kiosterakis.gr +

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ-ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΜΕ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΜΑΤΙΑ...

Ιστορίες

Η δασκάλα...

Η δεσποινίδα Ιουλία...Τις προάλλες φώναξα στο γραφείο μου τη δεσποινίδα Ιουλία, τη δασκάλα των παιδιών. Έπρεπε να της δώσω το μισθό της.

- Κάθισε να κάνουμε το λογαριασμό, της είπα. Θα έχεις ανάγκη από χρήματα και συ ντρέπεσαι να ανοίξεις το στόμα σου... Λοιπόν... Συμφωνήσαμε για τριάντα ρούβλια* το μήνα...

- Για σαράντα.

- Όχι, για τριάντα, το έχω σημειώσει. Εγώ πάντοτε τριάντα ρούβλια δίνω στις δασκάλες... Λοιπόν, έχεις δύο μήνες εδώ...

- Δύο μήνες και πέντε μέρες...

- Δύο μήνες ακριβώς... Το 'χω σημειώσει... Λοιπόν, έχουμε εξήντα ρούβλια. Πρέπει να βγάλουμε εννιά Κυριακές... δε δουλεύετε τις Κυριακές. Πηγαίνετε περίπατο με τα παιδιά. Έπειτα έχουμε τρεις γιορτές...

Η Ιουλία έγινε κατακόκκινη και άρχισε να τσαλακώνει νευρικά την άκρη του φουστανιού της, μα δεν είπε λέξη.

- Τρεις γιορτές... μας κάνουν δώδεκα ρούβλια το μήνα... Ο Κόλιας ήταν άρρωστος τέσσερις μέρες και δεν του έκανες μάθημα... Μονάχα με τη Βαρβάρα ασχολήθηκες... Τρεις μέρες είχες πονόδοντο και η γυναίκα μου σου είπε να αναπαυτείς μετά το φαγητό... Δώδεκα και εφτά δεκαεννιά. Αφαιρούμε, μας μένουν... Χμ! σαράντα ένα ρούβλια... Σωστά;

Το αριστερό μάτι της Ιουλίας έγινε κατακκόκινο και νότισε. Άρχισε να τρέμει το σαγόνι της. Την έπιασε ένας νευρικός βήχας, έβαλε το μαντίλι στη μύτη της, μα δεν έβγαλε άχνα.

- Την παραμονή της πρωτοχρονιάς έσπασες ένα φλιτζάνι του τσαγιού με το πιατάκι του... Βγάζουμε δύο ρούβλια... Το φλιτζάνι κάνει ακριβότερα γιατί είναι οικογενειακό κειμήλιο, μα δεν πειράζει... Τόσο το χειρότερο! Προχωρούμε! Μια μέρα δεν πρόσεξες τον Κόλια, ανέβηκε ο μικρός στο δέντρο και έσκισε το σακάκι του... Βγάζουμε άλλα δέκα ρούβλια... Άλλη μια μέρα που δεν πρόσεχες, έκλεψε μια καμαριέρα τα μποτάκια της Βαρβάρας. Πρέπει να 'χεις τα μάτια σου τέσσερα, γι' αυτό σε πληρώνουμε... Λοιπόν, βγάζουμε άλλα πέντε ρούβλια. Στις δέκα του Γενάρη σε δάνεισα δέκα ρούβλια...

Περισσότερα...

Η γιαγιά και ο χάρος...

Η γιαγιά...Μια φορά ήταν μια γριά και κάθε πρωί έβγαινε στο δάσος και μάζευε ξύλα για τη φωτιά της και χορταράκια, για να φάει. Καθώς γύριζε μια μέρα φορτωμένη στον ώμο τα ξύλα και στην ποδιά της τα χόρτα, στο δρόμο συναντάει τον χάροντα.

- Γεια και χαρά σου, χάροντα, του λέει, για ποιόν με το καλό;

- Για του λόγου σου θειά, της λέει ο χάροντας. Άντε, ετοιμάσου να σε πάρω.

- Τώρα, του λέει, να πάω σπίτι να ξεφορτωθώ και να ετοιμαστώ. Και για να 'χω καλό ρώτημα, σαν πώς θέλεις να ετοιμαστώ;

- Όπως θέλεις εσύ, απαντάει ο χάροντας.

Τότε η γριά πηγαίνει στο σπίτι, ανάβει το τζάκι και βάζει να βράσει τα χόρτα. Ύστερα έπιασε να ζυμώσει ψωμιά, έφτιαξε και κουλούρια για συγχώρεση. Ύστερα έστρωσε τραπέζι και περίμενε να ψηθούν τα ψωμιά.

