Μέλος της Ομοσπονδίας Κινηματογραφικών Λεσχών Ελλάδας
Παλαιστινιακός Κινηματογράφος
Στη σκιά των αιματηρών συγκρούσεων στην πολύπαθη Λωρίδα της Γάζας όπου χιλιάδες άμαχοι Παλαιστίνιοι δέχονται, στο πλαίσιο σχεδίου εκτοπισμού και εθνοκάθαρσης, τις δολοφονικές αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις του Ισραήλ που προσπαθεί έτσι δήθεν να εκδικηθεί για την αιματηρή και ομολογουμένως άνανδρη επίθεση της Χαμάς, η Αθήνα φιλοξένησε το 2ο Φεστιβάλ Παλαιστινιακού Κινηματογράφου στην Ελλάδα.
Η διοργάνωση είχε προαναγγελθεί πολλές εβδομάδες πριν από την έναρξη των νέων εχθροπραξιών στα Παλαιστινιακά Εδάφη και στο Ισραήλ, με την ελπίδα η τέχνη του κινηματογράφου να μπορέσει να γίνει γέφυρα ανάμεσα στη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι και στο ελληνικό κοινό που διαχρονικά έχει ιδιαίτερη ευαισθησία σε όσα γίνονται σε εκείνη την περιοχή. Ωστόσο, οι τελευταίες εξελίξεις ενισχύουν ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον για το 2ο Φεστιβάλ Παλαιστινιακού κινηματογράφου που έγινε στο Studio new star art cinema από τις 12 έως τις 15 Οκτωβρίου 2023.
Η Κάρολ Σανσούρ, η γυναίκα που διοργάνωσε το φεστιβάλ μίλησε στο documentonews.gr για το πώς εμπνεύστηκε το φεστιβάλ και τι θα δούμε στις φετινές προβολές αλλά και για την ιδιαίτερη συνθήκη κάτω από την οποία πραγματοποιείται φέτος το Athens Palestine Film Festival.
Η Σανσούρ, μια Παλαιστίνια ποιήτρια με έντονη πολιτική δράση, που τα τελευταία πέντε χρόνια ζει και δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, εξηγεί το πώς μπορεί ο κινηματογράφος να δείξει σε ένα κοινό μια πολύ πιο πραγματική εικόνα της κατάστασης που επικρατεί στην Παλαιστίνη από αυτήν που προβάλλεται από τα διεθνή ΜΜΕ. Άλλωστε, η ιδιαίτερη σύνδεσή της που περιγράφει με μια από τις ταινίες που θα προβληθούν στο φεστιβάλ, προκαλεί ανατριχίλα, αφού τα πλάνα από τους πραγματικούς βομβαρδισμούς έχουν καταγραφεί στην πόλη όπου ζούσε τότε, την ίδια ημέρα και ώρα που εκείνη γεννούσε τον γιο της.
«Είδα το κενό που υπήρχε στην προώθηση του παλαιστινιακού πολιτισμού στην Ελλάδα»
Μιλώντας για το πώς εμπνεύστηκε τη διοργάνωση του Athens Palestine Film Festival, η Carol Sansour εξηγεί ότι στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλο κενό στην προώθηση του παλαιστινιακού πολιτισμού. «Όταν ήρθα στην Ελλάδα είδα ότι υπάρχει ένα τεράστιο κενό στην προώθηση του παλαιστινιακού πολιτισμού όπως τον έχω γνωρίσει εγώ. Τον πολιτισμό που αξίζει να παρουσιαστεί και που μπορεί να συγκριθεί με τον κινηματογράφο και το θέατρο σε διεθνές επίπεδο», σημειώνει η κ. Sansour. Και συνεχίζει: «Η ιδέα να διοργανώσω αυτό το φεστιβάλ μου ήρθε καθώς παρακολουθούσα μια παλαιστινιακή ταινία στην ίδια αίθουσα όπου τώρα το διοργανώνουμε. Η εταιρεία New Star φέρνει εδώ και πολλά χρόνια παλαιστινιακές ταινίες στην Ελλάδα. Έτσι μίλησα με τον ιδιοκτήτη και το οργανώσαμε».
Η χρονική στιγμή που λαμβάνει χώρα το Athens Palestine Film Festival πλέον, μετά την έκρηξη βίας στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ, αποκτά εκ των πραγμάτων ιδιαίτερο ενδιαφέρον. «Αυτό που συμβαίνει στην Παλαιστίνη σήμερα δεν ξεκίνησε χθες. Συμβαίνει εδώ και 75 χρόνια. Οι Παλαιστίνιοι θα προσπαθούν πάντα να δείξουν τον καλύτερό τους εαυτό στον κόσμο. Ποτέ δεν είναι καλή στιγμή για την Παλαιστίνη δυστυχώς», αναφέρει η κ. Σανσούρ.
Στην ερώτηση σχετικά με το αν θεωρεί πως το να έρθει κάποιος στο φεστιβάλ αποτελεί «δήλωση» στήριξης της Παλαιστίνης, η Carol Sansour είναι ξεκάθαρη: «Ελπίζω να μη χρειάζεται ένα φεστιβάλ για να δείξει ο κόσμος την υποστήριξή του στη δικαιοσύνη. Αν στηρίζεις την Παλαιστίνη, στηρίζεις τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Ιδιαίτερα για όσους ζουν στη Γάζα και έχουν εγκλωβιστεί εδώ και 17 χρόνια υπό πλήρη αποκλεισμό. Ελπίζω οι πολίτες να έρθουν αν αγαπούν τον κινηματογράφο. Δεν είναι πολιτικό φεστιβάλ, αν και οποιαδήποτε υποστήριξη προς την Παλαιστίνη είναι σημαντική».
Αναφερόμενη στην αξία των παλαιστινιακών ταινιών συνολικά, σημειώνει ότι «είναι ένας εναλλακτικός τρόπος να δει κανείς τι συμβαίνει στην Παλαιστίνη, έξω από αυτά που προβάλλουν τα media. Δεν υπάρχει ποτέ κανένας κερδισμένος σε έναν πόλεμο. Όμως υπάρχουν πράγματα που πρέπει να γίνουν και να “πληρωθούν φόροι”. Συνεπώς πάντα υπάρχει χώρος για μας να μιλήσουμε για την Παλαιστίνη».
«Είναι σημαντικό ότι αυτό το φεστιβάλ έχει σχεδιαστεί και απευθύνεται στους Έλληνες, όχι μόνο τις αραβόφωνες κοινότητες που ζουν εδώ. Η ιδέα είναι να μοιραστούμε την ομορφιά της τέχνης, του κινηματογράφου της Παλαιστίνης με τους Έλληνες. Στο περσινό φεστιβάλ η σύνθεση του κοινού ανάμεσα σε Έλληνες και αραβόφωνους ήταν στο 50% θα έλεγα», αναφέρει η κ. Σανσούρ.
«Ο παλαιστινιακός κινηματογράφος διανύει τη χρυσή δεκαετία του»
Στην επισήμανσή μας ότι αν και χώρες όπως το Ιράν είναι πασίγνωστες για τον κινηματογράφο τους, η Παλαιστίνη δεν έχει τέτοια παράδοση, σχολιάζει: «Τα τελευταία 10-15 χρόνια το παλαιστινιακό σινεμά περνάει τη χρυσή του εποχή. Υπάρχει μεγάλη παρουσία παλαιστινίων σκηνοθετών και παραγωγών στον παγκόσμιο χώρο του κινηματογράφου». Σημειώνει μάλιστα, ότι ορισμένες από τις ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους που θα προβληθούν έχουν λάβει διεθνή βραβεία. «Ο παλαιστινιακός κινηματογράφος είναι υπαρκτός. Μάλιστα, η ταινία που θα προβληθεί την πρώτη ημέρα του Φεστιβάλ, έχει ως συμπαραγωγό μια ελληνική εταιρεία».
Η Παλαιστίνια ποιήτρια που έκανε σπίτι της την Ελλάδα
Γνωρίζοντας την Κάρολ Σανσούρ καταλαβαίνει κανείς από την πρώτη στιγμή ότι είναι μια πολύ ενεργή γυναίκα. Η ίδια, ποιήτρια εδώ και χρόνια, αποκαλύπτει στο documentonews.gr τη μεγάλη περιοδεία που προγραμματίζει να κάνει μαζί με άλλες ποιήτριες στον αραβικό κόσμο. «Ήρθαμε στην Ελλάδα πριν πέντε χρόνια. Αυτή τη στιγμή προσπαθώ να αφοσιωθώ στην ποίησή μου. Έχουμε δημιουργήσει μια συλλογικότητα που ονομάζεται «Shairat», που σημαίνει «Οι Ποιήτριες». Τον επόμενο μήνα έξι ποιήτριες θα πραγματοποιήσουμε μια περιοδεία σε αραβικές χώρες. Γράφω. Αυτό είναι που με χαρακτηρίζει. Ταυτόχρονα είμαι παραγωγός και προσπαθώ να προβάλλω την παλαιστινιακή κουλτούρα στην Ελλάδα ώστε να μοιραστώμε τους Έλληνες την ομορφιά και τον πλούτο της χώρας μου», αναφέρει.
Την Πέμπτη 12 Οκτωβρίου προβλήθηκε η ταινία «A House in Jerusalem», που γράφτηκε από το χαρισματικό ζευγάρι Muayad και Rami Alayan. Με έντεχνο τρόπο και μέσα από την οπτική μιας νεαρής κοπέλας, οι σκηνοθέτες υφαίνουν ένα σπαρακτικό αφήγημα ασυνήθιστου σασπένς. Αυτή η συναρπαστική ιστορία εμβαθύνει στην ανθεκτική δύναμη της μνήμης και στον βαθύ αντίκτυπο της αγάπης.
Στις 13 Οκτωβρίου, προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ «Liwan», για έναν ομώνυμο πολιτιστικό χώρο στη Ναζαρέτ, της Doris Hakim, μίας Ελληνοπαλαιστίνιας σκηνοθέτιδας με έδρα την Αθήνα, και το «Three Promises» από τον πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη Yousef Srouji, ο οποίος κέρδισε το πρώτο βραβείο στο 19ο Ετήσιο Camden Film Festival στο Maine, ένα από τα κύρια φεστιβάλ ντοκιμαντέρ των ΗΠΑ.
Το «Nation Estate» της Larissa Sansour, μια εννιάλεπτη ταινία μικρού μήκους επιστημονικής φαντασίας, παρουσιάζει μια άκρως κλινική και δυστοπική απεικόνιση της παλαιστινιακής κατάστασης και ανοίγει την τρίτη νύχτα, ακολουθούμενη από το «Alam» (η Σημαία), μια ταινία του Firas Khoury, που απεικονίζει τη ζωή των Παλαιστινίων φοιτητών σε ένα Ισραηλινό Γυμνάσιο.
