Αρχαία ελληνική μυθολογία

Μειξογενή Όντα-Θεοί και Δαίμονες

ΠΡΙΑΠΟΣ ΚΑΙ ΠΡΙΗΠΟΣ (φαλλική θεότητα)





 

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25

Σύμφωνα με τον Στράβωνα, ο Πρίαπος ανήκει στην πολύ νεότερη γενιά των θεών –ο Ησίοδος δεν τον αναφέρει– και λατρευόταν κυρίως, και πρωτίστως, από τους Λαμψακηνούς, οι οποίοι τον θεωρούσαν γιο του Διόνυσου και της Αφροδίτης (Παυσ. 9.31.2). Από αυτούς διαδόθηκε η λατρεία του και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Για τη γέννησή του λέγονταν τα εξής:

Η Αφροδίτη ενώθηκε με τον Διόνυσο στη Λάμψακο. Τον καιρό που ο Διόνυσος έλειπε στην Ινδία για να την κατακτήσει, η θεά κοιμήθηκε με τον Άδωνη. Όταν ο Διόνυσος επέστρεψε, η Αφροδίτη τον προϋπάντησε ως νικητή και τον στεφάνωσε· ύστερα επέστρεψε μόνη στη Λάμψακο. Από φθόνο για την ωραία θεά και για τον κεφάτο θεό η Ήρα της εμφανίστηκε μεταμφιεσμένη σε γριά μαμή την ώρα που την έπιασαν οι ωδίνες του τοκετού και με το χέρι της ψηλάφισε την κοιλιά με μαγεμένο χέρι. Έτσι, γεννήθηκε βρέφος κακόπλαστο, δυσειδές, περισσόσαρκον, δηλαδή με γλώσσα και γαστέρα μεγάλη και με αιδοίο μεγαλύτερο από όλο του το σώμα. Από ντροπή η θεά για το μωρό της και φοβούμενη το γέλιο των θεών, το εγκατέλειψε εκεί ή το έριξε σε όρος κοντά στην πόλη. Στο σημείο εκείνο θεμελιώθηκε αργότερα η πόλη Απαρνίδα, γιατί η θεά απαρνήθηκε το μωρό· μεταγενέστερα η πόλη μετονομάσθηκε σε Αβαρνίδα (Σουίδα, Πρίαπος). [Εικ. 1, 2]

Παραλλαγή του μύθου θέλει τον Δία να ερωτεύεται τη θεά μετά την επιστροφή της από την Αιθιοπία. Η Ήρα, με τη σκέψη ότι θα μπορούσε να γεννηθεί παιδί με το κάλλος της μητέρας του και τις αρετές του πατέρα του και ότι αυτό θα έπαιρνε την εξουσία και όχι τα παιδιά της, ενήργησε με τον παραπάνω τρόπο. Όπως και να έχει η ιστορία, το παιδί που εκτέθηκε το βρήκε βοσκός, το πήρε στο σπίτι του και το μεγάλωσε η γυναίκα του. Και αυτή και οι άλλες γυναίκες έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση για τον Πρίαπο, γι’ αυτό και οι άνδρες τον εξεδίωξαν. Όμως αρρώστια έπληξε τα γεννητικά τους όργανα και ρώτησαν το μαντείο της Δωδώνης τι θα μπορούσαν να κάνουν για να θεραπευτούν. Ο χρησμός επέτασσε να επιστρέψει ο Πρίαπος στην πόλη, να του κτίσουν ναό και να του αφιερώσουν άγαλμα και να τον τιμήσουν ως θεό έφορο των αμπέλων, των κήπων, των λιμένων και των πλεούμενων που βρίσκονταν σε κίνδυνο. Έτσι και έγινε. Μάλιστα οι Λαμψακηνοί έκτισαν και πόλη που την ονόμασαν Πρίαπον (νότια παράλια της Προποντίδας, ΒΑ των εκβολών του Γρανικού). Κατά άλλους την πόλη την έκτισαν οι Μιλήσιοι ή οι Κυζικηνοί. [Εικ. 3, 4, 5, 6, 7]

