kiosterakis.gr +

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ-ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΜΕ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΜΑΤΙΑ...

Ιστορίες

Φίλε μεγαλώσαμε! άλλα μεγαλώσαμε μάλλον καλά!

Για όσους είναι γεννημένοι μεταξύ 1950-1985...

H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε...

Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή! Περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε.

Παλιά παιχνίδια...
Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί...

Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.

Περισσότερα...

Ο Διογένης και οι φακές...

Ο Διογένης...
Μία μέρα ο Διογένης έτρωγε ένα πιάτο φακές καθισμένος στο κατώφλι ενός τυχαίου σπιτιού. Δεν υπήρχε σε όλη την Ελλάδα πιο φθηνό φαγητό από μία σούπα με φακές. Μ' άλλα λόγια, αν έτρωγες φακές σήμαινε ότι βρισκόσουν σε κατάσταση απόλυτης ανέχειας. Πέρασε ένα απεσταλμένος του άρχοντα και του είπε:

- Α! Διογένη, αν μάθαινες να μην είσαι ανυπότακτος κι αν κολάκευες λιγάκι τον άρχοντα, δε θα ήσουν αναγκασμένος να τρως συνέχεια φακές...

Ο Διογένης σταμάτησε να τρώει, σήκωσε το βλέμμα και κοιτάζοντας στα μάτια τον πλούσιο συνομιλητή του αποκρίθηκε:

- Α, φουκαρά αδελφέ μου! Αν μάθαινες να τρως λίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνεχώς τον άρχοντα!

Περισσότερα...

Η πριγκίπισσα που αγαπούσε τον πατέρα της σαν το αλάτι

Το παλάτι
Μια φορά κι ένα καιρό, ζούσε σε κάποια επαρχία της Ινδίας ένας μαχαραγιάς που είχε εφτά κόρες. Κάποια μέρα τις κάλεσε στην αυλή του και τις ρώτησε:

- Πέστε μου, κορίτσια μου, το κάθε ένα από εσάς, πόσο πολύ με αγαπάτε;

Τα έξι μεγαλύτερα κορίτσια, το ένα μετά το άλλο, απάντησαν:

- Πατέρα, σε αγαπάμε όπως την πιο γλυκιά ζάχαρη...

Το έβδομο παρέμεινε σιωπηλό για λίγο, και όταν πιέστηκε να απαντήσει, είπε:

- Πατέρα, σε αγαπώ όπως το αλάτι...

Ο μαχαραγιάς, που άκουσε με μεγάλη ευχαρίστηση τις απαντήσεις των μεγαλύτερων κοριτσιών, ένιωσε πολύ θυμωμένος με την απάντηση της έβδομής του κόρης. Έτσι, με οργή, διέταξε να την απομακρύνουν αμέσως από μπροστά του και να την εξορίσουν.

Περισσότερα...

Ο γάιδαρος και το βόδι...

Κάποτε, ήταν ένας γάιδαρος κι ένα βόδι. Εκείνα τα παλιά χρόνια, τα ζωντανά μιλούσαν, τώρα δε μιλάνε!

Στο χωράφι
Ένα βράδυ, εκεί που κάθονταν στο στάβλο, έπιασαν κουβέντα. Λέει ο γάιδαρος στο βόδι:

«Βόδι, άκουσε εμένα που σου μιλώ. Εγώ είμαι δάσκαλος, ξέρω πολλά. Αύριο που θά 'ρθει το αφεντικό να σε πάρει για ζευγάρι, να του κάνεις το ζαβλακωμένο, το άρρωστο. Μη φας 'πόψε το φαΐ σου, για να σ' έβρει αποκαμωμένο ο γεωργός και να μη σε πάρει στη δουλειά». Το βόδι, που δεν είναι καθόλου έξυπνο, γι' αυτό το λένε και «βόδι» και πιστεύει εύκολα ό,τι του λένε, άκουσε το γάιδαρο. Ήκατσε σ' ένα καντούνι κι 'κανένε το άρρωστο. Έκλεισε τα μάτια του, κατέβασε την κεφάλα του και δε μιλούσε.

Την άλλη μέρα, μπαίνει μέσα η γυναίκα του γεωργού. (Τους γεωργούς τους λέμε εμείς ξωτάρηδες. Τα παλιά χρόνια, οι γεωργοί εδώ στη Λέρο δεν όργωναν μόνο, έκαναν και άλλες δουλειές.) Βλέπει το βόδι σε κακό χάλι. Φεύγει τρομαγμένη και πάει μέσα στο σπίτι.

«Φουρτούνα μας βρήκε σήμερα. Το ζωντανό μας δεν είναι στα καλά του. Το βλέπω ζαβλακωμένο σαν άρρωστο στο καντούνι του και δε θα μπορέσεις να το πάρεις στη δουλειά!».

Περισσότερα...

Online Επισκέπτες

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 26 επισκέπτες και κανένα μέλος