Τη βραδιά λήξης του φεστιβάλ προβλήθηκε το «The Cup Reader», μια χιουμοριστική ταινία μικρού μήκους για μια καφεμάντισσα και τις ικανότητές της στο προξενιό, σε σκηνοθεσία της Suha Araj, και την ταινία «The Wanted 18», ένα αντισυμβατικό ντοκιμαντέρ, σε σκηνοθεσία των Amer Shomali και Paul Cowan, με επίκεντρο την προσπάθεια που καταβλήθηκε ώστε να επιτευχθεί η αυτάρκεια μιας γαλακτοκομικής παραγωγής σε μια παλαιστινιακή πόλη στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Αντώνης Ρηγόπουλος (ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ)
Συνέντευξη στον Λεωνίδα Βατικιώτη
Πώς αποφασίσατε να δημιουργήσετε το Φεστιβάλ Παλαιστινιακού Κινηματογράφου στην Αθήνα;
Πήρα την απόφαση να μεταφέρω την Παλαιστινιακή τέχνη στην Αθήνα πριν λίγα χρόνια όταν συνειδητοποίησα το κενό που υπήρχε κι ότι από ένα πλούτος καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων στην Παλαιστίνη δεν έφθανε σχεδόν τίποτε στην Ελλάδα. Εξεπλάγην μάλιστα στη συνέχεια όταν συνειδητοποίησα την απήχηση που συνάντησε και την εκτίμηση των Ελλήνων για τον παλαιστινιακό πολιτισμό.
Η πρωτοβουλίας σας είναι αμιγώς καλλιτεχνική ή και πολιτική;
Θα ήταν αφελές αν υποστήριζα ότι ειδικά στην Παλαιστίνη μπορείς να ξεκόψεις την τέχνη από την πολιτική. Η τέχνη μας είναι παγκόσμια και τα μηνύματά της αφορούν όλο τον κόσμο. Στην Παλαιστίνη οι καλλιτέχνες κάνουν τέχνη ως μια μορφή πολιτικής δραστηριοποίησης.
Και τι πετυχαίνουν με αυτό τον τρόπο; Δεν είναι πολυτέλεια η τέχνη σε μια χώρα που τελεί υπό κατοχή;
Για τους καλλιτέχνες η τέχνη είναι ένα μέσο για να επιβιώσουν και να δηλώσουν ότι είμαι εδώ, είμαστε εδώ. Ειδικά ένας λαός που τελεί υπό πολιορκία έχει μεγάλη ανάγκη να στραφεί στον πολιτισμό του και να τον αναδείξει.
Η τέχνη ποτέ δεν ήταν πολυτέλεια. Η τέχνη πρέπει να απευθύνεται στα μεγάλα ακροατήρια και όχι στους λίγους.
Ποια εμπόδια ορθώνει η ισραηλινή κατοχή στους Παλαιστίνιους δημιουργούς;
Το μεγαλύτερο εμπόδιο είμαι η έλλειψη ελευθερίας. Επίσης τα οικονομικά εμπόδια που εμφανίζονται για οποιονδήποτε κι οποιαδήποτε καλλιτέχνη θέλει να αφιερώσει την ζωή του στην πολιτιστική δημιουργία.
Τέλος, θα πρόσθετα και την πρόκληση των καλλιτεχνών να ξεπεράσουν τα στερεότυπα, να μην δεσμεύονται στην δημιουργία τους από αυτό που περιμένει να δει από την δουλειά τους κάθε πολίτης.
Ακολουθούν τις νέες τάσεις στην πολιτιστική δημιουργία οι Παλαιστίνιοι δημιουργοί;
Φυσικά, στο έργο τους ανιχνεύονται εύκολα οι παγκόσμιες τάσεις. Για παράδειγμα, όπως στον υπόλοιπο κόσμο υπάρχει μια τάση στην εσωτερική στροφή, σε αυτοβιογραφίες, οικογενειακές αφηγήσεις.
Αυτή η τάση συνυπάρχει και διαπερνά την δέσμευση των παλαιστίνιων δημιουργών να αφηγηθούν την ιστορία της ισραηλινής κατοχής.
Πώς αντιμετωπίζει η ισραηλινή κατοχή την δημιουργία του Παλαιστινιακού λαού;
Στέκεται εχθρικά, όπως και σε κάθε εκδήλωση που φέρνει στην επιφάνεια την εθνική μας ταυτότητα. Στόχος είναι στο εξωτερικό οι λαοί να φοβούνται να υποστηρίξουν την Παλαιστίνη. Όλοι οι λαοί ακόμη και της Ελλάδας να ακολουθήσουν το αμερικανικό και γερμανικό παράδειγμα όπου η Παλαιστίνη, μια χώρα με πλούσια και μακραίωνη ιστορία και μεγάλη μόρφωση, ταυτίζεται με την τρομοκρατία.
Και στην Ελλάδα υπάρχουν ανησυχητικά δείγματα, όπως για παράδειγμα η προβολή της ισραηλινής σημαίας στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Γιατί δεν έχουν αναρτήσει και την παλαιστινιακή σημαία όταν ξέρουν ότι οι Παλαιστίνιοι σφάζονται κάθε μέρα επί 75 χρόνια; Δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα χωρίς έναν άμαχο νεκρό Παλαιστίνιο κι όμως όλοι σιωπούν!
Δεν είμασταν εμείς, οι Παλαιστίνιοι που προκαλέσαμε το Ολοκαύτωμα στην Γερμανία. Δεν σκοτώσαμε εμείς τους Εβραίους, αλλά εμείς καλούμαστε να πληρώσουμε το τίμημα για όσα εγκληματικά έκαναν οι Ευρωπαίοι επί αιώνες.
Αν η Ευρώπη θέλει να δείξει ότι σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να δείξει τον ίδιο σεβασμό και για τους χιλιάδες Παλαιστίνιους που υπομένουν επί χρόνια την πιο στυγνή κι αιματηρή εθνοκάθαρση…
Κινηματογραφώντας Διασταυρούμενα Πυρά: Δέκα Ταινίες για την Παλαιστίνη
του Γιώργου Ρούσσου (tvxs.gr)
«Παράδεισος Τώρα» (Paradise Now – 2005) του Χάνι Αμπού-Ασάντ (Παλαιστίνη)
Δύο νεαροί φίλοι Παλαιστίνιοι, ο Κάλεντ και ο Σαΐντ, αναλαμβάνουν να εκτελέσουν μία αποστολή αυτοκτονίας στο Τελ Αβίβ. Μετά την τελευταία τους βραδιά με τις οικογένειές τους και χωρίς να επιτρέπεται να τις αποχαιρετίσουν, μεταφέρονται στα ισραηλινά σύνορα ζωσμένοι με βόμβες. Ωστόσο, η επιχείρηση δεν πάει σύμφωνα με το σχέδιο και ο ένας χάνει τα ίχνη του άλλου. Χωρισμένοι πρέπει να αντιμετωπίσουν το τραγικό πεπρωμένο τους.
Το συγκλονιστικό φιλμ του Χάνι Αμπού-Ασάντ απέσπασε, μεταξύ άλλων, Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου. Τιμήθηκε με την Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης Ταινίας, ενώ ήταν Υποψήφια και για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 2006.
«Βαλς με τον Μπασίρ» (Waltz With Bashir – 2008) του Άρι Φόλμαν (Ισραήλ, Γαλλία, Γερμανία)
Ένας άντρας ξενυχτά σε ένα μπαρ. Τον λένε Άρι και είναι σκηνοθέτης. Συνομιλεί με έναν φίλο του που του εξομολογείται πως κάθε βράδυ στον ύπνο του τον κυνηγούν 26 σκυλιά. Κάθε βράδυ ο ίδιος αριθμός. Συμπεραίνουν πως αυτό θα έχει να κάνει και με τη θητεία των δύο ανδρών στον Ισραηλινό στρατό στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Μόνο που ο Άρι δεν έχει την παραμικρή θύμηση από τον πόλεμο στον οποίο ήταν κι αυτός παρών. Ψάχνει λοιπόν τους ανθρώπους από το παρελθόν του, εννιά γνωστούς και φίλους, τους ζητά να αφηγηθούν κι αυτοί τις εμπειρίες τους και ψάχνει την αλήθεια για αυτό το κομμάτι του εαυτού του που ο ίδιος ακούσια διέγραψε. Και σιγά σιγά, εικόνες άλλοτε ρεαλιστικές και άλλοτε σουρρεαλιστικές διαγράφονται με τα μάτια της φαντασίας του. Ή μήπως με αυτά της μνήμης του;
Βασισμένο σε μεγάλο βαθμό στην προσωπική εμπειρία του σκηνοθέτη Άρι Φόλμαν, ένα ντοκιμαντέρ για τη μνήμη, τον πόλεμο, την ανθρώπινη φύση, που προτείνει ένα εντελώς πρωτότυπο φορμάτ, το οποίο αναδεικνύει τη μαγική διάσταση κάθε προσωπικής μαρτυρίας. Η παραγωγή της διήρκησε τέσσερα χρόνια, εκ των οποίων το πρώτο ήταν αφοσιωμένο στην συλλογή συνεντεύξεων. Τα γυρίσματα έγιναν σε πρώτη φάση στο στούντιο σε real video και το animation έγινε με την τεχνική του rotoscoping, με την οποία ο animator μεταφέρει στο cartoon τις φιγούρες που βλέπει στις live action φιλμαρισμένες σκηνές. To rotoscope επινοήθηκε από τον Max Fleischer και τα πιο πρόσφατα δείγματα αυτής της, ψηφιοποιημένης, πια, τεχνικής είναι το «Waking Life» και το «A Scanner Darkly» του Richard Linklater. Επίσημη συμμετοχή στο 61ο Φεστιβάλ των Καννών το 2008. Επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Υποψήφιο για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, ενώ τιμήθηκε και με την Χρυσή Σφαίρα στην ίδια κατηγορία.
«Για πολλά χρόνια είχα τη βασική ιδέα στο μυαλό μου για το «Βαλς με τον Μπασίρ», αλλά δεν ήθελα να το γυρίσω με πραγματικά πρόσωπα, ήθελα εξ αρχής να είναι animated. Πώς θα μπορούσε να είχε γυριστεί αυτό διαφορετικά; Θα ήταν απλώς ένας μεσήλικας σε μαύρο φόντο που θα αφηγούταν ιστορίες, θα έλεγε ιστορίες που συνέβησαν είκοσι πέντε χρόνια πριν, χωρίς κανένα αρχειακό υλικό να τις υποστηρίζει. Θα ήταν τόσο απίστευτα βαρετό! Έτσι σκέφτηκα να το γυρίσω όπως το γύρισα, με σκίτσο. Ο πόλεμος είναι τόσο σουρεαλιστικός και η μνήμη μπορεί να σε προδώσει τόσο εύκολα, που σκέφτηκα να διαβώ το μονοπάτι των αναμνήσεων μόνο με τη βοήθεια κάποιων πολύ προσεγμένων επινοημένων εικόνων. Η ταινία γυρίστηκε στην αρχή σε real video, σε ένα στούντιο και μονταρίστηκε σε ένα υλικό 90 λεπτών. Μετά σχεδιάστηκε σε story board και μετά σε 2300 σκίτσα τα οποία στη συνέχεια «εμψυχώθηκαν». Το σενάριο βασίστηκε στη δική μου, πολύ προσωπική ιστορία. Ακολουθεί εκείνο το σημείο της ζωής μου μετά από το οποίο κατάλαβα πως υπήρχαν μερικά πολύ σημαντικά σημεία της ζωής μου για τα οποία είχα κενά μνήμης. Πέρασα μια τεράστια ψυχολογική κρίση κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Ανακάλυψα πολλά βαριά πράγματα ατενίζοντας το παρελθόν μου ενώ, εν τω μεταξύ όλα αυτά τα χρόνια η γυναίκα μου και εγώ φέραμε τρία παιδιά σε αυτόν τον κόσμο. Αυτό θα σας κάνει να αναρωτιέστε, αν όλα αυτά τα έκανα για τα παιδιά μου. Όταν μεγαλώσουν και δουν την ταινία μπορεί να τους βοηθήσει να πάρουν τη σωστή απόφαση, που είναι να μην πάρουν μέρος σε κανέναν πόλεμο, όποιος κι αν είναι αυτός.» – Άρι Φόλμαν
«Σταυροδρόμια Ζωής» (Ajami – 2009) του Γιαρόν Σανί (Ισραήλ)
Ατζάμι (Ajami) ονομάζεται μια γειτονιά του Τελ Αβίβ, όπου συνυπάρχουν μουσουλμάνοι, χριστιανοί και Εβραίοι. Το φιλμ αποτυπώνει πέντε ιστορίες από την καθημερινή ζωή τους, καταγράφοντας τις πολύπλοκες, αντιφατικές σχέσεις τους. Χρυσός Αλέξανδρος στο 50ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και υποψηφιότητα για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, μεταξύ άλλων διακρίσεων.