Ενίοτε ο Πρίαπος ταυτίζεται με τον Διόνυσο (Σουίδα) ή εξομοιώνεται με τον Ερμαφρόδιτο, ενώ μοιάζει στα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες με τους αττικούς θεούς Ορθάνη, Κονίσαλο, Τύχωνα (Στράβ. 13.1.12) [Εικ. 8]. Θεωρείται, επίσης, ως η θεοποίηση από την Ίσιδα του ανδρισμού του Όσιρη. Η απεικονισή του ως νέου με το μόριον μέγα καὶ ἐντεταμένον εξηγεί και το γεγονός ότι πατέρας του θεωρείται και ο Ερμής (από την Αφροδίτη ή τη Χιόνη), γνωστός για την ιθυφαλλία του. Από τη φύση του, ο Πρίαπος είναι θεός της γονιμότητας, προστάτης και φύλακας των αγροτικών ζώων, των φρουτοπαραγωγών φυτών, των κήπων, των αμπέλων, των λειμώνων, των αγροτικών κτισμάτων, των ποιμνίων, του πολλαπλασιασμού των ιχθύων και των κυψελών και των ανδρικών γεννητικών οργάνων. Ο Πρίαπος, εκφράζοντας συλλήβδην την παραγωγική ενέργεια της φύσης, έπληττε τη στειρότητα της γης και των κτηνών και απομάκρυνε όλες τις ολέθριες επιδράσεις, τιμωρούσε τους δημιουργούς της βασκανίας και τους κλέφτες, εξασφάλιζε την ασφάλεια των δασών και αγρυπνούσε μαζί με τις Νύμφες για την καθαρότητα των πηγών. Αυτονόητα, λοιπόν, τα αγάλματά του τοποθετούνταν στο μέσο των κήπων, των δενδρώνων και των αμπέλων (Διόδ. Σ. 4.6).

Τον φαντάζονταν και τον παρίσταναν δύσμορφο και χοντροκομμένο μεσόκοπο χωριάτη, με γένια και μαλλιά απεριποίητα, κάπου κάπου με κέρατα κριαριού, πάντα με υπερφυσικό γεννητικό μόριο, έτοιμο για ερωτικά κυνηγητά και για αναπαραγωγή αλλά και για να τιμωρήσει τον αμφισβητία των ικανοτήτων και της δύναμής του. Ο Βιργίλιος στα Γεωργικά του αναφέρει ότι τα είδωλα του θεού τα κατασκεύαζαν από κορμό δέντρου πελεκημένου χονδροειδώς, εντός του οποίου τοποθετούσαν χοντρό ερυθρωπό πάσσαλο που έφερε στο χέρι ξύλινο δρεπάνι και στο κεφάλι καλάμι που το έστρεφε ο άνεμος· τα είδωλα αυτά λειτουργούσαν και ως σκιάχτρα εκφοβίζοντας τα πουλιά (Βιργ., Γεωργ. 4.111). Οι Λαμψακηνοί, πάλι, κατασκεύαζαν το άγαλμά του τετράγωνο και άχειρο (όπως του Ερμή στις στήλες), με στεφάνι δάφνης γύρω από τον λαιμό και τρίβωνα στο σώμα (παλιό πανωφόρι, φθαρμένο, με τρύπες), το γεννητικό μόριο ακάλυπτο, στο πλάι δρεπάνι, καλάθι με καρπούς, κεφαλή όνου, και την επιγραφή Ἰθυφάλλῳ Κορυνηφόρῳ (=ροπαλοφόρος). Αλλού βρέθηκε αγαλμάτιο με δέμα φαλλών στους ώμους και τα χέρια και με την επιγρφή Τῷ τῆς γενέσεως Ποιμένι· αλλού με κεφάλι πτηνού και αιδοίο ανδρός και την επιγραφή Σωτὴρ Κόσμου. Αργότερα, και κάτω από την επίδραση αλεξανδρινού γλύπτη, εμφανίζεται όρθιος, με αραιή γενειάδα, στο κεφάλι λεπτό ένδυμα σαν γυναίκα, με μακριά ανατολική εσθήτα ανασηκωμένη μπροστά και γεμάτη από άνθη και καρπούς, ενώ αποκαλύπτεται από κάτω το διακριτικό γνώρισμα του θεού. Άλλοτε η εσθήτα πέφτει μέχρι τα πόδια και ο πριαπισμός φανερώνεται από τις πτυχές του ενδύματος ή από την περιέργεια παιδιών που ανασηκώνουν το ένδυμα. Και λεγόταν ότι το ρούχο αυτό ήταν πορφυρό και πολύ όμορφο και ότι το είχε φτιάξει η Αφροδίτη για να τιμήσει την ομορφιά της ή για να κρύψει την ασχήμια του γιου της. Τα αγάλματα του Πρίαπου με την ιθυφαλλία τους, δηλωτική της γεννητικής του δύναμης εγγυούνταν μιαν άφθονη σοδειά, ενώ στηνόταν και πάνω σε τύμβους σαν επιβεβαίωση γενικά της ζωής, ανεξάρτητα από τους επιμέρους θανάτους. [Εικ. 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20]

