θεοί. Είναι ενδιαφέρον, για παράδειγμα, ότι η βοήθεια της Αθηνάς προς τον Οδυσσέα αυξάνεται όσο πλησιάζει η επιστροφή του και όσο προβάλλει πια η προοπτική της αποκατάστασης του οίκου. Όταν όμως ο Οδυσσέας βγαίνει από τον οίκο και πρόκειται να συγκρουστεί με τους κατοίκους της Ιθάκης (ραψωδία ω), η Αθηνά δεν είναι πια ανοικτά με το μέρος του, αλλά παρεμβαίνει μάλλον για να διευθετήσει τη συνεννόηση ανάμεσα στα δύο μέρη. Οι θεοί προστατεύουν τον οίκο και όσα συνδέονται με αυτόν, όπως φυσικά και τον θεσμό της φιλοξενίας, για τον οποίο φροντίζουν συχνά-πυκνά να ελέγχουν τους ανθρώπους. Είναι αυτονόητο ότι όσοι παραβιάζουν την τάξη του οίκου, όσοι ανατρέπουν τους κανόνες της φιλοξενίας, όπως δηλαδή οι Μνηστήρες, είναι εχθροί των θεών και βρίσκονται αντιμέτωποι με την τιμωρία τους.

 

Οι Μνηστήρες όφειλαν να αναγνωρίσουν το δικαίωμα του Οδυσσέα στον οίκο του, έστω κι αν αυτός απουσίαζε, έστω κι αν άφησε νόμιμο διάδοχο που δεν ήταν αρκετά ισχυρός. Όφειλαν να αναγνωρίσουν, δηλαδή, τα δικαιώματα του Τηλεμάχου στον θρόνο. Αντ’ αυτού, όχι μόνο τον υπονομεύουν, αλλά και συνωμοτούν, για να σκοτώσουν τον νόμιμο διάδοχο του Οδυσσέα. Καταστρέφουν παράλληλα τον οίκο, διασπαθίζοντας τα περιουσιακά του στοιχεία (βλ. 35-40) και περιφρονώντας όλους τους κανόνες της φιλοξενίας, όπως δείχνει και η συμπεριφορά τους προς τον ζητιάνο-Οδυσσέα. Η διαγωγή τους, όπως προείπαμε, ιδιαίτερα στη γιορτή που προηγείται, παραβιάζει όλα τα θέσμια· γίνονται έκνομοι στα μάτια θεών και ανθρώπων, συμπεριφέρονται σαν θηρία. Όταν ο Οδυσσέας τους προσφωνεί έτσι (ὦ κύνες, χ 35) δεν εκδηλώνει απλώς το πάθος του απέναντί τους· αποδίδει μεταφορικά όλη τη συμπεριφορά τους απέναντι στον οίκο του και κατ᾽ επέκταση απέναντι στην κοινωνία και τους θεούς.

 

Γιατί οι μνηστήρες δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τον Οδυσσέα;

 

Αυτό που ξαφνιάζει στην υπό εξέταση ενότητα είναι η αδυναμία των Μνηστήρων να αναγνωρίσουν τον Οδυσσέα. Ακόμη και όταν ο Αντίνοος πέφτει νεκρός, οι Μνηστήρες δεν δείχνουν να αντιλαμβάνονται ότι ο άντρας απέναντί τους είναι ο Οδυσσέας. Θεωρούν πως ο φόνος έγινε κατά λάθος και οικτίρουν τον ζητιάνο για το λάθος που έκανε (27-30). Η απάντηση του Οδυσσέα (35-41), σαφώς πιο αποκαλυπτική από τον προηγούμενο λόγο του, προκαλεί χλωρὸν δέος (42) στους Μνηστήρες, δεν οδηγεί όμως σε άμεση αναγνώρισή του. Ο Ευρύμαχος που παίρνει τον λόγο αντιμετωπίζει ως υπόθεση την επιστροφή του Οδυσσέα (εἰ μὲν δὴ Ὀδυσσεὺς εἰλήλουθας..., 45) και όταν ο Οδυσσέας απορρίπτει την πρότασή του, χρησιμοποιεί τη φράση ἀνὴρ ὅδε, απομακρύνοντας και πάλι τους Μνηστήρες από την αναγνώριση του Οδυσσέα. Ουσιαστικά οι Μνηστήρες αναγνωρίζουν τον Οδυσσέα μετά τον θάνατό τους, όπως φαίνεται από τα λόγια του Αμφιμέδοντα στον Αγαμέμνονα (ω 149-150).