«Όταν σε Είδα» (When I Saw You / Lamma shoftak – 2012) της Αν Μαρί Γιακίρ (Παλαιστίνη, Ιορδανία, Ελλάδα, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα)
Η υπόθεσή της διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια του πολέμου των 6 ημερών, το 1967 και παρακολουθεί τη ζωή των Παλαιστινίων σε έναν προσφυγικό καταυλισμό. Ο 11χρονος Ταρέκ εγκαταλείπει τον καταυλισμό για να βρει τον πατέρα του.
«Η οικογένειά μου κατάγεται από την Βηθλεέμ, η οποία κατελήφθη το 1967. Ήθελα να κάνω κάτι για εκείνη την περίοδο, που ήταν μια μεγάλη τραγωδία για τους Παλαιστινίους, αλλά και μια εποχή μεγάλων ελπίδων. Σε όλο τον κόσμο και όχι μόνο στην Παλαιστίνη, νέοι άνθρωποι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να αλλάξουν τη ζωή τους. Υπήρχαν φοιτητικά κινήματα, αντι-αποικιακά κινήματα, κινήματα πολιτικών δικαιωμάτων. Κάτι σπουδαίο συνέβαινε.» – Αν Μαρί Γιακίρ.
«Δε θα κάνω ποτέ μία ταινία που είτε καταδικάζει είτε υπερασπίζεται τους ανθρώπους· αυτή τη δουλειά την αφήνω στα δικαστήρια ανά τον κόσμο. Η ανθρώπινη πλευρά των μαχητών της ελευθερίας είναι αυτό που μου κινεί το ενδιαφέρον. Στην πραγματικότητα, μ’ ενδιαφέρει η ανθρώπινη πλευρά οποιουδήποτε χαρακτήρα, καθώς συχνά αυτό που μας κάνει ανθρώπους είναι παράλληλα και το τραγικό μας ελάττωμα.» – Χάνι Αμπού-Ασάντ
Ο Ομάρ, είναι συνηθισμένος να αποφεύγει τις σφαίρες των στρατιωτών όταν περνά το Τείχος που χωρίζει στα δύο την πόλη της Παλαιστίνης, ώστε να επισκεφθεί την κρυφή του αγάπη, τη Νάντια. Αλλά η κατεχόμενη Παλαιστίνη δεν γνωρίζει ούτε την απλή αγάπη, ούτε τον ξεκάθαρο πόλεμο. Στην άλλη μεριά του τείχους, ο ευαίσθητος νεαρός φούρναρης Ομάρ, γίνεται ένας μαχητής της ελευθερίας. Οι συνθήκες θα τον οδηγήσουν να έρθει αντιμέτωπος με οδυνηρές επιλογές για τη ζωή και στο δίλημμα να τιμήσει την πατρίδα του, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τη γυναίκα της ζωής του.
Όταν όμως ο Ομάρ συλλαμβάνεται μετά από μία δολοφονική και θανατηφόρα πράξη αντίστασης, θα βρεθεί μπλεγμένος σε ένα παιχνίδι γάτας και ποντικού με την στρατιωτική αστυνομία του Ισραήλ. Η καχυποψία και ο φόβος της προδοσίας απειλούν να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του Ομάρ στους συνεργούς και παιδικούς του φίλους, Αμτζάντ και Τάρεκ. Ο Τάρεκ, είναι παράλληλα τόσο ο αρχηγός της επίθεσης για την οποία κατηγορείται ο ήρωας μας, όσο και ο στρατευμένος αδελφός της αγαπημένης του Νάντια. Τα αισθήματα του Ομάρ δεν αργούν να γίνουν τόσο διχασμένα όσο και το Παλαιστινιακό τοπίο. Το μόνο σίγουρο είναι πως ότι οτιδήποτε κάνει, είναι εξαιτίας της αγάπης του για τη Νάντια.
Μία συγκινητική ιστορία αγάπης, με φόντο τη διχοτομημένη Παλαιστίνη και ήρωες δύο νεαρούς, η αγάπη των οποίων πέφτει θύμα, του πολέμου, των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ με τις οργανώσεις για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Η ταινία του Χάνι Αμπού Ασάντ τιμήθηκε με το Βραβείο «Ένα Κάποιο Βλέμμα» στο Φεστιβάλ των Καννών, ενώ ήταν και Υποψήφια για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
«Το να πηδάει κανείς το Τείχος είναι μέρος της καθημερινής ζωής στην Παλαιστίνη. Υπάρχουν ακόμα κι άνθρωποι των οποίων η δουλειά είναι να βοηθούν άλλους να περνούν στην άλλη πλευρά. Αυτοί οι άνθρωποι κυριολεκτικά βγάζουν το μεροκάματό τους έτσι. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι το Τείχος δεν αποτελεί μόνο σύνορο μεταξύ Ισραήλ και Δυτικής Όχθης, αλλά στην πραγματικότητα έχει χτιστεί με τέτοιο τρόπο που χωρίζει τους Παλαιστινίους από τους εαυτούς τους.» – Χάνι Αμπού-Ασάντ
«18 Δραπέτες» (The Wanted 18 – 2014) των Αμέρ Σομάλι και Πωλ Κάουν (Καναδάς, Παλαιστίνη, Γαλλία)
Το ντοκιμαντέρ / animation του Αμέρ Σομάλι και του Πωλ Κάουν οι «18 Δραπέτες» εστιάζει στο 1987 και στις αρχές της πρώτης Ιντιφάντα. Οι κάτοικοι ενός παλαιστινιακού χωριού κοντά στη Βηθλεέμ αγοράζουν 18 αγελάδες από ένα κιμπούτζ σε μια προσπάθεια να γίνουν αυτάρκεις από πλευράς τροφίμων, από το Ισραήλ.
«Τα αρχεία των Παλαιστινίων από την πρώτη Ιντιφάντα προέρχονται από τον ξένο τύπο. Διαχειρίζονται το παλαιστινιακό ζήτημα, ανάλογα με τη δική τους ατζέντα. Όσοι υποστηρίζουν τους Παλαιστίνιους τους παρουσιάζουν ως μαρτυρικά θύματα και όσοι είναι εναντίον τους ως τρομοκράτες που καίνε λάστιχα και πετάνε μολότοφ. Ο τύπος ποτέ δεν έδειξε πώς είναι οι συνηθισμένοι Παλαιστίνιοι στην καθημερινή τους ζωή: ότι αρμέγουν αγελάδες, ταΐζουν κότες, βοηθούν τα παιδιά τους στα μαθήματά τους.» – Αμέρ Σομάλι
«Τα Μάτια Του Κλέφτη» (Eyes of a Thief – 2014) της Νάζουα Ναζάρ
Ο Ταρέκ, μετά από 10 χρόνια φυλάκισης, βγαίνει από τη φυλακή και κουβαλώντας ένα επικίνδυνο μυστικό, ψάχνει για την κόρη του στην πολιτικά ταραχώδη Παλαιστίνη. Το όνομα της ταινίας αναφέρεται στην εγκαταλελειμμένη κοιλάδα ανάμεσα στην περιοχή της Ραμάλα και την Ναμπλούς. Στην περιοχή παρουσιάζονταν ληστείες με αποτέλεσμα η Βρετανική Κυβέρνηση να φτιάξει αστυνομικό σταθμό για να προστατεύει τους ταξιδιώτες. Οι Βρετανικοί στρατώνες παραμένουν έρημοι πλέον εκεί, αλλά οι Ισραηλινοί τους χρησιμοποίησαν για να στήσουν ένα μόνιμο σημείο ελέγχου της περιοχής. Μέρος της ταινίας, βασίζεται σε αληθινά γεγονότα που έγιναν το 2002 στη Ραμάλα της Παλαιστίνης. Η Νάζουα Ναζάρ προσπαθεί μέσω του κινηματογράφου να σπάσει το κατεστημένο. Χωρίς πολιτικές δηλώσεις, παρουσιάζει πώς είναι στην πραγματικότητα οι κατακτητές που κλέβουν γη και νερό στη χώρα της. Επίσημη Πρόταση της Παλαιστίνης, για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας του 2015.
«Ντεγκραντέ» (Degrade – 2015) των Άραμπ και Τάρζαν Νάσερ (Παλαιστίνη, Γαλλία, Αλγερία)
Στην Παλαιστίνη, 13 διαφορετικές γυναίκες εγκλωβίζονται σ’ ένα ινστιτούτο ομορφιάς μετά από την έκρηξη βίας που ξεσπά στον δρόμο, ανταλλάσσοντας κωμικούς διαλόγους και κουτσομπολιά αλλά και μερικούς από τους βαθύτερους φόβους τους. Πρόκειται για το συγκινητικό φιλμ «Ντεγκραντέ» (Degrade) των Άραμπ και Τάρζαν Νάσερ, που είχε τον Επίσημη Συμμετοχή στην Εβδομάδα Κριτικής του Φεστιβάλ Καννών, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές, ενώ απέσπασε και την Χρυσή Αθηνά του 21ου Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας.
«Foxtrot» (2017) του Σάμουελ Μάοζ (Ισραήλ)
Ο Μίκαελ και η Ντάφνα καταρρέουν όταν τους ανακοινώνεται ο θάνατος του γιου τους. Όσο εκείνη σβήνει τη θλίψη της με αντικαταθλιπτικά κι ο Μίκαελ βυθίζεται στην οργή, θα έρθει μια αναπάντεχη ανατροπή που συναγωνίζεται σε σουρεαλισμό μόνο τις στρατιωτικές εμπειρίες του παιδιού τους.