Στην ερωτική του δράση συγκαταλέγεται η προσπάθειά του να βιάσει την Εστία κατά τη γιορτή της Κυβέλης αλλά και τη Λωτίδα [Εικ. 21] που αρνιόταν πεισματικά την αγάπη του. Συχνά εκείνος την καταδίωκε αλλά η κόρη του ξεγλιστρούσε. Μια νύχτα ο ανήσυχος θεός κατάφερε να την πλησιάσει, ενώ εκείνη κοιμόταν ανάμεσα σε Μαινάδες, στην ομάδα των οποίων ανήκε και ο ίδιος ο Πρίαπος, συνοδός και αυτός του Διόνυσου, όπως και οι Μαινάδες. Πίστευε ότι θα την αιφνιδιάσει μέσα στον ύπνο της, όμως το γαϊδούρι του Σιληνού τις ξύπνησε με τα γκαρίσματά του. Η κόρη κατάφερε να ξεφύγει και πάλι, ενώ το πάθημα του σαστισμένου θεού προκάλεσε το γέλιο των αυτοπτών μαρτύρων της ματαιωμένης επίθεσης. Αργότερα, η Λωτίς ζήτσε να μεταμορφωθεί και έγινε θάμνος με κόκκινα λουλούδια, που τον ονόμασαν λωτό (είναι άραγε η τζιτζιφιά;).

Σε γιορτή του Διόνυσου και σε συμπόσιο των θεών ήρθε σε σύγκρουση με όνο, προικισμένο με ανθρώπινη φωνή, για το μέγεθος των αιδοίων τους. Όταν φάνηκε ότι το ζώο υστερούσε ή, κατά άλλη εκδοχή, υπερτερούσε, ο Πρίαπος το σκότωσε και ο Διόνυσος, από συμπάθεια για το ζώο, το έκανε αστερισμό. Άλλοι μυθολογούν ότι ο Πρίαπος σκότωσε τον γάιδαρο, γιατί με το γκάρισμά του του χάλασε τη «δουλειά» με τη Λωτίδα.

Ο Πρίαπος ήταν πολύ πιο δημοφιλής στη Ρωμαϊκή μυθολογία. Συλλογή με περίπου 95 ποιήματα και επιγράμματα για τον ζωηρό θεό Πρίαπο έχει σωθεί στο βιβλίο Πριάπεια. [Εικ. 22, 23, 24, 25]

Συνόψιση:

Πρίαπος, θεὸς τῶν κήπων καὶ ἀμπελώνων καὶ καθόλου τῶν ἀγρών καὶ τοῦ ἀγροτικοῦ βίου, οὗ ἡ λατρεία ἔλαβεν ἀρχήν ἐν μεταγενεστέροις χρόνοις ἐν Λαμψάκῳ καὶ ἐξετάθη καθ’ ἅπασαν τὴν Ἑλλάδα. Περιγράφεται ὡς υἱὸς τοῦ Ἑρμοῦ καὶ τῆς Ἀφροδίτης· καὶ παρίστατο διὰ προχείρως εἰργασμένου ξοάνου χρησιμεύοντος ὡς ὁρίου τῶν ἀγρῶν κεχρωματισμένου δὲ δι’ ἐρυθροῦ χρώματος καὶ φέροντος ἐν τῇ χειρί ρόπαλον ἤ κλαδευτήριον ἔχοντος δὲ μέγα γεννητικόν μόριον ὡς σύμβολον τῆς γεννητικῆς δυνάμεως τῆς φύσεως· [...] καὶ πληθ. Πρίηποι, ὡς τὸ Σάτυροι. (Liddell – Scott – Κων/δου)


Σχετικά λήμματα

ΑΔΩΝΗΣδεσμός, ΑΦΡΟΔΙΤΗ, ΕΡΜΗΣ, ΗΡΑ, ΟΡΘΑΝΗΣ, ΚΟΝΙΣΑΛΟΣ, ΛΩΤΙΔΑδεσμός, ΣΕΙΛΗΝΟΣ, ΤΥΧΩΝΑΣ