Τότε παρουσιάσθηκε ο χάροντας και τη ρωτάει:

- Ε, ετοιμάστηκες θειά;

- Περιμένω γιε μου να βράσουν τα χόρτα, να ξεφουρνίσω το ψωμί και να φάμε. Δεν κάθεσαι και του λόγου σου να φας μαζί μου;

- Μα δεν μ' έχεις κακία θειά, πού θα σου πάρω την ψυχή;

- Μπα, γιατί να σου 'χω κακία. Όπου την πας την ψυχή μου, θα 'ρχομαι κι εγώ μαζί.

- Και το κορμάκι σου, που θα τ' αφήσεις εδώ; ξαναρωτάει ο χάροντας.

Περισσότερα...

Το λιοντάρι, η αλεπού και η ελαφίνα...

Το άρρωστο λιοντάρι...Ο βασιλιάς των ζώων, το λιοντάρι, κάποτε αρρώστησε και καθόταν μέσα στην σπηλιά του μέχρι να γίνει καλά. Παρέα αυτές τις δύσκολες ώρες του κρατούσε η αλεπού. Κάποια στιγμή το λιοντάρι πείνασε και είπε στην αλεπού:

- Κυρά αλεπού, αν με αγαπάς όπως λες και θέλεις να γίνω γρήγορα καλά, πήγαινε να μου φέρεις την μεγάλη ελαφίνα που τριγυρνάει στο δάσος. Αυτή θα είναι το γιατρικό μου. Μόνο εσύ μπορείς να τα καταφέρεις, αφού η πονηριά σου είναι ξακουστή σε όλο τον κόσμο.

Η αλεπού, υπακούοντας στην θέληση του βασιλιά της, άφησε την φωλιά του και άρχισε να τριγυρνάει στο δάσος με σκοπό να συναντήσει την μεγάλη ελαφίνα. «Χτένισε» σχεδόν όλο το δάσος και τελικά την ανακάλυψε δίπλα σε ένα ρυάκι να τρώει φρέσκο χορτάρι.

- Γεια σου κυρά ελαφίνα, της είπε με αθώο ύφος. Σου φέρνω ευχάριστα νέα. Όπως, ίσως, θα ξέρεις ο βασιλιάς μας, το λιοντάρι, είναι άρρωστος και η ώρα που θα πεθάνει δεν είναι μακριά. Σκέφτηκε λοιπόν ότι το καταλληλότερο ζώο για να τον διαδεχθεί στον θρόνο, είσαι εσύ. Εγώ, πρέπει να σε αφήσω τώρα για να γυρίσω στον άρρωστο. Καλά θα κάνεις να έρθεις κι εσύ μαζί μου, να τον παρηγορήσεις αυτές τις δύσκολες ώρες. Εξάλλου ολόκληρο βασίλειο σου αφήνει. Α! Όταν γίνεις βασίλισσα των ζώων μην ξεχάσεις κι εμένα που σου έφερα την χαρμόσυνη είδηση.

Η αλεπού, μαστόρισσα καθώς είναι στα όμορφα λόγια και στις κολακείες, έπεισε την ελαφίνα ότι έτσι έχουν τα πράγματα και χωρίς δεύτερη σκέψη το ανυποψίαστο ζώο πήρε τον δρόμο για την φωλιά του λιονταριού.

Περισσότερα...

Η κομψή καμήλα του Αχμέτ...

Η κομψή καμήλα και ο Αχμέτ
Ο Αχμέτ Χαμάμετ, ο μοναχικός βεδουίνος, είχε μια καμήλα που τον συνόδευε ακούραστη σε όλα του τα ταξίδια.

- Ω καμήλα θαυμαστή, ω καμήλα διαλεχτή! της έλεγε κάθε τόσο.

Δεν υπάρχει σαν κι εσένα καμήλα άλλη καμιά! Είσαι η παρηγοριά, η ελπίδα και η παρέα μου. Πολυτιμότερη είσαι απ' τις δροσερές οάσεις και οι αρετές σου είναι περισσότερες από τους αναρίθμητους κόκκους τής άμμου όλων των ερήμων της οικουμένης.

- Τα παραλές! του απάντησε μια μέρα η καμήλα.

- Ποιος; Εγώ; Γιατί με πικραίνεις με τ' άστοχα λόγια σου, ω καμήλα; Καθόλου δεν τα παραλέω. Τόσα πολλά είναι αυτά που σου χρωστάω, που ακόμα κι αν ζούσα χίλιες χιλιάδες αιώνες και πάλι δεν θα προλάβαινα να σου τα ξεπληρώσω.

- Αν είσαι έτσι όπως τα λες, αν με εκτιμάς, αν με αγαπάς, αν με υπολήπτεσαι τόσο πολύ, τότε αντί να τα φορτώνεις όλα στην καμπούρα μου, θα μου έκανες και συ μια μικρή χάρη.

- Τι χάρη επιθυμείς να σου κάνω;

Περισσότερα...

Online Επισκέπτες

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 4 επισκέπτες και κανένα μέλος