Μετά τον εξαιρετικό «Λίβανο», που είχε αποσπάσει το Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ο Σάμουελ Μάοζ επιστρέφει με μια γλυκόπικρη ταινία για τα παιχνίδια της μοίρας στις ζωές μας. Η ταινία απέσπασε το Ειδικό βραβείο της Eπιτροπής στο Φεστιβάλ της Βενετίας, καθώς και το Βραβείο σκηνοθεσίας 23ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας. Η ταινία αποτέλεσε την πρόταση του Ισραήλ για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
«Η Προσβολή» (L’ insulte / The Insult – 2017) του Ζιάντ Ντουεϊρί (Λίβανος)
Στη σημερινή Βηρυτό, μια προσβολή που ξεφεύγει από κάθε έλεγχο, οδηγεί τον Τόνι, έναν Χριστιανό Λιβανέζο και τον Γιάσερ, έναν Παλαιστίνιο πρόσφυγα, να λύσουν τις διαφορές τους στο δικαστήριο. Η δίκη διχάζει την κοινωνία του Λιβάνου, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης βάζουν φωτιά στην ήδη τεταμένη κατάσταση και παλιές πληγές βγαίνουν στο προσκήνιο, όπως και τραυματικές αποκαλύψεις. Ο Τόνι και ο Γιάσερ καλούνται να επανεξετάσουν τις ζωές τους και τις προκαταλήψεις τους.
Η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Διαγωνιστικό Τμήμα του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Βενετίας, όπου και απέσπασε το Βραβείο Volpi Cup, για την ερμηνεία του πρωταγωνιστή Καμέλ Ελ Μπάσα / Kamel El Basha. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι η Οσκαρική Υποψηφιότητα του φιλμ «The Insult» στην Κατηγορία Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, αποτελεί την πρώτη στην κινηματογραφική ιστορία της χώρας.
«Η ιδέα για την ταινία προέκυψε από κάτι που μου συνέβη πριν λίγα χρόνια στη Βηρυτό. Είχα μια διαφωνία για κάτι ασήμαντο με έναν υδραυλικό στο σπίτι μου, αλλά η ένταση κλιμακώθηκε, τα αίματα άναψαν και κατέληξα να πω κάτι που τον προσέβαλε Το συμβάν μπορεί να ήταν τυχαίο, αλλά τα υποσυνείδητα συναισθήματα υπήρχαν. Όταν ξεστομίζεις τέτοιες λέξεις σημαίνει ότι έχουν παγιωθεί μέσα σου συγκεκριμένα συναισθήματα. Η Ζοελί Τούμα, η συνσεναριογράφος μου στην ταινία, ήταν παρούσα εκείνη τη μέρα που πρόσβαλλα τον υδραυλικό. Με έπεισε να πάω να του ζητήσω συγνώμη. Όμως, ο υδραυλικός δεν τη δέχτηκε. Κατέληξα να πάω στο αφεντικό του για να πω ότι θέλω να ζητήσω συγνώμη από τον υπάλληλό του. Κι όταν το αφεντικό χρησιμοποίησε το γεγονός αυτό μαζί με άλλες δικαιολογίες για να απολύσει τον υδραυλικό, τον υπερασπίστηκα κατευθείαν. Έτσι συνειδητοποίησα πως όλο αυτό ήταν πολύ καλό υλικό για σενάριο ταινίας […] Ο πόλεμος στον Λίβανο τερματίστηκε το 1990. Δεν υπήρξαν νικητές και ηττημένοι. Οι πάντες αθωώθηκαν. Η γενική αμνηστία μετατράπηκε δυστυχώς σε γενική αμνησία. Κρύψαμε τη βρωμιά κάτω από το χαλί. Δεν μπορεί όμως να υπάρξει εθνική ίαση αν δεν συζητήσουμε φανερά για το τι ακριβώς συνέβη.» – Ζιάντ Ντουεϊρί
Το παλαιστινιακό ζήτημα στο σινεμά του Σουλεϊμάν
Για την ταινία «Ο Παράδεισος έπεσε στη γη», του Ελία Σουλεϊμάν
Αγγίζοντας μέσα από μια μεταφορική κινηματογραφική γλώσσα το ζήτημα της ισραηλινής κατοχής, στην ανθρωποκεντρική του διάσταση, ο Παλαιστίνιος σκηνοθέτης Ελία Σουλεϊμάν, που γεννήθηκε στη Ναζαρέτ το 1960 και διαμένει στο Παρίσι, κατάφερε να ξεπεράσει τη συνειδητή αδιαφορία της Δύσης για την εβδομηνταδυάχρονη ισραηλινή κατοχή, που περνάει στα «ψιλά» των ρεπορτάζ. Με όπλο το χιούμορ, απομακρύνθηκε από το ρεαλισμό, ξεπερνώντας την πίκρα της αδικίας για μια παρατεταμένη εμπόλεμη πραγματικότητα, ανοίγοντας το δρόμο σε πολλές ρεαλιστικές ταινίες που μίλησαν για την ισραηλινή κατοχή. Το μη ρεαλιστικό σινεμά που επέλεξε ευνοεί την αναπαραστατική αποστασιοποίηση μπρεχτικού τύπου, μακριά από συναισθηματισμούς, εστιάζοντας στην πολιτική διάσταση, μέσα από στατικά και μετωπικά κυρίως πλάνα, υπογραμμίζοντας κάθε κίνηση στο κάδρο, που διευρύνεται εννοιολογικά από ήχους εκτός πεδίου. Η αφηγηματική αυτή στατικότητα των χιουμοριστικών στιγμιότυπων παραπέμπει στην αυτοτελή εικονική αφήγηση της γελοιογραφίας, που υπογραμμίζεται από τη συχνή χρήση επιλεγμένων νοσταλγικών αραβικών τραγουδιών εποχής, ζωντανεύοντας αναμνήσεις σε στατικές κινηματογραφημένες καταστάσεις. Το σινεμά αποκτά λυτρωτική διάσταση, με τη σεναριακή αφήγηση να συνδυάζει πολιτικά και ιστορικά στοιχεία που αναδεικνύουν το Παλαιστινιακό ζήτημα, με προσωπικές λεπτομέρειες του δημιουργού.
Αυτοπροσδιοριζόμενος ως «Πολίτης του Κόσμου», ο Σουλεϊμάν στη νέα του ταινία «Ο Παράδεισος έπεσε στη γη» (2019), όπου πρωταγωνιστεί ο ίδιος, ερμηνεύοντας τον εαυτό του, αναζητά στοιχεία της χριστιανοορθόδοξης παλαιστινιακής του ταυτότητας, μέσα από ανεκδοτολογικά επεισόδια, που ανακαλούν την παράδοση των ηθικών διδαγμάτων του Ναστρεντίν Χότζα και διαδραματίζονται σε Ναζαρέτ, Παρίσι και Νέα Υόρκη, παραπέμποντας και στην ταινία «Μια νύχτα στον κόσμο» (1991/Τζιμ Τζάρμους). Επηρεασμένος από το βουβό σινεμά, διατηρεί σε όλες τις ταινίες του μια στατική περσόνα, με αγέλαστο προσωπείο, θυμίζοντας τον Μπάστερ Κίτον, ενώ η κωμική προσέγγιση γεγονότων που αποκαλύπτονται σταδιακά διαθέτει την ψυχραιμία της παντομίμας ενός Ζακ Τατί. Αστείος και αμίλητος, ο πρωταγωνιστής-σκηνοθέτης παρακολουθεί από απόσταση τραγελαφικές καταστάσεις, φορώντας ψάθινο καπέλο, ενώ καπνίζει αδιάκοπα. Ενοχλημένος από την άξεστη και αναίσθητη συμπεριφορά των γειτόνων του, που αναπτύσσεται σε διάφορα στιγμιότυπα, ο πρωταγωνιστής αποφασίζει να ταξιδέψει στο Παρίσι και μετά στη Νέα Υόρκη, αναζητώντας παραγωγό για την καινούργια ταινία του, με θέμα… την ειρήνη στην κατεχόμενη Παλαιστίνη, όπως αποκαλύπτει ο Μεξικανός ηθοποιός Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, που ερμηνεύει τον εαυτό του, σε μια ολιγόλεπτη εμφάνιση στην ταινία, προσπαθώντας να βοηθήσει τον σκηνοθέτη να βρει παραγωγό.
Υιοθετώντας κινηματογραφική γλώσσα που εδράζει στο μεταφορικό σινεμά, εντείνει μετωπικότητα και συμμετρία στα στατικά πλάνα. Σε διπλανά μπαλκόνια, δυο γείτονες με γυρισμένη πλάτη πίνουν ταυτόχρονα, με συμμετρικές κινήσεις, ανταλλάσσοντας βρισιές. Μέσα από κωμικά επεισόδια, που ο πρωταγωνιστής παρατηρεί από απόσταση, διαδραματίζονται χαρακτηριστικά στιγμιότυπα για τις στερεοτυπικές νοοτροπίες των συμπατριωτών του. Δυο αδέρφια παραπονιούνται απειλητικά στον εστιάτορα, επειδή η σάλτσα δεν άρεσε στην αδερφή τους, δείγμα υπέρμετρης αρρενωπότητας του Άραβα-προστάτη, με το κωμικό στοιχείο να αναδεικνύεται από την επανάληψη συμμετρικών ταυτόχρονων χειρονομιών και κινήσεων, σαν χορογραφία, καθώς και στη σκηνή καταδίωξης ενός κλέφτη λουλουδιών από τριάδα Παριζιάνων αστυνομικών, πότε πάνω σε υπερσύγχρονες αυτοκινούμενες ρόδες, πότε με πατίνια. Κατά το σχολαστικό έλεγχο αστυνομικών του εξωτερικού χώρου μιας καφετέριας, ο σαρκασμός αναδύεται κυρίως μέσα από τη μουσική ενός πλανόδιου μουσικού, που παίζει φάλτσα σε σαξόφωνο τη μελωδία του «Besame mucho», ανακαλώντας το σινεμά του Καουρισμάκι. Σαρκασμός και ειρωνεία υπογραμμίζονται μέσα από τη μουσική και στη σκηνή, όπου ο πρωταγωνιστής απολαμβάνει τον καφέ του σε παριζιάνικη καφετέρια, παρατηρώντας τις όμορφες υπάρξεις τριγύρω, σε αργή κίνηση, υπό τους ήχους του διασκευασμένου «I put a spell on you», από την Νίνα Σιμόν (1965), σε αντίστοιχη σαρκαστική διάθεση με την αραβική εκδοχή του ίδιου τραγουδιού από τη Νατάσα Άτλας, που είχε χρησιμοποιήσει ο Σουλεϊμάν και στη «Θεϊκή Παρέμβαση» (2002).
Στη νέα του ταινία, ο πρωταγωνιστής-σκηνοθέτης συνειδητοποιεί απογοητευμένος πως δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη στρατοκρατούμενη Ναζαρέτ και στις στρατιωτικές παρελάσεις της 14ης Ιούλη στο Παρίσι, όπου κυκλοφορούν άρματά μάχης και έφιπποι στρατιώτες με στολές αλλοτινών εποχών, ενώ ξοπίσω τους ακολουθεί ειδικό όχημα που μαζεύει τις ακαθαρσίες των αλόγων! Αλλά και στη Νέα Υόρκη, η χιουμοριστική σκηνή, όπου όλοι ψωνίζουν στο σούπερ μάρκετ, με το όπλο στον ώμο, αιχμηρό σχόλιο για την αμερικάνικη οπλοκατοχή, στα χνάρια του σουρεαλιστικού σινεμά του Ρόι Άντερσον.
