Παίξτε το παιχνίδι μας

enter

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

    

 

 

Ενδυμασία

 

 

 

                                                                        Ιστορική αναδρομή

 

 

Οι αλλόθρησκοι υποχρεώνονταν από τους Μουσουλμάνους να ντύνονται διαφοριτικά από τους ίδιους.  Ο F. W. Sieber (1817) γράφει: «Στις πόλεις είδα πλούσιους Έλληνες εμπόρους που στο σπίτι φορούσαν τουρμπάνια από μαντίλες κασμιρένιες και που, όταν έβγαιναν έξω, τα έβγαζαν και φορούσαν ένα μπλε μαντήλι. Αν κάποιος Έλληνας τύχαινε από αμέλεια να βγει έξω, φορώντας ένα τέτοιο όμορφο κάλυμμα στο κεφάλι, και αν τον έβλεπε κάποιος Τούρκος, θα ήταν αναγκασμένος να πληρώσει από πεντακόσια μέχρι δυο χιλιάδες γρόσια, και το τίμημα αυτό θεωρείται απόλυτα φυσιολογικό…».[1]


 

[1] Η καθημερινότητα της διαπολιτισμικής συνήπαρξης, 2000, σ. 63


 

 

 Η ενδυμασία χριστιανών και μουσουλμάνων Κρητικών διέφερε σε ορισμένα στοιχεία, ωστόσο κατά βάθος παρέμενε η ίδια. Ας κάνουμε μια χρονική αναδρομή στην ενδυμασία των Κρητών για να δούμε πώς προέκυψε η κρητική ενδυμασία.

Η μόδα αλλάζει ελάχιστα στην Ανατολή, γράφει ο Pashley. Η ενδυμασία του κρητικού χωρικού έχει ενδιαφέρον επειδή, ακόμα και σήμερα (19ος αι.), μοιάζει με αυτήν που έφεραν οι πρόγονοί του, πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια πριν. Ο Thevet που επισκέφτηκε το νησί, συνεχίζει ο Pashley,  στα μέσα του 16ου αι., γράφει για τους Κρήτες: «Έχουν τη μακριά γενειάδα σε τέτοια υπόληψη που αν τους υποχρέωναν να την ξυρίσουν ή να την κόψουν θα ήταν μαρτύριο ή ατίμωση, ίση με το να τους έκοβαν τη μύτη ή τα αυτιά. Πράγματι όταν βρισκόμουν στην παραπάνω πόλη καταδίκασαν έναν Ηρακλειώτη που είχε χτυπήσει με βέλος έναν άλλον, και τον ξύρισαν δημοσίως»[2]

Και συνεχίζει, ο Pashley, με τα λόγια του  Foscarini: «Μοιάζουν με τους άγριους Ιρλανδούς, γιατί όπως και αυτοί, είναι διαφορετικοί από τους άλλους στην ενδυμασία, στην όψη και στα όπλα. Έτσι αυτοί με τα μαλλιά και τα μακριά γένεια, με τα ψηλά στιβάνια που δένονται στη ζώνη και που ποτέ δεν βγάζουν από τα πόδια τους, φορούν την πουκαμίσα που κρέμεται, μπρος και πίσω, ένα μεγάλο μαχαίρι μπροστά και το σπαθί δεμένο αλά ελληνικά, έτσι ντυμένοι περπατούν»[3].

Σημαντικό  όπλο για τον Κρητικό, ήταν, επίσης και  το τόξο. Ήταν τόσο σύνηθες τον 16ο αι. ώστε, στα κείμενα για την πολιορκία της Κάντια, που έγινε μόλις πριν από εκατόν πενήντα πέντε χρόνια, συνεχίζει ο Pashley, πολύ συχνά αναφέρονται οι πληγές από τα βέλη. Όταν το 1596 ό Foscarini έγραφε για τους Σφακιανούς, έλεγε ότι έφεραν πάντα τόξο και φαρέτρα και ότι ήταν ικανότατοι τοξότες.

Κατά τον Belon «Δικαιολογημένα οι αρχαίοι Κρήτες λάτρευαν την Άρτεμη. Διότι ακόμα και σήμερα, συνεχίζοντας από «ένστικτο στην παράδοση, επιδίδονται, ήδη από την παιδική ηλικία, στο να τραβούν το σκυθικό τόξο. Εξ άλλου σήμερα ένα αναστατωμένο νήπιο που κλαίει, ηρεμεί με τη θέα ενός τόξου ή αν του δώσεις στο χέρι ένα βέλος»[4].

Ένα ένδυμα που φορούν οι Κρήτες, αυτής της εποχής (16ος αι. ), είναι η κοντή κάπα που φτάνει μέχρι λίγο κάτω από τη ζώνη. Μοιάζει με το «κρητικόν» που αναφέρει ο Εύπολις και ο Αριστοφάνης  στις Θεσμοφοριάζουσες, « Συ δε το κρητικόν απόδυθι ταχέως», καθώς και ορισμένοι λεξικογράφοι όπως ο Φώτιος, «Κρητικόν : βραχύ ιμάτιον» που διευκρινίζουν ότι είναι μια κοντή κάπα. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και με τις σύγχρονες μπότες, που μοιάζουν με τις αρχαίες.