 

Πού οφείλεται όμως αυτή η αδυναμία των Μνηστήρων; Είναι απλώς η αδυναμία των ανθρώπων να αντιληφθούν το σχέδιο των θεών (πᾶσιν ὀλέθρου πείρατ᾽ ἐφῆπτο, 33); Είναι η θεϊκή βοήθεια που προσφέρεται στον Οδυσσέα μέσα από τη μεταμόρφωσή του σε ζητιάνο, η οποία καθιστά την παρουσία του στην Ιθάκη οιονεί θεϊκή επιφάνεια και δυσκολεύει τους Μνηστήρες να τον αναγνωρίσουν; Είναι αλήθεια ότι οι θνητοί δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τους θεούς, ειδικά όταν εκείνοι δεν το θέλουν. Συνήθως η αδυναμία αυτή έχει μοιραία αποτελέσματα (π.χ. η εξαπάτηση του Έκτορα από την Αθηνά στην Ιλιάδα οδηγεί στη θανάτωσή του από τον Αχιλλέα). Οι Μνηστήρες φαίνονται θύματα του σχεδίου που έχουν εξυφάνει εις βάρος τους οι θεοί. Θα έπρεπε όμως να γνωρίζουν, όπως όλοι οι άνθρωποι οφείλουν να γνωρίζουν, ότι πέρα από το θεϊκό σχέδιο υπάρχει ένα ανθρώπινο δίκτυο κοινωνικών σχέσεων και υποχρεώσεων, ο οίκος και ο θεσμός της φιλοξενίας, το οποίο στηρίζεται από τους θεούς. Όσοι συμμορφώνονται, δεν χρειάζεται να ανησυχούν για τα σχέδια των θεών.

 

Η αδυναμία ή η ανικανότητα των μνηστήρων να αναγνωρίσουν τον Οδυσσέα συνιστά εμφατική ποιητική υποδήλωση της άρνησής τους να αναγνωρίσουν τα νόμιμα δικαιώματα του Οδυσσέα στον οίκο του. Η άρνηση αυτή δεν αφορά μόνο στο παρελθόν, όταν αυτός απουσίαζε, αλλά και στο παρόν, στην παρουσία του. Είναι ενδιαφέρον ότι η αποκατάσταση της δικαιοσύνης και της τάξης συντελείται μέσα στον οίκο, δηλαδή ακριβώς στον χώρο όπου ο ιδιοκτήτης έχει, δικαιούται να έχει, αδιαφιλονίκητη υπεροχή και ο οποίος όμως έχει μιανθεί από τους Μνηστήρες. Την παραβίαση της νομιμότητας του οίκου τονίζει έντονα ο Οδυσσέας (35-41) κάνοντας αναφορές και στον ρόλο των θεών και στην τιμωρία που αυτή επιφέρει (νέμεσις).).

 

Η συλλογική τιμωρία των Μνηστήρων

 

Οι Μνηστήρες τιμωρούνται ομαδικά και θανατώνονται άπαντες. Όταν ο Ευρύμαχος ρίχνει όλη την ευθύνη στον νεκρό Αντίνοο, αποκαλύπτει από τη μια τον υποκριτικό χαρακτήρα του, δείχνει ίσως όμως και ότι δεν είχαν όλοι οι Μνηστήρες ίσο μερίδιο ευθύνης, δεν είχαν όλοι την ίδια συμπεριφορά (παράδειγμα, ο Αμφίνομος, στ. 119-157). Αν και αυτό μπορεί να είναι αλήθεια, η συλλογική τιμωρία τους έχει σχέση με την παράνομη θέση τους μέσα στον οίκο και την παράλειψή τους να αναγνωρίσουν τα δικαιώματα του Οδυσσέα, ανεξαρτήτως αν κάποιοι από αυτούς ήταν πιο ἀτάσθαλοι από άλλους. Κατά κάποιο τρόπο οι Μνηστήρες έχουν την τύχη των συντρόφων του Οδυσσέα, οι οποίοι, επίσης νήπιοι, όπως θυμόμαστε, σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο (α 7-8).