Ο ευφάνταστος τίτλος στην ταμπέλα παριζιάνικου βιβλιοχαρτοπωλείου «Η ανθρώπινη κωμωδία» γίνεται το υπαρξιακής νύξης φόντο, όπου ο πρωταγωνιστής συναντά ζευγάρι Κινέζων τουριστών, που αναζητά τον διαχειριστή του airbnb διαμερίσματος, ενώ η απρεπής συμπεριφορά ενός νεαρού που τρέχοντας με πατίνια προλαβαίνει την τελευταία αδειανή καρέκλα στον κήπο του Λουξεμβούργου, στην οποία κατευθυνόταν μια γριούλα, καταδεικνύει εύγλωττα τα ήθη της εποχής.
Μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ο Σουλεϊμάν αντιπαραθέτει σαρκαστικά ομοιότητες και αντιθέσεις σε μια ταινία γεμάτη από μεταφορικές εικόνες και αλληγορίες που εκφράζουν δίχως λόγια καταστάσεις, συμπεριφορές και συναισθήματα. Την Παλαιστίνη προσωποποιεί μια σγουρομάλλα λυγερή μελαχρινή, με παραδοσιακή μαύρη φορεσιά και λευκό μαντήλι, που κουβαλάει διαδοχικά στο κεφάλι της δυο μεγάλα μπακιρένια δοχεία με νερό, αφήνοντας το ένα για να προχωρήσει και να γυρίσει να παραλάβει το άλλο. Αυτή η εξαιρετική κιαροσταμικής ευαισθησίας σκηνή στους ελαιώνες κινηματογραφείται με την κάμερα χαμηλά, σε διαδοχικά τράβελινγκ, όπου η Παλαιστίνια αποκαλύπτεται αρχικά μέσα από τα ρυθμικά βήματά της, που συνοδεύονται από το κουδούνισμα των βραχιολιών στα πόδια της, θυμίζοντας εθνογραφικές σκηνές στο σινεμά του Παρατζάνοφ, εκφράζοντας ταυτόχρονα και τη βραδεία εξέλιξη των καταστάσεων, σε ρυθμό «ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω».
Η επανάληψη σκηνών, όπου σε απόλυτο συμμετρικό μετωπικό πλάνο ο σκηνοθέτης διασχίζει το σαλόνι του για να ποτίσει με ολοκόκκινη κανάτα τη λεμονιά που διατηρεί σε γλάστρα, δημιουργεί κωμική διάσταση, καταλήγοντας στη μεταφορική σκηνή, όπου την φυτεύει στον κήπο, για να ριζώσει, εκφράζοντας τον πόθο του Σουλεϊμάν να αποκτήσει ελεύθερη πατρίδα, με υπόσταση κράτους, γιατί κουράστηκε να λέγεται «Παλαιστίνιος της Διασποράς». Ίσως γι’ αυτό, ως άλλος γουντιαλενικός αντι-ήρωας, ο Σουλεϊμάν θέτει σε έναν γηραιό χειρομάντη το κρίσιμο ερώτημα «θα υπάρξει Παλαιστινιακό κράτος;», παίρνοντας την απάντηση «σίγουρα, αλλά εγώ κι εσύ δεν θα ζήσουμε για να το δούμε». Στο ίδιο μήκος κύματος ακολουθεί και η σκηνή στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης, όπου αστυνομικοί στη σειρά καταδιώκουν μια κοπέλα με φτερά αγγέλου στην πλάτη και ζωγραφισμένη την παλαιστινιακή σημαία στα γυμνά στήθη της, ανακαλώντας την αλληγορική φιγούρα της υπερ-ηρωίδας στη «Θεϊκή Παρέμβαση».
Είναι χαρακτηριστικό πως τη μοναδική φορά που ο σκηνοθέτης ακούγεται να μιλάει, είναι για να προφέρει τη λέξη της γενέτειρας πόλης του, «Ναζαρέτ», ως απάντηση στην ερώτηση του Νεοϋορκέζου αφροαμερικανού ταξιτζή, από ποια «χώρα» κατάγεται. Ίσως γι’ αυτό στο τέλος, ο Σουλεϊμάν αφιερώνει την ταινία του στην Παλαιστίνη. Αυτή η ταινία-ευχή κλείνει με τον μεσήλικα πλέον σκηνοθέτη, να παρατηρεί περήφανος σε κάποιο μπαρ στη Ναζαρέτ, τους νεαρούς Παλαιστίνιους να ξεφαντώνουν χορεύοντας στο ρυθμό αραβικού μπιτ που εξυμνεί την Παλαιστίνη, αφήνοντας τη σκυτάλη στη νέα γενιά.
Το 2022 ξεκίνησε το Φεστιβάλ Παλαιστινιακού Κινηματογράφου στην Αθήνα. Το 2ο Φεστιβάλ του 2023 δυστυχώς συνέπεσε με τις νέες πολεμικές συγκρούσεις Παλαιστίνης-Ισραήλ, αφήνοντας πίσω χιλιάδες νεκρούς αμάχους και μη και φυσικά δυσχεραίνοντας την όλη προσπάθεια επίλυσης του ζητήματος συγκρότησης παλαιστινιακού κράτους.
Το παλαιστινιακό σινεμά, λόγω των όσων συμβαίνουν τόσα χρόνια στην λωρίδα της Γάζας-και όχι μόνο-είναι ένα καθαρά πολιτικό σινεμά, αναδεικνύνοντας τα χρόνια προβλήματα. Σε συνέντευξή της, η διοργανώτρια του φεστιβάλ και παλαιστίνια ποιήτρια και ακτιβίστρια, Carol Sansour, δήλωσε “Ποτέ δεν είναι καλή στιγμή για την Παλαιστίνη, δυστυχώς”, αναφερόμενη στο ότι το φετινό φεστιβάλ συμπίπτει με τις πολεμικές συγκρούσεις. “Αυτό που συμβαίνει στην Παλαιστίνη σήμερα, δεν ξεκίνησε χθες. Συμβαίνει εδώ και 75 χρόνια”.
Τo παλαιστινιακό σινεμά δεν έχει γνωρίσει ιδιαίτερη διεθνή αναγνώριση, συγκριτικά με άλλες χώρες του ευρύτερου αραβικού κόσμου, ωστόσο υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις και δεν είναι μόνο το σινεμά του διεθνώς καταξιωμένου παλαιστίνιου σκηνοθέτη, Elia Suleiman. Στα Όσκαρ η Παλαιστίνη ξεκίνησε να στέλνει ταινία για το Όσκαρ διεθνούς (πρώην ξενόγλωσσης) ταινίας το 2003 με μια ταινία του Suleiman (Divine Intervention) και συνεχίζει μέχρι σήμερα. Δύο φορές τελικά κατάφερε να προταθεί για ταινία που θα δούμε στο αφιέρωμα που ακολουθεί, με ταινίες που άλλες με πιο πολιτικό, άλλες με πιο κοινωνικό και άλλες με πιο κωμικό ή ανάλαφρο τρόπο προσπαθούν να φέρουν στο προσκήνιο τον τρόπο με τον οποίο ζει και πορεύεται όλα αυτά τα χρόνια ο παλαιστινιακός λαός.
paradise now
Paradise Now (2005)
Ο Hany Abu-Assad είναι ένας από τους σημαντικότερους παλαιστίνιους σκηνοθέτες, γεννημένος στο Ισραήλ και με παλαιστινιακή και ολλανδική υπηκοότητα. Το Paradise Now είναι η τρίτη του μεγάλου μήκους ταινία, η οποία προβλήθηκε στο φεστιβάλ του Βερολίνου, ενώ κέρδισε την Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και προτάθηκε στην ίδια κατηγορία στα Όσκαρ. Ήταν η πρώτη παλαιστινιακή ταινία που προτάθηκε για Όσκαρ. Το Ισραήλ είχε απαιτήσει η ταινία να μην αναφέρεται ότι εκπροσωπεί το κράτος της Παλαιστίνης αλλά την Εθνική Παλαιστινιακή Αρχή. Τελικά η αμερικανική Ακαδημία επέλεξε τον όρο Palestinian Territories. Η ταινία επικεντρώνεται σε δύο Παλαιστίνιους, φίλους από παιδιά, που αποφασίζουν να κάνουν επίθεση αυτοκτονίας στο Τελ Αβίβ. Το Ισραήλ είναι μια από τις χώρες που συχνά συμβαίνουν τέτοιες επιθέσεις. Πριν την αποστολή, θα προκύψουν προβλήματα που θα τους κάνουν να σκεφτούν πόσο σωστή ή λάθος είναι η επιλογή τους.
Lemon Tree (2008)
Ο σκηνοθέτης Eran Riklis είναι ισραηλινός και μάλιστα έχει υπηρετήσει στον ισραηλινό στρατό κατά τον Yom Kippur πόλεμο το 1973. Ωστόσο, στην Λεμονιά αναδεικνύει την παλαιστινιακή πλευρά, μέσα από μια χήρα. Η Σάλμα ζει μόνη της στην δυτική όχθη της Παλαιστίνης. Δίπλα της θα μετακομίσει ο Υπουργός Άμυνας, στα σύνορα μεταξύ Ισραήλ και κατεχόμενων περιοχών, αλλά θα καταστρέψει τις λεμονιές της στον κήπο της, με την αιτία ότι ίσως εκεί κρύβονται τρομοκράτες. Η χήρα θα μηνύσει τον υπουργό. Μια ταινία για μια θαρραλέα γυναίκα που μέσα από την προσωπική της ιστορία γίνεται λόγος για την ευρύτερη ιδέα της ανεξαρτησίας και αυτονομίας. Η ταινία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Η ταινία προβλήθηκε στο Πανόραμα του Φεστιβάλ Βερολίνου.
Salt of this Sea (2008)
Η Annemarie Jacir είναι παλαιστίνια σκηνοθέτρια, σεναριογράφος και παραγωγός που απολαμβάνει φεστιβαλική αποδοχή μιας και αρκετές ταινίες της έχουν προβληθεί σε μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Το Salt of this Sea δεν είναι απλώς η πρώτη της ταινία αλλά η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθέτησε παλαιστίνια γυναίκα. Ήταν η επίσημη πρόταση της Παλαιστίνης στα Όσκαρ εκείνης της χρονιάς αλλά τελικά δεν προτάθηκε. Βρέθηκε όμως στο Ένα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών, όπου κέρδισε το FIPRESCI της διεθνούς ένωσης κριτικών κινηματογράφου. Μια γεννημένη στην Αμερική Παλαιστίνια επιστρέφει σε Παλαιστίνη και Ισραήλ με έναν σκοπό: να ανακτήσει το σπίτι της οικογένειάς της και τα χρήματα που τους πήραν κατά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1948.
salt of the sea
The Time that Remains (2009)
Ο σπουδαίος παλαιστίνιος σκηνοθέτης και ηθοποιός Elia Suleiman έχει ένα πολύ δικό του στιλ, που σε πολλούς παραπέμπει κάπως στον Jacques Tati και τον Buster Keaton. Σε όλες τις ταινίες του, έστω και με έναν πιο σουρεαλιστικό ή αφαιρετικό τρόπο, υπάρχει το παλαιστινιακό βίωμα: από την πρώτη του το 1996, το Chronicle of a Disappearance που κέρδισε το βραβείο καλύτερης πρώτης ταινίας στην Βενετία, ακολούθησε το Divine Intervention (2002) που προτάθηκε για Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και έπειτα ήρθε το The Time that Remains, μια ημιαυτοβιογραφική ταινία για την γέννηση του κράτους του Ισραήλ το 1948 και την πορεία του μέχρι σήμερα. Δέκα χρόνια αργότερα ξαναπροτάθηκε για Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες με το It Must Be Heaven (2019), για έναν παλαιστίνιο που ψάχνει να βρει μια πατρίδα μακριά από την δική του για να συνειδητοποιήσει ότι και εκεί βρίσκει δυσκολίες. Η ταινία ήταν η υποψηφιότητα της Παλαιστίνης στα Όσκαρ αλλά δεν προτάθηκε.