Η σφακιανή κάπα δεν συμφωνεί με την περιγραφή του κρητικού όσο οι άλλες κάπες του νησιού, συνεχίζει ο Pashley. Η κάπα αυτών των ορεσιβίων είναι μεγάλη και βαριά, έχει το φυσικό άσπρο χρώμα, ενώ οι υπόλοι­πες είναι βαμμένες, σε χρώμα καφέ (βαμμένη ίσως με το θαλασσινό φύκι), όπως ακριβώς ήταν και το «κρητικόν».

Επιπλέον, μόνον οι Σφακιανοί φορούν την κάπα κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Οι άλλοι Κρήτες την χρησιμοποιούν λίγο τους χειμερινούς μήνες. Φαίνεται ότι ο αρχαίος Κρητικός φορούσε την κάπα του όλον τον χρόνο, για να προστατεύεται τόσο από το κρύο όσο και από τη ζέστη, όπως αναφέρει και ο Ηρακλείδης, Περί πολιτειών: «Οι εν Κρήτη μετ’ αλλήλων διαιτώνται εν ενί ιματίω θέρους και χειμώνος».

Για τη φορεσιά των Κρητών, κατά τους παλαιότερους χρόνους, μας δίνουν πληροφορίες και τα Κρητικά συμβόλαια, οι εκθέσεις Βενετών Προβλεπτών, κρητικά κείμενα (όπως ο Ερωτόκριτος, Κατζούρμπος) και οι τοιχογραφίες από βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες της Κρήτης.

Πολύτιμες, επίσης, είναι για την έρευνα του κρητικού ενδύματος οι νωπογραφίες των Veneti nell Isola di Creta. Εικονίζουν Κρήτες δωρητές και ανακαινιστές εκκλησιών που περιέχονται στο σύγγραμμα του Guis, Gerola Monum. [5] Δείχνουν τον οπλισμό, το χτένισμα, το ντύσιμο των Κρητών της εποχής. Σαν χρονολογημένες που είναι, μας πληροφορούν πως οι Κρήτες, διακόσια χρόνια μετά την εξαγορά και κατάκτηση της Κρήτης από τους Βενετούς, «Ρωμαίοι» στο αίμα και την ψυχή, κρατούν το βυζαντινό ένδυμα που φόρεσαν ή και φορούσαν κατά την ανάκτηση της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά.

Με την πάροδο του χρόνου σύμφωνα πάντα με τις νωπογραφίες, οι Κρήτες ακολουθώντας το νέο ρεύμα ή και κατόπιν διαταγών, προσαρμόζονται σε διαφορετικό τρόπο ντυσίματος, ντύνονται κατά τη βενετσιάνικη μόδα, ανάλογα με την τάξη που ανήκουν και το επάγγελμα που εξασκούν: βέστα ή τόγκα οι κατέχοντες κάποια δημόσια θέση (οι άνθρωποι των γραμμάτων και οι γιατροί), και οι νεαροί κομψευόμενοι με ένδυμα σκελών και ήβης, τη μονοκόμματη στενή περισκελίδα (calza) φεραφόλια, ταμπάρα και μαντέλα, ετερόχρωμα γιουπόνια, σωληνωτές σκούφιες (copricapo) και καπέλα, βράκες ολοκοφτές.

 Ενώ όμως οι εύποροι, οι ευγενείς και οι αξιωματούχοι των πόλεων και της υπαίθρου ντύνονταν με ρούχα ακριβά, οι αγρότες που έπασχαν οικονομικά από την αφαίμαξη των Βενετών είχαν καταντήσει κουρελήδες, κι ο καθένας ντυνότανε με ό,τι εύρισκε, ίσα ίσα για να κρύψει τη γυμνότητά του: «τινές εισιν ενδεδυμένοι μέρος ράκους, τινές ήμισυ χιτωνίσκου, άλλοι δισάκκιον ερριγμένον, έτεροι δε τον ένα πουν ενδεδυμένον τον δ' άλλον ου»,  γράφει ο ιερεύς Γρηγόροπουλος στα 1490. [6]

 

 

 

 Σχετικά θέματα

 

Σαλβάρι (χλιαβάρι) -βράκα

Γυναικεία μουσουλμανική φορεσιά 

 

 

 

 

 


 

 

[2] R. Pashley, 1991, σ. 182

[3] R. Pashley, όπ. π., σ. 181

[4] R. Pashley, όπ. π.,σ. 182

[5] http://kairatos.com.gr/afieromata/kritikiforesia.htm

[6] http://kairatos.com.gr/afieromata/kritikiforesia.htm