 

Κατά τον Marks (2008), o Οδυσσέας αρνούμενος την προσφορά του Ευρύμαχου για διευθέτηση της διαφοράς οδηγείται αναπόφευκτα σε σύγκρουση με τις οικογένειες των Μνηστήρων. Το αίμα θα πρέπει να πληρωθεί με αίμα. Προοικονομείται έτσι η σύγκρουση που θα γίνει στη ραψωδία ω. Ο ίδιος μελετητής επισημαίνει ταυτόχρονα ότι ο Ευρύμαχος, αποδίδοντας την ευθύνη στον νεκρό Αντίνοο, ζητά από τον Οδυσσέα να λυπηθεί τον λαό του. Στην ουσία εξομοιώνει τους Μνηστήρες με τον δήμο και επιχειρεί να μετατοπίσει την ατομική ευθύνη των Μνηστήρων στο συλλογικό σώμα του δήμου. Η πρόταση του Ευρύμαχου για προσφορά αποζημίωσης, παρά τον άτιμο χαρακτήρα της, συνιστά πραγματική επιλογή για τον Οδυσσέα. Θα δεχτεί ο Οδυσσέας κάτι τέτοιο οδηγώντας σε άλλη κατεύθυνση την Οδύσσεια; Ο αφηγητής εντείνει την αγωνία. Βέβαια ο Οδυσσέας απορρίπτει την πρόταση και λειτουργεί με τρόπο που θυμίζει την Ορέστεια του Αισχύλου. Στόχος του Ορέστη είναι η τίσις και όχι η διαλλαγή με τον Αίγισθο. Αντίστοιχος είναι κι εδώ ο στόχος του Οδυσσέα.

 

Στο πλαίσιο αυτό της άτεγκτης εκδίκησης πρέπει να δούμε τη σκηνή του θανάτου του Αντίνοου και του Ευρύμαχου. Οι προεξάρχοντες στη γιορτή που προηγήθηκε και κορυφαίοι των Μνηστήρων θανατώνονται πρώτοι και θανατώνονται χωρίς κανένα απολύτως δισταγμό, συμβιβασμό ή υποχώρηση. Η γιορτή μετατρέπεται σε γιορτή θανάτου. Η περιγραφή της πτώσης του Αντίνοου, όπως και του Ευρύμαχου, πέρα από τη βιαιότητα του θανάτου, εστιάζει στα στοιχεία εκείνα που σηματοδοτούν την παραβίαση της νομιμότητας του οίκου (τα τραπέζια, το κρασί και το κρέας που οικειοποιήθηκαν οι μνηστήρες, γενικότερα η αμφισβήτηση του ίδιου του οίκου), ακριβώς για να τονίσει το δίκαιο της τιμωρίας.

 

