Το βιολογικό νανορομπότ, που συνιστά ένα ακόμη βήμα για τη δημιουργία «έξυπνων» φαρμάκων, μεταφέρει μοριακές οδηγίες με τη μορφή αντισωμάτων, που οδηγούν τα κύτταρα του καρκίνου στην αυτοκαταστροφή τους.
Η νέα ιατρική νανοβιοτεχνολογία θα μπορούσε πιθανώς στο μέλλον να αξιοποιηθεί σε διάφορες παθήσεις, πέραν του καρκίνου, ενισχύοντας γενικότερα την άμυνα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον βιοφυσικό Σον Ντάγκλας του Ινστιτούτου Wyss του Χάρβαρντ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό «Science», δημιούργησαν ένα νανορομπότ με μορφή ανοικτού βαρελιού, διαμέτρου 35 νανομέτρων (δισεκατομμυριοστών του μέτρου), το οποίο στα δύο άκρα του είναι κλεισμένο από δύο τμήματα DNA σαν «άγκιστρα» ή «κλειδαριές», που μπορούν να αναγνωρίσουν τις καρκινικές πρωτεΐνες στην επιφάνεια των κυττάρων-στόχων και να προσδεθούν σε αυτές.
Όταν φθάσουν στο στόχο τους, τα βιορομπότ-βαρελάκια είναι προγραμματισμένα να ανοίγουν και να απελευθερώνουν το «φορτίο» τους, το οποίο αποτελείται από ειδικά μόρια αντισωμάτων με κωδικοποιημένες εντολές καταστροφής, οι οποίες γίνονται αντιληπτές από τους μοριακούς υποδοχείς των καρκινικών κυττάρων.
Οι εντολές ενεργοποιούν τον «διακόπτη αυτοκτονίας» των καρκινικών κυττάρων, ένα χαρακτηριστικό που υπάρχει σε όλα τα κύτταρα και οδηγεί στην φυσιολογική αυτοκαταστροφή των πιο γερασμένων ή ελαττωματικών από αυτά.
Η νέα τεχνική χρησιμοποιεί ένα είδος «οριγκάμι», που επιτρέπει το δίπλωμα του γενετικού υλικού, ώστε να δημιουργούνται βιολογικές δομές από έλικες DNA.
Οι πολύωρη χρήση του υπολογιστή όμως προϋποθέτει προσοχή γιατί καταπονούμε τα μάτια και τα οστά μας.
Αν λοιπόν ξοδεύετε περισσότερο από δύο ώρες ημερησίως μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή σας πιθανόν να παρουσιάζετε κάποιο από τα συμπτώματα του Computer Vision Syndrome (C.V.S.).
Αυτά είναι:
Ο βαθμός στον οποίο τα άτομα εμφανίζουν τα παραπάνω συμπτώματα εξαρτάται συχνά από το επίπεδο των οπτικών δυνατοτήτων τους και από το χρονικό διάστημα που περνάνε μπροστά από τον υπολογιστή.
Αλλαγές στον εγκέφαλο παρόμοιες με αυτές που προκαλούν τα ναρκωτικά και το αλκοόλ εμφανίζουν και τα άτομα που είναι εθισμένα στο διαδίκτυο.
Κινέζοι ερευνητές, υπό τον δρα Χάο Λέι της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών, "σάρωσαν" τους εγκεφάλους νεαρών εθισμένων στο internet και παρατήρησαν "δυσλειτουργία στην καλωδίωση τους".
Πιο αναλυτικά, αρχικά διεξήγαγαν απεικονιστική εξέταση του εγκεφάλου 32 αγοριών και κοριτσιών, ηλικίας 14 ως 21 ετών.
Βάσει των απαντήσεών τους σε ερωτήσεις, από το σύνολο των νεαρών, οι 17 κρίθηκε ότι εμφάνιζαν διαταραχή εξάρτησης από το διαδίκτυο.
Εν συνεχεία, μαγνητικές τομογραφίες στις οποίες υποβλήθηκαν οι 17 νεαροί, έδειξαν αλλαγές στη λευκή ουσία του εγκεφάλου, το τμήμα του που περιέχει τις νευρικές ίνες, που συνδέουν περιοχές του εγκεφάλου οι οποίες εμπλέκονται στα συναισθήματα, στη λήψη αποφάσεων και στον αυτοέλεγχο.
Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες, η ανακάλυψη μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία νέων μεθόδων για την αντιμετώπιση των εθισμών.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στη δικτυακή επιθεώρηση PLoS One.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «EMBO Journal» του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Μοριακής Βιολογίας.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του ΙΤΕ, οι νευροεκφυλιστικές ασθένειες που συνδέονται με τη γήρανση, όπως η νόσοι Αλτσχάιμερ, Πάρκινσον και Χάντιγκτον, καθώς και τα εγκεφαλικά επεισόδια, είναι μερικές από τις πιο σοβαρές παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής του ανθρώπου και συχνά οδηγούν στο θάνατο.
Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η σταδιακή δυσλειτουργία και τελικά η καταστροφή νευρώνων του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού.
Εξαιτίας της απώλειας των νευρώνων οι ασθενείς εμφανίζουν φυσικές και διανοητικές βλάβες, όπως δυσκολία συντονισμού κινήσεων και προβλήματα κινητικότητας, απώλεια μνήμης και προβλήματα λόγου.
Η ολοένα αυξανόμενη συχνότητα αυτών των ασθενειών καθιστά επιτακτική την εύρεση αποτελεσματικής θεραπείας, που σήμερα δεν υπάρχει.
Παρόλο που η βιο-ιατρική έρευνα προχωράει με ταχείς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν ακόμα πολλά που οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν για τον νεκρωτικό κυτταρικό θάνατο, δηλαδή τον κύριο τρόπο εκφυλισμού των νευρώνων.
Αυτή είναι μία από τις αιτίες που οι πιο πολλές κλινικές δοκιμές δεν έχουν ακόμα δώσει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Η αποκάλυψη όλων των μηχανισμών που εμπλέκονται στα φαινόμενα νέκρωσης και νευροεκφυλισμού, θεωρείται απαραίτητο προαπαιτούμενο για την εύρεση νέων φαρμάκων που θα βοηθήσουν στην πρόληψη, την επιβράδυνση, ίσως ακόμα και στην θεραπεία των νευροεκφυλιστικών καταστάσεων.