Amreeka (2009)
Η Cherien Dabis είναι αμερικανίδα ηθοποιός, σκηνοθέτρια και παραγωγός με πατέρα από την Παλαιστίνη και μητέρα από την Ιορδανία. Σε ηλικία 8 χρονών επισκέφτηκε πρώτη φορά την Παλαιστίνη. Για δώδεκα ώρες μείναν στα σύνορα του Ισραήλ για σκληρό έλεγχο, κάνοντάς την να καταλάβει κάπως τι σημαίνει να μένεις εκεί. Το Amreeka είναι το σκηνοθετικό της ντεμπούτο, ελαφρώς βασισμένο σε προσωπικά της βιώματα. Αφορά την ζωή μιας αμερικανοπαλαιστινιακής οικογένειας που ζει στο Σικάγο μετά την 11η Σεπτεμβρίου και την εποχή του πολέμου στο Ιράκ, δείχνοντας πώς βιώνουν η πρωταγωνίστρια και ο γιος της τα γεγονότα. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Sundance.
Miral (2010)
Ο αμερικανοεβραίος σκηνοθέτης και εικαστικός Julian Schnabel ασχολήθηκε ιδιαίτερα με βιογραφίες εικαστικών και συγγραφέων σε ταινίες του, όπως το Basquiat (1996), Before night falls (2000) και At Eternity’s Gate (2018). Από το 2007 έως το 2011 είχε σχέση με την Rula Jebreal, μια παλαιστίνια δημοσιογράφο και συγγραφέα η οποία είχε γράψει το βιβλίο Miral στο οποίο βασίστηκε η ταινία με την Jebreal να υπογράφει το σενάριο της ταινίας, που προβλήθηκε στο φεστιβάλ της Βενετίας. Η Miral είναι μια νεαρή Παλαιστίνια, που σε ηλικία 7 ετών το 1978 στέλνεται σε ένα Ινστιτούτο που είχε δημιουργηθεί το 1949, έπειτα από τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο, κατά τον οποίο βρέθηκαν πολλά ορφανά. Η ίδια ωστόσο μεγαλώνοντας θα βρεθεί ανάμεσα στις ειρηνιστικές προτροπές της υπεύθυνης του Ινστιτούτου και την πρώτη Ιντιφάντα του λαού της που δυναμικά διεκδικεί αυτά που του ανήκει. Στον ρόλο της Παλαιστίνιας, η Ινδή Freida Pinto.
miral
When I Saw You (2012)
Μια ακόμα ταινία της Annemarie Jacir που αξίζει ειδική μνεία στο παρόν αφιέρωμα για το παλαιστινιακό σινεμά. Βρισκόμαστε στην Ιορδανία του 1967, όταν δεκάδες χιλιάδες παλαιστίνιοι πρόσφυγες καταφτάνουν διωγμένοι από την πατρίδα τους. Ο εντεκάχρονος πρωταγωνιστής ζει με την μητέρα του σε έναν καταυλισμό προσφύγων, ενώ παράλληλα αναζητά τον χαμένο του πατέρα. Όλα θα αλλάξουν όταν το αγόρι θα έρθει σε επαφή για πρώτη φορά με αντάρτες και έτσι θα νιώσει ότι τα πράγματα μπορούν να πάρουν άλλη τροπή από αυτή που άλλοι έχουν χαράξει για εκείνον. Η ταινία προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Βερολίνου και ήταν η υποψηφιότητα της Παλαιστίνης στα Όσκαρ εκείνη την χρονιά αλλά δεν προτάθηκε στην τελική πεντάδα.
Omar (2013)
Μια από τις πιο γνωστές και επιτυχημένες παλαιστινιακές ταινίες των τελευταίων χρόνων είναι το Omar του Hany Abu-Assad. Μετά το Paradise Now, ο σκηνοθέτης ανέλαβε το The Courier (2012), μια αμερικάνικη αγγλόφωνη ταινία με τον Jeffrey Dean Morgan και τον Mickey Rourke, ενώ την επόμενη χρονιά επέστρεψε θριαμβευτικά με ένα παλαιστινιακό δράμα. Η ταινία προβλήθηκε στο Ένα Κάποιο Βλέμμα των Καννών, όπου και κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, ενώ προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, βραβείο που τελικά κέρδισε το The Great Beauty από την Ιταλία. Ο νεαρός Ομάρ και δύο παιδικοί του φίλοι, με την αδερφή ενός εκ των οποίων είναι ερωτευμένος, σκοτώνουν έναν ισραηλινό στρατιώτη. Ο Ομάρ θα συλληφθεί, αλλά θα βρεθεί ανάμεσα στον εκβιασμό των δυνάμεων κατοχής και την καχυποψία των δικών του.
3000 Nights (2015)
Η Mai Masri είναι παλαιστίνια σκηνοθέτρια γεννημένη στην Ιορδανία που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με το ντοκιμαντέρ εστιάζοντας το ενδιαφέρον της στα προβλήματα της Παλαιστίνης και εν γένει της Μέσης Ανατολής. Στις τρεις χιλιάδες νύχτες, έχουμε μια ταινία μυθοπλασίας για μια παλαιστίνια δασκάλα που λίγο πριν καταφέρει να φύγει με τον άντρα της για τον Καναδά θα συλληφθεί κατηγορούμενη για κάτι που δεν έκανε και ενώ βρίσκεται στην φυλακή με ποινή οκτώ ετών, σχεδόν τρεις χιλιάδες νύχτες, γεννάει το παιδί της. Ήταν η πρόταση της Ιορδανίας για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
200 meters
The Idol (2015)
Μια ακόμα ταινία του Hany Abu-Assad, η ακριβώς επόμενη του μετά τον Omar, μετά την οποία θα κάνει ακόμα μια απόπειρα στο αγγλόφωνο σινεμά με το The Mountain Between Us (2017). Το The Idol παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ του Τορόντο και ήταν η πρόταση της Παλαιστίνης για τα Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, χωρίς να προταθεί τελικά. Η ταινία αποτελεί μια μυθοπλαστική προσέγγιση στην ζωή του ποπ τραγουδιστή Mohammed Assaf, που κέρδισε το 2013 το Arab Idol. Ο νεαρός ζει στην Γάζα αλλά λόγω των συνθηκών δεν μπορεί να πάει στο Palestinian Idol για να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα και έτσι αποφασίζει να πάει από την Γάζα στην Αίγυπτο που θα γίνουν οι ακροάσεις, φτιάχνοντας πλαστό διαβατήριο. Ορισμένες σκηνές της ταινίας έχουν γυριστεί στην Γάζα, κάτι που είχε δεκαετίες να συμβεί.
200 Meters (2020)
Ο νεαρός παλαιστίνιος σκηνοθέτης Ameen Nayfeh έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο σε ταινίες μεγάλου μήκους, με το 200 Meters το οποίο έκανε την πρεμιέρα του στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ ήταν η πρόταση της Ιορδανίας για τα Όσκαρ (η ταινία είναι συμπαραγωγή Παλαιστίνης-Ιορδανίας). Μια οικογένεια ζει στην παλαιστινιακή πόλη Tulkarm στην Δυτική Όχθη, η οποία είναι χωρισμένη από ένα τοίχος, με την ισραηλιτική πλευρά της. Ένας πατέρας προσπαθεί να επανασυνδεθεί με τον γιο του που είναι στην άλλη πλευρά του τοίχους. Το τοίχος του Βερολίνου μπορεί να έπεσε αλλά μερικά άλλα μένουν ακλόνητα και χωρίς διάθεση για πτώση.
Gaza mon Amour (2020)
Το Γάζα Αγάπη μου σε σκηνοθεσία των Tarzan Nasser και Arab Nasser είναι μια ταινία που είδαμε στην Ελλάδα μέσα από το Cinobo, στην οποία ένας 65χρονος παλεστίνιος ψαράς είναι κρυφά ερωτευμένος με την Σιχάμ, μια μοδίστρα. Ένα βράδυ θα πιάσει στα δίχτυα του ένα αρχαίο άγαλμα του Απόλλωνα, το οποίο θα του φέρει πολλούς μπελάδες. Από την μία, το επίσημο κράτος τον κατηγορεί για αρχαιοκαπηλία, από την άλλη η Χαμάς θέλει οπωσδήποτε τον θησαυρό. Αστυνομία παντού να ελέγχει τα πάντα και οικονομικά προβλήματα στο φόντο μιας ιστορίας αγάπης αλλά και επιβίωσης. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της Βενετίας και του Τορόντο, ενώ ήταν η υποψηφιότητα της Παλαιστίνης για τα Όσκαρ, χωρίς να μπει στην πεντάδα.
Farha (2021)
H Darin J. Sallam είναι ιορδανή σκηνοθέτρια που έχει σκηνοθετήσει πέντε βραβευμένες ταινίες μικρού μήκους, ενώ το Farha είναι το σκηνοθετικό της ντεμπούτο σε ταινίες μεγάλου μήκους. Προβλήθηκε στο Φεστιβάλ του Τορόντο ενώ έγινε διαθέσιμο και στο αμερικάνικο Netflix. Η ιστορία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Αφορά μια 14χρονη κοπέλα που πριν το 1948 ζει σε ένα παλαιστινιακό χωριό με τις φίλες της. Ονειρεύεται να πάει σχολείο στην πόλη, να μορφωθεί, αλλά ο πατέρας της θέλει να την παντρέψει. Όλα αυτά με φόντο τον παλαιστινιακό εκτοπισμό του 1948, την Παλαιστινιακή Καταστροφή ή Nakba, όπως την αποκαλούν. Η οικογένεια της σκηνοθέτριας πράγματι είχε αναγκαστεί να φύγει το 1948 από την Παλαιστίνη για την Ιορδανία. Πολλοί Ισραηλινοί κατέκριναν την ταινία. Η ταινία ήταν η υποψηφιότητα της Ιορδανίας για τα Όσκαρ.
MOVE IT
Παλαιστινιακό: Το σινεμά της συμφιλίωσης
Ταινίες και από τις δύο πλευρές του φράχτη της Γάζας που όχι μόνο σκιαγραφούν τις γκρίζες ζώνες αλλά τονίζουν την αποτυχία να βρεθεί μια βιώσιμη λύση εδώ και δεκαετίες.
