Ο Πόντος και η Γη απέκτησαν τον Φόρκο, τον Θαύμαντα, τον Νηρέα, την Ευρυβία, την Κητώ. Τα αδέλφια Φόρκος και Κητώ απέκτησαν παιδιά, τις τρεις Γραίες που επονομάζονταν Φορκίδες από τον πατέρα τους, και τις τρεις Γοργόνες που κατοικούσαν κοντά στο βασίλειο των νεκρών, στη χώρα των Εσπερίδων, του Γηρυόνη…, γενικά στις εσχατιές της Δύσης. Σύμφωνα με τον μυθογράφο Υγίνο, πατέρας των Γοργόνων από την Κητώ ήταν ο Γόργωνας, γιος του Τυφώνα και της Έχιδνας, από τον οποίο και ονομάστηκαν.
Ονομάζονταν Σθενώ, Ευρυάλη, Μέδουσα. Θνητή ήταν μόνο η Μέδουσα, κι αυτή θεωρούνταν ως η κατεξοχήν Γοργόνα / Γοργώ. Στα κεφάλια τους περιελίσσονταν φίδια, μεγάλα δόντια όμοια με των αγριόχοιρων, χάλκινα χέρια και χρυσές φτερούγες, με τις οποίες πετούσαν, μάτια σπινθηροβόλα και βλέμμα διαπεραστικό. Όσοι τολμούσαν να τις κοιτάξουν στα μάτια απολιθώνονταν, δηλαδή μεταμορφώνονταν σε πέτρες. Ακόμη και οι αθάνατοι τις απέφευγαν, εκτός από τον Ποσειδώνα, που ενώθηκε με τη Μέδουσα και την άφησε έγκυο, και από τους θνητούς ο Περσέας που μπόρεσε να αντιμετωπίσει τη φρίκη της όψης της χάρη στις συμβουλές της Αθηνάς και να τη σκοτώσει. (Βλ. Γοργώ / Μέδουσα· πρβ. Ερατ., Κατ. 1.22) [Εικ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12]
Ο Διόδωρος διασώζει μια ευημεριστική / ιστορική ερμηνεία του μύθου των Γοργόνων. Οι Γοργόνες ήταν πολεμικός λαός που κατοικούσε σε μια χώρα στα σύνορα με τη χώρα των Ατλάντων. Όταν οι Αμαζόνες νίκησαν τους Ατλάντιους και κατέλαβαν την πόλη Κέρνη, φέρθηκαν με σκληρότητα στους ηττημένους – σκότωσαν τους άνδρες, εξανδραπόδισαν γυναίκες και παιδιά, κατέσκαψαν την πόλη τους…–, ώστε κανείς άλλος να μην τολμήσει να αντισταθεί. Πράγματι, οι Ατλάντιοι δέχτηκαν την επικυριαρχία των Αμαζόνων, χάρισαν δώρα και ψήφισαν τιμές για εκείνες, ώστε να κερδίσουν την επιείκεια και την ευμένειά τους. Ως αντάλλαγμα ζήτησαν να τους απαλλάξουν από τον πολεμικό γειτονικό λαό των Γοργόνων. Ανάμεσα στα δύο πολεμικά γένη, των Γοργόνων και των Αμαζόνων, έγιναν σκληρές μάχες μέχρι που οι Αμαζόνες, με τα ξίφη, τα δόρατα και τα τόξα για επιθετικά όπλα και με αμυντικά ασπίδες από δέρματα μεγάλων λιβυκών φιδιών, νίκησαν και καθυπόταξαν τις Γοργόνες, σκότωσαν πολλές και αιχμαλώτισαν πάνω από τρεις χιλιάδες. Όσες διασώθηκαν κατέφυγαν σε μια δασώδη περιοχή, και επειδή η βασίλισσα των Αμαζόνων Μύρινα δεν μπόρεσε να βάλει φωτιά για να εξοντώσει τελείως τη φυλή των Γοργόνων, επέστρεψε στα σύνορα της χώρας της. Στα κατοπινά χρόνια, και καθώς οι Αμαζόνες είχαν να αντιμετωπίσουν προβλήματα στην επικράτειά τους, οι Γοργόνες δυνάμωσαν αλλά κατανικήθηκαν από τον διογενή Περσέα τον καιρό που βασίλισσά τους ήταν η Μέδουσα. Τελικά εξοντώθηκαν τελείως από τον επίσης διογενή Ηρακλή, όπως και οι Αμαζόνες, τον καιρό που ο ήρωας των Θηβών έφτανε στη Δύση και έστησε στη Λιβύη τις στήλες που όριζαν τα όρια του κόσμου. Γιατί το θεωρούσε δεινό, τη στιγμή που αποφάσισε να ευεργετήσει όλο το ανθρώπινο γένος, να υποφέρει γυναικοκρατούμενες φυλές (Διόδ. 3.54-55).
Σχετικά λήμματα
ΑΜΑΖΟΝΕΣ, ΓΟΡΓΩ/ΜΕΔΟΥΣΑ, ΓΡΑΙΕΣ, ΚΗΤΩ, ΝΗΡΕΑΣ, ΠΕΡΣΕΑΣ, ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ, ΦΟΡΚΟΣ