Δεν υπάρχει χώρος για έλεος προς τον Ευρύμαχο και τους ομοίους του, αν και παρακάτω στη ραψωδία ο Οδυσσέας θα χαρίσει τη ζωή στον αοιδό Φήμιο και τον κήρυκα Μέδοντα —μετά από παραίνεση, κι έχει σημασία η λεπτομέρεια αυτή, του Τηλεμάχου. Η σωτηρία των δύο, αντίθετα με την ανηλεή σφαγή των υπολοίπων (ας θυμηθούμε ότι εκτελούνται χωρίς οίκτο ακόμη και οι δούλες που τους εξυπηρετούσαν!), είναι εξόχως συμβολική στην Οδύσσεια. Αφενός, συνιστά μία ακόμη ένδειξη της αναβάθμισης του Τηλεμάχου, ο οποίος δικαιούται πια να στέκεται δίπλα από τον πατέρα του ως έγκυρος συμβουλάτορας. Δηλώνει όμως και την ευσέβεια του Οδυσσέα. Ο Φήμιος ειδικά προσπίπτει στον Οδυσσέα ως ικέτης και η ικεσία δημιουργεί ισχυρή θρησκευτική υποχρέωση· ως ἀοιδός ο Φήμιος συνιστά επίσης σύμβολο μιας τάξης θεϊκής, αυτής ακριβώς της τάξης την οποία οι Μνηστήρες διασάλευσαν και την οποία η τιμωρία τους αποκαθιστά. Ο Μέδων, τέλος, σώζεται επειδή οι πράξεις του ήταν αγαθές (ο Τηλέμαχος του είναι ευγνώμων για τη φροντίδα που εκείνος του είχε παράσχει όταν ήταν παιδί). Το ηθικό απόσταγμα της Μνηστηροφονίας καταγράφεται στον στίχο 374: ζήσε, Μέδοντα, του λέει ο Οδυσσέας, για να διαλαλείς ὡς κακοεργίης εὐεργεσίη μέγ’ ἀμείνων.

 

Ειδικότερα σημεία που αξίζουν την προσοχή μας

 

Προσέξτε την τέχνη του οδυσσειακού ποιητή, η οποία απογειώνεται στην ελάχιστη λεπτομέρεια. Η κούπα του Αντίνοου δεν περιγράφεται (στ. 9-11) μόνο ως «ωραία» (καλόν) και «χρυσή» (χρυσή), αλλά και ως κούπα «με δυο χειρολαβές» (ἄμφωτον, 10). Ποια είναι η σημασία αυτής της περιγραφής; Ο Αντίνοος χρησιμοποιεί και τα δυο του χέρια για να φέρει στο στόμα του την κούπα· άρα δεν έχει ελεύθερο χέρι· άρα σκοτώνεται πλήρως αιφνιδιασμένος και παντελώς ανυπεράσπιστος! Εκεί όμως που η λεπτομέρεια αυτή ρίχνει σκιές στον ηρωισμό του Οδυσσέα, ο ποιητής τον αποκαθιστά: ο Αντίνοος δεν υποψιαζόταν τον κίνδυνο, διότι «ποιος θα τολμούσε μόνος του, κι ας ήταν μεγάλο παλληκάρι», να τον απειλήσει ενώπιον τόσων συνδαιτυμόνων (12-14); Απόδειξη του πόσο συνειδητή είναι εδώ η επιλογή των λέξεων είναι το γεγονός ότι το ἄμφωτον είναι ἅπαξ λεγόμενον. Ο ποιητής της Οδύσσειας χρησιμοποιεί κατά κανόνα τη λογοτυπική επική γλώσσα, έστω και αν στα χέρια του το επικό ύφος δεν είναι ποτέ «απολιθωμένο». Όταν όμως παρατηρούμε αποκλίσεις από τις συνήθεις γλωσσικές επιλογές, τότε μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι βρισκόμαστε ενώπιον ποιητικής πινελιάς που αξίζει να προσεχθεί ιδιαιτέρως.

 

Παρόμοια περίπτωση ασυνήθους υφολογικής επιλογής είναι και ο τρόπος με τον οποίο δηλώνεται ο απόλυτος αιφνιδιασμός του Αντινόου στους στ. 12-14. Όπως σημειώνουν οι Russo, Fernandez-Galiano & Heubeck (2009, ad 12-14), «οι ρητορικές ερωτήσεις στις οποίες αναμένεται αρνητική απάντηση είναι πολύ σπάνιες στην ομηρική αφήγηση». Τέτοιου είδους σπάνια υφολογικά στοιχεία λειτουργούν στο έπος ως μηχανισμοί υπογράμμισης και έμφασης της σημασίας μιας σκηνής. (Θυμηθείτε και τις παρομοιώσεις: πρόκειται για το πλέον προβεβλημένο μη στερεοτυπικό στοιχείο στο επικό ύφος, η λειτουργία του οποίου είναι ακριβώς εμφατική).