Μια δεκάδα φιλμ και σειρών γύρω από τη διαμάχη Ισραηλινών και Παλαιστινίων με σκοπό όχι φυσικά να δώσουν τη λύση σε ένα μίσος που διαρκεί έναν αιώνα, αλλά να δώσουν έμφαση στο ανθρώπινο στοιχείο και στην τραγωδία της απώλειας αθώων ψυχών – και φυσικά να αποδώσει το ανάλογο μερίδιο ευθύνης στις ηγεσίες των δοκιμαζόμενων λαών. Η επιλογή δεν ήταν εύκολη, καθώς έχουμε δει αρκετές δυνατές ταινίες. Πολλές έμειναν εκτός της λίστας, όπως το αριστουργηματικό animation «Βαλς με τον Μπασίρ» του Ισραηλινού Αρι Φόλμαν, ο οποίος ξεδιπλώνει τις προσωπικές οδυνηρές μνήμες από τον πόλεμο του Λιβάνου το 1982, μια ταινία που αποτελεί ορόσημο για την κατανόηση των συρράξεων στην ευρύτερη περιοχή.
Παράδεισος τώρα (2005, Χανί ΑμπούΑσάντ)
Δυο νεαροί Παλαιστίνιοι, φίλοι από παιδιά, οδηγούνται ύστερα από μια νύχτα με την οικογένειά τους σε αποστολή αυτοκτονίας στο Τελ Αβίβ έχοντας βόμβες ζωσμένες στο σώμα τους. Ο Παλαιστίνιος ΑμπούΑσάντ καταγράφει την ιστορία από την πλευρά των βομβιστών, προσπαθώντας να διεισδύσει στον χαρακτήρα και στις σκέψεις τους προκειμένου να κατανοήσει τι τους μετατρέπει σε καμικάζι αυτοκτονίας. Οδηγείται στην καταδίκη της πράξης τους αλλά τονίζει ταυτόχρονα την ευθύνη των Ισραηλινών γι’ αυτήν, καθώς με το να κατέχουν εδάφη των Παλαιστινίων «κάνουν τον εγχώριο πληθυσμό ξένο στον ίδιο του τον τόπο, με αποτέλεσμα να αντιδρά με όποιον τρόπο μπορεί», όπως είχε πει σε μια συνέντευξή του ο σκηνοθέτης. Το φιλμ, που κέρδισε τη Χρυσή Αρκτο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, είναι γυρισμένο με εβραϊκά κεφάλαια και ήταν υποψήφιο για Οσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 2006 εκπροσωπώντας την Παλαιστίνη.
Αμίρα (2021, Μοχάμεντ Ντιαμπ)
Μια 17χρονη Παλαιστίνια ήρθε στον κόσμο χάρη στο σπέρμα που είχε φυγαδεύσει ο φυλακισμένος πατέρας της, Ναγουάρ, από το κελί του εγκλεισμού του. Οταν όμως αποκαλύπτεται πως ο Ναγουάρ είναι στείρος η νεαρή Αμίρα και η οικογένειά της χάνουν τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους. Μετά τη σκιαγράφηση της σύγχρονης αιγυπτιακής πολιτικοκοινωνικής πραγματικότητας με τα «Κλούβα» και «Οι γυναίκες του λεωφορείου 678» ο Αιγύπτιος σκηνοθέτης στρέφεται στην καρδιά ενός απίστευτου δράματος που παρουσιάζει την αντιπαλότητα Ισραηλινών – Παλαιστινίων μέσα από ένα άλλο πρίσμα και με βάση μια ιστορία που μοιάζει απίθανη αλλά είναι πέρα ως πέρα αληθινή. Ο σκηνοθέτης εμπνεύστηκε διαβάζοντας στις εφημερίδες μια συγκλονιστική ιστορία που σεναριακά γίνεται εργαλείο σκιαγράφησης ενός παρανοϊκού κόσμου παγιδευμένου στο τυφλό μίσος: Ισραηλινοί φύλακες αντικαθιστούσαν το σπέρμα των Παλαιστίνιων φυλακισμένων με δικό τους (προβάλλεται στο Cinobo).
Fauda (4η σεζόν, 2015-23, των Λίορ Ραζ και Αβι Ισαχάροφ)
Μια ομάδα Ισραηλινών πρακτόρων αναλαμβάνει να εντοπίσει έναν Παλαιστίνιο στρατιωτικό ηγέτη που ευθύνεται για τον θάνατο δεκάδων Ισραηλινών. Κι ενώ αρχικά οι προθέσεις είναι να μοιραστεί ισόποσα η πίτα της ευθύνης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, στη συνέχεια οι μάσκες πέφτουν και ο κεντρικός ήρωας και αρχηγός της ομάδας των Ισραηλινών πρακτόρων Ντορόν μοιάζει μεν με φονική πολεμική μηχανή αλλά διατηρεί την ανθρωπιά του και την τρυφερότητα του ερωτευμένου όταν γνωρίζει τη γλυκιά Παλαιστίνια γιατρό. Αντίθετα, οι αντίπαλοί του κυμαίνονται μεταξύ τυφλού μίσους και ελάχιστης λογικής (προβάλλεται στο Netflix).
Ομάρ (2013, Χανί Αμπού-Ασάντ)
Ο ήρωας του τίτλου είναι ένας νεαρός Παλαιστίνιος που συλλαμβάνεται για τον φόνο ενός Ισραηλινού στρατιώτη και βρίσκεται εγκλωβισμένος ανάμεσα στον εκβιασμό των δυνάμεων κατοχής και την καχυποψία των δικών του συναγωνιστών. Υποψήφιο για ξενόγλωσσο Οσκαρ δράμα αγωνίας, το οποίο όχι μόνο αποτυπώνει ρεαλιστικά μια αδιέξοδη καθημερινότητα (από τις πιο συναρπαστικές κινηματογραφικές αποδόσεις η ανάδειξη της Δυτικής Οχθης σε τόπο μαρτυρίου), αλλά παρουσιάζει με συγκλονιστικό τρόπο πώς αναγκάζεται ένας ιδεολόγος να μεταμορφωθεί σε πληροφοριοδότη. Καίρια ηθικά διλήμματα κουμπώνουν με τη σκληρή πραγματικότητα των κατεχόμενων, με τον διάσημο Παλαιστίνιο σκηνοθέτη να εστιάζει την κριτική του στον καταστροφικό διχασμό των συμπατριωτών του, όπου έχει παίξει ρόλο και η ισραηλινή προπαγάνδα.
Γάζα, αγάπη μου (2020, Ταρζάν και Αραμπ Νάσερ)
Ενας εξηνταπεντάχρονος ψαράς στη Γάζα είναι κρυφά ερωτευμένος με μια μεσήλικη μοδίστρα. Κι ενώ ο αγχωμένος άντρας σχεδιάζει να της εξομολογηθεί τα αισθήματά του ένα αρχαίο άγαλμα του θεού Απόλλωνα πιάνεται στα δίχτυα του, προκαλώντας του απρόσμενους μπελάδες, καθώς η Χαμάς θέλει πάση θυσία να αποκτήσει τον πολύτιμο θησαυρό. Η γλυκόπικρη ανθρωπιά και ο ρομαντισμός χτυπούν στην καρδιά του μεσανατολικού και κριτικάρουν ανελέητα τα στερεότυπα, την καταπίεση και τον συντηρητισμό που μαστίζουν και τις δύο κοινότητες, αποκαλύπτοντας ότι Παλαιστίνιοι και Ισραηλίτες έχουν περισσότερα κοινά από όσα φαντάζονται. Η στωική πρόταση των δύο γεννημένων στη Γάζα σκηνοθετών είναι καλοδεχούμενη, αν και στα όρια μιας μάλλον αφελούς αισιοδοξίας που υποστηρίζει ότι η επιβίωση είναι θέμα (ερωτευμένης) καρδιάς (προβάλλεται στο Cinobo).
Ο χρόνος που απομένει (2019, Ελία Σουλεϊμάν)
Ο γνωστότερος σκηνοθέτης της Παλαιστίνης απέκτησε φήμη το 2002 με την πολυβραβευμένη «Θεϊκή παρέμβαση», μια ιδιοσυγκρασιακή κωμωδία γύρω από τη ζωή ενός ερωτευμένου άντρα στη Ραμάλα. Σχεδόν δύο δεκαετίες ύστερα από εκείνη την ταινία ο Σουλεϊμάν «σοβαρεύει» και αφηγείται ένα σχεδόν επικό δράμα που έχει ως θέμα τη ζωή της οικογένειάς του στη διάρκεια δεκαετιών, με αφετηρία το 1948 –έτος ίδρυσης του κράτους του Ισραήλ– και κατάληξη έναν αναπόδραστο κύκλο πόνου και θανάτου που φτάνει ως τις μέρες μας. Ο Ελία Σουλεϊμάν με το χαρακτηριστικό λιτό και «αυτοβιογραφικό» κινηματογραφικό ύφος κρατάει απόσταση και μένει παρατηρητής του θεάτρου παραλόγου που παίζεται στα ερείπια της πάλαι ποτέ όμορφης χώρας του, καταθέτοντας συνειδητά την έκδηλη αμηχανία του και την αποδοχή ότι τα πράγματα από εδώ και πέρα μόνο χειρότερα μπορεί να γίνουν. Και στο τέλος δείχνει να αναρωτιέται πού οδηγεί κάθε πράξη βίαιης αντίστασης. Πιο κοντά στην απελευθέρωση ή μήπως γίνεται άλλοθι για πιο βίαια και απάνθρωπα αντίποινα;
1.341 καρέ έρωτα και πολέμου (2022, Ραν Ταλ)
Το πορτρέτο του διασημότερου πολεμικού φωτογράφου του Ισραήλ, Μίχα Μπαρ-Αμ, δίνεται μέσα από μια σειρά από 1.341 ασπρόμαυρα κυρίως ενσταντανέ, που παρουσιάζουν όλη τη νεότερη ιστορία της χώρας του, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη βίαιη απεικόνιση του μεσανατολικού. Πλούσιο και χρήσιμο φιλμ, αναδεικνύει την ιστορία του πολέμου Ισραήλ – Παλαιστίνης με οδηγό τις επιλεγμένες φωτογραφίες από το τεράστιο αρχείο του Μίχα Μπαρ-Αμ, οι οποίες αναπαριστούν ένα σπάνιο κράμα ωμής βίας και υψηλής τέχνης. Συγκινεί η κατάθεση ψυχής on camera του 92άχρονου καλλιτέχνη που ξεκίνησε φανατικός σιωνιστής για να καταλήξει σε μια στάση ουδετερότητας επειδή «μερικά πράγματα είναι καλύτερο να τα ξεχνάς» όπως λέει χαρακτηριστικά.
Η λεμονιά (2008, Εράν Ρικλίς)
Οταν ο υπουργός Αμυνας του Ισραήλ μετακομίζει δίπλα στο σπίτι μιας Παλαιστίνιας χήρας που ζει στη Δυτική Οχθη, στα σύνορα του Ισραήλ με την Παλαιστίνη, ο ισραηλινός στρατός αποφασίζει να κόψει τις λεμονιές στον κήπο της μοναχικής γυναίκας επειδή αποτελούν δυνάμει κρυψώνες για τρομοκράτες και ανησυχεί για την ασφάλεια του υπουργού. Η γυναίκα (συγκλονιστική η Χιάμ Αμπάς του «Succession») παρά τις προσπάθειες να τη μεταπείσουν αντιδρά κι αποφασίζει να μηνύσει τον υπουργό, ξεκινώντας μια δικαστική εκστρατεία που θα φτάνει μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ. Ο Ισραηλινός δημιουργός του φιλμ Εράν Ρικλίς θεωρεί τη «Λεμονιά» σύμβολο για τους αγώνες των ανθρώπων που προστατεύουν τις αρχές, το σπίτι, την ιστορία τους. Προφανείς οι αλληγορικές διαστάσεις του σεναρίου για την ιστορία της Μέσης Ανατολής, που είναι γραμμένη όχι μόνο με αίμα αλλά και με όρους που δοκιμάζουν την ανθρώπινη λογική.
