Διευρύνεται το «ψηφιακό χάσμα» ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ε.Ε., του Ματθαίου Τσιμιτάκη (22/09/2013)

Διευρύνεται το «ψηφιακό χάσμα» ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ε.Ε.

Του Ματθαιου Τσιμιτακη

Στη συζήτηση για το πρόγραμμα του νέου Λυκείου ξεσπάθωσαν υπέρμαχοι και πολέμιοι του μαθήματος των θρησκευτικών, καλύπτοντας άλλες αδυναμίες του εκπαιδευτικού μας συστήματος, όπως είναι για παράδειγμα η χρήση της πληροφορικής και των νέων τεχνολογιών, η υποβάθμιση των οποίων αποτελεί σημάδι οπισθοδρόμησης. To στερεότυπο θέλει τις νεότερες γενιές να είναι εξοικειωμένες με τις νέες τεχνολογίες, περισσότερο από τους μεγαλύτερους. «Παίζουν τους υπολογιστές στα δάκτυλα» περηφανεύονται οι -συνήθως όχι και τόσο εξοικειωμένοι- γονείς.

Η αισιοδοξία αυτή όμως έχει περιορισμένη βάση, αφού μια σειρά από ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία δείχνουν ότι το «ψηφιακό χάσμα» διευρύνεται. Ως «ψηφιακό χάσμα» ορίζεται η απόσταση που χωρίζει τις κοινωνικές ομάδες που έχουν πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες από εκείνες που δεν έχουν και τους τεχνολογικά καταρτισμένους από τους ψηφιακά αναλφάβητους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ψηφιακού θεματολογίου της Ε.Ε., το οποίο αντλεί στοιχεία από τη Eurostat, η Ελλάδα υπολείπεται σταθερά από τον μέσο όρο στην Ευρώπη, τόσο σε ό,τι αφορά τη διείσδυση των νέων τεχνολογιών και του Διαδικτύου σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όσο και στο κομμάτι της ανάπτυξης ψηφιακών δεξιοτήτων.

Ετσι, ενώ ο μέσος όρος των πολιτών της Ευρώπης των «27» χρησιμοποιεί τακτικά το Διαδίκτυο σε ποσοστό 70%, στην Ελλάδα περιορίζεται στο 50%. Οι Ελληνες που θεωρείται ότι διαθέτουν ικανοποιητικές δεξιότητες, οι οποίες δεν περιορίζονται στην κατανάλωση περιεχομένου online, υπολογίζονταν στο 22% των πολιτών κατά το 2011, έναντι 40% στον μέσο όρο της Ε.Ε, σύμφωνα με σχετική έρευνα του Παρατηρητηρίου για την ψηφιακή Ελλάδα. Οι «δεξιότητες» είναι ένας ποιοτικός δείκτης, ο οποίος μετράει την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και της χρήσης των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση. Χαρακτηριστικό ακόμα του χάσματος που χωρίζει την Ελλάδα από την Ε.Ε., είναι πως το 42% των Ελλήνων το 2012 δεν είχε χρησιμοποιήσει ποτέ το Διαδίκτυο, έναντι του 22%, μόλις, των υπολοίπων Ευρωπαίων.

Η ανησυχία ότι μπορεί να οπισθοδρομεί η χώρα περαιτέρω στη χρήση των νέων τεχνολογιών ήρθε στην επιφάνεια με την απόπειρα αλλαγής του προγράμματος του Λυκείου και την κατάργηση της πληροφορικής από τις τελευταίες τάξεις. «Σε αυτές, τα παιδιά κάνουν έξι ώρες την εβδομάδα χημεία και δίνουν εξετάσεις στο τέλος της χρονιάς. Πρόκειται για μια σπουδαία επιστήμη, αλλά σε πόσες σχολές χρειάζεται πραγματικά και σε πόσες η πληροφορική» αναρωτιέται ο Νίκος Κατσάλης, πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Πληροφορικών. «Δεν υπάρχει επιστήμη πλέον στην οποία να μη διδάσκονται υπολογιστές οι φοιτητές. Κι όμως εδώ τους καταργούμε» συνεχίζει ο ίδιος.

Το παράπονο δεν είναι αδικαιολόγητο. Ακόμα και πριν από την αλλαγή του προγράμματος του Λυκείου, το ψηφιακό θεματολόγιο κατέγραφε σαφή υποχώρηση της χρήσης υπολογιστών από καθηγητές και μαθητές εντός και εκτός της σχολικής αίθουσας, στην Ελλάδα. Σύμφωνα με σχετική διευρωπαϊκή έρευνα, το 2006 ένα ποσοστό 20% καθηγητών και μαθητών της Β΄ Λυκείου, χρησιμοποιούσαν υπολογιστές για την προετοιμασία ή τη διεξαγωγή του μαθήματος έναντι λίγο πάνω του 6%, το 2012! «Ακόμα και αυτό το μάθημα της πληροφορικής που γίνεται στο σχολείο είναι αποστεωμένο, εξεταστικοκεντρικό και μακριά από τη διαθεματικότητα και την αλληλεπίδραση που είναι βασικές αρχές της πληροφορικής» λέει ο Νίκος Ρούσσος, μηχανικός λογισμικού, πρώην πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Χρηστών Λίνουξ και μέλος της ομάδας Hackerspace, η οποία είναι αφοσιωμένη στην προώθηση του ανοικτού λογισμικού και τη διεύρυνση των γνώσεων όλων γύρω από τους υπολογιστές και το Διαδίκτυο. «Με τα χρόνια επικρατούν συσκευές και εφαρμογές που ευνοούν την κατανάλωση (tablets, κινητά) έναντι της δημιουργικότητας. Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει η μη υιοθέτηση του ανοικτού λογισμικού από τη διοίκηση. Το να χρησιμοποιείς προγράμματα κλειστού λογισμικού στις κρατικές υπηρεσίες και στα σχολεία προωθεί τη χρήση προϊόντων εταιρειών αντί της εμβάθυνσης της γνώσης» καταλήγει.

[Αρχική δημοσίευση]