 

Παραλλαγή του συνήθους λογοτύπου παρατηρείται επίσης στη φράση θάνατόν τε κακὸν καὶ κῆρα μέλαιναν (14), επίσης στο πλαίσιο της περιγραφής της αποσβολωμένης αντίδρασης του Αντινόου στην επίθεση του Οδυσσέα. Η συνήθης φόρμουλα, που απαντά τέσσερις φορές στην Οδύσσεια, είναι θάνατον καὶ κῆρα μέλαιναν: ο οδυσσειακός ποιητής προσθέτει εδώ το επίθετο κακός, το οποίο στο έπος δεν σημαίνει μόνο «άσχημος, κατώτερης κοινωνικής τάξης» κτλ, αλλά συχνά έχει τη σημασία «δειλός, άνανδρος, αναξιοπρεπής, ανέντιμος». Ένα επίθετο, κακός, μια απλή λέξη, κουβαλεί όλο το ηθικό χρώμα του δίκαιου θανάτου που η μοίρα επιφυλάσσει στον δειλό, άνανδρο, ανέντιμο και αναξιοπρεπή αρχηγό των Μνηστήρων. Οι μαθητές μας πρέπει να μάθουν από μικροί να προσέχουν τέτοιες λεπτές, αριστουργηματικές ποιητικές τροπές!

 

Τέτοια σημεία «φορτισμένης» σημασιολογικά απόκλισης από τον τύπο υπάρχουν και άλλα ουκ ολίγα στη Μνηστηροφονία. Ο προσεκτικός αναγνώστης του έπους (είναι γεγονός ότι τέτοιες συνδέσεις γίνονται δύσκολα στην προφορική επιτέλεση) θα παρατηρήσει ότι ο στ. 16, ἀντικρὺ δ’ ἁπαλοῖο δι’ αὐχένος ἤλυθ’ ἀκωκή, είναι ο ίδιος με αυτόν που περιγράφει τον θάνατο του Έκτορα στο Χ 327 της Ιλιάδας. Σε ακριβώς αντίστοιχο σημείο λοιπόν στα δύο μεγάλα έπη περιγράφονται με πανομοιότυπους στίχους δύο τόσο διαφορετικοί θάνατοι τόσο διαφορετικοί!

 

Πιο εύκολη είναι η επισήμανση του ακόλουθου σημείου. Το ουσιαστικό ἀκωκή, που απαντά αρκετές φορές στην Ἰλιάδα, αναφέρεται σχεδόν πάντα «στη βαριά αιχμή του δόρατος» (Russo, Fernandez-Galiano & Heubeck 2009, ad 16). Εδώ όμως αναφέρεται στην ακίδα του βέλους. Το δόρυ προϋποθέτει κατά πρόσωπον αντιπαράθεση μεταξύ ηρώων «ιλιαδικού» τύπου. Το τόξο όμως ταιριάζει περισσότερο στον «ασύμμετρο» τρόπο με τον οποίο προτιμά κατά κανόνα να μάχεται ο Οδυσσέας (από την αρχαϊκή περίοδο και εντεύθεν, με την καθιέρωση της οπλιτικής φάλαγγας, το τόξο συνδέεται στο φαντασιακό των Ελλήνων ακόμη στενότερα με την πανουργία και τον δόλο στη μάχη). Το να μην πεθάνει όμως έντιμα σε ισότιμη μονομαχία, αλλά να χτυπηθεί ξαφνικά, από μακριά, αιφνιδιασμένος εν μέσω κραιπάλης είναι ο θάνατος που ταιριάζει στον Αντίνοο. Δεν μειώνεται ο Οδυσσέας με την επιλογή αυτή, απλά εξευτελίζεται ακόμη περισσότερο ο αντίπαλός του.

 

 

αρ