Η παγίδα (2022, Χανί Αμπού-Ασάντ)
Μια παντρεμένη Παλαιστίνια στην υπό κατοχή Ισραηλινών Βηθλεέμ, την οποία ο άντρας της ζηλεύει παράφορα, παγιδεύεται από την κομμώτριά της, η οποία στρατολογεί γυναίκες για να δίνουν πληροφορίες στις ισραηλίνες μυστικές υπηρεσίες. Το βασισμένο σε αυθεντικά γεγονότα σενάριο δίνει ακόμη μια δραματική εικόνα της πολύπαθης Βηθλεέμ, με την παγίδα να είναι στημένη τόσο έντεχνα ώστε όλοι, θύτες και θύματα, να πέφτουν μέσα, εντείνοντας την αίσθηση μιας αδιέξοδης συνθήκης που πηγάζει από την παράλογη, ανεξέλεγκτη βία της ισραηλινοαραβικής διαμάχης.
Foxtrot (2017, Σάμιουελ Μάοζ)
Ο Μίκαελ και η Ντάφνα συντετριμμένοι ακούν τους υπεύθυνους του ισραηλινού στρατού να τους ανακοινώνουν ότι ο γιος τους που υπηρετούσε τη θητεία του στα σύνορα είναι νεκρός. Ο κύκλος ζωής και θανάτου που έχει ανοίξει εδώ και 75 χρόνια στη Μέση Ανατολή δεν λέει να κλείσει, ισχυρίζεται ο Σάμιουελ Μάοζ. Ο σκηνοθέτης από το Ισραήλ επιστρέφει στα μαύρα κατάστιχα του ισραηλινού στρατού –όπως και στον «Λίβανο»– αφήνοντας κατά μέρος την πολιτικολογία για να αναδείξει μια σύγχρονη τραγωδία. Ενώ όμως η συντριβή των κεντρικών προσώπων (οι δύο γονείς) είναι ολική, ο σκηνοθέτης κάνει την ανατροπή και αφήνει το δράμα στην άκρη για να οδηγήσει την ιστορία του σε σουρεαλιστικές κωμικές διαστάσεις. Το υπόγειο ανίερο χιούμορ του δίνει μια κάποια διέξοδο διαφυγής από το μουντό τοπίο της καθημερινότητας των φαντάρων αλλά ο Μάοζ δεν έχει ψευδαισθήσεις. Σε δηλώσεις του για τη δημιουργία της ταινίας στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Βενετίας δεν μάσησε τα λόγια του, ασκώντας κριτική στην αυστηρή πολιτική της χώρας του που είναι επικεντρωμένη στο στρατιωτικό πρωτόκολλο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ζωές των απλών πολιτών. Φυσικά η στάση του σκηνοθέτη ενόχλησε το επίσημο Ισραήλ.
«Οι ιστορίες που βγαίνουν σήμερα από την Παλαιστίνη, εκφράζουν την παλαιστινιακή ζωή. Δεν μπορούμε να ορίσουμε τι είναι η παλαιστινιακή ζωή. Είναι αυτή που είναι, όπως είναι…»
Το 1ο Φεστιβάλ Παλαιστινιακού Κινηματογράφου είναι γεγονός και τα έχει όλα. Μιλήσαμε με την Carol Sansour, την Παλαιστίνια που το διοργανώνει, και μας είπε πολλά: για τέχνη, για πολιτική, για τη ζωή στην Αθήνα, για την εμπειρία της μετανάστριας.
Η ιδέα του φεστιβάλ προέρχεται από το ότι πιστεύω ότι υπάρχουν κάποιοι Παλαιστίνιοι καλλιτέχνες και κάποιες ταινίες που αξίζει να τις μοιραστούμε με την ελληνική κοινωνία. Σκέφτηκα πως ήταν πολύ καλή ιδέα να το κάνουμε μέσω ενός ετήσιου φεστιβάλ.
Άρα ήταν δική σου η ιδέα;
Η ιδέα ήταν ομαδική. Υπάρχουν παλαιστινιακά φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο και δεν υπάρχει κάποιο στην Αθήνα. Εμένα με ενδιαφέρει το σινεμά, αλλά και γενικά η έκφραση μέσω της τέχνης. Οπότε σκέφτηκα, γιατί να μην το φέρουμε όλο αυτό και στην Αθήνα; Εγώ διευθύνω το Φεστιβάλ, αλλά υπάρχει μια ομάδα φίλων και υποστηρικτών, οπότε έχω συμβούλους.
Ζεις στην Αθήνα;
Ναι, μένω στην Αθήνα. Ο σύζυγός μου δουλεύει εδώ κι έτσι αρχίσαμε να μένουμε εδώ λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία.
Τι από την ιστορία σου θα μοιραζόσουν μαζί μας, ως γυναίκα από την Παλαιστίνη;
Ως γυναίκα, οι ιστορίες μου μοιάζουν με τις ιστορίες των περισσότερων γυναικών. Προσπάθεια να φτιάξεις και να χτίσεις πράγματα και να συνεχίζεις τη ζωή σου όσο καλύτερα μπορείς. Για μένα θα έλεγα περισσότερο ότι είναι ενδιαφέρον να
βρίσκομαι αυτή τη στιγμή στην Αθήνα, σ’ ένα μέρος όπου δεν ξέρω τη γλώσσα. Τη μαθαίνω, αλλά είναι δύσκολη. Δεν έχω να πω κάτι συγκεκριμένο ως γυναίκα, αλλά έχω να πω ως μετανάστρια. Είμαι σε ένα μέρος όπου με βλέπουν σαν ξένη, παρότι εγώ θέλω να είμαι μέλος της ομάδας, με την έννοια ότι αισθάνομαι την Ελλάδα σπίτι μου και θέλω να επενδύσω στην Ελλάδα. Εννοώ θέλω να επενδύσω το χρόνο και την ενέργειά μου. Και γι’ αυτό κάνω αυτό που ξέρω να κάνω καλύτερα: προάγω τον πολιτισμό, πολιτιστικές δραστηριότητες και την τέχνη.
Ποιο είναι το επάγγελμά σου;
Είμαι συγγραφέας και ποιήτρια στο επάγγελμα. Αλλά πάντα ασχολούμουν με πολιτιστικά δρώμενα και διοργάνωνα πολιτιστικά events.
Πώς βλέπεις την ελληνική κοινωνία, ως άτομο που προσπαθεί να γίνει μέλος της;
Δεν μπορώ να πω πολλά. Σε αυτή τη φάση μπορώ μόνο να μιλήσω για εντυπώσεις, γιατί είμαι εδώ τέσσερα χρόνια και τα δύο από αυτά ήμασταν σε lockdown. Δεν ήταν μια φυσιολογική κατάσταση, οπότε δεν είχα μια πλήρη εμπειρία από την Ελλάδα και από τις ελληνικές κοινότητες. Μπορώ όμως να πω ότι -και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λέω πως η Ελλάδα είναι το σπίτι μου- αισθάνομαι ότι έχουμε πάρα πολλά κοινά και πάρα πολλούς τρόπους με τους οποίους μπορούμε να συνδιαλλαγούμε. Έτσι, δεν το βλέπω ως μια μονόπαντη σχέση, νιώθω ενεργό μέλος της κοινότητας. Και ως Παλαιστίνια αισθάνομαι ότι υπάρχουν ιστορικοί δεσμοί ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Παλαιστίνη, σε όρους αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό και στον αγώνα για ελευθερία και για Δικαιοσύνη. Ιστορικά βρισκόμαστε σε μια ιδιαίτερη στιγμή, κατά την οποία ο κόσμος αλλάζει και οι προκλήσεις εξαπλώνονται σε όλο τον πλανήτη. Όχι μόνο στην Παλαιστίνη. Επομένως νομίζω ότι τώρα έχουμε περισσότερη ενσυναίσθηση των δυσκολιών που περνάει ο άλλος, γιατί όλη η ανθρωπότητα παλεύει με την οικονομική κατάσταση, με την ανασφάλεια… Νομίζω ότι είμαστε πια παγκόσμιοι πολίτες.
Θα έλεγες ότι χρησιμοποιείς το φεστιβάλ ως εργαλείο για να πεις κάποια πράγματα για την Παλαιστίνη ή για σένα έχει να κάνει αποκλειστικά με την τέχνη;
Είναι ένας συνδυασμός. Δεν νομίζω ότι μπορείς να ξεχωρίσεις την τέχνη από την πολιτική. Είναι κάπως αφελές το να νομίζεις ότι μπορείς. Οι ιστορίες που βγαίνουν σήμερα από την Παλαιστίνη, εκφράζουν την παλαιστινιακή ζωή. Δεν μπορώ να ορίσω εγώ τι είναι η παλαιστινιακή ζωή. Είναι αυτή που είναι, όπως είναι. Εγώ χρησιμοποιώ το φεστιβάλ ως πλατφόρμα, ουσιαστικά για να δημιουργήσω συζήτηση και εμπλοκή, αντί να προωθήσω μια συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα. Ως πολίτης στην Αθήνα, ως πολίτης στο νέο μου σπίτι, την Ελλάδα, θα ήθελα να ωθήσω το περιβάλλον μου να ασχοληθεί και με αυτά που ενδιαφέρουν εμένα.
Μίλησέ μας λίγο για τις ταινίες που θα παρακολουθήσουμε.
Θα δούμε οκτώ ταινίες σε τέσσερις μέρες. Οι ταινίες επιλέχθηκαν για τις ιστορίες που λένε, για την τεχνική τους και για την τέχνη που εκπροσωπούν. Κάθε βραδιά θα παρακολουθούμε μια μικρού και μια μεγάλου μήκους ταινία, από τις οποίες κάποιες είναι μυθοπλασία και κάποιες ντοκιμαντέρ. Κι έχουμε κι ένα art video.
Είναι κάποια από αυτές η αγαπημένη σου;
Είναι μία (γελάει). Αλλά δεν θέλω να το χαλάσω για το κοινό, θέλω ο κόσμος να παρακολουθήσει όσες περισσότερες μπορεί. Η ιδέα ήταν ότι, με την επιλογή που κάναμε, προσπαθήσαμε να καλύψουμε σε πάρα πολλά επίπεδα το τι είναι η Παλαιστίνη και τι είναι ο παλαιστινιακός κινηματογράφος. Επομένως έχουμε κάποια πιο πρόσφατα φιλμ, κάποια παλιά, κάποια ντοκιμαντέρ. Από τα ντοκιμαντέρ μας, κάποια είναι με την παραδοσιακή έννοια κι έχουμε και κάποια πειραματικά που είναι εκπληκτικά. Είμαι πραγματικά ενθουσιασμένη που ξεκίνησε κάτι τέτοιο, αν και με πολύ περιορισμένους πόρους προς το παρόν. Έχουμε τραβήξει την προσοχή με θετικό τρόπο, βλέπουμε ενδιαφέρον και αυτό μας ενθουσιάζει πολύ. Ελπίζω να έχουμε και κοινό! (γελάει)