Μπορεί όμως να παρουσιαστεί και σε άλλα σημεία, όπως νύχια, στόμα, κόλπο, πρωκτό, οφθαλμούς, μήνιγγες εγκεφάλου. Αν και λιγότερο συχνό από τους άλλους καρκίνους δέρματος, το μελάνωμα είναι επιθετικό, δύναται να δώσει μεταστάσεις σχεδόν σε κάθε όργανο (κυρίως εγκέφαλο), μπορεί να υποτροπιάσει και ευθύνεται για το 75% των θανάτων που σχετίζονται με καρκίνο δέρματος. Η εντόπιση είναι συχνότερη στον κορμό στους άνδρες και στα κάτω άκρα στις γυναίκες. Το 30% αναπτύσσεται σε προϋπάρχοντες σπίλους, ενώ το υπόλοιπο 70% ως νέα βλάβη.
Παγκοσμίως αναφέρονται ετησίως 160.000 νέα περιστατικά μελανώματος, 48000 θάνατοι εξαιτίας του, με τους αριθμούς αυτούς, δυστυχώς, συνεχώς να αυξάνονται. Σύμφωνα με την Αμερικάνικη Δερματολογική Εταιρεία (AAD), το μελάνωμα αποτελεί τον 2ο σε συχνότητα καρκίνο σε γυναίκες ηλικίας 20-29 ετών και τον 6ο πιο θανατηφόρο, υπεύθυνο για το 4% των θανάτων που προκαλούνται από όλους τους καρκίνους.
Υπολογίζεται ότι στην Αμερική, 1 στα 39 άτομα θα αναπτύξει μελάνωμα κάποια στιγμή της ζωής του, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 1 στα 150 και 1 στα 600 το 1985 και το 1965, αντίστοιχα. Στην Ελλάδα, η επίπτωση της νόσου είναι 4-5 περιστατικά ανά 100.000 άτομα ανά έτος, τα επιδημιολογικά όμως στοιχεία είναι περιορισμένα, προέρχονται από αρχεία καταγραφής νοσοκομειακών κέντρων και δεν αποτυπώνεται έγκυρα η πραγματική εικόνα στον γενικό πληθυσμό. Ο κυριότερος περιβαλλοντικός παράγοντας κινδύνου είναι η ηλιακή ακτινοβολία, η ένταση της οποίας είναι αυξημένη 11πμ-4μμ και σε υψόμετρο, ενώ τα σύννεφα και το όζον στην ατμόσφαιρα προσφέρουν προστασία.
Η διακεκομμένη έκθεση στον ήλιο (δηλαδή μόνο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού) και η αθροιστική του δράση σε συνδυασμό με τον τύπο του δέρματος παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση μελανώματος. Άτομα υψηλού κινδύνου θεωρούνται εκείνα με ανοιχτόχρωμο δέρμα που δεν μαυρίζουν εύκολα, αλλά εμφανίζουν έγκαυμα μετά από ελάχιστη έκθεση στον ήλιο, άτομα με κόκκινα μαλλιά ή ξανθά μαλλιά με γαλανά μάτια, η παρουσία φακίδων, πολλαπλών άτυπων σπίλων, το ιστορικό επώδυνων εγκαυμάτων κατά την παιδική ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό μελανώματος, ο χρόνιος ερεθισμός των σπίλων, η ανοσοκαταστολή, κ.α. Στην πρόσφατη διεθνή βιβλιογραφία υποστηρίζεται η γενετική προδιάθεση μελανώματος, λόγω μεταλλαγμένων γονιδίων, ενώ αναφέρεται αυξημένη επίπτωση σε ασθενείς με νόσο Parkinson, συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό.
Έχει διαπιστωθεί ότι η χρήση τεχνητών πηγών μαυρίσματος (solarium) ευθύνεται για την αύξηση έως και 64% στην επίπτωση του μελανώματος, κυρίως σε γυναίκες ηλικίας μικρότερης των 39 ετών, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), το 2009, ανέβασε το αντίστοιχο ποσοστό σε 75% σε άτομα μικρότερα των 30 ετών. Η νομοθεσία στην Αγγλία, Ουαλία και Σκωτία απαγορεύει την χρήση των τεχνητών πηγών μαυρίσματος σε ηλικίες μικρότερες των 18 ενώ επιβάλλει την ενημέρωση των ενδιαφερομένων για τους πιθανούς κινδύνους, από εξειδικευμένο προσωπικό.
Η επαγρύπνηση, η περιορισμένη ηλιακή έκθεση (αποφυγή 11πμ-4μμ), η τακτική χρήση αντηλιακού, ο προληπτικός έλεγχος αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο στην έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του μελανώματος. Η τακτική παρακολούθηση από τα ίδια τα άτομα για μεταβολές των σπίλων τους, η εντόπιση βλαβών με διαφορετικά χαρακτηριστικά από τους υπόλοιπους σπίλους ("Ugly Duckling Sign"), σε συνδυασμό με τον μνημονοτεχνικό κανόνα ABCDE (ασυμμετρία, ανώμαλα όρια, ποικιλοχρωμία, διάμετρος μεγαλύτερη των 6 χιλ, αύξηση διαστάσεων, δημιουργία επάρματος) βοηθά στην έγκαιρη επίσκεψη του ασθενούς στον δερματολόγο, την τεκμηρίωση της διάγνωσης με πιθανή βιοψία και την περαιτέρω εξειδικευμένη αντιμετώπιση με χειρουργική αφαίρεση ή/και συνδυασμό με άλλη θεραπεία.
Προκοπία Ε. Βέρρα Δερματολόγος ? Αφροδισιολόγος
Μετεκπαιδευθείσα στο Harvard Medical School, USA
Massachusetts General Hospital, Boston, USA
Επιστημονικός Συνεργάτης Νοσ. « Α. Συγγρός»
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών